ΡΟΥΧΑ
Πέρα από τις αναφορές, και κάποιες λίγες περιγραφές, που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή για διάφορα είδη ρουχισμού, υπάρχουν ελάχιστες ιστορικές πληροφορίες σχετικά με τα ρούχα που φορούσαν οι Εβραίοι—πολύ λιγότερες από όσες υπάρχουν για τα ρούχα των Αιγυπτίων και των Ασσυρίων. Αυτό συμβαίνει επειδή το έθνος του Ισραήλ δεν ανήγειρε μνημεία ούτε έφτιαχνε εγχάρακτα σχέδια για να εξυμνήσει τους στρατιωτικούς θριάμβους των ηγετών του, με απεικονίσεις Ισραηλιτών από τις οποίες θα μπορούσαμε να πάρουμε μια ιδέα για την ενδυμασία τους. Πολυάριθμα αιγυπτιακά και ασσυριακά πρόστυπα ανάγλυφα, όπως επίσης ανάγλυφα άλλων εθνών, απεικονίζουν τα ρούχα των δικών τους λαών, ενώ αρκετά από αυτά δείχνουν και αιχμαλώτους διαφόρων εθνικοτήτων. Πιστεύεται ότι μερικοί από τους εικονιζόμενους είναι Εβραίοι, αλλά αυτό δεν μπορεί να αποδειχτεί. Ωστόσο, φαίνεται λογικό ότι κάποια από τα ρούχα που φορούν σήμερα οι άνθρωποι στις Βιβλικές χώρες ίσως μοιάζουν κάπως με αυτά που φορούσαν πριν από αιώνες, εφόσον τα ρούχα αυτά εξυπηρετούν τους ίδιους σκοπούς και εφόσον κάποια έθιμα έχουν μείνει αναλλοίωτα εδώ και αιώνες. Από την άλλη πλευρά, τα αρχαιολογικά στοιχεία φαίνεται να δείχνουν ότι οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν στα ρούχα τους περισσότερο χρώμα από ό,τι οι σημερινοί Άραβες Βεδουίνοι. Επιπρόσθετα, τα ρούχα που φορούν οι σημερινοί Εβραίοι και άλλοι σε αυτές τις χώρες έχουν συνήθως επηρεαστεί έντονα από τη θρησκεία και από ελληνικά, ρωμαϊκά και δυτικά ήθη και έθιμα, οπότε στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να έχουμε μόνο μια γενική ιδέα μέσω σύγκρισης.
Υλικά. Το παλιότερο υλικό ένδυσης ήταν το φύλλο συκιάς, εφόσον ο Αδάμ και η Εύα έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα για την οσφύ τους. (Γε 3:7) Αργότερα, ο Ιεχωβά τούς έφτιαξε μακριά ενδύματα από δέρμα. (Γε 3:21) Ο Ηλίας και ο Ελισαιέ χρησιμοποίησαν ένα «τρίχινο ένδυμα» ως «επίσημο ένδυμα» της προφητικής διακονίας τους. Ο Ηλίας φορούσε επίσης δερμάτινη ζώνη. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είχε παρόμοια ενδυμασία. (2Βα 1:8· 2:13· Εβρ 11:37· Ματ 3:4) Το σάκο, που ήταν συνήθως τρίχινος (Απ 6:12), τον φορούσαν οι πενθούντες. (Εσθ 4:1· Ψλ 69:10, 11· Απ 11:3) Τα υφάσματα ήταν κυρίως λινά και μάλλινα. (Λευ 13:47-59· Παρ 31:13) Οι φτωχοί χρησιμοποιούσαν υποδεέστερα υφάσματα φτιαγμένα από τρίχες κατσικιού και καμήλας, αν και χρησιμοποιούσαν επίσης μαλλί προβάτου. Το λινάρι ήταν πιο ακριβό υλικό. Ίσως να χρησιμοποιούνταν και βαμβάκι. Μόνο σε ένα σημείο στην Αγία Γραφή είναι βέβαιο ότι αναφέρεται το μετάξι, και μάλιστα συγκαταλέγεται στα είδη που εμπορεύεται η Βαβυλώνα η Μεγάλη. (Απ 18:12) Υπήρχαν ενδύματα σε διάφορα χρώματα, πολύχρωμα και ριγωτά, και μερικά ήταν κεντητά. (Κρ 5:30) Η ύφανση γινόταν ποικιλοτρόπως. Ο λευκός λινός χιτώνας του αρχιερέα ήταν υφασμένος «με τετράγωνα σχέδια». (Εξ 28:39) Οι Ισραηλίτες που δεν ήταν ιερείς μπορούσαν να φορούν ένα ένδυμα από λινό και ένα άλλο από μαλλί, αλλά ο νόμος του Θεού τούς απαγόρευε να φορούν ένδυμα από δύο λογιών κλωστές που είχαν αναμειχθεί.—Λευ 19:19· Δευ 22:11· βλέπε ΒΑΦΕΣ, ΒΑΦΙΚΗ· ΥΦΑΣΜΑ.
Ενδύματα. Ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται συχνότερα στις Εβραϊκές Γραφές για να υποδηλώσει κάποιο ένδυμα είναι η λέξη μπέγεδ. Χρησιμοποιούνται και άλλοι όροι, μερικές φορές με γενική σημασία, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις προσδιορίζουν επίσης συγκεκριμένα είδη ρουχισμού.
Εσωτερικά ενδύματα. Φαίνεται πως υπήρχε ένα ένδυμα σαν εσώρουχο, ή περισκελίδα, που το φορούσαν κατάσαρκα, επειδή το να μένει κανείς ολόγυμνος θεωρούνταν κάτι το επαίσχυντο. Οι ιερείς απαιτούνταν να φορούν λινές περισκελίδες (εβρ., μιχνασάγιμ) για να αποφύγουν την άσεμνη έκθεση του σώματός τους όταν υπηρετούσαν στο θυσιαστήριο. Οι ειδωλολάτρες ιερείς υπηρετούσαν μερικές φορές γυμνοί, πράγμα που ήταν αηδιαστικό για τον Ιεχωβά.—Εξ 28:42, 43.
Το σαδίν (εβρ.) ήταν ένα εσωτερικό ένδυμα που φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες. (Ησ 3:23) Μερικοί πιστεύουν ότι ένα είδος αυτού του εσωτερικού ενδύματος το τύλιγαν γύρω από το σώμα τους. Μπορεί να το φορούσαν χωρίς εξωτερικά ενδύματα οι εργάτες στα χωράφια ή οι ψαράδες, οι ξυλουργοί, οι πελεκητές ξύλου, οι νεροκουβαλητές, και ούτω καθεξής. Όταν φοριόταν κάτω από άλλα ενδύματα, φαίνεται ότι ήταν σαν πουκαμίσα που έφτανε ως τα γόνατα ή πιο κάτω, είχε μανίκια και φοριόταν με ή χωρίς περίζωμα. Το έφτιαχναν από μαλλί ή λινάρι.
Η λέξη κουττόνεθ του εβραϊκού κειμένου φαίνεται ότι αντιστοιχεί στη λέξη χιτών του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Και οι δύο λέξεις χρησιμοποιούνται ευρύτατα αναφερόμενες σε χιτώνα ή πουκαμίσα που είχε μακριά ή κοντά μανίκια και έφτανε ως το γόνατο ή ως τον αστράγαλο. Ήταν ένδυμα κατάλληλο για τις δραστηριότητες της οικογένειας μέσα στο σπίτι και για οικείους εξωτερικούς χώρους. Σε μερικούς τύπους του κουττόνεθ, ή του χιτῶνος, το ύφασμα μπορεί να ριχνόταν πάνω από τον έναν ώμο, αφήνοντας τον άλλον γυμνό, και ήταν λευκό ή χρωματιστό. Ο μακρύς τύπος του ενδύματος μπορεί να είχε σκισίματα στα πλάγια μέχρι και περίπου 30 εκ. πάνω από τον ποδόγυρο για άνετο βάδισμα. Μερικοί χιτώνες ήταν λινοί, αλλά πιθανότατα οι περισσότεροι ήταν μάλλινοι, ιδίως οι χιτώνες που φορούσαν οι φτωχοί. Και αυτό το ένδυμα επίσης το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ ο γυναικείος χιτώνας πιθανόν να ήταν μακρύτερος.
Η λέξη κουττόνεθ χρησιμοποιείται για το χιτώνα του αρχιερέα και των υφιερέων. (Εξ 28:39, 40) Αυτή είναι η λέξη που χρησιμοποιείται και για το μακρύ ριγωτό χιτώνα του Ιωσήφ (Γε 37:3), καθώς και για το ριγωτό χιτώνα της Θάμαρ, τον οποίο εκείνη έσκισε νιώθοντας θλίψη και ταπείνωση. (2Σα 13:18) Το εσωτερικό ένδυμα (χιτών) του Ιησού, για το οποίο οι στρατιώτες έριξαν κλήρο, ήταν μονοκόμματο υφαντό ένδυμα χωρίς καμιά ραφή. (Ιωα 19:23, 24) Το κουττόνεθ, ή ο χιτών, μπορούσε να φορεθεί με περίζωμα, όπως το φορούσαν οι ιερείς, ή χωρίς περίζωμα, αλλά το πιθανότερο είναι ότι ως επί το πλείστον χρησιμοποιούνταν περίζωμα. Προφανώς φορούσαν διάφορους τύπους του ενδύματος αυτού, ανάλογα με τις δραστηριότητές τους. Κάποιος που εργαζόταν ή επιδιδόταν σε χειρωνακτική δραστηριότητα θα φορούσε λογικά πιο κοντό τύπο του ενδύματος, για μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Το παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Ιούδας στο εδάφιο 23 είναι κατάλληλο, διότι ο χιτών φοριόταν κατάσαρκα.
Εξωτερικά ενδύματα. Το με‛ίλ, ένα αμάνικο πανωφόρι που συνήθως ήταν ανοιχτό μπροστά, φοριόταν πάνω από το κουττόνεθ, δηλαδή τον λευκό λινό χιτώνα του αρχιερέα. (Λευ 8:7) Το με‛ίλ, όμως, δεν φοριόταν αποκλειστικά από τους ιερείς, αλλά ήταν διαδεδομένο είδος ρουχισμού. Ο Σαμουήλ, ο Σαούλ, ο Δαβίδ, καθώς επίσης ο Ιώβ και οι τρεις φίλοι του είναι μερικά άτομα για τα οποία αναφέρεται ότι φορούσαν αμάνικο πανωφόρι. (1Σα 2:19· 15:27· 18:4· 24:4· 1Χρ 15:27· Ιωβ 1:20· 2:12) Στην κάθε περίπτωση γίνεται σαφές ότι πρόκειται για εξωτερικό ή δευτερεύον ένδυμα που το φορούσαν πάνω από κάποιο άλλο. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει μερικές φορές τη λέξη με‛ίλ με τις λέξεις στολή και ἱμάτιον, που υποδηλώνουν και οι δύο κάποιο εξωτερικό ένδυμα. Αυτό το ρούχο ήταν συνήθως μακρύτερο από το κουττόνεθ. Το σαλμάχ (εβρ.) μπορεί να ήταν και αυτό ένα είδος εξωτερικού ενδύματος.
Η στολή, όπως αναφέρεται στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, ήταν ένα επιβλητικό ρούχο που έφτανε μέχρι κάτω στα πόδια. Ο Ιησούς επέκρινε τους γραμματείς επειδή τους άρεσε να κυκλοφορούν με τέτοιες στολές σε δημόσιους χώρους για να τραβούν την προσοχή και να εντυπωσιάζουν τους ανθρώπους με τη σπουδαιότητά τους. (Λου 20:46) Ο άγγελος στο μνήμα του Ιησού φορούσε αυτό το είδος ενδύματος. (Μαρ 16:5) Με τέτοια στολή, «την καλύτερη», έντυσαν τον άσωτο γιο όταν επέστρεψε. (Λου 15:22) Οι δε υπηρέτες του Θεού στο όραμα του Ιωάννη, οι οποίοι έχουν υποστεί μαρτυρικό θάνατο, είναι ντυμένοι με «στολή» (Απ 6:11), όπως είναι και τα μέλη του “μεγάλου πλήθους”.—Απ 7:9, 13, 14.
Η λέξη ἐσθής του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφερόταν συνήθως σε ένα ρούχο ή ένδυμα που ήταν πολυποίκιλτο, λαμπρό. Κάποιοι άγγελοι εμφανίστηκαν με τέτοια ενδυμασία. (Λου 24:4· βλέπε επίσης Ιακ 2:2, 3.) Ο Ηρώδης έντυσε τον Ιησού με τέτοιο ρούχο για να τον εμπαίξει. (Λου 23:11) Αφού ο Ιησούς μαστιγώθηκε κατ’ εντολήν του Πιλάτου, οι στρατιώτες τον έντυσαν με κατακόκκινο μανδύα (χλαμύς, Κείμενο) (Ματ 27:28, 31), ή ἱμάτιον. (Ιωα 19:2, 5) Προφανώς επρόκειτο για μανδύα ή ρούχο που φορούσαν οι βασιλιάδες, οι δικαστές, οι αξιωματικοί, και ούτω καθεξής.
Το σιμλάχ (εβρ.), ο «μανδύας», ήταν το πιο εξωτερικό ένδυμα που φορούσε η πλειονότητα. Ήταν επίσης το μεγαλύτερο και το βαρύτερο, φτιαγμένο από μαλλί, λινάρι ή τρίχες κατσικιού, ενίοτε δε ίσως και από δέρμα προβάτου ή κατσικιού. Ο μανδύας ήταν συνήθως το ένδυμα που έσκιζαν για να εκδηλώσουν θλίψη. (Γε 37:34· 44:13· Ιη 7:6) Φαίνεται πως επρόκειτο για ένα μεγάλο ορθογώνιο κομμάτι ύφασμα, που το τοποθετούσαν ως επί το πλείστον πάνω στον αριστερό ώμο, το περνούσαν πίσω από την πλάτη και κάτω από το δεξί χέρι, το τραβούσαν διαγωνίως πάνω από το στήθος και το έριχναν ξανά στην πλάτη πάνω από τον αριστερό ώμο, αφήνοντας το δεξί χέρι ελεύθερο. Όταν ο καιρός ήταν άσχημος, το τύλιγαν πιο σφιχτά γύρω από το σώμα, πάνω και από τα δύο χέρια, καλύπτοντας ακόμη και το κεφάλι. Μερικές φορές είχε τη μορφή μεγάλου τετράγωνου υφάσματος με σχισμές για τα χέρια. Ο μανδύας, που από κάποιες απόψεις έμοιαζε με το δικό μας σάλι, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως κάλυμμα (Γε 9:23), ως κλινοσκέπασμα (Εξ 22:27· Δευ 22:17) και ως περιτύλιγμα.—Εξ 12:34· Κρ 8:25· 1Σα 21:9.
Το σιμλάχ το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ το γυναικείο διέφερε από το αντρικό, ίσως στο μέγεθος, στο χρώμα και στο στολισμό—για παράδειγμα, μπορούσε να είναι κεντημένο. Ο Θεός έδωσε την εντολή να μη φοράει γυναίκα αντρικό ρούχο ούτε άντρας γυναικείο μανδύα. Αυτή η εντολή προφανώς δόθηκε για να αποτραπούν οι σεξουαλικές διαστροφές.—Δευ 22:5.
Ο φτωχός μπορεί να είχε μόνο έναν μανδύα, αλλά οι εύποροι είχαν αρκετές αλλαξιές. (Εξ 22:27· Δευ 10:18· Γε 45:22) Επειδή ο μανδύας ήταν το σκέπασμα του φτωχού τις κρύες νύχτες, απαγορευόταν να πάρουν το ένδυμα μιας χήρας ως ενέχυρο ή να κρατήσουν το ένδυμα ενός φτωχού τη νύχτα, απαγόρευση που αφορούσε κυρίως το μανδύα.—Δευ 24:13, 17.
Η λέξη ἱμάτιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «εξωτερικό ένδυμα», πιθανότατα αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό με το μανδύα (σιμλάχ) των Εβραϊκών Γραφών. Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται πως ήταν ένας χαλαρός χιτώνας, αλλά συχνότερα επρόκειτο για ορθογώνιο κομμάτι υφάσματος. Μπορούσαν να το φορέσουν και να το βγάλουν εύκολα. Συνήθως το έβγαζαν όταν είχαν να κάνουν μια δουλειά κάπου κοντά. (Ματ 24:18· Μαρ 10:50· Ιωα 13:4· Πρ 7:58) Ο Ιησούς μίλησε για αυτό το είδος ρουχισμού όταν είπε: «Σε εκείνον που παίρνει το εξωτερικό σου ένδυμα [ἱμάτιον] μην αρνηθείς να δώσεις ακόμη και το εσωτερικό ένδυμα [χιτῶνα]». (Λου 6:29) Ο Ιησούς ίσως αναφέρεται εδώ σε βίαιη ή παράνομη αφαίρεση ενδυμάτων, οπότε είναι φυσικό να αποσπάται πρώτο το εξωτερικό ένδυμα. Στο εδάφιο Ματθαίος 5:40, αντιστρέφει τη σειρά. Εκεί κάνει λόγο για νομικές διαδικασίες, κατά τις οποίες οι δικαστές μπορεί να επιδίκαζαν στον ενάγοντα πρώτα το χιτῶνα, το εσωτερικό ένδυμα, το οποίο είχε μικρότερη αξία.
Οι λέξεις ἱμάτιον και χιτών μπορεί κάποιες φορές να χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά για να δηλώσουν ένα «ένδυμα», όπως φαίνεται από τις αφηγήσεις του Ματθαίου και του Μάρκου για τη δίκη του Ιησού. Ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του για να εκφράσει έντονα τη φρίκη και την αγανάκτηση που προσποιούνταν ευσεβοφανώς ότι ένιωθε. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη ἱμάτιον, ενώ ο Μάρκος χρησιμοποιεί τη λέξη χιτών. (Ματ 26:65· Μαρ 14:63) Ή πιθανόν μέσα στη μανία του να έσκισε πρώτα το ένα ρούχο και μετά το άλλο.
Ο φελόνης που ο Παύλος ζήτησε από τον Τιμόθεο να του φέρει στη φυλακή ήταν πιθανώς ένας μανδύας που φορούσαν οι ταξιδιώτες για να προστατεύονται από το κρύο ή τις θύελλες. Δεν ήταν θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό άμφιο.—2Τι 4:13.
Το ’αντέρεθ (εβρ.) ήταν το επίσημο ένδυμα ατόμων όπως οι προφήτες ή οι βασιλιάδες. (2Βα 2:8· Ιων 3:6) Το επίσημο ένδυμα του προφήτη ήταν πιθανότατα φτιαγμένο από τρίχες καμήλας ή κατσικιού. (2Βα 1:8· Ματ 3:4· Μαρ 1:6· παράβαλε Γε 25:25.) Ο Ηλίας διόρισε τον Ελισαιέ διάδοχό του ρίχνοντας πάνω του το επίσημο ένδυμά του, ο δε Ελισαιέ μάζεψε αυτό το ένδυμα όταν ο Ηλίας αναλήφθηκε στους ουρανούς μέσα σε ανεμοθύελλα. (1Βα 19:19· 2Βα 2:13) Το ένδυμα που πήρε ο Αχάν από την “αφιερωμένη” πόλη της Ιεριχώς, παραβιάζοντας την εντολή του Ιεχωβά, ήταν ένα επίσημο ένδυμα από τη Σεναάρ.—Ιη 7:1, 21.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η λέξη ἔνδυμα χρησιμοποιείται αναφορικά με ένδυμα γάμου (Ματ 22:11, 12), με τα ρούχα του αγγέλου στο μνήμα του Ιησού (Ματ 28:3), με την ενδυμασία από τρίχες καμήλας του Ιωάννη του Βαφτιστή και γενικά για είδη ρουχισμού.—Ματ 3:4· 6:25, 28· Λου 12:23.
Καλύμματα για το κεφάλι. Για το «κάλυμμα του κεφαλιού» της γυναίκας, το οποίο αναφέρει ο απόστολος Παύλος ως σύμβολο της υποταγής της στην ηγεσία, το πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη περιβόλαιον, κάτι που ρίχνει κάποιος γύρω του, κάτι με το οποίο τυλίγεται. (1Κο 11:15) Αυτό διαφέρει από το «κάλυμμα» (εβρ. κείμενο, μασβέχ· ελλ. κείμενο, κάλυμμα) το οποίο φορούσε ο Μωυσής στο πρόσωπό του όταν εκείνο έλαμπε τόσο ώστε οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να το κοιτάξουν. (Εξ 34:33-35· 2Κο 3:13) Η Ρεβέκκα φόρεσε μια μαντίλα όταν συνάντησε τον Ισαάκ, το μνηστήρα της, για να δηλώσει την υποταγή της. (Γε 24:65) Η εβραϊκή λέξη τσα‛ίφ, η οποία χρησιμοποιείται εδώ, μεταφράζεται «σάλι» (ΜΝΚ) και «πέπλο» (RS, ΛΧ, ΜΠΚ) στα εδάφια Γένεση 38:14, 19.
Περίζωμα, ζώνη ή ζωνάρι. Συνήθως φορούσαν περίζωμα πάνω από τα εσωτερικά ή τα εξωτερικά ενδύματα. Όταν κάποιος ασχολούνταν με χειρωνακτική δραστηριότητα ή εργασία, “έζωνε την οσφύ του” με ζωνάρι, συνήθως μαζεύοντας τις άκρες του ενδύματος ανάμεσα στα πόδια του και περνώντας τες κάτω από το ζωνάρι ώστε να έχει ελευθερία κινήσεων. (1Βα 18:46· 2Βα 4:29· 9:1) Ο αρχιερέας φορούσε υφαντό περίζωμα πάνω από το λινό χιτώνα του, και όταν έβαζε το εφόδ, φορούσε και ένα ζωνάρι από το ίδιο υλικό για να συγκρατεί το μπρος και το πίσω μέρος του όμοιου με ποδιά εφόδ κοντά στη μέση. (Εξ 28:4, 8, 39· 39:29) Η ζώνη ή το ζωνάρι αποτελούσε δημοφιλές στοιχείο του ρουχισμού επειδή πρόσφερε την επιπρόσθετη δυνατότητα να βάζουν εκεί τη θήκη του ξιφίδιου ή του σπαθιού, τα χρήματα, το μελανοδοχείο του γραμματέα, και ούτω καθεξής.—Κρ 3:16· 2Σα 20:8· Ιεζ 9:3.
Εφόσον αυτοί που ασχολούνταν με κάποια μορφή εργασίας, καθώς και οι υπηρέτες ή οι δούλοι, φορούσαν περίζωμα ή ζωνάρι, αυτό κατέληξε να συμβολίζει την υπηρεσία ή κάποιον που διακονεί άλλους. Η φράση του Ιησού «η οσφύς σας να είναι περιζωσμένη» περιγράφει μεταφορικά την ετοιμότητα που πρέπει να έχουν οι υπηρέτες του Θεού για πνευματική δραστηριότητα. (Λου 12:35) Ο Ιησούς έβαλε στην άκρη τα εξωτερικά του ενδύματα και περιζώστηκε με μια πετσέτα. Κατόπιν διακόνησε τους αποστόλους πλένοντας τα πόδια τους, και έτσι τους δίδαξε με το παράδειγμά του να υπηρετούν τους αδελφούς τους. Οι άγγελοι που είδε ο Ιωάννης σε όραμα είχαν χρυσές ζώνες, κάτι που συμβολίζει εξαιρετικά πολύτιμη υπηρεσία.—Ιωα 13:1-16· Απ 15:6.
Τόσο ο Ηλίας όσο και ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσαν «ζώνη (εβρ. κείμενο, ’εζώρ· ελλ. κείμενο, ζώνη)» από δέρμα ζωσμένη στην οσφύ τους.—2Βα 1:8· Ματ 3:4.
Κρόσσια και φούντες. Ο Θεός διέταξε τους Ισραηλίτες να φτιάχνουν κρόσσια στο κάτω μέρος των ενδυμάτων τους, με ένα μπλε κορδόνι πάνω από τα κρόσσια. Αυτό φαίνεται πως αποτελούσε αποκλειστικό χαρακτηριστικό της ισραηλιτικής ενδυμασίας και παρείχε οπτική υπενθύμιση του ότι ήταν ξεχωρισμένοι ως λαός άγιος για τον Ιεχωβά. Θα τους βοηθούσε να θυμούνται ότι έπρεπε να υπακούν στις εντολές του Ιεχωβά. (Αρ 15:38-41) Επίσης έπρεπε να βάλουν φούντες στις τέσσερις άκρες των ρούχων τους, κάτι που πιθανώς εννοούσε τις τέσσερις γωνίες του μανδύα. (Δευ 22:12) Το μπλε αμάνικο πανωφόρι του αρχιερέα είχε στην άκρη του εναλλάξ χρυσά κουδούνια και ρόδια από ύφασμα.—Εξ 28:33, 34.
Περόνες. Όπου ένα ρούχο ή περίζωμα χρειαζόταν στερέωμα, οι Εβραίοι ίσως χρησιμοποιούσαν περόνες. Δείγματα που βρέθηκαν στη Μέση Ανατολή είναι αιχμηρά από τη μια μεριά και είχαν τρύπα σαν της βελόνας στη μέση, όπου έδεναν ένα κορδόνι. Για να στερεώσουν το ρούχο, έβαζαν την περόνη μέσα σε αυτό και μετά τύλιγαν το κορδόνι γύρω από τις άκρες της που προεξείχαν. Φαίνεται ότι περίπου το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ. εισάχθηκε στον αρχαίο Ισραήλ μια μορφή περόνης ασφαλείας που έμοιαζε κάπως με τη σημερινή παραμάνα.
Σωστή και Εσφαλμένη Άποψη για το Ντύσιμο. Στο λαό του Ιεχωβά δίνεται η εντολή να μην ανησυχεί υπερβολικά για το αν θα έχει αρκετά ρούχα. (Ματ 6:25-32) Η Χριστιανή γυναίκα προειδοποιείται να μην επιδιώκει εμφάνιση ή ντύσιμο που είναι ακριβό και επιδεικτικό, αλλά απεναντίας να φροντίζει ώστε το ντύσιμό της να είναι σεμνό και συνάμα περιποιημένο, ώστε να δείχνει σωφροσύνη. Θα πρέπει, συνεπώς, να προσέχει το ντύσιμό της αλλά να δίνει το μεγαλύτερο βάρος στην ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος. (1Τι 2:9· 1Πε 3:3-5) Βέβαια ο σοφός Παροιμιαστής, περιγράφοντας την καλή σύζυγο, λέει ότι αυτή φροντίζει να είναι η οικογένειά της καλοντυμένη, καθώς εργάζεται φιλόπονα φτιάχνοντας ρούχα με τα χέρια της.—Παρ 31:13, 21, 24.
Από την άλλη πλευρά, πολλές γυναίκες των Βιβλικών χρόνων χρησιμοποιούσαν την ενδυμασία τους ως μέσο για να πετύχουν τους ιδιοτελείς στόχους τους. Οι γυναίκες των ειδωλολατρικών πόλεων, όταν η πόλη τους κινδύνευε να καταληφθεί από τους εχθρούς, είχαν τη συνήθεια να φορούν τα καλύτερά τους ρούχα ώστε να ελκύσουν στρατιώτες για να τις πάρουν ως συζύγους. Στην περίπτωση, όμως, που ένας Ισραηλίτης στρατιώτης έπαιρνε μια αιχμάλωτη, αυτή έπρεπε να πάψει να χρησιμοποιεί τα δικά της ενδύματα, μερικά από τα οποία ίσως συνδέονταν με την ειδωλολατρική θρησκεία, για να μπορέσει εκείνος να την παντρευτεί.—Δευ 21:10-13.
Όταν ο Ισραήλ είχε πια βυθιστεί σε πολλές ειδωλολατρικές και ανήθικες συνήθειες, ο Ιεχωβά καταδίκασε τις γυναίκες του έθνους που, γεμάτες υπεροψία, ντύνονταν και στολίζονταν για να προσελκύσουν άντρες, ακόμη και αλλοεθνείς, και καλλωπίζονταν με τα κοσμήματα της ψεύτικης θρησκείας.—Ησ 3:16-23· παράβαλε Παρ 7:10.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιεχωβά, περιγράφοντας την Ιερουσαλήμ, λέει μεταφορικά ότι κάποτε την είχε ντύσει με όμορφα ενδύματα. Εκείνη όμως εμπιστεύτηκε στην ομορφιά της και σύναψε σχέσεις με τα ειδωλολατρικά έθνη, καθώς στολιζόταν για να είναι ελκυστική, όπως κάνει μια πόρνη.—Ιεζ 16:10-14· βλέπε επίσης Ιεζ 23:26, 27· Ιερ 4:30, 31.
Η ενδυμασία χρησιμοποιείται συμβολικά σε πολλές περικοπές της Αγίας Γραφής. Ο Ιεχωβά απεικονίζει τον εαυτό του ντυμένο με αξιοπρέπεια, λαμπρότητα, εξοχότητα, φως, δικαιοσύνη, ζήλο και εκδίκηση. (Ψλ 93:1· 104:1, 2· Ησ 59:17) Αναφέρεται ότι ντύνει το λαό του με ενδύματα δικαιοσύνης και σωτηρίας. (Ψλ 132:9· Ησ 61:10) Οι εχθροί του θα ντυθούν ντροπή και ταπείνωση. (Ψλ 35:26) Ο Παύλος δίνει στους Χριστιανούς την εντολή να βγάλουν από πάνω τους την παλιά προσωπικότητα και να ντυθούν τη νέα προσωπικότητα, η οποία έχει χαρακτηριστικά όπως η τρυφερή στοργή της συμπόνιας, η καλοσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η μακροθυμία και, ειδικά, η αγάπη.—Κολ 3:9-14.
Γίνονται πολλές άλλες συμβολικές αναφορές στην ενδυμασία. Όπως ακριβώς μια στολή ή μια ειδική ενδυμασία προσδιορίζει κάποιον ως μέλος συγκεκριμένης οργάνωσης ή ως υποστηρικτή συγκεκριμένου κινήματος, έτσι και η ενδυμασία, όπως χρησιμοποιείται συμβολικά στη Γραφή, υποδηλώνει την ταυτότητα ενός ατόμου με βάση τη στάση που τηρεί και τις ενέργειές του σε αρμονία με αυτήν, όπως στην περίπτωση της παραβολής του Ιησού για το ένδυμα γάμου. (Ματ 22:11, 12· βλέπε ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΙΟΥ· ΣΑΝΔΑΛΙ.) Στα εδάφια Αποκάλυψη 16:14, 15, ο Κύριος Ιησούς Χριστός προειδοποιεί να μην αποκοιμηθούμε πνευματικά και απογυμνωθούμε από την ταυτότητά μας ως πιστών μαρτύρων του αληθινού Θεού. Αυτό θα μπορούσε να είναι ολέθριο στα πρόθυρα του “πολέμου της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”.
Βλέπε επίσης ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΡΟΥΧΩΝ.
[Εικόνα στη σελίδα 845]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο.)
Είδη ρουχισμού των Ισραηλιτών
Σιμλάχ
Με‘ίλ
Κουττόνεθ