ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ
Οι κυβερνήτες στους Βιβλικούς χρόνους είχαν γενικά στρατιωτική και δικαστική εξουσία, καθώς και την ευθύνη να εξασφαλίζουν την καταβολή κάθε είδους φόρων στο βασιλιά ή στον ανώτερο άρχοντα από τις διοικητικές περιφέρειες ή τις επαρχίες που κυβερνούσαν. (Λου 2:1, 2) Πολλοί κυβερνήτες επέβαλλαν στο λαό βαρύ φορτίο προκειμένου να έχουν τροφή οι ίδιοι και το μεγάλο υπηρετικό προσωπικό τους.—Νε 5:15-18.
Ο Βασιλιάς Σολομών διόρισε κυβερνήτες στις περιφέρειες του Ισραήλ. Μνεία για αυτούς γίνεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 10:15, και ίσως είναι τα ίδια πρόσωπα με τους 12 διαχειριστές που αναφέρονται στα εδάφια 1 Βασιλέων 4:7-19, καθήκον των οποίων ήταν να προμηθεύουν τροφή στο βασιλιά και στο σπιτικό του, ο καθένας έναν μήνα το χρόνο.
Στην ουσία όλες οι μεγάλες δυνάμεις των Βιβλικών χρόνων φέρονται να διατηρούσαν άρχοντες της τάξης των κυβερνητών, είτε επρόκειτο για αυτόχθονες τοπικούς άρχοντες είτε για κυβερνήτες που έλεγχαν κατεχόμενες περιοχές. (Σύριοι, 1Βα 20:24· Ασσύριοι, Ιεζ 23:5, 6, 12, 23· Βαβυλώνιοι, Ιερ 51:57· Πέρσες, Εσδ 8:36· Νε 2:7, 9· Άραβες, 2Κο 11:32· Ρωμαίοι, Λου 3:1) Ο Ιωσήφ ήταν κυβερνήτης με ευρεία έννοια, σε ολόκληρη την Αίγυπτο, υπόλογος μόνο στο βασιλιά. (Γε 41:40, 41· Πρ 7:9, 10) Ο Ραβσάκης, αξιωματούχος του Βασιλιά Σενναχειρείμ της Ασσυρίας, ενέπαιξε τον Εζεκία για την αδυναμία της Ιερουσαλήμ, λέγοντας ότι η πόλη δεν θα μπορούσε να αποκρούσει έστω και έναν από τους κατώτερους κυβερνήτες του Σενναχειρείμ. Ωστόσο, ο Ραβσάκης δεν έλαβε υπόψη του ότι ο Εζεκίας είχε με το μέρος του την ανυπέρβλητη δύναμη του Ιεχωβά.—Ησ 36:4, 9· 37:36.
Αφού οδήγησε πολλούς στην εξορία το 607 Π.Κ.Χ., ο Ναβουχοδονόσορ διόρισε τον Γεδαλία κυβερνήτη των υπόλοιπων Ισραηλιτών που απέμειναν στη γη του Ιούδα. Ο Γεδαλίας δολοφονήθηκε περίπου δύο μήνες αργότερα. (2Βα 25:8-12, 22, 25) Καθώς η 70χρονη περίοδος της εξορίας έφτανε στο τέλος της, ο Βασιλιάς Κύρος της Περσίας διόρισε τον Σασαβασσάρ (πιθανώς τον Ζοροβάβελ) κυβερνήτη των Ιουδαίων που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 5:14· Αγγ 1:1, 14· 2:2, 21) Υπό τον Βασιλιά Αρταξέρξη της Περσίας, ο Νεεμίας έγινε κυβερνήτης όταν επέστρεψε για να ανοικοδομήσει το τείχος της Ιερουσαλήμ, το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 5:14· βλέπε ΘΙΡΣΑΘΑ.
Η εβραϊκή λέξη σεγανίμ (πάντοτε στον πληθυντικό), που αποδίδεται «άρχοντες» (KJ), «διαχειριστές» (Ro) ή «υποκυβερνήτες» (ΜΝΚ), εμφανίζεται 17 φορές στην Αγία Γραφή, όπως για παράδειγμα στα εδάφια Έσδρας 9:2· Ησαΐας 41:25· Ιερεμίας 51:23 και Ιεζεκιήλ 23:6. Χρησιμοποιείται αναφορικά με Ιουδαίους άρχοντες που υπόκειντο στην Περσική Αυτοκρατορία (Νε 2:16· 5:7), καθώς επίσης αναφορικά με άτομα που κατείχαν εξουσία αλλά υπόκειντο στους βασιλιάδες της Μηδίας, της Ασσυρίας και της Βαβυλώνας. (Ιερ 51:28· Ιεζ 23:12, 23) Ο όρος «υποκυβερνήτες» διαφοροποιεί αυτούς τους κατώτερους αξιωματούχους από τους ευγενείς, τους υπόλοιπους άρχοντες και τους κυβερνήτες.
Υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία, η Ιουδαία ήταν αυτοκρατορική επαρχία, και οι κυβερνήτες της λογοδοτούσαν για τις πράξεις τους απευθείας στον αυτοκράτορα. Ο Πιλάτος ήταν ο πέμπτος στη σειρά κυβερνήτης της Ιουδαίας. (Ματ 27:2· Λου 3:1) Ο Φήλιξ και ο Φήστος ήταν αντίστοιχα ο 11ος και ο 12ος κυβερνήτης (αν δεν συνυπολογίσουμε τον Πόπλιο Πετρώνιο και το διάδοχό του τον Μάρσο, οι οποίοι, έχοντας διοριστεί κυβερνήτες της Συρίας, διαχειρίζονταν και τις υποθέσεις των Ιουδαίων). (Πρ 23:24-26· 24:27) Αυτοί οι Ρωμαίοι κυβερνήτες είχαν την εξουσία να επιβάλλουν τη θανατική ποινή, όπως βλέπουμε από την περίπτωση του Ιησού, τον οποίο δίκασε ο Πιλάτος.—Ματ 27:11-14· Ιωα 19:10.
Ο Ιησούς αναφέρθηκε γενικά στους κυβερνήτες των εθνών όταν είπε στους ακολούθους του ότι θα τους έφερναν ενώπιον τέτοιων ανθρώπων για να δώσουν μαρτυρία. Οι Χριστιανοί δεν πρέπει να φοβούνται αυτούς τους άρχοντες, παρά τη δύναμη που διαθέτουν, ούτε να ανησυχούν για το τι θα πουν όταν δίνουν μαρτυρία ενώπιόν τους. (Ματ 10:18-20, 26) Όλοι αυτοί οι κυβερνήτες αποτελούν μέρος των ανώτερων εξουσιών στις οποίες οι Χριστιανοί οφείλουν σχετική και όχι απόλυτη υποταγή. (Ρω 13:1-7· Τιτ 3:1· 1Πε 2:13, 14· Πρ 4:19, 20· 5:29· Ματ 22:21) Ο οφειλόμενος σεβασμός στο αξίωμα του κυβερνήτη υποκίνησε τον Παύλο να προσαγορεύσει τον Φήστο, ενώπιον του οποίου δικαζόταν, με τα λόγια: «Εξοχότατε Φήστε». (Πρ 26:25) Εντούτοις, σε αντίθεση με τους αποστόλους, οι οποίοι απέδιδαν σεβασμό και τιμή πρώτα στον Ιεχωβά, τον κυβερνήτη των πάντων, το έθνος του Ισραήλ ξέπεσε μέχρι του σημείου να αποδίδει στους επίγειους κυβερνήτες περισσότερο σεβασμό από ό,τι στον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε αυτή την κατάσταση για να δώσει αυστηρό έλεγχο στο έθνος μέσω του Μαλαχία, του προφήτη του.—Μαλ 1:6-8· βλέπε ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ.
Παραθέτοντας το εδάφιο Μιχαίας 5:2, ο Ματθαίος δείχνει ότι η Βηθλεέμ, μολονότι πολύ ασήμαντη όσον αφορά την κυβερνητική ισχύ στον Ιούδα, θα γινόταν σημαντική επειδή ο μεγαλύτερος από όλους τους κυβερνήτες θα προερχόταν από αυτή την πόλη και θα ποίμαινε το λαό του Ιεχωβά, τον Ισραήλ. Αυτή η προφητεία βρίσκει εκπλήρωση στο πρόσωπο του Χριστού Ιησού, του Μεγάλου Κυβερνήτη, υπό τον Πατέρα του τον Ιεχωβά Θεό.—Ματ 2:6.