ΣΑΡΚΑ
Οι λέξεις μπασάρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και σάρξ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται πρωτίστως στα μαλακά μέρη του φυσικού σώματος των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών ή των ψαριών. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρονται στα μέρη που αποτελούνται κυρίως από μυς και λίπος. Η Αγία Γραφή επισημαίνει ότι η σάρκα των διαφόρων ειδών των ζωντανών οργανισμών ποικίλλει. (1Κο 15:39) Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι αυτό αληθεύει. Έχουν παρατηρήσει μεγάλες διαφορές στη χημική σύνθεση και στην κυτταρική δομή της σάρκας των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών και των ψαριών.
Στον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό, οφείλεται η ύπαρξη κάθε σάρκας και η ζωή της. Εκείνος χαρακτηρίζεται στην Αγία Γραφή ως «ο Ιεχωβά, ο Θεός του πνεύματος [περιλαμβανομένης της δύναμης της ζωής] κάθε είδους σάρκας». (Αρ 27:16· παράβαλε Γε 6:17.) Ο ίδιος δηλώνει ότι η ψυχή (ζωή) του σαρκικού πλάσματος είναι στο αίμα. (Λευ 17:11-14) Αρχικά, δόθηκαν στον άνθρωπο για τη διατροφή του τα χορταρικά και οι καρποί, όχι η σάρκα των ζώων. Ύστερα όμως από τον Κατακλυσμό, ο Θεός πρόσθεσε το κρέας, προστάζοντας, ωστόσο, ότι «κρέας με την ψυχή του—το αίμα του—δεν πρέπει να φάτε».—Γε 9:3, 4.
Ο κανιβαλισμός, δηλαδή η βρώση ανθρώπινης σάρκας, τον οποίο φυσιολογικά αποστρέφεται ο ανθρώπινος νους, ήταν ειδεχθής για τον Θεό και τον αρχαίο λαό του τον Ισραήλ, με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη. (Δευ 28:53-57· 2Βα 6:28-30) Ούτε μπορούσαν αυτοί να φάνε το κρέας ζώου που είχε κατασπαραχτεί από θηρίο ή είχε ψοφήσει. Αυτά τα ζώα ήταν απεχθή, εκτός του ότι το αίμα τους δεν είχε στραγγιστεί κατάλληλα.—Εξ 22:31· Λευ 17:15, 16· Δευ 14:21.
Ο Θεός καθόρισε ότι ο λαός του, προτού φάει το κρέας κάποιου ζώου, έπρεπε να χύνει το αίμα του στη γη και να το σκεπάζει με χώμα, προσέχοντας να μη φάει το αίμα, επί ποινή θανάτου. (Δευ 12:23-25· Λευ 7:27) Το κυβερνών σώμα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας επανέλαβε αυτή την απαγόρευση, αποκλείοντας τη βρώση πνιχτών ή ζώων από τα οποία δεν είχε στραγγιστεί το αίμα. Επιπρόσθετα απαγόρευσε τη βρώση κρέατος στα πλαίσια μιας προσφοράς συμμετοχής προς τα είδωλα, συνήθεια που ήταν κοινή μεταξύ των ειδωλολατρών εκείνη την εποχή. (Πρ 15:19, 20, 28, 29) Η βρώση κρέατος από τους Χριστιανούς είναι κατάλληλη, αλλά ο απόστολος Παύλος επισήμανε πως το κρέας δεν είναι απολύτως απαραίτητο για τον άνθρωπο ως τροφή όταν είπε ότι, αν το να φάει ο ίδιος κρέας αποτελούσε αιτία προσκόμματος για άλλους Χριστιανούς, δεν επρόκειτο “ποτέ να ξαναφάει κρέας”.—Ρω 14:21· 1Κο 8:13.
Το σάρκινο σώμα που δόθηκε στον άνθρωπο έπρεπε να θεωρείται ιερό και απαραβίαστο και να μην υποβάλλεται εκούσια σε κακομεταχείριση ή ακρωτηριασμό, είτε από το ίδιο το άτομο είτε από κάποιον άλλον.—Λευ 19:28· Δευ 14:1· Εξ 21:12-27.
Συγγένεια. Η λέξη «σάρκα» υποδηλώνει επίσης συγγένεια. Η Εύα είχε τη στενότερη δυνατή συγγένεια με τον Αδάμ, εφόσον ήταν, όπως είπε ο ίδιος, “οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του”. (Γε 2:23· βλέπε επίσης Γε 29:14· 37:27· 2Σα 5:1.) Η στενή σχέση του άντρα και της συζύγου του δηλώνεται με έμφαση: «Θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24· Ματ 19:5, 6) Ο Παύλος χαρακτηρίζει τον Ιησού άτομο «που προήλθε από το σπέρμα του Δαβίδ κατά σάρκα».—Ρω 1:3· παράβαλε 9:3.
Το Άτομο, η Ανθρωπότητα, η Σαρκική Δημιουργία. Προέκταση της ιδέας ότι η σάρκα απαρτίζει τα ορατά, απτά μέρη του σώματος είναι η χρήση της λέξης «σάρκα» γενικά για ολόκληρο το σώμα. (Λευ 17:14· 1Βα 21:27· 2Βα 4:34) Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται επίσης για το άτομο αυτό καθαυτό ως άνθρωπο από σάρκα. (Ρω 7:18· Κολ 2:1, 5) Όλη η ανθρωπότητα, ιδιαίτερα από την άποψη του Θεού που είναι Πνεύμα, περιγράφεται ως «σάρκα» (Γε 6:12· Ησ 66:16· Λου 3:6), ενώ σε μερικές περιπτώσεις αυτή η λέξη περιλαμβάνει και τη ζωική κτίση. (Γε 7:16, 21) Η Αγία Γραφή αντιπαραβάλλει συχνά τη σάρκα με τον Θεό που είναι Πνεύμα, τονίζοντας ιδιαίτερα τη σχετική ασημαντότητα του ανθρώπου. (Γε 6:3· 2Χρ 32:8· Ψλ 56:4) Εντούτοις, ο Ιεχωβά, από την ανώτερη θέση στην οποία βρίσκεται, αναγνωρίζει και επομένως λαβαίνει υπόψη του αυτό το γεγονός πολιτευόμενος με την ανθρωπότητα με ανυπέρβλητη στοργική καλοσύνη και ελεήμονα μακροθυμία.—Ψλ 78:39· παράβαλε Ψλ 103:13-15· 1Πε 1:24, 25.
Η λέξη «σάρκα» μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ένα μέρος του σώματος, ιδιαίτερα στο αντρικό γεννητικό όργανο. Το εδάφιο Λευιτικό 15:2 λέει: «Σε περίπτωση που κάποιος άντρας έχει εκκρίσεις από το γεννητικό του όργανο [κατά κυριολεξία, «τη σάρκα του»], οι εκκρίσεις του είναι ακάθαρτες».—Παράβαλε Γε 17:11· Εξ 28:42· Εφ 2:11· Κολ 2:13.
Πνευματικά Σώματα. Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι «αν υπάρχει φυσικό σώμα, υπάρχει και πνευματικό». (1Κο 15:44) Αυτό επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Πέτρο, όταν λέει σε άτομα με σαρκική, ανθρώπινη φύση, καλεσμένα να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό, ότι θα γίνουν συμμέτοχοι σε «θεϊκή φύση», δηλαδή σε πνευματική ζωή στους αόρατους ουρανούς. (2Πε 1:4) Αυτό προϋποθέτει αλλαγή οργανισμού, διότι «σάρκα και αίμα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού, ούτε η φθορά κληρονομεί την αφθαρσία».—1Κο 15:50-54.
Το Σάρκινο Σώμα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς, ο οποίος ήταν «ο Λόγος» του Θεού, «από τον ουρανό», απεκδύθηκε την πνευματική φύση και «έγινε σάρκα». (Ιωα 1:1· 1Κο 15:47· Φλπ 2:5-8· Ιωα 1:14· 1Τι 3:16) Εφόσον γεννήθηκε ως άνθρωπος, δεν ήταν πνεύμα και δεν προσέλαβε απλώς σάρκινο σώμα, όπως είχαν κάνει κάποιοι άγγελοι στο παρελθόν (Γε 18:1-3· 19:1· Ιη 5:13-15), γεγονός που επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Ιωάννη, ο οποίος λέει πως είναι αντίχριστος όποιος αρνείται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε «με σάρκα». (1Ιω 4:2, 3) Για να προμηθεύσει το λύτρο για την ανθρωπότητα και έτσι να βοηθήσει όσους επρόκειτο να είναι σύντροφοί του στην ουράνια κλήση, ο Λόγος έγινε σάρκα, με το να γεννηθεί εξ ολοκλήρου ως άνθρωπος, όχι ως ενσάρκωση. Η Αγία Γραφή μάς λέει το εξής: «Εφόσον τα “μικρά παιδιά” συμμετέχουν σε αίμα και σάρκα, και αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος στα ίδια πράγματα». (Εβρ 2:14-16) Η προσωρινή παραμονή του στη γη περιγράφηκε ως οι «ημέρες της σάρκας του». (Εβρ 5:7) «Το ψωμί που θα δώσω εγώ είναι η σάρκα μου για χάρη της ζωής του κόσμου», είπε ο Ιησούς. Στη συνέχεια δήλωσε ότι όσοι έλπιζαν να παραμείνουν σε ενότητα με αυτόν έπρεπε “να φάνε τη σάρκα του και να πιουν το αίμα του”. Μη κατανοώντας την πνευματική, συμβολική σημασία των λόγων του, μερικοί νόμισαν ότι μιλούσε για κανιβαλισμό και συνταράχτηκαν.—Ιωα 6:50-60.
Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού, μολονότι εκείνος ήξερε ότι θα θανατωνόταν ως λυτρωτική θυσία, η σάρκα του “κατοικούσε με ελπίδα”. Αυτό συνέβαινε επειδή γνώριζε ότι ο Πατέρας του επρόκειτο να τον αναστήσει, ότι η θυσία του θα εξυπηρετούσε με επιτυχία το σκοπό του λύτρου και ότι η σάρκα του δεν θα έβλεπε φθορά. (Πρ 2:26, 31) Ο Ιεχωβά Θεός προφανώς εξαφάνισε το σάρκινο σώμα του Ιησού με το δικό του τρόπο (πιθανώς αποσυνθέτοντάς το στα άτομα από τα οποία αποτελούνταν). (Λου 24:2, 3, 22, 23· Ιωα 20:2) Ο Ιησούς δεν πήρε πίσω το σάρκινο σώμα του ακυρώνοντας έτσι το λύτρο για το οποίο αυτό δόθηκε. Ο απόστολος Πέτρος πιστοποιεί ότι ο Χριστός πήγε στον ουρανό, το βασίλειο των πνευμάτων, όχι της σάρκας, εφόσον «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Πριν από την ανάληψή του στον ουρανό, ο Χριστός, ως κραταιό, αθάνατο πνευματικό πρόσωπο, υλοποιούνταν προσλαμβάνοντας διάφορα σάρκινα σώματα ανάλογα με την περίσταση, ώστε να παρέχει στους μαθητές του ορατή, απτή απόδειξη της ανάστασής του.—Ιωα 20:13-17, 25-27· 21:1, 4· Λου 24:15, 16.
Στην επιστολή του Παύλου προς τους Εβραίους, η κουρτίνα που υπήρχε στο αγιαστήριο μπροστά από τα Άγια των Αγίων, τα οποία αντιπροσώπευαν τον ίδιο τον ουρανό, εξηγείται ότι ήταν συμβολική, ότι αντιπροσώπευε τη σάρκα του Ιησού, διότι προτού αυτός θυσιάσει το σάρκινο σώμα του, η οδός για ζωή στον ουρανό δεν ήταν ανοιχτή.—Εβρ 9:24· 10:19, 20.
Ο Άνθρωπος στην Ατέλειά Του. Η λέξη «σάρκα» χρησιμοποιείται πολλές φορές στην Αγία Γραφή για να συμβολίσει τον άνθρωπο στην ατελή του κατάσταση, ο οποίος “συλλαμβάνεται στην αμαρτία” ως απόγονος του στασιαστικού Αδάμ. (Ψλ 51:5· Ρω 5:12· Εφ 2:3) Στους ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούν να υπηρετούν τον Θεό, “το πνεύμα [η υποκινούσα δύναμη που πηγάζει από τη συμβολική καρδιά] είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα αδύναμη”. (Ματ 26:41) Μέσα σε αυτούς τους υπηρέτες του Θεού διεξάγεται μια διαρκής σύγκρουση. Το άγιο πνεύμα του Θεού είναι δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης, αλλά η αμαρτωλή σάρκα μάχεται συνεχώς εναντίον της επιρροής του πνεύματος και ασκεί πίεση ώστε να εξωθήσει το άτομο να εκτελέσει τα έργα της σάρκας. (Ρω 7:18-20· Γα 5:17) Τα έργα της αμαρτωλής σάρκας αντιπαραβάλλονται με τον καρπό του πνεύματος, στα εδάφια Γαλάτες 5:19-23.
Ο απόστολος Παύλος μάς λέει επίσης ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή στον Ισραήλ ήταν «αδύναμος μέσω της σάρκας», της ατελούς σάρκας όσων ήταν υπό το Νόμο. Ο Νόμος υπό τον οποίο υπηρετούσε το Ααρωνικό ιερατείο ήταν πνευματικός, από τον Θεό, αλλά μέσω αυτού, σαρκικά άτομα “πουλημένα κάτω από την αμαρτία” καταδικάζονταν αντί να ανακηρύσσονται δίκαια. (Ρω 8:3· 7:14· Εβρ 7:28) Οι αρχιερείς της σαρκικής γραμμής του Ααρών, τους οποίους όριζε ο Νόμος, δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν επαρκή θυσία για αμαρτία.—Εβρ 7:11-14, 23· 10:1-4.
Όταν ο απόστολος Παύλος λέει ότι η “σάρκα . . . δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, μάλιστα ούτε και μπορεί”, δεν εννοεί ότι η ίδια η σάρκα είναι κατ’ ανάγκην διεφθαρμένη. Ο ίδιος μας λέει ότι ο Ιησούς Χριστός, μολονότι συμμετείχε σε αίμα και σάρκα και έγινε «όμοιος με τους “αδελφούς” του», ήταν «άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς» και “δοκιμάστηκε από όλες τις απόψεις όπως εμείς, αλλά χωρίς αμαρτία”. (Ρω 8:7· Εβρ 2:14, 17· 4:15· 7:26) Ο Ιεχωβά απέδειξε ότι η ανθρώπινη σάρκα μπορεί να είναι αναμάρτητη. «Ο Θεός, στέλνοντας τον ίδιο του τον Γιο κατά την ομοιότητα της αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα». (Ρω 8:3) Τελικά, μέσω της προμήθειας της θυσίας του Χριστού, όλοι όσοι ασκούν πίστη θα τελειοποιηθούν, και τότε το ανθρώπινο γένος θα τηρεί τέλεια τους δίκαιους νόμους του Θεού.—Απ 21:4.
Ένας από τους πειρασμούς που επηρέασε την Εύα ώστε να αμαρτήσει ήταν «η επιθυμία της σάρκας». Ο Διάβολος χρησιμοποίησε την ίδια επιθυμία εναντίον του Χριστού αλλά απέτυχε. (1Ιω 2:16· Γε 3:6· Λου 4:1-4) Οι ακόλουθοι του Ιησού, επιτρέποντας στο πνεύμα του Θεού να επενεργεί ελεύθερα στη ζωή τους και μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Ιεχωβά, νικούν την αμαρτωλή σάρκα.—Γα 5:16, 22-26· Ρω 8:1-4.
Μάχη Όχι με Άτομα από Σάρκα. Δεν είναι η σαρκική λογίκευση αλλά το πνεύμα του Ιεχωβά εκείνο που αποκαλύπτει τους σκοπούς του Θεού στους ανθρώπους πίστης και τους καθοδηγεί. (Ματ 16:17· 1Κο 2:9, 14· Εφ 3:5) Κατ’ αναλογία, οι Χριστιανοί δεν διεξάγουν το Χριστιανικό τους πόλεμο «σύμφωνα με [τη] σάρκα» και δεν μάχονται με άτομα από σάρκα και αίμα, ούτε χρησιμοποιούν σαρκικά όπλα εναντίον κανενός. Η μάχη τους είναι ενάντια σε «πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». (2Κο 10:3, 4· Εφ 6:12) Εμπιστεύονται, όχι σε “βραχίονα σάρκας”, αλλά στον Ιεχωβά το Πνεύμα. (Ιερ 17:5· 2Κο 3:17) Αγωνίζονται, με τη βοήθεια του Θεού, να καθαρίσουν τον εαυτό τους από «κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος», και ο Θεός τούς βλέπει και τους κρίνει, όχι σύμφωνα με αυτό που είναι στη σάρκα, όπως κάνουν πολλές φορές οι άνθρωποι, αλλά σύμφωνα με αυτό που είναι πνευματικά.—1Κο 4:3-5· 2Κο 5:16, 17· 7:1· 1Πε 4:6· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ· ΠΝΕΥΜΑ· ΨΥΧΗ.