ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ
Η εγκάρδια και γενναιόδωρη υποδοχή και περιποίηση καλεσμένων ή ξένων. Η λέξη φιλοξενία που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο σημαίνει κατά κυριολεξία «αγάπη για τους ξένους».
Στην Αρχαιότητα. Στους πατριαρχικούς χρόνους, παρ’ όλο που οι Αιγύπτιοι και άλλοι λαοί εκδήλωναν φιλοξενία, εκείνοι που διακρίνονταν περισσότερο για τη φιλοξενία τους ήταν οι Σημίτες. Η φροντίδα του ταξιδιώτη θεωρούνταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής, συμπεριφέρονταν δε στον επισκέπτη με μεγάλη ευγένεια είτε ήταν ξένος είτε φίλος, συγγενής ή προσκεκλημένος.
Από τις Γραφικές αφηγήσεις μαθαίνουμε ότι η παροχή φιλοξενίας στον ταξιδιώτη αποτελούσε έθιμο. Τον χαιρετούσαν φιλώντας τον, ιδιαίτερα αν ήταν συγγενής. (Γε 29:13, 14) Ένα μέλος του σπιτικού, συνήθως κάποιος υπηρέτης, του έπλενε τα πόδια (Γε 18:4), ενώ επίσης τάιζαν και φρόντιζαν τα ζώα του. (Γε 24:15-25, 29-33) Πολλές φορές του ζητούσαν να διανυκτερεύσει στο σπίτι τους, ενίοτε δε και να μείνει αρκετές ημέρες. (Γε 24:54· 19:2, 3) Στη διάρκεια της παραμονής του, ο επισκέπτης θεωρούνταν προστατευόμενος του οικοδεσπότη. (Γε 19:6-8· Κρ 19:22-24) Όταν αναχωρούσε, μπορεί να τον ξεπροβόδιζαν ως ένα σημείο.—Γε 18:16.
Η σπουδαιότητα που απέδιδαν στην εκδήλωση φιλοξενίας φαίνεται από την αντίδραση του Ραγουήλ όταν οι κόρες του τού είπαν ότι κάποιος «Αιγύπτιος» ταξιδιώτης (στην πραγματικότητα ο Μωυσής) τις είχε βοηθήσει να ποτίσουν το ποίμνιό τους. Ο Ραγουήλ αναφώνησε: «Μα πού είναι; Γιατί τον αφήσατε τον άνθρωπο; Καλέστε τον να φάει ψωμί».—Εξ 2:16-20.
Στις πόλεις. Από τις Γραφικές αφηγήσεις γίνεται φανερό ότι, ιδιαίτερα στις πόλεις, οι μη Ισραηλίτες μπορεί να μην ήταν πάντα φιλόξενοι προς τους Ισραηλίτες. (Κρ 19:11, 12) Επίσης, στις πόλεις η φιλοξενία πιθανότατα δεν προσφερόταν εξίσου πρόθυμα όπως στις πιο απομονωμένες περιοχές. Ωστόσο, ένας Λευίτης με τον υπηρέτη του και την παλλακίδα του κάθησαν μετά τη δύση του ήλιου στην πλατεία της Γαβαά, περιμένοντας από ό,τι φαίνεται να τους προσφερθεί κατάλυμα για τη νύχτα. Αυτό υποδηλώνει ότι η φιλοξενία, ακόμη και στις πόλεις, ήταν αρκετά συνηθισμένη. (Κρ 19:15) Στην προκειμένη περίπτωση, ο Λευίτης ανέφερε ότι είχε προμήθειες για τον ίδιο και τη συνοδεία του, καθώς και για τα ζώα του. (Κρ 19:19) Το μόνο που ζητούσε ήταν στέγη. Αλλά η κακή συμπεριφορά των Βενιαμιτών κατοίκων έκανε την πόλη αφιλόξενη, όπως επιβεβαιώθηκε από όσα συνέβησαν αργότερα.—Κρ 19:26-28.
Σε υπηρέτες του Θεού. Μολονότι η φιλοξενία συνηθιζόταν γενικά, η θαυμάσια φιλοξενία που παρουσιάζεται στις Γραφικές αφηγήσεις οφείλεται αναμφίβολα στο ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, εκείνοι που την εκδήλωσαν ήταν υπηρέτες του Ιεχωβά. Ιδιαίτερα αξίζει να προσέξει κανείς τη φιλοξενία και το σεβασμό που εκδηλώνονταν προς τους προφήτες ή εκείνους που υπηρετούσαν τον Θεό με ιδιαίτερο τρόπο. Ο Αβραάμ στεκόταν κοντά στους τρεις αγγέλους στους οποίους πρόσφερε γεύμα, ενόσω εκείνοι έτρωγαν. Φαίνεται ότι επρόκειτο για ένδειξη σεβασμού προς αυτούς τους άντρες τους οποίους ο Αβραάμ αναγνώρισε ως αγγελικούς εκπροσώπους του Ιεχωβά. (Γε 18:3, 7, 8) Και όπως ακριβώς ο Αβραάμ «έτρεξε» να κάνει ετοιμασίες για τους φιλοξενουμένους του, έτσι και ο Μανωέ προθυμοποιήθηκε να ετοιμάσει φαγητό για κάποιον άντρα τον οποίο θεώρησε ότι ήταν άνθρωπος του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα ήταν άγγελος. (Κρ 13:15-18, 21) Μια εξέχουσα γυναίκα στη Σουνάμ εκδήλωσε φιλοξενία προς τον Ελισαιέ επειδή, όπως είπε: «Δες τώρα! Ξέρω καλά ότι αυτός που περνάει συνέχεια από εμάς είναι άγιος άνθρωπος του Θεού».—2Βα 4:8-11.
Η έλλειψη φιλοξενίας καταδικάζεται. Επειδή οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες αρνήθηκαν να παράσχουν φιλοξενία στο έθνος του Ισραήλ όταν εκείνοι όδευαν προς την Υποσχεμένη Γη, και μάλιστα οι Μωαβίτες μίσθωσαν τον Βαλαάμ για να τους καταραστεί, ο Ιεχωβά διέταξε να μη γίνεται δεκτός στην εκκλησία του Ισραήλ κανένας άντρας από αυτά τα έθνη. (Δευ 23:3, 4) Στην προκειμένη περίπτωση, το θέμα δεν ήταν ότι οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες απλώς δεν υποκινήθηκαν από ανθρωπιά ώστε να εκδηλώσουν φιλοξενία, αλλά ότι επέδειξαν αφιλόξενη και εχθρική στάση από μίσος για τον Θεό και το λαό του.
Μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά καταδίκασε το λαό του Ισραήλ για την έλλειψη φιλοξενίας που τους διέκρινε, λέγοντάς τους ότι το να νηστεύουν και να “γέρνουν το κεφάλι τους” ενώπιόν Του δεν είχε καμιά αξία όταν την ίδια στιγμή άφηναν τους αδελφούς τους να υποφέρουν από έλλειψη τροφής, ρουχισμού και στέγης.—Ησ 58:3-7.
Τον Πρώτο Αιώνα Κ.Χ. Η εκδήλωση φιλοξενίας τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας συνεχίστηκε σε μεγάλο βαθμό όπως στα αρχαιότερα χρόνια, αν και οι συνθήκες είχαν διαφοροποιήσει κάπως το βαθμό της εκδήλωσής της. Οι Σαμαρείτες και οι Ιουδαίοι δεν είχαν καλές σχέσεις, και έτσι πολλές φορές δεν εκδήλωναν φιλοξενία μεταξύ τους. (Ιωα 4:7-9· 8:48) Επίσης, η επικυριαρχία από ξένα έθνη είχε εντείνει τις έχθρες, ενώ ληστές λυμαίνονταν τους επαρχιακούς δρόμους. Ακόμη και μερικά πανδοχεία διευθύνονταν από ανέντιμους, αφιλόξενους ανθρώπους.
Παρ’ όλα αυτά, μεταξύ των Ιουδαίων εκδηλώνονταν γενικά οι ίδιοι καλοί τρόποι προς τον φιλοξενούμενο, όπως παλιότερα. Τον καλωσόριζαν φιλώντας τον, έχριαν ή άλειβαν το κεφάλι του με λάδι και έπλεναν τα πόδια του. Στα συμπόσια έβαζαν συνήθως τους φιλοξενουμένους να καθήσουν σύμφωνα με την κοινωνική τους θέση και την τιμή που τους αναλογούσε.—Λου 7:44-46· 14:7-11.
Προς τους μαθητές του Ιησού. Όταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός έστειλε τους 12 και αργότερα τους 70 να κηρύξουν στον Ισραήλ, είπε ότι όσοι θα εκτιμούσαν τα καλά νέα που εκείνοι θα τους κήρυτταν θα τους δέχονταν φιλόξενα στα σπίτια τους. (Ματ 10:5, 6, 11-13· Λου 10:1, 5-9) Αν και ο ίδιος ο Ιησούς δεν είχε «πουθενά να γείρει το κεφάλι του», φιλοξενούνταν στα σπίτια ατόμων που αναγνώριζαν ότι τον είχε στείλει ο Θεός.—Ματ 8:20· Λου 10:38.
Ο Παύλος θεωρούσε δεδομένο ότι ο Χριστιανός αδελφός του ο Φιλήμων θα τον φιλοξενούσε όταν θα τον επισκεπτόταν βγαίνοντας από τη φυλακή. Ο Παύλος δεν έκανε κατάχρηση της καλοσύνης του Φιλήμονα, αλλά γνώριζε από προηγούμενη συναναστροφή μαζί του ότι εκείνος θα ήταν εξαιρετικά πρόθυμος να προσφέρει ό,τι μπορούσε. (Φλμ 21, 22) Ο απόστολος Ιωάννης, στην επιστολή του που γράφτηκε γύρω στο 98 Κ.Χ., επισήμανε ότι τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας είχαν την υποχρέωση να βοηθούν τους αποστελλόμενους περιοδεύοντες εκπροσώπους, «ώστε», όπως είπε, «να γίνουμε συνεργάτες στην αλήθεια». Ο Ιωάννης επίσης επαίνεσε τον Γάιο για τη φιλοξενία του, λέγοντας ότι είχε εκδηλώσει αυτό το πνεύμα στους απεσταλμένους οι οποίοι ήταν “μάλιστα ξένοι”. Αυτό σημαίνει ότι ο Γάιος δεν γνώριζε προηγουμένως αυτούς τους ανθρώπους προσωπικά, εντούτοις, όμως, τους συμπεριφέρθηκε θερμά λόγω της υπηρεσίας που πρόσφεραν στην εκκλησία.—3Ιω 5-8.
Γνώρισμα της Αληθινής Χριστιανοσύνης. Η γνήσια, εγκάρδια φιλοξενία αποτελεί γνώρισμα της αληθινής Χριστιανοσύνης. Μετά την έκχυση του αγίου πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., πολλά άτομα που είχαν μεταστραφεί μόλις προηγουμένως στη Χριστιανοσύνη παρέμειναν στην Ιερουσαλήμ για να μάθουν περισσότερα σχετικά με τα καλά νέα της Βασιλείας προτού αναχωρήσουν για τις πατρίδες τους σε διάφορα μέρη της γης. Αυτούς τους φιλοξένησαν οι Χριστιανοί που ζούσαν στην Ιερουσαλήμ, οι οποίοι τους πρόσφεραν κατάλυμα στα σπίτια τους και μάλιστα πούλησαν τα αποκτήματά τους και είχαν τα πάντα κοινά. (Πρ 2:42-46) Αργότερα, οι απόστολοι έθεσαν σε εφαρμογή μια οργανωμένη διευθέτηση για τη διανομή τροφής στις άπορες χήρες που υπήρχαν ανάμεσά τους.—Πρ 6:1-6.
Η φιλοξενία αποτελεί απαίτηση για τους Χριστιανούς. Αν και πολλοί είχαν δεχτεί σκληρό διωγμό και μερικοί είχαν υποστεί την αρπαγή των υπαρχόντων τους, ο Παύλος πρόσταξε: «Μην ξεχνάτε τη φιλοξενία». (Εβρ 13:2· 10:34) Ο Πέτρος έδειξε ότι η φιλοξενία πρέπει να παρέχεται πρόθυμα, λέγοντας: «Να είστε φιλόξενοι ο ένας προς τον άλλον χωρίς να γογγύζετε». (1Πε 4:9· παράβαλε 2Κο 9:7.) Ο Παύλος, τονίζοντας το γεγονός ότι οι συγχριστιανοί του είχαν την υποχρέωση να το κάνουν αυτό πρωταρχικά προς τους ομοπίστους τους, τους έγραψε να “εργάζονται το καλό προς όλους αλλά κυρίως προς εκείνους με τους οποίους”, όπως είπε, «είμαστε συγγενείς στην πίστη».—Γα 6:10.
Η φιλοξενία ήταν μια από τις σημαντικές ιδιότητες που απαιτούνταν να έχουν όσοι διορίζονταν ως επίσκοποι στις Χριστιανικές εκκλησίες. (1Τι 3:2· Τιτ 1:7, 8) Επίσης, ο Παύλος έδωσε οδηγίες στον Τιμόθεο—επίσκοπο στην Έφεσο—σύμφωνα με τις οποίες οι Χριστιανές χήρες που καταγράφονταν στον κατάλογο για να λαβαίνουν υλική βοήθεια από την εκκλησία έπρεπε να είχαν “φιλοξενήσει ξένους”. (1Τι 5:9, 10) Προφανώς αυτές οι γυναίκες είχαν ανοίξει και διαθέσει τα σπίτια τους σε Χριστιανούς διακόνους ή ιεραποστόλους που επισκέπτονταν ή υπηρετούσαν την εκκλησία, παρότι προηγουμένως πολλοί από αυτούς τους επισκέπτες θα ήταν φυσιολογικά «ξένοι» για αυτές. Η Λυδία ήταν μια τέτοια γυναίκα. Ήταν εξαιρετικά φιλόξενη, όπως φαίνεται από το σχόλιο του Λουκά: «Μας ανάγκασε να πάμε».—Πρ 16:14, 15.
Απόδειξη πίστης. Ο μαθητής Ιάκωβος επισημαίνει ότι η φιλοξενία είναι ουσιαστική ως έργο που καταδεικνύει την πίστη κάποιου, λέγοντας: «Αν ένας αδελφός ή μια αδελφή βρίσκονται σε κατάσταση γυμνότητας και τους λείπει η τροφή που αρκεί για την ημέρα, κάποιος όμως από εσάς τους πει: “Πηγαίνετε με ειρήνη, να ζεσταίνεστε και να χορταίνετε”, αλλά δεν τους δώσετε τα αναγκαία για το σώμα τους, ποιο το όφελος; Έτσι και η πίστη, αν δεν έχει έργα, είναι από μόνη της νεκρή».—Ιακ 2:14-17.
Ευλογίες. Οι Γραφές, συνιστώντας τη φιλοξενία, τονίζουν ότι οι πνευματικές ευλογίες που λαβαίνει το φιλόξενο άτομο είναι μεγάλες. Ο Παύλος λέει: «Μην ξεχνάτε τη φιλοξενία, γιατί μέσω αυτής μερικοί, χωρίς να το ξέρουν, φιλοξένησαν αγγέλους». (Εβρ 13:2· Γε 19:1-3, 6, 7· Κρ 6:11-14, 22· 13:2, 3, 8, 11, 15-18, 20-22) Ο ίδιος ο Ιησούς διατύπωσε την αρχή: «Υπάρχει περισσότερη ευτυχία στο να δίνει κανείς παρά στο να λαβαίνει».—Πρ 20:35.
Από εκτίμηση για το έργο του Ιησού, ο Ματθαίος Λευί παρέθεσε για αυτόν ένα μεγάλο συμπόσιο και σε αντάλλαγμα ευλογήθηκε με το να ακούσει τον Ιησού να απαντάει στις επικριτικές ερωτήσεις των Φαρισαίων και επιπρόσθετα να αφηγείται μια από τις θαυμάσιες παραβολές του. Χρησιμοποιώντας ο Ματθαίος το σπίτι του με αυτόν το φιλόξενο τρόπο, έδωσε σε εισπράκτορες φόρων και σε άλλους γνωστούς του την ευκαιρία να λάβουν μαρτυρία.—Λου 5:27-39.
Όταν ο Ζακχαίος φιλοξένησε τον Ιησού ως αποτέλεσμα της πίστης του, ευλογήθηκε αφάνταστα ακούγοντάς τον να λέει: «Σήμερα ήρθε σωτηρία σε αυτό το σπίτι».—Λου 19:5-10.
Σε μια προφητεία που αφορούσε τον καιρό της επανόδου του με βασιλική δόξα, ο Ιησούς είπε ότι οι άνθρωποι θα χωρίζονταν, ακριβώς όπως ένας ποιμένας χωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια. Αυτό θα γινόταν με βάση τη μεταχείριση που θα επιφύλασσαν στους «αδελφούς» του, μολονότι δεν θα έβλεπαν τον Ιησού με τα φυσικά τους μάτια. Εκείνοι που θα έδειχναν φιλοξενία και καλοσύνη στους «αδελφούς» του Χριστού θα το έκαναν αυτό επειδή θα τους αναγνώριζαν ως αδελφούς του και γιους του Θεού. (Ματ 25:31-46) Με μια άλλη δήλωσή του, ο Ιησούς έδειξε ότι διαρκή ανταμοιβή από τον Θεό φέρνει, όχι η φιλοξενία που υποκινείται απλώς από ανθρωπιά, αλλά η φιλοξενία που προσφέρει κάποιος στους προφήτες του Θεού επειδή αναγνωρίζει ότι είναι εκπρόσωποι του Θεού, μαθητές που ανήκουν στον Χριστό.—Ματ 10:40-42· Μαρ 9:41, 42.
Πότε Δεν Πρέπει να Εκδηλώνεται. Η Αγία Γραφή λέει στους Χριστιανούς ότι σε κάποια άτομα δεν πρέπει να προσφέρουν φιλοξενία. «Όποιος προτρέχει και δεν παραμένει στη διδασκαλία του Χριστού δεν έχει Θεό. . . . Αν κάποιος έρχεται σε εσάς και δεν φέρνει αυτή τη διδασκαλία, να μην τον δέχεστε στα σπίτια σας ούτε να του λέτε χαιρετισμό. Διότι αυτός που του λέει χαιρετισμό είναι συμμέτοχος στα πονηρά του έργα». (2Ιω 9-11) Το να κρατήσει κανείς ένα τέτοιο άτομο στο σπίτι του ή το να έχει φιλικές σχέσεις μαζί του θα ήταν επικίνδυνο για τη δική του πνευματικότητα και, στην ουσία, θα σήμαινε ότι ανέχεται την πορεία αυτού του ατόμου. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι παροδηγητικό για άλλους και ονειδιστικό για την εκκλησία. Αυτή η αρχή εκφράζεται επίσης στα εδάφια Ρωμαίους 16:17, 18· Ματθαίος 7:15· 1 Κορινθίους 5:11-13.
Πανδοχεία και Καταλύματα. Στα αρχαία χρόνια φαίνεται ότι το πανδοχείο ήταν απλώς ένα μέρος όπου ο ταξιδιώτης έβρισκε στέγη για τον εαυτό του και χώρο για τα ζώα του, κάτι σαν το καραβάν σαράι. Ίσως τέτοιο να ήταν το κατάλυμα στο οποίο έμειναν οι ετεροθαλείς αδελφοί του Ιωσήφ κατά το ταξίδι της επιστροφής τους από την Αίγυπτο στη Χαναάν (Γε 42:27· 43:21), όπως επίσης και αυτό στο οποίο εμφανίστηκε ο άγγελος στη σύζυγο του Μωυσή, τη Σεπφώρα.—Εξ 4:24.
Φαίνεται ότι μερικές φορές τα καταλύματα τα διηύθυναν πόρνες. Η πόρνη Ραάβ της Ιεριχώς πρόσφερε κατάλυμα στους δύο κατασκόπους που έστειλε ο Ιησούς του Ναυή και τους έδειξε καλοσύνη και φιλοξενία κρύβοντάς τους από τους διώκτες τους. (Ιη 2:1-13) Ο Σαμψών κατέλυσε στο σπίτι μιας πόρνης στη Γάζα μέχρι τα μεσάνυχτα, ενόσω περίμενε να ταπεινώσει τους Φιλισταίους βγάζοντας τις πύλες της πόλης και παίρνοντάς τες μαζί του.—Κρ 16:1-3.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., μερικά πανδοχεία στην Παλαιστίνη διέθεταν προφανώς αρτιότερο εξοπλισμό, προσφέροντας ίσως όχι μόνο στέγη αλλά επίσης φαγητό και άλλες υπηρεσίες, αντί συγκεκριμένου αντίτιμου. Ο φιλόξενος Σαμαρείτης της παραβολής του Ιησού κάλυψε με δικά του έξοδα την περίθαλψη του τραυματισμένου άντρα σε ένα πανδοχείο.—Λου 10:30-35.
Ο Φιλοξενούμενος. Στην αρχαιότητα ο φιλοξενούμενος, παρ’ όλο που του συμπεριφέρονταν με εξαιρετική ευγένεια και τον τιμούσαν πάρα πολύ, αναμενόταν να εκδηλώνει ορισμένους καλούς τρόπους και να ανταποκρίνεται σε κάποιες απαιτήσεις. Για παράδειγμα, το να προδώσει ή να βλάψει κανείς ένα άτομο το οποίο είχε μοιραστεί μαζί του το φαγητό του θεωρούνταν κάτι ιδιαίτερα ποταπό. (Ψλ 41:9· Ιωα 13:18) Ο φιλοξενούμενος δεν έπρεπε να καταχράται την καλοσύνη του οικοδεσπότη του ή των συνδαιτυμόνων καταλαμβάνοντας την τιμητική ή την πιο εξέχουσα θέση, αλλά να αφήνει την επιλογή αυτή στον οικοδεσπότη. (Λου 14:7-11) Ούτε έπρεπε να γίνεται φορτικός μένοντας πάρα πολύ στο σπίτι του οικοδεσπότη του ή πηγαίνοντας εκεί πολύ συχνά. (Παρ 25:17) Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιησούς παρείχε πάντοτε πνευματικές ευλογίες όταν απολάμβανε τη φιλοξενία κάποιου οικοδεσπότη. (Λου 5:27-39· 19:1-8) Για παρόμοιο λόγο, είπε στους μαθητές του τους οποίους απέστειλε ότι, φτάνοντας σε μια πόλη, θα έπρεπε να μένουν στο σπίτι που θα τους πρόσφερε φιλοξενία και όχι να “μετακινούνται από σπίτι σε σπίτι”. Επομένως, δεν έπρεπε να αναζητούν κάποιο μέρος όπου ο οικοδεσπότης θα μπορούσε να τους προσφέρει περισσότερη άνεση, περιποίηση ή υλικά πράγματα.—Λου 10:1-7· Μαρ 6:7-11.
Ο απόστολος Παύλος, μολονότι έκανε πολλά ταξίδια και δεχόταν φιλοξενία από πολλούς Χριστιανούς αδελφούς του, δεν επιβάρυνε οικονομικά κανέναν από αυτούς. Μεγάλο μέρος του χρόνου του εργαζόταν σε κάποια κοσμική απασχόληση, έθεσε δε τον κανόνα: «Αν κάποιος δεν θέλει να εργάζεται δεν πρέπει ούτε και να τρώει». (2Θε 3:7-12· 1Θε 2:6) Συνεπώς, ο Παύλος μπορούσε να αντικρούσει τις κατηγορίες των λεγόμενων υπερέξοχων αποστόλων στην Κόρινθο, οι οποίοι τον κατηγορούσαν ότι εκμεταλλευόταν τους Χριστιανούς της τοπικής εκκλησίας. (2Κο 11:5, 7-10) Μπορούσε να καυχιέται για το γεγονός ότι τους πρόσφερε τα καλά νέα χωρίς κανένα απολύτως αντίτιμο, χωρίς να παίρνει ακόμη και πράγματα τα οποία δικαιούνταν ως απόστολος και διάκονος του Θεού.—1Κο 9:11-18.
Αποφυγή της Υποκριτικής Φιλοξενίας. Τα εδάφια Παροιμίες 23:6-8 μας προειδοποιούν να μη δεχόμαστε τις υποκριτικές εκδηλώσεις φιλοξενίας, λέγοντας: «Μην τρως την τροφή εκείνου του οποίου το μάτι δεν είναι γενναιόδωρο [κατά κυριολεξία, «εκείνου που έχει κακό μάτι»] ούτε να εκδηλώνεις λαχτάρα για τα νόστιμα φαγητά του. Διότι σαν κάποιον που κάνει υπολογισμούς μέσα στην ψυχή του, έτσι είναι αυτός. “Φάε και πιες”, σου λέει, αλλά η καρδιά του δεν είναι μαζί σου. Την μπουκιά που έφαγες θα την εξεμέσεις, και θα έχουν πάει χαμένα τα ευχάριστα λόγια σου». Επειδή ένα τέτοιο άτομο δεν είναι ανυστερόβουλο, αλλά περιμένει αντάλλαγμα για αυτά που προσφέρει, κάνει υπολογισμούς εναντίον σου και, ενώ σε προσκαλεί εγκάρδια, έχει απώτερα κίνητρα. Τρώγοντας από την τροφή που σου προσφέρει, και ιδιαίτερα αν εκδηλώνεις λαχτάρα για τα νόστιμα φαγητά του ώστε να επιθυμείς να τα απολαύσεις ξανά, θέτεις τον εαυτό σου ως έναν βαθμό υπό την εξουσία του. Ίσως δυσκολευτείς να του αρνηθείς κάποιο αίτημα, και πιθανόν να αντιμετωπίσεις προβλήματα. Τότε θα αισθανθείς αηδία για το ότι κάποτε έφαγες μαζί του, και τα ευχάριστα λόγια που είπες, ελπίζοντας ότι θα συνέτειναν στην πνευματικότητα και στην εποικοδομητική φιλία, θα έχουν πάει σίγουρα χαμένα.—Παράβαλε Ψλ 141:4.