ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΒΑΣΙΛΕΙΟ
Η λέξη «βασιλεία» σημαίνει βασικά τη βασιλική διακυβέρνηση, ενώ η λέξη «βασίλειο» αναφέρεται στη γεωγραφική έκταση και στους λαούς που τελούν υπό τη διακυβέρνηση ενός βασιλιά ή, λιγότερο συχνά, μιας βασίλισσας. Το βασιλικό αξίωμα ήταν συνήθως κληρονομικό. Ο ανώτατος άρχοντας μπορεί να έφερε και άλλους τίτλους όπως Φαραώ ή Καίσαρας.
Τα βασίλεια των αρχαίων καιρών χρησιμοποιούσαν όπως και σήμερα διάφορα σύμβολα βασιλικής εξουσίας. Κατά κανόνα, είχαν μια πρωτεύουσα ή έναν τόπο διαμονής του βασιλιά, βασιλική αυλή και μόνιμο στρατό (του οποίου όμως το μέγεθος ίσως μειωνόταν αρκετά σε καιρό ειρήνης). Οι λέξεις «βασιλεία» και «βασίλειο», σύμφωνα με τη Βιβλική τους χρήση, δεν αποκαλύπτουν από μόνες τους τίποτα συγκεκριμένο για την κυβερνητική δομή, την έκταση της επικράτειας ή την εξουσία του μονάρχη. Τα βασίλεια διέφεραν σε μέγεθος και επιρροή, αρχίζοντας από τις κραταιές παγκόσμιες δυνάμεις, όπως η Αίγυπτος, η Ασσυρία, η Βαβυλώνα, η Μηδοπερσία, η Ελλάδα και η Ρώμη, και φτάνοντας ως τις μικρές πόλεις-βασίλεια, όπως αυτές που υπήρχαν στη Χαναάν όταν την κατέκτησαν οι Ισραηλίτες. (Ιη 12:7-24) Η κυβερνητική δομή μπορεί επίσης να παρουσίαζε σημαντικές διαφορές από βασίλειο σε βασίλειο.
Το πρώτο βασίλειο της ανθρώπινης ιστορίας, το βασίλειο του Νεβρώδ, φαίνεται ότι ξεκίνησε ως πόλη-βασίλειο, επεκτείνοντας αργότερα την επικράτειά του έτσι ώστε να περιλάβει και άλλες πόλεις, ενώ έδρα του παρέμεινε η Βαβέλ. (Γε 10:9-11) Η Σαλήμ, η οποία υπό τον Βασιλιά-Ιερέα Μελχισεδέκ αποτέλεσε το πρώτο βασίλειο που είχε θεϊκή επιδοκιμασία, ήταν προφανώς και αυτή μια πόλη-βασίλειο. (Γε 14:18-20· παράβαλε Εβρ 7:1-17.) Τα μεγαλύτερα βασίλεια, όπως τα βασίλεια του Εδώμ, του Μωάβ και του Αμμών, περιλάμβαναν μια ολόκληρη περιφέρεια. Οι μεγάλες αυτοκρατορίες, οι οποίες κυβερνούσαν αχανείς εκτάσεις και είχαν άλλα βασίλεια σε υποτέλεια, γενικά φαίνεται ότι προέκυψαν ή αναπτύχθηκαν από μικρές πόλεις-κράτη ή φυλετικές ομάδες που τελικά ενώθηκαν υπό έναν ισχυρό ηγέτη. Τέτοιου είδους συνασπισμοί ήταν μερικές φορές προσωρινοί, εφόσον σκοπός της συγκρότησής τους ήταν συχνά ο πόλεμος ενάντια σε έναν κοινό εχθρό. (Γε 14:1-5· Ιη 9:1, 2· 10:5) Τα υποτελή βασίλεια απολάμβαναν συνήθως αρκετή αυτονομία, μολονότι εξακολουθούσαν να υπόκεινται στο θέλημα και στις απαιτήσεις της επικυρίαρχης δύναμης.—2Βα 17:3, 4· 2Χρ 36:4, 10.
Ευρεία Χρήση των Όρων. Σύμφωνα με τη Βιβλική της χρήση, η λέξη «βασίλειο» αναφέρεται στην επικράτεια ή στη γεωγραφική έκταση στην οποία ασκεί κυριαρχία η βασιλεία. Άρα, η βασιλική επικράτεια περιλάμβανε, όχι μόνο την πρωτεύουσα, αλλά ολόκληρη την περιοχή της οποίας την κυριότητα είχε η βασιλεία, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε εξαρτημένων ή υποτελών βασιλείων.—1Βα 4:21· Εσθ 3:6, 8.
Ο όρος «βασίλειο» μπορεί να αναφέρεται γενικά σε οποιαδήποτε ή σε όλες τις ανθρώπινες κυβερνήσεις, είτε είναι επικεφαλής τους κάποιος βασιλιάς είτε όχι.—Εσδ 1:2· Ματ 4:8.
Ο όρος «βασιλεία» μπορεί να σημαίνει το βασιλικό αξίωμα ή τη θέση του βασιλιά (Λου 17:21), με τη μεγαλοπρέπεια, την ισχύ και την εξουσία που περιβάλλουν αυτό το αξίωμα. (1Χρ 11:10· 14:2· Λου 19:12, 15· Απ 11:15· 17:12, 13, 17) Τα παιδιά του βασιλιά μπορεί να αποκαλούνται “απόγονοι της βασιλείας”.—2Βα 11:1.
Το Ισραηλιτικό Βασίλειο. Στη διαθήκη του Νόμου που δόθηκε στο έθνος του Ισραήλ μέσω του Μωυσή γινόταν πρόβλεψη για βασιλική διακυβέρνηση. (Δευ 17:14, 15) Στον επικεφαλής του βασιλείου δινόταν η εξουσία και το βασιλικό αξίωμα, όχι για την προσωπική του εξύψωση, αλλά για να υπηρετεί προς τιμήν του Θεού και για το καλό των Ισραηλιτών αδελφών του. (Δευ 17:19, 20· παράβαλε 1Σα 15:17.) Παρ’ όλα αυτά, όταν μεταγενέστερα οι Ισραηλίτες ζήτησαν ανθρώπινο βασιλιά, ο προφήτης Σαμουήλ τούς προειδοποίησε σχετικά με τις απαιτήσεις που θα είχε από το λαό ένας τέτοιος άρχοντας. (1Σα 8) Οι βασιλιάδες του Ισραήλ φαίνεται ότι ήταν πιο προσηνείς και πιο προσιτοί στους υπηκόους τους από τους μονάρχες των περισσότερων αρχαίων βασιλείων της Ανατολής.—2Σα 19:8· 1Βα 20:39· 1Χρ 15:25-29.
Αν και το βασίλειο του Ισραήλ είχε στην αρχή βασιλιά από τη γραμμή του Βενιαμίν, στη συνέχεια βασιλική φυλή έγινε ο Ιούδας, σε αρμονία με την προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του. (1Σα 10:20-25· Γε 49:10) Στη γραμμή του Δαβίδ ιδρύθηκε μια βασιλική δυναστεία. (2Σα 2:4· 5:3, 4· 7:12, 13) Όταν η βασιλεία “αποσχίστηκε” από το γιο του Σολομώντα, τον Ροβοάμ, οι δέκα φυλές συγκρότησαν το βόρειο βασίλειο, ενώ ο Ιεχωβά Θεός κράτησε μια φυλή, τον Βενιαμίν, για να παραμείνει με τον Ιούδα, «προκειμένου», όπως ο ίδιος είπε, «ο Δαβίδ ο υπηρέτης μου να έχει πάντοτε λυχνάρι ενώπιόν μου στην Ιερουσαλήμ, την πόλη την οποία έχω εκλέξει για τον εαυτό μου ώστε να θέσω το όνομά μου εκεί». (1Βα 11:31, 35, 36· 12:18-24) Αν και το βασίλειο του Ιούδα έπεσε στα χέρια των Βαβυλωνίων το 607 Π.Κ.Χ., το νόμιμο δικαίωμα της διακυβέρνησης μεταβιβάστηκε τελικά στο δικαιωματικό κληρονόμο, τον “γιο του Δαβίδ”, τον Ιησού Χριστό (Ματ 1:1-16· Λου 1:31, 32· παράβαλε Ιεζ 21:26, 27), του οποίου η Βασιλεία επρόκειτο να είναι ατέρμονη.—Ησ 9:6, 7· Λου 1:33.
Στον Ισραήλ δημιουργήθηκε ένας βασιλικός οργανισμός για τη διαχείριση των συμφερόντων του βασιλείου. Ο οργανισμός αυτός αποτελούνταν από έναν στενό κύκλο συμβούλων και κρατικών λειτουργών (1Βα 4:1-6· 1Χρ 27:32-34), καθώς επίσης από διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες με τους αντίστοιχους υπευθύνους οι οποίοι διαχειρίζονταν τα εδάφη του στέμματος, επέβλεπαν την οικονομία και φρόντιζαν να καλύπτονται οι ανάγκες της βασιλικής αυλής.—1Βα 4:7· 1Χρ 27:25-31.
Μολονότι οι βασιλιάδες του Ισραήλ από τη γραμμή του Δαβίδ μπορούσαν να εκδίδουν συγκεκριμένες διαταγές, η νομοθετική εξουσία βρισκόταν στην ουσία στα χέρια του Θεού. (Δευ 4:1, 2· Ησ 33:22) Ο βασιλιάς ήταν υπόλογος για όλα στον πραγματικό Κυρίαρχο, τον Ιεχωβά. Η αδικοπραγία και η αχαλίνωτη πορεία ενός βασιλιά επέφεραν κυρώσεις από τον Θεό. (1Σα 13:13, 14· 15:20-24) Ο Ιεχωβά επικοινωνούσε ενίοτε με τον ίδιο το βασιλιά (1Βα 3:5· 11:11), ενώ άλλοτε του έδινε οδηγίες και συμβουλή ή έλεγχο μέσω διορισμένων προφητών. (2Σα 7:4, 5· 12:1-14) Ο βασιλιάς μπορούσε επίσης να πάρει σοφές συμβουλές από το σώμα των πρεσβυτέρων. (1Βα 12:6, 7) Εντούτοις, η επιβολή των οδηγιών ή του ελέγχου δεν ήταν αρμοδιότητα των προφητών ή των πρεσβυτέρων, αλλά του Ιεχωβά.
Όταν ο βασιλιάς και ο λαός προσκολλούνταν πιστά στη διαθήκη του Νόμου που τους είχε δώσει ο Θεός, το έθνος του Ισραήλ απολάμβανε προσωπική ελευθερία, υλική ευημερία και εθνική αρμονία σε βαθμό αδιανόητο για άλλα βασίλεια. (1Βα 4:20, 25) Στα χρόνια κατά τα οποία ο Σολομών ήταν υπάκουος στον Ιεχωβά, το ισραηλιτικό βασίλειο έχαιρε μεγάλης φήμης και σεβασμού, έχοντας σε υποτέλεια πολλά βασίλεια και επωφελούμενο από τους πόρους πολλών χωρών.—1Βα 4:21, 30, 34.
Αν και για κάποιο διάστημα η βασιλεία του Ιεχωβά Θεού εκφραζόταν ορατά μέσα από το ισραηλιτικό βασίλειο, η κυριαρχία αυτής της βασιλείας είναι παγκόσμια. (1Χρ 29:11, 12) Είτε την αναγνωρίζουν οι λαοί και τα βασίλεια της ανθρωπότητας είτε όχι, η βασιλεία του Ιεχωβά είναι απόλυτη και αναλλοίωτη, και όλη η γη αποτελεί μέρος της δικαιωματικής του επικράτειας. (Ψλ 103:19· 145:11-13· Ησ 14:26, 27) Λόγω του ότι είναι ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά ασκεί το υπέρτατο θέλημά του στον ουρανό και στη γη σύμφωνα με τους δικούς του σκοπούς, χωρίς να είναι υπόλογος σε κανέναν (Ιερ 18:3-10· Δα 4:25, 34, 35), ενεργώντας όμως πάντα σε αρμονία με τους δικούς του δίκαιους κανόνες.—Μαλ 3:6· Εβρ 6:17, 18· Ιακ 1:17.