ΓΑΪΔΟΥΡΙ
[εβρ. κείμενο, χαμώρ· ’αθών, «θηλυκό γαϊδούρι»· ‛άγιρ, «ενήλικο γαϊδούρι»· ελλ. κείμενο, ὄνος· ὀνάριον, «γαϊδουράκι»].
Ζώο με σκληρές οπλές, που ανήκει στην οικογένεια Ιππίδες και ξεχωρίζει από το άλογο επειδή έχει μικρότερο μέγεθος, κοντύτερη χαίτη, μακρύτερα αφτιά και κοντύτερο τρίχωμα στην ουρά—μόνο το κατώτερο ήμισυ της ουράς του είναι φουντωτό. Εφόσον διαθέτει μικρές, κοφτές οπλές, το γαϊδούρι έχει πιο σταθερό βάδισμα από το άλογο, και γι’ αυτό προσαρμόζεται καλύτερα στα ανώμαλα και ορεινά εδάφη που συναντάει κανείς πολύ συχνά στην Παλαιστίνη. Μολονότι η ανοησία και το πείσμα του γαϊδουριού είναι παροιμιώδη, στην πραγματικότητα το γαϊδούρι θεωρείται ευφυέστερο του αλόγου, και είναι υπομονετικό και μακρόθυμο πλάσμα το οποίο, όπως και άλλα ζώα, συχνά υφίσταται κακομεταχείριση από τον άνθρωπο.
Το γαϊδούρι (ίππος ο όνος [Equus asinus]) εξυπηρετεί από παλιά τον άνθρωπο ως υποζύγιο, μεταφορικό μέσο και ζώο έλξης, ενώ μνημονεύεται για πρώτη φορά στις Γραφές σε σχέση με τον Αβραάμ. (Γε 12:16· 22:3· Ιη 15:18· 2Χρ 28:15· Ησ 30:24) Φαίνεται ότι, λόγω της σκληρής εργασίας που προσφέρει το γαϊδούρι ως υποζύγιο, ο Ιακώβ παρομοίασε το γιο του τον Ισσάχαρ με αυτό το ζώο. (Γε 49:14) Από την άλλη πλευρά, η αναφορά στη σεξουαλική έξαψη των γαϊδουριών συσχετίζεται με το γεγονός ότι το βασίλειο του Ιούδα εκπορνευόταν με τα έθνη.—Ιεζ 23:20.
Σε κάποιο από τα οράματά του, ο προφήτης Ησαΐας είδε «ένα πολεμικό άρμα με γαϊδούρια». (Ησ 21:7) Αυτό καταδεικνύει ότι τα γαϊδούρια χρησιμοποιούνταν και στον πόλεμο, πιθανότατα για τη μεταφορά φορτίων, αν όχι και για τη μεταφορά πολεμιστών στο πεδίο της μάχης. Σχετικά με αυτό, είναι ενδιαφέρον το σχόλιο που κάνει ο ιστορικός Ηρόδοτος (Δ΄, 129) για τη χρήση γαϊδουριών από τον περσικό στρατό.
Σύμφωνα με το Νόμο, το γαϊδούρι ήταν ακάθαρτο ζώο. Γι’ αυτό, εφόσον όλα τα πρωτότοκα ανήκαν στον Ιεχωβά και το πρωτότοκο του γαϊδουριού δεν μπορούσε να θυσιαστεί, έπρεπε είτε να απολυτρώνεται αντικαθιστούμενο από ένα πρόβατο είτε να σπάζεται ο τράχηλός του.—Εξ 13:13· 34:20.
Μολονότι τα γαϊδούρια ήταν ακάθαρτα, οι κάτοικοι της Σαμάρειας τα έφαγαν εξαιτίας της σφοδρής πείνας που επικράτησε όταν πολιόρκησε την πόλη ο Βασιλιάς Βεν-αδάδ. Μάλιστα ακόμη και το πιο ακατάλληλο για βρώση μέρος αυτού του ζώου, το οστεώδες και λιπόσαρκο κεφάλι του, στην πραγματικότητα έγινε πανάκριβη τροφή που κόστιζε 80 κομμάτια ασήμι (αν επρόκειτο για σίκλους, $176).—2Βα 6:24, 25.
Ο νόμος του Θεού όριζε ότι έπρεπε να μεταχειρίζονται με συμπόνια τα κατοικίδια ζώα, στα οποία ανήκε και το γαϊδούρι. Ένα γαϊδούρι που ήταν πεσμένο κάτω από το φορτίο του έπρεπε να το ξαλαφρώσουν, ενώ δεν έπρεπε να βάζουν στον ίδιο ζυγό γαϊδούρι και ταύρο. (Εξ 23:5· Δευ 22:10) Επειδή υστερεί σε μέγεθος και σε δύναμη και διαφέρει ως προς τη φύση του, το γαϊδούρι θα υπέφερε από αυτή την άνιση σύζευξη.
Οι Ισραηλίτες πρέπει να είχαν πολυάριθμα γαϊδούρια, αν λάβουμε υπόψη ότι στην εκστρατεία τους κατά των Μαδιανιτών και μόνο πήραν ως λάφυρα πολέμου συνολικά 61.000 γαϊδούρια. (Αρ 31:3, 32-34) Η συχνή μνεία αυτού του ζώου στις Γραφές υποδηλώνει ότι λίγα σπιτικά δεν διέθεταν γαϊδούρι. (Δευ 5:21· 22:4· 1Σα 12:3) Αυτό συνάγεται και από το ότι υπήρχε ένα γαϊδούρι για κάθε έξι άντρες περίπου (μη συμπεριλαμβανομένων των δούλων και των τραγουδιστών) που επέστρεψαν με τον Ζοροβάβελ από τη βαβυλωνιακή εξορία. (Εσδ 2:1, 2, 64-67· Νε 7:66-69) Το γεγονός ότι το γαϊδούρι αναγνωρίζει τη θέση του σε σχέση με τον κύριό του χρησιμοποιήθηκε ως παράδειγμα για να δοθεί επίπληξη στον άπιστο Ισραήλ, ο οποίος δεν αναγνώριζε τον Ιεχωβά.—Ησ 1:3.
Όταν πέθαινε ένα γαϊδούρι, απλώς το έσερναν χωρίς καμιά τελετουργία έξω από την πόλη και το πετούσαν στο σωρό με τα σκουπίδια. Κατ’ αναλογία, ο προφήτης του Θεού προείπε τον εξευτελισμό του υπερήφανου και άπιστου Ιωακείμ, γιου του Ιωσία και βασιλιά του Ιούδα, λέγοντας: «Με ταφή γαϊδουριού θα ταφεί, εφόσον θα τον σύρουν και θα τον πετάξουν πέρα από τις πύλες της Ιερουσαλήμ».—Ιερ 22:19.
Τόσο άντρες όσο και γυναίκες, ακόμη και εξέχοντες Ισραηλίτες, επέβαιναν σε γαϊδούρια. (Ιη 15:18· Κρ 5:10· 10:3, 4· 12:14· 1Σα 25:42) Ο Σολομών, ο γιος του Δαβίδ, πήγε να χριστεί βασιλιάς επιβαίνοντας στο θηλυκό μουλάρι του πατέρα του, έναν υβριδικό γόνο αρσενικού γαϊδουριού. (1Βα 1:33-40) Άρα, ήταν πολύ κατάλληλο το ότι ο Ιησούς, αυτός που ήταν μεγαλύτερος από τον Σολομώντα, εκπλήρωσε την προφητεία του εδαφίου Ζαχαρίας 9:9 επιβαίνοντας, όχι σε άλογο, αλλά σε πουλάρι γαϊδουριού, «πάνω στο οποίο δεν κάθησε ποτέ κανένας άνθρωπος».—Λου 19:30, 35.
Μερικοί θεωρούν ότι οι αφηγήσεις των Ευαγγελίων διαφέρουν όσον αφορά το ζώο στο οποίο επέβαινε ο Ιησούς κατά τη θριαμβευτική του είσοδο στην Ιερουσαλήμ. Ο Μάρκος (11:7), ο Λουκάς (19:35) και ο Ιωάννης (12:14, 15) λένε ότι ο Ιησούς επέβαινε σε πουλάρι ή σε γαϊδουράκι, αλλά δεν αναφέρουν την ύπαρξη ενός μεγαλύτερου γαϊδουριού. Ωστόσο, ο Ματθαίος (21:7) γράφει ότι οι μαθητές «έφεραν το γαϊδούρι και το πουλάρι του και έβαλαν πάνω σε αυτά τα εξωτερικά τους ενδύματα, και αυτός κάθησε πάνω τους». Προφανώς ο Ιησούς δεν κάθησε πάνω και στα δύο ζώα, αλλά πάνω στα ενδύματα που τοποθετήθηκαν στο πουλάρι. Είναι σαφές ότι, επειδή δεν επέβαινε στο γαϊδούρι, αλλά στο πουλάρι του, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης δεν αναφέρουν στις αφηγήσεις τους την ύπαρξη του γονέα του πουλαριού.
Άγριο Γαϊδούρι. Το άγριο γαϊδούρι [εβρ., ‛αρώδ· αραμαϊκή, ‛αράδ] διαφέρει από το κατοικίδιο γαϊδούρι, όχι λόγω της εμφάνισής του, αλλά λόγω του άγριου και ανυπότακτου χαρακτήρα του. Αυτό εναρμονίζεται πλήρως με τον τρόπο με τον οποίο περιγράφει η Αγία Γραφή το άγριο γαϊδούρι, σαν να είναι ζώο με “λυμένα δεσμά”.—Ιωβ 39:5.
Το άγριο γαϊδούρι (ίππος ο ημίονος [Equus hemionus]) κατοικεί στην έρημη πεδιάδα και στην αλμυρή γη, μακριά από τη βοή της πόλης. Αποφεύγει ενστικτωδώς τα κατοικημένα μέρη, και γι’ αυτό «δεν ακούει τους θορύβους κυνηγού». Αυτό δεν σημαίνει ότι το άγριο γαϊδούρι έχει πρόβλημα ακοής. Απεναντίας χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλη εγρήγορση χάρη στην οξεία ακοή, όραση και όσφρηση που διαθέτει. Αν προσπαθήσει κάποιος να το πλησιάσει αθόρυβα, τότε αυτό το πλάσμα απομακρύνεται αστραπιαία. Τα άγρια γαϊδούρια μεταναστεύουν ασταμάτητα σε αναζήτηση χορταριού, ψάχνοντας για βοσκή ακόμη και σε ορεινές περιοχές. Τρέφονται με κάθε είδους χλωρό φυτό, μασώντας το ακόμη και μέχρι τις ρίζες. Το αλάτι αποτελεί και αυτό μέρος της διατροφής τους. (Ιωβ 39:5-8) Η προτίμηση του άγριου γαϊδουριού για μια ζωή ελεύθερη και χωρίς περιορισμούς, μακριά από τα κατοικημένα μέρη, προσδίδει σημασία στο γεγονός ότι ο Ναβουχοδονόσορ κατοικούσε μαζί με αυτά τα πλάσματα τα εφτά χρόνια που ήταν παράφρων.—Δα 5:21· βλέπε ΖΕΒΡΑ.