ΙΕΖΕΚΙΗΛ
(Ιεζεκιήλ) [Ο Θεός Ενισχύει].
Γιος του ιερέα Βουζί. Ήταν ένας από τους αιχμαλώτους τους οποίους ο Ναβουχοδονόσορ πήρε στη Βαβυλώνα μαζί με τον Ιωαχίν το 617 Π.Κ.Χ. Τα πρώτα οράματα του Θεού ήρθαν σε αυτόν «το τριακοστό έτος, τον τέταρτο μήνα, την πέμπτη ημέρα του μήνα», στο «πέμπτο έτος της εξορίας του Βασιλιά Ιωαχίν». Προφήτευσε στους Ιουδαίους που ζούσαν δίπλα στον ποταμό Χεβάρ ο οποίος, σύμφωνα με ορισμένους σύγχρονους μελετητές, ήταν ένα από τα μεγάλα κανάλια της Βαβυλώνας. «Το τριακοστό έτος» φαίνεται ότι αναφέρεται στην ηλικία του Ιεζεκιήλ. Τότε άρχισε αυτός το προφητικό του έργο.—Ιεζ 1:1-3.
Εφόσον προερχόταν από ιερατική οικογένεια, ασφαλώς ήταν καλά εξοικειωμένος με το ναό, με τη διάταξή του, καθώς και με όλες τις δραστηριότητες που λάβαιναν χώρα εκεί, και ήταν ειδήμονας στο Νόμο. Είναι πιθανό ότι ο Ιεζεκιήλ γνώριζε επίσης καλά τον Ιερεμία και τις προφητείες του, διότι ο Ιερεμίας ήταν προφήτης στην Ιερουσαλήμ όταν ο Ιεζεκιήλ ήταν σε νεαρή ηλικία. Επίσης, ο Ιεζεκιήλ είχε το πλεονέκτημα ότι έζησε στον Ιούδα στη διάρκεια μέρους της βασιλείας του δίκαιου Βασιλιά Ιωσία, ο οποίος κατέστρεψε τα θυσιαστήρια των Βάαλ και τις γλυπτές εικόνες, άρχισε να επισκευάζει το ναό και ενέτεινε τη μεταρρύθμισή του για την αποκατάσταση της αγνής λατρείας στον Ιούδα όταν βρέθηκε στο ναό το βιβλίο του Νόμου (προφανώς ένα πρωτότυπο γραμμένο από τον Μωυσή).—2Χρ 34.
Προτού η Βαβυλώνα καταστρέψει την Ιερουσαλήμ, σε ποιες στρατηγικές τοποθεσίες είχε εγκαταστήσει τους προφήτες του ο Ιεχωβά;
Ο προφητικός βίος του Ιεζεκιήλ συνέπιπτε με του Ιερεμία και του Δανιήλ. Ο Ιερεμίας υπηρέτησε ως προφήτης του Θεού για τους Ιουδαίους της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα, ερχόμενος σε επαφή με τους διεφθαρμένους βασιλιάδες του Ιούδα. Ο Δανιήλ, ο οποίος βρισκόταν στην αυλή της Βαβυλώνας και αργότερα της Μηδοπερσίας, έλαβε προφητείες σχετικά με τη διαδοχή των παγκόσμιων δυνάμεων και την ήττα τους από τη Βασιλεία του Θεού. Ο Ιεζεκιήλ υπηρέτησε μεταξύ των Ιουδαίων και των ηγετών τους στη Βαβυλωνία και συνέχισε το έργο των προφητών εκεί. Ενώ, λοιπόν, οι Ιουδαίοι της Ιερουσαλήμ είχαν το πλεονέκτημα του ναού και του αρχιερέα του, καθώς και του ιερέα-προφήτη Ιερεμία, εκείνοι που ζούσαν στη Βαβυλώνα δεν είχαν εγκαταλειφθεί από τον Ιεχωβά. Ο Ιεζεκιήλ ήταν ο προφήτης του Θεού για εκείνους, και μολονότι δεν εκτελούσε υπηρεσίες σχετικές με θυσίες, βρισκόταν εκεί ως σύμβουλος και δάσκαλος του νόμου του Θεού.
Υπήρχε επίσης στενή σχέση ανάμεσα στο προφητικό έργο του Ιερεμία και του Ιεζεκιήλ, καθώς και οι δύο αντέκρουαν και αγωνίζονταν να διώξουν από το μυαλό των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ και στη Βαβυλωνία την ιδέα ότι ο Θεός επρόκειτο να τερματίσει γρήγορα τη βαβυλωνιακή κυριαρχία και ότι η Ιερουσαλήμ δεν θα έπεφτε. Μάλιστα ο Ιερεμίας έστειλε μια επιστολή προς τους αιχμαλώτους στη χώρα της Βαβυλωνίας, λέγοντάς τους να τακτοποιήσουν τη ζωή τους στη Βαβυλώνα και να ζήσουν ειρηνικά εκεί, επειδή θα περνούσαν 70 χρόνια προτού απελευθερωθούν. Είναι βέβαιο ότι ο Ιεζεκιήλ άκουσε το περιεχόμενο αυτής της επιστολής. Επίσης, μπορεί να ήταν παρών κατά την ανάγνωση του βιβλίου που έστειλε αργότερα ο Ιερεμίας, με το οποίο προέλεγε την πτώση της Βαβυλώνας.—Ιερ 29· 51:59-64.
Προφήτευσε σε έναν “Ισχυρογνώμονα” Λαό. Οι αιχμάλωτοι στη Βαβυλωνία βρίσκονταν σε καλύτερη θέση ενώπιον του Ιεχωβά από τους Ιουδαίους οι οποίοι είχαν απομείνει στον Ιούδα, όπως συμβολίζεται από τα καλάθια με τα καλά και τα κακά σύκα που είδε ο Ιερεμίας. (Ιερ 24) Αλλά παρ’ όλα αυτά, το έργο που έπρεπε να επιτελέσει ο Ιεζεκιήλ δεν ήταν εύκολο, επειδή οι αιχμάλωτοι Ισραηλίτες ήταν και αυτοί μέρος του στασιαστικού οίκου. Όπως ειπώθηκε στον Ιεζεκιήλ, «είναι ισχυρογνώμονες, είναι αγκίδες που σε τρυπούν, και κατοικείς ανάμεσα σε σκορπιούς». (Ιεζ 2:6) Κατόπιν προσταγής του Ιεχωβά, άρχισε να κατοικεί ανάμεσα στους εξορίστους στο Τελ-αβίβ, δίπλα στον ποταμό Χεβάρ. (Ιεζ 3:4, 15) Μολονότι οι Ιουδαίοι ήταν εξόριστοι, ζούσαν σε ιδιόκτητα σπίτια. (Ιερ 29:5) Είχαν τη δυνατότητα να παραμένουν, τουλάχιστον μέχρις ενός βαθμού, οργανωμένοι από θρησκευτική άποψη. Οι πρεσβύτεροι του Ιούδα μπόρεσαν να επισκεφτούν τον Ιεζεκιήλ αρκετές φορές. (Ιεζ 8:1· 14:1· 20:1) Ακόμη και όταν έφτασε η ώρα της αποκατάστασης στο τέλος των 70 ετών, πολλοί από αυτούς τους Ιουδαίους δεν ήθελαν να φύγουν από τη Βαβυλώνα.
Ένας από τους λόγους για τους οποίους τουλάχιστον ορισμένοι Ιουδαίοι της Βαβυλώνας δεν ήθελαν να επιστρέψουν ίσως ήταν ο υλισμός. Μια αμερικανική αποστολή έφερε στο φως τα αρχεία ενός μεγάλου εμπορικού οίκου που ονομαζόταν «Μουρασού και Υιοί», σε ένα κανάλι του Ευφράτη κοντά στη Νιπούρ, η οποία σύμφωνα με ορισμένους μελετητές βρισκόταν κοντά στον Χεβάρ. Οι επιγραφές που βρέθηκαν εκεί περιέχουν αρκετά εβραϊκά ονόματα, πράγμα που δείχνει ότι οι Ισραηλίτες είχαν αποκατασταθεί από υλική άποψη και ότι πολλοί από αυτούς συμμετείχαν στις εμπορικές δραστηριότητες της Βαβυλώνας.
Ο Θάνατος της Συζύγου Του. Ο Ιεζεκιήλ λέει ότι έλαβε την αποστολή του ενώ ήταν δίπλα στον ποταμό Χεβάρ, το πέμπτο έτος της εξορίας του Βασιλιά Ιωαχίν (δηλαδή το 613 Π.Κ.Χ.). Προφήτευσε τουλάχιστον 22 χρόνια, μέχρι περίπου το 591 Π.Κ.Χ., εφόσον η τελευταία χρονολογημένη προφητεία του διατυπώθηκε στο 27ο έτος της εξορίας. (Ιεζ 29:17) Φαίνεται ότι ο Ιεζεκιήλ είχε έναν ευτυχισμένο γάμο. Κατόπιν ο Ιεχωβά τού είπε: «Γιε ανθρώπου, εγώ παίρνω από εσένα με πλήγμα αυτό που είναι επιθυμητό στα μάτια σου». (Ιεζ 24:16) Η σύζυγός του ίσως υπήρξε άπιστη στον ίδιο ή στον Ιεχωβά, αλλά όποιος και αν ήταν ο λόγος για τον οποίο πέθανε, ο Ιεζεκιήλ διατάχθηκε να μην κλάψει, αλλά να αναστενάζει χωρίς λόγια. Του ειπώθηκε να φορέσει το κάλυμμα του κεφαλιού του και να αποφύγει οποιαδήποτε σημεία ή εκδηλώσεις πένθους. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά θα χρησίμευαν ως σημείο στους Ισραηλίτες που βρίσκονταν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα το οποίο θα πιστοποιούσε ότι ο Ιεχωβά θα βεβήλωνε το αγιαστήριό του για το οποίο αυτοί καμάρωναν τόσο πολύ, και ότι, παρά τις προσδοκίες τους, η Ιερουσαλήμ θα καταστρεφόταν.—Ιεζ 24:17-27.
“Φρουρός”. Ο τρόπος με τον οποίο έλαβε ο Ιεζεκιήλ την αποστολή να είναι προφήτης είναι παρόμοιος με αυτόν που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση του Ησαΐα. Του δόθηκε ένα φοβερό όραμα στο οποίο είδε τον Ιεχωβά να κάθεται στο θρόνο του και να υπηρετείται από ζωντανά πλάσματα που είχαν τέσσερα πρόσωπα και φτερούγες και συνοδεύονταν από τροχούς μέσα σε τροχούς, οι οποίοι κινούνταν μαζί με τα ζωντανά πλάσματα. Στη συνέχεια μίλησε ο Ιεχωβά, προσφωνώντας τον Ιεζεκιήλ «γιε ανθρώπου», για να θυμίσει στον προφήτη ότι δεν ήταν παρά χωματένιος άνθρωπος. (Ιεζ κεφ. 1, 2· παράβαλε Ησ 6.) Αποστελλόταν ως φρουρός για τον οίκο του Ισραήλ ώστε να τους προειδοποιήσει σχετικά με την πονηρή οδό τους. Μολονότι αυτοί θα ήταν πολύ σκληρόκαρδοι, εντούτοις η προειδοποίηση ήταν απαραίτητη για να γνωρίσουν ότι ο Ιεχωβά είχε στείλει προφήτη στο μέσο τους. Παρ’ όλο που θα αρνούνταν να ακούσουν, αν εκείνος δεν τους προειδοποιούσε με τα λόγια που του είχε δώσει ο Ιεχωβά, θα θεωρούνταν υπεύθυνος για τη ζωή τους—θα ήταν ένοχος αίματος.—Ιεζ 3:7, 17, 18· 2:4, 5· 33:2-9.
Παραστατικές Εξεικονίσεις. Ο Ιεζεκιήλ προφήτευε συχνά μέσω παραστάσεων, παρουσιάζοντας συμβολικές σκηνές, καθώς και μέσω οραμάτων, αλληγοριών και παραβολών. Μια ιδιαίτερα αξιοσημείωτη παράσταση ήταν η διάρκειας 390 και 40 ημερών απεικόνιση της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, η οποία απεικόνιση περιλαμβάνει μια σημαντική χρονική προφητεία. Απαιτούνταν υπακοή, υπομονή και πολλή πίστη για να παρουσιαστεί αυτή η απεικονιστική προειδοποίηση σε έναν άπιστο και χλευαστικό λαό. Κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ, ο Ιεζεκιήλ έστρεψε την προφητική του προσοχή στα ειδωλολατρικά έθνη τα οποία μισούσαν τον Ισραήλ και τα οποία θα συνεργάζονταν για την πτώση του και θα χαίρονταν για αυτήν. Ο ίδιος περιέγραψε την τιμωρία που θα τους επέφερε ο Ιεχωβά. Μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο τόνος της προφητείας του Ιεζεκιήλ άλλαξε. Αφού καταδίκασε με δριμύτητα τους άπληστους ποιμένες του Ισραήλ και τον Σηείρ, επικέντρωσε τις προφητικές του δραστηριότητες στο να οικοδομήσει πίστη στην υπόσχεση του Θεού ότι ο Ισραήλ θα αναζωογονούνταν, θα συγκεντρωνόταν ξανά και θα ενωνόταν, και ότι η ένδοξη ποίμανση από τον “υπηρέτη” του Ιεχωβά, “τον Δαβίδ”, θα τους έφερνε ευλογίες στον αιώνα υπό μια διαθήκη ειρήνης. (Ιεζ 37) Στη συνέχεια ο Ιεζεκιήλ περιγράφει με λεπτομέρειες τον ανοικοδομημένο ναό, τον οποίο του σκιαγράφησε ο Ιεχωβά. Αυτός ο ναός που είδε σε όραμα εξεικόνιζε κάτι που θα ερχόταν σε ύπαρξη στο μακρινό μέλλον, αφού στην πραγματικότητα ποτέ δεν κατασκευάστηκε τέτοιος ναός.—Ιεζ 40-48.
Ομοιότητες με το Έργο του Ιησού Χριστού. Υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ του έργου που έκανε ο Ιεζεκιήλ και του έργου που έκανε ο Ιησούς. Τόσο ο Ιεζεκιήλ όσο και ο Ιησούς έπρεπε να αντιμετωπίσουν έναν αδιάφορο, σκληρόκαρδο λαό μεταδίδοντάς του ένα καταδικαστικό άγγελμα, το οποίο περιλάμβανε και ένα άγγελμα ελπίδας για εκείνους που θα εγκατέλειπαν την πονηρή πορεία τους. Στον Ιεζεκιήλ ειπώθηκε ότι ο λαός θα ερχόταν και θα άκουγε τα λόγια του, αλλά οι καρδιές τους δεν θα ανταποκρίνονταν. (Ιεζ 33:30-32) Με παρόμοιο τρόπο, πολλά πλήθη έβγαιναν να ακούσουν τα λόγια του Ιησού, αλλά λίγοι ανταποκρίθηκαν στις διδασκαλίες του με εκτίμηση. Ο Ιεζεκιήλ κήρυξε σε αιχμαλώτους στη Βαβυλωνία. Ο Ιησούς ανήγγειλε ότι ήταν απεσταλμένος να κηρύξει απελευθέρωση στους αιχμαλώτους (Λου 4:18), εξηγώντας με σαφήνεια στους Ιουδαίους ότι βρίσκονταν σε πνευματικά δεσμά και ότι χρειάζονταν απελευθέρωση, την οποία εκείνος είχε σταλεί να χορηγήσει. (Ιωα 8:31-36) Όπως και ο Ιεζεκιήλ, ποτέ δεν έλεγξε τους Ιουδαίους με δικά του λόγια, αλλά μετέφερε ό,τι του είχε ζητήσει ο Ιεχωβά να πει.—Ιωα 5:19, 30.
Η Ελπίδα του Ιεζεκιήλ. Ο Ιεζεκιήλ ήταν πιστός στον Θεό και εκτέλεσε κάθε εντολή που του δόθηκε, μολονότι το έργο του ήταν δύσκολο. Συγκαταλέγεται στους προφήτες που υπέμειναν μέσω πίστης και “επιδίωκαν έναν καλύτερο τόπο, δηλαδή έναν που ανήκει στον ουρανό”. (Εβρ 11:16) Παρότι δεν ανήκε στην τάξη που απαρτίζει τη Βασιλεία των ουρανών (Ματ 11:11), ο Ιεζεκιήλ απέβλεπε στον καιρό της εγκαθίδρυσης της Μεσσιανικής Βασιλείας, και στον ορισμένο καιρό θα δει, μέσω ανάστασης, την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Θεού και την ευλογία της Μεσσιανικής διακυβέρνησης. (Εβρ 11:39, 40) Ο Ιεζεκιήλ αποτελεί εξαίρετο παράδειγμα ενεργητικότητας, θάρρους, υπακοής και ζήλου για τη λατρεία του Θεού.