ΓΑΒΑΩΝ
(Γαβαών) [Λοφώδης Τόπος], ΓΑΒΑΩΝΙΤΕΣ (Γαβαωνίτες).
Η πόλη της Γαβαών συνδέεται σήμερα με το ελ-Τζιμπ, περίπου 9,5 χλμ. ΒΒΔ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ. Εκεί έχουν βρεθεί πολλά χερούλια πήλινων αγγείων που φέρουν το όνομα Γαβαών γραμμένο με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες. Η αρχαία τοποθεσία, η οποία βρισκόταν σε έναν λόφο που υψώνεται περίπου 60 μ. πάνω από τη γύρω πεδιάδα, καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 65 στρ.
Τα πρόσφατα χρόνια έγιναν εκεί αρχαιολογικές ανασκαφές. Οι ανασκαφείς καθάρισαν μια σήραγγα μήκους 51 μ. λαξευμένη σε συμπαγή βράχο. Η σήραγγα αυτή, κατά την αρχαιότητα, φωτιζόταν από λυχνάρια τα οποία ήταν τοποθετημένα σε κόγχες που υπήρχαν ανά ισομήκη διαστήματα στους τοίχους. Η σήραγγα διέθετε 93 σκαλοπάτια λαξευμένα στο βράχο και οδηγούσε από το εσωτερικό της Γαβαών, από ένα σημείο πολύ κοντά στην άκρη της, σε ένα τεχνητό σπήλαιο-δεξαμενή που τροφοδοτούνταν από μια πηγή περίπου 25 μ. κάτω από το τείχος της πόλης. Αυτό εξασφάλιζε στους Γαβαωνίτες ασφαλές απόθεμα νερού ακόμη και σε καιρό πολιορκίας. Οι ανασκαφείς ανακάλυψαν επίσης ένα στρογγυλό φρεάτιο ή δεξαμενή που είχε λαξευτεί στο βράχο, με διάμετρο 11,3 μ. Μια ελικοειδής σκάλα, με σκαλοπάτια πλάτους 1,5 μ. περίπου, οδηγεί προς τα κάτω με τη φορά των δεικτών του ρολογιού, γύρω από το τοίχωμα του φρεατίου. Από τον πυθμένα του φρεατίου, σε βάθος 10,8 μ., τα σκαλοπάτια συνεχίζουν για άλλα 13,6 μ. μέσα από μια θολωτή σκάλα που οδηγεί σε έναν θάλαμο με νερό. Το αν αυτό το φρεάτιο, ή δεξαμενή, πρέπει να ταυτιστεί με τη Βιβλική «δεξαμενή της Γαβαών» δεν είναι βέβαιο.—2Σα 2:13.
Επαφές με τον Ιησού του Ναυή. Την εποχή του Ιησού του Ναυή η Γαβαών κατοικούνταν από Ευαίους—ένα από τα εφτά χαναανιτικά έθνη που προορίζονταν για καταστροφή. (Δευ 7:1, 2· Ιη 9:3-7) Οι Γαβαωνίτες αποκαλούνταν και Αμορραίοι, καθώς αυτή η ονομασία φαίνεται ότι μερικές φορές εφαρμοζόταν γενικά σε όλους τους Χαναναίους. (2Σα 21:2· παράβαλε Γε 10:15-18· 15:16.) Ανόμοια με τους άλλους Χαναναίους, οι Γαβαωνίτες συνειδητοποίησαν ότι, παρά τη στρατιωτική τους δύναμη και το μέγεθος της πόλης τους, η αντίσταση θα ήταν μάταιη επειδή ο Ιεχωβά πολεμούσε για τον Ισραήλ. Γι’ αυτό και μετά την καταστροφή της Ιεριχώς και της Γαι, οι άντρες της Γαβαών, εκπροσωπώντας προφανώς και άλλες τρεις πόλεις των Ευαίων—την Κεφιρά, τη Βηρώθ και την Κιριάθ-ιαρίμ (Ιη 9:17)—έστειλαν μια αντιπροσωπεία στον Ιησού του Ναυή, στα Γάλγαλα, κάνοντας έκκληση για ειρήνη. Οι Γαβαωνίτες πρέσβεις—ντυμένοι με φθαρμένα ενδύματα και σανδάλια και κουβαλώντας σκισμένα ασκιά κρασιού, φθαρμένα σακιά και ξερό, θρυμματισμένο ψωμί—προσποιήθηκαν ότι έρχονταν από μακρινή γη η οποία, επομένως, δεν περιλαμβανόταν στην πορεία των κατακτήσεων του Ισραήλ. Αναγνώρισαν το χέρι του Ιεχωβά σε ό,τι είχε συμβεί νωρίτερα στην Αίγυπτο και στους Αμορραίους βασιλιάδες Σηών και Ωγ. Σοφά, όμως, δεν αναφέρθηκαν σε αυτό που είχε συμβεί στην Ιεριχώ και στη Γαι, καθώς αυτές οι ειδήσεις δεν θα ήταν δυνατόν να είχαν φτάσει στην «πολύ μακρινή γη» τους πριν από την υποτιθέμενη αναχώρησή τους. Οι εκπρόσωποι του Ισραήλ εξέτασαν και αποδέχτηκαν τα στοιχεία και σύναψαν μαζί τους διαθήκη που προέβλεπε ότι θα τους άφηναν να ζήσουν.—Ιη 9:3-15.
Λίγο αργότερα, το τέχνασμα αποκαλύφτηκε, αλλά η διαθήκη παρέμεινε σε ισχύ. Τυχόν παραβίασή της θα έθετε υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία του Ισραήλ και θα επέσυρε περιφρόνηση για το όνομα του Ιεχωβά μεταξύ των άλλων εθνών. Όταν ο Ιησούς του Ναυή ζήτησε εξηγήσεις από τους Γαβαωνίτες για την πανουργία τους, εκείνοι αναγνώρισαν ξανά ότι ο Ιεχωβά πολιτευόταν με τον Ισραήλ και κατόπιν έθεσαν τους εαυτούς τους στο έλεός του λέγοντας: «Ορίστε! είμαστε στο χέρι σου. Όπως φαίνεται καλό και σωστό στα μάτια σου να κάνεις σε εμάς, κάνε». Κατόπιν αυτού, καταστάθηκαν ξυλοκόποι και νεροκουβαλητές για τη σύναξη και για το θυσιαστήριο του Ιεχωβά.—Ιη 9:16-27.
Παρότι η διαθήκη που σύναψε ο Ιησούς του Ναυή και οι άλλοι αρχηγοί με τους Γαβαωνίτες ήταν αποτέλεσμα εξαπάτησης, η διαθήκη αυτή προφανώς ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Ιεχωβά. (Ιη 11:19) Απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός πως, όταν πέντε Αμορραίοι βασιλιάδες επιδίωξαν να εξολοθρεύσουν τους Γαβαωνίτες, ο Ιεχωβά ευλόγησε την επιχείρηση διάσωσης που ανέλαβε ο Ισραήλ, ρίχνοντας μάλιστα μεγάλους χαλαζόλιθους πάνω στον εχθρό και παρατείνοντας θαυματουργικά τη διάρκεια της ημέρας για να διεξαχθεί η μάχη. (Ιη 10:1-14) Επίσης, οι Γαβαωνίτες, τόσο με το ότι επιδίωξαν να συνάψουν διαθήκη ειρήνης με τον Ισραήλ όσο και με το ότι στράφηκαν για βοήθεια στον Ιησού του Ναυή όταν απειλήθηκαν, εκδήλωσαν πίστη στην ικανότητα που έχει ο Ιεχωβά να εκπληρώνει το λόγο του και να φέρνει απελευθέρωση, κάτι για το οποίο επαινέθηκε η Ραάβ από την Ιεριχώ και χάρη στο οποίο διατηρήθηκε ζωντανή η ίδια και το σπιτικό της. Επιπλέον, οι Γαβαωνίτες είχαν υγιή φόβο για τον Θεό του Ισραήλ.—Παράβαλε Ιη 2:9-14· 9:9-11, 24· 10:6· Εβρ 11:31.
Υπό την Κυριαρχία του Ισραήλ. Η Γαβαών αποτέλεσε κατόπιν μια από τις πόλεις της περιοχής του Βενιαμίν που παραχωρήθηκαν στους Ααρωνικούς ιερείς. (Ιη 18:21, 25· 21:17-19) Ο Βενιαμίτης Ιεϊήλ προφανώς ήταν «ο πατέρας» ή ο ιδρυτής ενός οίκου εκεί. (1Χρ 8:29· 9:35) Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ, ο Ισμαΐας, ήταν Γαβαωνίτης (1Χρ 12:1, 4), και ο ψευδοπροφήτης Ανανίας, σύγχρονος του Ιερεμία, ήταν από τη Γαβαών.—Ιερ 28:1.
Τον 11ο αιώνα Π.Κ.Χ. η Γαβαών και η γύρω περιοχή υπήρξαν το θέατρο μιας σύγκρουσης ανάμεσα στο στρατό του Ις-βοσθέ, που τελούσε υπό τις διαταγές του Αβενήρ, και στο στρατό του Δαβίδ, που τελούσε υπό την αρχηγία του Ιωάβ. Αρχικά, προφανώς για να ξεκαθαριστεί το ζήτημα του ποιος θα έπρεπε να είναι βασιλιάς όλου του Ισραήλ, ορίστηκε να μονομαχήσουν 12 άντρες από την κάθε παράταξη. Ωστόσο, η μονομαχία δεν έδωσε τη λύση, γιατί κάθε πολεμιστής διαπέρασε τον αντίπαλό του με το σπαθί, με αποτέλεσμα να πεθάνουν και οι 24. Ακολούθως ξέσπασε σκληρή μάχη, και ο Αβενήρ έχασε 18πλάσιους άντρες από ό,τι ο Ιωάβ. Συνολικά σκοτώθηκαν 380 άντρες, περιλαμβανομένου του Ασαήλ, αδελφού του Ιωάβ, ο οποίος θανατώθηκε από τον Αβενήρ. (2Σα 2:12-31) Εκδικούμενος το θάνατο του Ασαήλ, ο Ιωάβ δολοφόνησε αργότερα τον Αβενήρ. (2Σα 3:27, 30) Έπειτα από κάποιο διάστημα, κοντά στη μεγάλη πέτρα που υπήρχε στη Γαβαών, ο Ιωάβ σκότωσε και τον ίδιο του τον εξάδελφο, τον Αμασά, ανιψιό του Δαβίδ, τον οποίο ο Δαβίδ είχε διορίσει αρχηγό του στρατεύματος.—2Σα 20:8-10.
Στο πέρασμα των αιώνων, οι πρώτοι εκείνοι Γαβαωνίτες συνέχισαν να υφίστανται ως λαός, παρότι ο Βασιλιάς Σαούλ σχεδίασε την εξόντωσή τους. Ωστόσο, οι Γαβαωνίτες πρόσμεναν υπομονετικά τον Ιεχωβά ώστε να αποκαλύψει εκείνος την αδικία. Ο Ιεχωβά το έκανε αυτό μέσω μιας τριετούς πείνας στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ. Ο Δαβίδ, αφού ρώτησε τον Ιεχωβά και έμαθε ότι υπήρχε ενοχή αίματος, μίλησε με τους Γαβαωνίτες προκειμένου να εξακριβώσει τι έπρεπε να γίνει για να επιτευχθεί εξιλέωση. Οι Γαβαωνίτες απάντησαν ορθά ότι αυτό δεν ήταν «ζήτημα ασημιού ή χρυσού», επειδή σύμφωνα με το Νόμο δεν ήταν δυνατόν να γίνει δεκτό λύτρο για κάποιον δολοφόνο. (Αρ 35:30, 31) Επίσης, αναγνώρισαν ότι δεν μπορούσαν να θανατώσουν κανέναν χωρίς νομική έγκριση. Έτσι λοιπόν, μόνο έπειτα από επιπλέον ερωτήσεις του Δαβίδ ζήτησαν να τους δοθούν εφτά “γιοι” του Σαούλ. Το γεγονός ότι η ενοχή αίματος βάρυνε τόσο τον Σαούλ όσο και τον οίκο του υποδηλώνει ότι, αν και ο Σαούλ πιθανότατα πρωτοστάτησε σε αυτή τη δολοφονική ενέργεια, οι “γιοι” του ίσως συμμετείχαν σε αυτήν είτε άμεσα είτε έμμεσα. (2Σα 21:1-9) Αν είναι έτσι, τότε δεν επρόκειτο για μια περίπτωση στην οποία οι γιοι πέθαναν για τις αμαρτίες των πατέρων τους (Δευ 24:16), αλλά για μια περίπτωση ανταποδοτικής δικαιοσύνης, σε αρμονία με το νόμο «ψυχή θα είναι αντί ψυχής».—Δευ 19:21.
Ενόσω ζούσε ο Δαβίδ, η σκηνή της μαρτυρίας μεταφέρθηκε στη Γαβαών. (1Χρ 16:39· 21:29, 30) Εκεί ο Σολομών πρόσφερε θυσίες στην αρχή της βασιλείας του. Επίσης, στη Γαβαών εμφανίστηκε σε αυτόν ο Ιεχωβά σε όνειρο προτρέποντάς τον να του ζητήσει ό,τι επιθυμούσε.—1Βα 3:4, 5· 9:1, 2· 2Χρ 1:3, 6, 13.
Χρόνια αργότερα, ο προφήτης Ησαΐας (28:21, 22), προλέγοντας την παράξενη πράξη και το ασυνήθιστο έργο που θα επιτελούσε ο Ιεχωβά εγειρόμενος εναντίον του ίδιου του λαού του, παραλληλίζει το γεγονός αυτό με τα όσα συνέβησαν στην Κοιλάδα της Γαβαών. Πιθανότατα, αυτό παραπέμπει στη νίκη που έδωσε ο Θεός στον Δαβίδ επί των Φιλισταίων (1Χρ 14:16), αν όχι και στην πολύ προγενέστερη ήττα του συνασπισμού των Αμορραίων την εποχή του Ιησού του Ναυή. (Ιη 10:5, 6, 10-14) Η προφητεία είχε μια εκπλήρωση το 607 Π.Κ.Χ., όταν ο Ιεχωβά επέτρεψε στους Βαβυλωνίους να καταστρέψουν την Ιερουσαλήμ και το ναό της.
Στη Μισπά, λίγο καιρό μετά την προειπωμένη καταστροφή, ο Ισμαήλ δολοφόνησε τον Γεδαλία, τον κυβερνήτη που είχε διορίσει ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας. Ο δολοφόνος και οι άντρες του αιχμαλώτισαν επίσης το λαό που είχε απομείνει στη Μισπά. Ωστόσο, ο Ιωανάν και οι άντρες του πρόφτασαν τον Ισμαήλ κοντά στα άφθονα νερά της Γαβαών και ανέκτησαν τους αιχμαλώτους.—Ιερ 41:2, 3, 10-16.
Άντρες από τη Γαβαών συγκαταλέγονταν ανάμεσα σε εκείνους που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία το 537 Π.Κ.Χ., και ορισμένοι συμμετείχαν αργότερα στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:7· 7:6, 7, 25.
[Εικόνα στη σελίδα 547]
Η σημερινή Γαβαών. Οι αρχαίοι Γαβαωνίτες αντιλήφθηκαν ότι
ο Ιεχωβά πολεμούσε για τον Ισραήλ, γι’ αυτό και έκαναν έκκληση για ειρήνη