ΕΔΕΜ
(Εδέμ) [Τέρψη].
1. Περιοχή όπου ο Δημιουργός φύτεψε έναν κήπο όμοιο με πάρκο ο οποίος αποτέλεσε το αρχικό σπίτι του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού. Η δήλωση ότι ο κήπος βρισκόταν «στην Εδέμ, προς τα ανατολικά», φαίνεται να υποδεικνύει ότι ο κήπος καταλάμβανε μόνο ένα τμήμα της περιοχής που ονομαζόταν Εδέμ. (Γε 2:8) Ωστόσο, στη συνέχεια ο κήπος αποκαλείται “κήπος της Εδέμ” (Γε 2:15), ενώ σε μεταγενέστερα εδάφια χαρακτηρίζεται ως “Εδέμ, ο κήπος του Θεού” (Ιεζ 28:13), και ως “ο κήπος του Ιεχωβά”.—Ησ 51:3.
Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα απέδωσε την εβραϊκή λέξη γκαν που σημαίνει «κήπος» με την ελληνική λέξη παράδεισος. Σε αυτό το γεγονός οφείλεται η μέχρι σήμερα συσχέτιση της λέξης «παράδεισος» με τον κήπο της Εδέμ.
Το εδάφιο Γένεση 2:15 δηλώνει ότι ο «Θεός πήρε τον άνθρωπο και τον εγκατέστησε στον κήπο της Εδέμ». Μολονότι αυτή η δήλωση ίσως δίνει την εντύπωση ότι η δημιουργία του ανθρώπου έλαβε χώρα έξω από τον κήπο, μπορεί απλώς να σημαίνει ότι ο Θεός «πήρε» τον άνθρωπο με την έννοια ότι τον έπλασε και τον δημιούργησε από τα στοιχεία της γης και κατόπιν τον έβαλε να κατοικεί εξαρχής μέσα στον κήπο όπου ήρθε στη ζωή. Η καλλιέργεια και η φροντίδα του κήπου ανατέθηκαν στον άνθρωπο ως προσωπική του εργασία. Τα δέντρα και τα φυτά της Εδέμ περιλάμβαναν όλα τα καλλωπιστικά είδη καθώς και όσα παρείχαν τροφή σε μεγάλη ποικιλία. (Γε 2:9, 15) Αυτό και μόνο το γεγονός υποδεικνύει ότι ο κήπος κάλυπτε αρκετά μεγάλη έκταση.
Υπήρχε τεράστια ποικιλία πανίδας στον κήπο. Ο Θεός έφερε μπροστά στον Αδάμ “όλα τα κατοικίδια ζώα και τα πετούμενα πλάσματα των ουρανών και κάθε θηρίο του αγρού” και του ανέθεσε να τα ονομάσει—αυτή ήταν μια από τις πρώτες εργασίες του Αδάμ. (Γε 2:19, 20) Το έδαφος της Εδέμ ποτιζόταν από τα νερά του ποταμού που «έβγαινε . . . από την Εδέμ». (Γε 2:10) Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο άνθρωπος ήταν γυμνός, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κλίμα ήταν πολύ ήπιο και ευχάριστο.—Γε 2:25.
Τι ήταν ο απαγορευμένος καρπός στην Εδέμ;
Όλα τα οπωροφόρα δέντρα της Εδέμ ήταν στη διάθεση του ανθρώπου για να τρώει από αυτά “μέχρι να χορτάσει”. (Γε 2:16) Ένα όμως δέντρο, «το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού», προσδιορίστηκε ως απαγορευμένο για το ανθρώπινο ζευγάρι. Η Εύα παρέθεσε την απαγόρευση που διατύπωσε ο Ιεχωβά στο σύζυγό της λέγοντας ότι περιλάμβανε ακόμη και το “άγγιγμα” του δέντρου, η δε ασέβεια προς το θεϊκό νόμο και η παραβίασή του θα τιμωρούνταν με θάνατο. (Γε 2:17· 3:3) Διάφορες διδασκαλίες της παράδοσης έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν τι ήταν ο απαγορευμένος καρπός παρουσιάζοντάς τον με ποικίλους τρόπους: ως σύμβολο των σεξουαλικών σχέσεων, οι οποίες εξεικονίζονται από ένα «μήλο», ως απλώς την ικανότητα αναγνώρισης του σωστού και του λάθους και ως τη γνώση που αποκτάται με την ωρίμανση και την πείρα, η οποία γνώση μπορεί να χρησιμοποιηθεί με καλό ή με κακό τρόπο. Ωστόσο, δεδομένης της εντολής του Δημιουργού: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη» (Γε 1:28), οι σεξουαλικές σχέσεις πρέπει να αποκλειστούν ως πιθανή εκδοχή τού τι αντιπροσώπευε ο καρπός του δέντρου, διότι πώς αλλιώς θα μπορούσε να επιτευχθεί η τεκνοποίηση και η αύξηση του πληθυσμού; Είναι επίσης βέβαιο ότι δεν είναι δυνατόν να εννοείται απλώς και μόνο η ικανότητα αναγνώρισης του σωστού και του λάθους, διότι η υπακοή στην εντολή του Θεού προϋπέθετε ότι ο αναμάρτητος άνθρωπος ήταν ικανός να ασκεί τέτοια ηθική διάκριση. Ούτε θα μπορούσε να εννοείται η γνώση που αποκτάται με την ωρίμανση, διότι δεν θα ήταν αμαρτία από μέρους του ανθρώπου το να φτάσει στην ωριμότητα, ούτε και θα ήταν λογικό να τον υποχρεώσει ο Δημιουργός του να παραμείνει ανώριμος.
Όσο δε για το είδος του δέντρου, το Γραφικό υπόμνημα δεν αποκαλύπτει τίποτα. Γίνεται όμως φανερό ότι το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού συμβόλιζε το δικαίωμα ή αποκλειστικό προνόμιο του Θεού—το οποίο ο Δημιουργός του ανθρώπου κρατάει για τον εαυτό του—να καθορίζει ο ίδιος για τα πλάσματά του τι είναι «καλό» και τι «κακό», απαιτώντας κατόπιν ορθά να πράττουν αυτό που έχει οριστεί ως καλό και να απέχουν από αυτό που έχει χαρακτηριστεί κακό ώστε να διατηρήσουν την επιδοκιμασία του Θεού, του Υπέρτατου Κυρίαρχου. (Βλέπε ΔΕΝΤΡΟ.) Τόσο η απαγόρευση όσο και η επακόλουθη απαγγελία της ποινής στο ανυπάκουο ζευγάρι τονίζουν το γεγονός ότι η πρώτη αμαρτία ήταν η πράξη της ανυπακοής όσον αφορά τη βρώση του απαγορευμένου καρπού.—Γε 3:3.
Μολονότι μερικοί σύγχρονοι κριτικοί μπορεί να μην αποδέχονται την απλότητα της εδεμικής αφήγησης, θα πρέπει να είναι ευνόητο ότι, στις συγκεκριμένες περιστάσεις, μια απλή δοκιμασία ήταν πολύ κατάλληλη. Η ζωή του νεόπλαστου αντρογύνου ήταν απλή, όχι πολύπλοκη και φορτωμένη με όλα τα πολυσύνθετα προβλήματα, τις περίπλοκες καταστάσεις και τη σύγχυση που επέφερε έκτοτε στην ανθρώπινη φυλή η ανυπακοή στον Θεό. Εντούτοις, παρ’ όλη την απλότητά της, η δοκιμασία εκφράζει συνοπτικά και με αξιοθαύμαστο τρόπο την αδιαμφισβήτητη αλήθεια της κυριαρχίας του Θεού, καθώς και την εξάρτηση του ανθρώπου από τον Θεό και το καθήκον που έχει απέναντι σε Αυτόν. Πρέπει δε να ειπωθεί ότι, αν και είναι απλή, η εξιστόρηση των γεγονότων της Εδέμ παρουσιάζει τα πράγματα σε ένα απείρως ανώτερο επίπεδο από ό,τι οι θεωρίες που τοποθετούν την αρχή του ανθρώπου, όχι σε έναν κήπο, αλλά σε κάποια σπηλιά, παριστάνοντας τον άνθρωπο ως απολίτιστο και αδαή, καθώς και χωρίς αίσθηση περί ηθικής. Η απλότητα της δοκιμασίας στην Εδέμ αντανακλά την αρχή που δήλωσε χιλιετίες αργότερα ο Γιος του Θεού, ότι «ο πιστός στο ελάχιστο είναι πιστός και στο πολύ, και ο άδικος στο ελάχιστο είναι άδικος και στο πολύ».—Λου 16:10.
Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυτό το απαγορευμένο δέντρο στην Εδέμ δεν αποσκοπούσε στο να προξενήσει οδύνη στο ανθρώπινο ζευγάρι, ούτε προσδιορίστηκε ως απαγορευμένο για να δημιουργήσει ζήτημα ή για να αποτελέσει αντικείμενο αντιλογίας. Αν ο Αδάμ και η Εύα είχαν αναγνωρίσει το θέλημα του Θεού σε αυτή την περίπτωση και είχαν σεβαστεί τις οδηγίες του, η παραδεισιακή κατοικία τους θα παρέμενε άσπιλη ως τόπος τέρψης και απόλαυσης. Η αφήγηση δείχνει ότι ο Αντίδικος του Θεού ήταν εκείνος που εισήγαγε στην ανθρωπότητα το ζήτημα και την αντιλογία σχετικά με το δέντρο, καθώς και τον πειρασμό για παραβίαση της εντολής του Θεού. (Γε 3:1-6· παράβαλε Απ 12:9.) Το γεγονός ότι ο Αδάμ και η Εύα άσκησαν τη βούλησή τους, ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες, στασιάζοντας εναντίον της δικαιωματικής κυριαρχίας του Θεού οδήγησε στο να χάσουν τον Παράδεισο και τις ευλογητές συνθήκες που επικρατούσαν σε αυτόν. Ακόμη πιο σοβαρή συνέπεια ήταν το ότι έχασαν την ευκαιρία να φάνε από ένα άλλο δέντρο της Εδέμ, αυτό που εξεικόνιζε το δικαίωμα για αιώνια ζωή. Έτσι λοιπόν, η αφήγηση λέει ότι ο Ιεχωβά «έδιωξε τον άνθρωπο και τοποθέτησε στα ανατολικά του κήπου της Εδέμ τα χερουβείμ και τη φλογερή λεπίδα ενός σπαθιού που περιστρεφόταν συνεχώς για να φυλάνε το δρόμο προς το δέντρο της ζωής».—Γε 3:22-24.
Η Τοποθεσία της Εδέμ. Υπάρχουν διάφορες εικασίες για το πού βρισκόταν ο αρχαίος κήπος της Εδέμ. Το κύριο μέσο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής του θέσης είναι η περιγραφή της Αγίας Γραφής για τον ποταμό που “έβγαινε από την Εδέμ” και ο οποίος κατόπιν χωριζόταν σε τέσσερα «παρακλάδια», τα οποία σχημάτιζαν τους ποταμούς Ευφράτη, Χιδδέκελ, Φισών και Γιών. (Γε 2:10-14) Ο Ευφράτης (εβρ., Περάθ) είναι πασίγνωστος ποταμός, ενώ το όνομα «Χιδδέκελ» χρησιμοποιείται στις αρχαίες επιγραφές για τον Τίγρη. (Παράβαλε επίσης Δα 10:4.) Οι άλλοι δύο ποταμοί όμως, ο Φισών και ο Γιών, δεν έχουν προσδιοριστεί.—Βλέπε ΑΒΙΛΑ Αρ. 1· ΧΟΥΣ Αρ. 2.
Ορισμένοι, όπως ο Καλβίνος και ο Ντέλιτς, έχουν υποστηρίξει ότι η Εδέμ ήταν κάπου κοντά στο μυχό του Περσικού Κόλπου στην Κάτω Μεσοποταμία, περίπου στην περιοχή όπου ο Τίγρης και ο Ευφράτης προσεγγίζουν μεταξύ τους. Συσχέτισαν τον Φισών και τον Γιών με κανάλια μεταξύ αυτών των ποταμών. Κάτι τέτοιο, όμως, θα σήμαινε ότι αυτά τα δύο ρεύματα νερού ήταν παραπόταμοι και όχι παρακλάδια που απέρρεαν από ένα αρχικό ρεύμα νερού. Αντιθέτως, το εβραϊκό κείμενο υποδεικνύει μια τοποθεσία στην ορεινή περιοχή Β των πεδιάδων της Μεσοποταμίας, περιοχή από την οποία πηγάζουν σήμερα οι ποταμοί Ευφράτης και Τίγρης. Ως εκ τούτου, Η Βίβλος Άγκυρα (1964), στις σημειώσεις που περιέχει για το εδάφιο Γένεση 2:10, δηλώνει: «Στην εβραϊκή, η εκβολή του ποταμού αποκαλείται “άκρη” (Ιη 15:5· 18:19)· άρα, ο πληθυντικός της λέξης ρο’ς, “παρακλάδι” [κατά κυριολεξία, “κεφάλι”], πρέπει να αναφέρεται εδώ στα ανάντη των ποταμών. . . . Αυτή ακριβώς η χρήση της λέξης επιβεβαιώνεται θαυμάσια από τη συγγενική ακκαδική λέξη ρεσού». Το γεγονός ότι οι ποταμοί Ευφράτης και Τίγρης δεν απορρέουν σήμερα από μία κοινή πηγή, καθώς και το ότι είναι αδύνατον να προσδιοριστούν με βεβαιότητα οι ποταμοί Φισών και Γιών, μπορεί πιθανώς να αποδοθεί στις συνέπειες του Κατακλυσμού του Νώε, ο οποίος χωρίς αμφιβολία άλλαξε σημαντικά τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά της γης, γεμίζοντας τις κοίτες ορισμένων ποταμών και διανοίγοντας άλλες.
Από πολύ παλιά, η παράδοση υποστηρίζει ότι ο κήπος της Εδέμ βρισκόταν σε μια ορεινή περιοχή περίπου 225 χλμ. ΝΔ του όρους Αραράτ και λίγα χιλιόμετρα Ν της λίμνης Βαν, στο ανατολικό τμήμα της σημερινής Τουρκίας. Το ότι η Εδέμ μπορεί να περιβαλλόταν από κάποια φυσικά όρια, όπως από βουνά, θα μπορούσε να υποδηλώνεται από το γεγονός ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρονται, τα χερουβείμ τοποθετήθηκαν μόνο στα Α του κήπου, από όπου και έφυγαν ο Αδάμ και η Εύα.—Γε 3:24.
Εφόσον μετά την εκδίωξη του Αδάμ από τον παραδεισιακό κήπο δεν υπήρχε κανείς «να τον καλλιεργεί και να τον φροντίζει», μπορούμε να υποθέσουμε ότι η βλάστησή του απλώς αναπτύχθηκε ανεξέλεγκτα και ότι μόνο τα ζώα κατοικούσαν σε αυτόν, ώσπου τα ορμητικά νερά του Κατακλυσμού τον αφάνισαν και έτσι τώρα οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν την τοποθεσία του—μόνο το θεϊκό υπόμνημα αναφέρει την ύπαρξή του.—Γε 2:15.
2. Τόπος που αναφέρεται μαζί με τη Χαρράν και την Κανέ ως σημαντικό κέντρο εμπορίου με την Τύρο και ειδικευόταν σε ενδύματα εξαίρετης ποιότητας, χαλιά και σχοινιά. (Ιεζ 27:23, 24) Υποστηρίζεται ότι πρόκειται για συντετμημένη μορφή της ονομασίας Βαιθ-εδέμ, η οποία μνημονεύεται στο εδάφιο Αμώς 1:5. “Οι γιοι της Εδέμ” συγκαταλέγονται μεταξύ των κατοίκων διαφόρων τόπων οι οποίοι αφανίστηκαν από τις ασσυριακές δυνάμεις (2Βα 19:12· Ησ 37:12), ενώ ορισμένοι θεωρούν ότι αυτή η Εδέμ (Βαιθ-εδέμ) είναι η Μπιτ-αντινί, μια μικρή περιοχή στο μέσο ρου του ποταμού Ευφράτη.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΕΔΕΜ.
3. Ένας από τους Λευίτες οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στην κλήση του Βασιλιά Εζεκία για μεταρρύθμιση. Έπειτα από αυτό διορίστηκε να εργάζεται υπό την επιστασία του Κορί, “του πυλωρού στην ανατολή”, για τη διανομή των αγίων συνεισφορών στις ιερατικές υποδιαιρέσεις.—2Χρ 29:12· 31:14, 15.