-
Η Πρώτη Χριστιανοσύνη και το ΚράτοςΗ Σκοπιά—1996 | 1 Μαΐου
-
-
Απόδοση στον Καίσαρα ‘Αυτών που του Οφείλονται’
Ο Ιησούς εξέθεσε μια αρχή η οποία θα κατηύθυνε τη διαγωγή των Χριστιανών απέναντι στο Ρωμαϊκό Κράτος, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση, όταν δήλωσε: «Αποδώστε . . . αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». (Ματθαίος 22:21) Αυτή η συμβουλή που δόθηκε στους ακολούθους του Ιησού ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη στάση πολλών εθνικιστών Ιουδαίων, οι οποίοι εχθρεύονταν τη ρωμαϊκή κυριαρχία και αμφισβητούσαν τη νομιμότητα της πληρωμής φόρων σε μια ξένη δύναμη.
Αργότερα, ο Παύλος είπε στους Χριστιανούς που ζούσαν στη Ρώμη: «Υπάρχει, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη να υποτάσσεστε, όχι μόνο λόγω αυτής της οργής, αλλά και λόγω της συνείδησής σας. Διότι γι’ αυτό πληρώνετε και φόρους· διότι αυτοί [οι κυβερνητικές «ανώτερες εξουσίες»] είναι δημόσιοι υπηρέτες του Θεού, που υπηρετούν διαρκώς γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό. Να αποδίδετε σε όλους αυτά που τους οφείλονται, σε εκείνον που ζητάει το φόρο, το φόρο· σε εκείνον που ζητάει το φόρο υποτελείας, το φόρο υποτελείας». (Ρωμαίους 13:5-7) Μολονότι οι Χριστιανοί δεν ήταν μέρος του κόσμου, είχαν την υποχρέωση να είναι έντιμοι φορολογούμενοι πολίτες, πληρώνοντας το Κράτος για τις υπηρεσίες που πρόσφερε.—Ιωάννης 17:16.
Αλλά μήπως τα λόγια του Ιησού αφορούν μόνο την πληρωμή φόρων; Εφόσον ο Ιησούς δεν προσδιόρισε ακριβώς τι είναι του Καίσαρα και τι είναι του Θεού, υπάρχουν καταστάσεις που βρίσκονται κοντά στη διαχωριστική γραμμή για τις οποίες πρέπει να λαμβάνεται απόφαση σύμφωνα με τις περιστάσεις ή σύμφωνα με την κατανόηση που έχουμε για ολόκληρη την Αγία Γραφή. Με άλλα λόγια, η απόφαση σχετικά με το ποια πράγματα μπορεί να αποδώσει ο Χριστιανός στον Καίσαρα μερικές φορές περιλαμβάνει τη συνείδηση του Χριστιανού, όπως αυτή διαφωτίζεται από τις Γραφικές αρχές.
Προσεκτική Εξισορρόπηση Μεταξύ Δύο Ανταγωνιζόμενων Αξιώσεων
Πολλοί άνθρωποι μάλλον ξεχνούν ότι, αφού πρώτα ο Ιησούς δήλωσε πως αυτά που είναι του Καίσαρα πρέπει να αποδοθούν στον Καίσαρα, στη συνέχεια πρόσθεσε: «Αλλά [αποδώστε] αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». Ο απόστολος Πέτρος έδειξε τι έχει προτεραιότητα για τους Χριστιανούς. Αφού σύστησε την υποταγή στο «βασιλιά», ή αλλιώς στον αυτοκράτορα, και στους «κυβερνήτες» του, αμέσως κατόπιν ο Πέτρος έγραψε: «Να είστε ως ελεύθεροι, και εντούτοις να διακρατείτε την ελευθερία σας, όχι ως πρόσχημα για κακία, αλλά ως δούλοι του Θεού. Να τιμάτε ανθρώπους κάθε είδους, να αγαπάτε ολόκληρη την αδελφότητα, να φοβάστε τον Θεό, να αποδίδετε τιμή στο βασιλιά». (1 Πέτρου 2:16, 17) Ο απόστολος έδειξε ότι οι Χριστιανοί είναι δούλοι του Θεού, όχι κάποιου ανθρώπινου άρχοντα. Μολονότι θα πρέπει να δείχνουν κατάλληλη τιμή και σεβασμό στους εκπροσώπους του Κράτους, αναμένεται να το κάνουν αυτό φοβούμενοι τον Θεό, του οποίου οι νόμοι είναι υπέρτατοι.
Χρόνια νωρίτερα, ο Πέτρος δεν είχε αφήσει καμιά αμφιβολία όσον αφορά την υπεροχή των νόμων του Θεού έναντι των ανθρώπινων. Το Ιουδαϊκό Σάνχεδριν ήταν ένα διοικητικό σώμα στο οποίο οι Ρωμαίοι είχαν παραχωρήσει και πολιτική και θρησκευτική εξουσία. Όταν το Σάνχεδριν διέταξε τους ακολούθους του Ιησού να πάψουν να διδάσκουν στο όνομα του Χριστού, ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι απάντησαν με σεβασμό αλλά και σταθερότητα: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους». (Πράξεις 5:29) Σαφώς, οι πρώτοι Χριστιανοί έπρεπε να εξισορροπούν προσεκτικά την υπακοή στον Θεό με την κατάλληλη υποταγή στις ανθρώπινες εξουσίες. Ο Τερτυλλιανός έθεσε το ζήτημα ως εξής στις αρχές του τρίτου αιώνα Κ.Χ.: «Αν είναι όλα του Καίσαρα, τι θα απομείνει για τον Θεό;»
-
-
Ο Θεός και ο ΚαίσαραςΗ Σκοπιά—1996 | 1 Μαΐου
-
-
Ο Θεός και ο Καίσαρας
«Οπωσδήποτε, λοιπόν, αποδώστε αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό».—ΛΟΥΚΑΣ 20:25.
1. (α) Ποια είναι η εξυψωμένη θέση του Ιεχωβά; (β) Τι οφείλουμε στον Ιεχωβά το οποίο δεν μπορούμε ποτέ να δώσουμε στον Καίσαρα;
ΟΤΑΝ ο Ιησούς Χριστός έδωσε αυτή την οδηγία, δεν υπήρχε αμφιβολία στο μυαλό του σε σχέση με το ότι οι αξιώσεις που έχει ο Θεός από τους υπηρέτες Του υπερτερούν από οτιδήποτε μπορεί να απαιτήσει από αυτούς ο Καίσαρας, δηλαδή το Κράτος. Ο Ιησούς γνώριζε καλύτερα από κάθε άλλον πόσο αληθινά είναι τα λόγια της προσευχής του ψαλμωδού προς τον Ιεχωβά: «Η βασιλεία σου βασιλεία πάντων των αιώνων, και η δεσποτεία [κυριαρχία]a σου εν πάση γενεά και γενεά». (Ψαλμός 145:13) Όταν ο Διάβολος πρόσφερε στον Ιησού εξουσία πάνω σε όλα τα βασίλεια της κατοικημένης γης, ο Ιησούς απάντησε: «Είναι γραμμένο: ‘Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία’». (Λουκάς 4:5-8) Η λατρεία δεν θα μπορούσε ποτέ να δοθεί στον «Καίσαρα», είτε ο Καίσαρας είναι ο Ρωμαίος αυτοκράτορας είτε κάποιος άλλος ανθρώπινος άρχοντας είτε το ίδιο το Κράτος.
2. (α) Ποια είναι η θέση του Σατανά σε σχέση με αυτόν τον κόσμο; (β) Με τίνος την άδεια κατέχει ο Σατανάς αυτή τη θέση;
2 Ο Ιησούς δεν αρνήθηκε ότι ο Σατανάς μπορούσε να δώσει τα βασίλεια του κόσμου. Αργότερα, αποκάλεσε τον Σατανά ‘άρχοντα αυτού του κόσμου’. (Ιωάννης 12:31· 16:11) Προς το τέλος του πρώτου αιώνα Κ.Χ., ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Γνωρίζουμε ότι προερχόμαστε από τον Θεό, αλλά ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του πονηρού». (1 Ιωάννη 5:19) Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιεχωβά έχει παραιτηθεί από την κυριαρχία του επί της γης. Θυμηθείτε ότι ο Σατανάς, όταν πρόσφερε στον Ιησού εξουσία πάνω στα πολιτικά βασίλεια, δήλωσε: «Θα σου δώσω όλη αυτή την εξουσία . . . επειδή έχει παραδοθεί σε εμένα». (Λουκάς 4:6) Ο Σατανάς ασκεί εξουσία στα βασίλεια του κόσμου μόνο με την άδεια του Θεού.
3. (α) Ποια θέση κατέχουν ενώπιον του Ιεχωβά οι κυβερνήσεις των εθνών; (β) Πώς μπορούμε να πούμε ότι η υποταγή στις κυβερνήσεις αυτού του κόσμου δεν σημαίνει ότι υποτασσόμαστε στον Σατανά, το θεό αυτού του κόσμου;
3 Παρόμοια, το Κράτος ασκεί την εξουσία του μόνο επειδή ο Θεός, ως ο Υπέρτατος Κυρίαρχος, του επιτρέπει να το κάνει αυτό. (Ιωάννης 19:11) Επομένως, «οι υπάρχουσες εξουσίες» μπορεί να λεχθεί ότι «βρίσκονται τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό». Σε σχέση με την υπέρτατη κυρίαρχη εξουσία του Ιεχωβά, η δική τους εξουσία είναι κατά πολύ μικρότερη. Ωστόσο, αυτές είναι «διάκονος του Θεού», «δημόσιοι υπηρέτες του Θεού», με την έννοια ότι παρέχουν αναγκαίες υπηρεσίες, επιβάλλουν το νόμο και την τάξη, και τιμωρούν τους κακοποιούς. (Ρωμαίους 13:1, 4, 6) Συνεπώς, οι Χριστιανοί χρειάζεται να κατανοούν ότι, αν και ο Σατανάς είναι ο αόρατος άρχοντας αυτού του κόσμου ή του συστήματος, εκείνοι δεν υποτάσσονται σε αυτόν όταν αναγνωρίζουν τη σχετική υποταγή τους στο Κράτος. Υπακούν στον Θεό. Μέχρι και τώρα, το 1996, το πολιτικό Κράτος εξακολουθεί να αποτελεί μέρος «της διευθέτησης του Θεού», μιας προσωρινής διευθέτησης που ο Θεός επιτρέπει να υπάρχει, και οι επίγειοι υπηρέτες του Ιεχωβά θα πρέπει να την αναγνωρίζουν ως τέτοια διευθέτηση.—Ρωμαίους 13:2.
Οι Αρχαίοι Υπηρέτες του Ιεχωβά και το Κράτος
4. Γιατί επέτρεψε ο Ιεχωβά στον Ιωσήφ να αποκτήσει εξέχουσα θέση στην κυβέρνηση της Αιγύπτου;
4 Στους προχριστιανικούς καιρούς, ο Ιεχωβά επέτρεψε σε μερικούς υπηρέτες του να καταλάβουν εξέχουσες θέσεις σε κυβερνήσεις Κρατών. Για παράδειγμα, το 18ο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Ιωσήφ έγινε πρωθυπουργός της Αιγύπτου, με μοναδικό ανώτερό του τον Φαραώ, ο οποίος βασίλευε. (Γένεσις 41:39-43) Μεταγενέστερα γεγονότα κατέδειξαν ότι ο Ιεχωβά το κατηύθυνε αυτό ώστε να μπορέσει ο Ιωσήφ να χρησιμεύσει ως μέσο για τη διατήρηση του ‘σπέρματος του Αβραάμ’, των απογόνων του, για την επεξεργασία των σκοπών Του. Ασφαλώς, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο Ιωσήφ πουλήθηκε σε δουλεία στην Αίγυπτο, και ότι έζησε σε μια εποχή κατά την οποία οι υπηρέτες του Θεού δεν είχαν ούτε το Μωσαϊκό Νόμο ούτε «το νόμο του Χριστού».—Γένεσις 15:5-7· 50:19-21· Γαλάτες 6:2.
5. Γιατί έλαβαν οι Ιουδαίοι εξόριστοι την εντολή να ‘επιζητούν την ειρήνη’ της Βαβυλώνας;
5 Αιώνες αργότερα, ο Ιεχωβά ενέπνευσε τον πιστό προφήτη Ιερεμία να πει στους Ιουδαίους εξορίστους να υποτάσσονται στους άρχοντες στη διάρκεια της εξορίας τους στη Βαβυλώνα, και μάλιστα να προσεύχονται για την ειρήνη εκείνης της πόλης. Στην επιστολή του προς αυτούς, έγραψε: ‘Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, ο Θεός του Ισραήλ, προς πάντας εκείνους, οίτινες εφέρθησαν αιχμάλωτοι, . . . ζητήσατε την ειρήνην της πόλεως, όπου εγώ σας έκαμον να φερθήτε αιχμάλωτοι, και προσεύχεσθε υπέρ αυτής προς τον Ιεχωβά· διότι εν τη ειρήνη αυτής θέλετε έχει ειρήνην’. (Ιερεμίας 29:4, 7) Σε κάθε εποχή, εκείνοι που ανήκουν στο λαό του Ιεχωβά έχουν λόγους να ‘επιζητούν ειρήνη’ για τον εαυτό τους καθώς και για το έθνος στο οποίο ζουν, προκειμένου να είναι ελεύθεροι να λατρεύουν τον Ιεχωβά.—1 Πέτρου 3:11.
6. Αν και τους δόθηκαν υψηλές κυβερνητικές θέσεις, με ποιους τρόπους αρνήθηκαν ο Δανιήλ και οι τρεις σύντροφοί του να συμβιβαστούν σε σχέση με το Νόμο του Ιεχωβά;
6 Στη διάρκεια της εξορίας στη Βαβυλώνα, ο Δανιήλ και τρεις άλλοι πιστοί Ιουδαίοι που ήταν αιχμάλωτοι σε δουλεία στη Βαβυλώνα εκπαιδεύτηκαν από το Κράτος και έγιναν υψηλόβαθμοι δημόσιοι λειτουργοί στη Βαβυλωνία. (Δανιήλ 1:3-7· 2:48, 49) Ωστόσο, ακόμη και κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους, πήραν σταθερή θέση σε ζητήματα διατροφής που θα μπορούσαν να τους κάνουν να παραβιάσουν το Νόμο τον οποίο ο Θεός τους, ο Ιεχωβά, είχε δώσει μέσω του Μωυσή. Ευλογήθηκαν για αυτή τη στάση. (Δανιήλ 1:8-17) Όταν ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ έστησε μια κρατική εικόνα, οι τρεις Εβραίοι σύντροφοι του Δανιήλ προφανώς υποχρεώθηκαν να παρευρεθούν στην τελετή μαζί με τους υπόλοιπους κρατικούς διοικητές. Εντούτοις, αρνήθηκαν να ‘πέσουν και να προσκυνήσουν’ το κρατικό είδωλο. Και πάλι, ο Ιεχωβά αντάμειψε την ακεραιότητά τους. (Δανιήλ 3:1-6, 13-28) Παρόμοια σήμερα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σέβονται τη σημαία του έθνους στο οποίο ζουν, αλλά δεν θα εκτελέσουν καμιά πράξη λατρείας προς αυτήν.—Έξοδος 20:4, 5· 1 Ιωάννη 5:21.
7. (α) Ποια θαυμάσια στάση έλαβε ο Δανιήλ, παρότι είχε εξυψωμένη θέση στο κυβερνητικό σχήμα της Βαβυλώνας; (β) Ποιες αλλαγές έλαβαν χώρα κατά τη Χριστιανική εποχή;
7 Μετά την πτώση της νεοβαβυλωνιακής δυναστείας, ο Δανιήλ έλαβε υψηλή κυβερνητική θέση υπό το νέο μηδοπερσικό καθεστώς το οποίο αντικατέστησε αυτή τη δυναστεία στη Βαβυλώνα. (Δανιήλ 5:30, 31· 6:1-3) Αλλά δεν επέτρεψε στην υψηλή του θέση να τον κάνει να συμβιβάσει την ακεραιότητά του. Όταν ένας κρατικός νόμος απαιτούσε από αυτόν να λατρέψει τον Βασιλιά Δαρείο και όχι τον Ιεχωβά, εκείνος αρνήθηκε. Γι’ αυτό τον έριξαν στα λιοντάρια, αλλά ο Ιεχωβά τον ελευθέρωσε. (Δανιήλ 6:4-24) Ασφαλώς, αυτά συνέβαιναν στην προχριστιανική εποχή. Όταν ιδρύθηκε η Χριστιανική εκκλησία, οι υπηρέτες του Θεού βρέθηκαν «κάτω από νόμο ως προς τον Χριστό». Πολλά πράγματα που επιτρέπονταν υπό το Ιουδαϊκό σύστημα έπρεπε να τα βλέπουν διαφορετικά, με βάση τον τρόπο με τον οποίο ο Ιεχωβά πολιτευόταν τώρα με το λαό του.—1 Κορινθίους 9:21· Ματθαίος 5:31, 32· 19:3-9.
Η Στάση του Ιησού Απέναντι στο Κράτος
8. Ποιο περιστατικό δείχνει ότι ο Ιησούς ήταν αποφασισμένος να αποφύγει την ανάμειξη στην πολιτική;
8 Τον καιρό που ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, έθεσε υψηλότερους κανόνες για τους ακολούθους του και αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στα πολιτικά ή στα στρατιωτικά ζητήματα. Όταν ο Ιησούς έθρεψε θαυματουργικά αρκετές χιλιάδες ανθρώπους με λίγα ψωμιά και δύο μικρά ψάρια, οι Ιουδαίοι ήθελαν να τον αρπάξουν και να τον κάνουν πολιτικό βασιλιά. Ο Ιησούς, όμως, τους απέφυγε με το να αποσυρθεί γρήγορα στα βουνά. (Ιωάννης 6:5-15) Σχετικά με αυτό το περιστατικό, Το Νέο Διεθνές Σχολιολόγιο της Καινής Διαθήκης (The New International Commentary on the New Testament) αναφέρει: «Υπήρχαν ζωηρές εθνικιστικές επιθυμίες ανάμεσα στους Ιουδαίους εκείνης της περιόδου, και αναμφίβολα πολλοί από όσους είδαν το θαύμα θεώρησαν ότι είχε παρουσιαστεί ένας θεϊκά αναγνωρισμένος ηγέτης, ο ιδανικός για να τους οδηγήσει εναντίον των Ρωμαίων. Έτσι, αποφάσισαν να τον κάνουν βασιλιά». Το ίδιο σύγγραμμα προσθέτει ότι ο Ιησούς «απέρριψε αποφασιστικά» αυτή την προσφορά να αναλάβει πολιτική ηγεσία. Ο Χριστός δεν παρείχε καμιά υποστήριξη σε οποιαδήποτε Ιουδαϊκή εξέγερση εναντίον της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Μάλιστα, προείπε ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα της επανάστασης που θα λάβαινε χώρα μετά το θάνατό του—ανείπωτα δεινά για τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ και καταστροφή εκείνης της πόλης.—Λουκάς 21:20-24.
9. (α) Πώς περιέγραψε ο Ιησούς τη σχέση της Βασιλείας του με τον κόσμο; (β) Ποια κατεύθυνση έδωσε ο Ιησούς στους ακολούθους του όσον αφορά τη συμπεριφορά τους προς τις κυβερνήσεις του κόσμου;
9 Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Ιησούς είπε στον ειδικό εκπρόσωπο του Ρωμαίου αυτοκράτορα στην Ιουδαία: «Η βασιλεία μου δεν είναι μέρος αυτού του κόσμου. Αν η βασιλεία μου ήταν μέρος αυτού του κόσμου, οι υπηρέτες μου θα είχαν αγωνιστεί για να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους. Τώρα όμως, η βασιλεία μου δεν έχει αυτή την προέλευση». (Ιωάννης 18:36) Μέχρις ότου η Βασιλεία του τερματίσει τη διακυβέρνηση των πολιτικών κυβερνήσεων, οι μαθητές του Χριστού ακολουθούν το παράδειγμά του. Δείχνουν υπακοή σε αυτές τις κατεστημένες εξουσίες αλλά δεν αναμειγνύονται στις πολιτικές τους επιδιώξεις. (Δανιήλ 2:44· Ματθαίος 4:8-10) Ο Ιησούς άφησε κατευθυντήριες γραμμές για τους μαθητές του, λέγοντας: «Αποδώστε, λοιπόν, αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». (Ματθαίος 22:21) Προηγουμένως, στην Επί του Όρους Ομιλία του, ο Ιησούς είχε πει: «Αν κάποιος που έχει εξουσία σου επιβάλει υπηρεσία για ένα μίλι, πήγαινε μαζί του δύο μίλια». (Ματθαίος 5:41) Στα συμφραζόμενα αυτής της ομιλίας, ο Ιησούς περιέγραφε την αρχή της εκούσιας υποταγής σε θεμιτές απαιτήσεις, είτε ως προς τις ανθρώπινες σχέσεις είτε ως προς κυβερνητικές απαιτήσεις που βρίσκονται σε αρμονία με το νόμο του Θεού.—Λουκάς 6:27-31· Ιωάννης 17:14, 15.
Οι Χριστιανοί και ο Καίσαρας
10. Σύμφωνα με κάποιον ιστορικό, ποια ευσυνείδητη στάση κρατούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί σε σχέση με τον Καίσαρα;
10 Αυτές οι σύντομες κατευθυντήριες γραμμές έπρεπε να διέπουν τη σχέση ανάμεσα στους Χριστιανούς και στο Κράτος. Στο βιβλίο του Η Άνοδος της Χριστιανοσύνης (The Rise of Christianity), ο ιστορικός Ε. Γ. Μπαρνς έγραψε: «Οποτεδήποτε, στους αιώνες που θα ακολουθούσαν, βρισκόταν σε αμφιβολία ένας Χριστιανός ως προς το καθήκον του απέναντι στο Κράτος, θα στρεφόταν στη γεμάτη κύρος διδασκαλία του Χριστού. Θα πλήρωνε φόρους: οι απαιτούμενοι φόροι μπορεί να ήταν βαρείς—έγιναν αβάσταχτοι πριν από την κατάρρευση της Δυτικής Αυτοκρατορίας—αλλά ο Χριστιανός θα τους υπέμενε. Παρόμοια, θα δεχόταν όλες τις άλλες υποχρεώσεις προς το Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν απαιτούνταν να αποδώσει στον Καίσαρα αυτά που ανήκαν στον Θεό».
11. Πώς συμβούλεψε ο Παύλος τους Χριστιανούς να συμπεριφέρονται στους κοσμικούς άρχοντες;
11 Σε αρμονία με αυτό, λίγο περισσότερο από 20 χρόνια μετά το θάνατο του Χριστού, ο απόστολος Παύλος είπε στους Χριστιανούς στη Ρώμη: «Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες». (Ρωμαίους 13:1) Περίπου δέκα χρόνια αργότερα, λίγο πριν από τη δεύτερη φυλάκισή του και την εκτέλεσή του στη Ρώμη, ο Παύλος έγραψε στον Τίτο: «Συνέχισε να τους υπενθυμίζεις [τους Κρητικούς Χριστιανούς] να υποτάσσονται και να είναι υπάκουοι σε κυβερνήσεις και εξουσίες αναγνωρίζοντάς τες ως άρχοντες, να είναι έτοιμοι για κάθε καλό έργο, να μην κακολογούν κανέναν, να μην είναι εριστικοί, να είναι λογικοί, δείχνοντας κάθε πραότητα προς όλους τους ανθρώπους».—Τίτο 3:1, 2.
Προοδευτική Κατανόηση σε Σχέση με τις «Ανώτερες Εξουσίες»
12. (α) Ποια θεωρούσε ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ ως την κατάλληλη θέση του Χριστιανού σε σχέση με τις κυβερνητικές εξουσίες; (β) Αναφορικά με την υπηρεσία στις ένοπλες δυνάμεις, ποιες διαφορετικές απόψεις είχαν οι χρισμένοι Χριστιανοί στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου;
12 Από το 1886 κιόλας, ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ είχε γράψει στο βιβλίο Το Σχέδιον των Αιώνων: ‘Ούτε ο Ιησούς ούτε οι Απόστολοι συγκρούστηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τους επίγειους άρχοντες. . . . Δίδαξαν την Εκκλησία να υπακούει στους νόμους και να σέβεται εκείνους που βρίσκονται στην εξουσία, λόγω του αξιώματός τους, . . . να πληρώνουν τους φόρους που τους επιβάλλονταν και, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτοί οι νόμοι αντιτάσσονταν στους νόμους του Θεού (Πράξ. 4:19· 5:29), να μην αντιστέκονται σε κανέναν αναγνωρισμένο νόμο. (Ρωμ. 13:1-7· Ματθ. 22:21) Ο Ιησούς και οι Απόστολοι και η πρώτη εκκλησία ήταν όλοι νομοταγείς, αν και έμεναν χωρισμένοι από τις κυβερνήσεις αυτού του κόσμου και δεν είχαν καμιά ανάμειξη σε αυτές’. Αυτό το βιβλίο προσδιόριζε ορθά ‘τις ανώτερες εξουσίες’, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, ως τις ανθρώπινες κυβερνητικές εξουσίες. (Ρωμαίους 13:1) Το 1904 το βιβλίο Η Νέα Κτίσις ανέφερε ότι οι αληθινοί Χριστιανοί ‘πρέπει να βρίσκονται μεταξύ των πλέον νομοταγών του παρόντος καιρού—να μην είναι ταραχοποιοί, φιλόνικοι, επικριτές’. Μερικοί κατανόησαν ότι αυτό σήμαινε ολοκληρωτική υποταγή στις υπάρχουσες εξουσίες, ακόμη και μέχρι του σημείου να δεχτούν να υπηρετήσουν στις ένοπλες δυνάμεις στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Άλλοι, όμως, θεωρούσαν ότι κάτι τέτοιο βρισκόταν σε σύγκρουση με τη δήλωση του Ιησού: «Όλοι εκείνοι που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν με σπαθί». (Ματθαίος 26:52) Προφανώς, χρειαζόταν μια πιο ξεκάθαρη κατανόηση της Χριστιανικής υποταγής στις ανώτερες εξουσίες.
13. Ποια αλλαγή στην κατανόηση της ταυτότητας των ανώτερων εξουσιών παρουσιάστηκε το 1929, και πώς αποδείχτηκε επωφελής αυτή;
13 Το 1929, σε μια εποχή κατά την οποία οι νόμοι διαφόρων κυβερνήσεων είχαν αρχίσει να απαγορεύουν πράγματα που επιτάσσει ο Θεός ή να απαιτούν πράγματα που απαγορεύουν οι νόμοι του Θεού, υπήρξε η άποψη ότι οι ανώτερες εξουσίες πρέπει να είναι ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός.b Αυτή ήταν η κατανόηση που είχαν οι υπηρέτες του Ιεχωβά κατά την κρίσιμη περίοδο πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στη διάρκειά του, και μέχρι τον Ψυχρό Πόλεμο, ο οποίος χαρακτηριζόταν από την ισορροπία του τρόμου και τη στρατιωτική ετοιμότητα. Αναλογιζόμενοι το παρελθόν, θα πρέπει να πούμε ότι αυτή η άποψη, καθώς εξύψωνε την υπεροχή του Ιεχωβά και του Χριστού του, βοήθησε το λαό του Θεού να διακρατήσει ασυμβίβαστα ουδέτερη στάση όλη εκείνη τη δύσκολη περίοδο.
Σχετική Υποταγή
14. Πώς εκχύθηκε αυξημένο φως το 1962 στα εδάφια Ρωμαίους 13:1, 2, καθώς και σε συναφή εδάφια;
14 Το 1961 ολοκληρώθηκε η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Αγίων Γραφών. Η προετοιμασία της είχε απαιτήσει βαθιά μελέτη των γλωσσών στις οποίες γράφτηκε το κείμενο των Γραφών. Η ακριβής μετάφραση των λέξεων που χρησιμοποιούνται όχι μόνο στο 13ο κεφάλαιο της επιστολής προς τους Ρωμαίους αλλά και σε περικοπές όπως τα εδάφια Τίτο 3:1, 2 και 1 Πέτρου 2:13, 17 κατέστησε σαφές ότι ο όρος «ανώτερες εξουσίες» αναφερόταν, όχι στην Ανώτατη Εξουσία, τον Ιεχωβά, και στον Γιο του τον Ιησού, αλλά στις ανθρώπινες κυβερνητικές εξουσίες. Στα τέλη του 1962 (το 1963, στην ελληνική), δημοσιεύτηκαν διάφορα άρθρα στη Σκοπιά τα οποία εξηγούσαν επακριβώς το 13ο κεφάλαιο της επιστολής προς τους Ρωμαίους και επίσης παρείχαν σαφέστερη άποψη από εκείνη που υπήρχε την εποχή του Κ. Τ. Ρώσσελ. Αυτά τα άρθρα καταδείκνυαν ότι η Χριστιανική υποταγή στις εξουσίες δεν μπορεί να είναι ολοκληρωτική. Πρέπει να είναι σχετική, υπό την προϋπόθεση δηλαδή ότι δεν θα οδηγούσε τους υπηρέτες του Θεού σε σύγκρουση με τους νόμους του Θεού. Και άλλα άρθρα στη Σκοπιά έχουν τονίσει αυτό το σπουδαίο σημείο.c
15, 16. (α) Σε ποια περισσότερο ισορροπημένη άποψη οδήγησε η καινούρια κατανόηση του 13ου κεφαλαίου της επιστολής προς τους Ρωμαίους; (β) Ποια ερωτήματα μένουν να απαντηθούν;
15 Αυτό το κλειδί για τη σωστή κατανόηση του 13ου κεφαλαίου της επιστολής προς τους Ρωμαίους έχει δώσει τη δυνατότητα στο λαό του Ιεχωβά να εξισορροπεί τον οφειλόμενο σεβασμό προς τις πολιτικές εξουσίες με μια ασυμβίβαστη στάση σε σχέση με τις ζωτικές Γραφικές αρχές. (Ψαλμός 97:11· Ιερεμίας 3:15, ΜΝΚ) Τους βοήθησε να έχουν κατάλληλη άποψη για τη σχέση τους με τον Θεό και για τη συμπεριφορά τους προς το Κράτος. Έχει διασφαλίσει το γεγονός ότι, ενώ αποδίδουν αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, δεν παραμελούν να αποδίδουν αυτά που είναι του Θεού στον Θεό.
16 Αλλά ποια ακριβώς πράγματα είναι του Καίσαρα; Ποιες θεμιτές αξιώσεις μπορεί να έχει το Κράτος από το Χριστιανό; Αυτά τα ερωτήματα θα εξεταστούν στο επόμενο άρθρο.
-
-
Αποδώστε Αυτά που Είναι του Καίσαρα στον ΚαίσαραΗ Σκοπιά—1996 | 1 Μαΐου
-
-
Αποδώστε Αυτά που Είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα
«Να αποδίδετε σε όλους αυτά που τους οφείλονται».—ΡΩΜΑΙΟΥΣ 13:7.
1, 2. (α) Σύμφωνα με τον Ιησού, πώς πρέπει να εξισορροπούν οι Χριστιανοί τις υποχρεώσεις τους προς τον Θεό και τον Καίσαρα; (β) Ποιο είναι το πρώτιστο μέλημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά;
ΣΥΜΦΩΝΑ με τον Ιησού, υπάρχουν πράγματα που οφείλουμε στον Θεό και πράγματα που οφείλουμε στον Καίσαρα, δηλαδή στο Κράτος. Ο Ιησούς είπε: «Αποδώστε αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». Με εκείνα τα λίγα λόγια, προκάλεσε σύγχυση στους εχθρούς του και συνόψισε εύστοχα την ισορροπημένη στάση που πρέπει να έχουμε όσον αφορά τη σχέση μας με τον Θεό και τη συμπεριφορά μας προς το Κράτος. Δεν είναι παράξενο που οι ακροατές του «άρχισαν να τον θαυμάζουν»!—Μάρκος 12:17.
2 Ασφαλώς, το πρώτιστο μέλημα των υπηρετών του Ιεχωβά είναι να αποδίδουν αυτά που είναι του Θεού στον Θεό. (Ψαλμός 116:12-14) Κάνοντάς το αυτό, όμως, δεν ξεχνούν ότι ο Ιησούς είπε πως πρέπει να αποδίδουν ορισμένα πράγματα στον Καίσαρα. Η Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή τους απαιτεί να εξετάζουν με προσευχή σε ποιο βαθμό μπορούν να αποδίδουν αυτά που ζητάει ο Καίσαρας. (Ρωμαίους 13:7) Στους σύγχρονους καιρούς, πολλοί νομικοί έχουν αναγνωρίσει ότι η κυβερνητική εξουσία έχει όρια και ότι ο λαός και οι κυβερνήσεις παντού περιορίζονται από το φυσικό νόμο.
3, 4. Ποια ενδιαφέροντα σχόλια έχουν γίνει σχετικά με το φυσικό νόμο, τον αποκαλυμμένο νόμο και τον ανθρώπινο νόμο;
3 Ο απόστολος Παύλος αναφέρθηκε σε αυτόν το φυσικό νόμο όταν έγραψε σχετικά με ανθρώπους του κόσμου: «Ό,τι μπορεί να γίνει γνωστό για τον Θεό είναι φανερό ανάμεσά τους, γιατί ο Θεός το φανέρωσε σε αυτούς. Διότι οι αόρατες ιδιότητές του βλέπονται καθαρά από τη δημιουργία του κόσμου και έπειτα, επειδή γίνονται αντιληπτές μέσω των πραγμάτων που έχουν φτιαχτεί, ακόμη και η αιώνια δύναμη και η Θειότητά του, ώστε αυτοί είναι αδικαιολόγητοι». Αν αυτά τα άπιστα άτομα ανταποκριθούν στο φυσικό νόμο, αυτός ο νόμος θα υποκινήσει μάλιστα τη συνείδησή τους. Γι’ αυτό, ο Παύλος είπε επίσης: «Όποτε οι εθνικοί, που δεν έχουν νόμο, κάνουν από τη φύση τους τα πράγματα του νόμου, αυτοί οι άνθρωποι, μολονότι δεν έχουν νόμο, είναι νόμος για τον εαυτό τους. Είναι αυτοί οι ίδιοι που καταδεικνύουν ότι η ουσία του νόμου είναι γραμμένη στις καρδιές τους, ενώ η συνείδησή τους δίνει μαρτυρία μαζί με αυτούς».—Ρωμαίους 1:19, 20· 2:14, 15.
4 Το 18ο αιώνα, ο διακεκριμένος Άγγλος νομικός Ουίλιαμ Μπλάκστοουν έγραψε: «Αυτός ο νόμος της φύσης [ο φυσικός νόμος], επειδή είναι σύγχρονος [έχει την ίδια ηλικία] με το ανθρώπινο γένος και υπαγορεύεται από τον ίδιο τον Θεό, είναι βεβαίως ανώτερος από κάθε άλλον όσον αφορά την υποχρέωση. Είναι δεσμευτικός για όλη την υδρόγειο, σε όλες τις χώρες, και σε όλες τις εποχές: κανένας ανθρώπινος νόμος δεν είναι έγκυρος αν είναι αντίθετος σε αυτόν». Ο Μπλάκστοουν μίλησε στη συνέχεια για τον «αποκαλυμμένο νόμο», όπως αυτός βρίσκεται στην Αγία Γραφή, και έκανε το εξής σχόλιο: «Πάνω σε αυτά τα δυο θεμέλια, στο νόμο της φύσης και στο νόμο της αποκάλυψης, στηρίζονται όλοι οι ανθρώπινοι νόμοι, δηλαδή, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται σε κανέναν ανθρώπινο νόμο να αντιφάσκει με αυτά». Κάτι τέτοιο βρίσκεται σε αρμονία με τα όσα είπε ο Ιησούς σχετικά με τον Θεό και τον Καίσαρα, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Μάρκος 12:17. Σαφώς, υπάρχουν τομείς στους οποίους ο Θεός περιορίζει τα όσα μπορεί να απαιτήσει ο Καίσαρας από το Χριστιανό. Το Σάνχεδριν καταπάτησε τα όρια ενός τέτοιου τομέα όταν πρόσταξε τους αποστόλους να σταματήσουν να κηρύττουν για τον Ιησού. Γι’ αυτό, οι απόστολοι σωστά απάντησαν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους».—Πράξεις 5:28, 29.
«Αυτά που Είναι του Θεού»
5, 6. (α) Με βάση το γεγονός ότι η Βασιλεία γεννήθηκε το 1914, τι πρέπει να έχουν οι Χριστιανοί πιο έντονα στο μυαλό τους; (β) Πώς αποδεικνύει ο Χριστιανός ότι είναι διάκονος;
5 Ιδιαίτερα από το 1914 και έπειτα, οπότε ο Ιεχωβά Θεός, ο Παντοδύναμος, άρχισε να βασιλεύει μέσω της Μεσσιανικής Βασιλείας του Χριστού, οι Χριστιανοί πρέπει να είναι βέβαιοι ότι δεν δίνουν στον Καίσαρα αυτά που είναι του Θεού. (Αποκάλυψη 11:15, 17) Όσο ποτέ προηγουμένως, ο νόμος του Θεού απαιτεί τώρα από τους Χριστιανούς να μην «είναι μέρος του κόσμου». (Ιωάννης 17:16) Εφόσον είναι αφιερωμένοι στον Θεό, τον Ζωοδότη τους, πρέπει να δείχνουν ξεκάθαρα ότι δεν ανήκουν πλέον στον εαυτό τους. (Ψαλμός 100:2, 3) Όπως έγραψε ο Παύλος, «ανήκουμε στον Ιεχωβά». (Ρωμαίους 14:8) Επιπλέον, ο Χριστιανός, κατά το βάφτισμά του, χειροτονείται ως διάκονος του Θεού, ώστε να μπορεί να λέει αυτό που είπε ο Παύλος: ‘Ο Θεός . . . μας έχει δώσει πράγματι επαρκή προσόντα για να είμαστε διάκονοι’.—2 Κορινθίους 3:5, 6.
6 Ο απόστολος Παύλος έγραψε επίσης: «Δοξάζω τη διακονία μου». (Ρωμαίους 11:13) Ασφαλώς πρέπει και εμείς να κάνουμε το ίδιο. Είτε συμμετέχουμε στη διακονία ολοχρόνια είτε μέρος του χρόνου μας, θυμόμαστε ότι ο ίδιος ο Ιεχωβά μάς διόρισε στη διακονία μας. (2 Κορινθίους 2:17) Εφόσον μερικοί ίσως αμφισβητήσουν τη θέση μας, ο κάθε αφιερωμένος, βαφτισμένος Χριστιανός πρέπει να είναι έτοιμος να προσκομίσει σαφείς και θετικές αποδείξεις ότι είναι αληθινά διάκονος των καλών νέων. (1 Πέτρου 3:15) Η διαγωγή του θα πρέπει επίσης να αποδεικνύει ότι είναι διάκονος. Ως διάκονος του Θεού, ο Χριστιανός θα πρέπει να υπερασπίζεται και να ακολουθεί τις καθαρές ηθικές αξίες, να υποστηρίζει την οικογενειακή ενότητα, να είναι έντιμος και να δείχνει σεβασμό για το νόμο και την τάξη. (Ρωμαίους 12:17, 18· 1 Θεσσαλονικείς 5:15) Η σχέση του Χριστιανού με τον Θεό καθώς και η διακονία του για την οποία έχει θεϊκό διορισμό είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή του. Δεν μπορεί να τα εγκαταλείψει κατ’ εντολήν του Καίσαρα. Σαφώς, αυτά πρέπει να συγκαταλέγονται ανάμεσα σε εκείνα «που είναι του Θεού».
«Αυτά που Είναι του Καίσαρα»
7. Ποια φήμη έχουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά όσον αφορά την πληρωμή φόρων;
7 Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά γνωρίζουν ότι οφείλουν ‘υποταγή στις ανώτερες εξουσίες’, στους κυβερνητικούς άρχοντες. (Ρωμαίους 13:1) Επομένως, όταν ο Καίσαρας, το Κράτος, έχει θεμιτές απαιτήσεις, η Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή τους τούς επιτρέπει να ικανοποιήσουν αυτές τις απαιτήσεις. Για παράδειγμα, οι αληθινοί Χριστιανοί συγκαταλέγονται στους πιο υποδειγματικούς φορολογουμένους πάνω στη γη. Στη Γερμανία, η εφημερίδα Μίνχνερ Μέρκουρ (Münchner Merkur) είπε για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά: «Είναι οι πιο έντιμοι και οι πιο συνεπείς φορολογούμενοι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία». Στην Ιταλία, η εφημερίδα Λα Στάμπα (La Stampa) παρατήρησε: «Αυτοί [οι Μάρτυρες του Ιεχωβά] είναι οι πιο νομοταγείς πολίτες που θα μπορούσαν να βρεθούν: δεν είναι φοροφυγάδες ούτε επιδιώκουν να ξεγλιστρούν για προσωπικό τους όφελος από τους νόμους που δεν τους βολεύουν». Οι υπηρέτες του Ιεχωβά το κάνουν αυτό ‘λόγω της συνείδησής τους’.—Ρωμαίους 13:5, 6.
8. Μήπως τα όσα οφείλουμε στον Καίσαρα αφορούν μόνο τους χρηματικούς φόρους;
8 Μήπως «αυτά που είναι του Καίσαρα» αφορούν μόνο την πληρωμή φόρων; Όχι. Ο Παύλος απαρίθμησε και άλλα πράγματα, όπως είναι ο φόβος και η τιμή. Στο σύγγραμμά του, Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο του Ευαγγελίου του Ματθαίου (Critical and Exegetical Hand-Book to the Gospel of Matthew), ο Γερμανός λόγιος Χάινριχ Μάγιερ έγραψε: «[Η φράση ‘αυτά που είναι του Καίσαρα’] . . . δεν πρέπει να νομίσουμε ότι αφορούσε μόνο τον κρατικό φόρο, αλλά οτιδήποτε δικαιούνταν ο Καίσαρας λόγω της νόμιμης διακυβέρνησής του». Ο ιστορικός Ε. Γ. Μπαρνς, στο έργο του Η Άνοδος της Χριστιανοσύνης (The Rise of Christianity), παρατήρησε ότι ο Χριστιανός θα πλήρωνε φόρους αν τους όφειλε και, «παρόμοια, θα δεχόταν όλες τις άλλες υποχρεώσεις προς το Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν απαιτούνταν να αποδώσει στον Καίσαρα αυτά που ανήκαν στον Θεό».
9, 10. Ποιους δισταγμούς ίσως να έχει κάποιος Χριστιανός όσον αφορά το να αποδίδει στον Καίσαρα αυτά που του οφείλονται, αλλά τι πρέπει να έχει κατά νου;
9 Ποια πράγματα θα μπορούσε να απαιτήσει το Κράτος χωρίς να εισβάλει στο χώρο των πραγμάτων που δικαιωματικά ανήκουν στον Θεό; Μερικοί πιστεύουν ότι θα ήταν θεμιτό να δίνουν στον Καίσαρα χρήματα ως φόρους, αλλά τίποτε περισσότερο. Σίγουρα, δεν θα ένιωθαν άνετα δίνοντας στον Καίσαρα οτιδήποτε ίσως να έπαιρνε χρόνο τον οποίο θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για θεοκρατικές δραστηριότητες. Ωστόσο, μολονότι αληθεύει ότι θα πρέπει να ‘αγαπούμε τον Ιεχωβά τον Θεό μας με όλη μας την καρδιά, την ψυχή, τη διάνοια και τη δύναμη’, ο Ιεχωβά αναμένει από εμάς να αφιερώνουμε χρόνο και σε άλλα πράγματα πέρα από την ιερή μας υπηρεσία. (Μάρκος 12:30· Φιλιππησίους 3:3) Λόγου χάρη, ο παντρεμένος Χριστιανός λαβαίνει τη συμβουλή να αφιερώνει χρόνο για να ευχαριστεί το γαμήλιο σύντροφό του. Τέτοιες δραστηριότητες δεν είναι εσφαλμένες, αλλά ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι αυτά είναι «τα πράγματα του κόσμου», όχι «τα πράγματα του Κυρίου».—1 Κορινθίους 7:32-34· παράβαλε 1 Τιμόθεο 5:8.
10 Επιπλέον, ο Χριστός εξουσιοδότησε τους ακολούθους του να ‘αποδίδουν’ φόρους, και αυτό οπωσδήποτε περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση χρόνου που είναι αφιερωμένος στον Ιεχωβά—εφόσον ολόκληρη η ζωή μας είναι αφιερωμένη με αυτόν τον τρόπο. Αν η μέση φορολογία σε μια χώρα είναι 33 τοις εκατό του εισοδήματος (σε μερικές χώρες είναι υψηλότερη), αυτό σημαίνει ότι κάθε χρόνο ο μέσος εργαζόμενος καταβάλλει στο Ταμείο του Κράτους τις αποδοχές τεσσάρων μηνών εργασίας. Με άλλα λόγια, στο τέλος της εργάσιμης ζωής του, ο μέσος εργαζόμενος θα έχει δαπανήσει περίπου 15 χρόνια κερδίζοντας τα χρήματα για τους φόρους που απαιτεί ο ‘Καίσαρας’. Αναλογιστείτε, επίσης, το θέμα της σχολικής εκπαίδευσης. Στις περισσότερες χώρες, ο νόμος απαιτεί να στέλνουν οι γονείς τα παιδιά τους στο σχολείο τουλάχιστον επί μερικά χρόνια. Ο αριθμός των ετών της σχολικής εκπαίδευσης ποικίλλει από χώρα σε χώρα. Στα περισσότερα μέρη περιλαμβάνεται υπολογίσιμη περίοδος χρόνου. Όντως, αυτή η σχολική εκπαίδευση είναι συνήθως ωφέλιμη, αλλά ο Καίσαρας είναι εκείνος που αποφασίζει ποιο κομμάτι της ζωής του παιδιού πρέπει να δαπανηθεί με αυτόν τον τρόπο, και οι Χριστιανοί γονείς συμμορφώνονται με την απόφαση του Καίσαρα.
Υποχρεωτική Στρατιωτική Υπηρεσία
11, 12. (α) Ποια απαίτηση έχει ο Καίσαρας σε πολλές χώρες; (β) Πώς έβλεπαν οι πρώτοι Χριστιανοί τη στρατιωτική υπηρεσία;
11 Μια άλλη απαίτηση που έχει ο Καίσαρας σε μερικές χώρες είναι η υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία. Στον 20ό αιώνα, αυτή η διευθέτηση έχει θεσπιστεί από τα περισσότερα έθνη σε καιρό πολέμου αλλά σε μερικά και σε καιρό ειρήνης. Στη Γαλλία, αυτή η υποχρέωση αποκαλούνταν επί πολλά χρόνια φόρος αίματος, εννοώντας ότι κάθε νεαρός άντρας έπρεπε να είναι διατεθειμένος να δώσει τη ζωή του για τη χώρα. Είναι άραγε αυτό κάτι που μπορούν να αποδώσουν, ακολουθώντας τη συνείδησή τους, εκείνοι οι οποίοι είναι αφιερωμένοι στον Ιεχωβά; Πώς έβλεπαν αυτό το ζήτημα οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα;
12 Αν και οι πρώτοι Χριστιανοί προσπαθούσαν να είναι καλοί πολίτες, η πίστη τους τούς εμπόδιζε να αφαιρέσουν τη ζωή κάποιου άλλου ή να θυσιάσουν τη δική τους ζωή για τη χώρα. Η Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας (The Encyclopedia of Religion) δηλώνει: «Οι πρώτοι εκκλησιαστικοί πατέρες, περιλαμβανομένου του Τερτυλλιανού και του Ωριγένη, δήλωναν ότι απαγορευόταν στους Χριστιανούς να αφαιρέσουν ανθρώπινη ζωή, μια αρχή που τους εμπόδιζε να συμμετέχουν στο ρωμαϊκό στρατό». Στο βιβλίο του Η Πρώτη Εκκλησία και ο Κόσμος (The Early Church and the World), ο καθηγητής Σ. Τζ. Καντού γράφει: «Τουλάχιστον μέχρι τη βασιλεία του Μάρκου Αυρήλιου [161-180 Κ.Χ.], κανένας Χριστιανός δεν γινόταν στρατιώτης μετά το βάφτισμά του».
13. Γιατί οι περισσότεροι στο Χριστιανικό κόσμο δεν βλέπουν τη στρατιωτική υπηρεσία όπως την έβλεπαν οι πρώτοι Χριστιανοί;
13 Γιατί δεν βλέπουν έτσι τα πράγματα σήμερα τα μέλη των εκκλησιών του Χριστιανικού κόσμου; Εξαιτίας μιας ριζικής αλλαγής που έλαβε χώρα τον τέταρτο αιώνα. Το Καθολικό σύγγραμμα Ιστορία των Χριστιανικών Συνόδων (A History of the Christian Councils) εξηγεί: «Πολλοί Χριστιανοί, . . . υπό τους ειδωλολάτρες αυτοκράτορες, είχαν θρησκευτικούς ενδοιασμούς ως προς τη στρατιωτική υπηρεσία, και αρνούνταν αποφασιστικά να πάρουν όπλο, ειδάλλως λιποτακτούσαν. Η Σύνοδος [της Αρλ, η οποία έλαβε χώρα το 314 Κ.Χ.], εξετάζοντας τις αλλαγές που εισήγαγε ο Κωνσταντίνος, διατύπωσε την υποχρέωση σύμφωνα με την οποία οι Χριστιανοί πρέπει να υπηρετούν στον πόλεμο, . . . επειδή η Εκκλησία βρίσκεται σε ειρήνη (in pace) υπό έναν άρχοντα φιλικά διακείμενο προς τους Χριστιανούς». Ως αποτέλεσμα αυτής της εγκατάλειψης των διδασκαλιών του Ιησού, από τότε μέχρι τώρα, ο κλήρος του Χριστιανικού κόσμου ενθαρρύνει τα ποίμνιά του να υπηρετούν στους στρατούς των εθνών, παρότι μερικά άτομα έχουν λάβει θέση ως αντιρρησίες συνείδησης.
14, 15. (α) Για ποιους λόγους ζητούν απαλλαγή από τη στρατιωτική υπηρεσία οι Χριστιανοί σε μερικά μέρη; (β) Εκεί όπου δεν χορηγείται απαλλαγή, ποιες Γραφικές αρχές θα βοηθήσουν το Χριστιανό να πάρει σωστή απόφαση στο ζήτημα της στρατιωτικής υπηρεσίας;
14 Μήπως είναι υποχρεωμένοι οι Χριστιανοί σήμερα να ακολουθούν την πλειονότητα σε αυτό το ζήτημα; Όχι. Αν ένας αφιερωμένος, βαφτισμένος Χριστιανός ζει σε κάποια χώρα όπου παραχωρείται απαλλαγή από τη στρατιωτική υπηρεσία σε διακόνους (θρησκευτικούς λειτουργούς), θα μπορούσε να επωφεληθεί από αυτή τη διάταξη, εφόσον στην πραγματικότητα είναι διάκονος. (2 Τιμόθεο 4:5) Ορισμένες χώρες, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αυστραλίας, παραχωρούν αυτή την απαλλαγή ακόμη και σε καιρό πολέμου. Επίσης, σε καιρό ειρήνης, σε πολλές χώρες όπου ισχύει η υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ως διάκονοι (θρησκευτικοί λειτουργοί), λαβαίνουν απαλλαγή. Έτσι μπορούν να συνεχίσουν να βοηθούν τους ανθρώπους μέσω της δημόσιας διακονίας τους.
15 Τι γίνεται, όμως, αν ο Χριστιανός ζει σε μια χώρα στην οποία δεν παραχωρείται απαλλαγή στους διακόνους (θρησκευτικούς λειτουργούς); Τότε θα πρέπει να πάρει μια προσωπική απόφαση ακολουθώντας τη Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή του. (Γαλάτες 6:5) Αν και θα λάβει υπόψη του την εξουσία του Καίσαρα, θα σταθμίσει προσεκτικά το τι οφείλει στον Ιεχωβά. (Ψαλμός 36:9· 116:12-14· Πράξεις 17:28) Ο Χριστιανός θα θυμάται ότι το χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός αληθινού Χριστιανού είναι η αγάπη για όλους τους ομοπίστους του, ακόμη και για εκείνους που ζουν σε άλλες χώρες ή εκείνους που ανήκουν σε άλλες φυλές. (Ιωάννης 13:34, 35· 1 Πέτρου 2:17) Επιπλέον, δεν θα ξεχάσει τις Γραφικές αρχές που βρίσκονται σε περικοπές όπως: Ησαΐας 2:2-4· Ματθαίος 26:52· Ρωμαίους 12:18· 14:19· 2 Κορινθίους 10:4· και Εβραίους 12:14.
Κοινωνική Υπηρεσία
16. Σε μερικές χώρες, ποια μη στρατιωτική υπηρεσία απαιτεί ο Καίσαρας από εκείνους που δεν δέχονται τη στρατιωτική υπηρεσία;
16 Ωστόσο, υπάρχουν χώρες όπου το Κράτος, αν και δεν επιτρέπει την απαλλαγή για τους διακόνους (θρησκευτικούς λειτουργούς), αναγνωρίζει, όμως, ότι μερικά άτομα ίσως αρνηθούν τη στρατιωτική υπηρεσία. Πολλές από αυτές τις χώρες έχουν κάνει προμήθεια ώστε να μην εξαναγκάζονται να προσφέρουν στρατιωτική υπηρεσία τέτοια άτομα που έχουν συνειδησιακές αντιρρήσεις. Σε ορισμένα μέρη, η απαιτούμενη κοινωνική υπηρεσία, όπως η επωφελής εργασία στην κοινότητα, θεωρείται μη στρατιωτική υπηρεσία για το Κράτος. Θα μπορούσε να αναλάβει τέτοια υπηρεσία ένας αφιερωμένος Χριστιανός; Και πάλι, ο αφιερωμένος, βαφτισμένος Χριστιανός θα πρέπει να πάρει τη δική του απόφαση με βάση τη Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή του.
17. Υπάρχει Γραφικό προηγούμενο για τη μη στρατιωτική κοινωνική υπηρεσία;
17 Φαίνεται ότι η υποχρεωτική υπηρεσία συνηθιζόταν στους Βιβλικούς χρόνους. Ένα ιστορικό βιβλίο αναφέρει: «Εκτός από τους φόρους και τις οφειλές που απαιτούνταν από τους κατοίκους της Ιουδαίας, υπήρχε επίσης και κάποια υποχρεωτική εργασία [άμισθη εργασία που απαιτούσαν οι δημόσιες αρχές]. Αυτός ήταν ένας αρχαίος θεσμός στην Ανατολή, τον οποίο οι ελληνιστικές και οι ρωμαϊκές αρχές συνέχισαν να διατηρούν. . . . Η Καινή Διαθήκη, επίσης, αναφέρει παραδείγματα υποχρεωτικής εργασίας στον Ιούδα, πράγμα που δείχνει πόσο διαδεδομένη ήταν. Σε αρμονία με αυτό το έθιμο, οι στρατιώτες επέβαλαν στον Σίμωνα από την Κυρήνη να μεταφέρει το σταυρό [το ξύλο του βασανισμού] του Ιησού (Ματθαίος 5:41· 27:32· Μάρκος 15:21· Λουκάς 23:26)».
18. Σε σχέση με ποιες μη στρατιωτικές, μη θρησκευτικές μορφές κοινοτικής υπηρεσίας συνεργάζονται συχνά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά;
18 Παρόμοια, το Κράτος ή οι τοπικές αρχές απαιτούν από τους πολίτες σε μερικές χώρες σήμερα να συμμετέχουν σε διάφορες μορφές κοινοτικής υπηρεσίας. Μερικές φορές αυτό αφορά ένα συγκεκριμένο έργο, όπως είναι το σκάψιμο πηγαδιών ή η κατασκευή δρόμων· μερικές φορές αυτό γίνεται σε τακτική βάση, όπως είναι η εβδομαδιαία συμμετοχή στον καθαρισμό δρόμων, σχολείων ή νοσοκομείων. Όταν αυτή η κοινωνική υπηρεσία αποσκοπεί στο καλό της κοινότητας και δεν συνδέεται με την ψεύτικη θρησκεία ούτε είναι κατά κάποιον άλλον τρόπο απαράδεκτη για τη συνείδηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά, εκείνοι συχνά συμμορφώνονται. (1 Πέτρου 2:13-15) Αυτό συνήθως οδηγεί σε θαυμάσια μαρτυρία, και μερικές φορές έχει αποστομώσει εκείνους που κατηγορούν ψευδώς τους Μάρτυρες ότι είναι αντικυβερνητικά στοιχεία.—Παράβαλε Ματθαίος 10:18.
19. Πώς πρέπει να προσεγγίσει ο Χριστιανός το ζήτημα αν ο Καίσαρας του ζητήσει να εκτελέσει μη στρατιωτική υπηρεσία για το Κράτος επί κάποια περίοδο χρόνου;
19 Τι γίνεται, όμως, αν το Κράτος απαιτεί να εκτελέσει ο Χριστιανός επί κάποια περίοδο χρόνου κοινωνική υπηρεσία που αποτελεί μέρος υπηρεσίας για το Κράτος υπό πολιτική διοίκηση; Και πάλι, οι Χριστιανοί πρέπει να πάρουν τη δική τους απόφαση, η οποία να βασίζεται σε μια πληροφορημένη συνείδηση. «Όλοι θα σταθούμε μπροστά στη δικαστική έδρα του Θεού». (Ρωμαίους 14:10) Οι Χριστιανοί που αντιμετωπίζουν κάποια απαίτηση του Καίσαρα θα πρέπει να μελετήσουν με προσευχή το ζήτημα και να κάνουν στοχασμούς γύρω από αυτό.a Ίσως επίσης είναι σοφό να το συζητήσουν με ώριμους Χριστιανούς στην εκκλησία. Κατόπιν, πρέπει να πάρουν μια προσωπική απόφαση.—Παροιμίαι 2:1-5· Φιλιππησίους 4:5.
20. Ποια ερωτήματα και ποιες Γραφικές αρχές βοηθούν το Χριστιανό να εξετάσει λογικά το ζήτημα της μη στρατιωτικής κοινωνικής υπηρεσίας για το Κράτος;
20 Καθώς ασχολούνται με αυτή την έρευνα, οι Χριστιανοί θα λάβουν υπόψη τους μερικές Γραφικές αρχές. Ο Παύλος είπε ότι πρέπει να είμαστε «υπάκουοι σε κυβερνήσεις και εξουσίες αναγνωρίζοντάς τες ως άρχοντες, . . . έτοιμοι για κάθε καλό έργο . . . λογικοί, δείχνοντας κάθε πραότητα προς όλους τους ανθρώπους». (Τίτο 3:1, 2) Συγχρόνως, θα ήταν καλό να εξετάσουν οι Χριστιανοί το προτεινόμενο κοινωνικό έργο. Αν το δεχτούν, θα είναι σε θέση να διατηρήσουν Χριστιανική ουδετερότητα; (Μιχαίας 4:3, 5· Ιωάννης 17:16) Μήπως θα τους αναμείξει αυτό με κάποια μορφή της ψεύτικης θρησκείας; (Αποκάλυψη 18:4, 20, 21) Μήπως η εκτέλεσή του θα τους εμποδίσει ή θα τους περιορίσει σε παράλογο βαθμό από την εκπλήρωση των Χριστιανικών τους ευθυνών; (Ματθαίος 24:14· Εβραίους 10:24, 25) Από την άλλη μεριά, θα είναι σε θέση να εξακολουθήσουν να κάνουν πνευματική πρόοδο, ίσως ακόμη και συμμετέχοντας στην ολοχρόνια διακονία ενόσω θα εκτελούν την απαιτούμενη υπηρεσία;—Εβραίους 6:11, 12.
21. Όποια και αν είναι η απόφαση ενός αδελφού που χειρίζεται το ζήτημα της μη στρατιωτικής κοινωνικής υπηρεσίας για το Κράτος, πώς θα πρέπει να τον βλέπει η εκκλησία;
21 Τι θα γίνει αν οι ειλικρινείς απαντήσεις του Χριστιανού σε αυτά τα ερωτήματα τον οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η κοινωνική υπηρεσία για το Κράτος είναι «καλό έργο» το οποίο μπορεί να εκτελέσει υπακούοντας στις εξουσίες; Αυτό είναι δική του απόφαση ενώπιον του Ιεχωβά. Οι διορισμένοι πρεσβύτεροι και οι άλλοι θα πρέπει να σεβαστούν πλήρως τη συνείδηση του αδελφού και να συνεχίσουν να τον βλέπουν ως Χριστιανό με καλή υπόσταση. Αν, όμως, κάποιος Χριστιανός θεωρεί ότι δεν μπορεί να εκτελέσει αυτή την κοινωνική υπηρεσία, η άποψή του πρέπει επίσης να γίνει σεβαστή. Και αυτός επίσης παραμένει σε καλή υπόσταση και θα πρέπει να λαβαίνει στοργική υποστήριξη.—1 Κορινθίους 10:29· 2 Κορινθίους 1:24· 1 Πέτρου 3:16.
22. Όποια κατάσταση και αν αντιμετωπίζουμε, τι θα συνεχίσουμε να κάνουμε;
22 Ως Χριστιανοί, δεν θα σταματήσουμε να αποδίδουμε «σε εκείνον που ζητάει την τιμή, την τιμή». (Ρωμαίους 13:7) Θα σεβόμαστε την ευταξία και θα επιδιώκουμε να είμαστε ειρηνικοί, νομοταγείς πολίτες. (Ψαλμός 34:14) Μπορούμε ακόμη και να προσευχόμαστε «σχετικά με βασιλιάδες και όλους εκείνους που είναι σε υψηλές θέσεις» όταν αυτοί οι άνθρωποι καλούνται να πάρουν αποφάσεις που επηρεάζουν τη Χριστιανική μας ζωή και το έργο μας. Ως αποτέλεσμα του ότι αποδίδουμε αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, ελπίζουμε ότι θα «ζούμε εμείς μια ήρεμη και ήσυχη ζωή με πλήρη θεοσεβή αφοσίωση και σοβαρότητα». (1 Τιμόθεο 2:1, 2) Πάνω από όλα, θα συνεχίσουμε να κηρύττουμε τα καλά νέα της Βασιλείας ως τη μόνη ελπίδα της ανθρωπότητας, αποδίδοντας ευσυνείδητα αυτά που είναι του Θεού στον Θεό.
-