ΣΥΚΟΜΟΥΡΙΑ
[εβρ. κείμενο, σικμάχ· ελλ. κείμενο, συκομορέα].
Αυτό το δέντρο (φίκος η συκομορέα [Ficus sycomorus]) παράγει καρπούς όμοιους με της κοινής συκιάς, αλλά τα φύλλα του μοιάζουν με τα φύλλα της μουριάς (τα δύο αυτά δέντρα, η συκιά και η μουριά, ανήκουν στην ίδια οικογένεια). Φτάνει σε ύψος τα 10 ως 15 μ., είναι δυνατό δέντρο και μπορεί να ζήσει μερικούς αιώνες. Ανόμοια με την κοινή συκιά, η συκομουριά είναι αειθαλής. Μολονότι τα καρδιόσχημα φύλλα της είναι μικρότερα από τα φύλλα της συκιάς, το φύλλωμά της είναι πυκνό και πολύ απλωτό, και το δέντρο κάνει καλό ίσκιο. Γι’ αυτόν το λόγο, συχνά φύτευαν συκομουριές στην άκρη των δρόμων. Ο κοντός, εύρωστος κορμός τους διακλαδίζεται γρήγορα και τα χαμηλότερα κλαδιά τους βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το έδαφος, οπότε ένας μικρόσωμος άνθρωπος σαν τον Ζακχαίο μπορούσε να σκαρφαλώσει εύκολα σε ένα τέτοιο δέντρο στην άκρη του δρόμου για να δει τον Ιησού.—Λου 19:2-4.
Οι καρποί της συκομουριάς αναπτύσσονται σε άφθονους βότρυες, ενώ σε σύγκριση με τους καρπούς της κοινής συκιάς είναι μικρότεροι και ποιοτικά κατώτεροι. Οι Αιγύπτιοι και οι Κύπριοι καλλιεργητές συκομουριάς συνηθίζουν σήμερα να τρυπούν τον άγουρο καρπό με ένα καρφί ή κάποιο άλλο αιχμηρό εργαλείο για να τον κάνουν εδώδιμο. Η χάραξη ή το τρύπημα των καρπών της συκομουριάς σε πρώιμο στάδιο ωρίμανσης προκαλεί απότομη αύξηση στην έκλυση αιθυλενίου, το οποίο επισπεύδει αξιοσημείωτα την ανάπτυξη και την ωρίμανση του καρπού (τρεις ως οχτώ φορές). Αυτό είναι σημαντικό επειδή σε διαφορετική περίπτωση ο καρπός δεν θα αναπτυχθεί πλήρως και θα παραμείνει σκληρός ή θα καταστραφεί από τις παρασιτικές σφήκες που διεισδύουν σε αυτόν και μένουν εκεί για να αναπαραχθούν. Αυτό μας βοηθάει κάπως να καταλάβουμε ποιο ήταν το επάγγελμα του προφήτη Αμώς, ο οποίος λέει για τον εαυτό του ότι ήταν “βοσκός και χάραζε καρπούς από συκομουριές”.—Αμ 7:14.
Οι συκομουριές φύονταν στην Κοιλάδα του Ιορδάνη (Λου 19:1, 4) και στα περίχωρα της Θεκωέ (Αμ 1:1· 7:14), αλλά ήταν επίσης ιδιαίτερα διαδεδομένες στα χαμηλά εδάφη της Σεφηλά (1Βα 10:27· 2Χρ 1:15· 9:27), και μολονότι ο καρπός τους δεν έφτανε σε ποιότητα τον καρπό της κοινής συκιάς, ο Βασιλιάς Δαβίδ τον θεωρούσε τόσο πολύτιμο ώστε έθεσε τους δεντρόκηπους της Σεφηλά υπό την επιστασία ενός διαχειριστή. (1Χρ 27:28) Οι συκομουριές φαίνεται ότι ήταν διαδεδομένες στην Αίγυπτο την εποχή των Δέκα Πληγών, και συνεχίζουν να αποτελούν εκεί πηγή τροφής σήμερα. (Ψλ 78:47) Το ξύλο της συκομουριάς είναι κάπως μαλακό και πορώδες και αρκετά κατώτερο από του κέδρου, αλλά ήταν πολύ ανθεκτικό και χρησιμοποιούνταν ευρέως σε οικοδομικές εργασίες. (Ησ 9:10) Σε αιγυπτιακούς τάφους έχουν βρεθεί θήκες ταριχευμένων σωμάτων φτιαγμένες από ξύλο συκομουριάς, οι οποίες διατηρούνται σε καλή κατάσταση ύστερα από περίπου 3.000 χρόνια.