ΜΕΜΦΙΣ
(Μέμφις).
Μια από τις πρωτεύουσες της αρχαίας Αιγύπτου, η οποία ταυτίζεται με τα ερείπια στο Μιτ Ραχινέι, περίπου 23 χλμ. Ν του Καΐρου, στη δυτική όχθη του Νείλου Ποταμού. Η Μέμφις ήταν για πολύ καιρό η σπουδαιότερη πόλη της «Κάτω Αιγύπτου» (δηλαδή της περιοχής του Δέλτα και ενός μικρού τμήματος Ν από αυτό).
Στο εδάφιο Ωσηέ 9:6 η πόλη αποκαλείται Μοφ στο εβραϊκό κείμενο (και αποδίδεται «Μέμφις» σε όλες τις ελληνικές μεταφράσεις). Σε άλλες περιπτώσεις προσδιορίζεται με την εβραϊκή λέξη Νοφ.—Ησ 19:13· Ιερ 2:16· 44:1· 46:14, 19· Ιεζ 30:13, 16.
Ιστορία. Σύμφωνα με το θρύλο, όπως τον κατέγραψε ο ιστορικός Ηρόδοτος (Β΄ 99), η Μέμφις ιδρύθηκε από έναν ηγεμόνα ο οποίος ονομαζόταν Μήνης (Μιν). Ωστόσο, δεν έχουν βρεθεί ιστορικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτού του υποτιθέμενου ιδρυτή της «Πρώτης Δυναστείας» Αιγύπτιων ηγεμόνων.
Η Μέμφις κατείχε ιδανική γεωγραφική θέση για να είναι πρωτεύουσα αυτής της χώρας του Νείλου. Ευρισκόμενη λίγο νοτιότερα από την κορυφή του Δέλτα (δηλαδή από το σημείο όπου ο Νείλος Ποταμός χωρίζεται στις διακλαδώσεις του), μπορούσε να ασκεί έλεγχο, όχι μόνο στην περιοχή του Δέλτα προς το Β, αλλά και στην κυκλοφορία στον Νείλο. Η έρημος και τα βουνά δυσχέραιναν την πρόσβαση στην πόλη από τη Δ, ενώ ο ίδιος ο Νείλος και οι λόφοι πέρα από αυτόν την προστάτευαν από την Α. Με αυτόν τον τρόπο, η Μέμφις, στη μεθόριο μεταξύ της Άνω (νότιας) και της Κάτω (βόρειας) Αιγύπτου, κατείχε στην αρχαιότητα θέση-κλειδί για όλη την Αίγυπτο, όπως κατέχει σήμερα το σύγχρονο Κάιρο σε μια γειτονική τοποθεσία.
Εμπορική δραστηριότητα. Η πόλη ήταν μεγάλο κέντρο εμπορίου σε όλη την ιστορία της και παρήκμασε μόνο μετά την κατάκτηση από τους Έλληνες, όταν η Αλεξάνδρεια στη βόρεια ακτή έγινε το πλουσιότερο λιμάνι της χώρας. Σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, η Μέμφις απέκτησε μεγάλη φήμη για την υαλουργία της, και η Ρώμη υπήρξε κύριος εισαγωγέας αυτών των προϊόντων της. Στην περιοχή της καλλιεργούνταν επίσης ακακίες από τις οποίες παραγόταν ξυλεία για την κατασκευή επίπλων, πλοίων του αιγυπτιακού ναυτικού και όπλων.
Πολιτική σημασία. Από πολιτική άποψη, επίσης, η Μέμφις κατείχε εξέχουσα θέση, ιδιαίτερα κατά την περίοδο που οι αιγυπτιολόγοι χαρακτηρίζουν ως «Παλαιό Βασίλειο» και μέχρι το «Μέσο Βασίλειο». Οι περισσότεροι ιστορικοί πιστεύουν ότι οι πρώτες δυναστείες έδρευαν στη Μέμφιδα, αν και για ένα διάστημα η έδρα της κυβέρνησης μπορεί να μεταφέρθηκε στις Θήβες (τη Βιβλική Νω-άμμων, περίπου 480 χλμ. νοτιότερα). Φαίνεται πιθανό ότι η Μέμφις εξακολουθούσε να είναι πρωτεύουσα την εποχή που ο Αβραάμ επισκέφτηκε την Αίγυπτο και του συνέβη το περιστατικό με τον Φαραώ.—Γε 12:10-20.
Τα Βιβλικά στοιχεία φαίνεται να υποδεικνύουν ότι, κατά την παραμονή των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο, η αιγυπτιακή πρωτεύουσα βρισκόταν στην Κάτω (βόρεια) Αίγυπτο, σε μια θέση από όπου υπήρχε αρκετά εύκολη πρόσβαση στη γη Γεσέν, όπου κατοικούσαν οι Ισραηλίτες. (Γε 47:1, 2· βλέπε ΓΕΣΕΝ Αρ. 1.) Το ότι ο Μωυσής συνάντησε τον Φαραώ “κοντά στον Νείλο Ποταμό” ευνοεί, καθώς φαίνεται, την εκδοχή να ήταν πρωτεύουσα η Μέμφις και όχι κάποια πόλη στην περιοχή του Δέλτα (όπως υποστηρίζουν μερικοί), διότι ο Νείλος χωριζόταν σε αρκετές διακλαδώσεις όταν έφτανε στο Δέλτα.—Εξ 7:15.
Λόγω της εξέχουσας θέσης της, η Μέμφις μνημονεύεται σε αρκετές προφητείες σχετικές με την Αίγυπτο. Στο εδάφιο Ιερεμίας 2:16, ο προφήτης είπε ότι η Νοφ (Μέμφις) και η Τάχπανες (μια πόλη στην περιοχή του Δέλτα) «κατέτρωγαν [τον Ισραήλ] στην κορυφή του κεφαλιού», δηλαδή απογύμνωναν τον Ισραήλ και τον έκαναν φαλακρό, σαν να λέγαμε. Για εκείνους που πρέσβευαν ότι ήταν ο λαός του Θεού, αυτό σήμαινε ταπείνωση συνοδευόμενη από πένθος. (Παράβαλε 2Βα 2:23· Ησ 22:12.) Τόσο για το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ όσο και για το νότιο βασίλειο (τον Ιούδα), η Αίγυπτος—όπως εκπροσωπείται εδώ από τη Μέμφιδα και την Τάχπανες—αποδείχτηκε ανώφελη πηγή προσδοκώμενης βοήθειας και υποστήριξης, ενώ ταυτόχρονα φάνηκε έτοιμη να εκμεταλλευτεί για ιδιοτελές όφελος το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός.—Ωσ 7:11· Ησ 30:1-3· 2Βα 23:31-35.
Θρησκευτική σημασία. Η Μέμφις ήταν θρησκευτικό και μορφωτικό κέντρο στην Αίγυπτο, αλλά τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Ησαΐας προείπε ότι η πολυδιαφημισμένη σοφία των αρχόντων (ίσως των ιερέων αρχόντων) της Νοφ (Μέμφιδος) θα αποτύγχανε και η Αίγυπτος θα παροδηγούνταν. (Ησ 19:13) Προφανώς αυτοί οι σύμβουλοι καλλιεργούσαν στην Αίγυπτο μια ψευδαίσθηση ασφάλειας απέναντι στην επεκτατική δύναμη της Ασσυρίας.
Στη Μέμφιδα έχουν ανακαλυφτεί ευρήματα που ανάγονται στην εποχή της διακυβέρνησης της Αιγύπτου από τον Αιθίοπα Βασιλιά Τιρχάκα. Μολονότι ο Τιρχάκα κατάφερε να επιζήσει από την αναμέτρησή του με τον Ασσύριο Βασιλιά Σενναχειρείμ στη Χαναάν (732 Π.Κ.Χ.· 2Βα 19:9), μεταγενέστερα ο Εσάρ-αδδών, γιος του Σενναχειρείμ, κατατρόπωσε τον αιγυπτιακό στρατό και τον ανάγκασε να υποχωρήσει στη Μέμφιδα. Ο ίδιος ο Εσάρ-αδδών περιγράφει την επακόλουθη σύγκρουση ως εξής: «Πολιόρκησα τη Μέμφιδα, τη βασιλική κατοικία του [Τιρχάκα], και την κατέλαβα μέσα σε μισή ημέρα σκάβοντας υπόγειες στοές, ανοίγοντας ρήγματα και χρησιμοποιώντας πολιορκητικές σκάλες. (Την) κατέστρεψα, γκρέμισα (τα τείχη της) και την έκαψα». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 293) Φαίνεται ότι ύστερα από λίγα χρόνια οι δυνάμεις της Αιγύπτου ανακατέλαβαν τη Μέμφιδα και κατέσφαξαν την ασσυριακή φρουρά. Αλλά ο Ασσουρμπανιπάλ, γιος του Εσάρ-αδδών, εισέβαλε στην Αίγυπτο και έδιωξε τους ηγεμόνες της από τη Μέμφιδα, αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν σε νοτιότερες περιοχές του Νείλου.
Όταν η Ασσυρία παρήκμασε στα τέλη του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ., η Μέμφις περιήλθε και πάλι πλήρως υπό την κυριαρχία της Αιγύπτου. Μετά την ερήμωση του Ιούδα το 607 Π.Κ.Χ. από τον Βαβυλώνιο Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα, Ιουδαίοι πρόσφυγες κατέφυγαν στην Αίγυπτο και κατοίκησαν στη Μέμφιδα και σε άλλες πόλεις. (Ιερ 44:1) Μέσω του Ιερεμία και του Ιεζεκιήλ, των προφητών του, ο Ιεχωβά καταδίκασε αυτούς τους πρόσφυγες σε καταστροφή και προείπε ότι ο Ναβουχοδονόσορ επρόκειτο να καταφέρει στην Αίγυπτο ένα τρομερό πλήγμα, κατά το οποίο η Μέμφις (Νοφ) θα υφίστατο όλο το επιθετικό του μένος. (Ιερ 44:11-14· 46:13, 14, 19· Ιεζ 30:10-13) Οι Βαβυλώνιοι που θα έρχονταν εναντίον της Μέμφιδος θα είχαν τόση αυτοπεποίθηση ώστε θα έκαναν την επίθεσή τους στο φως της ημέρας.—Ιεζ 30:16.
Η Μέμφις υπέστη εκ νέου μεγάλη ήττα από τον Πέρση Βασιλιά Καμβύση το 525 Π.Κ.Χ., και έκτοτε έγινε έδρα μιας περσικής σατραπείας. Η πόλη ποτέ δεν ανέκαμψε πλήρως από αυτή την κατάκτηση. Με την άνοδο της Αλεξάνδρειας υπό τους Πτολεμαίους, η Μέμφις άρχισε να παρακμάζει σταθερά, και μέχρι τον έβδομο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας είχε μεταβληθεί σε πληθώρα ερειπίων.
Η Μέμφις ήταν μια από τις πιο σημαντικές ιερές πόλεις της αρχαίας Αιγύπτου, μαζί με τη γειτονική Ων (Ηλιούπολη). (Γε 41:50) Ιδιαίτερης σπουδαιότητας υπήρξαν τα ιερά που ήταν αφιερωμένα στον θεό Φθα και στον ιερό ταύρο Άπι. Ο θεός Φθα, σύμφωνα με τη «μεμφιτική θεολογία» την οποία επινόησαν οι ιερείς της Μέμφιδος, ήταν ο δημιουργός (διάκριση την οποία απέδιδαν και σε άλλους θεούς όπως ο Θωθ, ο Ρα και ο Όσιρις), και η μυθολογική του δραστηριότητα ήταν προφανώς προσαρμοσμένη στον πραγματικό ρόλο που έπαιζε ο Φαραώ στις ανθρώπινες υποθέσεις. Οι κλασικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ο ναός του Φθα στη Μέμφιδα επεκτεινόταν και εξωραϊζόταν περιοδικά. Τον κοσμούσαν τεράστια αγάλματα.
Ο ταύρος Άπις, ένας ζωντανός ταύρος που έφερε ιδιαίτερα σημάδια, φυλασσόταν στη Μέμφιδα και λατρευόταν ως ο ενσαρκωμένος θεός Όσιρις, αν και σε ορισμένους μύθους συνδέεται επίσης με τον θεό Φθα. Όταν πέθαινε, κήρυτταν δημόσιο πένθος και του έκαναν εντυπωσιακή ταφή στην κοντινή Σακκάρα. (Όταν ο τάφος που υπάρχει εκεί ανοίχτηκε το 19ο αιώνα, οι ερευνητές βρήκαν τα ταριχευμένα σώματα 60 και πλέον ταύρων και αγελάδων.) Η επιλογή του νέου ταύρου Άπιδος και η ενθρόνισή του στη Μέμφιδα ήταν μια εξίσου λαμπρή τελετή. Από αυτή τη λατρεία ίσως επηρεάστηκαν οι Ισραηλίτες στασιαστές όταν συνέλαβαν την ιδέα να λατρέψουν τον Ιεχωβά μέσω ενός χρυσού μοσχαριού. (Εξ 32:4, 5) Η λατρεία της ξένης θεάς Αστάρτης κατείχε επίσης περίοπτη θέση στη Μέμφιδα, και υπήρχαν ναοί αφιερωμένοι σε αιγυπτιακούς θεούς και θεές όπως η Αθώρ, ο Άμμων, ο Ιμχοτέπ, η Ίσις, ο Όσιρις-Σόκαρ, ο Άνουβις και άλλοι. Όλο αυτό το πλήθος των αρχαίων θεοτήτων και των ειδώλων τους ήταν καταδικασμένο από τη θεϊκή κρίση σε καταστροφή.—Ιεζ 30:13.
Βασιλικές νεκροπόλεις. Απόδειξη του περασμένου μεγαλείου της Μέμφιδος αποτελούν οι τεράστιες νεκροπόλεις κοντά στην αρχαία τοποθεσία. Σε αυτούς τους χώρους υπάρχουν περίπου 20 πυραμίδες, δηλαδή βασιλικά ταφικά μνημεία. Το γεγονός ότι η Μέμφις ήταν σπουδαία βασιλική νεκρόπολη αντανακλάται ασφαλώς στην προφητεία του Ωσηέ εναντίον του άπιστου Ισραήλ τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., η οποία ανέφερε ότι «η Αίγυπτος θα τους συγκεντρώσει· η δε Μέμφις θα τους θάψει». (Ωσ 9:6) Μεταξύ των πυραμίδων στη Σακκάρα, κοντά στη Μέμφιδα, είναι και η Κλιμακωτή Πυραμίδα του Βασιλιά Ζοζέρ («Τρίτη Δυναστεία»), η οποία, σύμφωνα με ό,τι γνωρίζουμε σήμερα, θεωρείται η αρχαιότερη αυτοστήρικτη πέτρινη κατασκευή. Μακρύτερα, ΔΒΔ της Μέμφιδος, βρίσκονται οι κατά πολύ εντυπωσιακότερες πυραμίδες της Γκίζας και η Μεγάλη Σφίγγα. Σήμερα, αυτοί οι τάφοι και οι παρόμοιες πέτρινες κατασκευές είναι τα μόνα πράγματα που απομένουν για να θυμίζουν το ένδοξο θρησκευτικό παρελθόν της Μέμφιδος. Όπως προειπώθηκε, η πόλη έχει γίνει «αντικείμενο κατάπληξης».—Ιερ 46:19.