ΝΑΟΣ
Θεϊκό κατοικητήριο, ιερός τόπος ή αγιαστήριο, είτε υλικό είτε πνευματικό, που χρησιμοποιείται για λατρεία. Η εβραϊκή λέξη χαιχάλ, που μεταφράζεται «ναός», σημαίνει επίσης «ανάκτορο». Η λέξη ἱερόν του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «ναός», καθώς και η ίδια η λέξη ναός του πρωτότυπου κειμένου μπορεί να αναφέρονται σε ολόκληρο το κτιριακό συγκρότημα του ναού ή μόνο στο κεντρικό του κτίριο. Ενίοτε, η λέξη ναός του πρωτότυπου κειμένου, που σημαίνει «αγιαστήριο» ή «θεϊκό κατοικητήριο», αναφέρεται ειδικά στα ιερά εσωτερικά δωμάτια του ναού.—Βλέπε ΑΓΙΟΣ ΤΟΠΟΣ.
Ο Ναός του Σολομώντα. Ο Βασιλιάς Δαβίδ επιθυμούσε διακαώς να χτίσει έναν οίκο για τον Ιεχωβά, ώστε να στεγάσει την κιβωτό της διαθήκης που κατοικούσε «μέσα σε υφάσματα σκηνής». Ο Ιεχωβά ευαρεστήθηκε με την πρόταση του Δαβίδ αλλά του είπε ότι, επειδή είχε χύσει πολύ αίμα σε πολέμους, ο γιος του (ο Σολομών) θα είχε το προνόμιο να επιτελέσει το έργο της οικοδόμησης. Αυτό δεν σήμαινε ότι ο Θεός δεν ενέκρινε τους πολέμους του Δαβίδ που είχαν διεξαχθεί υπέρ του ονόματος του Ιεχωβά και του λαού Του. Ωστόσο, ο ναός επρόκειτο να χτιστεί σε καιρό ειρήνης από έναν άνθρωπο ειρήνης.—2Σα 7:1-16· 1Βα 5:3-5· 8:17· 1Χρ 17:1-14· 22:6-10.
Κόστος. Αργότερα, ο Δαβίδ αγόρασε το αλώνι του Ορνά(ν) του Ιεβουσαίου στο Όρος Μοριά για να χτιστεί εκεί ο ναός. (2Σα 24:24, 25· 1Χρ 21:24, 25) Ο Δαβίδ συγκέντρωσε 100.000 τάλαντα χρυσάφι, 1.000.000 τάλαντα ασήμι και υπεράφθονο χαλκό και σίδερο, εκτός του ότι συνεισέφερε από την προσωπική του περιουσία 3.000 τάλαντα χρυσάφι και 7.000 τάλαντα ασήμι. Επίσης, έλαβε ως συνεισφορές από τους άρχοντες χρυσάφι αξίας 5.000 ταλάντων και 10.000 δαρεικούς και ασήμι αξίας 10.000 ταλάντων, καθώς και πολύ σίδερο και χαλκό. (1Χρ 22:14· 29:3-7) Η συνολική αξία των 108.000 ταλάντων χρυσού και των 10.000 χρυσών δαρεικών και του 1.017.000 ταλάντων ασημιού θα έφτανε με σημερινές τιμές τα $48.337.047.000. Ο γιος του ο Σολομών δεν δαπάνησε όλο αυτό το ποσό στην οικοδόμηση του ναού. Ό,τι περίσσεψε το έβαλε στο θησαυροφυλάκιο του ναού.—1Βα 7:51· 2Χρ 5:1.
Εργάτες. Ο Βασιλιάς Σολομών άρχισε να χτίζει το ναό του Ιεχωβά στο τέταρτο έτος της βασιλείας του (1034 Π.Κ.Χ.), το δεύτερο μήνα, το μήνα Ζιβ, ακολουθώντας το αρχιτεκτονικό σχέδιο που είχε λάβει ο Δαβίδ μέσω θεϊκής έμπνευσης. (1Βα 6:1· 1Χρ 28:11-19) Οι εργασίες διήρκεσαν εφτά χρόνια. (1Βα 6:37, 38) Παίρνοντας ως αντάλλαγμα σιτάρι, κριθάρι, λάδι και κρασί, ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου προμήθευσε ξυλεία από τον Λίβανο, εργάτες που ήταν ειδικευμένοι στην κατεργασία του ξύλου και της πέτρας, καθώς και έναν εξαιρετικό τεχνίτη ονόματι επίσης Χιράμ, ο πατέρας του οποίου ήταν Τύριος και η μητέρα του Ισραηλίτισσα από τη φυλή του Νεφθαλί. Αυτός ο άνθρωπος ήταν αριστοτέχνης σε κάθε εργασία που περιλάμβανε χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, σίδερο, ξύλο, πέτρες και υφάσματα.—1Βα 5:8-11, 18· 7:13, 14, 40, 45· 2Χρ 2:13-16.
Οργανώνοντας αυτό το έργο, ο Σολομών επιστράτευσε 30.000 άντρες από τον Ισραήλ και τους έστελνε στον Λίβανο ανά βάρδιες των 10.000 το μήνα ενώ, μέχρι την επόμενη βάρδια τους, έμεναν στα σπίτια τους δύο μήνες. (1Βα 5:13, 14) Στρατολόγησε επίσης 70.000 από τους “πάροικους” στη γη ως αχθοφόρους και 80.000 ως λιθοτόμους. (1Βα 5:15· 9:20, 21· 2Χρ 2:2) Ο Σολομών διόρισε 550 άντρες ως επιστάτες του έργου, και προφανώς 3.300 ως βοηθούς. (1Βα 5:16· 9:22, 23) Φαίνεται ότι από αυτούς 250 ήταν Ισραηλίτες και 3.600 ήταν «πάροικοι» στον Ισραήλ.—2Χρ 2:17, 18.
Μήκος του «πήχη» που χρησιμοποιήθηκε. Για τον υπολογισμό των διαστάσεων των τριών ναών—του Σολομώντα, του Ζοροβάβελ και του Ηρώδη—τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια θα έχουμε ως βάση τον πήχη των 44,5 εκ. Ωστόσο, υπάρχει η πιθανότητα να χρησιμοποίησαν το μεγαλύτερο πήχη, ο οποίος είχε μήκος περίπου 51,8 εκ.—Παράβαλε 2Χρ 3:3 (το οποίο μνημονεύει ένα «μήκος σε πήχεις σύμφωνα με τον παλιότερο τρόπο μέτρησης», εννοώντας ίσως κάποιο μεγαλύτερο μέτρο από τον πήχη που κατέληξε να χρησιμοποιείται κοινώς) και Ιεζ 40:5· βλέπε ΠΗΧΗΣ.
Σχέδιο και υλικά. Ο ναός, ένα εξαιρετικά μεγαλειώδες οικοδόμημα, ακολουθούσε τη γενική διαρρύθμιση της σκηνής της μαρτυρίας. Ωστόσο, οι εσωτερικές διαστάσεις των χώρων που αποτελούσαν τα Άγια και τα Άγια των Αγίων ήταν μεγαλύτερες από αυτές των αντίστοιχων χώρων της σκηνής. Τα Άγια είχαν 40 πήχεις (17,8 μ.) μήκος, 20 πήχεις (8,9 μ.) πλάτος και προφανώς 30 πήχεις (13,4 μ.) ύψος. (1Βα 6:2, 17) Τα Άγια των Αγίων ήταν ένας κύβος με πλευρά 20 πήχεις. (1Βα 6:20· 2Χρ 3:8) Επιπρόσθετα, πάνω από τα Άγια των Αγίων υπήρχαν ανώγεια ύψους περίπου 10 πήχεων (4,5 μ.). (1Χρ 28:11) Επίσης, ολόγυρα από το ναό, στις τρεις πλευρές του, υπήρχε ένα πλευρικό οικοδόμημα που περιλάμβανε αποθήκες και άλλους χώρους.—1Βα 6:4-6, 10.
Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν κυρίως πέτρα και ξύλο. Τα πατώματα αυτών των δωματίων ήταν επικαλυμμένα με ξύλο από άρκευθο, ενώ οι εσωτερικοί τοίχοι ήταν από ξύλο κέδρου στο οποίο είχαν λαξευτεί χερουβείμ, φοίνικες και άνθη. Οι τοίχοι και η οροφή είχαν επικαλυφθεί εντελώς με χρυσάφι. (1Βα 6:15, 18, 21, 22, 29) Οι πόρτες που οδηγούσαν στα Άγια (στην είσοδο του ναού) ήταν φτιαγμένες από άρκευθο—με λαξευτές παραστάσεις και επικάλυψη από φύλλο χρυσού. (1Βα 6:34, 35) Ανάμεσα στα Άγια και στα Άγια των Αγίων υπήρχαν πόρτες από ξύλο ελαιώδους δέντρου οι οποίες είχαν και αυτές λαξευτές παραστάσεις και επικάλυψη χρυσού. Ανεξάρτητα όμως από την ακριβή τους θέση δεν αντικαθιστούσαν πλήρως την κουρτίνα η οποία υπήρχε και στη σκηνή της μαρτυρίας. (Παράβαλε 2Χρ 3:14.) Δύο γιγάντια χερουβείμ από ξύλο ελαιώδους δέντρου, επικαλυμμένα με χρυσάφι, δέσποζαν στα Άγια των Αγίων. Κάτω από αυτά τοποθετήθηκε η κιβωτός της διαθήκης.—1Βα 6:23-28, 31-33· 8:6· βλέπε ΧΕΡΟΥΒ Αρ. 1.
Όλα τα σκεύη στα Άγια ήταν χρυσά: το θυσιαστήριο του θυμιάματος, τα δέκα τραπέζια του ψωμιού της πρόθεσης και οι δέκα λυχνοστάτες, μαζί με τα σύνεργά τους. Δίπλα στην είσοδο που οδηγούσε στα Άγια (το πρώτο τμήμα) υψώνονταν δύο χάλκινοι στύλοι οι οποίοι ονομάζονταν «Ιαχίν» και «Βοόζ». (1Βα 7:15-22, 48-50· 1Χρ 28:16· 2Χρ 4:8· βλέπε ΒΟΟΖ, 2.) Η εσωτερική αυλή κατασκευάστηκε από πέτρα καλής ποιότητας και ξύλο κέδρου. (1Βα 6:36) Ο εξοπλισμός της αυλής, το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων, η μεγάλη «χυτή θάλασσα», τα δέκα καρότσια για τις λεκάνες του νερού και τα άλλα σκεύη ήταν χάλκινα. (1Βα 7:23-47) Περιμετρικά από τις αυλές υπήρχαν τραπεζαρίες.—1Χρ 28:12.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της οικοδόμησης αυτού του ναού ήταν το γεγονός ότι όλες οι πέτρες είχαν κοπεί στο λατομείο, έτσι ώστε να εφαρμόζουν τέλεια στα σημεία που τοποθετούνταν εκεί όπου χτιζόταν ο ναός. «Ούτε σφυριά ούτε τσεκούρια ούτε σιδερένια εργαλεία ακούγονταν στον οίκο όταν χτιζόταν». (1Βα 6:7) Το έργο αποπερατώθηκε σε εφτάμισι χρόνια (από την άνοιξη του 1034 Π.Κ.Χ. μέχρι το φθινόπωρο [τον Βουλ, τον όγδοο μήνα] του 1027 Π.Κ.Χ.).—1Βα 6:1, 38.
Εγκαινίαση. Τον έβδομο μήνα, τον Εθανίμ, προφανώς στο 12ο έτος της βασιλείας του (1026 Π.Κ.Χ.), ο Σολομών συγκέντρωσε τους άντρες του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ για την εγκαινίαση του ναού και τη Γιορτή των Σκηνών. Ανέβασαν τη σκηνή της μαρτυρίας με τα άγια έπιπλά της και τοποθέτησαν την κιβωτό της διαθήκης στα Άγια των Αγίων. (Βλέπε ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ.) Τότε το σύννεφο του Ιεχωβά γέμισε το ναό. Στη συνέχεια ο Σολομών ευλόγησε τον Ιεχωβά και την εκκλησία του Ισραήλ και, αφού στάθηκε πάνω σε μια ειδική εξέδρα μπροστά στο χάλκινο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων (βλέπε ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ), ανέπεμψε μια μακροσκελή προσευχή με την οποία αινούσε τον Ιεχωβά και ζητούσε τη στοργική του καλοσύνη και το έλεός του για χάρη όσων στρέφονταν σε Αυτόν για να Τον φοβούνται και να Τον υπηρετούν, τόσο των Ισραηλιτών όσο και των αλλοεθνών. Προσφέρθηκε μια μεγάλη θυσία 22.000 βοδιών και 120.000 προβάτων. Η εγκαινίαση διήρκεσε 7 ημέρες, και η Γιορτή των Σκηνών άλλες 7 ημέρες, ενώ στη συνέχεια, την 23η ημέρα του μήνα, ο Σολομών έστειλε το λαό στα σπίτια τους, χαρούμενους και ευγνώμονες για την αγαθότητα και τη γενναιοδωρία του Ιεχωβά.—1Βα 8· 2Χρ 5:1–7:10· βλέπε ΣΟΛΟΜΩΝ (Η εγκαινίαση του ναού).
Ιστορία. Αυτός ο ναός υπήρχε μέχρι το 607 Π.Κ.Χ., οπότε καταστράφηκε από το βαβυλωνιακό στρατό υπό τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (2Βα 25:9· 2Χρ 36:19· Ιερ 52:13) Λόγω του ότι ο Ισραήλ εξέκλινε προς την ψεύτικη θρησκεία, ο Θεός επέτρεψε στα έθνη να ταλαιπωρήσουν τον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ, απογυμνώνοντας κατά καιρούς το ναό από τους θησαυρούς του. Σε άλλες περιόδους ο ναός παραμελήθηκε. Ο Βασιλιάς Σισάκ της Αιγύπτου λεηλάτησε τους θησαυρούς του (993 Π.Κ.Χ.) στις ημέρες του Ροβοάμ, γιου του Σολομώντα, μόλις 33 χρόνια περίπου μετά την εγκαινίασή του. (1Βα 14:25, 26· 2Χρ 12:9) Ο Βασιλιάς Ασά (977-937 Π.Κ.Χ.) σεβόταν τον οίκο του Ιεχωβά, αλλά προκειμένου να προστατέψει την Ιερουσαλήμ, δωροδόκησε, φερόμενος ανόητα, τον Βασιλιά Βεν-αδάδ Α΄ της Συρίας με ασήμι και χρυσάφι από τους θησαυρούς του ναού, ώστε να διαλύσει αυτός τη διαθήκη που είχε με τον Βαασά, το βασιλιά του Ισραήλ.—1Βα 15:18, 19· 2Χρ 15:17, 18· 16:2, 3.
Ύστερα από μια περίοδο ταραχών και παραμέλησης του ναού, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ιούδα (898-859 Π.Κ.Χ.) επέβλεψε την επισκευή του. (2Βα 12:4-12· 2Χρ 24:4-14) Στις ημέρες του γιου του, του Αμαζία, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ λεηλάτησε το ναό. (2Βα 14:13, 14) Ο Βασιλιάς Ιωθάμ (777-762 Π.Κ.Χ.) έκανε κάποιες οικοδομικές εργασίες στην περιοχή του ναού, χτίζοντας την «άνω πύλη». (2Βα 15:32, 35· 2Χρ 27:1, 3) Ο Βασιλιάς Άχαζ του Ιούδα (761-746 Π.Κ.Χ.), όχι μόνο έστειλε τους θησαυρούς του ναού στον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, το βασιλιά της Ασσυρίας, ως δωροδοκία, αλλά επίσης μίανε το ναό κατασκευάζοντας ένα θυσιαστήριο όμοιο με κάποιο θυσιαστήριο στη Δαμασκό και αντικαθιστώντας το χάλκινο θυσιαστήριο του ναού με αυτό. (2Βα 16:5-16) Τελικά έκλεισε τις πόρτες του οίκου του Ιεχωβά.—2Χρ 28:24.
Ο γιος του Άχαζ, ο Εζεκίας (745-717 Π.Κ.Χ.), έκανε ό,τι μπορούσε για να ανατρέψει τα κακά έργα του πατέρα του. Από την αρχή κιόλας της βασιλείας του, ξανάνοιξε το ναό και φρόντισε για τον καθαρισμό του. (2Χρ 29:3, 15, 16) Αργότερα, όμως, φοβούμενος τον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας, έκοψε τις πόρτες και τους παραστάτες του ναού που ο ίδιος είχε επικαλύψει με χρυσάφι και τα έστειλε σε αυτόν.—2Βα 18:15, 16.
Ωστόσο, μετά το θάνατο του Εζεκία, και για τον επόμενο μισό αιώνα, ο ναός υπέστη βεβήλωση και βρέθηκε σε πολύ κακή κατάσταση. Ο γιος του Εζεκία, ο Μανασσής (716-662 Π.Κ.Χ.), ξεπέρασε σε πονηρία όλους τους προηγούμενους βασιλιάδες του Ιούδα, στήνοντας θυσιαστήρια «για όλο το στράτευμα των ουρανών σε δύο αυλές του οίκου του Ιεχωβά». (2Βα 21:1-5· 2Χρ 33:1-4) Την εποχή του εγγονού του Μανασσή, του Ιωσία (659-629 Π.Κ.Χ.), το άλλοτε μεγαλειώδες κτίριο ήταν ήδη σε πολύ κακή κατάσταση. Προφανώς επικρατούσε μεγάλη αποδιοργάνωση και ακαταστασία, διότι θεωρήθηκε συναρπαστική ανακάλυψη το ότι βρέθηκε το βιβλίο του Νόμου (πιθανώς ένας πρωτότυπος ρόλος γραμμένος από τον Μωυσή) από τον Αρχιερέα Χελκία. (2Βα 22:3-13· 2Χρ 34:8-21) Μετά την επισκευή και τον καθαρισμό του ναού, τελέστηκε Πάσχα που όμοιό του δεν είχε γίνει από τις ημέρες του Σαμουήλ του προφήτη. (2Βα 23:21-23· 2Χρ 35:17-19) Αυτό συνέβη κατά τη διακονία του προφήτη Ιερεμία. (Ιερ 1:1-3) Έκτοτε, και μέχρι την καταστροφή του, ο ναός παρέμεινε ανοιχτός και χρησιμοποιούνταν από το ιερατείο, αν και πολλοί από τους ιερείς ήταν διεφθαρμένοι.
Ο Ναός που Χτίστηκε από τον Ζοροβάβελ. Όπως είχε προείπει ο προφήτης του Ιεχωβά, ο Ησαΐας, ο Θεός ήγειρε τον Κύρο, το βασιλιά της Περσίας, ως απελευθερωτή του Ισραήλ από την εξουσία της Βαβυλώνας. (Ησ 45:1) Ο Ιεχωβά υποκίνησε επίσης τον ίδιο του το λαό υπό την ηγεσία του Ζοροβάβελ, από τη φυλή του Ιούδα, να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ. Αυτό έγινε το 537 Π.Κ.Χ., έπειτα από 70 χρόνια ερήμωσης, όπως είχε προείπει ο Ιερεμίας, με σκοπό την ανοικοδόμηση του ναού. (Εσδ 1:1-6· 2:1, 2· Ιερ 29:10) Αυτό το οικοδόμημα, αν και υστερούσε σε δόξα από το ναό του Σολομώντα, διατηρήθηκε περισσότερο, σχεδόν 500 χρόνια—από το 515 Π.Κ.Χ. μέχρι τα τέλη του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ. (Ο ναός που χτίστηκε από τον Σολομώντα είχε παραμείνει περίπου 420 χρόνια—από το 1027 μέχρι το 607 Π.Κ.Χ.)
Ο Κύρος στο διάταγμά του όριζε: «Και οποιονδήποτε απομένει σε όποιον τόπο κατοικεί ως πάροικος, ας τον βοηθήσουν οι άντρες του τόπου του με ασήμι και με χρυσάφι και με αγαθά και με κατοικίδια ζώα, καθώς και με την εθελοντική προσφορά για τον οίκο του αληθινού Θεού, ο οποίος βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ». (Εσδ 1:1-4) Επίσης, ο Κύρος επέστρεψε 5.400 χρυσά και ασημένια σκεύη τα οποία είχε πάρει ο Ναβουχοδονόσορ από το ναό του Σολομώντα.—Εσδ 1:7-11.
Τον έβδομο μήνα (Εθανίμ ή Τισρί) του έτους 537 Π.Κ.Χ., στήθηκε το θυσιαστήριο, ενώ το επόμενο έτος τέθηκαν τα θεμέλια του καινούριου ναού. Οι οικοδόμοι μίσθωσαν Σιδωνίους και Τύριους, όπως είχε κάνει και ο Σολομών, για να φέρουν ξύλα κέδρου από τον Λίβανο. (Εσδ 3:7) Η εναντίωση, ιδιαίτερα από τους Σαμαρείτες, τους αποθάρρυνε, και ύστερα από 15 περίπου χρόνια εκείνοι οι εναντιούμενοι υποκίνησαν μάλιστα το βασιλιά της Περσίας να απαγορεύσει το έργο.—Εσδ 4.
Οι Ιουδαίοι σταμάτησαν το έργο οικοδόμησης του ναού και στράφηκαν σε άλλες ασχολίες, γι’ αυτό ο Ιεχωβά έστειλε τον Αγγαίο και τον Ζαχαρία, τους προφήτες του, να τους υποκινήσουν να ξαναρχίσουν τις προσπάθειες το δεύτερο έτος του Δαρείου Α΄ (520 Π.Κ.Χ.), ενώ στη συνέχεια εκδόθηκε διάταγμα που επιβεβαίωνε την αρχική διαταγή του Κύρου και επέβαλλε τη χορήγηση χρημάτων από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο ώστε να προμηθεύονται οι οικοδόμοι και οι ιερείς ό,τι χρειάζονταν. (Εσδ 5:1, 2· 6:1-12) Το έργο οικοδόμησης συνεχίστηκε, και ο οίκος του Ιεχωβά αποπερατώθηκε την τρίτη ημέρα του Αδάρ, το έκτο έτος του Δαρείου (πιθανότατα στις 6 Μαρτίου του 515 Π.Κ.Χ.), οπότε οι Ιουδαίοι εγκαινίασαν τον ανοικοδομημένο ναό και τέλεσαν το Πάσχα.—Εσδ 6:13-22.
Λίγα είναι γνωστά για τις λεπτομέρειες του αρχιτεκτονικού σχεδίου αυτού του δεύτερου ναού. Το διάταγμα του Κύρου έδινε εξουσιοδότηση για την ανέγερση ενός οικοδομήματος του οποίου “το ύψος θα ήταν εξήντα πήχεις [περ. 27 μ.] και το πλάτος εξήντα πήχεις, με τρεις σειρές πέτρες που θα τις κυλούσαν στη θέση τους και μία σειρά ξύλα”. Το μήκος δεν αναφέρεται. (Εσδ 6:3, 4) Αυτό το κτίριο διέθετε τραπεζαρίες και αποθήκες (Νε 13:4, 5), και αναμφίβολα είχε ανώγεια, ενώ είναι πιθανό να συνδέονταν με αυτό και άλλα κτίσματα, περίπου όπως στο ναό του Σολομώντα.
Αυτός ο δεύτερος ναός δεν περιείχε την κιβωτό της διαθήκης, η οποία φαίνεται ότι εξαφανίστηκε προτού ο Ναβουχοδονόσορ καταλάβει και λαφυραγωγήσει το ναό του Σολομώντα το 607 Π.Κ.Χ. Σύμφωνα με την αφήγηση του απόκρυφου βιβλίου Α΄ Μακκαβαίων (1:20-24, 54· 4:38, 44-51), υπήρχε ένας λυχνοστάτης και όχι δέκα, όπως στο ναό του Σολομώντα. Εκεί αναφέρεται επίσης το χρυσό θυσιαστήριο, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και τα σκεύη, καθώς και το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων, το οποίο αντί να είναι χάλκινο, όπως το θυσιαστήριο στο ναό του Σολομώντα, λέγεται ότι ήταν πέτρινο. Το συγκεκριμένο θυσιαστήριο, αφού μιάνθηκε από τον Βασιλιά Αντίοχο τον Επιφανή (το 168 Π.Κ.Χ.), ξαναχτίστηκε με καινούριες πέτρες υπό την κατεύθυνση του Ιούδα Μακκαβαίου.
Ο Ναός που Ανοικοδομήθηκε από τον Ηρώδη. Η Γραφή δεν δίνει καμιά λεπτομέρεια για αυτόν το ναό. Η κύρια πηγή πληροφοριών είναι ο Ιώσηπος, ο οποίος είδε προσωπικά το οικοδόμημα και μιλάει για τη δόμησή του στα έργα Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος και Ιουδαϊκή Αρχαιολογία. Το Ιουδαϊκό Μισνά δίνει κάποιες πληροφορίες, και λίγα στοιχεία η αρχαιολογία. Επομένως, η περιγραφή που ακολουθεί βασίζεται σε αυτές τις πηγές, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι αμφισβητήσιμες.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 543.
Στο έργο Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος (Α΄, 401 [xxi, 1]), ο Ιώσηπος λέει ότι ο Ηρώδης ανοικοδόμησε το ναό το 15ο έτος της βασιλείας του, αλλά στο έργο Ιουδαϊκή Αρχαιολογία (ΙΕ΄, 380 [xi, 1]) λέει ότι αυτό συνέβη το 18ο έτος. Οι μελετητές δέχονται γενικά αυτή την τελευταία ημερομηνία, παρότι η αρχή της βασιλείας του Ηρώδη, δηλαδή το πώς την υπολόγισε ο Ιώσηπος, δεν καθορίζεται με βεβαιότητα. Η οικοδόμηση του ίδιου του αγιαστηρίου διήρκεσε 18 μήνες, ενώ οι αυλές και τα υπόλοιπα μέρη ήταν υπό κατασκευή επί οχτώ χρόνια. Όταν ορισμένοι Ιουδαίοι πλησίασαν τον Ιησού Χριστό το 30 Κ.Χ., λέγοντας: «Αυτός ο ναός χτίστηκε σε σαράντα έξι χρόνια» (Ιωα 2:20), αναφέρονταν προφανώς στο έργο που συνεχιζόταν στο συγκρότημα των αυλών και των κτιρίων μέχρι τότε. Το έργο δεν τελείωσε παρά έξι χρόνια περίπου πριν από την καταστροφή του ναού το 70 Κ.Χ.
Επειδή οι Ιουδαίοι μισούσαν τον Ηρώδη και δεν τον εμπιστεύονταν, δεν του επέτρεπαν να ανοικοδομήσει το ναό, όπως είχε προτείνει, μέχρις ότου ετοίμασε τα πάντα για το νέο κτίριο. Για τον ίδιο λόγο, δεν θεώρησαν αυτόν το ναό τρίτο αλλά απλώς ανοικοδομημένο, και μιλούσαν μόνο για τον πρώτο και το δεύτερο ναό (του Σολομώντα και του Ζοροβάβελ).
Όσον αφορά τις διαστάσεις που δίνει ο Ιώσηπος, το Λεξικό της Βίβλου ([Dictionary of the Bible] 1889, Τόμ. 4, σ. 3203), του Σμιθ, λέει: «Οι οριζόντιες διαστάσεις του παρουσιάζουν τόση ακρίβεια στη λεπτομέρεια ώστε σχεδόν υποπτευόμαστε ότι, καθώς έγραφε, είχε μπροστά στα μάτια του κάποια κάτοψη του κτιρίου, σχεδιασμένη στο στρατηγείο του Τίτου. Αυτές οι διαστάσεις δημιουργούν μια περίεργη αντίθεση με τις διαστάσεις που δίνει για το ύψος οι οποίες, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, μπορεί να αποδειχτεί ότι είναι υπερβολικές, κατά γενικό κανόνα διπλάσιες από τις πραγματικές. Εφόσον όλα τα κτίρια γκρεμίστηκαν στη διάρκεια της πολιορκίας, ήταν αδύνατον να τον καταδικάσει κανείς για λάθος σε σχέση με τα ύψη».
Στοές και πύλες. Ο Ιώσηπος γράφει ότι ο Ηρώδης διπλασίασε το μέγεθος της περιοχής του ναού, χτίζοντας στις πλαγιές του Όρους Μοριά μεγάλους πέτρινους τοίχους και ισοπεδώνοντας έναν χώρο στην κορυφή του βουνού. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Α΄, 401 [xxi, 1]· Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 391-402 [xi, 3]) Το Μισνά (Μιντότ 2:1) λέει ότι το Όρος του Ναού σχημάτιζε τετράγωνο πλευράς 500 πήχεων (223 μ.). Στον περίβολο αυτού του χώρου υπήρχαν στοές. Ο ναός έβλεπε προς τα Α, όπως και οι προηγούμενοι. Σε αυτή την πλευρά βρισκόταν η στοά του Σολομώντα, που αποτελούνταν από τρεις μαρμάρινες κιονοστοιχίες. Σε μια περίπτωση, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, κάποιοι Ιουδαίοι πλησίασαν εδώ τον Ιησού για να τον ρωτήσουν αν ήταν ο Χριστός. (Ιωα 10:22-24) Στοές υπήρχαν επίσης στα Β και στα Δ, επισκιάζονταν όμως από τη Βασιλική Στοά στα Ν, η οποία αποτελούνταν από τέσσερις σειρές κιόνων κορινθιακού ρυθμού—συνολικά 162 κίονες—που σχημάτιζαν τρεις διαδρόμους. Η διάμετρος των κιόνων ήταν τόσο μεγάλη ώστε χρειάζονταν τρεις άντρες με απλωμένα χέρια για να αγκαλιάσουν τον κάθε κίονα, το δε ύψος τους ήταν πολύ μεγαλύτερο από των κιόνων των άλλων στοών.
Φαίνεται ότι υπήρχαν οχτώ πύλες που οδηγούσαν στην περιοχή του ναού: τέσσερις στη δυτική πλευρά, δύο στη νότια και από μία στην ανατολική και στη βόρεια. (Βλέπε ΠΥΛΗ [Οι Πύλες του Ναού].) Χάρη σε αυτές τις πύλες, η πρώτη αυλή, η Αυλή των Εθνικών, χρησίμευε και σαν πέρασμα, καθώς οι διαβάτες προτιμούσαν να πηγαίνουν από αυτήν αντί να κάνουν το γύρο έξω από την περιοχή του ναού.
Η Αυλή των Εθνικών. Οι στοές περιέβαλλαν τον εκτεταμένο χώρο που ονομαζόταν Αυλή των Εθνικών επειδή εκεί επιτρεπόταν να εισέρχονται οι Εθνικοί. Από αυτή την αυλή ο Ιησούς, σε δύο περιπτώσεις—μια στις αρχές και μια στο τέλος της επίγειας διακονίας του—έδιωξε εκείνους που είχαν μετατρέψει τον οίκο του Πατέρα του σε οίκο εμπορίου.—Ιωα 2:13-17· Ματ 21:12, 13· Μαρ 11:15-18.
Υπήρχαν αρκετές αυλές μέσα από τις οποίες περνούσε κανείς για να φτάσει στο κεντρικό κτίριο, το αγιαστήριο. Κάθε αυλή είχε διαδοχικά μεγαλύτερο βαθμό αγιότητας. Περνώντας μέσα από την Αυλή των Εθνικών, συναντούσε κανείς έναν τοίχο ύψους τριών πήχεων (1,3 μ.), στον οποίο υπήρχαν ανοίγματα που επέτρεπαν τη διέλευση. Στην κορυφή του υπήρχαν μεγάλες πέτρινες επιγραφές με μια προειδοποίηση στην ελληνική και στη λατινική. Η ελληνική επιγραφή έλεγε: «ΜΗΘΕΝΑ ΑΛΛΟΓΕΝΗ ΕΙΣΠΟΡΕΥΕΣΘΑΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΤΡΥΦΡΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΟΛΟΥ ΟΣ Δ’ ΑΝ ΛΗΦΘΗ ΑΥΤΩ ΑΙΤΙΟΣ ΕΣΤΑΙ ΔΙΑ ΤΟ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ ΘΑΝΑΤΟΝ», δηλαδή : «Κανένας αλλογενής ας μην περάσει στην εσωτερική πλευρά του ορίου και του φράχτη που περιβάλλει το αγιαστήριο. Όποιος συλληφθεί θα είναι ο ίδιος υπαίτιος για τον επακόλουθο θάνατό του». Κάποτε ένας όχλος επιτέθηκε στον απόστολο Παύλο μέσα στο ναό, επειδή οι Ιουδαίοι διέδωσαν ότι είχε φέρει έναν Εθνικό στην απαγορευμένη περιοχή. Αυτός ο τοίχος μάς έρχεται στο νου, αν και ο Παύλος χρησιμοποιούσε τη λέξη “τοίχος” συμβολικά, όταν διαβάζουμε ότι ο Χριστός «κατέστρεψε το μεσότοιχο» που χώριζε τους Ιουδαίους από τους Εθνικούς.—Εφ 2:14, υποσ.· Πρ 21:20-32.
Η Αυλή των Γυναικών. Η Αυλή των Γυναικών βρισκόταν 14 σκαλοπάτια ψηλότερα. Εδώ μπορούσαν να μπουν οι γυναίκες για να αποδώσουν λατρεία. Μεταξύ άλλων, στην Αυλή των Γυναικών υπήρχαν χρηματοφυλάκια, κοντά σε ένα από τα οποία στεκόταν ο Ιησούς όταν επαίνεσε τη χήρα που έδωσε όλο το βιος της. (Λου 21:1-4) Σε αυτή την αυλή υπήρχαν επίσης αρκετά οικοδομήματα.
Η Αυλή του Ισραήλ και η Αυλή των Ιερέων. Δεκαπέντε μεγάλα ημικυκλικά σκαλοπάτια οδηγούσαν στην Αυλή του Ισραήλ, στην οποία μπορούσαν να μπουν οι άντρες που ήταν τελετουργικά καθαροί. Στην εξωτερική πλευρά του τοίχου αυτής της αυλής υπήρχαν αποθήκες.
Αμέσως μετά ήταν η Αυλή των Ιερέων, η οποία αντιστοιχούσε στην αυλή της σκηνής της μαρτυρίας. Σε αυτήν υπήρχε το θυσιαστήριο, που ήταν χτισμένο από απελέκητες πέτρες. Σύμφωνα με το Μισνά, το θυσιαστήριο είχε τετράγωνη βάση με πλευρά 32 πήχεων (14,2 μ.). (Μιντότ 3:1) Ο Ιώσηπος δίνει μεγαλύτερη διάσταση. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 225 [v, 6]· βλέπε ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ [Θυσιαστήρια της Μεταιχμαλωσιακής Περιόδου].) Οι ιερείς έφταναν στο θυσιαστήριο ανεβαίνοντας ένα επικλινές επίπεδο. Σύμφωνα με το Μισνά, χρησιμοποιούνταν επίσης ένας «νιπτήρας». (Μιντότ 3:6) Γύρω και από αυτή την αυλή υπήρχαν διάφορα οικοδομήματα.
Το κτίριο του ναού. Όπως και οι προηγούμενοι ναοί, ο κυρίως ναός αποτελούνταν πρωτίστως από δύο τμήματα—τα Άγια και τα Άγια των Αγίων. Το πάτωμα αυτού του κτιρίου βρισκόταν 12 σκαλοπάτια ψηλότερα από την Αυλή των Ιερέων. Όπως και στο ναό του Σολομώντα, στις πλευρές του είχαν χτιστεί δωμάτια και υπήρχε επίσης ανώγειο. Η είσοδος έκλεινε με χρυσές πόρτες, καθεμιά από τις οποίες είχε 55 πήχεις (24,5 μ.) ύψος και 16 πήχεις (7,1 μ.) πλάτος. Το μπροστινό μέρος του οικοδομήματος ήταν πλατύτερο από το πίσω, καθώς είχε πτέρυγες που εξείχαν 20 πήχεις (8,9 μ.) από κάθε πλευρά. Το εσωτερικό του χώρου που αποτελούσε τα Άγια είχε 40 πήχεις (17,8 μ.) μήκος και 20 πήχεις πλάτος. Μέσα στα Άγια υπήρχε ο λυχνοστάτης, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και το θυσιαστήριο του θυμιάματος—όλα από χρυσάφι.
Η είσοδος προς τα Άγια των Αγίων έκλεινε με μια πολύ όμορφα στολισμένη χοντρή κουρτίνα, ή αλλιώς παραπέτασμα. Τη στιγμή του θανάτου του Ιησού, αυτή η κουρτίνα σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω, αποκαλύπτοντας ότι στα Άγια των Αγίων δεν υπήρχε η κιβωτός της διαθήκης. Στη θέση της Κιβωτού υπήρχε μια πέτρινη πλάκα την οποία ο αρχιερέας ράντιζε με το αίμα την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Ματ 27:51· Εβρ 6:19· 10:20) Αυτό το δωμάτιο είχε 20 πήχεις μήκος και 20 πήχεις πλάτος.
Οι Ιουδαίοι χρησιμοποίησαν την περιοχή του ναού ως φρούριο κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 Κ.Χ. Οι ίδιοι έβαλαν φωτιά στις στοές, αλλά ένας Ρωμαίος στρατιώτης, ενάντια στις επιθυμίες του Ρωμαίου διοικητή Τίτου, έβαλε φωτιά στον ίδιο το ναό, εκπληρώνοντας έτσι τα λόγια του Ιησού σχετικά με τα κτίρια του ναού: «Δεν πρόκειται να αφεθεί εδώ πέτρα πάνω σε πέτρα που να μην γκρεμιστεί».—Ματ 24:2· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, ΣΤ΄, 252-266 (iv, 5-7)· Ζ΄, 3, 4 (i, 1).
Ο Μεγάλος Πνευματικός Ναός του Ιεχωβά. Η σκηνή της μαρτυρίας που κατασκεύασε ο Μωυσής και οι ναοί που έχτισαν ο Σολομών, ο Ζοροβάβελ και ο Ηρώδης ήταν απλώς εξεικονιστικοί τύποι. Αυτό το έδειξε ο απόστολος Παύλος όταν έγραψε ότι η σκηνή της μαρτυρίας, τα βασικά χαρακτηριστικά της οποίας ενσωματώθηκαν στους μεταγενέστερους ναούς, αποτελούσε «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων». (Εβρ 8:1-5· βλέπε επίσης 1Βα 8:27· Ησ 66:1· Πρ 7:48· 17:24.) Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αποκαλύπτουν την πραγματικότητα που συμβολίστηκε από τον εξεικονιστικό τύπο. Δείχνουν ότι η σκηνή της μαρτυρίας και οι ναοί που έχτισαν ο Σολομών, ο Ζοροβάβελ και ο Ηρώδης, μαζί με τα χαρακτηριστικά τους, συμβόλιζαν έναν μεγαλύτερο, πνευματικό ναό του Ιεχωβά, “την αληθινή σκηνή, την οποία ανήγειρε ο Ιεχωβά, και όχι άνθρωπος”. (Εβρ 8:2) Όπως αποκαλύπτεται από τα διάφορα χαρακτηριστικά του, αυτός ο πνευματικός ναός είναι η διευθέτηση που ισχύει προκειμένου να πλησιάζει κανείς τον Ιεχωβά για να του αποδίδει λατρεία με βάση την εξιλαστήρια θυσία του Ιησού Χριστού.—Εβρ 9:2-10, 23.
Η θεόπνευστη επιστολή προς τους Εβραίους δηλώνει ότι σε αυτόν τον πνευματικό ναό τα Άγια των Αγίων είναι “ο ίδιος ο ουρανός”, ο χώρος στον οποίο βρίσκεται ο Θεός αυτοπροσώπως. (Εβρ 9:24) Εφόσον μόνο τα Άγια των Αγίων είναι “ο ίδιος ο ουρανός”, τότε τα Άγια και η ιερατική αυλή, μαζί με τα χαρακτηριστικά τους, πρέπει να συνδέονται με επίγεια πράγματα, με πράγματα που έχουν να κάνουν με τον Ιησού Χριστό κατά τη διάρκεια της διακονίας του στη γη και με τους ακολούθους του που είναι «μέτοχοι της ουράνιας κλήσης».—Εβρ 3:1.
Η κουρτίνα ήταν ένας φραγμός που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων. Στην περίπτωση του Ιησού συμβόλιζε “τη σάρκα του”, την οποία έπρεπε να καταθέσει ως θυσία, εγκαταλείποντάς την για πάντα ώστε να μπορέσει να εισέλθει στον ουρανό, τα αντιτυπικά Άγια των Αγίων. (Εβρ 10:20) Οι χρισμένοι Χριστιανοί πρέπει να περάσουν και αυτοί το φραγμό της σάρκας που τους χωρίζει από την πρόσβαση στην παρουσία του Θεού στον ουρανό. Συνεπώς, τα Άγια εξεικονίζουν την κατάστασή τους ως γεννημένων από το πνεύμα γιων του Θεού οι οποίοι έχουν την προοπτική της ουράνιας ζωής και θα αποκτήσουν αυτή την ουράνια αμοιβή όταν τα σάρκινα σώματά τους παραμεριστούν με το θάνατο.—1Κο 15:50· Εβρ 2:10.
Ενόσω βρίσκονται ακόμη στα αντιτυπικά Άγια, αυτοί που έχουν χριστεί με το άγιο πνεύμα και υπηρετούν ως υφιερείς με τον Χριστό μπορούν να απολαμβάνουν πνευματική διαφώτιση, κάτι σαν αυτό που συνέβαινε με το λυχνοστάτη, επίσης να τρώνε πνευματική τροφή, κάτι σαν αυτό που συνέβαινε με το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης, καθώς και να αποδίδουν προσευχές, αίνο και υπηρεσία στον Θεό, σαν να πρόσφεραν ευωδιαστό θυμίαμα στο χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος. Στον τυπικό ναό ένα προπέτασμα έκρυβε τα Άγια από τα μάτια των έξω. Παρόμοια, το πώς κάποιος γνωρίζει ότι είναι γεννημένος από το πνεύμα γιος του Θεού και το τι βιώνει λόγω αυτής της ιδιότητας δεν μπορεί να κατανοηθεί πλήρως από όσους δεν είναι γεννημένοι από το πνεύμα.—Απ 14:3.
Στην αυλή του αρχαίου ναού υπήρχε το θυσιαστήριο για την προσφορά των θυσιών. Αυτό προσκίαζε την προμήθεια που έκανε ο Θεός, κατά το θέλημά του, για μια τέλεια ανθρώπινη θυσία η οποία θα απολύτρωνε τους απογόνους του Αδάμ. (Εβρ 10:1-10· 13:10-12· Ψλ 40:6-8) Στον πνευματικό ναό, η αυλή πρέπει να συνδέεται με μια κατάσταση σχετική με αυτή τη θυσία. Στην περίπτωση του Ιησού, η θυσία της ζωής του έγινε δεκτή επειδή αυτός ήταν τέλειος άνθρωπος. Στην περίπτωση των χρισμένων ακολούθων του, όλοι ανακηρύσσονται δίκαιοι με βάση την πίστη τους στη θυσία του Χριστού, και έτσι ο Θεός τούς θεωρεί αναμάρτητους ενόσω είναι σαρκικά όντα.—Ρω 3:24-26· 5:1, 9· 8:1.
Τα χαρακτηριστικά «της αληθινής σκηνής», του μεγάλου πνευματικού ναού του Θεού, υπήρχαν ήδη τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι, αναφορικά με τη σκηνή της μαρτυρίας που κατασκεύασε ο Μωυσής, ο Παύλος έγραψε ότι αποτελούσε «παραβολή για τον προσδιορισμένο καιρό ο οποίος έχει έρθει τώρα», δηλαδή για κάτι το οποίο υπήρχε όταν έγραφε εκείνος. (Εβρ 9:9) Αυτός ο ναός ασφαλώς υπήρχε όταν ο Ιησούς παρουσίασε την αξία της θυσίας του στα Άγια των Αγίων του, στον ίδιο τον ουρανό. Πρέπει να ήρθε σε ύπαρξη το 29 Κ.Χ., όταν ο Ιησούς χρίστηκε με άγιο πνεύμα για να υπηρετήσει ως ο μεγάλος Αρχιερέας του Ιεχωβά.—Εβρ 4:14· 9:11, 12.
Ο Ιησούς Χριστός υπόσχεται στους γεννημένους από το πνεύμα Χριστιανούς ότι εκείνος που νικάει, που υπομένει πιστά μέχρι το τέλος, θα κατασταθεί στύλος «στο ναό του Θεού [του Ιησού], και δεν πρόκειται να βγει πια από αυτόν». (Απ 3:12) Έτσι λοιπόν, σε ένα τέτοιο άτομο χορηγείται μόνιμη θέση στον «ίδιο τον ουρανό», τα αντιτυπικά Άγια των Αγίων.
Τα εδάφια Αποκάλυψη 7:9-15 αποκαλύπτουν «ένα μεγάλο πλήθος» άλλων λάτρεων του Ιεχωβά που συμμετέχουν στην αγνή λατρεία στον πνευματικό ναό. Τα μέλη αυτού του “μεγάλου πλήθους” δεν περιγράφονται με όρους που τους προσδιορίζουν ως υφιερείς. Για αυτούς λέγεται ότι «έπλυναν τις στολές τους και τις έκαναν λευκές με το αίμα του Αρνιού». Χάρη στην πίστη τους στη θυσία του Χριστού, τους υπολογίζεται δίκαιη υπόσταση, πράγμα που κάνει δυνατή τη διαφύλαξή τους μέσα από «τη μεγάλη θλίψη», γι’ αυτό και αναφέρεται ότι «έρχονται» από αυτήν ως επιζώντες.
Στα εδάφια Ησαΐας 2:1-4 και Μιχαίας 4:1-4 λέγεται ότι το «βουνό του οίκου του Ιεχωβά . . . θα υψωθεί» στο «τελικό διάστημα των ημερών» και προλέγεται ότι άνθρωποι από «όλα τα έθνη» θα συγκεντρωθούν σε αυτόν τον “οίκο του Ιεχωβά”. Εφόσον δεν υπάρχει υλικός ναός του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ από το 70 Κ.Χ., εδώ πρέπει να εννοείται, όχι κάποιο υλικό οικοδόμημα, αλλά η εξύψωση της αληθινής λατρείας στη ζωή του λαού του Ιεχωβά κατά τη διάρκεια του “τελικού διαστήματος των ημερών”, καθώς και η συγκέντρωση μεγάλου πλήθους ανθρώπων από όλα τα έθνη για να συμμετέχουν στη λατρεία που αποδίδεται στο μεγάλο πνευματικό ναό του Ιεχωβά.
Λεπτομερής περιγραφή ενός ναού του Ιεχωβά δίνεται επίσης στα κεφάλαια 40-47 του Ιεζεκιήλ, αλλά δεν πρόκειται για ναό που χτίστηκε ποτέ στο Όρος Μοριά στην Ιερουσαλήμ ούτε και θα χωρούσε ένας τέτοιος ναός εκεί. Πρέπει, λοιπόν, να είναι άλλη μια απεικόνιση του μεγάλου πνευματικού ναού του Θεού. Στην αφήγηση δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις προμήθειες που πηγάζουν από το ναό και στο γεγονός ότι λαβαίνονται μέτρα ώστε να κρατηθούν έξω από αυτόν όλοι όσοι είναι ανάξιοι να βρίσκονται μεταξύ των λάτρεων στις αυλές του.
Ο ναός που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ. Το 593 Π.Κ.Χ., το 14ο έτος μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού του Σολομώντα που υπήρχε εκεί, ο ιερέας-προφήτης Ιεζεκιήλ, έχοντας μεταφερθεί σε όραμα σε μια ψηλή βουνοκορφή, είδε έναν μεγάλο ναό του Ιεχωβά. (Ιεζ 40:1, 2) Για να ταπεινώσει τους εξόριστους Ιουδαίους και να τους παρακινήσει να μετανοήσουν, και αναμφίβολα για να παρηγορήσει τους πιστούς, ο Ιεζεκιήλ έλαβε την οδηγία να αφηγηθεί «στον οίκο του Ισραήλ» όλα όσα είδε. (Ιεζ 40:4· 43:10, 11) Το όραμα έδινε ιδιαίτερη έμφαση σε λεπτομέρειες που αφορούσαν τις διαστάσεις. Οι μονάδες μέτρησης που χρησιμοποιήθηκαν ήταν το «καλάμι» (το μεγάλο καλάμι, 3,11 μ.) και ο “πήχης” (ο μεγάλος πήχης, 51,8 εκ.). (Ιεζ 40:5, υποσ.) Αυτή η έμφαση στις διαστάσεις έχει κάνει μερικούς να πιστεύουν ότι ο ναός του οράματος έπρεπε να αποτελέσει το υπόδειγμα για το ναό που θα έχτιζε αργότερα ο Ζοροβάβελ στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο. Δεν υπάρχει, όμως, ουσιαστική τεκμηρίωση για αυτή την εικασία.
Ολόκληρη η περιοχή του ναού κάλυπτε προφανώς ένα τετράγωνο με πλευρά 500 πήχεις. Περιλάμβανε μια εξωτερική αυλή, μια υπερυψωμένη εσωτερική αυλή, το ναό με το θυσιαστήριό του, διάφορες τραπεζαρίες και ένα κτίριο Δ του ναού, δηλαδή πίσω από αυτόν. Δίοδο στην εξωτερική και στην εσωτερική αυλή του ναού παρείχαν έξι τεράστιες πύλες, τρεις για την εξωτερική αυλή και τρεις για την εσωτερική. Αυτές έβλεπαν προς το Β, την Α και το Ν, ενώ κάθε εσωτερική πύλη βρισκόταν ακριβώς πίσω από την αντίστοιχη εξωτερική (στην ίδια ευθεία με αυτήν). (Ιεζ 40:6, 20, 23, 24, 27) Μέσα από το εξωτερικό τείχος ήταν το κάτω πλακόστρωτο. Αυτό είχε πλάτος 50 πήχεις (25,9 μ.), όσο ήταν και το μήκος των πυλών. (Ιεζ 40:18, 21) Εκεί υπήρχαν τριάντα τραπεζαρίες, όπου κατά πάσα πιθανότητα ο λαός έτρωγε τις θυσίες συμμετοχής του. (Ιεζ 40:17) Σε καθεμιά από τις τέσσερις γωνίες αυτής της εξωτερικής αυλής υπήρχαν σημεία όπου οι ιερείς μαγείρευαν τις μερίδες που έπαιρνε σύμφωνα με το Νόμο ο λαός από τις θυσίες του, μερίδες οι οποίες προφανώς καταναλώνονταν έπειτα στις υπάρχουσες τραπεζαρίες. (Ιεζ 46:21-24) Το υπόλοιπο τμήμα της εξωτερικής αυλής, ανάμεσα στο κάτω πλακόστρωτο και στις πύλες που οδηγούσαν στην εσωτερική αυλή, είχε προφανώς πλάτος 100 πήχεις.—Ιεζ 40:19, 23, 27.
Οι τραπεζαρίες των ιερέων ήταν χωριστά από τις τραπεζαρίες του λαού και βρίσκονταν πιο κοντά στο ναό. Δύο από αυτές, μαζί με δύο τραπεζαρίες για τους υμνωδούς του ναού, ήταν στην εσωτερική αυλή, δίπλα στις τεράστιες εσωτερικές πύλες. (Ιεζ 40:38, 44-46) Οι ιερείς είχαν επίσης συγκροτήματα τραπεζαριών Β και Ν του ίδιου του αγιαστηρίου. (Ιεζ 42:1-12) Αυτές οι τραπεζαρίες, εκτός από τον προφανή σκοπό που εξυπηρετούσαν, χρησίμευαν και ως χώροι όπου οι ιερείς άλλαζαν τα λινά ενδύματα τα οποία χρησιμοποιούσαν για την υπηρεσία στο ναό, προτού μπουν στην εξωτερική αυλή. (Ιεζ 42:13, 14· 44:19) Επίσης στην ίδια περιοχή, πίσω από τα συγκροτήματα των τραπεζαριών, ήταν οι χώροι όπου οι ιερείς έβραζαν ή έψηναν τις προσφορές—χώροι που εξυπηρετούσαν βασικά τον ίδιο σκοπό με τους αντίστοιχους της εξωτερικής αυλής, με τη διαφορά ότι αυτοί ήταν μόνο για τους ιερείς.—Ιεζ 46:19, 20.
Διασχίζοντας την εξωτερική αυλή και περνώντας από την εσωτερική πύλη, έμπαινε κανείς στην εσωτερική αυλή. Η άκρη της εσωτερικής αυλής απείχε 150 πήχεις (77,7 μ.) από την άκρη της εξωτερικής αυλής στα Α, στα Β και στα Ν. Η εσωτερική αυλή είχε πλάτος 200 πήχεις (103,6 μ.). (Το εδάφιο Ιεζεκιήλ 40:47 λέει ότι η εσωτερική αυλή ήταν τετράγωνη με πλευρά 100 πήχεις. Αυτό προφανώς αναφέρεται μόνο στο χώρο μπροστά από το ναό, όπου οδηγούσαν οι εσωτερικές πύλες.) Δεσπόζουσα θέση στην εσωτερική αυλή κατείχε το θυσιαστήριο.—Ιεζ 43:13-17· βλέπε ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ (Το Θυσιαστήριο στο Ναό του Ιεζεκιήλ).
Στο πρώτο δωμάτιο του αγιαστηρίου, που είχε μήκος 40 πήχεις (20,7 μ.) και πλάτος 20 πήχεις (10,4 μ.), οδηγούσε μια είσοδος με δύο δίφυλλες πόρτες. (Ιεζ 41:23, 24) Εκεί μέσα υπήρχε «το τραπέζι που βρίσκεται μπροστά στον Ιεχωβά», ένα ξύλινο θυσιαστήριο.—Ιεζ 41:21, 22.
Οι εξωτερικοί τοίχοι του αγιαστηρίου είχαν πλευρικά δωμάτια με πλάτος τέσσερις πήχεις (2 μ.) τα οποία έμπαιναν στους τοίχους και έβρισκαν στήριξη σε αυτούς. Τα δωμάτια αυτά βρίσκονταν σε τρεις ορόφους και κάλυπταν το δυτικό, το βόρειο και το νότιο τοίχο, ενώ σε κάθε όροφο υπήρχαν 30 δωμάτια. (Ιεζ 41:5, 6) Για να ανεβαίνει κανείς σε αυτούς τους τρεις ορόφους, υπήρχαν ελικοειδείς δίοδοι, κατά τα φαινόμενα κυκλικές σκάλες, στα Β και στα Ν. (Ιεζ 41:7) Πίσω από το ναό, δηλαδή στα Δ του, ήταν χτισμένο, προφανώς με κατεύθυνση από τα Β προς τα Ν, ένα κτίριο που λεγόταν μπινγιάν, ένα “οικοδόμημα προς τη δύση”. (Ιεζ 41:12) Παρότι μερικοί μελετητές έχουν επιχειρήσει να ταυτίσουν αυτό το οικοδόμημα με τον ίδιο το ναό ή το αγιαστήριο, δεν φαίνεται να υπάρχει βάση για τέτοια ταύτιση στο βιβλίο του Ιεζεκιήλ. Αν μη τι άλλο, το “οικοδόμημα προς τη δύση” είχε διαφορετικό σχήμα και διαστάσεις από το αγιαστήριο. Αυτό το κτίριο εξυπηρετούσε αναμφίβολα κάποιον σκοπό σχετικό με τις υπηρεσίες που επιτελούνταν στο αγιαστήριο. Ένα ή περισσότερα παρόμοια οικοδομήματα μπορεί να υπήρχαν Δ του ναού του Σολομώντα.—Παράβαλε 2Βα 23:11 και 1Χρ 26:18.
Τα Άγια των Αγίων ήταν όπως στο ναό του Σολομώντα, δηλαδή ένα τετράγωνο δωμάτιο με πλευρά 20 πήχεις. Στο όραμα, ο Ιεζεκιήλ είδε τη δόξα του Ιεχωβά να έρχεται από τα Α και να γεμίζει το ναό. Ο Ιεχωβά χαρακτήρισε αυτόν το ναό ως “τον τόπο του θρόνου του”.—Ιεζ 43:1-7.
Ο Ιεζεκιήλ μιλάει για ένα τείχος του οποίου η κάθε πλευρά είχε μήκος 500 καλάμια (1.555 μ.) και το οποίο εκτεινόταν γύρω από το ναό. Κάποιοι μελετητές θεωρούν ότι αυτό ήταν τείχος που απείχε περίπου 600 μ. από την αυλή, χώρος περιβαλλόμενος από το τείχος «ώστε να διαχωρίζει το άγιο από το βέβηλο».—Ιεζ 42:16-20.
Ο Ιεζεκιήλ είδε επίσης να ρέει «κάτω από το κατώφλι του Οίκου προς τα ανατολικά» και νότια του θυσιαστηρίου ένα ρεύμα νερού, το οποίο σταδιακά μετατράπηκε σε βαθύ και ορμητικό χείμαρρο ρέοντας διαμέσου της Αραβά και εκβάλλοντας στο βόρειο άκρο της Αλμυρής Θάλασσας. Εκεί γιάτρεψε τα αλμυρά νερά ώστε αυτά γέμισαν ψάρια.—Ιεζ 47:1-12.
Χρισμένοι Χριστιανοί—Ένας Πνευματικός Ναός. Οι χρισμένοι Χριστιανοί στη γη παρομοιάζονται με αρκετά πράγματα, μεταξύ των οποίων και με ναό. Αυτή η παρομοίωση είναι κατάλληλη επειδή το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα στην εκκλησία των χρισμένων. Ο Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς στην Έφεσο οι οποίοι ήταν «σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού», “σφραγισμένοι με το υποσχεμένο άγιο πνεύμα”, τα εξής: «Έχετε οικοδομηθεί πάνω στο θεμέλιο των αποστόλων και προφητών, ενώ θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα είναι ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς. Σε ενότητα με αυτόν ολόκληρο το οικοδόμημα, καθώς είναι αρμονικά συναρμολογημένο, αυξάνει και γίνεται άγιος ναός για τον Ιεχωβά. Σε ενότητα με αυτόν και εσείς οικοδομείστε μαζί και γίνεστε τόπος για να κατοικεί ο Θεός μέσω πνεύματος». (Εφ 1:1, 13· 2:20-22) Αυτοί οι «σφραγισμένοι», που έχουν τεθεί πάνω στον Χριστό ο οποίος αποτελεί το Θεμέλιο, δηλώνεται ότι αριθμούν 144.000. (Απ 7:4· 14:1) Ο απόστολος Πέτρος τούς αποκαλεί «ζωντανές πέτρες» που “οικοδομούνται και γίνονται πνευματικός οίκος με σκοπό ένα άγιο ιερατείο”.—1Πε 2:5.
Εφόσον αυτοί οι υφιερείς είναι «οικοδόμημα του Θεού», εκείνος δεν θα επιτρέψει να μολυνθεί αυτός ο πνευματικός ναός. Ο Παύλος τονίζει την αγιότητα αυτού του πνευματικού ναού και τον κίνδυνο που διατρέχει όποιος προσπαθεί να τον μολύνει, γράφοντας: «Δεν γνωρίζετε ότι είστε ναός του Θεού και ότι το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας; Αν κανείς καταστρέφει το ναό του Θεού, ο Θεός θα τον καταστρέψει· διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ο οποίος ναός είστε εσείς».—1Κο 3:9, 16, 17· βλέπε επίσης 2Κο 6:16.
Ο Ιεχωβά Θεός και το Αρνί «Είναι ο Ναός Της». Όταν ο Ιωάννης βλέπει τη Νέα Ιερουσαλήμ να κατεβαίνει από τον ουρανό, κάνει το εξής σχόλιο: «Και δεν είδα ναό μέσα σε αυτήν, γιατί ο Ιεχωβά Θεός ο Παντοδύναμος είναι ο ναός της, καθώς και το Αρνί». (Απ 21:2, 22) Εφόσον τα μέλη της Νέας Ιερουσαλήμ θα έχουν άμεση πρόσβαση στο πρόσωπο του ίδιου του Ιεχωβά, δεν θα χρειάζονται ναό μέσω του οποίου να πλησιάζουν τον Θεό. (1Ιω 3:2· Απ 22:3, 4) Αυτοί που αποτελούν τη Νέα Ιερουσαλήμ θα αποδίδουν ιερή υπηρεσία στον Θεό απευθείας υπό την αρχιεροσύνη του Αρνιού, του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό, το Αρνί είναι από κοινού με τον Ιεχωβά, ουσιαστικά, ο ναός της Νέας Ιερουσαλήμ.
Ένας Απατεώνας. Ο απόστολος Παύλος, προειδοποιώντας για την επερχόμενη αποστασία, μίλησε για τον “άνθρωπο της ανομίας” ο οποίος εξυψώνει τον εαυτό του «ώστε κάθεται στο ναό Του Θεού, δείχνοντας δημόσια ότι είναι θεός». (2Θε 2:3, 4) Αυτός «ο άνθρωπος της ανομίας» είναι αποστάτης και ψευδοδιδάσκαλος, επομένως πηγαίνει και κάθεται απλώς σε αυτό που ο ίδιος ισχυρίζεται ψευδώς ότι είναι εκείνος ο ναός.—Βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
Μεταφορική Χρήση. Σε μια περίπτωση, όταν οι Ιουδαίοι ζήτησαν σημείο από τον Ιησού, εκείνος αποκρίθηκε: «Γκρεμίστε αυτόν το ναό, και σε τρεις ημέρες θα τον ανεγείρω». Οι Ιουδαίοι νόμιζαν ότι μιλούσε για το κτίριο του ναού, αλλά ο απόστολος Ιωάννης εξηγεί: «Μιλούσε για το ναό του σώματός του». Όταν αναστήθηκε από τον Πατέρα του τον Ιεχωβά την τρίτη ημέρα μετά το θάνατό του, οι μαθητές θυμήθηκαν αυτόν το λόγο, τον κατανόησαν και τον πίστεψαν. (Ιωα 2:18-22· Ματ 27:40) Ο Ιησούς αναστήθηκε, αλλά όχι με το σάρκινο σώμα του, το οποίο δόθηκε ως λυτρωτική θυσία. Ωστόσο, εκείνο το σάρκινο σώμα δεν φθάρηκε, αλλά ο Θεός το εξαφάνισε όπως και οι θυσίες καταναλώνονταν στο θυσιαστήριο. Κατά την ανάστασή του, ο Ιησούς ήταν το ίδιο άτομο και είχε την ίδια προσωπικότητα, σε ένα νέο σώμα, φτιαγμένο για τη νέα του κατοικία, τους πνευματικούς ουρανούς.—Λου 24:1-7· 1Πε 3:18· Ματ 20:28· Πρ 2:31· Εβρ 13:8.
[Εικόνα στη σελίδα 428]
Επιγραφή από την αυλή του ναού της Ιερουσαλήμ η οποία προειδοποιούσε τους Εθνικούς να μην πλησιάζουν περισσότερο