ΒΕΕΛΖΕΒΟΥΛ
(Βεελζεβούλ) [πιθανώς σημαίνει «Κύριος της Μεγαλοπρεπούς Κατοικίας»· ή, αν πρόκειται για λογοπαίγνιο με τη μη Γραφική εβρ. λέξη ζέβελ (κοπριά), «Κύριος της Κοπριάς»].
Η λέξη «Βεελζεβούλ» είναι χαρακτηρισμός του Σατανά, του άρχοντα των δαιμόνων. Οι θρησκευτικοί ηγέτες κατηγόρησαν βλάσφημα τον Ιησού Χριστό ότι εξέβαλλε τους δαίμονες μέσω του Βεελζεβούλ.—Ματ 10:25· 12:24-29· Μαρ 3:22-27· Λου 11:15-19· βλέπε ΒΑΑΛ-ΖΕΒΟΥΛ.