ΚΑΜΗΛΑ
[εβρ. κείμενο, γκαμάλ· μπέχερ, «νεαρή αρσενική καμήλα» (Ησ 60:6)· μπιχράχ, «νεαρή θηλυκή καμήλα» (Ιερ 2:23)· κιρκαρώθ, «γοργοπόδαρες θηλυκές καμήλες» (Ησ 66:20)· ελλ. κείμενο, κάμηλος].
Ζώο που εξυπηρετεί από παλιά τον άνθρωπο ως υποζύγιο και μεταφορικό μέσο, κυρίως σε ερήμους. Υπάρχουν δύο ποικιλίες καμήλας, η βακτριανή και η αραβική. Η βακτριανή (κάμηλος η βακτριανή [Camelus bactrianus]) έχει δύο ύβους στην πλάτη, είναι δυνατότερη από την αραβική και μπορεί να μεταφέρει μεγαλύτερα φορτία. Η αραβική (κάμηλος η δρομάς [Camelus dromedarius])—που πιστεύεται ότι είναι η καμήλα η οποία αναφέρεται γενικά στην Αγία Γραφή—έχει μόνο έναν ύβο.
Τα χαρακτηριστικά της καμήλας την καθιστούν ιδεώδη για να ζει σε ερήμους, όπου παίζει το ρόλο ο οποίος σε άλλες χώρες ανατίθεται συνήθως στο άλογο ή στο γαϊδούρι. Το χοντρό τρίχωμά της την προστατεύει από τη ζέστη της ερήμου. Τα μακριά, σχιστά ρουθούνια της κλείνουν κατά βούληση, πράγμα χρήσιμο αφού την προφυλάσσει από την άμμο που μεταφέρεται με τον άνεμο. Τα μάτια της προστατεύονται από τις σφοδρές αμμοθύελλες με χοντρά βλέφαρα και μακριές βλεφαρίδες. Τα πέλματά της έχουν σκληρό δέρμα και διαθέτουν τυλώματα, άριστα σχεδιασμένα για περπάτημα πάνω στη μαλακή και χαλαρή άμμο. Τα τυλώματα πάνω στα οποία ακουμπάει όταν κάθεται προστατεύουν το στήθος και τα γόνατά της. Αυτά τα τυλώματα τα έχει εκ γενετής. Με τα γερά της δόντια, η καμήλα μπορεί να μασάει ουσιαστικά τα πάντα. Χρειάζεται ελάχιστα σιτηρά και μπορεί να τρέφεται με τα κοινά φυτά της ερήμου, πράγμα που καθιστά τη χρήση της πολύ συμφέρουσα από οικονομική άποψη.
Ο ύβος της καμήλας χρησιμεύει σαν κινητό κελάρι. Εκεί διατηρεί το περισσότερο απόθεμα τροφής της υπό μορφή λίπους. Αν η καμήλα χρειαστεί να τραφεί για πολύ μεγάλο διάστημα από το απόθεμά της, το δέρμα του ύβου, αντί να στέκεται όρθιο, πέφτει και κρέμεται σαν άδειος σάκος στα πλάγια της ράχης της. Στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, τοποθετούσαν φορτία πάνω στους ύβους των καμήλων. (Ησ 30:6) Οι Γραφές αναφέρουν, επίσης, το «καλάθι του γυναικείου σαμαριού της καμήλας», το οποίο αναμφίβολα τοποθετούνταν πάνω στον ύβο της καμήλας.—Γε 31:34.
Σύμφωνα με την επικρατούσα λαϊκή αντίληψη, η καμήλα αποθηκεύει νερό στον ύβο της, αλλά αυτό δεν είναι ορθό. Γενικά πιστεύεται ότι η καμήλα μπορεί να ζήσει χωρίς νερό για παρατεταμένο διάστημα επειδή έχει την ικανότητα να κατακρατεί μεγάλο μέρος του νερού που πίνει. Ένας παράγοντας που συμβάλλει σε αυτό είναι ο σχεδιασμός της μύτης της, που της δίνει τη δυνατότητα να συγκρατεί τους υδρατμούς κατά την εκπνοή. Η καμήλα μπορεί να αντέξει απώλεια νερού ίσου με το 25 τοις εκατό του βάρους της, σε αντίθεση με το 12 τοις εκατό που ισχύει για τον άνθρωπο. Δεν χάνει υγρασία λόγω εφίδρωσης τόσο γρήγορα όσο άλλα πλάσματα, επειδή η θερμοκρασία του σώματός της μπορεί να αυξομειώνεται κατά 6°C χωρίς αυτό να την επηρεάζει ιδιαίτερα. Το αίμα της είναι μοναδικό από την άποψη ότι η απώλεια του όγκου του είναι ελάχιστη ακόμη και σε περίπτωση πολυήμερης λειψυδρίας. Η καμήλα μπορεί, επίσης, να αναπληρώσει την απώλεια βάρους πίνοντας μέχρι και 135 λίτρα νερό μέσα σε δέκα λεπτά.
Είναι γνωστό ότι κάποιες καμήλες αναπτύσσουν πολύ μεγάλη ταχύτητα. Στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:17 παρατηρούμε να γίνεται νύξη για γοργοπόδαρες καμήλες. Μόνο οι 400 νεαροί που επέβαιναν σε καμήλες κατάφεραν να διαφύγουν όταν ο Δαβίδ πάταξε τους Αμαληκίτες επιδρομείς.
Σύμφωνα με το Νόμο, η καμήλα ήταν ακάθαρτο ζώο και, γι’ αυτό, οι Ισραηλίτες δεν τη χρησιμοποιούσαν για τροφή. (Λευ 11:4· Δευ 14:7) Εντούτοις, από τις τρίχες της καμήλας έφτιαχναν ύφασμα. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσε ένα ένδυμα φτιαγμένο από αυτό το υλικό. (Ματ 3:4· Μαρ 1:6) Ακόμη και σήμερα, το ύφασμα από τρίχες καμήλας χρησιμοποιείται για την κατασκευή ενδυμάτων.
Χρήση από την Αρχαιότητα. Η πρώτη Γραφική αναφορά στην καμήλα γίνεται σε σχέση με την προσωρινή παραμονή του Αβραάμ στην Αίγυπτο, όπου εκείνος απέκτησε αρκετά από αυτά τα υποζύγια. (Γε 12:16) Όταν ο πιστός υπηρέτης του Αβραάμ στάλθηκε στη Μεσοποταμία προκειμένου να βρει σύζυγο για τον Ισαάκ, είχε μαζί του και ένα καραβάνι από δέκα καμήλες, με κάθε είδους δώρα. (Γε 24:10) Οι ετεροθαλείς αδελφοί του Ιωσήφ τον πούλησαν σε ένα καραβάνι Ισμαηλιτών που ταξίδευαν με καμήλες για την Αίγυπτο.—Γε 37:25-28.
Την πρώτη φορά που γίνεται λόγος για τον Ιώβ, λέγεται ότι ήταν «ο μεγαλύτερος από όλους τους κατοίκους της Ανατολής». Στα υλικά του αποκτήματα περιλαμβάνονταν 3.000 καμήλες ενώ, μετά τη δοκιμασία της ακεραιότητάς του, ο Ιεχωβά τον ευλόγησε τόσο πολύ ώστε απέκτησε 6.000 καμήλες και τεράστιο αριθμό άλλων ζώων.—Ιωβ 1:3· 42:12.
Όπως και τα άλλα ζώα της Αιγύπτου, έτσι και οι καμήλες υπέφεραν από τις πληγές που επέφερε ο Θεός στην επικράτεια του Φαραώ. (Εξ 9:3, 10, 25· 12:29) Η Βιβλική αφήγηση δεν αναφέρει αν οι Ισραηλίτες είχαν μαζί τους καμήλες κατά την οδοιπορία στην έρημο, αλλά πιθανότατα είχαν.
Μετά την εγκατάσταση του Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, η πρώτη αναφορά σε καμήλες γίνεται σε σχέση με τη χρήση τους από εισβολείς. Όποτε οι ορδές των Μαδιανιτών και οι “αναρίθμητες καμήλες” τους απλώνονταν στη γη και τη λυμαίνονταν, ο λαός του Θεού ο Ισραήλ αντιμετώπιζε κρίσιμη κατάσταση. (Κρ 6:5· 7:12) Ενίοτε, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, οι Ισραηλίτες νικούσαν τους εχθρούς τους και αιχμαλώτιζαν πολυάριθμες καμήλες—σε μια περίπτωση 50.000.—1Χρ 5:21· 2Χρ 14:15.
Όταν ο Δαβίδ είχε εξοστρακιστεί από την αυλή του Σαούλ ως παράνομος, πολέμησε μαζί με τους άντρες του κατά των Γεσουριτών, των Γιρζιτών και των Αμαληκιτών, πατάσσοντας όλους τους άντρες και τις γυναίκες, αλλά παίρνοντας ως λάφυρα τα κατοικίδια ζώα, συμπεριλαμβανομένων των καμήλων. (1Σα 27:8, 9) Κατά τη βασιλεία του Δαβίδ, ένας ειδικός αξιωματούχος, ο Οβίλ, ήταν υπεύθυνος για τις καμήλες του. (1Χρ 27:30) Η βασίλισσα της Σεβά έφερε δώρα στον Βασιλιά Σολομώντα με ένα καραβάνι από καμήλες, και ο Βεν-αδάδ Β΄ της Συρίας έστειλε δώρα στον προφήτη Ελισαιέ φορτωμένα σε 40 καμήλες.—1Βα 10:1, 2· 2Βα 8:9.
Προλέγοντας την πτώση της Βαβυλώνας, ο προφήτης Ησαΐας αναφέρθηκε έμμεσα στα νικηφόρα στρατεύματα με τη συμβολική έκφραση «ένα πολεμικό άρμα με καμήλες». (Ησ 21:7) Σύμφωνα με τον ιστορικό Ηρόδοτο (Α΄ 80), ο Κύρος πράγματι χρησιμοποιούσε καμήλες στις εκστρατείες του. Περιγράφοντας τον επικείμενο όλεθρο της Ραββά, πρωτεύουσας των Αμμωνιτών, το εδάφιο Ιεζεκιήλ 25:5 λέει ότι η πόλη θα γινόταν “βοσκότοπος για καμήλες”. Επίσης, ο άπιστος οίκος του Ισραήλ, που ακολουθούσε μοιχική πορεία έχοντας αθέμιτες σχέσεις με τα γύρω ειδωλολατρικά έθνη, παρομοιάστηκε με νεαρή καμήλα έτοιμη για ζευγάρωμα, η οποία τρέχει πέρα δώθε άσκοπα.—Ιερ 2:23, 24.
Μιλώντας με τρόπο που θυμίζει τις πληγές οι οποίες έπληξαν τα ζώα της Αιγύπτου, ο Ζαχαρίας προείπε μια μάστιγα η οποία θα ερχόταν πάνω στις καμήλες και στα υπόλοιπα ζώα των εθνών που μάχονται κατά του λαού του Ιεχωβά στη γη. (Ζαχ 14:12, 15) Μετά την αποκατάστασή του από την εξορία, ο λαός του Θεού απεικονίζεται να σκεπάζεται από «πλήθος καμήλων», που φέρνουν όλες τους φόρο υποτελείας. Επίσης, οι καμήλες συγκαταλέγονται στα υποζύγια που φέρνουν στην Ιερουσαλήμ τους αδελφούς των υπηρετών του Θεού από όλα τα έθνη «ως δώρο στον Ιεχωβά». (Ησ 60:6· 66:20) Είναι ενδιαφέρον ότι, στην πρώτη εκπλήρωση της προφητείας αποκατάστασης που εξήγγειλε ο Ησαΐας, υπήρχαν και 435 καμήλες ανάμεσα στα ζώα των Ιουδαίων οι οποίοι επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:67· Νε 7:69.
Παραβολική Χρήση. Ο Ιησούς αναφέρθηκε στην καμήλα με παραβολικό τρόπο. Σε μια περίπτωση τόνισε ότι θα ήταν ευκολότερο να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας παρά να μπει πλούσιος στη Βασιλεία. (Ματ 19:24· Μαρ 10:25· Λου 18:25) Έχει εγερθεί το ερώτημα αν, αντί της λέξης «καμήλα», θα ήταν ορθότερο να χρησιμοποιηθεί η απόδοση «σχοινί» σε αυτή την περίπτωση. Μάλιστα η μετάφραση του Τζορτζ Μ. Λάμσα χρησιμοποιεί τη λέξη «σχοινί» στο κυρίως κείμενο, ενώ μια υποσημείωση στο εδάφιο Ματθαίος 19:24 λέει: «Η αραμαϊκή λέξη γκαμλά σημαίνει σχοινί και καμήλα». Επίσης, οι ελληνικές λέξεις κάμιλος (σχοινί) και κάμηλος (καμήλα) είναι πολύ παραπλήσιες, και έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι έγινε σύγχυση των λέξεων αυτών. Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 2, σ. 592), ορίζει τη λέξη κάμιλος ως «παχύ σχοινίον», αλλά προσθέτει ότι ίσως επινοήθηκε ως τροποποίηση της φράσης: “Ευκολότερο είναι να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού”, καταδεικνύοντας έτσι ότι στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο εμφανιζόταν η λέξη κάμηλος και όχι η λέξη κάμιλος.
Στα παλαιότερα σωζόμενα ελληνικά χειρόγραφα του Ευαγγελίου του Ματθαίου (το Σιναϊτικό, το Βατικανό Αρ. 1209 και το Αλεξανδρινό) εμφανίζεται η λέξη κάμηλος. Ο Ματθαίος έγραψε την αφήγησή του για τη ζωή του Ιησού πρώτα στην εβραϊκή, και κατόπιν ίσως τη μετέφρασε ο ίδιος στην ελληνική. Γνώριζε, λοιπόν, ακριβώς τι είχε πει και τι εννοούσε ο Ιησούς. Άρα ήξερε ποια ήταν η κατάλληλη λέξη, και αυτή που χρησιμοποιείται στα παλαιότερα σωζόμενα ελληνικά χειρόγραφα είναι η λέξη κάμηλος. Υπάρχουν, λοιπόν, βάσιμοι λόγοι για να πιστεύουμε ότι η ορθή απόδοση είναι «καμήλα».
Μέσω αυτής της παραβολής, η οποία δεν πρέπει να εκληφθεί κατά γράμμα, ο Ιησούς τόνιζε ότι, όπως ήταν αδύνατον να περάσει μια κατά γράμμα καμήλα μέσα από την τρύπα μιας κατά γράμμα βελόνας, έτσι ήταν ακόμη πιο αδύνατον να μπει στη Βασιλεία του Θεού ένας πλούσιος ενόσω εξακολουθούσε να προσκολλάται στα πλούτη του.—Βλέπε ΤΡΥΠΑ ΤΗΣ ΒΕΛΟΝΑΣ.
Καταδικάζοντας τους υποκριτές Φαρισαίους, ο Ιησούς είπε ότι “διύλιζαν το κουνούπι αλλά κατάπιναν την καμήλα”. Εκείνοι συνήθιζαν να διυλίζουν το κουνούπι από το κρασί τους, όχι απλώς επειδή ήταν έντομο, αλλά επειδή ήταν τελετουργικά ακάθαρτο. Ωστόσο, συμβολικά κατάπιναν καμήλες, οι οποίες ήταν επίσης ακάθαρτες. Ενώ θεωρούσαν επιτακτική τη συμμόρφωση με τις πιο μικρές απαιτήσεις του Νόμου, παρέβλεπαν εντελώς τα πιο βαρυσήμαντα ζητήματα—τη δικαιοσύνη, το έλεος και την πιστότητα.—Ματ 23:23, 24.
[Εικόνα στη σελίδα 37]
Η αραβική καμήλα είναι κατάλληλα εξαρτισμένη για να ζει στην έρημο