ΕΛΧΑΝΑΝ
(Ελχανάν) [Ο Θεός Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Θεός Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος].
1. Γιος του Ιαείρ ο οποίος, σε έναν πόλεμο με τους Φιλισταίους, πάταξε τον Λααμί, τον αδελφό του Γολιάθ του Γιθίτη. (1Χρ 20:5) Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:19 ο Ελχανάν προσδιορίζεται ως «ο γιος του Ιαρέ-ορεγίμ του Βηθλεεμίτη» και λέγεται ότι πάταξε τον Γολιάθ. Ωστόσο, πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι αρχικά το εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:19 ήταν αντίστοιχο με το εδάφιο 1 Χρονικών 20:5 και ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο εδαφίων προέκυψαν από λανθασμένη αντιγραφή.—Βλέπε ΙΑΡΕ-ΟΡΕΓΙΜ· ΛΑΑΜΙ.
2. Γιος του Δωδώ από τη Βηθλεέμ, ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ.—2Σα 23:24· 1Χρ 11:26.