ΦΙΛΙΣΤΙΑ
(Φιλιστία), ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ (Φιλισταίοι).
Η Φιλιστία, της οποίας το βόρειο σύνορο βρισκόταν κάπου κοντά στην Ιόππη, το δε νότιο στη Γάζα, εκτεινόταν σε μια απόσταση περίπου 80 χλμ. κατά μήκος της Μεσογείου (Εξ 23:31) και 24 χλμ. περίπου προς την ενδοχώρα. Η «θάλασσα των Φιλισταίων» προφανώς αναφέρεται στο τμήμα της Μεσογείου που έβρεχε την ακτή της Φιλιστίας. Οι αμμόλοφοι που υπάρχουν κατά μήκος της ακτής εισχωρούν αρκετά στο εσωτερικό της χώρας, σε απόσταση που μερικές φορές φτάνει και τα 6 χλμ. Κατά τα άλλα, η περιοχή είναι εύφορη και προσφέρεται για σιτοκαλλιέργειες, ελαιώνες και οπωροφόρα δέντρα.
Για ένα μεγάλο διάστημα της περιόδου των Εβραϊκών Γραφών, οι Φιλισταίοι κατοικούσαν στην παράκτια πεδιάδα και συγκαταλέγονταν στους ορκισμένους εχθρούς του Ισραήλ. (Ησ 9:12· 11:14) Επρόκειτο για έναν απερίτμητο (2Σα 1:20), πολυθεϊστικό λαό (Κρ 16:23· 2Βα 1:2· βλέπε ΒΑΑΛ-ΖΕΒΟΥΛ· ΔΑΓΩΝ) που οι δεισιδαιμονίες του τον ωθούσαν να συμβουλεύεται τους ιερείς του και τους μάντεις του για τη λήψη αποφάσεων. (1Σα 6:2· παράβαλε Ησ 2:6.) Οι πολεμιστές τους πήγαιναν στη μάχη κουβαλώντας είδωλα των θεών τους. (2Σα 5:21) Η χώρα τους, που ήταν γνωστή ως Φιλιστία (Εξ 15:14· Ψλ 60:8· 87:4· 108:9· Ησ 14:29, 31), περιλάμβανε τις πόλεις Γάζα, Ασκαλών, Άζωτο, Ακκαρών και Γαθ. Επί αιώνες, καθεμιά από αυτές τις πόλεις βρισκόταν υπό την εξουσία ενός από τους άρχοντες του άξονα των Φιλισταίων.—Ιη 13:3· 1Σα 29:7· βλέπε ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ.
Ιστορία. Η Κρήτη (η οποία συνήθως θεωρείται ότι ταυτίζεται με την Καφθόρ), αν και δεν είναι κατ’ ανάγκην η αρχική πατρίδα των Φιλισταίων, ήταν το μέρος από όπου οι Φιλισταίοι μετανάστευσαν στα παράλια της Χαναάν. (Ιερ 47:4· Αμ 9:7· βλέπε ΚΑΦΘΟΡ· ΚΡΗΤΗ, ΚΡΗΤΙΚΟΙ.) Το πότε ακριβώς άρχισε αυτή η μετανάστευση είναι αβέβαιο. Ωστόσο, ακόμη και από την εποχή του Αβραάμ και του γιου του τού Ισαάκ, οι Φιλισταίοι κατοικούσαν στα Γέραρα, στη νότια Χαναάν. Είχαν βασιλιά, τον Αβιμέλεχ, και στρατό ο οποίος τελούσε υπό τις διαταγές του Φιχόλ.—Γε 20:1, 2· 21:32-34· 26:1-18· βλέπε ΑΒΙΜΕΛΕΧ Αρ. 1 και 2.
Μερικοί ενίστανται στα όσα αναφέρει η Γένεση για την παρουσία Φιλισταίων στη Χαναάν, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι Φιλισταίοι δεν είχαν εγκατασταθεί εκεί πριν από το 12ο αιώνα Π.Κ.Χ. Αυτή η ένσταση, όμως, δεν έχει στερεή βάση. Το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής (New Bible Dictionary) το οποίο επιμελήθηκε ο Τζ. Ντάγκλας (1985, σ. 933) επισημαίνει: «Δεδομένου ότι οι Φιλισταίοι αναφέρονται σε εξωβιβλικές επιγραφές από το 12ο αιώνα π.Χ. και έπειτα, και εφόσον τα αρχαιολογικά στοιχεία που συνδέονται με αυτούς δεν εμφανίζονται πριν από αυτή την περίοδο, πολλοί σχολιαστές απορρίπτουν ως αναχρονιστικές τις αναφορές στους Φιλισταίους κατά τους πατριαρχικούς χρόνους». Ωστόσο, δείχνοντας γιατί μια τέτοια θέση δεν ευσταθεί, το προαναφερθέν σύγγραμμα επικαλείται στοιχεία που μαρτυρούν μεγάλη επέκταση του αιγαιακού εμπορίου και τα οποία ανάγονται ακόμη και στον 20ό περίπου αιώνα Π.Κ.Χ. Επισημαίνεται πως το γεγονός ότι μια συγκεκριμένη ομάδα δεν ήταν τόσο σημαντική ώστε να μνημονεύεται στις επιγραφές άλλων εθνών δεν αποδεικνύει πως η ομάδα αυτή δεν υπήρχε. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής είναι το εξής: «Δεν υπάρχει λόγος να θεωρήσουμε ότι ανάμεσα στους πρώτους εμπόρους του Αιγαίου δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν μικρές ομάδες Φιλισταίων, οι οποίες όμως δεν θα ήταν αρκετά σημαντικές ώστε να τραβούν την προσοχή των μεγαλύτερων κρατών».
Όταν ο λαός του Ισραήλ εγκατέλειψε την Αίγυπτο το 1513 Π.Κ.Χ., ο Ιεχωβά προτίμησε να μην οδηγήσει τους Ισραηλίτες από το δρόμο της Φιλιστίας (που ήταν η συντομότερη διαδρομή από την Αίγυπτο στην Υποσχεμένη Γη) για να μην αποθαρρυνθούν από την προοπτική του άμεσου πολέμου και αποφασίσουν να επιστρέψουν στην Αίγυπτο. (Εξ 13:17) Οι Φιλισταίοι πιθανότατα δεν θα θεωρούσαν την άφιξη εκατομμυρίων Ισραηλιτών ως μια απλή περίπτωση διέλευσης ξένων, όπως συνέβαινε συχνά στη χώρα τους. Εκείνη την εποχή βρίσκονταν ήδη εγκατεστημένοι εκεί μόνιμα, ενώ η περιοχή του Σινά στην οποία κατηύθυνε ο Ιεχωβά τον Ισραήλ είχε ως επί το πλείστον νομαδικές φυλές, καθώς και πολλές ακατοίκητες περιοχές από όπου ο Ισραήλ μπορούσε να περάσει χωρίς να προκληθεί άμεση σύγκρουση.
Όταν ο ηλικιωμένος Ιησούς του Ναυή διαμοίρασε τη γη που βρισκόταν Δ του Ιορδάνη, τα εδάφη των Φιλισταίων παρέμεναν ακόμη ανέπαφα από την κατάκτηση. (Ιη 13:2, 3) Αργότερα, ωστόσο, οι άντρες του Ιούδα κατέλαβαν τρεις από τις κύριες φιλισταϊκές πόλεις, τη Γάζα, την Ασκαλών και την Ακκαρών. Η νίκη αυτή, όμως, ήταν μερική μόνο, καθώς η φυλή του Ιούδα «δεν μπόρεσε να εκδιώξει τους κατοίκους της κοιλάδας, επειδή είχαν πολεμικά άρματα με σιδερένια δρεπάνια».—Κρ 1:18, 19.
Την εποχή των Κριτών. Ακολούθως, επί χρόνια ολόκληρα, η παραμονή των Φιλισταίων και άλλων λαών στη Χαναάν χρησίμευσε ως μέσο για να δοκιμαστεί η υπακοή του λαού του Ισραήλ στον Ιεχωβά. (Κρ 3:3, 4) Ξανά και ξανά ο λαός αποτύγχανε σε αυτή τη δοκιμή υιοθετώντας την ψεύτικη λατρεία. Γι’ αυτό και ο Ιεχωβά εγκατέλειψε τους Ισραηλίτες στα χέρια των εχθρών τους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και οι Φιλισταίοι. (Κρ 10:6-8) Όταν, όμως, κραύγαζαν σε αυτόν για βοήθεια, ο Ιεχωβά τούς έδειχνε έλεος και ήγειρε κριτές για να τους ελευθερώνει. (Κρ 2:18) Ένας από αυτούς τους κριτές, ο Σαμεγάρ, πάταξε 600 Φιλισταίους με ένα απλό βούκεντρο. (Κρ 3:31) Έπειτα από αρκετά χρόνια, ο Σαμψών, όπως είχε προλεχθεί πριν από τη γέννησή του, ανέλαβε «την ηγεσία στη διάσωση του Ισραήλ από το χέρι των Φιλισταίων». (Κρ 13:1-5) Απόδειξη της έκτασης που είχε προσλάβει η κυριαρχία των Φιλισταίων στις αρχές της περιόδου κατά την οποία ο Σαμψών υπηρέτησε ως κριτής είναι το γεγονός ότι, σε κάποια περίπτωση, οι άντρες του Ιούδα έφτασαν στο σημείο να τους παραδώσουν οι ίδιοι τον Σαμψών για να αποφύγουν τα προβλήματα.—Κρ 15:9-14.
Ο προφήτης Σαμουήλ έζησε και αυτός την καταδυνάστευση των Φιλισταίων, ενώ συνέβαλε και σε διάφορες νίκες εναντίον τους. Ενόσω υπηρετούσε στη σκηνή της μαρτυρίας στη Σηλώ, προς το τέλος της εποχής κατά την οποία υπηρέτησε ως κριτής ο Αρχιερέας Ηλεί, οι Φιλισταίοι πάταξαν περίπου 4.000 Ισραηλίτες στην περιοχή της Αφέκ και της Αβενέζερ. Οι Ισραηλίτες τότε έφεραν την ιερή Κιβωτό στο πεδίο της μάχης, πιστεύοντας ότι αυτό θα τους χάριζε τη νίκη. Οι Φιλισταίοι ενέτειναν τις προσπάθειές τους. Τριάντα χιλιάδες Ισραηλίτες θανατώθηκαν και η Κιβωτός πιάστηκε. (1Σα 4:1-11) Οι Φιλισταίοι πήραν την Κιβωτό στο ναό του θεού τους του Δαγών, στην Άζωτο. Δύο φορές η εικόνα του θεού τους έπεσε με το πρόσωπο κάτω. Τη δεύτερη φορά, μάλιστα, το είδωλο έσπασε. (1Σα 5:1-5) Έπειτα από αυτό άρχισαν να μεταφέρουν την Κιβωτό από τη μια φιλισταϊκή πόλη στην άλλη. Όπου πήγαινε η Κιβωτός, έπεφτε πανικός και πληγή. (1Σα 5:6-12) Τελικά, εφτά μήνες αφότου πιάστηκε η Κιβωτός, επιστράφηκε στον Ισραήλ.—1Σα 6:1-21.
Περίπου 20 χρόνια αργότερα (1Σα 7:2), οι Φιλισταίοι επιτέθηκαν κατά των Ισραηλιτών οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί στη Μισπά για λατρεία καθ’ υπόδειξη του Σαμουήλ. Αυτή τη φορά ο Ιεχωβά προκάλεσε σύγχυση στους Φιλισταίους, δίνοντας στο λαό του την ευκαιρία να τους υποτάξει. Αργότερα, «οι πόλεις τις οποίες είχαν πάρει οι Φιλισταίοι από τον Ισραήλ επανέρχονταν στον Ισραήλ, από την Ακκαρών ως τη Γαθ».—1Σα 7:5-14.
Από τη βασιλεία του Σαούλ μέχρι την καθυπόταξή τους από τον Δαβίδ. Παρ’ όλα αυτά, οι δυσκολίες του Ισραήλ με τους Φιλισταίους δεν σταμάτησαν. (1Σα 9:16· 14:47) Προφανώς προτού αρχίσει ο Σαούλ να βασιλεύει, οι Φιλισταίοι είχαν εγκαταστήσει φρουρές σε ισραηλιτικά εδάφη. (Παράβαλε 1Σα 10:5· 13:1-3.) Οι Φιλισταίοι ήταν τόσο ισχυροί ώστε δεν επέτρεπαν στους Ισραηλίτες να έχουν δικούς τους σιδηρουργούς, εμποδίζοντάς τους έτσι να φτιάχνουν όπλα. Αυτό ανάγκαζε επίσης τους Ισραηλίτες να πηγαίνουν στους Φιλισταίους για να ακονίζουν τα γεωργικά τους εργαλεία. (1Σα 13:19-22) Η κατάσταση ήταν τόσο σοβαρή ώστε ακόμη και Εβραίοι τάσσονταν με τους Φιλισταίους ενάντια στους ομοεθνείς τους. (1Σα 14:21) Ωστόσο, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, στην πρώτη μεγάλη εκστρατεία που έκανε ο Σαούλ εναντίον των Φιλισταίων, ο Ισραήλ τούς πάταξε από τη Μιχμάς μέχρι την Αιαλών.—1Σα 13:1–14:31· βλέπε ΜΙΧ(Ε)ΜΑΣ.
Αργότερα, όταν ανέκαμψαν από αυτή την ήττα, οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους για να πολεμήσουν εναντίον του Ισραήλ. Τα δύο στρατεύματα αντιπαρατάχθηκαν στις δύο απέναντι πλευρές της Κοιλάδας Ηλά του Ιούδα. Επί 40 ημέρες, πρωί και βράδυ, ο πολεμιστής Γολιάθ πρόβαλλε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων προκαλώντας τον Ισραήλ να παρουσιάσει κάποιον άντρα για να μονομαχήσει μαζί του. (1Σα 17:1-10, 16) Στην πρόκληση αυτή απάντησε ο ποιμένας Δαβίδ, ο οποίος έριξε τον Γολιάθ στο έδαφος με μια πέτρα από τη σφεντόνα του και κατόπιν τον θανάτωσε με το σπαθί του ίδιου του Γολιάθ. (1Σα 17:48-51) Έπειτα οι Ισραηλίτες καταδίωξαν τους Φιλισταίους οι οποίοι είχαν τραπεί σε φυγή, πατάσσοντάς τους ως τις πόλεις Γαθ και Ακκαρών.—1Σα 17:52, 53.
Έκτοτε ο Δαβίδ συνέχισε τις επιτυχείς πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Φιλισταίων. Όταν επέστρεφε από τη μάχη, οι γυναίκες έλεγαν γιορτάζοντας τη νίκη: «Ο Σαούλ πάταξε τις χιλιάδες του και ο Δαβίδ τις δεκάδες χιλιάδες του». (1Σα 18:5-7· βλέπε επίσης 1Σα 18:25-27, 30· 19:8.) Αυτό έκανε τον Σαούλ να αρχίσει να ζηλεύει τον Δαβίδ, ο οποίος τελικά αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει και κατέφυγε στη φιλισταϊκή πόλη Γαθ. (1Σα 18:8, 9· 20:33· 21:10) Εκεί οι υπηρέτες του Βασιλιά Αγχούς φαίνεται ότι ζήτησαν το θάνατο του Δαβίδ. Αυτός, όμως, συγκαλύπτοντας τη διανοητική του υγεία κατάφερε να φύγει από την πόλη σώος και αβλαβής. (1Σα 21:10-15) Λίγο καιρό αργότερα, και παρότι ο Σαούλ εξακολουθούσε να τον καταδιώκει, ο Δαβίδ έσωσε την Ιουδαϊκή πόλη Κεϊλά από τους Φιλισταίους λεηλατητές. (1Σα 23:1-12) Κατόπιν, μια επιδρομή των Φιλισταίων σε ισραηλιτικό έδαφος ανάγκασε τον Σαούλ να διακόψει προσωρινά την καταδίωξη του Δαβίδ.—1Σα 23:27, 28· 24:1, 2.
Λόγω του ότι ο Σαούλ τον κυνηγούσε συνεχώς, ο Δαβίδ αποφάσισε και πάλι να καταφύγει σε φιλισταϊκό έδαφος. Ο βασιλιάς της Γαθ, ο Αγχούς, τον δέχτηκε ευνοϊκά και του έδωσε την πόλη Σικλάγ. (1Σα 27:1-6) Ένα δυο χρόνια αργότερα, οι Φιλισταίοι ετοιμάζονταν να πολεμήσουν εναντίον των δυνάμεων του Σαούλ, και ο Βασιλιάς Αγχούς, πιστεύοντας ότι ο Δαβίδ είχε γίνει «δυσωδία για το λαό του τον Ισραήλ», τον κάλεσε να πάει και αυτός στη μάχη. Ωστόσο, οι άλλοι άρχοντες του άξονα των Φιλισταίων δεν εμπιστεύονταν τον Δαβίδ, και λόγω της επιμονής τους αυτός και οι άντρες του επέστρεψαν στη Φιλιστία. Στη σύγκρουση που επακολούθησε με τον Ισραήλ, οι Φιλισταίοι κέρδισαν μια αποφασιστική νίκη, ενώ ο Σαούλ και τρεις γιοι του θανατώθηκαν.—1Σα 27:12· 28:1-5· 29:1-11· 31:1-13· 1Χρ 10:1-10, 13· 12:19.
Όταν ο Δαβίδ χρίστηκε τελικά βασιλιάς όλου του Ισραήλ, οι Φιλισταίοι εισέβαλαν στην Κοιλάδα των Ρεφαΐμ (ΝΔ της Ιερουσαλήμ) αλλά υπέστησαν ταπεινωτική ήττα. (2Σα 5:17-21· 1Χρ 14:8-12) Αργότερα, μια ακόμη επίθεση των Φιλισταίων κατέληξε και αυτή σε νίκη του Ισραήλ. (2Σα 5:22-25· 1Χρ 14:13-16) Στη διάρκεια της βασιλείας του ο Δαβίδ πολέμησε σε αρκετές μάχες με τους Φιλισταίους και κατάφερε να τους καθυποτάξει. Ωστόσο, σε μία περίπτωση παραλίγο να χάσει τη ζωή του.—2Σα 8:1· 21:15-22· 1Χρ 18:1· 20:4-8.
Από τη βασιλεία του Σολομώντα και έπειτα. Κατά τα επόμενα χρόνια δεν αναφέρεται άλλο πολεμικό επεισόδιο με τους Φιλισταίους. Ο γιος του Δαβίδ ο Σολομών απόλαυσε μια ειρηνική διακυβέρνηση (1037-998 Π.Κ.Χ.), και μάλιστα η εξουσία του εκτεινόταν μέχρι τη φιλισταϊκή πόλη Γάζα.—1Βα 4:21-25· 2Χρ 9:26.
Περίπου 20 χρόνια μετά τη δημιουργία του δεκάφυλου βασιλείου, οι Φιλισταίοι είχαν υπό την κατοχή τους τη Γιββεθών, μια πόλη στον Δαν. Ενόσω προσπαθούσε να καταλάβει την πόλη, ο βασιλιάς του Ισραήλ ο Ναδάβ δολοφονήθηκε από τον Βαασά, ο οποίος στη συνέχεια έγινε βασιλιάς. (Ιη 19:40, 44· 1Βα 15:27, 28) Η Γιββεθών εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό την κυριαρχία των Φιλισταίων περίπου 24 χρόνια αργότερα, όταν ο Αμρί, ο αρχηγός του στρατεύματος του Ισραήλ, στρατοπέδευσε εναντίον της.—1Βα 16:15-17.
Την εποχή που βασίλευε ο Ιωσαφάτ (936–περ. 911 Π.Κ.Χ.), οι Φιλισταίοι προφανώς ήταν υποτελείς του, δεδομένου ότι έφερναν δώρα και φόρο υποτελείας. (2Χρ 17:11) Αλλά στη διάρκεια της διακυβέρνησης του γιου του, του Ιωράμ, οι Φιλισταίοι και οι Άραβες εισέβαλαν στον Ιούδα και πήραν πολλά λάφυρα από την Ιερουσαλήμ. Επίσης, αιχμαλώτισαν τις συζύγους και τους γιους του Ιωράμ—με μόνη εξαίρεση το νεότερο γιο του, τον Ιωάχαζ. (2Χρ 21:16, 17) Δεκαετίες αργότερα, ο Οζίας, βασιλιάς του Ιούδα, πολέμησε με επιτυχία εναντίον των Φιλισταίων, καταλαμβάνοντας τη Γαθ, την Ιαβνή και την Άζωτο. Μάλιστα οικοδόμησε και πόλεις μέσα στο φιλισταϊκό έδαφος. (2Χρ 26:6-8) Ωστόσο, στη διάρκεια της βασιλείας του εγγονού του Οζία, του Άχαζ, οι Φιλισταίοι κατέλαβαν αρκετές ισραηλιτικές πόλεις, από τη Νεγκέμπ μέχρι το βόρειο σύνορο του βασιλείου του Ιούδα, και κατοίκησαν εκεί. (2Χρ 28:18) Ο γιος του Άχαζ ο Εζεκίας, σε εκπλήρωση μιας προφητείας που εξέφερε ο Ησαΐας (14:28, 29), πάταξε τους Φιλισταίους μέχρι τη Γάζα.—2Βα 18:8.
Προφητικές Αναφορές. Η προφητεία του Ιωήλ έδειχνε ότι, επειδή οι Φιλισταίοι πούλησαν «τους γιους του Ιούδα» και «τους γιους της Ιερουσαλήμ» «στους γιους των Ελλήνων», θα υφίσταντο παρόμοια μεταχείριση. (Ιωλ 3:4-8) Εφόσον τα λόγια του προφήτη Ιωήλ φαίνεται ότι καταγράφηκαν τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., οι ήττες των Φιλισταίων από τον Οζία (2Χρ 26:6-8) και τον Εζεκία (2Βα 18:8) θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται στην εκπλήρωση αυτής της προφητείας.
Ωστόσο, μια μεγαλύτερη εκπλήρωση προφανώς έλαβε χώρα μετά την επιστροφή των Ισραηλιτών από τη βαβυλωνιακή εξορία. Ο σχολιαστής Κ. Φ. Κάιλ επισημαίνει: «Ο Μέγας Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του χάρισαν την ελευθερία σε πολλούς από τους Ιουδαίους αιχμαλώτους πολέμου που βρίσκονταν στα εδάφη τους (παράβαλε την υπόσχεση του Βασιλιά Δημήτριου στον Ιωνάθαν: “Θα εξαποστείλω ελεύθερους τους Ιουδαίους που αιχμαλωτίστηκαν και κατέληξαν δούλοι στη χώρα μας”, Ιώσηπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, ii, 3), κάποιες δε περιοχές της Φιλιστίας και της Φοινίκης βρέθηκαν για ένα διάστημα υπό Ιουδαϊκή κυριαρχία». (Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης [Commentary on the Old Testament], 1973, Τόμ. 10, Ιωήλ, σ. 224) (Παράβαλε Αβδ 19, 20.) Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ο Μέγας Αλέξανδρος κατέκτησε τη φιλισταϊκή πόλη Γάζα. Πολλοί κάτοικοί της σφαγιάστηκαν και οι επιζώντες πουλήθηκαν ως δούλοι. Παρόμοια, αρκετές άλλες προφητείες αναφέρονταν στην εκτέλεση εκδίκησης του Ιεχωβά εναντίον των Φιλισταίων.—Ησ 14:31· Ιερ 25:9, 20· 47:1-7· Ιεζ 25:15, 16· Αμ 1:6-8· Σοφ 2:5· Ζαχ 9:5-7· για λεπτομέρειες βλέπε ΑΖΩΤΟΣ· ΑΚΚΑΡΩΝ· ΑΣΚΑΛΩΝ· ΓΑΖΑ Αρ. 1· ΓΑΘ.
Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 16:27 “οι θυγατέρες των Φιλισταίων” παρουσιάζονται ταπεινωμένες εξαιτίας της έκλυτης διαγωγής της Ιερουσαλήμ. (Ιεζ 16:2) Ο λόγος για αυτό φαίνεται να είναι πως η απιστία της Ιερουσαλήμ απέναντι στον Ιεχωβά τον Θεό της δεν είχε το όμοιό της, εφόσον οι Φιλισταίοι και άλλοι λαοί παρέμεναν προσκολλημένοι στη λατρεία των ψεύτικων θεών τους.—Παράβαλε Ιερ 2:10, 11.