ΑΦΘΑΡΣΙΑ
Η ιδιότητα ενός σώματος να μην υπόκειται σε φθορά, βλάβη ή καταστροφή.
Άμεσες αναφορές στην αφθαρσία υπάρχουν μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η λέξη ἀφθαρσία που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο σχηματίζεται από το στερητικό μόριο α και ένα παράγωγο του ρήματος φθείρω, το οποίο σήμαινε, όπως και σήμερα, “φθείρω” (1Κο 15:33), “διαφθείρω” (2Κο 7:2)—και ως εκ τούτου φέρνω σε υποδεέστερη ή κατώτερη κατάσταση—αλλά και “θανατώνω” ή “καταστρέφω”. (2Πε 2:12) Στο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται επίσης το επίθετο ἄφθαρτος.
Η Φθορά και το να Υπόκειται Κάτι σε Φθορά. Καθώς εξετάζουμε το ζήτημα της αφθαρσίας, είναι χρήσιμο να αναλύσουμε πρώτα τη χρήση των λέξεων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αναφέρονται στη φθορά και στο να υπόκειται κάτι σε φθορά. Σημειωτέον δε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να είναι κάτι φθαρμένο και στο να είναι φθαρτό, δηλαδή υποκείμενο σε φθορά.
Και οι δύο αυτές έννοιες είναι δυνατόν να αφορούν τόσο υλικά όσο και άυλα πράγματα. Το στεφάνι για το οποίο αγωνίζονταν οι αθλητές στην αρχαία Ελλάδα ήταν φθαρτό—υπόκειτο σε φθορά, μαρασμό ή αποσύνθεση. (1Κο 9:25) Ακόμη και ο χρυσός (ο οποίος είναι διαλυτός σε βασιλικό ύδωρ) και το ασήμι είναι φθαρτά. (1Πε 1:18· παράβαλε Ιακ 5:3.) Τα πλοία “ναυαγούν” (στο Κείμενο χρησιμοποιείται ο εμφατικός τύπος διαφθείρω) όταν υφίσταται βλάβη ο σκελετός τους. (Απ 8:9) Η λέξη διαφθείρω χρησιμοποιείται επίσης στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο αναφορικά με την “καταστροφή” της γης. (Απ 11:18) Ο άνθρωπος, το σάρκινο πλάσμα, είναι φθαρτός. (Ρω 1:23) Λόγω της ατελούς κατάστασης στην οποία βρίσκεται το σώμα του, υπόκειται σε βλαπτικές ασθένειες και τελικά σε διάλυση κατά το θάνατο, καθώς το σώμα αποσυντίθεται. (Πρ 13:36) Όσον αφορά δε τα άυλα πράγματα, οι καλές συνήθειες είναι δυνατόν να φθαρούν από τις κακές συναναστροφές. (1Κο 15:33) Οι άνθρωποι είναι δυνατόν να διαφθαρούν διανοητικά, απομακρυνόμενοι από την ειλικρίνεια, την αγνότητα και την αλήθεια (2Κο 11:3· 1Τι 6:5· 2Τι 3:8), με τελική κατάληξη την ηθική παρακμή, τη διαφθορά της προσωπικότητας του ατόμου.—Εφ 4:22· Ιου 10.
Ακόμη και τα τέλεια ανθρώπινα σώματα είναι φθαρτά, δεν είναι δηλαδή άτρωτα στη βλάβη ή στην καταστροφή. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Παύλος μπορούσε να πει ότι ο αναστημένος Ιησούς “δεν έμελλε πια να επιστρέψει σε φθορά” (Πρ 13:34), δηλαδή δεν θα επέστρεφε ποτέ στη ζωή με φθαρτό ανθρώπινο σώμα. Μόνο χάρη στην παρέμβαση του Θεού κατέστη δυνατό να μη δει φθορά στον τάφο το σάρκινο σώμα της επίγειας ύπαρξης του Γιου του. (Πρ 2:31· 13:35-37) Το σώμα εκείνο, όμως, δεν διαφυλάχτηκε για να το χρησιμοποιήσει ο αναστημένος Ιησούς, δεδομένου ότι ο απόστολος Πέτρος δηλώνει πως ο Ιησούς «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Προφανώς, λοιπόν, ο Θεός εξαφάνισε εκείνο το σώμα θαυματουργικά, μη επιτρέποντας έτσι να δει το σώμα καταστροφική φθορά.—Βλέπε ΣΩΜΑ (Το Σάρκινο Σώμα του Χριστού).
Οι άγγελοι, αν και είναι πνευματικά πλάσματα, παρουσιάζονται να έχουν φθαρτά σώματα, καθώς αναφέρεται για αυτούς ότι είναι δυνατόν να υποστούν καταστροφή.—Ματ 25:41· 2Πε 2:4· παράβαλε Λου 4:33, 34.
Η υποδούλωση του ανθρώπου στη φθορά. Παρότι ο Αδάμ είχε φθαρτό σώμα και ως τέλειος ακόμη, ο στασιασμός του εναντίον του Θεού ήταν ο μόνος λόγος για τον οποίο οδηγήθηκε σε «υποδούλωση στη φθορά», φέρνοντας σε αυτή την κατάσταση και όλους τους απογόνους του, το ανθρώπινο γένος. (Ρω 8:20-22) Αυτή η υποδούλωση στη φθορά είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, δηλαδή της παράβασης (Ρω 5:12), και προξενεί σωματική ατέλεια η οποία οδηγεί σε κατάπτωση, ασθένειες, γήρανση και θάνατο. Γι’ αυτόν το λόγο, όποιος “σπέρνει μεριμνώντας για τη σάρκα θερίζει φθορά από τη σάρκα του” και δεν αποκτάει την αιώνια ζωή που είναι υποσχεμένη σε εκείνους που σπέρνουν μεριμνώντας για το πνεύμα.—Γα 6:8· παράβαλε 2Πε 2:12, 18, 19.
Χριστιανοί που Αποκτούν Αφθαρσία. Όπως επισημάνθηκε, οι Εβραϊκές Γραφές δεν κάνουν άμεση αναφορά στην αφθαρσία, τονίζουν δε συχνά τη θνητότητα της ανθρώπινης ψυχής. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος λέει για τον Χριστό Ιησού ότι «έχει ρίξει φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων». (2Τι 1:10) Μέσω του Ιησού, ο Θεός αποκάλυψε το ιερό μυστικό του σκοπού που είχε να δώσει στους χρισμένους Χριστιανούς το προνόμιο να βασιλέψουν μαζί με τον Γιο του στον ουρανό. (Λου 12:32· Ιωα 14:2, 3· παράβαλε Εφ 1:9-11.) Ο Θεός, με το να αναστήσει τον Σωτήρα τους τον Ιησού Χριστό από τους νεκρούς, έχει δώσει σε αυτούς τους Χριστιανούς τη ζωντανή ελπίδα για «μια άφθαρτη και αμόλυντη και αμάραντη κληρονομιά . . . φυλαγμένη στους ουρανούς». (1Πε 1:3, 4, 18, 19· παράβαλε 1Κο 9:25.) Αυτοί αναγεννιούνται ενόσω ζουν ακόμη στη σάρκα, δηλαδή τους δίνεται η θέση πνευματικών γιων του Θεού, γεννημένων «με άφθαρτο αναπαραγωγικό σπέρμα, μέσω του λόγου του ζωντανού και διαμένοντος Θεού».—1Πε 1:23· παράβαλε 1Ιω 3:1, 9.
Αν και ο Θεός πολιτεύεται μαζί τους θεωρώντας τους πνευματικούς γιους του και παρότι έχουν λάβει την υπόσχεση για μια άφθαρτη κληρονομιά, αυτοί οι Χριστιανοί που καλούνται στην ουράνια Βασιλεία δεν κατέχουν αθανασία ή αφθαρσία ενόσω είναι ακόμη σαρκικά όντα εδώ στη γη. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι «επιζητούν δόξα και τιμή και αφθαρσία μέσω υπομονής σε έργο που είναι καλό». (Ρω 2:6, 7) Η «αφθαρσία» που επιζητούν προφανώς δεν σημαίνει απλώς και μόνο απαλλαγή από την ηθική φθορά. Ακολουθώντας το παράδειγμα του Χριστού και έχοντας πίστη στη λυτρωτική του θυσία, οι Χριστιανοί αυτοί έχουν ήδη «ξεφύγει από τη διαφθορά που μέσω σαρκικού πόθου υπάρχει στον κόσμο». (2Πε 1:3, 4) «Αγαπούν τον Κύριό μας Ιησού Χριστό με αφθαρσία» και “δείχνουν αδιαφθορία στη διδασκαλία τους”. (Εφ 6:24· Τιτ 2:7, 8) Η αφθαρσία (μαζί με τη δόξα και την τιμή) την οποία επιζητούν με πιστή υπομονή σχετίζεται με την ενδόξασή τους τον καιρό που ανασταίνονται ως πραγματικοί πνευματικοί γιοι του Θεού, και αυτό γίνεται φανερό από την πρώτη επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους.
Εγείρονται σε Αθανασία και Αφθαρσία. Ο Χριστός Ιησούς εισήλθε σε αθανασία όταν αναστήθηκε από τους νεκρούς, και έκτοτε κατέχει “ακατάστρεπτη ζωή”. (1Τι 6:15, 16· Εβρ 7:15-17) Ως «η ακριβής απεικόνιση της ίδιας . . . της οντότητας» του Πατέρα του, ο οποίος είναι ο άφθαρτος Θεός (Εβρ 1:3· 1Τι 1:17), ο αναστημένος Ιησούς απολαμβάνει και αυτός αφθαρσία.
Οι συγκληρονόμοι του Ιησού, ενωμένοι μαζί του κατά την ομοιότητα της ανάστασής του, ανασταίνονται και οι ίδιοι όχι απλώς σε αιώνια ζωή ως πνευματικά πλάσματα αλλά σε αθανασία και αφθαρσία. Έχοντας ζήσει, υπηρετήσει πιστά και πεθάνει με φθαρτό ανθρώπινο σώμα, λαβαίνουν τώρα πια άφθαρτο πνευματικό σώμα, όπως διασαφηνίζει ο Παύλος στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:42-54. Συνεπώς, η αθανασία αναφέρεται προφανώς στην ποιότητα της ζωής που απολαμβάνουν, μια ζωή ατελεύτητη και ακατάστρεπτη, ενώ η αφθαρσία συνδέεται καταφανώς με τον οργανισμό ή το σώμα που τους δίνει ο Θεός, το οποίο είναι εγγενώς άφθαρτο, άτρωτο στη βλάβη ή στην καταστροφή. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Θεός τούς χορηγεί τη δύναμη να είναι αυτοσυντήρητοι, να μην εξαρτώνται από εξωτερικές πηγές ενέργειας όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα σάρκινα και πνευματικά πλάσματά του. Αυτό αποτελεί συγκινητική απόδειξη της εμπιστοσύνης που τους δείχνει ο Θεός. Ωστόσο, αυτή η ανεξάρτητη και ακατάστρεπτη ύπαρξη δεν τους θέτει εκτός του ελέγχου που ασκεί ο Θεός. Όπως η Κεφαλή τους, ο Χριστός Ιησούς, έτσι και αυτοί εξακολουθούν να υποτάσσονται στο θέλημα και στις κατευθύνσεις του Πατέρα τους.—1Κο 15:23-28· βλέπε ΑΘΑΝΑΣΙΑ· ΨΥΧΗ.