ΚΥΡΙΟΣ
Η λέξη κύριος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου καθώς και οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται έτσι (ή με άλλους συναφείς όρους όπως «ιδιοκτήτης», «κάτοχος») χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση με τον Ιεχωβά Θεό (Ιεζ 3:11), τον Ιησού Χριστό (Ματ 7:21), έναν από τους πρεσβυτέρους που είδε ο Ιωάννης σε όραμα (Απ 7:13, 14), αγγέλους (Γε 19:1, 2· Δα 12:8), ανθρώπους (1Σα 25:24· Πρ 16:16, 19, 30) και ψεύτικους θεούς (1Κο 8:5). Συχνά, ο προσδιορισμός «κύριος» υποδηλώνει κάποιον ο οποίος έχει κυριότητα ή εξουσία και δύναμη πάνω σε πρόσωπα ή πράγματα. (Γε 24:9· 42:30· 45:8, 9· 1Βα 16:24· Λου 19:33· Πρ 25:26· Εφ 6:5) Αυτός ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε από τη Σάρρα για το σύζυγό της (Γε 18:12), από παιδιά για τον πατέρα τους (Γε 31:35· Ματ 21:28, 29) και από έναν νεότερο αδελφό για το μεγαλύτερο αδελφό του (Γε 32:5, 6). Εμφανίζεται ως τίτλος σεβασμού που απευθυνόταν σε διακεκριμένα πρόσωπα, δημόσιους αξιωματούχους, προφήτες και βασιλιάδες. (Γε 23:6· 42:10· Αρ 11:28· 2Σα 1:10· 2Βα 8:10-12· Ματ 27:63) Όταν χρησιμοποιούνταν για την προσφώνηση ξένων, η λέξη «κύριος» αποτελούσε τίτλο αβροφροσύνης.—Ιωα 12:21· 20:15· Πρ 16:30.
Ιεχωβά Θεός. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο “Κύριος του ουρανού και της γης”, δεδομένου ότι είναι ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος λόγω της ιδιότητάς του ως Δημιουργού. (Ματ 11:25· Απ 4:11) Τα ουράνια πλάσματα τον αποκαλούν «Κύριο», σύμφωνα με το εδάφιο Αποκάλυψη 11:15, το οποίο λέει: «Έγιναν δυνατές φωνές στον ουρανό, που έλεγαν: “Η βασιλεία του κόσμου έγινε βασιλεία του Κυρίου μας [Ιεχωβά] και του Χριστού του”». Οι πιστοί υπηρέτες του Θεού στη γη τον προσφωνούσαν με τον τίτλο «Υπέρτατος Κύριος», τίτλος που εμφανίζεται πάνω από 300 φορές στις θεόπνευστες Γραφές. (Γε 15:2· Απ 6:10) Επίσης ο Θεός περιγράφεται εύστοχα ως «ο αληθινός Κύριος». (Ησ 1:24) Υπό την καθοδήγησή του λαβαίνει χώρα η σύναξη, ή η συγκομιδή, των ανθρώπων για ζωή. Γι’ αυτό και οι εκκλήσεις για περισσότερους εργάτες που θα βοηθήσουν στο θερισμό πρέπει να απευθύνονται σε Εκείνον ως τον «Κύριο του θερισμού».—Ματ 9:37, 38· βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παραρτήματα 1Ε, 1ΣΤ, 1Ζ, 1Η, 1Θ.
Ιησούς Χριστός. Όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός αυτοπροσδιορίστηκε ως «Κύριος του σαββάτου». (Ματ 12:8) Εύλογα, χρησιμοποίησε το Σάββατο για την επιτέλεση του έργου που του είχε δώσει εντολή να κάνει ο ουράνιος Πατέρας του. Μέρος αυτού του έργου ήταν και η θεραπεία ασθενών. (Παράβαλε Ματ 8:16, 17.) Ο Ιησούς γνώριζε ότι ο Μωσαϊκός Νόμος, ο οποίος απαιτούσε την τήρηση του Σαββάτου, ήταν «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων». (Εβρ 10:1) Σε σχέση με αυτά τα “καλά μελλοντικά πράγματα” υπάρχει ένα σάββατο του οποίου Κύριος πρόκειται να είναι ο ίδιος.—Βλέπε ΣΑΒΒΑΤΟ («Κύριος του Σαββάτου»).
Στη διάρκεια της επίγειας ζωής του Ιησού Χριστού, και άλλοι εκτός από τους μαθητές του τον προσφωνούσαν “Κύριο”. (Ματ 8:2· Ιωα 4:11) Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εν λόγω προσφώνηση αποτελούσε πρωτίστως τίτλο σεβασμού ή αβροφροσύνης. Εντούτοις, ο Ιησούς έδειξε στους αποστόλους του ότι το να τον αποκαλούν εκείνοι «Κύριο» συνεπαγόταν κάτι περισσότερο. Είπε: «Εσείς με αποκαλείτε “Δάσκαλο” και “Κύριο”, και μιλάτε σωστά, γιατί είμαι». (Ιωα 13:13) Εφόσον ήταν μαθητές του, οι απόστολοι μάθαιναν ή διδάσκονταν από αυτόν. Άρα αυτός ήταν ο Κύριός τους.
Ειδικά μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο τίτλος Κύριος προσέλαβε μεγάλη σημασία. Μέσω του θυσιαστικού του θανάτου, ο Ιησούς εξαγόρασε τους ακολούθους του, πράγμα που τον κατέστησε Ιδιοκτήτη τους. (Ιωα 15:13, 14· 1Κο 7:23· 2Πε 2:1· Ιου 4· Απ 5:9, 10) Ήταν επίσης ο Βασιλιάς τους και ο Γαμπρός στον οποίο υπόκειντο ως Κύριό τους. (Πρ 17:7· Εφ 5:22-27· παράβαλε Ιωα 3:28, 29· 2Κο 11:2· Απ 21:9-14.) Όταν ο Ιεχωβά αντάμειψε τον Γιο του για την πιστότητα που επέδειξε μέχρι του σημείου να υπομείνει επαίσχυντο θάνατο σε πάσσαλο, «τον εξύψωσε σε ανώτερη θέση και του έδωσε με καλοσύνη το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος, και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα». (Φλπ 2:9-11) Το να αναγνωρίζει κάποιος τον Ιησού Χριστό ως Κύριο σημαίνει πολύ περισσότερα από το να τον αποκαλεί απλώς «Κύριο». Απαιτείται αναγνώριση της θέσης του Ιησού και πορεία υπακοής. (Παράβαλε Ιωα 14:21.) Όπως είπε ο ίδιος ο Ιησούς: «Δεν θα μπει στη βασιλεία των ουρανών ο καθένας που μου λέει “Κύριε, Κύριε”, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς».—Ματ 7:21.
Ο Ιεχωβά Θεός χορήγησε επίσης αθανασία στον πιστό Γιο του. Επομένως, αν και πολλοί άνθρωποι έχουν κυβερνήσει ως βασιλιάδες ή κύριοι, μόνο ο Ιησούς Χριστός, ο «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων», κατέχει αθανασία.—1Τι 6:14-16· Απ 19:16.
Εφόσον ο Ιησούς έχει τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη (Απ 1:17, 18), είναι σε θέση να απελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από τον κοινό τάφο (Ιωα 5:28, 29) και από το θάνατο που μας κληροδότησε ο Αδάμ. (Ρω 5:12, 18) Είναι, λοιπόν, συν τοις άλλοις “Κύριος των νεκρών”, συμπεριλαμβανομένου του Βασιλιά Δαβίδ, ενός από τους επίγειους προγόνους του.—Πρ 2:34-36· Ρω 14:9.
Τίτλος Σεβασμού. Το γεγονός ότι οι Χριστιανοί έχουν μόνο “έναν Κύριο”, τον Ιησού Χριστό (Εφ 4:5), δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιούν τη λέξη «κύριος» για άλλους ως τίτλο σεβασμού, αβροφροσύνης ή εξουσίας. Μάλιστα, ο απόστολος Πέτρος μνημόνευσε τη Σάρρα ως καλό παράδειγμα για τις Χριστιανές συζύγους λόγω της υπακοής της στον Αβραάμ, τον οποίο “αποκαλούσε «κύριο»”. (1Πε 3:1-6) Αυτό δεν το έκανε η Σάρρα απλώς για τους τύπους. Επρόκειτο για ειλικρινή εκδήλωση της υποτακτικότητάς της, διότι και «μέσα της» μιλούσε έτσι για αυτόν. (Γε 18:12) Από την άλλη μεριά, εφόσον όλοι οι Χριστιανοί είναι αδελφοί, θα ήταν λάθος να αποκαλούν κάποιον ανάμεσά τους «Ηγέτη» ή «Κύριο», θεωρώντας τον πνευματικό ηγέτη.—Ματ 23:8-10· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ· ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.
Η Λέξη Κύριος στο Πρωτότυπο Ελληνικό Κείμενο. Η εν λόγω λέξη του ελληνικού κειμένου είναι ένα επίθετο που δείχνει την κατοχή δύναμης (κύρους) ή εξουσίας και χρησιμοποιείται επίσης ως ουσιαστικό. Εμφανίζεται σε κάθε βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών με εξαίρεση την επιστολή προς τον Τίτο και τις επιστολές του Ιωάννη. Ο όρος αντιστοιχεί στην εβραϊκή λέξη ’Αδών. Ο Ιησούς Χριστός, ως δημιουργημένος Γιος και Υπηρέτης του Θεού, απευθύνεται ορθά στον Πατέρα του και Θεό του (Ιωα 20:17) ως «Κύριο» (’Αδονάι ή Κύριος), ως Εκείνον που κατέχει ανώτερη δύναμη και εξουσία, ως την Κεφαλή του. (Ματ 11:25· 1Κο 11:3) Εφόσον ο Ιησούς εξυψώθηκε στα δεξιά του Πατέρα του, είναι «Κύριος κυρίων» σε σχέση με όλους εκτός από τον Πατέρα του, τον Θεό τον Παντοδύναμο.—Απ 17:14· 19:15, 16· παράβαλε 1Κο 15:27, 28.
Η χρήση της λέξης αντί του θεϊκού ονόματος. Στη διάρκεια του δεύτερου ή του τρίτου αιώνα της Κοινής Χρονολογίας, οι αντιγραφείς αντικατέστησαν το θεϊκό όνομα Ιεχωβά με τις λέξεις Κύριος και Θεός σε αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, μιας μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών. Παρόμοια τακτική ακολούθησαν και άλλες μεταφράσεις, όπως η λατινική Βουλγάτα, η Μετάφραση Ντουαί (που είναι βασισμένη στη Βουλγάτα) και η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, καθώς και πλήθος σύγχρονων μεταφράσεων (NE, AT, RS, NIV, TEV, NAB, ΒΑΜ, ΛΧ, ΜΠΚ, ΦΙΛ). Το θεϊκό όνομα αντικαταστάθηκε από τις λέξεις «Θεός» και «Κύριος», γραμμένες συνήθως με κεφαλαία γράμματα, έτσι ώστε να επισημαίνεται η αντικατάσταση του Τετραγράμματου, δηλαδή του θεϊκού ονόματος.
Ξεφεύγοντας από αυτή την τακτική, η επιτροπή μετάφρασης της Αμερικανικής Στερεότυπης Μετάφρασης του 1901 δήλωσε: «Οι Αμερικανοί Αναθεωρητές, έπειτα από προσεκτική εξέταση, δέχτηκαν ομόφωνα ότι δεν θα έπρεπε πια να επικρατεί στην αγγλική ή σε οποιαδήποτε άλλη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης μια Ιουδαϊκή δεισιδαιμονία, η οποία θεωρούσε το Θεϊκό Όνομα τόσο ιερό ώστε δεν θα έπρεπε να προφέρεται, πράγμα που ευτυχώς δεν συμβαίνει στις πολυάριθμες μεταφράσεις οι οποίες έχουν γίνει από σύγχρονους ιεραποστόλους. . . . Αυτό το προσωπικό όνομα [Ιεχωβά], με τον πλούτο των ιερών συσχετισμών του, αποκαταστάθηκε τώρα στο ιερό κείμενο στη δικαιωματική και αδιαφιλονίκητη θέση του».—AS, πρόλογος, σ. 4.
Έκτοτε, πλήθος μεταφράσεων (An, JB [αγγλική και γαλλική], NC, BC [και οι δύο στην ισπανική] και άλλες) έχουν αποδώσει με συνέπεια το Τετραγράμματο ως «Γιαχβέ» ή έχουν χρησιμοποιήσει κάποιον παρόμοιο τύπο.
Στο λήμμα ΙΕΧΩΒΑ (Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές), παρουσιάζονται επίσης στοιχεία που δείχνουν ότι το θεϊκό όνομα Ιεχωβά χρησιμοποιήθηκε στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, από τον Ματθαίο ως την Αποκάλυψη. Με βάση αυτό, η Μετάφραση Νέου Κόσμου, η οποία χρησιμοποιείται σε όλο αυτό το σύγγραμμα, έχει αποκαταστήσει το θεϊκό όνομα στη μετάφραση των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, σε 237 περιπτώσεις συνολικά. Και άλλες μεταφράσεις έχουν προβεί σε παρόμοια αποκατάσταση, ειδικά στη μετάφραση των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών στην εβραϊκή.
Σχολιάζοντας το θέμα «Αποκατάσταση του Θεϊκού Ονόματος», η Επιτροπή Μετάφρασης Νέου Κόσμου της Αγίας Γραφής δηλώνει: «Προκειμένου να διαπιστώσουμε πού αντικαταστάθηκε το θεϊκό όνομα από τις λέξεις Κύριος και Θεός, εντοπίσαμε τις περιπτώσεις όπου οι θεόπνευστοι Χριστιανοί συγγραφείς έχουν παραθέσει εδάφια, αποσπάσματα και εκφράσεις από τις Εβραϊκές Γραφές, και στη συνέχεια ανατρέξαμε στο εβραϊκό κείμενο για να εξακριβώσουμε αν το θεϊκό όνομα εμφανίζεται εκεί. Με αυτόν τον τρόπο καθορίσαμε ποιος εννοείται όταν χρησιμοποιούνται οι λέξεις Κύριος και Θεός». Εξηγώντας περαιτέρω, η Επιτροπή αναφέρει: «Προκειμένου να μην υπερβούμε τα όρια του μεταφραστή και υπεισέλθουμε στο χώρο της ερμηνείας, προσπαθήσαμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην απόδοση του θεϊκού ονόματος, λαβαίνοντας πάντοτε προσεκτικά υπόψη τις Εβραϊκές Γραφές και θεωρώντας τες ως βάση. Ερευνήσαμε για επιβεβαίωση τις πολλές εβραϊκές μεταφράσεις που συμβουλευτήκαμε ώστε να διαπιστώσουμε αν συμφωνούν με την απόδοσή μας». Για καθένα από τα 237 σημεία όπου η Επιτροπή Μετάφρασης Νέου Κόσμου της Αγίας Γραφής έχει αποδώσει το θεϊκό όνομα στο κείμενο της μετάφρασής της υπάρχει τέτοια επιβεβαίωση από εβραϊκές μεταφράσεις.—ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Δ.
Οι Εβραϊκές Λέξεις «Αδών» και «Αδονάι». Η εβραϊκή λέξη ’αδών εμφανίζεται 334 φορές στις Εβραϊκές Γραφές. Ενέχει την έννοια της ιδιοκτησίας ή της ηγεσίας και χρησιμοποιείται για τον Θεό και για ανθρώπους. Ο τύπος ’αδονίμ, στον πληθυντικό αριθμό, μερικές φορές υποδηλώνει απλώς περισσότερα από ένα πρόσωπα και τότε μεταφράζεται «κύριοι». (Ψλ 136:3· Ησ 26:13) Σε άλλα σημεία ο πληθυντικός αριθμός δηλώνει εξοχότητα ή μεγαλειότητα είτε για τον Θεό είτε για ανθρώπους (Ψλ 8:1· Γε 39:2), και σε αυτές τις περιπτώσεις τυχόν αντωνυμίες ή επιθετικοί προσδιορισμοί που συνοδεύουν τη λέξη είναι στον ενικό αριθμό. (Ψλ 45:11· 147:5) Σε μερικά σημεία χρησιμοποιούνται δίπλα δίπλα δύο τύποι πληθυντικού αριθμού για να διαχωρίσουν τον Ιεχωβά, στον οποίο αναφέρεται ο πληθυντικός εξοχότητας, από τους πολυάριθμους άλλους κυρίους.—Δευ 10:17· Ψλ 136:3· παράβαλε 1Κο 8:5, 6.
Στις Γραφές οι τίτλοι ’Αδών και ’Αδονίμ εφαρμόζονται στον Ιεχωβά 25 φορές. Σε εννιά σημεία του Μασοριτικού κειμένου, πριν από τη λέξη ’Αδών υπάρχει το οριστικό άρθρο χα, γεγονός που περιορίζει την εφαρμογή του τίτλου στον Ιεχωβά. (Εξ 23:17· 34:23· Ησ 1:24· 3:1· 10:16, 33· 19:4· Μιχ 4:13· Μαλ 3:1) Στις έξι περιπτώσεις όπου η λέξη ’Αδών χωρίς το οριστικό άρθρο αναφέρεται στον Ιεχωβά, τον περιγράφει ως Κύριο (Ιδιοκτήτη) της γης, οπότε είναι σαφές ποιος εννοείται. (Ιη 3:11, 13· Ψλ 97:5· 114:7· Ζαχ 4:14· 6:5) Στις δέκα περιπτώσεις όπου η λέξη ’Αδονίμ χρησιμοποιείται για τον Ιεχωβά, τα άμεσα συμφραζόμενα καθιστούν βέβαιη την ταυτότητά του.—Δευ 10:17· Νε 8:10· 10:29· Ψλ 8:1, 9· 135:5· 136:3· 147:5· Ησ 51:22· Ωσ 12:14.
Η κατάληξη αϊ που προστίθεται στην εβραϊκή λέξη ’αδών είναι ένας διαφορετικός τύπος του πληθυντικού εξοχότητας. Όταν η λέξη ’Αδονάι εμφανίζεται χωρίς κανένα άλλο συμπληρωματικό επίθημα στην εβραϊκή, χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον Ιεχωβά και υποδηλώνει ότι αυτός είναι ο Υπέρτατος Κύριος. Σύμφωνα με τη Διεθνή Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου ([The International Standard Bible Encyclopedia] 1986, Τόμ. 3, σ. 157), «ο εν λόγω τύπος εξαίρει τη δύναμη και την κυριαρχία του Γιαχβέ ως “Κυρίου”». Όταν τον χρησιμοποιούν άνθρωποι απευθυνόμενοι σε εκείνον, δείχνουν ταπεινή αναγνώριση αυτού του σπουδαίου γεγονότος.—Γε 15:2, 8· Δευ 3:24· Ιη 7:7.
Προφανώς στις αρχές της Κοινής Χρονολογίας, οι Ιουδαίοι ραβίνοι είχαν ήδη αρχίσει να θεωρούν το θεϊκό όνομα ΓΧΒΧ τόσο ιερό ώστε δεν το πρόφεραν. Αντ’ αυτού, το υποκαθιστούσαν με τη λέξη ’Αδονάι (ενίοτε με τη λέξη ’Ελοχίμ) όταν διάβαζαν τις Γραφές μεγαλόφωνα. Οι Σοφερείμ, δηλαδή οι αντιγραφείς, προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα, αντικαθιστώντας το θεϊκό όνομα στο γραπτό κείμενο με τη λέξη ’Αδονάι 134 φορές (133 στην Μπίμπλια Χεμπράικα Στουτγκαρτένσια [Biblia Hebraica Stuttgartensia]). Περίπου από τον πέμπτο μέχρι τον ένατο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, οι Μασορίτες αντέγραφαν το κείμενο με μεγάλη προσοχή. Σημείωναν στη Μασόρα (στις επισημάνσεις τους επί του κειμένου) τις περιπτώσεις όπου οι Σοφερείμ είχαν κάνει τέτοιες αλλαγές. Ως αποτέλεσμα γνωρίζουμε τις εν λόγω 134 αλλαγές. (Για τον κατάλογο των περιπτώσεων βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Β.) Με αυτό υπόψη, απομένουν 306 σημεία όπου η λέξη ’Αδονάι υπήρχε εξαρχής στο κείμενο.
Ο τίτλος ’Αδονάι χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον από τους προφήτες, και μάλιστα ο Ιεζεκιήλ τον χρησιμοποιεί συχνότερα από κάθε άλλον. Σχεδόν κάθε φορά, τον χρησιμοποιεί σε συνδυασμό με το θεϊκό όνομα σχηματίζοντας την έκφραση ’Αδονάι Γεχβίχ, «Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά». Ένας άλλος συνδυασμός που αποτελεί τίτλο και εμφανίζεται 16 φορές είναι η έκφραση ’Αδονάι Γεχβίχ τσεβα’ώθ, «Υπέρτατος Κύριος, Ιεχωβά των στρατευμάτων», και όλες οι περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται, εκτός από δύο (Ψλ 69:6· Αμ 9:5), βρίσκονται στο βιβλίο του Ησαΐα και στο βιβλίο του Ιερεμία. Ο τίτλος χρησιμοποιείται για να παρουσιάσει τον Ιεχωβά ως εκείνον που έχει τη δύναμη και την αποφασιστικότητα, όχι μόνο να παίρνει εκδίκηση για τον καταδυναστευόμενο λαό του, αλλά και να τους τιμωρεί για την απιστία τους.