ΕΥΑΙΟΙ
(Ευαίοι).
Λαός που προήλθε από τον Χαναάν, το γιο του Χαμ. (Γε 10:6, 15, 17· 1Χρ 1:13, 15) Οι Ευαίοι κατοικούσαν στην πόλη της Συχέμ στις ημέρες του πατριάρχη Ιακώβ. Οι γιοι του Ιακώβ, με πρωτοστάτες τον Συμεών και τον Λευί, σκότωσαν κάθε αρσενικό και λεηλάτησαν την πόλη επειδή ο Συχέμ ο γιος του Εμμώρ, του αρχηγού, είχε ατιμάσει την αδελφή τους τη Δείνα.—Γε 34:1-29.
Όταν ο Ισραήλ μπήκε στην Υποσχεμένη Γη, οι Ευαίοι αποτελούσαν ένα από τα εφτά χαναανιτικά έθνη που ο Θεός υποσχέθηκε ότι θα έδιωχνε από μπροστά τους. (Εξ 3:8, 17· 13:5· 23:23, 28· 33:2· 34:11) Αυτά τα έθνη λέγεται ότι ήταν πολυπληθέστερα και κραταιότερα από τον Ισραήλ. (Δευ 7:1) Ο Μωυσής διέταξε τους Ισραηλίτες να τα αφιερώσουν στην καταστροφή και να μην αφήνουν κανέναν ζωντανό όταν καταλάμβαναν τις πόλεις τους, λόγω των απεχθών συνηθειών τους και των ψεύτικων θεών τους. Διαφορετικά, θα αποτελούσαν παγίδα και θα έκαναν τον Ισραήλ να πέσει στη δυσμένεια του Θεού.—Λευ 18:27, 28· Δευ 18:9-13· 20:15-18.
Η Αγία Γραφή περιγράφει την ολοκληρωτική καταστροφή που επέφερε ο Ιησούς του Ναυή στις πόλεις εκείνων των εθνών. (Ιη κεφ. 10, 11) Οι Ευαίοι που κατοικούσαν «στους πρόποδες του [Όρους] Αερμών στη γη Μισπά» ήταν μια από τις φυλές οι οποίες ενώθηκαν με τους Χαναναίους βασιλιάδες εναντίον του Ιησού του Ναυή, ανταποκρινόμενες στο κάλεσμα του Ιαβίν, του βασιλιά της Ασώρ. (Ιη 11:1-3) Οι Ευαίοι συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που πολέμησαν εναντίον του Ισραήλ και νικήθηκαν. (Ιη 9:1, 2· 12:7, 8· 24:11) Εντούτοις, μια ομάδα του έθνους των Ευαίων διασώθηκε. (Ιη 9:3, 7) Αυτή η ομάδα ήταν οι Γαβαωνίτες, οι οποίοι φαίνεται ότι αντιπροσώπευαν και άλλες τρεις πόλεις των Ευαίων. Μόνο αυτοί φοβήθηκαν τον Ιεχωβά, αναγνωρίζοντας ότι πολεμούσε για τον Ισραήλ. Χρησιμοποιώντας ένα τέχνασμα, κατόρθωσαν να συνάψουν διαθήκη με τους ηγέτες του Ισραήλ και έτσι δεν θανατώθηκαν, αλλά καταστάθηκαν ταπεινοί υπηρέτες του Ισραήλ. (Ιη 9:1-15, 24-27) Αυτό το γεγονός αποτελεί ενδεικτική περίπτωση εκπλήρωσης της κατάρας που εξήγγειλε ο Νώε εναντίον του Χαναάν, καθόσον οι Γαβαωνίτες και οι σύντροφοί τους, μολονότι δεν καταστράφηκαν, έγιναν δούλοι των Σημιτών.—Γε 9:25-27.
Ο Ιεχωβά έδειξε ότι ενέκρινε την πιστή τήρηση της διαθήκης με αυτούς τους Ευαίους από μέρους του Ισραήλ πολεμώντας για να προστατέψει τη Γαβαών από τα γύρω χαναανιτικά έθνη που ήρθαν εναντίον της λόγω αυτής της διαθήκης της με τον Ισραήλ. (Ιη 10:1-14) Έκτοτε οι Γαβαωνίτες συγκατοικούσαν ειρηνικά με τον Ισραήλ. (2Σα 21:1-6) Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:2 ονομάζονται “Αμορραίοι”, αλλά αυτό συμβαίνει προφανώς επειδή ο όρος “Αμορραίος” εφαρμοζόταν συχνά στα χαναανιτικά έθνη γενικά, δεδομένου ότι οι Αμορραίοι ήταν μια από τις ισχυρότερες φυλές. (Βλέπε ΑΜΟΡΡΑΙΟΣ.) Την εποχή των κατακτήσεων του Ιησού του Ναυή, αυτοί οι επιδοκιμασμένοι Ευαίοι κατοικούσαν στην πόλη της Γαβαών, η οποία βρισκόταν σε μικρή απόσταση ΒΔ της Ιερουσαλήμ, καθώς και στην Κεφιρά, στη Βηρώθ και στην Κιριάθ-ιαρίμ. Η Γαβαών περιγράφεται ως “μεγάλη πόλη, σαν μια από τις βασιλικές πόλεις, και μεγαλύτερη από τη Γαι, και όλοι οι άντρες της ήταν κραταιοί”.—Ιη 10:2· 9:17.
Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, ο Ισραήλ δεν συνέχισε να εκδιώκει τα χαναανιτικά έθνη όπως είχε προστάξει ο Θεός, αλλά ήρθε ακόμη και σε επιγαμία μαζί τους. Έτσι λοιπόν, το Βιβλικό υπόμνημα αναφέρει: «Αυτά είναι τα έθνη που ο Ιεχωβά άφησε να παραμείνουν ώστε μέσω αυτών να δοκιμάσει τον Ισραήλ . . . Οι πέντε άρχοντες του άξονα των Φιλισταίων και όλοι οι Χαναναίοι, επίσης οι Σιδώνιοι και οι Ευαίοι που κατοικούσαν στο Όρος Λίβανος από το Όρος Βάαλ-αερμών μέχρι την είσοδο της Αιμάθ . . . και [οι Ισραηλίτες] άρχισαν να υπηρετούν τους θεούς τους».—Κρ 3:1-6.
Αυτή η περικοπή προσδιορίζει τους Ευαίους ως κατοίκους της οροσειράς του Λιβάνου και των ορεινών περιοχών μέχρι το βορειότερο σημείο της Υποσχεμένης Γης. (Αρ 34:8· Ιη 11:1, 3) Όταν ο Ιωάβ και οι άντρες του έκαναν απογραφή κατ’ εντολήν του Βασιλιά Δαβίδ, «πήγαν στο φρούριο της Τύρου και σε όλες τις πόλεις των Ευαίων». (2Σα 24:7) Προφανώς η Τύρος βρισκόταν ακριβώς κάτω από το νότιο άκρο της περιοχής των Ευαίων.
Στη διάρκεια του πανεθνικού οικοδομικού του προγράμματος, ο Σολομών χρησιμοποίησε Χαναναίους—μεταξύ αυτών και Ευαίους—για καταναγκαστική εργασία υπό την κατεύθυνση Ισραηλιτών επιστατών. Έτσι εκπληρώθηκε περαιτέρω η προφητική κατάρα που εξήγγειλε ο Νώε εναντίον του Χαναάν.—1Βα 9:20-23· 2Χρ 8:7-10.
Ευαίοι, Χορίτες και Χουρρίτες. Στο εδάφιο Γένεση 36:2 ο Σεβεγών, ο παππούς μιας από τις συζύγους του Ησαύ, αποκαλείται Ευαίος. Αλλά τα εδάφια 20 και 24 τον αναφέρουν ως απόγονο του Σηείρ του Χορίτη. Η λέξη «Χορίτης» μπορεί να παράγεται από την εβραϊκή λέξη χορ («τρύπα») και να σημαίνει απλώς «κάτοικος των σπηλιών». Με αυτόν τον τρόπο αποσαφηνίζεται οποιαδήποτε φαινομενική αντίφαση ανάμεσα στο εδάφιο Γένεση 36:2 και στα εδάφια 20, 24.—Βλέπε ΧΟΡΙΤΕΣ.
Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν αρχαία κείμενα που οι μελετητές ερμήνευσαν ως απόδειξη του ότι κάποιο έθνος ονόματι Χουρρίτες κατοικούσε στις περιοχές της Αρμενίας, της Ανατολίας, της Συρίας, καθώς και σε τμήματα της Παλαιστίνης, από τους πατριαρχικούς χρόνους. Πιστεύουν επίσης ότι αυτός ο λαός περιλάμβανε τους Ευαίους, τους Χορίτες και τους Ιεβουσαίους. Θεωρούν ταυτόσημα τα ονόματα «Χορίτης» και «Ευαίος» και πιστεύουν ότι, με κάποιον τρόπο, οι Χουρρίτες κατέληξαν να ονομάζονται Ευαίοι. Η θεωρία τους βασίζεται κατά κύριο λόγο σε γλωσσολογικές ομοιότητες, ιδιαίτερα όσον αφορά τα κύρια ονόματα. Επομένως, το όνομα Χορίτης εκλαμβάνεται γενικά από αυτούς ως συναφές του όρου «Χουρρίτης» και όχι με την έννοια του «κατοίκου των σπηλιών».
Ωστόσο, η Αγία Γραφή φαίνεται να κάνει σαφή διαχωρισμό μεταξύ αυτών των φυλών, ενώ δεν αναφέρει το όνομα Χουρρίτης. Συνεπώς, είναι σοφότερο να περιμένουμε περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία προτού δεχτούμε αυτή την ταύτιση ως οριστική.