ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
Θεόπνευστο άγγελμα· αποκάλυψη του θεϊκού θελήματος και σκοπού ή η εξαγγελία του. Προφητεία μπορεί να είναι μια θεόπνευστη ηθική διδασκαλία, μια έκφραση θεϊκής προσταγής ή κρίσης ή μια διακήρυξη ενός επικείμενου γεγονότος. Η πρόβλεψη, ή αλλιώς πρόρρηση, δεν είναι η βασική σκέψη που μεταδίδουν οι ρίζες των πρωτότυπων γλωσσών (εβρ. κείμενο, ναβά’, ελλ. κείμενο, προφητεύω), αποτελεί όμως εξέχον γνώρισμα των Βιβλικών προφητειών.—Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ.
Η σημασία των λέξεων στις πρωτότυπες γλώσσες φανερώνεται από τα ακόλουθα παραδείγματα: Όταν ειπώθηκε στον Ιεζεκιήλ μέσα σε όραμα να “προφητεύσει προς τον άνεμο”, εκείνος απλώς εξέφρασε την προσταγή του Θεού προς τον άνεμο. (Ιεζ 37:9, 10) Όταν μερικοί στη δίκη του Ιησού τον σκέπασαν, τον χαστούκισαν και κατόπιν είπαν: «Προφήτευσε σε εμάς, Χριστέ. Ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;», δεν ζητούσαν από τον Ιησού να κάνει κάποια πρόρρηση, αλλά να προσδιορίσει με θεϊκή αποκάλυψη αυτούς που τον είχαν χαστουκίσει. (Ματ 26:67, 68· Λου 22:63, 64) Η Σαμαρείτισσα στο πηγάδι αναγνώρισε τον Ιησού ως “προφήτη” επειδή εκείνος αποκάλυψε για το παρελθόν της πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσε να γνωρίζει παρά μόνο με θεϊκή δύναμη. (Ιωα 4:17-19· παράβαλε Λου 7:39.) Συνεπώς, Γραφικές περικοπές όπως η Επί του Όρους Ομιλία του Ιησού και η κατάκριση που απηύθυνε αυτός εναντίον των γραμματέων και Φαρισαίων (Ματ 23:1-36) μπορούν επίσης να χαρακτηριστούν ορθά προφητείες, εφόσον επρόκειτο για θεόπνευστες “διακηρύξεις” του νου του Θεού σχετικά με ορισμένα ζητήματα, όπως ακριβώς ήταν και οι εξαγγελίες του Ησαΐα, του Ιερεμία και άλλων προγενέστερων προφητών.—Παράβαλε Ησ 65:13-16 και Λου 6:20-25.
Φυσικά, υπάρχουν πάμπολλες προρρήσεις, ή αλλιώς προβλέψεις, σε ολόκληρη την Αγία Γραφή, κάποιες δε από τις πρώτες που ειπώθηκαν βρίσκονται στα εδάφια Γένεση 3:14-19· 9:24-27· 27:27-40· 49:1-28· Δευτερονόμιο 18:15-19.
Η Πηγή όλων των αληθινών προφητειών είναι ο Ιεχωβά Θεός. Αυτός τις μεταδίδει μέσω του αγίου του πνεύματος ή, ενίοτε, μέσω ουράνιων αγγελιοφόρων που κατευθύνονται από το πνεύμα. (2Πε 1:20, 21· Εβρ 2:1, 2) Οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ξεκινούν πολλές φορές με τη φράση: «Ακούστε το λόγο του Ιεχωβά» (Ησ 1:10· Ιερ 7:2), με τον όρο δε “ο λόγος” εννοείται συχνά ένα θεόπνευστο άγγελμα, δηλαδή μια προφητεία.—Ησ 44:26· Ιερ 21:1· Ιεζ 33:30-33· παράβαλε Ησ 24:3.
Με ποια έννοια ήταν “το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού εκείνο που ενέπνευσε την προφητεία”;
Στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη, ένας άγγελος του είπε ότι «εκείνο που εμπνέει την προφητεία [τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας, Κείμενο] είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». (Απ 19:10) Ο απόστολος Παύλος αποκαλεί τον Χριστό “το ιερό μυστικό του Θεού” και λέει ότι «σε αυτόν είναι προσεκτικά αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης». (Κολ 2:2, 3) Ο λόγος για αυτό είναι ότι ο Ιεχωβά Θεός ανέθεσε στον Γιο του το βασικό ρόλο στην επεξεργασία του μεγαλειώδους σκοπού Του, ο οποίος είναι να αγιάσει το όνομά Του και να αποκαταστήσει τη γη και τους κατοίκους της στη θέση που αρμόζει σε αυτούς στη δική Του διευθέτηση των πραγμάτων, χρησιμοποιώντας ως μέσο “μια διαχείριση στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών, δηλαδή ξανασυγκεντρώνοντας όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη”. (Εφ 1:9, 10· παράβαλε 1Κο 15:24, 25.) Εφόσον η εκπλήρωση του μεγαλειώδους σκοπού του Θεού είναι καθ’ όλα συνυφασμένη με τον Ιησού (παράβαλε Κολ 1:19, 20), έπεται ότι όλες οι προφητείες, δηλαδή όλα τα θεόπνευστα αγγέλματα που διακήρυξαν οι υπηρέτες του Θεού, έστρεφαν την προσοχή στον Γιο του. Ως εκ τούτου, όπως δηλώνει το εδάφιο Αποκάλυψη 19:10, όλο το «πνεύμα» (η συνολική τάση, πρόθεση και επιδίωξη) της προφητείας ήταν το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού, εκείνον τον οποίο ο Ιεχωβά επρόκειτο να καταστήσει ως “την οδό, την αλήθεια και τη ζωή”. (Ιωα 14:6) Αυτό θα ίσχυε, όχι μόνο για τις προφητείες που προηγούνταν της επίγειας διακονίας του Ιησού, αλλά και για εκείνες που θα ακολουθούσαν.—Πρ 2:16-36.
Από το ξέσπασμα κιόλας του στασιασμού στην Εδέμ, ο Ιεχωβά Θεός ξεκίνησε αυτή τη «μαρτυρία για τον Ιησού» μέσω της προφητείας του σχετικά με το «σπέρμα», το οποίο τελικά θα “συνέτριβε το κεφάλι του φιδιού”, του Αντιδίκου του Θεού. (Γε 3:15) Η Αβραμιαία διαθήκη υπήρξε προφητική όσον αφορά εκείνο το Σπέρμα και όσον αφορά το ότι αυτό θα ευλογούσε όλες τις οικογένειες της γης και θα νικούσε τον Αντίδικο και το «σπέρμα» του. (Γε 22:16-18· παράβαλε Γα 3:16.) Προειπώθηκε ότι το υποσχεμένο Σπέρμα, ο αποκαλούμενος «Σηλώ» (που σημαίνει «Εκείνος του Οποίου Είναι· Εκείνος στον Οποίο Ανήκει»), θα ερχόταν από τη φυλή του Ιούδα. (Γε 49:10) Μέσω του έθνους του Ισραήλ, ο Ιεχωβά αποκάλυψε ότι ο σκοπός του ήταν να έχει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:6· παράβαλε 1Πε 2:9, 10.) Οι θυσίες του Νόμου που δόθηκε στον Ισραήλ προσκίαζαν τη θυσία του Γιου του Θεού, το δε ιερατείο του εξεικονίζει το ουράνιο βασιλικό ιερατείο εκείνου (το οποίο αποτελείται από τον ίδιο και τους συνιερείς του) κατά τη Χιλιετή Βασιλεία του. (Εβρ 9:23, 24· 10:1· Απ 5:9, 10· 20:6) Επομένως, ο Νόμος έγινε “παιδαγωγός που οδήγησε στον Χριστό”.—Γα 3:23, 24.
Σχετικά με κάποια γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του έθνους του Ισραήλ, ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Αυτά συνέβαιναν σε εκείνους ως παραδείγματα [τυπικῶς, Κείμενο] και γράφτηκαν για προειδοποίηση δική μας [των ακολούθων του Χριστού Ιησού], στους οποίους έχουν φτάσει τα τέλη των συστημάτων πραγμάτων». (1Κο 10:11) Ο Δαβίδ, ο εξοχότερος βασιλιάς του έθνους, αποτέλεσε προφητικό σύμβολο του Γιου του Θεού, τη δε διαθήκη του Θεού με τον Δαβίδ για αιώνια βασιλεία την κληρονόμησε ο Ιησούς Χριστός. (Ησ 9:6, 7· Ιεζ 34:23, 24· Λου 1:32· Πρ 13:32-37· Απ 22:16) Οι διάφορες μάχες που έδωσαν πιστοί βασιλιάδες (συνήθως καθοδηγούμενοι και ενθαρρυνόμενοι από προφήτες του Θεού) προεικόνιζαν τον πόλεμο που θα διεξήγε ο Γιος του Θεού κατά των εχθρών της Βασιλείας του, και, επομένως, οι νίκες που τους χάρισε ο Θεός προεικόνιζαν τη νίκη του Χριστού επί όλων των δυνάμεων του Σατανά, η οποία θα φέρει απελευθέρωση στο λαό του Θεού.—Ψλ 110:1-5· Μιχ 5:2-6· Πρ 4:24-28· Απ 16:14, 16· 19:11-21.
Πολλές από τις προφητείες αυτής της περιόδου περιέγραψαν τη βασιλεία του Χρισμένου του Θεού (του Μεσσία, ή αλλιώς Χριστού) και τις ευλογίες της διακυβέρνησής του. Άλλες Μεσσιανικές προφητείες έστρεψαν την προσοχή στο διωγμό και στα παθήματα του Υπηρέτη του Θεού. (Παράβαλε Ησ 11:1-10· 53:1-12· Πρ 8:29-35.) Όπως δηλώνει ο απόστολος Πέτρος, οι ίδιοι οι αρχαίοι προφήτες «ερευνούσαν ποιον καιρό ή τι είδους καιρό υποδείκνυε το πνεύμα μέσα τους σχετικά με τον Χριστό [τον Μεσσία], όταν αυτό έδινε μαρτυρία προκαταβολικά για τα παθήματα που περίμεναν τον Χριστό και για τις δόξες που θα τα ακολουθούσαν». Τους αποκαλύφτηκε ότι αυτά τα πράγματα θα εκπληρώνονταν στο μέλλον, πέρα από το δικό τους καιρό.—1Πε 1:10-12· παράβαλε Δα 9:24-27· 12:1-10.
Εφόσον ο Χριστός Ιησούς είναι Εκείνος στον οποίο εκπληρώνονται όλες αυτές οι προφητείες, πράγμα που τις αποδεικνύει όλες αληθινές, καθίσταται φανερό το πώς “η αλήθεια έγινε πραγματικότητα μέσω του Ιησού Χριστού”. «Διότι όσες και αν είναι οι υποσχέσεις του Θεού, έχουν γίνει Ναι μέσω αυτού». (Ιωα 1:17· 2Κο 1:20· παράβαλε Λου 18:31· 24:25, 26, 44-46.) Εύλογα είπε ο Πέτρος για τον Ιησού ότι “όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία για αυτόν”.—Πρ 3:20-24· 10:43· παράβαλε 28:23.
Σκοπός και Χρόνος Εκπλήρωσης. Η προφητεία, είτε ήταν πρόρρηση είτε απλή θεόπνευστη οδηγία είτε έλεγχος, ωφελούσε τόσο εκείνους που την άκουγαν αρχικά όσο και εκείνους που θα έθεταν πίστη στις υποσχέσεις του Θεού σε κάθε μελλοντική περίοδο. Σε ό,τι αφορά τους αρχικούς αποδέκτες, οι προφητείες τούς διαβεβαίωναν ότι, παρά το πέρασμα ετών ή αιώνων, ο Θεός παρέμενε αμετακίνητος στο σκοπό του και σταθερός στους όρους και στις υποσχέσεις της διαθήκης του. (Παράβαλε Ψλ 77:5-9· Ησ 44:21· 49:14-16· Ιερ 50:5.) Η προφητεία του Δανιήλ, παραδείγματος χάρη, παρείχε πληροφορίες οι οποίες αποτέλεσαν ανεκτίμητο κρίκο ανάμεσα στην ολοκλήρωση της συγγραφής των Εβραϊκών ή προχριστιανικών Γραφών και στην έλευση του Μεσσία. Η πρόγνωσή της σχετικά με παγκόσμια γεγονότα, μεταξύ των οποίων η άνοδος και η πτώση των διαδοχικών παγκόσμιων δυνάμεων, παρείχε διαβεβαίωση στους Ιουδαίους που ζούσαν κατά τους αιώνες της περσικής, της ελληνικής και της ρωμαϊκής κυριαρχίας (καθώς και στους Χριστιανούς μετέπειτα) ότι δεν υπήρχαν κενά στην πρόβλεψη του Θεού, ότι οι δικοί τους καιροί είχαν όντως προβλεφθεί και ότι η εκπλήρωση του υπέρτατου σκοπού του Ιεχωβά εξακολουθούσε να είναι βέβαιη. Προστάτευε αυτούς τους πιστούς από το να θέσουν την πίστη και την ελπίδα τους σε τέτοια εφήμερα παγκόσμια καθεστώτα με παροδική δύναμη ελέγχου και τους έδινε την ικανότητα να κατευθύνουν την πορεία τους με σοφία.—Παράβαλε Δα 8:20-26· 11:1-20.
Το γεγονός ότι πολλές προφητείες είχαν ήδη εκπληρωθεί στην εποχή τους έπειθε τους ειλικρινείς ανθρώπους ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να πραγματοποιεί το σκοπό του παρά την όποια εναντίωση. Το ότι αυτός, και μόνο αυτός, μπορούσε να προείπει τέτοια γεγονότα και να τα κάνει να συμβούν αποδείκνυε ότι είναι ο μοναδικός πραγματικός Θεός. (Ησ 41:21-26· 46:9-11) Επίσης, αυτές οι προφητείες τούς έδιναν τη δυνατότητα να γνωρίσουν καλύτερα τον Θεό, κατανοώντας σαφέστερα το θέλημά του και τους ηθικούς κανόνες με βάση τους οποίους ενεργεί και κρίνει, ώστε να εναρμονίζουν τη ζωή τους ανάλογα.—Ησ 1:18-20· 55:8-11.
Μεγάλος αριθμός προφητειών εφαρμόστηκαν ή εκπληρώθηκαν αρχικά στους ανθρώπους της εποχής κατά την οποία διατυπώθηκαν, εφόσον πολλές προφητείες εξέφραζαν την κρίση του Θεού για τον σαρκικό Ισραήλ και τα γύρω έθνη και προέλεγαν την πτώση και την επακόλουθη αποκατάσταση του Ισραήλ και του Ιούδα. Εντούτοις, οι προφητείες αυτές δεν έχασαν την αξία τους για τις μεταγενέστερες γενιές, όπως για τη Χριστιανική εκκλησία, είτε στον πρώτο αιώνα Κ.Χ. είτε στις ημέρες μας. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Διότι όλα όσα γράφτηκαν παλιότερα γράφτηκαν για τη διδασκαλία μας, ώστε, μέσω της υπομονής μας και μέσω της παρηγοριάς από τις Γραφές, να έχουμε ελπίδα». (Ρω 15:4) Εφόσον ο Θεός είναι αμετάβλητος όσον αφορά τους ηθικούς κανόνες και το σκοπό του (Μαλ 3:6· Εβρ 6:17, 18), η πολιτεία του με τον Ισραήλ έδειξε πώς θα χειριστεί παρόμοιες καταστάσεις σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Επομένως, ο Ιησούς και οι μαθητές του δικαιολογημένα χρησιμοποίησαν προφητικές δηλώσεις, οι οποίες είχαν εφαρμοστεί αιώνες νωρίτερα, ως εφαρμόσιμες και στις δικές τους ημέρες. (Ματ 15:7, 8· Πρ 28:25-27) Άλλες προφητείες ήταν σαφώς προρρήσεις, καθώς μερικές συνδέονταν συγκεκριμένα και αποκλειστικά με την επίγεια διακονία του Ιησού και με τα επακόλουθα γεγονότα. (Ησ 53· Δα 9:24-27) Για όσους ζούσαν τον καιρό της εμφάνισης του Μεσσία, οι προφητείες παρείχαν τα μέσα για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του και για την εξακρίβωση της γνησιότητας της αποστολής και του αγγέλματός του.—Βλέπε ΜΕΣΣΙΑΣ.
Μετά την αναχώρηση του Ιησού από τη γη, οι Εβραϊκές Γραφές και οι προφητείες τους συμπλήρωναν τις διδασκαλίες του Ιησού ως προς τη διαμόρφωση του ζωτικού πλαισίου μέσα στο οποίο οι Χριστιανοί ακόλουθοί του μπορούσαν να βλέπουν τα μετέπειτα γεγονότα, να τα εντάσσουν σε αυτό και να μαθαίνουν το νόημα και τη σημασία τους. Αυτό προσέδιδε κύρος και ισχύ στο κήρυγμα και στη διδασκαλία τους, ενώ παράλληλα τους έδινε πεποίθηση και θάρρος καθώς αντιμετώπιζαν εναντίωση. (Πρ 2:14-36· 3:12-26· 4:7-12, 24-30· 7:48-50· 13:40, 41, 47) Στις παλιές θεόπνευστες αποκαλύψεις βρήκαν μεγάλο απόθεμα ηθικών οδηγιών για «διδασκαλία, για έλεγχο, για τακτοποίηση ζητημάτων, για διαπαιδαγώγηση στη δικαιοσύνη». (2Τι 3:16, 17· Ρω 9:6-33· 1Κο 9:8-10· 10:1-22) Ο Πέτρος, ο οποίος έλαβε επιβεβαίωση των προφητειών βλέποντας το όραμα της μεταμόρφωσης, είπε: «Έχουμε, λοιπόν, τον προφητικό λόγο βεβαιότερο· και κάνετε καλά που δίνετε προσοχή σε αυτόν όπως σε λυχνάρι που λάμπει σε σκοτεινό τόπο». (2Πε 1:16-19· Ματ 16:28–17:9) Άρα, οι προχριστιανικές προφητείες συμπλήρωναν τις οδηγίες του Ιησού και αποτελούσαν μέσο με το οποίο ο Θεός καθοδηγούσε τη Χριστιανική εκκλησία σε σπουδαίες αποφάσεις, όπως παραδείγματος χάρη στο ζήτημα των Εθνικών πιστών.—Πρ 15:12-21· Ρω 15:7-12.
Οι προφητείες έπαιζαν επίσης προειδοποιητικό ρόλο, υποδεικνύοντας πότε έπρεπε να αναληφθεί επειγόντως δράση. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η προειδοποίηση του Ιησού για την επερχόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την κατάσταση που θα υποδείκνυε στους ακολούθους του ότι ήταν καιρός να εγκαταλείψουν την πόλη και να καταφύγουν σε κάποιον ασφαλή τόπο. (Λου 19:41-44· 21:7-21) Παρόμοιες προφητικές προειδοποιήσεις αφορούν την παρουσία του Χριστού.—Παράβαλε Ματ 24:36-42.
Με την έκχυση του αγίου πνεύματος την Πεντηκοστή, χορηγήθηκαν στους Χριστιανούς θαυματουργικά χαρίσματα, όπως η προφητεία και η ομιλία σε γλώσσες τις οποίες δεν είχαν σπουδάσει. Σε μερικές περιπτώσεις (αλλά όχι κατ’ ανάγκην σε όλες) το χάρισμα της προφητείας παρήγαγε προρρήσεις, όπως του Άγαβου (Πρ 11:27, 28· 21:8-11), κάτι που έδωσε στη Χριστιανική εκκλησία ή σε μέλη της τη δυνατότητα να προετοιμαστούν για συγκεκριμένες κρίσιμες καταστάσεις ή δοκιμασίες. Οι κανονικές επιστολές των αποστόλων και των μαθητών περιέχουν και αυτές θεόπνευστες προβλέψεις του μέλλοντος. Προειδοποιούσαν για την επερχόμενη αποστασία, περιέγραφαν τη μορφή που θα έπαιρνε αυτή, προειδοποιούσαν για την κρίση του Θεού και τη μελλοντική εκτέλεσή της και αποκάλυπταν δογματικές αλήθειες που δεν ήταν πριν κατανοητές ή σαφείς, καθώς επίσης διευκρίνιζαν όσες είχαν γνωστοποιηθεί ήδη. (Πρ 20:29, 30· 1Κο 15:22-28, 51-57· 1Θε 4:15-18· 2Θε 2:3-12· 1Τι 4:1-3· 2Τι 3:1-13· 4:3, 4· παράβαλε Ιου 17-21.) Το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι γεμάτο προφητικές πληροφορίες, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να προειδοποιηθούν ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν «τα σημεία των καιρών» (Ματ 16:3) και να αναλάβουν επειγόντως δράση.—Απ 1:1-3· 6:1-17· 12:7-17· 13:11-18· 17:1-12· 18:1-8.
Ωστόσο, στην πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, ο Παύλος εξηγεί ότι τα θαυματουργικά χαρίσματα, μεταξύ των οποίων και οι θεόπνευστες προφητείες, επρόκειτο να καταργηθούν. (1Κο 13:2, 8-10) Τα στοιχεία δείχνουν ότι με το θάνατο των αποστόλων αυτά τα χαρίσματα έπαψαν να μεταδίδονται και έκτοτε παρήλθαν από τη Χριστιανική σκηνή, έχοντας εκπληρώσει το σκοπό τους. Φυσικά, μέχρι τότε ο Βιβλικός κανόνας είχε ολοκληρωθεί.
Οι παραβολές του Ιησού είχαν παρόμοια μορφή με μερικές από τις αλληγορικές εξαγγελίες των προγενέστερων προφητών. (Παράβαλε Ιεζ 17:1-18· 19:1-14· Ματ 7:24-27· 21:33-44.) Σχεδόν όλες είχαν κάποια εκπλήρωση εκείνον τον καιρό. Μερικές ουσιαστικά έθεταν ηθικές αρχές. (Ματ 18:21-35· Λου 18:9-14) Άλλες περιείχαν χρονικά χαρακτηριστικά τα οποία έφταναν ως την παρουσία του Ιησού και “την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”.—Ματ 13:24-30, 36-43· 25:1-46.
Πολλαπλή εκπλήρωση. Η χρήση προφητειών από τον Ιησού και τους μαθητές του φανερώνει ότι μια προφητεία πρόρρησης πιθανόν να έχει περισσότερες από μία εκπληρώσεις. Παραδείγματος χάρη, ο Παύλος αναφέρθηκε στην προφητεία του Αββακούμ, η οποία είχε εκπληρωθεί αρχικά με την ερήμωση του Ιούδα από τη Βαβυλώνα, και την εφάρμοσε στις ημέρες του. (Αββ 1:5, 6· Πρ 13:40, 41) Ο Ιησούς έδειξε ότι η προφητεία του Δανιήλ σχετικά με «το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση» επρόκειτο να εκπληρωθεί στη γενιά που ήταν τότε εν ζωή. Εντούτοις, η προφητεία του Δανιήλ συνδέει επίσης «το αηδιαστικό πράγμα» που προκαλεί ερήμωση με τον «καιρό του τέλους». (Δα 9:27· 11:31-35· Ματ 24:15, 16) Τα Βιβλικά στοιχεία δείχνουν πως, όταν «σηκωθεί» ο Μιχαήλ, αυτό θα σημάνει ότι ο Ιησούς Χριστός αναλαμβάνει δράση ως βασιλιάς υπέρ των υπηρετών του Ιεχωβά. (Δα 12:1· βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1.) Η προφητεία του ίδιου του Ιησού σχετικά με την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων περιλαμβάνει παρόμοια μια αναφορά στην έλευσή του με βασιλική εξουσία, πράγμα που δεν συνέβη τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. (Ματ 24:29, 30· Λου 21:25-32) Αυτό υποδεικνύει διπλή εκπλήρωση. Έτσι λοιπόν, σχετικά με το θέμα της διπλής εκπλήρωσης προφητειών, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1894, Τόμ. 8, σ. 635) αναφέρει: «Αυτή η άποψη για την εκπλήρωση των προφητειών φαίνεται απαραίτητη προκειμένου να εξηγηθεί η πρόρρηση του Κυρίου μας στο Όρος, η οποία σχετίζεται τόσο με την πτώση της Ιερουσαλήμ όσο και με το τέλος του Χριστιανικού Αιώνα».
Μορφές Προφητείας. Εκτός από τις άμεσες δηλώσεις που μετέδιδε μέσω των προφητών του (οι οποίες ίσως συνοδεύονταν και από συμβολικές πράξεις [1Βα 11:29-31] ή εκφέρονταν αλληγορικά), ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε και άλλες μορφές προφητείας. Προφητικοί χαρακτήρες προεικόνιζαν τον Μεσσία, τον Χριστό Ιησού. Εκτός από τον Δαβίδ, που αναφέρθηκε ήδη, μεταξύ αυτών ήταν ο ιερέας-βασιλιάς Μελχισεδέκ (Εβρ 7:15-17), ο προφήτης Μωυσής (Πρ 3:20-22) και άλλοι. Ας σημειωθεί ότι, όσον αφορά τους προφητικούς χαρακτήρες, το άτομο δεν πρέπει να θεωρείται εξεικονιστικό ή προφητικό από κάθε άποψη. Παραδείγματος χάρη, οι τρεις ημέρες που πέρασε ο Ιωνάς στην κοιλιά του μεγάλου ψαριού προεικόνιζαν το διάστημα που θα έμενε ο Ιησούς στον Σιεόλ. Ωστόσο, η απροθυμία του Ιωνά να δεχτεί το διορισμό του όπως και άλλες πτυχές της ζωής του δεν προεικόνιζαν την πορεία του Γιου του Θεού. Ο Ιησούς χαρακτήρισε τον εαυτό του ως «κάτι που είναι περισσότερο από τον Σολομώντα», διότι η σοφία του Ιησού και η ειρήνη που διακρίνει τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του είναι όμοιες με του Σολομώντα αλλά συγκριτικά υπέρτερες. Εντούτοις, ο Ιησούς δεν γίνεται παραβάτης από πνευματική άποψη, όπως έγινε ο Σολομών.—Ματ 12:39-42.
Ο Θεός χρησιμοποίησε επίσης προφητικά δράματα, δεδομένου ότι λεπτομέρειες από τη ζωή ατόμων και εθνών καταγράφηκαν ως υπόδειγμα μελλοντικών γεγονότων στην επεξεργασία του σκοπού του Ιεχωβά. Ο Παύλος μιλάει για ένα τέτοιο «συμβολικό δράμα» που περιλάμβανε τους δύο γιους του Αβραάμ από τη Σάρρα και από τη δούλη Άγαρ. Δείχνει ότι οι δύο γυναίκες «σημαίνουν» δύο σχέσεις διαθήκης. Οι ίδιες προσωπικά δεν εξεικόνιζαν αυτές τις διαθήκες. Ωστόσο, στο προφητικό δράμα οι γυναίκες εκείνες αντιστοιχούσαν σε συμβολικές γυναίκες οι οποίες γέννησαν παιδιά υπό τις εν λόγω διαθήκες. Έτσι λοιπόν, η Άγαρ αντιστοιχούσε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, η οποία δεν δέχτηκε τον Ελευθερωτή τον οποίο υποδείκνυε η διαθήκη του Νόμου, αλλά παρέμεινε προσκολλημένη σε εκείνον το Νόμο ακόμη και αφού τον τερμάτισε ο Θεός. Συνεπώς, η επίγεια Ιερουσαλήμ και τα παιδιά της ήταν υπόδουλοι στο Νόμο. Από την άλλη πλευρά, η Σάρρα, η ελεύθερη γυναίκα, αντιστοιχούσε στην «άνω Ιερουσαλήμ», την όμοια με σύζυγο ουράνια οργάνωση του Θεού, η οποία γεννάει γιους σύμφωνα με όσα προειπώθηκαν στην Αβραμιαία διαθήκη. (Γα 4:21-31· παράβαλε Ιωα 8:31-36.) Ο Κατακλυσμός των ημερών του Νώε και οι προϋπάρχουσες συνθήκες ήταν προφητικά πρότυπα των συνθηκών που θα επικρατούσαν κατά τη μελλοντική παρουσία του Χριστού και της κατάληξης που θα είχαν όσοι θα απέρριπταν την οδό του Θεού.—Ματ 24:36-39· παράβαλε 1Κο 10:1-11.
Προφητικά χρησιμοποιήθηκαν και τόποι, όπως η πόλη της Ιερουσαλήμ στο Όρος Σιών, η οποία ενίοτε εκπροσωπούσε μια ουράνια οργάνωση που είναι η «μητέρα» των χρισμένων με το πνεύμα Χριστιανών. (Γα 4:26) Η «Νέα Ιερουσαλήμ» συμβόλιζε την ουράνια «νύφη» του Χριστού, η οποία αποτελείται από μέλη της δοξασμένης Χριστιανικής εκκλησίας. (Απ 21:2, 9-14· παράβαλε Εφ 5:23-27, 32, 33· Απ 14:1-4.) Ωστόσο, η Ιερουσαλήμ, εξαιτίας της ευρείας απιστίας των κατοίκων της, μπορεί να χρησιμοποιείται και αρνητικά. (Γα 4:25· παράβαλε Ιεζ 16:1-3, 8-15· βλέπε ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ [Η Σημασία της Πόλης].) Άλλοι τόποι που καταφανώς χρησιμοποιήθηκαν με προφητική σημασία είναι τα Σόδομα, η Αίγυπτος, η Μεγιδδώ, η Βαβυλώνα και η Κοιλάδα του Εννόμ, ή αλλιώς Γέεννα.—Απ 11:8· 16:16· 18:2· Ματ 23:33.
Στην περίπτωση της σκηνής της μαρτυρίας βρίσκουμε ένα προφητικό υπόδειγμα, το οποίο περιλάμβανε αντικείμενα και διαδικασίες. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι ο εξοπλισμός της, τα όσα λάβαιναν χώρα σε αυτήν και οι θυσίες της αποτελούσαν υπόδειγμα ουράνιων πραγματικοτήτων, «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:5· 9:23, 24.
Δοκιμή των Προφητειών και της Ερμηνείας Τους. Λόγω της δράσης των ψευδοπροφητών, ο Ιωάννης προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να πιστεύει κάποιος κάθε «εμπνευσμένη έκφραση», πράγμα που είναι βασικά οι προφητείες. Αντίθετα, νουθέτησε τους Χριστιανούς να “δοκιμάζουν τις εμπνευσμένες εκφράσεις για να δουν αν προέρχονται από τον Θεό”. (1Ιω 4:1) Ο Ιωάννης αναφέρει μια διδασκαλία με την οποία μπορεί να καθοριστεί αν η εμπνευσμένη έκφραση έχει θεϊκή προέλευση, συγκεκριμένα τη διδασκαλία ότι ο Χριστός έχει έρθει με σάρκα. Ωστόσο, σαφώς δεν εννοούσε ότι αυτό ήταν το μοναδικό κριτήριο, αλλά προφανώς ανέφερε ένα παράδειγμα κάποιου ζητήματος το οποίο ενδεχομένως ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο εκείνον τον καιρό. (1Ιω 4:2, 3) Ένας ζωτικός παράγοντας είναι το αν η προφητεία εναρμονίζεται με τον αποκαλυμμένο λόγο και το θέλημα του Θεού (Δευ 13:1-5· 18:20-22), και αυτή η εναρμόνιση δεν μπορεί να είναι μερική αλλά πρέπει να είναι πλήρης προκειμένου να είναι ορθή η προφητεία ή η ερμηνεία της. (Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ [Διάκριση του Αληθινού από τον Ψεύτικο].) Στη Χριστιανική εκκλησία του πρώτου αιώνα είχε χορηγηθεί σε μερικούς το χάρισμα της “διάκρισης των εμπνευσμένων λόγων” (1Κο 12:10), πράγμα που καθιστούσε δυνατή την πιστοποίηση της αυθεντικότητας των προφητειών. Παρότι και αυτή η θαυματουργική ικανότητα εξέλιπε, είναι λογικό ότι ο Θεός θα εξακολουθούσε να κάνει διαθέσιμη μέσω της εκκλησίας την ορθή κατανόηση των προφητειών, ιδίως στον προειπωμένο «καιρό του τέλους», όχι θαυματουργικά, αλλά ως αποτέλεσμα επιμελούς έρευνας και μελέτης, όπως επίσης σύγκρισης των προφητειών με καταστάσεις και γεγονότα που θα λάβαιναν χώρα.—Παράβαλε Δα 12:4, 9, 10· Ματ 24:15, 16· 1Κο 2:12-14· 1Ιω 4:6· βλέπε ΕΡΜΗΝΕΙΑ.