Διδάγματα από τις Γραφές: Θρήνοι 1:1–5:22
Ο Ιεχωβά Δίνει Ελπίδα Μέσα στη Θλίψη
Ο ΙΕΧΩΒΑ είναι ‘ο Θεός που δίνει ελπίδα’, ακόμη και μέσα στη θλίψη. (Ρωμαίους 15:13, ΜΝΚ) Αυτό είναι ένα σημείο που ξεκαθαρίζεται στο βιβλίο των Θρήνων, το οποίο ολοκληρώθηκε το 607 π.Χ. από τον προφήτη και μάρτυρα του Ιεχωβά, τον Ιερεμία. Ας εξάρουμε όμως μερικά από τα διδάγματα που αυτό περιέχει.
Το Κατάντημα της Ιερουσαλήμ
Η αμαρτία δεν φέρνει χαρά. Κοιτάξτε! Η αμαρτωλή Ιερουσαλήμ, η άλλοτε πλούσια πρωτεύουσα του Ιούδα, βρίσκεται ερημωμένη. Ο ίδιος ο Ιούδας είναι σαν μια χήρα πριγκίπισσα που κλαίει, επειδή είναι κατερειπωμένος. Εκείνοι που τον ‘αγαπούσαν [οι εραστές (ΜΝΚ)]’, όπως η Αίγυπτος, δεν τον έσωσαν από τη βαβυλωνιακή κατάκτηση το 607 π.Χ. Οι άνθρωποι δεν συρρέουν πια στη Σιών για τις γιορτές. Τα παιδιά της είναι αιχμάλωτα και οι εχθροί γελάνε για την πτώση της. Ακάθαρτοι ξένοι βεβηλώνουν το ναό και ο λαός της χρειάζεται να δίνει τα πολύτιμα πράγματα για να βρει τροφή. Και όλα αυτά εξαιτίας της αμαρτίας!—1:1-11.
Ο Ιεχωβά είναι δίκαιος όταν τιμωρεί αυτούς που αδικοπραγούν. Αυτό το αναγνωρίζει η Ιερουσαλήμ, καθώς μιλάει αυτή η ίδια. Ρωτάει αν υπάρχει λύπη η οποία να συγκρίνεται με τον πόνο που της προξένησε ο Θεός. Αυτός έστειλε φωτιά που ερήμωσε το ναό. Οι αμαρτίες τής πόλης έγιναν ζυγός και το αίμα έτρεξε σαν χυμός καθώς ο Θεός πάτησε το ‘ληνό’ της. Η Σιών άπλωσε τα χέρια της εκφράζοντας λύπη και ικεσία, αλλά δεν βρήκε κανένα παρηγορητή, και ο Ιεχωβά ήταν δίκαιος που τιμώρησε τη στασιαστική Ιερουσαλήμ. Είθε να φερθεί τόσο αυστηρά και στους πανευτυχείς εχθρούς της.—1:12-22.
‘Η Οργή του Ιεχωβά’
Οι υπεύθυνοι έχουν ενοχή αν δεν καταδικάζουν την αμαρτία. Ο Θεός ρίχνει την Ιερουσαλήμ ‘από τον ουρανό στη γη’, επιτρέποντας την καταστροφή της καθώς και την καταστροφή του ‘υποπόδιού’ του, του ναού. (Ψαλμός 132:7) Έτσι ‘βεβήλωσε το βασίλειο’ του Ιούδα. Ο ναός, σαν να ήταν μια απλή σκηνή, καταστράφηκε από τους εχθρούς, των οποίων οι θριαμβευτικές φωνές έμοιαζαν με γιορταστικές κραυγές. Παιδιά που πέθαιναν ικέτευαν τις μητέρες τους για τροφή. Αλλά ποιος είχε την κύρια ενοχή; Οι ψευδοπροφήτες οι οποίοι έκαναν παραπλανητικές προκηρύξεις αντί να καταδικάσουν την αμαρτία της Ιερουσαλήμ. (Ιερεμίας 14:13) Η προσευχή είναι κατάλληλη, επειδή τόσοι πολλοί έχουν πεθάνει σ’ αυτή την «ημέρα της οργής του Κυρίου [Ιεχωβά (ΜΝΚ)]».—2:1-22.
Το Έλεος του Ιεχωβά Διαμένει
Πρέπει να ελπίζουμε υπομονετικά στον Ιεχωβά. Ο Ιερεμίας προβάλλει αυτό το σημείο καθώς μιλάει εκ μέρους του βασανισμένου λαού. Ο Θεός παρακωλύει την προσευχή του και αυτός γίνεται το θέμα των ειρωνικών τραγουδιών των εχθρών του. Η ελπίδα του ή ‘η προσδοκία του από τον Ιεχωβά’, φαίνεται ότι χάθηκε. Όμως ‘θα δείξει στάση αναμονής’ επειδή ‘ο Ιεχωβά είναι καλός σ’ εκείνον που ελπίζει σ’ αυτόν’.—3:1-27, ΜΝΚ.
Η αληθινή μετάνοια φέρνει θείο έλεος. Ο Ιερεμίας, που είναι πεπεισμένος γι’ αυτό, παροτρύνει: «Ας επιστρέψωμεν [καθαροί (ΜΝΚ)] εις τον Κύριον [Ιεχωβά (ΜΝΚ)]». Ο Θεός, με ένα νέφος θυμού σαν να λέγαμε, δεν αφήνει να τον πλησιάσει κανείς με προσευχή, εξαιτίας των αμαρτιών των ανθρώπων. Αλλά ο Ιερεμίας προσεύχεται: «Επεκαλέσθην το όνομά σου, Κύριε [Ω Ιεχωβά (ΜΝΚ)], . . . μη κλείσης το ωτίον σου εις τον στεναγμόν μου». Φυσικά, οι αμετανόητοι εχθροί θα εξολοθρευτούν.—3:28-66.
«Επίστρεψον Ημάς»
Μπορούμε να φέρουμε καταστροφή πάνω μας μέσω εσκεμμένης αμαρτίας. Εξαιτίας της αμαρτίας του Ιούδα, «οι ένδοξοι [πολύτιμοι (ΜΝΚ)] υιοί της Σιών» θεωρούνταν ως άχρηστα σπασμένα κεραμικά. Κατά την πολιορκία, αυτοί που έπεσαν από το σπαθί, ήταν σε καλύτερη θέση από εκείνους που αργοπέθαιναν από την πείνα. Ο Θεός πράγματι «εξέχεε την φλόγα της οργής αυτού». Μολυσμένοι προφήτες και ιερείς περιπλανιούνταν στα τυφλά, και ο Βασιλιάς Σεδεκίας, «ο χριστός του Κυρίου [ο χρισμένος του Ιεχωβά (ΜΝΚ)]», είχε πιαστεί αιχμάλωτος. Τώρα ο Θεός θα έστρεφε την προσοχή του στον αμαρτωλό Εδώμ.—4:1-22.
Μόνο ο Ιεχωβά δίνει αληθινή ελπίδα μέσα στη θλίψη. Ο Ιερεμίας το αναγνώρισε αυτό, γιατί δεήθηκε: «Ενθυμήθητι, Κύριε [Ιεχωβά (ΜΝΚ)], τι έγεινεν εις ημάς». ‘Τα σπίτια μας πάρθηκαν από ξένους. Εμείς φέρουμε τις ανομίες των πατέρων μας και τα παιδιά πέφτουν κουβαλώντας ξύλα.’ Ωστόσο, ο Ιερεμίας ελπίζει για έλεος και προσεύχεται: «Επίστρεψον ημάς, Κύριε [Ιεχωβά (ΜΝΚ)], προς σε και θέλομεν επιστραφή».—5:1-22.
Στοχαστείτε λοιπόν, αυτά τα διδάγματα που μας δίνουν οι Θρήνοι: Η αμαρτία δεν φέρνει χαρά, ο Θεός είναι δίκαιος όταν τιμωρεί τους αμαρτωλούς και οι υπεύθυνοι είναι ένοχοι αν δεν καταδικάζουν την αδικοπραγία. Θα πρέπει να ελπίζουμε υπομονετικά στον Ιεχωβά, έχοντας εμπιστοσύνη ότι το θείο έλεος έρχεται μέσω αληθινής μετάνοιας, ενώ μπορούμε να φέρουμε πάνω μας την καταστροφή μέσω εσκεμμένης αμαρτίας. Αυτό το θεόπνευστο βιβλίο μάς πείθει επίσης ότι μόνο ο Ιεχωβά δίνει αληθινή ελπίδα μέσα στη θλίψη.
[Πλαίσιο στη σελίδα 27]
ΕΞΕΤΑΣΗ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΕΔΑΦΙΩΝ
◻ 1:15 (ΜΝΚ)—‘Ο Ιεχωβά είχε πατήσει το πατητήρι που ανήκε στην παρθένα θυγατέρα του Ιούδα’ επειδή αυτός είχε αποφασίσει και επιτρέψει ό,τι έγινε. ‘Η παρθένα θυγατέρα του Ιούδα’ ήταν η Ιερουσαλήμ, η οποία θεωρούνταν ότι ήταν σαν μια αμόλυντη γυναίκα. Όταν οι Βαβυλώνιοι κατέστρεψαν το 607 π.Χ. εκείνη την πόλη που ήταν η πρωτεύουσα του Ιούδα, χύθηκε πολύ αίμα, πράγμα που μπορούσε να συγκριθεί με το χυμό που βγαίνει από το στίψιμο των σταφυλιών σ’ ένα πατητήρι. Ο Ιεχωβά θα φροντίσει ώστε ο λεγόμενος Χριστιανικός κόσμος, η αντιτυπική Ιερουσαλήμ, να συντριφτεί κατά παρόμοιο τρόπο.
◻ 2:6—Η ‘σκηνή’ του Θεού ήταν ο ναός της Ιερουσαλήμ. Όταν εκείνο το αγιαστήριο ερημώθηκε από τους Βαβυλώνιους, αυτός επέτρεψε να το ‘εκσπάσουν [μεταχειριστούν βίαια (ΜΝΚ)]’ σαν να ήταν μια απλή καλύβα κήπου. Μια τέτοια προσωρινή στέγη από τον καυτό ήλιο κατεδαφίζεται.
◻ 3:16—Μια από τις συμφορές που επέτρεψε ο Ιεχωβά να έρθει πάνω στην άπιστη Ιερουσαλήμ, ως συνέπεια της πτώσης της πόλης στους Βαβυλώνιους, περιγράφεται με τα εξής λόγια: «Συνέτριψε τους οδόντας μου με χάλικας». Προφανώς, όταν οι Ισραηλίτες βάδιζαν για την εξορία, έπρεπε να ψήνουν τα ψωμιά σε λάκκους σκαμμένους στο έδαφος. Γι’ αυτό το λόγο, τα ψωμιά περιείχαν χαλίκια και κάποιος που έτρωγε τέτοιο ψωμί μπορούσε να σπάσει ένα κομμάτι από τα δόντια του.
◻ 4:3 (ΛΧ)—Η ασπλαχνία των μητέρων απέναντι στα παιδιά τους αντιπαραβάλλεται εδώ με τη μητρική φροντίδα που παρείχαν τα τσακάλια. Μολονότι τα τσακάλια μπορεί να θεωρηθούν άγρια ζώα, ακόμη κι αυτά «προσφέρουν τους μαστούς των, θηλάζουν τα μικρά των». Εξαιτίας της μεγάλης έλλειψης τροφής στην πολιορκούμενη Ιερουσαλήμ, οι Ιουδαίες γυναίκες που λιμοκτονούσαν έγιναν άσπλαχνες επειδή δεν είχαν γάλα να δώσουν στα παιδιά τους και στην πραγματικότητα έτρωγαν τα ίδια τα παιδιά τους για να παραμείνουν ζωντανές. (Θρήνοι 2:20) Έτσι, οι γυναίκες έγιναν επίσης σαν στρουθοκάμηλοι οι οποίες κάνουν τα αυγά τους και τα εγκαταλείπουν.
◻ 5:7—Οι Ιουδαίοι των ημερών του Ιερεμία έπρεπε να υποστούν τις ανομίες των προπατόρων τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ο Ιεχωβά τιμωρεί άμεσα τα παιδιά για τις αμαρτίες των πατέρων τους. Στην πραγματικότητα, οι κακές συνέπειες της αδικοπραγίας γίνονται αισθητές σε μεταγενέστερες γενιές. (Ιερεμίας 31:29, 30) Γι’ αυτόν το λόγο εμείς θα κάνουμε καλά να θυμόμαστε ότι πρέπει να αποδώσουμε προσωπικά λογαριασμό στον Θεό.—Ρωμαίους 14:12.