ΠΛΟΥΤΟΣ
Αφθονία υλικών αποκτημάτων· επίσης, πνευματικές ιδιότητες, προνόμια υπηρεσίας και θεϊκή επιδοκιμασία.
Από την αρχή ως το τέλος, οι Γραφές δίνουν έμφαση, όχι στην κατοχή υλικού πλούτου, αλλά στην καλή υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, υπόσταση την οποία διατηρεί κάποιος συνεχίζοντας να εκτελεί το θεϊκό θέλημα με πίστη. Ο Χριστός Ιησούς παρότρυνε τους ανθρώπους να είναι “πλούσιοι ως προς τον Θεό” (Λου 12:21) και να συσσωρεύουν «θησαυρούς στον ουρανό». (Ματ 6:20· Λου 12:33) Το υπόμνημα των καλών έργων κάποιου θα ήταν σαν πλούτος που κατατίθεται ενώπιον του Δημιουργού στους ουρανούς και εξασφαλίζει διαρκείς ευλογίες για το εν λόγω άτομο. Οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού που χρίστηκαν με το πνεύμα μπορούσαν να αποβλέπουν στον “ένδοξο πλούτο” της ουράνιας κληρονομιάς (Εφ 1:18), ενώ κατά τη διάρκεια της παροίκησής τους στη γη θα ήταν πλούσιοι, δηλαδή θα αφθονούσαν, σε πίστη, αγάπη, αγαθότητα και άλλες θεοειδείς ιδιότητες.—Παράβαλε Γα 5:22, 23· Ιακ 2:5· 1Πε 2:11, 12· 2Πε 1:5-8.
Οι Πλούσιοι Πατριάρχες. Πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά Θεού όπως οι πατριάρχες Αβραάμ και Ιώβ δεν είχαν λάβει την αποστολή να βοηθούν άτομα εκτός του σπιτικού τους να ενστερνιστούν την αληθινή λατρεία. Γι’ αυτό, φαίνεται ότι δαπανούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους φροντίζοντας για τις υλικές και τις πνευματικές ανάγκες του σπιτικού τους. Ο Ιεχωβά ευλογούσε τις επιμελείς προσπάθειες αυτών των υπηρετών του, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν πολλά ζωντανά, πολλούς υπηρέτες και άφθονο χρυσάφι και ασήμι.—Γε 12:16· 13:2· 14:14· 30:43· 32:10· Ιωβ 1:2, 3· 42:10-12.
Αν και πλούσιοι, αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν υλιστές. Καταλάβαιναν ότι η υλική τους ευημερία οφειλόταν στο ότι τους ευλογούσε ο Ιεχωβά, και δεν επιδίωκαν άπληστα τον πλούτο. Ο Αβραάμ, αφού νίκησε τέσσερις συνασπισμένους βασιλιάδες και ανέκτησε όλα τα αγαθά που είχαν αρπάξει αυτοί από τα Σόδομα, θα μπορούσε να είχε αυξήσει κατά πολύ τα πλούτη του. Εντούτοις, απέρριψε την προσφορά που του έκανε ο βασιλιάς των Σοδόμων να πάρει τα ανακτημένα αγαθά, λέγοντας: «Σηκώνω το χέρι μου για να ορκιστώ στον Ιεχωβά τον Ύψιστο Θεό, Αυτόν που έκανε τον ουρανό και τη γη, ότι, από κλωστή μέχρι λουρί σανδαλιού, όχι, δεν θα πάρω τίποτα από οτιδήποτε είναι δικό σου, για να μην πεις: “Εγώ ήμουν που έκανα πλούσιο τον Άβραμ”. Τίποτα για εμένα!» (Γε 14:22-24) Όταν ο Ιώβ έχασε όλα του τα ζωντανά και όλα του τα παιδιά, αναφώνησε: «Ο Ιεχωβά έδωσε και ο Ιεχωβά αφαίρεσε. Ας συνεχίσει να είναι ευλογημένο το όνομα του Ιεχωβά».—Ιωβ 1:21.
Ο Αβραάμ, ο Ιώβ και άλλοι έδειξαν ότι ήταν άτομα αξιόπιστα όσον αφορά τα πλούτη. Ήταν εργατικοί και χρησιμοποιούσαν τα υλικά τους αποκτήματα κατάλληλα. Ο Ιώβ, για παράδειγμα, ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους. (Ιωβ 29:12-16) Εφόσον οι υπηρέτες του εκδήλωναν τέτοια σωστή στάση, ο Ιεχωβά Θεός είχε βάσιμους λόγους να τους προστατεύει από ιδιοτελείς και άπληστους ανθρώπους που ήθελαν να τους εξαπατήσουν.—Γε 31:5-12· Ιωβ 1:10· Ψλ 105:14.
Αν ο Ισραήλ Παρέμενε Υπάκουος, θα Ευημερούσε. Όπως συνέβαινε με τους πιστούς πατριάρχες, έτσι και η υλική ευημερία των Ισραηλιτών εξαρτόταν από το αν θα διατηρούσαν κατάλληλη σχέση με τον Ιεχωβά Θεό. Ο Μωυσής τούς παρήγγειλε αυστηρά να θυμούνται ότι ο Ιεχωβά ο Θεός τους ήταν Αυτός που τους έδινε τη δύναμη να δημιουργούν πλούτο. (Δευ 8:18) Ναι, ο Ιεχωβά ήταν Αυτός που έδωσε κληρονομιά γης σε εκείνο το έθνος, το οποίο βρισκόταν σε σχέση διαθήκης μαζί του. (Αρ 34:2-12) Ήταν επίσης σε θέση να φροντίζει να λαβαίνουν τις βροχές στον καιρό τους και να μην υφίστανται απώλειες λόγω αποτυχημένης σοδειάς ή εισβολής εχθρικών δυνάμεων.—Λευ 26:4-7.
Ο Θεός είχε σκοπό να είναι ο Ισραήλ—αν παρέμενε υπάκουος—ένα έθνος που ευημερούσε. Ο Μωυσής είπε: «Ο Ιεχωβά θα σου ανοίξει την καλή του αποθήκη, τους ουρανούς, για να δώσει στη γη σου τη βροχή στον καιρό της και για να ευλογήσει κάθε έργο των χεριών σου· και θα δανείζεις σε πολλά έθνη, ενώ εσύ δεν θα δανείζεσαι. Και ο Ιεχωβά θα σε βάλει στο κεφάλι και όχι στην ουρά· και θα βρίσκεσαι μόνο στην κορυφή, και δεν θα βρίσκεσαι κάτω, επειδή υπακούς στις εντολές του Ιεχωβά του Θεού σου». (Δευ 28:12, 13) Η ευμάρεια του έθνους θα έφερνε τιμή στον Ιεχωβά και θα αποδείκνυε περίτρανα στα γύρω έθνη ότι Αυτός “έδινε πλούτη” (1Σα 2:7) στο λαό του και ότι ο Νόμος που τους είχε προμηθεύσει εξασφάλιζε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο την ευημερία όλων όσων περιλαμβάνονταν.
Το ότι η ευημερία του Ισραήλ υποκίνησε και άλλους λαούς να δοξάσουν τον Ιεχωβά φαίνεται παραστατικά από την περίπτωση του Βασιλιά Σολομώντα. Στην αρχή της βασιλείας του, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να ζητήσει ό,τι ήθελε από τον Ιεχωβά, αυτός δεν ζήτησε μεγάλα πλούτη, αλλά απεναντίας σοφία και γνώση για να κρίνει το έθνος. Ο Ιεχωβά ικανοποίησε το αίτημα του Σολομώντα και επίσης του έδωσε «υλική ευημερία και πλούτη και τιμή». (2Χρ 1:7-12· 9:22-27) Ως αποτέλεσμα, οι αναφορές για τη σοφία και τον πλούτο του συνδέθηκαν με το όνομα του Ιεχωβά. Για παράδειγμα, έχοντας ακούσει για τον Σολομώντα σε σχέση με τον Ιεχωβά, η βασίλισσα της Σεβά ήρθε από μακρινή γη για να διαπιστώσει αν οι αναφορές για τη σοφία και την ευημερία του ευσταθούσαν. (1Βα 10:1, 2) Τα όσα είδε την υποκίνησαν να αναγνωρίσει την αγάπη του Ιεχωβά για τον Ισραήλ και να πει: «Αληθινός αποδείχτηκε ο λόγος που άκουσα στη γη μου για τα όσα αφορούν εσένα και για τη σοφία σου. Και εγώ δεν πίστευα αυτά τα λόγια ώσπου ήρθα για να δουν τα ίδια μου τα μάτια· και βλέπω ότι δεν μου είχαν πει ούτε τα μισά. Έχεις υπερβεί σε σοφία και ευημερία τις φήμες που άκουσα. Ευτυχισμένοι είναι οι άντρες σου· ευτυχισμένοι είναι αυτοί οι υπηρέτες σου που στέκονται ενώπιόν σου διαρκώς και ακούν τη σοφία σου! Είθε ο Ιεχωβά ο Θεός σου να είναι ευλογημένος, αυτός ο οποίος βρήκε ευχαρίστηση σε εσένα, ώστε σε έβαλε στο θρόνο του Ισραήλ· επειδή ο Ιεχωβά αγαπάει τον Ισραήλ στον αιώνα, γι’ αυτό και σε διόρισε βασιλιά για να παρέχεις δικαστικές αποφάσεις και δικαιοσύνη».—1Βα 10:6-9.
Ως έθνος που ευημερούσε, οι Ισραηλίτες είχαν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν την τροφή και το ποτό (1Βα 4:20· Εκ 5:18, 19), ο δε πλούτος τους τούς προστάτευε από τα προβλήματα της φτώχειας. (Παρ 10:15· Εκ 7:12) Ωστόσο, αν και το να απολαμβάνουν ευημερία χάρη στη σκληρή τους εργασία ήταν σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά (παράβαλε Παρ 6:6-11· 20:13· 24:33, 34), εκείνος φρόντισε επίσης να λάβουν προειδοποίηση για τον κίνδυνο που υπήρχε να ξεχάσουν πως ο ίδιος ήταν η Πηγή της ευμάρειάς τους και να αρχίσουν να εμπιστεύονται στον πλούτο τους. (Δευ 8:7-17· Ψλ 49:6-9· Παρ 11:4· 18:10, 11· Ιερ 9:23, 24) Τους έγινε η υπενθύμιση ότι τα πλούτη ήταν εφήμερα (Παρ 23:4, 5), ότι δεν μπορούσαν να δοθούν στον Θεό ως λύτρο ώστε να απελευθερωθεί κάποιος από το θάνατο (Ψλ 49:6, 7) και ότι δεν είχαν αξία για τους νεκρούς (Ψλ 49:16, 17· Εκ 5:15). Τους υποδείχτηκε ότι το να αποδίδει κανείς υπερβολική σπουδαιότητα στα πλούτη μπορούσε να οδηγήσει σε απάτες και στη δυσμένεια του Ιεχωβά. (Παρ 28:20· παράβαλε Ιερ 5:26-28· 17:9-11.) Τους δόθηκε επίσης η παρότρυνση να “τιμούν τον Ιεχωβά με τα πολύτιμα πράγματά τους”.—Παρ 3:9.
Ασφαλώς, η ευημερία του έθνους δεν σήμαινε ότι κάθε άτομο ήταν πλούσιο ή ότι όσοι είχαν λίγα υφίσταντο κατ’ ανάγκην τη θεϊκή αποδοκιμασία. Απρόβλεπτες περιστάσεις ίσως έκαναν μερικούς να περιέλθουν σε φτώχεια. (Εκ 9:11, 12) Ο θάνατος μπορεί να άφηνε πίσω ορφανά και χήρες. Τα ατυχήματα και οι αρρώστιες θα μπορούσαν, προσωρινά ή μόνιμα, να στερήσουν από κάποιον τη δυνατότητα να εργάζεται όσο ήταν απαραίτητο. Ως εκ τούτου, οι Ισραηλίτες παροτρύνονταν να χρησιμοποιούν γενναιόδωρα τον πλούτο τους βοηθώντας τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους ανάμεσά τους.—Λευ 25:35· Δευ 15:7, 8· Ψλ 112:5, 9· Παρ 19:17· βλέπε ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ· ΦΤΩΧΟΣ.
Ο Πλούτος Μεταξύ των Ακολούθων του Χριστού Ιησού. Ανόμοια με τους πατριάρχες και το έθνος του Ισραήλ, οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού είχαν την αποστολή να “κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη”. (Ματ 28:19, 20) Η εκπλήρωση αυτής της αποστολής απαιτούσε χρόνο και κόπο που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα σε κοσμικές επιδιώξεις. Επομένως, το άτομο που συνέχιζε να προσκολλάται στον πλούτο του, αντί να ελαφρύνει τον εαυτό του επαρκώς ώστε να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί το χρόνο του και τους πόρους του για να εκπληρώσει αυτή την αποστολή, δεν μπορούσε να είναι μαθητής του Ιησού, με την προοπτική να αποκτήσει ζωή στους ουρανούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Γιος του Θεού είπε: «Πόσο δύσκολο θα είναι να μπουν στη βασιλεία του Θεού εκείνοι που έχουν χρήματα! Ευκολότερο μάλιστα είναι να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας ραψίματος παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». (Λου 18:24, 25) Αφορμή για αυτά τα λόγια στάθηκε η αντίδραση ενός πλούσιου νεαρού άρχοντα όταν ο Ιησούς τού είπε: «Πούλησε όλα όσα έχεις και μοίρασέ τα σε φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και έλα να γίνεις ακόλουθός μου». (Λου 18:22, 23) Αυτός ο πλούσιος νεαρός άρχοντας είχε την υποχρέωση να βοηθάει τους άπορους ομοεθνείς του. (Παρ 14:21· 28:27· Ησ 58:6, 7· Ιεζ 18:7-9) Ωστόσο, η απροθυμία του να αποχωριστεί τα υλικά του αποκτήματα—χρησιμοποιώντας τα για να βοηθήσει άλλους—και να είναι αφοσιωμένος ακόλουθος του Ιησού Χριστού τού απέκλεισε την είσοδο στη Βασιλεία των ουρανών.
Εντούτοις, οι ακόλουθοι του Χριστού δεν έπρεπε να αφήσουν τον εαυτό τους να περιέλθει σε φτώχεια και κατόπιν να εξαρτώνται από άλλους για τη συντήρησή τους. Τουναντίον, έπρεπε να εργάζονται σκληρά ώστε να είναι σε θέση να φροντίζουν για τις οικογένειές τους και επίσης να έχουν “να δίνουν σε εκείνον που έχει ανάγκη”. (Εφ 4:28· 1Θε 4:10-12· 2Θε 3:10-12· 1Τι 5:8) Έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι έχοντας διατροφή, ενδύματα και στέγη, και να μην αγωνίζονται να πλουτίσουν. Όποιοι έκαναν τις υλιστικές επιδιώξεις πρώτο τους μέλημα κινδύνευαν να εμπλακούν σε ανέντιμες πράξεις και να χάσουν την πίστη τους λόγω του ότι παραμελούσαν τα πνευματικά πράγματα. Αυτό συνέβη όντως σε μερικούς, όπως δείχνουν τα λόγια του Παύλου προς τον Τιμόθεο: «Εκείνοι που είναι αποφασισμένοι να πλουτίσουν πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και πολλές ανόητες και βλαβερές επιθυμίες, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους σε καταστροφή και απώλεια. Διότι η φιλαργυρία είναι ρίζα κάθε είδους κακών πραγμάτων, και επιδιώκοντάς την μερικοί έχουν παροδηγηθεί από την πίστη και έχουν μαχαιρώσει παντού τον εαυτό τους με πολλούς πόνους».—1Τι 6:9, 10.
Φυσικά, αυτό που είπε ο Ιησούς στον πλούσιο νεαρό άρχοντα δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανός δεν μπορεί να έχει υλικό πλούτο. Για παράδειγμα, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. κάποιοι εύποροι Χριστιανοί ήταν συνταυτισμένοι με την εκκλησία της Εφέσου. Ο απόστολος Παύλος δεν έδωσε εντολή στον Τιμόθεο να συμβουλέψει συγκεκριμένα εκείνους τους πλούσιους αδελφούς να αποστερηθούν όλα τα υλικά πράγματα, αλλά έγραψε: «Να παραγγέλλεις σε εκείνους που είναι πλούσιοι στο παρόν σύστημα πραγμάτων να μην είναι υψηλόφρονες, και να στηρίζουν την ελπίδα τους, όχι σε αβέβαιο πλούτο, αλλά στον Θεό, ο οποίος χορηγεί τα πάντα πλουσιοπάροχα για την απόλαυσή μας· να εργάζονται ό,τι είναι αγαθό, να είναι πλούσιοι σε καλά έργα, να είναι γενναιόδωροι, πρόθυμοι να δίνουν, θησαυρίζοντας για τον εαυτό τους με ασφάλεια ένα καλό θεμέλιο για το μέλλον, ώστε να κρατήσουν γερά την πραγματική ζωή». (1Τι 6:17-19) Έτσι λοιπόν, αυτοί οι εύποροι Χριστιανοί έπρεπε να προσέχουν τη στάση τους, κρατώντας τον πλούτο στην κατάλληλη θέση και χρησιμοποιώντας τον γενναιόδωρα για να βοηθούν άλλους.
Μαμωνάς. Η λέξη μαμωνᾶς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου θεωρείται γενικά ότι υποδηλώνει τα χρήματα ή τον πλούτο. (Ματ 6:24· Λου 16:9, 11, 13· παράβαλε AS, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΚΔΤΚ.) Δεν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει ότι αυτή η έκφραση ήταν ποτέ το όνομα κάποιας θεότητας. Ο Ιησούς τη χρησιμοποίησε όταν έδειξε ότι δεν μπορεί ένα άτομο να είναι δούλος του Θεού αν κύριός του είναι ο Πλούτος. (Ματ 6:24) Έδωσε την εξής παρότρυνση στους ακροατές του: «Κάντε φίλους για τον εαυτό σας μέσω του άδικου πλούτου ώστε, όταν αυτός χαθεί, να σας δεχτούν στις αιώνιες κατοικίες». (Λου 16:9) Εφόσον η κατοχή υλικού πλούτου ή η επιθυμία για αυτόν μπορεί να οδηγήσει σε άνομες πράξεις, ίσως γι’ αυτό προσδιορίστηκε ως “άδικος πλούτος”, σε αντίθεση με τον πνευματικό πλούτο. Επιπλέον, τα υλικά πλούτη, ιδιαίτερα τα χρήματα, στην πραγματικότητα ανήκουν και υπόκεινται στον “Καίσαρα”, ο οποίος εκδίδει χρήματα και ορίζει μια συγκεκριμένη αξία για αυτά. Τέτοιος πλούτος είναι εφήμερος και μπορεί να χαθεί εξαιτίας οικονομικών συγκυριών ή άλλων καταστάσεων. Επομένως, το άτομο που έχει τέτοιον πλούτο δεν πρέπει να θέτει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν ούτε να τον χρησιμοποιεί όπως τον χρησιμοποιεί κατά κανόνα ο κόσμος για ιδιοτελείς σκοπούς, παραδείγματος χάρη για τη συσσώρευση ακόμη μεγαλύτερου πλούτου. (1Κο 7:31) Αντίθετα, πρέπει να είναι άγρυπνος ώστε να προσπαθεί επιμελώς να κάνει φίλους του τους κατόχους των αιώνιων κατοικιών.
Οι κάτοχοι “των αιώνιων κατοικιών” είναι ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιος του ο Χριστός Ιησούς. (Παράβαλε Ιωα 6:37-40, 44.) Όποιοι δεν χρησιμοποιούν τον “άδικο πλούτο” τους κατάλληλα (όπως για να βοηθούν τους απόρους και να προωθούν τα “καλά νέα”· Γα 2:10· Φλπ 4:15), δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι φίλοι του Θεού και του Γιου του, του Χριστού Ιησού. Η απιστία τους όσον αφορά τη χρήση του άδικου πλούτου θα έδειχνε ότι είναι ακατάλληλοι για να τους ανατεθεί πνευματικός πλούτος. (Λου 16:10-12) Τέτοια άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι καλοί οικονόμοι της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, μοιράζοντας πνευματικό πλούτο σε άλλους.—1Πε 4:10, 11.