Ο Βατικανός Κώδικας—Γιατί Είναι Πολύτιμος Θησαυρός;
ΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ είναι πραγματικό θησαυροφυλάκιο. Οι νωπογραφίες, τα γλυπτά και τα αρχιτεκτονικά του έργα είναι ξακουστά για την ομορφιά και το μεγαλείο τους. Ωστόσο, η πρόσβαση σε έναν από τους μεγαλύτερους θησαυρούς του ήταν περιορισμένη επί εκατοντάδες χρόνια. Στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού φυλάσσεται ένα πολύτιμο χειρόγραφο που φωτίζει τμήματα του Λόγου του Θεού τα οποία γράφτηκαν πριν από χιλιετίες. Είναι γνωστό ως ο Βατικανός Κώδικας.a
Ο Αλεξανδρινός και ο Σιναϊτικός κώδικας αποτελούν δύο άλλα αρχαία Βιβλικά χειρόγραφα που θεωρούνται σπουδαία από τους λογίους, είναι δε γνωστή η συναρπαστική ιστορία ανακάλυψης και διάσωσης του καθενός από την καταστροφή. Η προέλευση, όμως, του Βατικανού Κώδικα μπορεί να χαρακτηριστεί, στην καλύτερη περίπτωση, μυστηριώδης.
Κρυμμένος Θησαυρός
Από πού προήλθε ο Βατικανός Κώδικας; Η παλιότερη αναφορά σε αυτόν είναι μια καταχώριση στον κατάλογο της Βιβλιοθήκης του Βατικανού από το 15ο αιώνα. Οι λόγιοι πιθανολογούν ότι γράφτηκε στην Αίγυπτο, στην Καισάρεια ή ακόμη και στη Ρώμη. Αφού, όμως, αξιολόγησε αυτές τις θεωρίες, ο καθηγητής Τζ. Νέβιλ Μπέρντζολ, του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ στην Αγγλία, κατέληξε στο συμπέρασμα: «Με λίγα λόγια, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την ακριβή χρονολογία ολοκλήρωσης ούτε για τον τόπο προέλευσης του Βατικανού Κώδικα. Και, παρά τις προσπάθειες των λογίων, δεν μπορούμε επίσης να ανιχνεύσουμε την ιστορία του πριν από το δέκατο πέμπτο αιώνα». Εντούτοις, ο Βατικανός Κώδικας έχει χαρακτηριστεί ένα από τα σπουδαιότερα Βιβλικά χειρόγραφα. Γιατί;
Ανά τους αιώνες, ορισμένοι αντιγραφείς εισήγαγαν λάθη στο Βιβλικό κείμενο. Επομένως, η δυσκολία για τους μεταφραστές που επιζητούν ακεραιότητα κειμένου έγκειται στο να βρουν αξιόπιστα χειρόγραφα τα οποία μεταφέρουν ό,τι εμφανιζόταν στα πρωτότυπα συγγράμματα. Φανταστείτε, λοιπόν, πόσο αδημονούσαν οι λόγιοι να εξετάσουν το Βατικανό Κώδικα, ένα ελληνικό χειρόγραφο που ανάγεται στον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., λιγότερο από 300 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της Αγίας Γραφής! Αυτός ο κώδικας περιέχει το πλήρες κείμενο των Εβραϊκών και των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, εκτός από μερικά τμήματα που χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου.
Επί μακρόν, οι αρχές του Βατικανού ήταν απρόθυμες να κάνουν τον κώδικα διαθέσιμο στους λογίους της Γραφής. Ο Σερ Φρέντερικ Κένιον, επιφανής μελετητής του πρωτότυπου κειμένου, ανέφερε: «Το 1843 ο [λόγιος της Γραφής Κωνσταντίν φον] Τίσεντορφ, ύστερα από αναμονή αρκετών μηνών, πήρε την άδεια να το δει επί έξι ώρες. . . . Το 1845 επιτράπηκε στον σπουδαίο Άγγλο λόγιο Τρετζέλις να το δει αλλά να μην αντιγράψει ούτε λέξη». Ο Τίσεντορφ έκανε και πάλι αίτηση να δει τον κώδικα, αλλά η άδειά του ανακλήθηκε όταν εκείνος αντέγραψε 20 σελίδες. Ωστόσο, όπως αφηγείται ο Κένιον, «με νέα αίτηση εξασφάλισε έξι επιπλέον μέρες μελέτης, δηλαδή δεκατέσσερις μέρες συνολικά, από τρεις ώρες την καθεμιά. Και, αξιοποιώντας το χρόνο του με τον καλύτερο τρόπο, ο Τίσεντορφ κατάφερε να θέσει σε κυκλοφορία το 1867 την αρτιότερη έκδοση του χειρογράφου που είχε εμφανιστεί ως τότε». Το Βατικανό έκανε αργότερα διαθέσιμο ένα καλύτερο αντίγραφο του κώδικα.
“Προσεκτική Διαφύλαξη”
Τι είδους κείμενο αποκάλυψε ο Βατικανός Κώδικας; Η Εικονογραφημένη Ιστορία της Αγίας Γραφής, Έκδοση Οξφόρδης (The Oxford Illustrated History of the Bible), δηλώνει ότι «παρουσιάζει αφενός μεν συνέπεια στην ορθογραφία, αφετέρου δε ακρίβεια στην αντιγραφή, καθώς επίσης ποιότητα στο κείμενο που, ως εκ τούτου, έχει αναπαραχθεί προσεκτικά». Το ίδιο σύγγραμμα συνεχίζει: «Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αυτό το κείμενο είναι το προϊόν μιας παράδοσης λόγιας αντιγραφής».
Δύο διαπρεπείς λόγιοι που εντυπωσιάστηκαν από τα πλεονεκτήματα του Βατικανού Κώδικα ήταν ο Μπ. Φ. Γουέστκοτ και ο Φ. Τζ. Α. Χορτ. Η Καινή Διαθήκη στο Πρωτότυπο Κείμενο (New Testament in the Original Greek), που κυκλοφόρησαν το 1881 και η οποία βασίζεται στο Βατικανό και στο Σιναϊτικό χειρόγραφο, εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό κείμενο για αρκετές σύγχρονες μεταφράσεις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, όπως Η Εμφατική Βίβλος (The Emphasised Bible), του Τζ. Μπ. Ρόδερχαμ, και η Μετάφραση Νέου Κόσμου.
Ορισμένοι κριτικοί, όμως, θεώρησαν ότι κακώς εμπιστεύτηκαν οι Γουέστκοτ και Χορτ το Βατικανό Κώδικα. Ήταν ο κώδικας ακριβής απόδοση του πρωτότυπου κειμένου; Η δημοσίευση των παπύρων Μπόντμερ, μεταξύ των ετών 1956 και 1961, ενθουσίασε τους λογίους επειδή οι πάπυροι περιλάμβαναν τμήματα του Λουκά και του Ιωάννη από τις αρχές του τρίτου αιώνα Κ.Χ. Θα συμφωνούσαν αυτοί οι πάπυροι με τα όσα εμφανίστηκαν μεταγενέστερα στο Βατικανό Κώδικα;
«Υπάρχει αξιοσημείωτη σύγκλιση ανάμεσα στο κείμενο του Βατικανού Κώδικα και στο σωζόμενο κείμενο των παπύρων Μπόντμερ», έγραψαν ο Φίλιπ Μπ. Πέιν και ο Πολ Κανάρτ στο περιοδικό Καινή Διαθήκη (Novum Testamentum). «Υπό το φως αυτής της σύγκλισης, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι ο αρχικός γραφέας του Βατικανού Κώδικα αντέγραψε ένα χειρόγραφο που σχετιζόταν άμεσα με τους παπύρους Μπόντμερ. Άρα, ο γραφέας πρέπει να αντέγραψε είτε ένα πολύ παλιό χειρόγραφο είτε κάποιο που βασιζόταν σε ένα πολύ παλιό χειρόγραφο». Ο καθηγητής Μπέρντζολ δήλωσε: «Τα δύο χειρόγραφα σχετίζονται στενά μεταξύ τους. . . . [Ο Κώδικας] είναι προσεγμένο κείμενο: η επεξεργασία που έχει υποστεί αποκαλύπτει μια παράδοση προσεκτικής διαφύλαξης αυτού που παραλήφθηκε».
Χρήσιμος στους Μεταφραστές
Φυσικά, το παλιότερο χειρόγραφο δεν είναι πάντοτε κατ’ ανάγκην και το πλησιέστερο στο πρωτότυπο κείμενο. Εντούτοις, η παραβολή του Βατικανού Κώδικα με άλλα χειρόγραφα έχει βοηθήσει πολύ τους λογίους να καθορίσουν τι εμφανιζόταν στο πρωτότυπο κείμενο. Για παράδειγμα, το σωζόμενο τμήμα του Σιναϊτικού χειρογράφου, που επίσης γράφτηκε τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., δεν περιέχει τα περισσότερα ιστορικά βιβλία από τη Γένεση ως το Πρώτο Χρονικών. Αλλά το γεγονός ότι αυτά εμφανίζονται στο Βατικανό Κώδικα επιβεβαιώνει ότι δικαίως περιλαμβάνονται στο Βιβλικό κανόνα.
Σύμφωνα με την Εικονογραφημένη Ιστορία της Αγίας Γραφής, Έκδοση Οξφόρδης, «τα αποσπάσματα που άπτονται του προσώπου του Χριστού και της αγίας Τριάδας» ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενα μεταξύ των λογίων. Πώς έχει συμβάλει ο Βατικανός Κώδικας στη διασαφήνιση αυτών των αποσπασμάτων;
Εξετάστε ένα παράδειγμα. Όπως αναγράφεται στο εδάφιο Ιωάννης 3:13, ο Ιησούς είπε: «Κανείς δεν έχει ανεβεί στον ουρανό εκτός από αυτόν που κατέβηκε από τον ουρανό, τον Γιο του ανθρώπου». Ορισμένοι μεταφραστές πρόσθεσαν τις λέξεις “ο οποίος βρίσκεται στον ουρανό”. Αυτές οι επιπρόσθετες λέξεις αφήνουν να εννοηθεί ότι ο Ιησούς βρισκόταν στον ουρανό και στη γη ταυτόχρονα—αντίληψη που υποστηρίζει την ιδέα της Τριάδας. Αυτή η πρόσθετη φράση εμφανίζεται σε μερικά χειρόγραφα του πέμπτου και του δέκατου αιώνα Κ.Χ. Ωστόσο, η απουσία της από το Βατικανό και το Σιναϊτικό χειρόγραφο, τα οποία είναι παλιότερα, έχει οδηγήσει πολλούς σύγχρονους μεταφραστές στο να την απαλείψουν. Αυτό διαλύει τη σύγχυση γύρω από την ταυτότητα του Χριστού και εναρμονίζεται με τις υπόλοιπες Γραφές. Ο Ιησούς δεν βρισκόταν σε δύο μέρη ταυτόχρονα, αλλά είχε έρθει από τους ουρανούς και σύντομα θα επέστρεφε στους ουρανούς, “ανεβαίνοντας στον” Πατέρα του.—Ιωάννης 20:17.
Ο Βατικανός Κώδικας ρίχνει επίσης φως σε εδάφια που αφορούν το σκοπό του Θεού για τη γη. Προσέξτε ένα παράδειγμα. Σύμφωνα με τη Μετάφραση του Βάμβα, ο απόστολος Πέτρος προφήτεψε ότι «η γη και τα εν αυτή έργα θέλουσι κατακαή». (2 Πέτρου 3:10) Άλλες μεταφράσεις έχουν παρόμοια απόδοση, την οποία βασίζουν στον Αλεξανδρινό Κώδικα του πέμπτου αιώνα και σε μεταγενέστερα χειρόγραφα. Ως αποτέλεσμα, πολλοί ειλικρινείς αναγνώστες της Γραφής έχουν συμπεράνει ότι ο Θεός θα καταστρέψει τη γη.
Εντούτοις, έναν περίπου αιώνα προτού γραφτεί ο Αλεξανδρινός Κώδικας, ο Βατικανός Κώδικας (και το σύγχρονο με αυτόν Σιναϊτικό Χειρόγραφο) απέδωσαν την προφητεία του Πέτρου ως εξής: «Η γη και τα έργα σε αυτήν θα αποκαλυφτούν». Εναρμονίζεται αυτή η απόδοση με την υπόλοιπη Γραφή; Βεβαίως! Η κατά γράμμα γη «δεν θα κλονιστεί στον αιώνα, και μάλιστα για πάντα». (Ψαλμός 104:5) Πώς, λοιπόν, θα “αποκαλυφτεί” η γη; Άλλες περικοπές δείχνουν ότι η λέξη «γη» μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά. «Η γη» μπορεί να μιλάει κάποια γλώσσα και να ψάλλει ύμνους. (Γένεση 11:1· Ψαλμός 96:1) Επομένως, με τη λέξη «γη» μπορεί να εννοείται η ανθρωπότητα, ή αλλιώς η ανθρώπινη κοινωνία. Πόσο παρηγορητικό είναι να γνωρίζουμε ότι ο Θεός δεν θα καταστρέψει τον πλανήτη μας αλλά θα ξεσκεπάσει εντελώς την πονηρία, εξαλείφοντας αυτήν και όσους την προάγουν!
«Θα Παραμείνει στον Αιώνα»
Δυστυχώς, η πρόσβαση στο Βατικανό Κώδικα ήταν αυστηρά περιορισμένη επί αιώνες, και οι αναγνώστες της Γραφής πολλές φορές παροδηγούνταν ως προς την αληθινή σημασία ορισμένων Βιβλικών περικοπών. Ωστόσο, αφότου δημοσιεύτηκε ο Βατικανός Κώδικας, αυτός και διάφορες σύγχρονες αξιόπιστες μεταφράσεις της Γραφής έχουν βοηθήσει τους εκζητητές της αλήθειας να μάθουν τι διδάσκει πράγματι η Γραφή.
Οι αρχαίοι αντιγραφείς περιλάμβαναν συνήθως στα χειρόγραφά τους τη σημείωση: «Ἡ μέν χείρ ἡ γράψασα σήπεται τάφῳ· γραφή δέ μένει εἰς χρόνους πληρεστάτους». («Το χέρι που έγραψε [τα παραπάνω] σαπίζει σε κάποιον τάφο, αλλά τα γραμμένα παραμένουν για πολλά χρόνια».) Σήμερα εκτιμούμε τις άοκνες προσπάθειες εκείνων των ανώνυμων αντιγραφέων. Αλλά η τιμή για τη διαφύλαξη της Γραφής πηγαίνει τελικά σε Εκείνον που ενέπνευσε τη συγγραφή της, ο οποίος πριν από πολύ καιρό έκανε τον προφήτη του να γράψει: «Το χλωρό χορτάρι ξεράθηκε, το άνθος μαράθηκε· ο λόγος όμως του Θεού μας θα παραμείνει στον αιώνα».—Ησαΐας 40:8.
[Υποσημείωση]
a Ο Βατικανός Κώδικας ονομάζεται επίσης Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209 και προσδιορίζεται από τους περισσότερους λογίους με το σύμβολο «Β». Το βιβλίο, όπως το ξέρουμε σήμερα, αποτελεί μετεξέλιξη του κώδικα. Βλέπε «Από το Ρόλο στον Κώδικα—Πώς Πήρε η Αγία Γραφή τη Μορφή Βιβλίου», στο τεύχος 1 Ιουνίου 2007 αυτού του περιοδικού.
[Πλαίσιο στη σελίδα 20]
Χρονολόγηση Αρχαίων Χειρογράφων
Μολονότι μερικοί αντιγραφείς κατέγραφαν τη χρονολογία ολοκλήρωσης του έργου τους, στα περισσότερα ελληνικά χειρόγραφα δεν υπάρχει η συγκεκριμένη πληροφορία. Πώς, λοιπόν, προσδιορίζουν οι λόγιοι πότε γράφτηκε κάποιο Βιβλικό χειρόγραφο; Όπως η γλώσσα και η τέχνη διαφέρουν από τη μια γενιά στην επόμενη, το ίδιο συμβαίνει και με τον τύπο γραφής. Για παράδειγμα, η μεγαλογράμματη γραφή, η οποία χαρακτηρίζεται από στρογγυλόσχημα κεφαλαία γράμματα και ομοιόμορφες σειρές κειμένου, χρησιμοποιούνταν τον τέταρτο αιώνα και συνέχισε να χρησιμοποιείται επί εκατοντάδες χρόνια. Προσεκτικοί λόγιοι, οι οποίοι παραβάλλουν αχρονολόγητα μεγαλογράμματα χειρόγραφα με παρόμοια χρονολογημένα συγγράμματα, μπορούν να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια πότε γράφτηκαν κάποια αρχαία χειρόγραφα.
Φυσικά, αυτή η μέθοδος έχει τους περιορισμούς της. Ο Μπρους Μέτζερ, καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πρίνστον, επισήμανε: «Εφόσον ο γραφικός χαρακτήρας ενός ατόμου ίσως παραμένει λίγο πολύ σταθερός σε όλη τη ζωή του, είναι μη ρεαλιστικό να προσπαθούμε να ορίσουμε μια χρονολογία με απόκλιση μικρότερη της τάξης των πενήντα ετών». Με βάση αυτή την προσεκτική ανάλυση, υπάρχει γενική ομοφωνία μεταξύ των λογίων ότι ο Βατικανός Κώδικας γράφτηκε τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ.