ΒΑΛΣΑΜΟ, ΒΑΛΣΑΜΟ ΤΗΣ ΓΑΛΑΑΔ
Ο όρος «βάλσαμο» εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε από τα πολλά φυτά, θάμνους και δέντρα που εκκρίνουν μια αρωματική και συνήθως ελαιώδη και ρητινώδη ουσία. Η ίδια λέξη εφαρμόζεται και στην εκκρινόμενη ουσία. Βαλσαμοφόρα δέντρα βρίσκουμε στις οικογένειες Ελατίδες, Ιτεΐδες, καθώς και σε άλλες οικογένειες δέντρων. Το βάλσαμο χρησιμοποιείται στην ιατρική (συνήθως περιέχει βενζοϊκό ή κιναμωμικό οξύ) αλλά και ως άρωμα.
Τα βαλσαμοφόρα φυτά και δέντρα θεωρούνταν πάντοτε εξαιρετικά πολύτιμα από τους λαούς της Ανατολής. Το «βάλσαμο» (εβρ., μπόσεμ, μπέσεμ ή μπασάμ) αναφέρεται για πρώτη φορά στο εδάφιο Έξοδος 25:6 ως συστατικό που χρησιμοποιούνταν στο λάδι του αγίου χρίσματος της σκηνής της μαρτυρίας. (Βλέπε επίσης Εξ 35:8, 28.) (Η ελληνική λέξη «βάλσαμο» φαίνεται ότι προήλθε από την εβραϊκή λέξη μπασάμ.) Η εβραϊκή λέξη μεταφράζεται μερικές φορές ως «αρώματα», «αρωματικός» ή «μυρωδικά», ανάλογα με τα συμφραζόμενα. (Εξ 30:23· Ασμ 4:10, 14, 16· 5:13· 6:2· 8:14) Στο εδάφιο Ησαΐας 3:24 η ευωδιά του αντιδιαστέλλεται με μια «μυρωδιά μούχλας».
Το βάλσαμο που χρησιμοποιούνταν για την υπηρεσία της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο προερχόταν προφανώς από κάποιο μέρος εκτός Παλαιστίνης, ίσως από την Αίγυπτο. Στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, το βάλσαμο θεωρούνταν τόσο πολύτιμο ώστε συγκαταλέχθηκε με το χρυσάφι και τις πολύτιμες πέτρες στους θησαυρούς που δώρισε η βασίλισσα της Σεβά. Περιλαμβανόταν, επίσης, στο φόρο υποτελείας που πλήρωναν οι βασιλιάδες πολλών χωρών σε εκείνον το σοφό βασιλιά της Ιερουσαλήμ. (1Βα 10:2, 10, 25· 2Χρ 9:1, 9, 24) Ήταν ένα από τα πολύτιμα πράγματα που φυλάσσονταν στο βασιλικό θησαυροφυλάκιο, τα οποία ο Εζεκίας, ενεργώντας άσοφα, έδειξε στους απεσταλμένους από τη Βαβυλώνα. (2Βα 20:13· 2Χρ 32:27· Ησ 39:2) Χρησιμοποιήθηκε στην προετοιμασία του σώματος του Βασιλιά Ασά για την ταφή (όχι όμως όπως χρησιμοποιούνταν από τους Αιγυπτίους για την ταρίχευση των σωμάτων). (2Χρ 16:14) Στην Εσθήρ γίνονταν μαλάξεις με αρωματικό βάλσαμο τους τελευταίους έξι μήνες προτού παρουσιαστεί στον Βασιλιά Ασσουήρη.—Εσθ 2:12.
Το «βάλσαμο [εβρ., τσορί] στη Γαλαάδ» φαίνεται ότι ήταν εξαιρετικής ποιότητας και είχε ιδιαίτερες φαρμακευτικές ιδιότητες. (Ιερ 8:22· 46:11) Το βάλσαμο αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά ως ένα από τα προϊόντα που μετέφερε το καραβάνι των Ισμαηλιτών από τη Γαλαάδ, Α του Ιορδάνη, καραβάνι στο οποίο κατόπιν πουλήθηκε ο Ιωσήφ. (Γε 37:25-28) Αργότερα, ο Ιακώβ το συμπεριέλαβε στα “καλύτερα προϊόντα της γης” του όταν έστειλε ένα δώρο στην Αίγυπτο με τους γιους του οι οποίοι θα ξαναπήγαιναν εκεί. (Γε 43:11) Σύμφωνα με το εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:17, οι πλούσιοι έμποροι της Τύρου το εισήγαν από το βασίλειο του Ιούδα.
Στα αρχαία κείμενα αναφέρονται πολύ συχνά οι θεραπευτικές ιδιότητες του βάλσαμου, κυρίως ως μέσου επούλωσης των πληγών. Στην Αγία Γραφή, όλες οι αναφορές σε αυτές τις θεραπευτικές ιδιότητες γίνονται από τον Ιερεμία. Εντούτοις, ο Ιερεμίας τις χρησιμοποιεί με μεταφορική έννοια, πρώτα όταν θρηνεί για την πνευματική συντριβή του Ιούδα (Ιερ 8:14, 15, 21, 22· παράβαλε Ιακ 5:14, 15), στη συνέχεια όταν επιτιμά την Αίγυπτο για τις μάταιες προσπάθειες που καταβάλλει ώστε να αποφύγει την ήττα από τη Βαβυλώνα (Ιερ 46:11-13) και τέλος όταν εξαγγέλλει την κρίση του Θεού σχετικά με τη συμφορά που θα βρει τη Βαβυλώνα.—Ιερ 51:8-10.
Ο προσδιορισμός των συγκεκριμένων φυτών ή δέντρων στα οποία αναφέρονται οι εβραϊκές λέξεις μπόσεμ και τσορί δεν μπορεί να γίνει με απόλυτη βεβαιότητα. Η ονομασία «βάλσαμο της Γαλαάδ» έχει εφαρμοστεί σε ένα θαμνώδες αειθαλές δέντρο που αποκαλείται κομμιφόρος η οποβάλσαμος (Commiphora opobalsamum ή Commiphora gileadensis). Η πρασινοκίτρινη ελαιορητίνη του παράγεται αφού γίνουν εντομές στον κορμό και στα κλαδιά, ενώ οι μικροί βόλοι που σχηματίζει το έκκριμα συλλέγονται αργότερα. Μολονότι το δέντρο αυτό συναντάται κυρίως στη νότια Αραβία, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος υποδεικνύει ότι την εποχή του Σολομώντα καλλιεργούνταν στα περίχωρα της Ιεριχώς, ο δε γεωγράφος Στράβων αναφέρει ότι στους ρωμαϊκούς χρόνους καλλιεργούνταν επίσης δίπλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λέξη τσορί ίσως αναφέρεται στο μαστιχόδεντρο (πιστακία η λεντίσκος [Pistacia lentiscus]), το οποίο εκκρίνει ένα αχνοκίτρινο αρωματικό κόμμι, τη μαστίχα, καθώς και ένα έλαιο που χρησιμοποιείται για ιατρικούς σκοπούς και παράγεται από το φλοιό, τα φύλλα και τους καρπούς. Το δέντρο αυτό είναι κοινό στην Παλαιστίνη, και η ονομασία του στην αραβική μοιάζει πολύ με την εβραϊκή λέξη τσορί.