ΕΙΔΟΣ
Η αφήγηση της δημιουργίας που βρίσκεται στο πρώτο κεφάλαιο της Γένεσης αποκαλύπτει ότι ο Ιεχωβά Θεός δημιούργησε τα ζωντανά πράγματα της γης «κατά τα είδη τους». (Γε 1:11, υποσ.) Προς το τέλος της έκτης δημιουργικής ημέρας η γη διέθετε μεγάλη ποικιλία βασικών δημιουργημένων «ειδών», στα οποία συμπεριλαμβάνονταν πολύ περίπλοκες μορφές ζωής. Αυτές ήταν προικισμένες με την ικανότητα να παράγουν απογόνους «κατά τα είδη τους» με καθορισμένο, εύτακτο τρόπο.—Γε 1:12, 21, 22, 24, 25· 1Κο 14:33.
Τα Βιβλικά «είδη» φαίνεται ότι αποτελούν υποδιαιρέσεις μορφών ζωής, εντός των οποίων υποδιαιρέσεων υπάρχουν περιθώρια για διασταυρούμενη γονιμοποίηση. Αν όντως ισχύει αυτό, τότε το όριο ανάμεσα στα «είδη» πρέπει να τοποθετηθεί στο σημείο όπου παύει να υπάρχει γονιμοποίηση.
Στα πρόσφατα χρόνια, ο όρος «είδος» έχει χρησιμοποιηθεί με τρόπο που δημιουργεί σύγχυση όταν συγκριθεί με τη χρήση της συγκεκριμένης λέξης στη Γραφή. Στην ορολογία της βιολογίας, εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε ομάδα ζώων ή φυτών ικανών να διασταυρωθούν, τα οποία κατέχουν από κοινού ένα ή περισσότερα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Συνεπώς, θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλά τέτοια υποείδη ή ποικιλίες μέσα στα όρια κάθε «είδους» της Γένεσης.
Μολονότι η Γραφική αφήγηση περί δημιουργίας και οι φυσικοί νόμοι που εμφύτευσε ο Ιεχωβά Θεός στα δημιουργήματα αφήνουν περιθώρια για την ύπαρξη μεγάλης ποικιλομορφίας μέσα στα όρια των δημιουργημένων «ειδών», δεν ευσταθούν οι θεωρίες οι οποίες υποστηρίζουν ότι έχουν παραχθεί καινούρια «είδη» από την περίοδο της δημιουργίας και έπειτα. Ο αναλλοίωτος κανόνας ότι τα «είδη» δεν μπορούν να διασταυρωθούν μεταξύ τους είναι μια αρχή της βιολογίας που δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ με επιτυχία. Ακόμη και με τις σύγχρονες εργαστηριακές τεχνικές και τον τεχνητό υβριδισμό δεν έχουν παραχθεί καινούρια «είδη». Εξάλλου, η διασταύρωση μεταξύ δημιουργημένων «ειδών» θα αντέβαινε στο σκοπό που είχε ο Θεός να υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στις οικογένειες των ειδών και θα κατέστρεφε τη διαφορετικότητα που χαρακτηρίζει το καθένα από τα ποικίλα είδη ζωντανών πλασμάτων και πραγμάτων. Επομένως, λόγω της σαφούς ασυνέχειας μεταξύ των δημιουργημένων «ειδών», κάθε βασική οικογένεια αποτελεί μια μεμονωμένη μονάδα, ξεχωριστή από τα άλλα «είδη».
Από το αρχαιότερο ανθρώπινο υπόμνημα μέχρι τώρα, τα στοιχεία μαρτυρούν ότι οι σκύλοι είναι ακόμη σκύλοι, οι γάτες εξακολουθούν να είναι γάτες και οι ελέφαντες ήταν και θα είναι πάντα ελέφαντες. Η στειρότητα συνεχίζει να είναι ο καθοριστικός παράγοντας ως προς το τι συνιστά ένα «είδος». Αυτό το φαινόμενο καθιστά εφικτό, μέσω του τεστ της στειρότητας, τον προσδιορισμό των ορίων όλων των «ειδών» που υπάρχουν σήμερα. Μέσω αυτού του φυσικού τεστ της γονιμοποίησης, είναι εφικτό να αποκαλύψει κανείς τις πρωταρχικές σχέσεις που διαμορφώνονται μέσα στον κόσμο των ζώων και των φυτών. Παραδείγματος χάρη, η στειρότητα δημιουργεί αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στον άνθρωπο και στα ζώα. Πειράματα διασταυρώσεων κατέδειξαν ότι η εμφάνιση δεν αποτελεί κριτήριο. Ο άνθρωπος και ο χιμπατζής μπορεί να μοιάζουν κάπως, να έχουν ανάλογους τύπους μυών και οστών, ωστόσο η απόλυτη αδυναμία του ανθρώπου να παραγάγει υβριδικούς απογόνους με την οικογένεια των πιθήκων αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος και ο πίθηκος είναι δύο ξεχωριστά δημιουργήματα και δεν ανήκουν στο ίδιο δημιουργημένο «είδος».
Μολονότι κάποτε υπήρχε η ελπίδα ότι ο υβριδισμός θα ήταν το καλύτερο μέσο για την παραγωγή ενός καινούριου «είδους», σε κάθε περίπτωση υβριδισμού που έχει διερευνηθεί τα διασταυρούμενα άτομα προσδιορίζονταν πάντοτε εύκολα ως μέλη του ίδιου «είδους», όπως στη διασταύρωση αλόγου και γαϊδάρου, ζώων τα οποία ανήκουν και τα δύο στην οικογένεια των Ιππιδών. Εξαιρουμένων ελάχιστων περιπτώσεων, το μουλάρι που προκύπτει είναι στείρο και δεν μπορεί να συνεχίσει τη διαφοροποίηση με φυσικό τρόπο. Ακόμη και ο Κάρολος Δαρβίνος αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να ομολογήσει: «Η διάκριση των ειδολογικών μορφών και το ότι δεν συνδέονται συνέχεια με αναρίθμητους συνδετικούς κρίκους, παρουσιάζει ολοφάνερη δυσκολία». (Η Καταγωγή των Ειδών, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, 1997, σ. 373) Αυτό εξακολουθεί να αληθεύει.
Ενώ τα συγκεκριμένα δημιουργημένα «είδη» μπορεί να αριθμούν μόνο μερικές εκατοντάδες, υπάρχουν πολύ περισσότερες ποικιλίες ζώων και φυτών στη γη. Οι σύγχρονες έρευνες κατέδειξαν ότι εκατοντάδες χιλιάδες διαφορετικά φυτά ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Παρόμοια, στο ζωικό βασίλειο, υπάρχουν μεν πολλές ποικιλίες γατών, όλες όμως ανήκουν στην ίδια οικογένεια, ή αλλιώς στο ίδιο «είδος», των αιλουροειδών. Το ίδιο ισχύει για τους ανθρώπους, για τα βοοειδή και για τους σκύλους, κάτι που επιτρέπει την ύπαρξη μεγάλης ποικιλομορφίας εντός του κάθε «είδους». Αλλά εξακολουθεί να αληθεύει ότι, άσχετα από το πόσες ποικιλίες εμφανίζονται σε κάθε οικογένεια, αυτά τα «είδη» δεν μπορούν να αναμειχθούν γενετικά.
Οι γεωλογικές έρευνες αποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι τα απολιθώματα που θεωρούνται από τα αρχαιότερα δείγματα κάποιου πλάσματος μοιάζουν πολύ με τους εν ζωή σημερινούς απογόνους του. Οι κατσαρίδες που βρέθηκαν ανάμεσα στα αρχαιότερα, όπως υποτίθεται, απολιθωμένα έντομα είναι ουσιαστικά πανομοιότυπες με τις σύγχρονες. «Γέφυρες» απολιθωμάτων μεταξύ των «ειδών» δεν υπάρχουν. Τα άλογα, οι βελανιδιές, οι αετοί, οι ελέφαντες, οι καρυδιές, οι φτέρες, και ούτω καθεξής, συνεχίζουν όλα να υπάρχουν μέσα στα όρια των ίδιων «ειδών», χωρίς να εξελίσσονται σε άλλα «είδη». Η μαρτυρία των απολιθωμάτων συμφωνεί πλήρως με τη Βιβλική ιστορία περί δημιουργίας, η οποία δείχνει ότι ο Ιεχωβά δημιούργησε τα ζωντανά πράγματα της γης σε μεγάλους αριθμούς και «κατά τα είδη τους» τις τελευταίες δημιουργικές ημέρες.—Γε 1:20-25.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι ο Νώε μπορούσε να βάλει όλα τα απαραίτητα ζώα μέσα στην κιβωτό για να τα διαφυλάξει από τον Κατακλυσμό. Η Αγία Γραφή δεν λέει ότι έπρεπε να διατηρήσει στη ζωή κάθε ποικιλία των ζώων. Αντίθετα, δηλώνει: «Από τα πετούμενα πλάσματα κατά τα είδη τους και από τα κατοικίδια ζώα κατά τα είδη τους, από όλα τα κινούμενα ζώα της γης κατά τα είδη τους, δύο από το καθένα θα μπουν εκεί μαζί σου για να τα διατηρήσεις στη ζωή». (Γε 6:20· 7:14, 15) Ο Ιεχωβά Θεός γνώριζε ότι χρειαζόταν να σωθούν μόνο εκπρόσωποι των διαφορετικών «ειδών», εφόσον αυτά θα αναπαράγονταν και θα ανέπτυσσαν ποικιλίες μετά τον Κατακλυσμό.—Βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
Έπειτα από την υποχώρηση των νερών του Κατακλυσμού, αυτά τα σχετικά λίγα βασικά «είδη» βγήκαν από την κιβωτό και εξαπλώθηκαν στην επιφάνεια της γης, παράγοντας τελικά πολλές διαφοροποιήσεις των «ειδών» τους. Παρότι έχουν έρθει σε ύπαρξη πολλές καινούριες ποικιλίες από τον καιρό του Κατακλυσμού, τα επιζώντα «είδη» παραμένουν καθορισμένα και αναλλοίωτα, σε αρμονία με τον αναλλοίωτο λόγο του Ιεχωβά Θεού.—Ησ 55:8-11.