ΑΖΩΤΙΟΣ
(Αζώτιος) [Της Αζώτου (Από την Άζωτο)].
Κάτοικος της Αζώτου, μιας φιλισταϊκής πόλης. (Ιη 13:3) Όπως και οι υπόλοιποι Φιλισταίοι, οι Αζώτιοι ήταν απόγονοι του Χαμ μέσω του Μισραΐμ και του Χασλουχίμ και προφανώς πήγαν στη Χαναάν από την Κρήτη.—Γε 10:6, 13, 14· Αμ 9:7· βλέπε ΑΖΩΤΟΣ· ΦΙΛΙΣΤΙΑ, ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ.
Στο εδάφιο Νεεμίας 13:24 γίνεται λόγος για την «αζωτική γλώσσα». Δεδομένου ότι δεν έχουμε κανένα στοιχείο για τη γλώσσα των Αζώτιων, δεν είναι δυνατόν να λεχθεί με βεβαιότητα αν εξακολουθούσαν να μιλούν την αρχαία φιλισταϊκή γλώσσα ή κάποια διάλεκτο που διαμορφώθηκε μέσα από αιώνες ξένης κυριαρχίας.