ΛΙΝΑΡΙ
[εβρ. κείμενο, πέσεθ, πιστάχ· ελλ. κείμενο, λίνον].
Φυτό καλλιεργούμενο από την αρχαιότητα, από του οποίου τις ίνες συνήθιζαν να φτιάχνουν—όπως και σήμερα—λινό ύφασμα. Το ύψος του λιναριού (λίνον το χρησιμότατον [Linum usitatissimum]) κυμαίνεται από 0,3 ως 1,2 μ. Το λεπτό στέλεχος του φυτού (λινοκάλαμο), που έχει ανοιχτοπράσινα γραμμοειδή φύλλα, διακλαδίζεται μόνο στην κορυφή. Κάθε κλαδί, είτε μεγαλύτερο είτε μικρότερο, απολήγει σε ένα μπλε ή γαλάζιο (σπανίως λευκό) άνθος με πέντε πέταλα.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 544.
Όταν το λινάρι είχε «μπουμπούκια», ήταν έτοιμο για τη συγκομιδή (Εξ 9:31), κατά την οποία είτε τραβούσαν τα φυτά με το χέρι είτε τα ξερίζωναν με την τσάπα. Στη συνέχεια τα ξέραιναν. Τα λινοκάλαμα στην ταράτσα του σπιτιού της Ραάβ στην Ιεριχώ πιθανόν να είχαν τοποθετηθεί εκεί γι’ αυτόν το σκοπό.—Ιη 2:6.
Η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι για την κατεργασία του λιναριού ήταν κατά πάσα πιθανότητα ανάλογη με αυτήν που περιγράφει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος του πρώτου αιώνα Κ.Χ. στο έργο του Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia, XIX, III, 17, 18) και με αυτήν που απεικονίζει η αρχαία αναπαράσταση η οποία φυλάσσεται στο Μπενί Χασάν της Αιγύπτου. Αφού αποσπούσαν το λιναρόσπορο, βύθιζαν τα λινοκάλαμα σε νερό και από πάνω τους τοποθετούσαν πέτρες για να μην επιπλέουν. Καθώς το λινάρι μούσκευε στο νερό, το ξυλώδες μέρος του σάπιζε και οι ίνες ελευθερώνονταν. Όταν χαλάρωνε το εξωτερικό μέρος των λινοκάλαμων, δηλαδή η φλούδα, τα έβγαζαν από το νερό και τα άφηναν στον ήλιο, γυρίζοντάς τα επανειλημμένα, μέχρι να ξεραθούν εντελώς. Κατόπιν χτυπούσαν το λινάρι με κόπανους πάνω σε πέτρες και αποχώριζαν τις ίνες, τις οποίες και καθάριζαν ξαίνοντάς τες. Οι ίνες κατώτερης ποιότητας, που βρίσκονται κοντά στη φλούδα, χρησιμοποιούνταν για φιτίλια λυχναριών (βλέπε Ησ 42:3· 43:17· Ματ 12:20), ενώ οι εσωτερικές ίνες, που είναι λευκότερες και καλύτερης ποιότητας, μετατρέπονταν σε νήμα το οποίο γυάλιζαν χτυπώντας το ξανά και ξανά πάνω σε μια σκληρή πέτρα.
Τα χαμηλά υψόμετρα και τα αλλουβιακά εδάφη, που είναι τόσο συνηθισμένα στην Αίγυπτο, θεωρούνται πολύ κατάλληλα για την καλλιέργεια του λιναριού. Στον αρχαίο κόσμο αυτή η χώρα φημιζόταν για το εκλεκτό λινό της. Γι’ αυτό, η θεόσταλτη πληγή του χαλαζιού, η οποία κατέστρεψε το λινάρι και το κριθάρι, αποτέλεσε βαρύ πλήγμα για την οικονομία της Αιγύπτου. (Εξ 9:23, 31) Μεταγενέστερα, στην εξαγγελία εναντίον της Αιγύπτου που κατέγραψε ο Ησαΐας (19:9), μεταξύ των ατόμων που επρόκειτο να ντραπούν περιλήφθηκαν και «εκείνοι που εργάζονται το ξασμένο λινάρι».—Βλέπε ΛΙΝΟ.