ΔΩΡΑ
Από αρχαιοτάτων χρόνων, η προσφορά δώρων έπαιζε σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή. Ο ηλικιωμένος υπηρέτης του Αβραάμ δώρισε στη Ρεβέκκα κοσμήματα όταν είδε αποδείξεις ότι ο Ιεχωβά την είχε ορίσει ως σύζυγο του Ισαάκ. (Γε 24:13-22) Στη συνέχεια, όταν έλαβε την έγκριση του Λάβαν και του Βαθουήλ για το γάμο, ο υπηρέτης του Αβραάμ έδωσε επιπρόσθετα δώρα στη Ρεβέκκα, καθώς επίσης «εκλεκτά πράγματα στον αδελφό της και στη μητέρα της». (Γε 24:50-53) Αργότερα, ο Αβραάμ κληροδότησε όλη του την περιουσία στον Ισαάκ, αλλά έδωσε δώρα στους γιους των παλλακίδων του και τους έστειλε μακριά.—Γε 25:5, 6· παράβαλε 2Χρ 21:3.
Στους πατριαρχικούς χρόνους ίσως αποτελούσε συνήθεια να προσφέρονται δώρα σε εκείνους που είχαν περάσει κάποια συμφορά. Όταν ο Ιεχωβά αντέστρεψε την κατάσταση αιχμαλωσίας του Ιώβ, οι αδελφοί του, οι αδελφές του και όσοι τον γνώριζαν προηγουμένως, όχι μόνο ήρθαν να τον παρηγορήσουν, αλλά επίσης του έδωσαν ο καθένας «από ένα κομμάτι χρήματος και από έναν χρυσό κρίκο».—Ιωβ 42:10, 11.
Δώρα που Προσφέρθηκαν για να Υπάρξουν Οφέλη. Πολλές φορές προσφέρονταν δώρα με την προοπτική να αποκτηθεί κάτι επιθυμητό. Ο Ιακώβ ετοίμασε για τον Ησαύ ένα εντυπωσιακό δώρο αποτελούμενο από ζώα ώστε να βρει εύνοια στα μάτια του αδελφού του. (Γε 32:13-18· 33:8) Η επιμονή του να δεχτεί ο Ησαύ αυτό το δώρο μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με το έθιμο που υπήρχε στην Ανατολή, το να απορρίψει κάποιος ένα δώρο σήμαινε ότι αρνούνταν να δείξει εύνοια στο δωρητή. (Γε 33:10) Επίσης, για να κερδίσουν οι γιοι του Ιακώβ τη συμπάθεια του διαχειριστή των τροφίμων της Αιγύπτου που τους είχε μιλήσει με σκληρότητα (ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν ο αδελφός τους ο Ιωσήφ), πήραν μαζί τους ως δώρο, ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα τους, μερικά από τα καλύτερα προϊόντα της γης τους. (Γε 42:30· 43:11, 25, 26) Ο Βασιλιάς Ασά έστειλε ως δώρο ασήμι και χρυσάφι στον Βεν-αδάδ προκειμένου να τον παρακινήσει να διαλύσει τη διαθήκη που είχε με τον Βαασά, το βασιλιά του Ισραήλ.—1Βα 15:18, 19.
Σχετικά με τα οφέλη που προκύπτουν για το δότη, η παροιμία λέει: «Το δώρο του ανθρώπου θα ανοίξει τόπο για αυτόν και θα τον οδηγήσει μάλιστα μπροστά σε σπουδαίους ανθρώπους». (Παρ 18:16) Το δώρο μπορεί να καταστείλει το θυμό, αλλά δεν θα κατευνάσει την οργή του ακμαίου άντρα εναντίον εκείνου που μοιχεύει με τη σύζυγό του, όσο μεγάλο δώρο και αν προσφέρει ο μοιχός.—Παρ 21:14· 6:32-35.
Δώρα σε Βασιλιάδες, Προφήτες και Άλλους. Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται ότι όσοι επισκέπτονταν έναν βασιλιά συνήθιζαν να του προσφέρουν δώρα. Ως εξαίρεση παρουσιάζονται κάποιοι «άχρηστοι άνθρωποι» που δεν σέβονταν τον Σαούλ και δεν του πρόσφεραν κανένα δώρο. Ειδικά ο Σολομών λάβαινε δώρα σε μεγάλη αφθονία από όσους έρχονταν από μακρινές χώρες για να ακούσουν τη σοφία του. Οι αστρολόγοι οι οποίοι ήρθαν να δουν αυτόν «που γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων» ακολούθησαν απλώς αυτή τη συνήθεια όταν πρόσφεραν δώρα στον μικρό Ιησού. (1Σα 10:27· 1Βα 10:10, 24, 25· Ματ 2:1, 2, 11· βλέπε επίσης 2Βα 20:12· 2Χρ 17:5.) Παρόμοια, όσοι πήγαιναν να ρωτήσουν κάποιον προφήτη έπαιρναν ενίοτε μαζί τους ένα δώρο. (1Σα 9:7· 2Βα 8:8, 9) Ωστόσο, οι προφήτες του Θεού δεν ανέμεναν ούτε ζητούσαν δώρα για τις υπηρεσίες τους, όπως γίνεται φανερό από την άρνηση του Ελισαιέ να δεχτεί «ένα δώρο ευλογίας» από το χέρι του Νεεμάν.—2Βα 5:15, 16.
Πολλές φορές προσφέρονταν δώρα ως ανταμοιβή σε εκείνους που ολοκλήρωναν με επιτυχία ένα συγκεκριμένο έργο. (2Σα 18:11· Δα 2:6, 48· 5:16, 17, 29) Σύμφωνα με το Νόμο, ο απελευθερωμένος δούλος δεν έπρεπε να εξαποστέλλεται με άδεια χέρια, αλλά έπρεπε να λαβαίνει ένα δώρο, κάτι από το ποίμνιο, από το αλώνι, καθώς και από το πατητήρι του λαδιού και του κρασιού. (Δευ 15:13, 14) Επίσης, οι πολύ χαρμόσυνες περιστάσεις μπορεί να συνοδεύονταν από την προσφορά δώρων.—Εσθ 9:20-22· παράβαλε Απ 11:10.
Σε Σχέση με το Αγιαστήριο. Ο Θεός πήρε τους Λευίτες ως δώρο για τον οίκο του Ααρών, ως δοσμένους στον Ιεχωβά για να εκτελούν την υπηρεσία του αγιαστηρίου. (Αρ 18:6, 7) Επίσης, οι Γαβαωνίτες και άλλοι οι οποίοι έγιναν υπηρέτες στο αγιαστήριο αποκαλούνταν Νεθινίμ, που σημαίνει «Δοσμένοι». (Ιη 9:27· 1Χρ 9:2· Εσδ 8:20) Επιπρόσθετα, οι συνεισφορές για την εκτέλεση της υπηρεσίας του αγιαστηρίου καθώς και οι θυσίες αναφέρονται ως δώρα.—Εξ 28:38· Λευ 23:37, 38· Αρ 18:29· Ματ 5:23, 24· Λου 21:1.
Εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο Δημιουργός, του ανήκουν τα πάντα. Επομένως, όταν κάποιος προσφέρει υλικά πράγματα για την επέκταση της αληθινής λατρείας, απλώς επιστρέφει ένα μέρος από τα όσα έλαβε αρχικά από τον Θεό.—Ψλ 50:10· 1Χρ 29:14.
Νουθεσία Σχετικά με τα Δώρα. Εφόσον τα δώρα με τη μορφή δωροδοκίας μπορούν να καταστρέψουν την καρδιά και να διαστρέψουν την κρίση, οι Γραφές μάς νουθετούν να μισούμε τέτοιου είδους δώρα. Όσοι κυνηγούν τα δώρα καταδικάζονται. (Δευ 16:19, 20· Εκ 7:7· Παρ 15:27· Ησ 1:23· βλέπε ΔΩΡΟΔΟΚΙΑ.) Επιπλέον, «ο άνθρωπος που καυχιέται για δώρο ψεύτικο», μη ενεργώντας σύμφωνα με την καύχησή του, παραβάλλεται με ατμώδη σύννεφα και άνεμο χωρίς βροχή. (Παρ 25:14) Εκείνος που προσφέρει δώρα μπορεί να έχει πολλούς φίλους, αλλά τα δώρα δεν μπορούν να του εξασφαλίσουν διαρκή φιλία.—Παρ 19:6.
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές κατακρίνουν έντονα ορισμένες συνήθειες σε σχέση με την προσφορά δώρων. Ο Ιησούς καταδίκασε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους για το ότι παρέβαιναν την εντολή περί απόδοσης τιμής στον πατέρα και στη μητέρα. Σύμφωνα με αυτούς, αν κάποιος χαρακτήριζε τα υλικά του αποκτήματα ως δώρο αφιερωμένο στον Θεό, απαλλασσόταν από την υποχρέωση να τα χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τους γονείς του, μολονότι ο ίδιος προσωπικά μπορούσε να συνεχίσει να τα χρησιμοποιεί. (Ματ 15:1-6· βλέπε ΚΟΡΒΑΝ.) Το να δίνει κάποιος περιμένοντας κάτι ως αντάλλαγμα δεν έχει αξία. (Λου 6:30-36· 14:12-14) Για να ευαρεστεί αυτή η ενέργεια τον Ιεχωβά, πρέπει να γίνεται με ανιδιοτέλεια και χωρίς αλαζονική επίδειξη.—Ματ 6:2-4· 1Κο 13:3.
Χριστιανικά Δώρα. Οι πρώτοι Χριστιανοί έκαναν δώρα, ή συνεισφορές, για χάρη των άπορων αδελφών τους. (Ρω 15:26· 1Κο 16:1, 2) Ωστόσο, όλα αυτά τα δώρα ήταν προαιρετικά, όπως υποδηλώνεται από τα λόγια του Παύλου: «Ο καθένας ας ενεργήσει ακριβώς όπως έχει αποφασίσει στην καρδιά του, όχι απρόθυμα ή αναγκαστικά, γιατί ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη». (2Κο 9:7) Επιπρόσθετα, οι πρώτοι Χριστιανοί βοηθούσαν εκείνους που είχαν αφιερώσει τον εαυτό τους πλήρως στη Χριστιανική διακονία, όπως ο απόστολος Παύλος. Ωστόσο, παρότι εκτιμούσε πάρα πολύ τα δώρα που του έστελναν οι αδελφοί του, ο Παύλος δεν τα εκζητούσε.—Φλπ 4:15-17.
Οι Χριστιανοί μπορούν να δίνουν πράγματα πιο πολύτιμα από τα υλικά δώρα. Μπορούν να δίνουν από το χρόνο και τις ικανότητές τους για να διαπλάθουν και να εποικοδομούν άλλους διανοητικά και πνευματικά, πράγμα που φέρνει μεγαλύτερη ευτυχία. Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να προσφέρει κάποιος είναι η κατανόηση του Λόγου του Θεού, επειδή αυτή μπορεί να οδηγήσει τον αποδέκτη σε αιώνια ζωή.—Ιωα 6:26, 27· 17:3· Πρ 20:35· 2Κο 12:15· Απ 22:17· βλέπε ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ.