ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Το να δημιουργεί κανείς, ή να φέρνει σε ύπαρξη, κάποιον ή κάτι. Ο όρος αυτός μπορεί επίσης να αναφέρεται σε αυτό που δημιουργήθηκε ή φέρθηκε σε ύπαρξη. Το ρήμα μπαρά’ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και το ρήμα κτίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, τα οποία σημαίνουν και τα δύο «δημιουργώ», χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε σχέση με τη θεϊκή δημιουργία.
Από την αρχή ως το τέλος, οι Γραφές προσδιορίζουν τον Ιεχωβά Θεό ως τον Δημιουργό. Αυτός είναι «ο Δημιουργός των ουρανών, . . . ο Πλάστης της γης και ο Κατασκευαστής της». (Ησ 45:18) Αυτός είναι «ο Πλάστης των βουνών και ο Δημιουργός του ανέμου» (Αμ 4:13), καθώς επίσης «Αυτός ο οποίος έκανε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά». (Πρ 4:24· 14:15· 17:24) “Ο Θεός δημιούργησε τα πάντα”. (Εφ 3:9) Ο Ιησούς Χριστός αναγνώρισε τον Ιεχωβά ως Αυτόν που δημιούργησε τους ανθρώπους, κάνοντάς τους αρσενικό και θηλυκό. (Ματ 19:4· Μαρ 10:6) Επομένως, ο Ιεχωβά αποκαλείται «ο Δημιουργός», τίτλος που του αρμόζει κατ’ αποκλειστικότητα.—Ησ 40:28.
Τα πάντα «υπήρξαν και δημιουργήθηκαν» λόγω του θελήματος του Θεού. (Απ 4:11) Ο Ιεχωβά, ο οποίος υπήρχε ανέκαθεν, ήταν μόνος πριν από την έναρξη της δημιουργίας.—Ψλ 90:1, 2· 1Τι 1:17.
Ενώ ο Ιεχωβά, ο οποίος είναι Πνεύμα (Ιωα 4:24· 2Κο 3:17), υπήρχε ανέκαθεν, δεν ισχύει το ίδιο για την ύλη από την οποία είναι φτιαγμένο το σύμπαν. Συνεπώς, όταν ο Ιεχωβά δημιουργούσε τους κατά γράμμα ουρανούς και την κατά γράμμα γη, δεν χρησιμοποίησε προϋπάρχουσα ύλη. Αυτό γίνεται σαφές από το εδάφιο Γένεση 1:1 που λέει: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη». Αν η ύλη υπήρχε ανέκαθεν, θα ήταν άτοπη η χρήση του όρου «αρχή» αναφορικά με τα υλικά πράγματα. Ωστόσο, αφού πρώτα δημιούργησε τη γη, ο Θεός έπλασε όντως «από τη γη κάθε θηρίο του αγρού και κάθε πετούμενο πλάσμα των ουρανών». (Γε 2:19) Έπλασε επίσης τον άνθρωπο «από χώμα της γης» και φύσηξε στα ρουθούνια του την πνοή της ζωής ώστε ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή.—Γε 2:7.
Κατάλληλα, το εδάφιο Ψαλμός 33:6 λέει: «Με το λόγο του Ιεχωβά έγιναν οι ουρανοί, και με το πνεύμα του στόματός του όλο το στράτευμά τους». Ενόσω η γη ήταν ακόμη «άμορφη και έρημη και υπήρχε σκοτάδι πάνω στην επιφάνεια των υδάτινων βαθών», η ενεργός δύναμη του Θεού περιφερόταν πάνω από την επιφάνεια των νερών. (Γε 1:2) Επομένως, ο Θεός χρησιμοποίησε την ενεργό του δύναμη, ή αλλιώς το «πνεύμα» του (εβρ., ρούαχ), για να επιτελέσει το δημιουργικό σκοπό του. Τα πράγματα που έχει δημιουργήσει πιστοποιούν, όχι μόνο τη δύναμή του, αλλά και τη Θειότητά του. (Ιερ 10:12· Ρω 1:19, 20) Και εφόσον ο Ιεχωβά «είναι Θεός, όχι ακαταστασίας, αλλά ειρήνης» (1Κο 14:33), το δημιουργικό του έργο χαρακτηρίζεται από ευταξία και όχι από χάος ή τύχη. Ο Ιεχωβά υπενθύμισε στον Ιώβ ότι είχε κάνει συγκεκριμένα βήματα όταν θεμελίωνε τη γη και έφραζε τη θάλασσα, και υπαινίχθηκε ότι υπάρχουν «νομοθετήματα των ουρανών». (Ιωβ 38:1, 4-11, 31-33) Επιπλέον, τα δημιουργικά και τα άλλα έργα του Θεού είναι τέλεια.—Δευ 32:4· Εκ 3:14.
Το πρώτο δημιούργημα του Ιεχωβά ήταν ο “μονογενής του Γιος” (Ιωα 3:16), «η αρχή της δημιουργίας του Θεού». (Απ 3:14) Αυτός, «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας», χρησιμοποιήθηκε από τον Ιεχωβά για να δημιουργηθούν όλα τα άλλα πράγματα, τα πράγματα στους ουρανούς και τα πράγματα πάνω στη γη, «τα ορατά και τα αόρατα». (Κολ 1:15-17) Η θεόπνευστη μαρτυρία του Ιωάννη σχετικά με αυτόν τον Γιο, τον Λόγο, είναι ότι «τα πάντα ήρθαν σε ύπαρξη μέσω αυτού, και χωρίς αυτόν δεν ήρθε σε ύπαρξη ούτε ένα πράγμα», ο δε απόστολος προσδιορίζει τον Λόγο ως τον Ιησού Χριστό, ο οποίος είχε γίνει σάρκα. (Ιωα 1:1-4, 10, 14, 17) Ως προσωποποιημένη σοφία, Αυτός παρουσιάζεται να λέει: «Ο ίδιος ο Ιεχωβά με έφερε σε ύπαρξη ως αρχή της οδού του», μιλάει δε για τη συνεργασία που είχε με τον Θεό τον Δημιουργό ως ο «δεξιοτέχνης εργάτης» του Ιεχωβά. (Παρ 8:12, 22-31) Δεδομένης της στενής συνεργασίας μεταξύ του Ιεχωβά και του μονογενούς του Γιου στο δημιουργικό έργο και λόγω του ότι αυτός ο Γιος είναι «η εικόνα του αόρατου Θεού» (Κολ 1:15· 2Κο 4:4), γίνεται φανερό ότι ο Ιεχωβά μιλούσε στον μονογενή Του Γιο και δεξιοτέχνη εργάτη Του όταν είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο κατά την εικόνα μας».—Γε 1:26.
Αφού δημιούργησε τον μονογενή του Γιο, ο Ιεχωβά τον χρησιμοποίησε για να φέρει σε ύπαρξη τους ουράνιους αγγέλους. Αυτό συνέβη πριν από τη θεμελίωση της γης, όπως αποκάλυψε ο Ιεχωβά όταν, μεταξύ άλλων, ρώτησε τον Ιώβ: «Πού ήσουν εσύ όταν εγώ θεμελίωσα τη γη . . . όταν τα πρωινά άστρα κραύγασαν μαζί χαρούμενα και όλοι οι γιοι του Θεού άρχισαν να αλαλάζουν επευφημώντας;» (Ιωβ 38:4-7) Μετά τη δημιουργία αυτών των ουράνιων πνευματικών πλασμάτων, πλάστηκαν, ή αλλιώς φέρθηκαν σε ύπαρξη, οι υλικοί ουρανοί και η γη, καθώς και όλα τα στοιχεία. Και εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο κύριος υπεύθυνος για όλο αυτό το δημιουργικό έργο, το έργο αυτό αποδίδεται στον ίδιο.—Νε 9:6· Ψλ 136:1, 5-9.
Όταν οι Γραφές λένε: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη» (Γε 1:1), αφήνουν τα πράγματα αόριστα ως προς το χρόνο. Επομένως, η χρήση του όρου «αρχή» δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, ανεξάρτητα από την ηλικία που ίσως επιδιώκουν να προσδώσουν οι επιστήμονες στην υδρόγειο σφαίρα και στους διάφορους πλανήτες, καθώς και σε άλλα ουράνια σώματα. Ο χρόνος της δημιουργίας των υλικών ουρανών και της γης θα μπορούσε στην πραγματικότητα να τοποθετηθεί πριν από δισεκατομμύρια χρόνια.
Περαιτέρω Δημιουργικά Έργα Όσον Αφορά τη Γη. Η Γένεση, από το 1ο κεφάλαιο ως το 3ο εδάφιο του 2ου κεφαλαίου, αφού μιλάει για τη δημιουργία των υλικών ουρανών και της γης (Γε 1:1, 2), σκιαγραφεί και άλλα δημιουργικά έργα που έλαβαν χώρα στη γη. Το 2ο κεφάλαιο της Γένεσης, από το εδάφιο 5 και έπειτα, αποτελεί μια παράλληλη αφήγηση που ξεκινάει από κάποια στιγμή της τρίτης “ημέρας”, μετά την εμφάνιση της ξηράς αλλά πριν από τη δημιουργία των χερσαίων φυτών. Παρέχει λεπτομέρειες που δεν εκτίθενται στο γενικό σκιαγράφημα του 1ου κεφαλαίου της Γένεσης. Το θεόπνευστο Υπόμνημα μιλάει για έξι δημιουργικές περιόδους που ονομάζονται «ημέρες», καθώς και για μια έβδομη περίοδο, ή «έβδομη ημέρα», στην οποία ο Θεός σταμάτησε να κάνει επίγεια δημιουργικά έργα και άρχισε να αναπαύεται. (Γε 2:1-3) Μολονότι η αφήγηση της Γένεσης γύρω από το δημιουργικό έργο το οποίο σχετίζεται με τη γη δεν αναφέρει λεπτομερείς βοτανικές και ζωολογικές κατηγορίες σαν και αυτές που υπάρχουν σήμερα, οι εκεί χρησιμοποιούμενοι όροι καλύπτουν επαρκώς τις κύριες υποδιαιρέσεις των μορφών ζωής και δείχνουν ότι αυτές δημιουργήθηκαν και πλάστηκαν έτσι ώστε να αναπαράγονται μόνο κατά τα αντίστοιχα «είδη» τους.—Γε 1:11, 12, 21, 24, 25· βλέπε ΕΙΔΟΣ.
Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει τη δημιουργική δράση του Θεού κατά τις έξι «ημέρες» που σκιαγραφούνται στη Γένεση.
ΕΠΙΓΕΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Ημέρα Αρ.
Δημιουργικά Έργα
Περικοπές
1
Φως· διαχωρισμός ημέρας και νύχτας
2
Εκπέτασμα, διαχωρισμός ανάμεσα στα νερά κάτω από το εκπέτασμα και στα νερά πάνω από αυτό
3
Ξηρά· βλάστηση
4
Οι ουράνιοι φωτοδότες γίνονται ορατοί από τη γη
5
Υδρόβιες ψυχές και πετούμενα πλάσματα
6
Χερσαία ζώα· άνθρωπος
Τα εδάφια Γένεση 1:1, 2 αναφέρονται σε κάποιον χρόνο πριν από τις έξι «ημέρες» που σκιαγραφούνται παραπάνω. Όταν ξεκίνησαν αυτές οι «ημέρες», ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα υπήρχαν ήδη. Η δημιουργία τους μνημονεύεται στο εδάφιο Γένεση 1:1. Ωστόσο, πριν από αυτές τις έξι «ημέρες» δημιουργικής δράσης, η «γη ήταν άμορφη και έρημη και υπήρχε σκοτάδι πάνω στην επιφάνεια των υδάτινων βαθών». (Γε 1:2) Είναι φανερό ότι η γη περιβαλλόταν ακόμη από νεφελώδη στρώματα που σαν σπάργανα εμπόδιζαν το φως να φτάσει στην επιφάνειά της.
Όταν ο Θεός είπε την Πρώτη Ημέρα: «Ας γίνει φως», προφανώς διάχυτο φως διαπέρασε τα νεφελώδη στρώματα, αν και οι πηγές εκείνου του φωτός δεν ήταν ακόμη ορατές από την επιφάνεια της γης. Κατά τα φαινόμενα, αυτή ήταν μια βαθμιαία διαδικασία, όπως υποδεικνύει ο μεταφραστής Τζ. Ου. Γουότς: «Και βαθμιαία ήρθε σε ύπαρξη το φως». (Γε 1:3, Μια Ξεχωριστή Μετάφραση της Γένεσης [A Distinctive Translation of Genesis]) Ο Θεός έκανε να υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ονομάζοντας το φως Ημέρα και το σκοτάδι Νύχτα. Αυτό υποδηλώνει ότι η γη περιστρεφόταν γύρω από τον άξονά της καθώς γύριζε γύρω από τον ήλιο, έτσι ώστε τα ημισφαίριά της—το ανατολικό και το δυτικό—να μπορούν να απολαμβάνουν περιόδους φωτός και σκοταδιού.—Γε 1:3, 4.
Τη Δεύτερη Ημέρα ο Θεός έκανε ένα εκπέτασμα προκαλώντας διαχωρισμό «ανάμεσα στα νερά και στα νερά». Μερικά νερά παρέμειναν στη γη, αλλά μεγάλη ποσότητα νερού ανυψώθηκε ψηλά πάνω από την επιφάνεια της γης, και ανάμεσα στα δύο αυτά παρεμβλήθηκε ένα εκπέτασμα. Ο Θεός ονόμασε το εκπέτασμα Ουρανό, αλλά αυτό ίσχυε σε συσχετισμό με τη γη, εφόσον τα νερά που αιωρούνταν πάνω από το εκπέτασμα δεν λέγεται ότι περιέβαλαν άστρα ή άλλα σώματα των έξω ουρανών.—Γε 1:6-8· βλέπε ΕΚΠΕΤΑΣΜΑ.
Την Τρίτη Ημέρα, με τη θαυματουργική δύναμη του Θεού, συγκεντρώθηκαν τα νερά που υπήρχαν στη γη και έτσι εμφανίστηκε η ξηρά, την οποία ο Θεός ονόμασε Γη. Επίσης, αυτή την ημέρα, χωρίς να υπεισέλθουν τυχαίοι παράγοντες ή εξελικτικές διαδικασίες, ο Θεός επέθεσε το στοιχείο της ζωής σε άτομα νεκρής ύλης, ώστε ήρθαν σε ύπαρξη το χορτάρι, η βλάστηση και τα καρποφόρα δέντρα. Καθεμιά από αυτές τις τρεις γενικές υποδιαιρέσεις μπορούσε να αναπαράγεται κατά το «είδος» της.—Γε 1:9-13.
Το θεϊκό θέλημα σχετικά με τους φωτοδότες εκπληρώθηκε την Τέταρτη Ημέρα, καθώς διαβάζουμε: «Άρχισε ο Θεός να κάνει τους δύο μεγάλους φωτοδότες, το μεγαλύτερο φωτοδότη για να εξουσιάζει την ημέρα και το μικρότερο φωτοδότη για να εξουσιάζει τη νύχτα, καθώς και τα άστρα. Ο Θεός, λοιπόν, τους έβαλε στο εκπέτασμα των ουρανών για να φωτίζουν τη γη και για να εξουσιάζουν στη διάρκεια της ημέρας και στη διάρκεια της νύχτας και για να διαχωρίζουν το φως από το σκοτάδι». (Γε 1:16-18) Με βάση την περιγραφή αυτών των φωτοδοτών, είναι ολοφάνερο ότι ο μεγαλύτερος φωτοδότης ήταν ο ήλιος και ο μικρότερος φωτοδότης ήταν η σελήνη, μολονότι ο ήλιος και η σελήνη δεν κατονομάζονται συγκεκριμένα στην Αγία Γραφή παρά μόνο μετά την αφήγησή της για τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε.—Γε 15:12· 37:9.
Πρωτύτερα, την πρώτη «ημέρα», χρησιμοποιήθηκε η έκφραση «Ας γίνει φως». Η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται εκεί για το «φως» είναι η λέξη ’ωρ, η οποία σημαίνει φως με τη γενική έννοια. Αλλά την τέταρτη «ημέρα», η εβραϊκή λέξη αλλάζει σε μα’ώρ, η οποία αναφέρεται σε κάποιον φωτοδότη ή πηγή φωτός. (Γε 1:14) Άρα, την πρώτη «ημέρα» φαίνεται ότι διάχυτο φως διαπέρασε τα σπαργανώδη νεφελώματα, αλλά οι πηγές εκείνου του φωτός δεν θα ήταν ορατές από έναν παρατηρητή στη γη. Τώρα, την τέταρτη «ημέρα», τα πράγματα φαίνεται ότι άλλαξαν.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι στο εδάφιο Γένεση 1:16 δεν χρησιμοποιείται το εβραϊκό ρήμα μπαρά’, που σημαίνει «δημιουργώ». Απεναντίας, χρησιμοποιείται το εβραϊκό ρήμα ‛ασάχ, που σημαίνει «κάνω». Εφόσον ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα περιλαμβάνονται στους «ουρανούς» που αναφέρονται στο εδάφιο Γένεση 1:1, δημιουργήθηκαν πολύ πριν από την Τέταρτη Ημέρα. Την τέταρτη ημέρα ο Θεός άρχισε να «κάνει» αυτά τα ουράνια σώματα να προσλαμβάνουν μια καινούρια υπόσταση ως προς την επιφάνεια της γης και το εκπέτασμα πάνω από αυτήν. Όταν λέγεται: “Ο Θεός τούς έβαλε στο εκπέτασμα των ουρανών για να φωτίζουν τη γη”, αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι τώρα έγιναν ορατοί από την επιφάνεια της γης, σαν να βρίσκονταν στο εκπέτασμα. Επίσης, οι φωτοδότες επρόκειτο να «χρησιμεύουν ως σημεία και για εποχές και για ημέρες και έτη», καθοδηγώντας μεταγενέστερα τους ανθρώπους με διάφορους τρόπους.—Γε 1:14.
Η Πέμπτη Ημέρα χαρακτηρίστηκε από τη δημιουργία των πρώτων μη ανθρώπινων ψυχών στη γη. Δεν εμφανίστηκε απλώς ένα πλάσμα προορισμένο από τον Θεό να εξελιχθεί σε άλλες μορφές, αλλά μέσω της θεϊκής δύναμης εμφανίστηκαν τότε κατά κυριολεξία πλήθη ζωντανών ψυχών. Διαβάζουμε σχετικά: «Άρχισε ο Θεός να δημιουργεί τα μεγάλα θαλάσσια τέρατα και κάθε ζωντανή ψυχή που κινείται, τα οποία έβγαλαν τα νερά, κατά τα είδη τους, και κάθε φτερωτό πετούμενο πλάσμα κατά το είδος του». Ικανοποιημένος με ό,τι είχε φέρει σε ύπαρξη, ο Θεός τα ευλόγησε όλα και, στην ουσία, τους είπε να “πληθυνθούν”, πράγμα εφικτό, διότι αυτά τα πλάσματα που ανήκαν σε πολλές ξεχωριστές οικογένειες ειδών είχαν προικιστεί από τον Θεό με την ικανότητα να αναπαράγονται «κατά τα είδη τους».—Γε 1:20-23.
Την Έκτη Ημέρα «άρχισε ο Θεός να κάνει τα θηρία της γης κατά το είδος τους και τα κατοικίδια ζώα κατά το είδος τους και κάθε κινούμενο ζώο της γης κατά το είδος του», έργο που ήταν καλό, όπως όλα τα προηγούμενα δημιουργικά έργα του Θεού.—Γε 1:24, 25.
Προς το τέλος της έκτης ημέρας δημιουργικής δραστηριότητας, ο Θεός έφερε σε ύπαρξη ένα εντελώς νέο είδος πλάσματος, ένα πλάσμα ανώτερο από τα ζώα αλλά κατώτερο από τους αγγέλους. Ήταν ο άνθρωπος, ο οποίος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού και σύμφωνα με την ομοίωσή του. Αν και το εδάφιο Γένεση 1:27 αναφέρει με συντομία για το ανθρώπινο γένος ότι «αρσενικό και θηλυκό τούς δημιούργησε» ο Θεός, η παράλληλη αφήγηση των εδαφίων Γένεση 2:7-9 δείχνει ότι ο Ιεχωβά Θεός έπλασε τον άνθρωπο από χώμα της γης, φύσηξε στα ρουθούνια του την πνοή της ζωής και ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή, χορηγήθηκε δε σε αυτόν ένα παραδεισένιο σπίτι και τροφή. Σε αυτή την περίπτωση ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τα στοιχεία της γης για το δημιουργικό του έργο και κατόπιν, αφού είχε πλάσει τον άντρα, δημιούργησε το θηλυκό του ανθρωπίνου γένους χρησιμοποιώντας ως βάση ένα από τα πλευρά του Αδάμ. (Γε 2:18-25) Με τη δημιουργία της γυναίκας, ο άνθρωπος ολοκληρώθηκε ως «είδος».—Γε 5:1, 2.
Στη συνέχεια ο Θεός ευλόγησε τους ανθρώπους, λέγοντας στον πρώτο άντρα και στη σύζυγό του: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη και να την καθυποτάξετε και να έχετε σε υποταγή τα ψάρια της θάλασσας και τα πετούμενα πλάσματα των ουρανών και κάθε ζωντανό πλάσμα που κινείται πάνω στη γη». (Γε 1:28· παράβαλε Ψλ 8:4-8.) Ο Θεός μερίμνησε επαρκώς για το ανθρώπινο γένος και για τα άλλα επίγεια πλάσματα, δίνοντάς τους «όλη τη χλωρή βλάστηση για τροφή». Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα αυτού του δημιουργικού έργου, το θεόπνευστο Υπόμνημα δηλώνει: «Έπειτα από αυτό, ο Θεός είδε καθετί που είχε κάνει, και ήταν πολύ καλό». (Γε 1:29-31) Αφού η έκτη ημέρα τελείωσε με επιτυχία και ο Θεός ολοκλήρωσε αυτό το δημιουργικό έργο, «άρχισε να αναπαύεται την έβδομη ημέρα από όλο το έργο του που είχε κάνει».—Γε 2:1-3.
Στην ανασκόπηση των επιτευγμάτων καθεμιάς από τις έξι ημέρες δημιουργικής δραστηριότητας, αναφέρεται ως κατακλείδα η δήλωση: «Και έγινε βράδυ και έγινε πρωί», πρώτη, δεύτερη, τρίτη ημέρα, και ούτω καθεξής. (Γε 1:5, 8, 13, 19, 23, 31) Εφόσον η διάρκεια κάθε δημιουργικής ημέρας υπερέβαινε τις 24 ώρες (όπως θα εξεταστεί πιο κάτω), αυτή η έκφραση δεν εφαρμόζεται σε κατά γράμμα νύχτα και ημέρα, αλλά είναι μεταφορική. Όσο διαρκούσε το βράδυ, τα πράγματα ήταν δυσδιάκριτα, το πρωί όμως γίνονταν πλήρως ορατά. Το «βράδυ», ή αλλιώς στην αρχή, κάθε δημιουργικής περιόδου, ή “ημέρας”, ο σκοπός του Θεού για εκείνη την ημέρα, αν και απόλυτα γνωστός στον ίδιο, ήταν δυσδιάκριτος για οποιουσδήποτε αγγελικούς παρατηρητές. Ωστόσο, όταν έφτανε το «πρωί», υπήρχε άπλετο φως όσον αφορά το σκοπό που είχε ο Θεός για εκείνη την ημέρα, εφόσον αυτός είχε πλέον επιτελεστεί.—Παράβαλε Παρ 4:18.
Διάρκεια των Δημιουργικών Ημερών. Η Αγία Γραφή δεν προσδιορίζει τη διάρκεια καθεμιάς από τις δημιουργικές περιόδους. Έχουν, όμως, τελειώσει και οι έξι, εφόσον σχετικά με την έκτη ημέρα (όπως και για καθεμιά από τις προηγούμενες πέντε ημέρες) λέγεται: «Και έγινε βράδυ και έγινε πρωί, έκτη ημέρα». (Γε 1:31) Εντούτοις, δεν γίνεται τέτοια δήλωση σχετικά με την έβδομη ημέρα, στην οποία ο Θεός άρχισε να αναπαύεται, πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτή συνεχίστηκε. (Γε 2:1-3) Επίσης, 4.000 και πλέον χρόνια αφότου άρχισε η έβδομη ημέρα, ή αλλιώς η ημέρα ανάπαυσης του Θεού, ο Παύλος έδειξε ότι αυτή βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη. Στα εδάφια Εβραίους 4:1-11, αναφέρθηκε στα λόγια που είχε πει παλιότερα ο Δαβίδ (Ψλ 95:7, 8, 11) καθώς και στο εδάφιο Γένεση 2:2 και παρότρυνε: «Ας κάνουμε, λοιπόν, το καλύτερο που μπορούμε για να εισέλθουμε σε εκείνη την ανάπαυση». Μέχρι την εποχή του Παύλου, η έβδομη ημέρα συνεχιζόταν επί χιλιετίες και δεν είχε τελειώσει ακόμη. Η Χιλιετής Βασιλεία του Ιησού Χριστού, ο οποίος προσδιορίζεται στις Γραφές ως «Κύριος του σαββάτου» (Ματ 12:8), αποτελεί προφανώς τμήμα του μεγάλου σαββάτου, δηλαδή της ημέρας ανάπαυσης του Θεού. (Απ 20:1-6) Αυτό υποδηλώνει την παρέλευση χιλιάδων χρόνων από την αρχή της ημέρας ανάπαυσης του Θεού ως το τέλος της. Η εβδομάδα ημερών που περιγράφεται στα εδάφια Γένεση 1:3 ως 2:3, η τελευταία από τις οποίες είναι σάββατο, φαίνεται ότι παραλληλίζεται με την εβδομάδα στην οποία διαιρούσαν το χρόνο τους οι Ισραηλίτες, τηρώντας σάββατο την έβδομη ημέρα της, σύμφωνα με το θεϊκό θέλημα. (Εξ 20:8-11) Και εφόσον η έβδομη ημέρα συνεχίζεται επί χιλιετίες, μπορεί να εξαχθεί λογικά ότι καθεμιά από τις έξι δημιουργικές περιόδους, ή αλλιώς ημέρες, διαρκούσε τουλάχιστον μερικές χιλιάδες χρόνια.
Το ότι μια ημέρα μπορεί να υπερβαίνει τις 24 ώρες φαίνεται από το εδάφιο Γένεση 2:4, το οποίο αναφέρεται σε όλες τις δημιουργικές περιόδους ως μία «ημέρα». Ενδεικτική αυτού του γεγονότος είναι και η θεόπνευστη παρατήρηση του Πέτρου, σύμφωνα με την οποία «μία ημέρα είναι για τον Ιεχωβά σαν χίλια χρόνια και χίλια χρόνια σαν μία ημέρα». (2Πε 3:8) Η απόδοση, όχι μόνο 24 ωρών, αλλά μεγαλύτερης περιόδου χρόνου—χιλιάδων ετών—σε καθεμιά από τις δημιουργικές ημέρες εναρμονίζεται καλύτερα με τα αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται στην ίδια τη γη.
Τα Δημιουργήματα Προηγήθηκαν των Ανθρώπινων Εφευρέσεων. Χιλιάδες χρόνια προτού έρθουν στο προσκήνιο πολλές από τις ανθρώπινες εφευρέσεις, ο Ιεχωβά είχε εφοδιάσει τα δημιουργήματά του με τις δικές τους εκδοχές αυτών των εφευρέσεων. Λόγου χάρη, η πτήση των πουλιών προηγήθηκε κατά χιλιετίες της κατασκευής των αεροπλάνων. Ο ναυτίλος ο πομπίλιος και η σουπιά χρησιμοποιούν δεξαμενές πλευστότητας για να κατεβαίνουν και να ανεβαίνουν στον ωκεανό όπως τα υποβρύχια. Το χταπόδι και το καλαμάρι χρησιμοποιούν την αεριώθηση. Οι νυχτερίδες και τα δελφίνια είναι ειδήμονες στον ηχοεντοπισμό. Αρκετά ερπετά και θαλασσοπούλια έχουν μέσα τους «συστήματα αφαλάτωσης» που τους δίνουν τη δυνατότητα να πίνουν θαλασσινό νερό.
Με το ευρηματικό σχέδιο της φωλιάς τους και με τη χρήση νερού, οι τερμίτες κλιματίζουν το σπίτι τους. Μικροσκοπικά φυτά, έντομα, ψάρια και δέντρα χρησιμοποιούν το δικό τους τύπο «αντιψυκτικού». Μερικά φίδια, τα κουνούπια, οι αυστραλιανοί φασιανοί και οι δασόβιες γαλοπούλες έχουν μέσα τους θερμόμετρα ευαίσθητα ακόμη και σε ελάχιστες μεταβολές της θερμοκρασίας. Διάφορα είδη σφήκας κατασκευάζουν χαρτί.
Στον Τόμας Έντισον αποδίδεται η εφεύρεση του ηλεκτρικού λαμπτήρα, αλλά η απώλεια ενέργειας του λαμπτήρα μέσω της θερμότητας αποτελεί μειονέκτημα. Τα δημιουργήματα του Ιεχωβά—σφουγγάρια, μύκητες, βακτήρια, πυγολαμπίδες, έντομα, ψάρια—παράγουν ψυχρό φως και σε πολλά χρώματα.
Πολλά αποδημητικά πουλιά δεν έχουν μόνο πυξίδες στο κεφάλι τους, αλλά και βιολογικά ρολόγια. Μερικά μικροσκοπικά βακτήρια έχουν περιστροφικούς κινητήρες που μπορούν να ωθούν και προς τα εμπρός και προς τα πίσω.
Εύλογα το εδάφιο Ψαλμός 104:24 λέει: «Πόσο πολλά είναι τα έργα σου Ιεχωβά! Τα πάντα με σοφία τα έφτιαξες. Η γη είναι γεμάτη από τα δημιουργήματά σου».
Ορισμένοι επιδιώκουν να συνδέσουν τη Βιβλική αφήγηση περί δημιουργίας με μυθολογικές αφηγήσεις ειδωλολατρικών λαών, όπως το πολύ γνωστό Βαβυλωνιακό Έπος της Δημιουργίας. Μάλιστα στην αρχαία Βαβυλώνα κυκλοφορούσαν διάφορες ιστορίες περί δημιουργίας, αλλά αυτή που έγινε ευρέως γνωστή είναι ένας μύθος σχετικά με τον Μαρντούκ, τον εθνικό θεό της Βαβυλώνας. Με λίγα λόγια, η ιστορία αυτή λέει ότι υπήρχε η θεά Τιαμάτ και ο θεός Απσού, οι οποίοι γέννησαν άλλες θεότητες. Οι δραστηριότητες αυτών των θεών ενόχλησαν τόσο πολύ τον Απσού ώστε αποφάσισε να τους καταστρέψει. Εντούτοις, ο Απσού θανατώθηκε από έναν από αυτούς τους θεούς, τον Έα, και όταν η Τιαμάτ προσπάθησε να πάρει εκδίκηση για τον Απσού, θανατώθηκε από το γιο του Έα, τον Μαρντούκ, ο οποίος κατόπιν έσκισε το σώμα της στα δύο και από το ένα μισό έφτιαξε τον ουρανό ενώ από το άλλο μισό θεμελίωσε τη γη. Μια από τις επακόλουθες πράξεις του Μαρντούκ ήταν η δημιουργία της ανθρωπότητας (με τη βοήθεια του Έα), την οποία επιτέλεσε χρησιμοποιώντας το αίμα ενός άλλου θεού, του Κινγκού, που ήταν ο διοικητής των στρατευμάτων της Τιαμάτ.
Δανείστηκε η Αγία Γραφή κάποια στοιχεία από τις βαβυλωνιακές ιστορίες περί δημιουργίας;
Στο βιβλίο του, ο Π. Τζ. Γουάιζμαν επισημαίνει πως, όταν πρωτοανακαλύφτηκαν οι βαβυλωνιακές πινακίδες περί δημιουργίας, μερικοί μελετητές ανέμεναν ότι οι περαιτέρω ανακαλύψεις και έρευνες θα έδειχναν κάποια αντιστοιχία ανάμεσα σε αυτές και στην αφήγηση της Γένεσης για τη δημιουργία. Μερικοί νόμιζαν πως θα γινόταν φανερό ότι η αφήγηση της Γένεσης αποτελεί δάνειο από την αντίστοιχη βαβυλωνιακή. Ωστόσο, οι περαιτέρω ανακαλύψεις και έρευνες έχουν απλώς καταδείξει το μεγάλο χάσμα που χωρίζει τις δύο αφηγήσεις. Δεν παραλληλίζονται μεταξύ τους. Ο Γουάιζμαν παραθέτει από το σύγγραμμα Οι Βαβυλωνιακοί Θρύλοι περί Δημιουργίας και η Μάχη Μεταξύ του Βηλ και του Δράκοντα (The Babylonian Legends of the Creation and the Fight Between Bel and the Dragon), έκδοση των Εφόρων του Βρετανικού Μουσείου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι «οι θεμελιώδεις αντιλήψεις της βαβυλωνιακής και της εβραϊκής αφήγησης διαφέρουν ουσιαστικά». Ο ίδιος ο Γουάιζμαν παρατηρεί: «Είναι ιδιαίτερα λυπηρό το γεγονός ότι πολλοί θεολόγοι, αντί να συμβαδίζουν με τις σύγχρονες αρχαιολογικές έρευνες, συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν τη διαψευσμένη πλέον θεωρία περί εβραϊκών “δανείων” από βαβυλωνιακές πηγές».—Η Δημιουργία Αποκαλύπτεται σε Έξι Ημέρες (Creation Revealed in Six Days), Λονδίνο, 1949, σ. 58.
Μολονότι μερικοί έχουν υποδείξει σημεία τα οποία οι ίδιοι θεωρούσαν ομοιότητες ανάμεσα στο βαβυλωνιακό έπος και στην αφήγηση της Γένεσης περί δημιουργίας, είναι καταφανές από την προηγούμενη εξέταση του Βιβλικού υπομνήματος για τη δημιουργία και από την παραπάνω επιτομή του βαβυλωνιακού μύθου ότι στην ουσία πρόκειται για ανόμοια πράγματα. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να τα αναλύσουμε λεπτομερώς αντιπαραβάλλοντάς τα. Εντούτοις, σχολιάζοντας φαινομενικές ομοιότητες και διαφορές (όπως τη σειρά των γεγονότων) σε αυτές τις αφηγήσεις, ο καθηγητής Τζορτζ Ά. Μπάρτον παρατήρησε: «Μια ακόμη σπουδαιότερη διαφορά έγκειται στις θρησκευτικές αντιλήψεις που αποπνέουν οι δύο αφηγήσεις. Το βαβυλωνιακό ποίημα είναι μυθολογικό και πολυθεϊστικό. Η αντίληψή του για τη θεϊκή φύση είναι κάθε άλλο παρά εξυψωμένη. Οι θεοί του αγαπούν και μισούν, δολοπλοκούν και ραδιουργούν, πολεμούν και καταστρέφουν. Ο Μαρντούκ, ο πρόμαχος, νικάει μόνο έπειτα από άγρια μάχη, στην οποία οι δυνάμεις του δοκιμάζονται στο έπακρο. Αντίθετα, η Γένεση αντικατοπτρίζει τον πιο εξυψωμένο μονοθεϊσμό. Ο Θεός είναι τόσο απόλυτα ο κυρίαρχος όλων των στοιχείων του σύμπαντος ώστε αυτά υπακούν στην παραμικρή του λέξη. Ελέγχει τα πάντα χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια. Λέει και γίνεται. Αν δεχτούμε, όπως κάνουν οι περισσότεροι μελετητές, ότι υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στις δύο αφηγήσεις, τότε δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να καταδειχτεί η θεοπνευστία της Βιβλικής αφήγησης από την αντιπαραβολή της με τη βαβυλωνιακή αφήγηση. Καθώς διαβάζουμε το κεφάλαιο της Γένεσης σήμερα, αυτό εξακολουθεί να μας αποκαλύπτει το μεγαλείο και τη δύναμη του ενός Θεού και προκαλεί στο σύγχρονο άνθρωπο—όπως προκαλούσε και στον αρχαίο Εβραίο—λατρευτική διάθεση προς τον Δημιουργό».—Η Αρχαιολογία και η Αγία Γραφή (Archaeology and the Bible), 1949, σ. 297, 298.
Σχετικά με τους αρχαίους μύθους περί δημιουργίας εν γένει, έχει γίνει το εξής σχόλιο: «Δεν έχει βρεθεί ακόμη μύθος που να αναφέρεται σαφώς στη δημιουργία του σύμπαντος, ενώ όσοι μύθοι ασχολούνται με την οργάνωση του σύμπαντος και τις διεργασίες ανάπτυξής του, τη δημιουργία του ανθρώπου και τη θεμελίωση του πολιτισμού χαρακτηρίζονται από τον πολυθεϊσμό και τη διαπάλη των θεοτήτων για κυριαρχία, σε οξεία αντίθεση με τον εβραϊκό μονοθεϊσμό της Γένεσης 1-2».—Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής (New Bible Dictionary), επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1985, σ. 247.
«Νέα Δημιουργία». Μετά την έκτη δημιουργική περίοδο, ή αλλιώς «ημέρα», ο Ιεχωβά έθεσε τέλος στην επίγεια δημιουργική δράση του. (Γε 2:2) Αλλά έχει επιτελέσει μεγαλειώδη πράγματα με πνευματικό τρόπο. Για παράδειγμα, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Αν κανείς είναι σε ενότητα με τον Χριστό, είναι νέα δημιουργία». (2Κο 5:17) Το να είναι κανείς «σε ενότητα με» τον Χριστό (ἐν Χριστῷ, Κείμενο) σημαίνει σε αυτή την περίπτωση ότι είναι ένα με αυτόν ως μέλος του σώματός του, της νύφης του. (Ιωα 17:21· 1Κο 12:27) Για να έρθει σε ύπαρξη η εν λόγω σχέση, ο Ιεχωβά Θεός ελκύει αυτό το άτομο στον Γιο του και το γεννάει με άγιο πνεύμα. Ως γεννημένος από το πνεύμα γιος του Θεού, το άτομο αυτό είναι «νέα δημιουργία» και έχει την προοπτική να συμμετάσχει με τον Ιησού Χριστό στην ουράνια Βασιλεία.—Ιωα 3:3-8· 6:44.
Αναδημιουργία. Στους αποστόλους του ο Ιησούς μίλησε επίσης για μια «αναδημιουργία» και τη συσχέτισε με τον καιρό κατά τον οποίο «ο Γιος του ανθρώπου [θα] καθήσει στον ένδοξο θρόνο του». (Ματ 19:28· Λου 22:28-30) Η λέξη παλινγενεσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία μεταφράζεται «αναδημιουργία», αποτελείται από τα συνθετικά πάλιν και γένεσις. Ο Φίλων χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη αναφορικά με την ανασύσταση του κόσμου μετά τον Κατακλυσμό. Ο Ιώσηπος τη χρησιμοποίησε περιγράφοντας την ανασυγκρότηση του Ισραήλ μετά την εξορία. Το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament), το οποίο επιμελήθηκε ο Γκ. Κίτελ, λέει ότι η χρήση της λέξης παλινγενεσία στο εδάφιο Ματθαίος 19:28 «βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τη χρήση της από τον Φίλωνα και τον Ιώσηπο». (1932, Τόμ. 1, σ. 687) Άρα δεν εννοείται κάποια νέα δημιουργία, αλλά μια αναγέννηση, μια ανανέωση, μέσω της οποίας επιτελείται στο πλήρες ο σκοπός του Ιεχωβά για τη γη.—Βλέπε ΦΥΛΗ («Κρίνοντας τις Δώδεκα Φυλές του Ισραήλ»).
Είναι βέβαιο ότι, υπό τη διακυβέρνηση της Βασιλείας, η υπάκουη ανθρωπότητα, «η δημιουργία» που θα «ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού», θα γευτεί μεγάλες ευλογίες. (Ρω 8:19-21· βλέπε ΓΙΟΣ [ΓΙΟΙ] ΤΟΥ ΘΕΟΥ [Η Ένδοξη Ελευθερία των Παιδιών του Θεού].) Στο σύστημα πραγμάτων που έχει υποσχεθεί και θα δημιουργήσει ο Θεός, «δικαιοσύνη θα κατοικεί». (2Πε 3:13) Η βεβαιότητα της εγκαθίδρυσης αυτού του συστήματος τονίζεται από το όραμα της Αποκάλυψης που έλαβε ο Ιωάννης καθώς και από τη δήλωση του ίδιου: «Είδα νέο ουρανό και νέα γη».—Απ 21:1-5.