ΟΦΗΛ
(Οφήλ) [Ύψωμα [λοφίσκος, προεξοχή, πρήξιμο, εξόγκωμα]].
Η εβραϊκή λέξη ‛Όφελ εφαρμόζεται με δύο τρόπους. Τις περισσότερες φορές εφαρμόζεται με τοπογραφική έννοια σε έναν ευδιάκριτο λόφο ή φυσική προεξοχή. Ένας τύπος αυτής της λέξης εφαρμόζεται επίσης στο πρήξιμο ή στη διόγκωση φλεβών του σώματος, μια κατάσταση γνωστή ως αιμορροΐδες.—Δευ 28:27· 1Σα 5:6, 9, 12· 6:4, 5.
Στην Ιερουσαλήμ ή στα περίχωρά της υπήρχε ένας συγκεκριμένος λόφος ή ύψωμα που ονομαζόταν χα ‛Όφελ, ή αλλιώς Οφήλ. Οι Γραφικές αναφορές σε συνδυασμό με τα σχόλια του Ιώσηπου τοποθετούν το Οφήλ στη νοτιοανατολική γωνία του Όρους Μοριά. (2Χρ 27:3· 33:14· Νε 3:26, 27· 11:21) Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο Ιώσηπος προσδιόρισε τη θέση του Οφήλ στο σημείο όπου το ανατολικό τείχος «κατέληγε στην ανατολική στοά του ναού». (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 145 [iv, 2]) Το Οφήλ φαίνεται ότι ήταν ένα κομμάτι γης που προεξείχε προς τα ανατολικά από τη νοτιοανατολική γωνία του λόφου όπου βρισκόταν ο ναός της Ιερουσαλήμ.
Το τείχος και η υπερυψωμένη θέση του Οφήλ πάνω από την Κοιλάδα Κιδρόν το καθιστούσαν ισχυρή αμυντική θέση. Εντούτοις, ο Ησαΐας προφήτευσε ότι «το Οφήλ»—προφανώς αυτό της Ιερουσαλήμ—θα γινόταν “γυμνός αγρός”.—Ησ 32:14· παράβαλε την αναφορά στον πύργο και στο «ύψωμα» (‛Όφελ) στο εδ. Μιχ 4:8.
Οι μελετητές πιστεύουν ότι η λέξη ‛Όφελ στο εδάφιο 2 Βασιλέων 5:24 αναφέρεται σε κάποιον ευδιάκριτο λόφο ή οχυρωμένο τόπο κοντά στη Σαμάρεια στον οποίο ο Γιεζί, ο υπηρέτης του Ελισαιέ, μετέφερε τα πλούτη που πήρε από τον Νεεμάν. Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι η εν λόγω λέξη εφαρμοζόταν και σε άλλα υψώματα εκτός από αυτό της Ιερουσαλήμ.