ΝΑ ΜΙΜΕΙΣΤΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥΣ | ΣΑΡΡΑ
«Είσαι Γυναίκα με Όμορφη Εμφάνιση»
Η ΣΑΡΡΑ στεκόταν στη μέση του δωματίου και κοίταζε ολόγυρά της. Φανταστείτε μια γυναίκα από τη Μέση Ανατολή με εντυπωσιακά, εκφραστικά, σκούρα μάτια. Πλανιόταν άραγε σε αυτά μια ανεπαίσθητη θλίψη; Αν ναι, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί. Αυτό το σπίτι ήταν γεμάτο αναμνήσεις. Εκείνη και ο αγαπημένος της σύζυγος, ο Αβραάμ, είχαν ζήσει αμέτρητες στιγμές ευτυχίας σε αυτό.a Εδώ είχαν στήσει μαζί το σπιτικό τους.
Ο Αβραάμ και η Σάρρα ζούσαν στην Ουρ, μια ευημερούσα πόλη με πάμπολλους τεχνίτες και εμπόρους. Είναι βέβαιο λοιπόν ότι είχαν αποκτήματα. Για τη Σάρρα, όμως, το σπίτι της δεν ήταν απλώς ένα μέρος όπου φύλαγε τα υπάρχοντά της. Εδώ, εκείνη και ο σύζυγός της είχαν ζήσει τόσες και τόσες χαρές και απογοητεύσεις. Εδώ, είχαν προσευχηθεί αμέτρητες φορές στον Θεό που αγαπούσαν, τον Ιεχωβά. Η Σάρρα είχε άφθονους λόγους να αγαπάει αυτό το μέρος.
Και όμως, ήταν διατεθειμένη να αφήσει πίσω καθετί οικείο. Παρότι ίσως ήταν γύρω στα 60, θα ταξίδευε σε μέρη άγνωστα και θα υιοθετούσε έναν τρόπο ζωής γεμάτο κινδύνους και δυσκολίες, χωρίς καμία προοπτική επιστροφής. Γιατί έκανε μια τόσο ριζική αλλαγή στη ζωή της; Και τι μπορούμε να μάθουμε εμείς σήμερα από την πίστη της;
«ΒΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ ΣΟΥ»
Η Σάρρα μεγάλωσε πιθανότατα στην Ουρ. Σήμερα, το μόνο που έχει απομείνει από εκείνη την πόλη είναι ερείπια. Αλλά την εποχή της Σάρρας, τα πλοία των εμπόρων διέσχιζαν τα νερά και τα κανάλια του ποταμού Ευφράτη, φέρνοντας την πολύτιμη πραμάτεια τους από μακρινά μέρη σε αυτή την ακμάζουσα πόλη. Ο κόσμος στριμωχνόταν στα φιδωτά σοκάκια της Ουρ, τα πλοία συνωστίζονταν στις προβλήτες της και τα αγαθά πλημμύριζαν τα παζάρια της. Φανταστείτε τη Σάρρα να μεγαλώνει σε αυτή την πολύβουη πόλη και να γνωρίζει σιγά σιγά πολλούς από τους κατοίκους της με το όνομά τους. Είναι βέβαιο ότι και εκείνοι την ήξεραν, μιας και ήταν γυναίκα με ασυνήθιστη ομορφιά. Εκτός αυτού, ανήκε σε μια πολυμελή οικογένεια του τόπου.
Στην Αγία Γραφή, η Σάρρα είναι γνωστή για τη μεγάλη της πίστη—αλλά δεν επρόκειτο για πίστη στον θεό της σελήνης, που λατρευόταν ευρέως στην Ουρ, και για τον οποίο είχαν φτιάξει έναν επιβλητικό πύργο στην πόλη. Απεναντίας, η Σάρρα λάτρευε τον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά. Το θεόπνευστο υπόμνημα δεν αναφέρει πώς απέκτησε αυτή την πίστη. Ο πατέρας της ήταν, για κάποιο διάστημα τουλάχιστον, ειδωλολάτρης. Όπως και να έχει, εκείνη παντρεύτηκε τον Αβραάμ, έναν άντρα δέκα χρόνια μεγαλύτερό της.b (Γένεση 17:17) Αυτός έγινε αργότερα γνωστός ως «ο πατέρας όλων εκείνων που έχουν πίστη». (Ρωμαίους 4:11) Μαζί οικοδόμησαν έναν υπέροχο, ισχυρό γάμο, έναν γάμο που χαρακτηριζόταν από σεβασμό, καλή επικοινωνία και την αμοιβαία προθυμία να βρίσκουν από κοινού λύσεις στα δύσκολα προβλήματα. Πάνω από όλα, όμως, η ένωσή τους χαρακτηριζόταν από την αγάπη που είχαν για τον Θεό τους.
Η Σάρρα αγαπούσε πάρα πολύ τον σύζυγό της, και οι δυο τους έστησαν το σπιτικό τους ανάμεσα στους συγγενείς τους στην Ουρ. Σύντομα όμως γεύτηκαν μια απογοήτευση. Η Γραφή μάς πληροφορεί ότι η Σάρρα «ήταν στείρα· δεν είχε παιδί». (Γένεση 11:30) Εκείνα τα χρόνια και στον συγκεκριμένο πολιτισμό, η κατάστασή της αποτελούσε ιδιαίτερη δοκιμασία. Ωστόσο, η Σάρρα παρέμεινε προσκολλημένη τόσο στον Θεό της όσο και στον σύζυγό της. Ο ανιψιός τους ο Λωτ, που ήταν ορφανός από πατέρα, έγινε προφανώς σαν γιος τους. Και η ζωή συνεχιζόταν—ώσπου μια μέρα όλα άλλαξαν.
Ο Αβραάμ πήγε στη Σάρρα γεμάτος ενθουσιασμό. Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε μόλις συμβεί. Ο Θεός τον οποίο λάτρευαν του είχε μιλήσει πριν από λίγο—και μάλιστα είχε εμφανιστεί σε αυτόν, χωρίς αμφιβολία μέσω ενός αγγέλου! Φανταστείτε τη Σάρρα, με τα πανέμορφα μάτια της καρφωμένα στον σύζυγό της, να τον ρωτάει με κομμένη την ανάσα: «Τι σου είπε; Πες μου, σε παρακαλώ!» Ίσως ο Αβραάμ κάθισε πρώτα κάπου για να βάλει σε μια σειρά τις σκέψεις του. Ύστερα, της ανέφερε όσα είχε πει ο Ιεχωβά: «Βγες από τη γη σου και από τους συγγενείς σου και έλα στη γη που θα σου δείξω». (Πράξεις 7:2, 3) Αφού καταλάγιασε ο αρχικός ενθουσιασμός, άρχισαν να συλλογίζονται τον διορισμό που έθετε ο Ιεχωβά μπροστά τους. Θα έπρεπε να αφήσουν τη σταθερή, άνετη ζωή τους και να ζήσουν ως νομάδες! Πώς θα αντιδρούσε η Σάρρα; Ασφαλώς, ο Αβραάμ την παρατηρούσε με αγωνία. Άραγε θα τον υποστήριζε πρόθυμα σε μια τόσο μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους;
Ίσως νομίζουμε ότι η επιλογή που είχε μπροστά της η Σάρρα δεν μας αφορά. Μπορεί να σκεφτόμαστε: “Ο Θεός δεν ζήτησε ποτέ από εμένα και τον σύζυγο ή τη σύζυγό μου να κάνουμε κάτι τέτοιο!” Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουμε όλοι μπροστά μας μια παρόμοια επιλογή; Ζούμε σε έναν υλιστικό κόσμο, ο οποίος ίσως μας παρακινεί να βάζουμε στην πρώτη θέση στη ζωή μας τις ανέσεις, τα αποκτήματα ή το να νιώθουμε ασφαλείς. Αλλά η Γραφή μάς παρακινεί να επιλέξουμε κάτι άλλο—να επιζητούμε πρώτα τα πνευματικά πράγματα, να θέλουμε να ευαρεστούμε πρωτίστως τον Θεό, όχι τον εαυτό μας. (Ματθαίος 6:33) Καθώς στοχαζόμαστε τι έκανε η Σάρρα, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε: “Τι θα επιλέξω εγώ στη ζωή;”
“ΒΓΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ”
Καθώς η Σάρρα μάζευε τα πράγματά της, αντιμετώπισε ένα δίλημμα—ποια να πάρει μαζί της και ποια να αφήσει πίσω. Δεν γινόταν να πάρει αντικείμενα που ήταν πολύ μεγάλα και δεν θα μπορούσαν να μεταφερθούν από τα γαϊδούρια και τις καμήλες του καραβανιού, ούτε αντικείμενα που δεν θα ήταν πρακτικά για τη νομαδική ζωή. Σίγουρα θα έπρεπε να πουλήσουν ή να χαρίσουν αρκετά από τα υπάρχοντά τους. Η Σάρρα θα έχανε επίσης τις ευκολίες της ζωής στην πόλη—την άμεση πρόσβαση σε αγορές και παζάρια, όπου μπορούσε να αγοράζει σιτηρά, κρέας, φρούτα, ρούχα και άλλα αναγκαία είδη ή πράγματα που έκαναν άνετη τη ζωή της.
Ενδεχομένως το πιο δύσκολο για τη Σάρρα θα ήταν να αφήσει το ίδιο το σπίτι της. Αν αυτό έμοιαζε κάπως με τα πολλά σπίτια που έχουν φέρει στο φως οι αρχαιολόγοι στην Ουρ, τότε η Σάρρα έπρεπε να στερηθεί κάποιες πολύ ουσιαστικές ανέσεις. Μερικά είχαν πάνω από δώδεκα δωμάτια, καθώς επίσης κρήνες γλυκού νερού και υδραυλικές εγκαταστάσεις. Ακόμη και ένα ταπεινό σπίτι, όμως, μπορούσε να προσφέρει στερεή στέγη, τοίχους και πόρτα που σφάλιζε με σύρτη. Θα μπορούσε μια σκηνή να προσφέρει παρόμοια προστασία από τους κλέφτες; Ή από τα λιοντάρια, τις λεοπαρδάλεις, τις αρκούδες και τους λύκους, ζώα που ήταν συνηθισμένα στις Βιβλικές χώρες εκείνα τα χρόνια;
Και τι θα πούμε για την οικογένειά της; Ποιους θα άφηνε πίσω η Σάρρα; Η εντολή του Θεού «βγες από τη γη σου και από τους συγγενείς σου» μπορεί να ήταν ιδιαίτερα δύσκολη για εκείνη. Μια τόσο τρυφερή και στοργική γυναίκα είναι πολύ πιθανό να είχε αδελφούς και αδελφές, ανιψιές και ανιψιούς, θείες και θείους με τους οποίους ήταν πολύ δεμένη και ίσως να μην τους ξανάβλεπε ποτέ. Και όμως, η Σάρρα συνέχιζε θαρραλέα τις ετοιμασίες για την αναχώρησή τους τη μία μέρα μετά την άλλη.
Παρ’ όλες τις προκλήσεις, η Σάρρα τα είχε όλα έτοιμα όταν έφτασε η καθορισμένη μέρα. Ο Θάρα, ως ο πατριάρχης της οικογένειας, θα τους συνόδευε παρότι ήταν περίπου 200 ετών. (Γένεση 11:31) Χωρίς αμφιβολία, η φροντίδα αυτού του ηλικιωμένου γονέα θα απαιτούσε πολλά από τη Σάρρα. Μαζί τους πήγε και ο Λωτ όταν εκείνοι “βγήκαν από τη γη των Χαλδαίων” υπακούοντας στον Ιεχωβά.—Πράξεις 7:4.
Το καραβάνι κατευθύνθηκε αρχικά στη Χαρράν, γύρω στα 960 χιλιόμετρα προς τα βορειοδυτικά, ακολουθώντας τον ρου του Ευφράτη. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Χαρράν για κάποιο διάστημα. Ο Θάρα ίσως είχε καταπέσει εκείνον τον καιρό και δεν μπορούσε να συνεχίσει το ταξίδι. Έμειναν εκεί μέχρις ότου πέθανε, σε ηλικία 205 ετών. Κάποια στιγμή προτού αρχίσει το επόμενο στάδιο του ταξιδιού τους, ο Ιεχωβά ξαναμίλησε στον Αβραάμ, λέγοντάς του για άλλη μια φορά να φύγει από αυτή τη γη και να πάει στη γη που θα του έδειχνε εκείνος. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ο Θεός πρόσθεσε και μια συναρπαστική υπόσχεση: «Θα σε κάνω μεγάλο έθνος». (Γένεση 12:2-4) Αλλά όταν έφυγαν από τη Χαρράν, ο Αβραάμ ήταν 75 ετών και η Σάρρα 65, και δεν είχαν παιδιά. Πώς θα μπορούσε να προέλθει ένα έθνος από τον Αβραάμ; Μήπως θα έπαιρνε άλλη σύζυγο; Εφόσον η πολυγαμία ήταν συνηθισμένη εκείνη την εποχή, κάτι τέτοιο θα μπορούσε κάλλιστα να είχε περάσει από το μυαλό της Σάρρας.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, άφησαν τη Χαρράν και συνέχισαν το ταξίδι τους. Προσέξτε όμως ποιοι ήταν τώρα μαζί τους. Η αφήγηση μας λέει ότι η οικογένεια του Αβραάμ έφυγε παίρνοντας τα πλούτη που είχαν συγκεντρώσει καθώς και «τις ψυχές που είχαν αποκτήσει στη Χαρράν». (Γένεση 12:5) Ποιοι ήταν αυτοί; Πιθανότατα επρόκειτο για υπηρέτες. Εντούτοις, είναι βέβαιο ότι ο Αβραάμ και η Σάρρα μετέδιδαν την πίστη τους σε όσους ήταν πρόθυμοι να τους ακούσουν. Γι’ αυτό, κάποιες αρχαίες Ιουδαϊκές παραφράσεις λένε ότι οι άνθρωποι που αναφέρονται σε αυτό το εδάφιο ήταν και προσήλυτοι, δηλαδή είχαν ενωθεί με τον Αβραάμ και τη Σάρρα στη λατρεία του Ιεχωβά. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, η ισχυρή πίστη της Σάρρας την έκανε αναμφίβολα πολύ πειστική όταν μιλούσε σε άλλους για τον Θεό της και την ελπίδα της. Είναι χρήσιμο να το στοχαζόμαστε αυτό, καθώς στην εποχή μας η πίστη και η ελπίδα σπανίζουν σε απελπιστικό βαθμό. Εσείς θα μπορούσατε να μεταδώσετε σε κάποιον άλλον κάτι καλό που έχετε μάθει από τη Γραφή;
“ΚΑΤΕΒΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ”
Αφού διέσχισαν τον Ευφράτη, πιθανότατα στις 14 Νισάν του 1943 Π.Κ.Χ., κατευθύνθηκαν νότια στη γη που τους είχε υποσχεθεί ο Ιεχωβά. (Έξοδος 12:40, 41) Φανταστείτε τη Σάρρα να στρέφει το βλέμμα της δεξιά και αριστερά, συνεπαρμένη από την ομορφιά, την ποικιλία και το ευχάριστο κλίμα του τόπου. Κοντά στα μεγάλα δέντρα του Μορέχ, στα περίχωρα της Συχέμ, ο Ιεχωβά εμφανίστηκε και πάλι στον Αβραάμ και αυτή τη φορά του είπε: «Στο σπέρμα σου πρόκειται να δώσω αυτή τη γη». Πόσο σπουδαίο νόημα πρέπει να είχε η λέξη «σπέρμα» για τον Αβραάμ! Το μυαλό του πήγε σίγουρα στον κήπο της Εδέμ, όπου ο Ιεχωβά είχε προείπει ότι ένα σπέρμα, δηλαδή ένας απόγονος, θα κατέστρεφε μια μέρα τον Σατανά. Ο Ιεχωβά είχε ήδη πει στον Αβραάμ ότι το έθνος που θα καταγόταν από εκείνον θα άνοιγε τον δρόμο για να έρθουν ευλογίες σε ανθρώπους από όλη τη γη.—Γένεση 3:15· 12:2, 3, 6, 7.
Παρ’ όλα αυτά, η οικογένεια δεν ήταν απρόσβλητη από τα προβλήματα αυτού του κόσμου. Μια πείνα έπληξε τη γη Χαναάν, και ο Αβραάμ αποφάσισε να οδηγήσει την οικογένειά του νότια προς την Αίγυπτο. Ωστόσο, διαισθάνθηκε ότι σε εκείνη την περιοχή υπήρχε ένας ιδιαίτερος κίνδυνος. Γι’ αυτό είπε στη Σάρρα: «Δες, σε παρακαλώ! Ξέρω καλά ότι είσαι γυναίκα με όμορφη εμφάνιση. Έτσι λοιπόν, είναι βέβαιο ότι οι Αιγύπτιοι θα σε δουν και θα πουν: “Αυτή είναι σύζυγός του”. Και ασφαλώς εμένα θα με σκοτώσουν, ενώ εσένα θα σε αφήσουν να ζήσεις. Σε παρακαλώ, πες ότι είσαι αδελφή μου, ώστε χάρη σε εσένα να πάνε καλά τα πράγματα για εμένα, και είναι σίγουρο ότι η ψυχή μου θα ζήσει χάρη σε εσένα». (Γένεση 12:10-13) Γιατί ζήτησε ο Αβραάμ κάτι τόσο περίεργο;
Ο Αβραάμ δεν ήταν ούτε ψεύτης ούτε δειλός, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι κριτικοί. Η Σάρρα ήταν όντως ετεροθαλής αδελφή του. Εξάλλου, ο Αβραάμ είχε κάθε λόγο να είναι προσεκτικός. Οι δυο τους γνώριζαν ότι τίποτα δεν είχε μεγαλύτερη σημασία από τον σκοπό που είχε ο Θεός να φέρει σε ύπαρξη έναν ξεχωριστό απόγονο και ένα ειδικό έθνος μέσω του Αβραάμ, πράγμα που καθιστούσε την ασφάλεια του Αβραάμ ζήτημα υψίστης σπουδαιότητας. Εκτός αυτού, αρχαιολογικά στοιχεία μαρτυρούν ότι δεν ήταν ασυνήθιστο για Αιγυπτίους με εξουσία να αρπάζουν τη σύζυγο κάποιου και στη συνέχεια να σκοτώνουν τον ίδιο. Ο Αβραάμ, λοιπόν, ενήργησε σοφά, και η Σάρρα υποστήριξε ταπεινά την απόφασή του.
Σύντομα, τα γεγονότα απέδειξαν ότι οι φόβοι του Αβραάμ ήταν δικαιολογημένοι. Κάποιοι άρχοντες του Φαραώ πρόσεξαν την εκθαμβωτική ομορφιά της Σάρρας—ένα αξιοθαύμαστο χαρακτηριστικό για την ηλικία της. Μίλησαν λοιπόν για αυτήν στον Φαραώ, και εκείνος διέταξε να την πάρουν! Είναι δύσκολο να φανταστούμε την αγωνία του Αβραάμ και τους φόβους που πρέπει να είχαν κυριεύσει τη Σάρρα. Εντούτοις, φαίνεται πως δεν τη μεταχειρίστηκαν ως όμηρο, αλλά ως τιμώμενη προσκεκλημένη. Πιθανόν, ο Φαραώ σκόπευε να την «πολιορκήσει» και να την εντυπωσιάσει με τον πλούτο του, και έπειτα να διαπραγματευτεί με τον «αδελφό» της ώστε να την πάρει για σύζυγο.—Γένεση 12:14-16.
Σκεφτείτε τη Σάρρα να αγναντεύει το αιγυπτιακό τοπίο από κάποιο παράθυρο ή μπαλκόνι του ανακτόρου. Πώς να αισθανόταν άραγε τώρα που ζούσε ξανά σε κανονικό σπίτι, με μια στέγη πάνω από το κεφάλι της και εκλεκτά φαγητά να σερβίρονται μπροστά της; Μήπως της φαινόταν δελεαστικό το να ζει μέσα στη χλιδή—απολαμβάνοντας ίσως πολύ περισσότερες πολυτέλειες από αυτές που είχε στην Ουρ; Φανταστείτε πόσο ικανοποιημένος θα ήταν ο Σατανάς αν η Σάρρα αποφάσιζε να εγκαταλείψει τον Αβραάμ και να γίνει σύζυγος του Φαραώ! Αλλά η Σάρρα δεν έκανε κάτι τέτοιο. Έμεινε όσια στον σύζυγό της, στον γάμο της και στον Θεό της. Μακάρι να έδειχνε τέτοια οσιότητα κάθε παντρεμένο άτομο στον σημερινό ανήθικο κόσμο! Εσείς μπορείτε να μιμηθείτε την οσιότητα της Σάρρας στις σχέσεις σας με την οικογένειά σας και τους φίλους σας;
Ο Ιεχωβά παρενέβη για να προστατέψει αυτή την αγαπητή γυναίκα, φέρνοντας πληγές στον Φαραώ και στο σπιτικό του. Όταν ο Φαραώ έμαθε με κάποιον τρόπο ότι η Σάρρα ήταν σύζυγος του Αβραάμ, την έστειλε πίσω στον άντρα της και ζήτησε να φύγει όλη η οικογένεια από την Αίγυπτο. (Γένεση 12:17-20) Πόσο πρέπει να χάρηκε ο Αβραάμ που πήρε πίσω την αγαπημένη του σύζυγο! Θυμηθείτε ότι εκείνος της είχε πει με στοργή: «Ξέρω καλά ότι είσαι γυναίκα με όμορφη εμφάνιση». Αλλά εκτιμούσε πολύ περισσότερο ένα άλλο είδος ομορφιάς που διέθετε η Σάρρα—μια ομορφιά η οποία έφτανε πολύ βαθύτερα από αυτό που βλέπουν τα μάτια. Η Σάρρα είχε αληθινή εσωτερική ομορφιά, αυτήν που θεωρεί πολύτιμη ο Ιεχωβά. (1 Πέτρου 3:1-5) Πρόκειται για ένα είδος ομορφιάς που μπορούμε όλοι να αποκτήσουμε. Αν βάζουμε τα πνευματικά πράγματα πάνω από τα υλικά, αν προσπαθούμε να μεταδίδουμε σε άλλους τη γνώση μας για τον Θεό και αν υποστηρίζουμε όσια τους ηθικούς κανόνες του όταν αντιμετωπίζουμε πειρασμούς, θα μιμούμαστε την πίστη της Σάρρας.
a Αρχικά, τα ονόματά τους ήταν Άβραμ και Σαραΐ, αλλά είναι πιο γνωστοί με τα ονόματα που τους έδωσε αργότερα ο Ιεχωβά.—Γένεση 17:5, 15.
b Η Σάρρα ήταν ετεροθαλής αδελφή του Αβραάμ. Ήταν και οι δύο παιδιά του Θάρα, αλλά από διαφορετική μητέρα. (Γένεση 20:12) Αν και ένας τέτοιος γάμος θεωρείται ανάρμοστος σήμερα, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου πόσο διαφορετικά ήταν τα πράγματα τότε. Εκείνη την εποχή, οι άνθρωποι βρίσκονταν πιο κοντά στην τελειότητα που απολάμβαναν κάποτε ο Αδάμ και η Εύα. Για τόσο εύρωστους ανθρώπους, ο γάμος μεταξύ στενών συγγενών προφανώς δεν παρουσίαζε γενετικούς κινδύνους για τους απογόνους τους. Ωστόσο, έπειτα από περίπου 400 χρόνια, οι άνθρωποι ζούσαν όσο εμείς σήμερα. Εκείνον τον καιρό, ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευσε όλες τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ στενών συγγενών.—Λευιτικό 18:6.