ΙΟΥΔΑΙΑ
(Ιουδαία) [εβρ. προέλευσης· Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στον Ιούδα].
Τα ακριβή όρια αυτής της περιοχής της Παλαιστίνης δεν είναι καθορισμένα με βεβαιότητα. Φαίνεται ότι η Ιουδαία περιλάμβανε μια περιοχή 80 περίπου χλμ. από τα ανατολικά προς τα δυτικά και 50 περίπου χλμ. από τα βόρεια προς τα νότια. Στα βόρεια βρισκόταν η Σαμάρεια και στα νότια η Ιδουμαία. Η Νεκρά Θάλασσα και η Κοιλάδα του Ιορδάνη αποτελούσαν το ανατολικό όριο. Ωστόσο, όταν τα εδάφη της Ιδουμαίας προσαρτήθηκαν στην Ιουδαία, το νότιο όριο φαίνεται ότι εκτεινόταν από κάποιο σημείο πιο κάτω από τη Γάζα στα Δ μέχρι τη Μασάδα στα Α.
Στο εδάφιο Ματθαίος 19:1, η δήλωση ότι ο Ιησούς έφυγε από τη Γαλιλαία και ήρθε «στα σύνορα της Ιουδαίας στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη» ίσως έχει την έννοια ότι ο Ιησούς έφυγε από τη Γαλιλαία, διέσχισε τον Ιορδάνη και εισήλθε στην Ιουδαία διαμέσου της Περαίας.
Ο Ηρώδης ο Μέγας ήταν “βασιλιάς της Ιουδαίας” όταν γεννήθηκαν ο Ιωάννης ο Βαφτιστής και ο Ιησούς. (Λου 1:5) Νωρίτερα, ο Ηρώδης είχε διοριστεί βασιλιάς της Ιουδαίας από τη ρωμαϊκή σύγκλητο. Αργότερα, η επικράτειά του διευρύνθηκε, και τον καιρό του θανάτου του περιλάμβανε την Ιουδαία, τη Γαλιλαία, τη Σαμάρεια, την Ιδουμαία, την Περαία και άλλες περιοχές. Ο Αρχέλαος, γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, κληρονόμησε την εξουσία επί της Ιουδαίας, της Σαμάρειας και της Ιδουμαίας. (Παράβαλε Ματ 2:22, 23.) Ωστόσο, μετά την εκτόπισή του, η Ιουδαία περιήλθε υπό την εξουσία Ρωμαίων κυβερνητών που είχαν την επίσημη κατοικία τους στην Καισάρεια. Με εξαίρεση τη σύντομη διακυβέρνηση του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ ως βασιλιά της Παλαιστίνης (Πρ 12:1), τις υποθέσεις της Ιουδαίας τις διαχειρίζονταν κυβερνήτες μέχρι την Ιουδαϊκή εξέγερση το 66 Κ.Χ.
Στα τέλη του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ., σε εκπλήρωση προφητείας, ο υποσχεμένος Μεσσίας, ο Ιησούς, γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. (Ματ 2:3-6· Λου 2:10, 11) Μετά την επίσκεψη κάποιων αστρολόγων από την Ανατολή, ο θετός πατέρας του Ιησού ο Ιωσήφ, τον οποίο είχε προειδοποιήσει ένας άγγελος σε όνειρο για την πρόθεση που είχε ο Ηρώδης ο Μέγας να θανατώσει το παιδί, έφυγε με την οικογένειά του στην Αίγυπτο. Μετά το θάνατο του Ηρώδη, ο Ιωσήφ δεν επέστρεψε στην Ιουδαία αλλά εγκαταστάθηκε στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Αυτό έγινε αφενός επειδή στην Ιουδαία βασίλευε ο γιος του Ηρώδη ο Αρχέλαος και αφετέρου επειδή ο Ιωσήφ έλαβε θεϊκή προειδοποίηση σε όνειρο.—Ματ 2:7-23.
Την άνοιξη του 29 Κ.Χ., όταν ο Ιωάννης ο Βαφτιστής άρχισε το προπαρασκευαστικό του έργο αναφορικά με την έλευση του Μεσσία, η Ιουδαία υπαγόταν στη δικαιοδοσία του Ρωμαίου Κυβερνήτη Πόντιου Πιλάτου. Πολλοί, περιλαμβανομένων και Ιουδαίων, άκουσαν το κήρυγμα του Ιωάννη στην έρημο της Ιουδαίας και βαφτίστηκαν συμβολίζοντας τη μετάνοιά τους. (Ματ 3:1-6· Λου 3:1-16) Όταν ο Ιησούς άρχισε τη διακονία του, λιγότερο από οχτώ μήνες αργότερα, δόθηκε στους κατοίκους της Ιουδαίας άλλη μια ευκαιρία να επιστρέψουν στον Ιεχωβά με πλήρη καρδιά. Για ένα διάστημα μάλιστα, οι μαθητές του Ιησού βάφτιζαν περισσότερους από ό,τι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής. (Ιωα 3:22· 4:1-3) Αφού ο Ιησούς έφυγε για τη Γαλιλαία, τον ακολούθησαν μεγάλα πλήθη από την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία και έτσι ωφελήθηκαν από τη διακονία του εκεί. (Ματ 4:25· Μαρ 3:7· Λου 6:17) Όπως συνέβη και με τους Γαλιλαίους, αναμφίβολα το ενδιαφέρον πολλών από αυτούς τους Ιουδαίους υποκινήθηκε αρχικά από τα όσα είδαν να κάνει ο Ιησούς στην Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια της γιορτής (Πάσχα, 30 Κ.Χ.). (Ιωα 4:45) Τα νέα για τα θαύματα του Ιησού στη Γαλιλαία, όπως για την ανάσταση του μοναχογιού μιας χήρας στη Ναΐν, διαδόθηκαν και σε όλη την Ιουδαία.—Λου 7:11-17.
Ωστόσο, οι θρησκευτικοί ηγέτες της Ιουδαίας εναντιώθηκαν σφοδρά στον Ιησού. Αυτοί φαίνεται ότι ασκούσαν μεγαλύτερη επιρροή στους Ιουδαίους από ό,τι στους Γαλιλαίους. Ήδη από τον καιρό του Πάσχα του 31 Κ.Χ. ο Ιησούς δεν ήταν πλέον ασφαλής στην Ιουδαία. (Ιωα 5:1, 16-18· 7:1) Παρ’ όλα αυτά, ερχόταν στην Ιερουσαλήμ για να παρευρεθεί στις γιορτές και επωφελούνταν της ευκαιρίας να κηρύξει. (Ιωα 7:10-13, 25, 26, 32· 10:22-39) Πιθανότατα από την Ιουδαία, μετά τη Γιορτή των Σκηνών το 32 Κ.Χ., απέστειλε ο Ιησούς τους 70. (Λου 10:1-24) Αργότερα, παρά τις προηγούμενες απόπειρες λιθοβολισμού που είχαν γίνει εναντίον του, ο Ιησούς, μόλις έμαθε ότι ο φίλος του ο Λάζαρος είχε πεθάνει, αποφάσισε να πάει στην Ιουδαία. Κατόπιν, η ανάσταση του Λαζάρου από τον Ιησού στη Βηθανία χρησιμοποιήθηκε από τους θρησκευτικούς ηγέτες ως ένας επιπρόσθετος λόγος για να επιζητούν το θάνατό του. Μερικοί από αυτούς είπαν: «Αν τον αφήσουμε έτσι, όλοι θα πιστέψουν σε αυτόν, και θα έρθουν οι Ρωμαίοι και θα μας πάρουν και τον τόπο και το έθνος».—Ιωα 11:5-8, 45-53.
Παρότι τα συνοπτικά Ευαγγέλια πραγματεύονται κατά κύριο λόγο τη διακονία του Ιησού στη Γαλιλαία (πιθανώς επειδή η ανταπόκριση ήταν καλύτερη εκεί), ο Ιησούς δεν αγνόησε την Ιουδαία. Διαφορετικά, δεν θα μπορούσαν να πουν οι εχθροί του στον Πιλάτο: «Ξεσηκώνει το λαό διδάσκοντας σε ολόκληρη την Ιουδαία, αρχίζοντας μάλιστα από τη Γαλιλαία ως εδώ».—Λου 23:5.
Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Χριστού Ιησού, η Ιερουσαλήμ και η Ιουδαία εξακολούθησαν να λαβαίνουν πλήρη μαρτυρία. (Πρ 1:8) Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., υπήρχαν αναμφίβολα και Ιουδαίοι ανάμεσα στους 3.000 που ανταποκρίθηκαν στο κήρυγμα του Πέτρου και βαφτίστηκαν. Έκτοτε, η Χριστιανική εκκλησία στην Ιερουσαλήμ συνέχισε να απολαμβάνει αυξήσεις. (Πρ 2) Δεν έλειψε, όμως, και η εναντίωση. (Πρ 4:5-7, 15-17· 5:17, 18, 40· 6:8-12) Μετά το λιθοβολισμό του Χριστιανού Στεφάνου, έγινε τέτοιος σκληρός διωγμός ώστε «όλοι, εκτός από τους αποστόλους, διασκορπίστηκαν μέσα στις περιοχές της Ιουδαίας και της Σαμάρειας». (Πρ 8:1) Ωστόσο, αντί να αποτελέσει τροχοπέδη, αυτός ο διασκορπισμός κατέληξε στην εξάπλωση του Χριστιανικού αγγέλματος, και προφανώς σχηματίστηκαν καινούριες εκκλησίες στην Ιουδαία και αλλού. (Πρ 8:4· Γα 1:22) Έπειτα από τη μεταστροφή του διώκτη Σαούλ από την Ταρσό, «η εκκλησία σε όλη την Ιουδαία και τη Γαλιλαία και τη Σαμάρεια μπήκε σε περίοδο ειρήνης, ενώ παράλληλα εποικοδομούνταν· και καθώς περπατούσε στο φόβο του Ιεχωβά και στην παρηγοριά του αγίου πνεύματος, συνεχώς πλήθαινε». (Πρ 9:31) Ο ίδιος ο πρώην διώκτης, ο απόστολος Παύλος, κήρυξε στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία. (Πρ 26:20) Χάρη στη δράση του Παύλου και άλλων, ιδρύθηκαν νέες εκκλησίες Χριστιανών, ενώ οι απόστολοι, καθώς και πρεσβύτεροι της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, υπηρετούσαν ως κυβερνών σώμα για όλες αυτές τις εκκλησίες.—Πρ 15:1-33· Ρω 15:30-32.
Προφανώς πολλοί από τους Εβραίους Χριστιανούς που ζούσαν στην Ιουδαία ήταν φτωχοί. Επομένως, θα πρέπει να ενθαρρύνθηκαν πολύ όταν έλαβαν την προαιρετική υλική βοήθεια που οργάνωσαν για χάρη τους οι Χριστιανοί αδελφοί τους σε άλλα μέρη της γης. (Πρ 11:28-30· Ρω 15:25-27· 1Κο 16:1-3· 2Κο 9:5, 7) Καθώς συνέχιζαν την πιστή τους υπηρεσία, οι Εβραίοι Χριστιανοί στην Ιουδαία υπέστησαν μεγάλο διωγμό από τους μη ομόπιστους συμπατριώτες τους. (1Θε 2:14) Τελικά, το 66 Κ.Χ., όταν τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον Κέστιο Γάλλο αποσύρθηκαν από την Ιερουσαλήμ, αυτοί οι Χριστιανοί, υπακούοντας στα προφητικά λόγια του Ιησού, έφυγαν από την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία στα βουνά, με αποτέλεσμα να σωθούν από τη φοβερή καταστροφή που υπέστη η Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.—Ματ 24:15, 16· Μαρ 13:14· Λου 21:20, 21.