ΦΕΔΑΪΑΣ
(Φεδαΐας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Απολυτρώσει»].
1. Πατέρας του Ιωήλ ο οποίος, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, ήταν άρχοντας της μισής φυλής του Μανασσή που κατοικούσε Δ του Ιορδάνη.—1Χρ 27:20, 22.
2. Πατέρας της Ζεβουδά, της μητέρας του Ιωακείμ. Ο Φεδαΐας ζούσε στη Ρουμά.—2Βα 23:36.
3. Τρίτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Βασιλιά Ιωαχίν (Ιεχονία) ο οποίος γεννήθηκε στη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας. Ο Φεδαΐας έγινε πατέρας του Ζοροβάβελ, του κυβερνήτη μετά την εξορία, και επομένως υπήρξε ζωτικός κρίκος στη γραμμή που οδήγησε στον Ιησού. (1Χρ 3:17-19) Εξαιτίας κάποιων γεγονότων που δεν αναφέρονται, ο Ζοροβάβελ ονομάζεται επίσης γιος του Σαλαθιήλ, αδελφού του Φεδαΐα. Ο Σαλαθιήλ μπορεί να υιοθέτησε τον Ζοροβάβελ, αν ο Φεδαΐας πέθανε ενώ το αγόρι ήταν μικρό. Ή, αν ο Σαλαθιήλ πέθανε προτού αποκτήσει γιο, ο Φεδαΐας μπορεί να έκανε ανδραδελφικό γάμο και να απέκτησε τον Ζοροβάβελ στο όνομα του αδελφού του, του Σαλαθιήλ.—Εσδ 5:2· Ματ 1:12.
4. Βενιαμίτης του οποίου κάποιος απόγονος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4, 7.
5. Απόγονος του Φαρώς που βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει το τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:25.
6. Ισραηλίτης της μεταιχμαλωσιακής περιόδου, κατά πάσα πιθανότητα ιερέας, ο οποίος στεκόταν στα αριστερά του Έσδρα κατά την ανάγνωση του Νόμου του Ιεχωβά στο συναγμένο λαό.—Νε 8:1, 4.
7. Πιστός Λευίτης τον οποίο ο Νεεμίας, κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ, διόρισε υπεύθυνο μαζί με τον Σελεμία τον ιερέα και τον Σαδώκ τον αντιγραφέα για τα συνεισφερόμενα δέκατα.—Νε 13:6, 7, 12, 13.