ΛΑΤΡΕΙΑ
Η απόδοση ευλαβικής τιμής ή ευλαβικού σεβασμού. Η αληθινή λατρεία του Δημιουργού περιλαμβάνει κάθε πτυχή της ζωής ενός ατόμου. Ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Κορινθίους: «Είτε τρώτε είτε πίνετε είτε κάνετε οτιδήποτε άλλο, να κάνετε τα πάντα για τη δόξα του Θεού».—1Κο 10:31.
Όταν ο Ιεχωβά Θεός δημιούργησε τον Αδάμ, δεν καθόρισε κάποια τελετουργία ή κάποιο μέσο με το οποίο ο τέλειος άνθρωπος θα μπορούσε να Τον πλησιάζει για να Τον λατρεύει. Ωστόσο, ο Αδάμ μπορούσε να υπηρετεί ή να λατρεύει τον Δημιουργό του εκτελώντας πιστά το θέλημα του ουράνιου Πατέρα του. Μεταγενέστερα, στο έθνος του Ισραήλ, ο Ιεχωβά καθόρισε έναν συγκεκριμένο τρόπο πρόσβασης όσον αφορά τη λατρεία, ο οποίος περιλάμβανε θυσίες, ιερατείο και υλικό αγιαστήριο. (Βλέπε ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ.) Αυτός ο τρόπος, όμως, είχε μόνο «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων, αλλά όχι την ίδια την ουσία των πραγμάτων». (Εβρ 10:1) Η πρωταρχική έμφαση δινόταν ανέκαθεν στην άσκηση πίστης—στην εκτέλεση του θελήματος του Ιεχωβά Θεού—και όχι στις τελετουργίες ή στην εθιμοτυπία.—Ματ 7:21· Ιακ 2:17-26.
Όπως το έθεσε ο προφήτης Μιχαίας: «Με τι να έρθω μπροστά στον Ιεχωβά; Με τι να προσκυνήσω τον Θεό που βρίσκεται στα ύψη; Να έρθω μπροστά του με ολοκαυτώματα, με μοσχάρια μονοετή; Θα ευαρεστηθεί ο Ιεχωβά με χιλιάδες κριάρια, με δεκάδες χιλιάδες χειμάρρους λάδι; Να δώσω τον πρωτότοκο γιο μου για την ανταρσία μου, τον καρπό της κοιλιάς μου για την αμαρτία της ψυχής μου; Αυτός σου είπε, άνθρωπε χωματένιε, τι είναι καλό. Και τι σου ζητάει ο Ιεχωβά σε ανταπόδοση παρά να ασκείς δικαιοσύνη και να αγαπάς τη στοργική καλοσύνη και να είσαι μετριόφρων καθώς περπατάς με τον Θεό σου;»—Μιχ 6:6-8· παράβαλε Ψλ 50:8-15, 23.
Οι Λέξεις του Πρωτότυπου Εβραϊκού και Ελληνικού Κειμένου. Οι περισσότερες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που υποδηλώνουν λατρεία μπορούν να εφαρμοστούν και σε άλλες πράξεις εκτός από τη λατρεία. Ωστόσο, τα συμφραζόμενα καθορίζουν πώς πρέπει να κατανοηθούν οι σχετικές λέξεις.
Μια από τις λέξεις του εβραϊκού κειμένου που μεταδίδει την ιδέα της λατρείας (‛αβάδ) σημαίνει βασικά «υπηρετώ». (Γε 14:4· 15:13· 29:15) Το να υπηρετεί ή να λατρεύει κάποιος τον Ιεχωβά σήμαινε ότι έπρεπε να υπακούει σε όλες τις εντολές του, να κάνει το θέλημά του ως άτομο αποκλειστικά αφοσιωμένο σε αυτόν. (Εξ 19:5· Δευ 30:15-20· Ιη 24:14, 15) Επομένως, αν κάποιος λάβαινε μέρος σε μια ιεροτελεστία ή προέβαινε σε μια πράξη αφοσίωσης προς τιμήν οποιωνδήποτε άλλων θεών, αυτό θα ήταν απόδειξη ότι εγκατέλειπε την αληθινή λατρεία.—Δευ 11:13-17· Κρ 3:6, 7.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη που μπορεί να υποδηλώνει λατρεία είναι η λέξη χισταχαβάχ, η οποία σημαίνει πρωτίστως «προσκυνώ» (Γε 18:2) ή προσπέφτω. (Βλέπε ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ.) Αν και τέτοιου είδους προσκύνηση μπορούσε ενίοτε να αποτελεί απλώς πράξη σεβασμού ή αβροφροσύνης προς κάποιο άλλο πρόσωπο (Γε 19:1, 2· 33:1-6· 37:9, 10), μπορούσε επίσης να αποτελεί εκδήλωση λατρείας, με την οποία κάποιος έδειχνε την ευλάβεια και την ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό, καθώς και την υποταγή του στο θέλημά του. Χρησιμοποιούμενη αναφορικά με τον αληθινό Θεό ή με ψεύτικες θεότητες, η λέξη χισταχαβάχ συσχετίζεται μερικές φορές με τις θυσίες και την προσευχή. (Γε 22:5-7· 24:26, 27· Ησ 44:17) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι η προσκύνηση ήταν κάτι το συνηθισμένο όταν αναπέμπονταν προσευχές ή προσφέρονταν θυσίες.—Βλέπε ΠΡΟΣΕΥΧΗ.
Η εβραϊκή ρίζα σαγάδ (Ησ 44:15, 17, 19· 46:6) σημαίνει βασικά «προσπέφτω». Η αντίστοιχη αραμαϊκή λέξη συσχετίζεται συνήθως με τη λατρεία (Δα 3:5-7, 10-15, 18, 28), αλλά στο εδάφιο Δανιήλ 2:46 χρησιμοποιείται αναφορικά με τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα ο οποίος απέδωσε τιμή στον προφήτη Δανιήλ, προσπέφτοντας ενώπιόν του.
Το ρήμα λατρεύω του ελληνικού κειμένου (Λου 1:74· 2:37· 4:8· Πρ 7:7) και το ουσιαστικό λατρεία (Ιωα 16:2· Ρω 9:4) μεταδίδουν την ιδέα της απόδοσης, όχι απλώς συνηθισμένης, εγκόσμιας υπηρεσίας, αλλά ιερής υπηρεσίας.
Η λέξη προσκυνέω του ελληνικού κειμένου παρουσιάζει μεγάλη αντιστοιχία με την εβραϊκή λέξη χισταχαβάχ, καθώς εκφράζει την έννοια της απόδοσης σεβασμού και, ενίοτε, της λατρείας. Ο όρος προσκυνέω χρησιμοποιείται σε σχέση με την προσκύνηση ενός δούλου προς έναν βασιλιά (Ματ 18:26), καθώς επίσης σε σχέση με την πράξη που έθεσε ως προϋπόθεση ο Σατανάς όταν πρόσφερε στον Ιησού όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δόξα τους. (Ματ 4:8, 9) Αν ο Ιησούς είχε προσκυνήσει τον Διάβολο, θα είχε δηλώσει με αυτόν τον τρόπο υποταγή στον Σατανά και θα είχε κάνει τον εαυτό του υπηρέτη του Διαβόλου. Αλλά ο Ιησούς αρνήθηκε, λέγοντας: «Φύγε, Σατανά! Διότι είναι γραμμένο: “Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις [προσκυνήσεις, Κείμενο, ή, στην αφήγηση του Δευτερονομίου από την οποία παρέθετε ο Ιησούς, τύπος της εβραϊκής λέξης χισταχαβάχ] και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία [λατρεύσεις, Κείμενο, ή τύπος της εβραϊκής λέξης ‛αβάδ]”». (Ματ 4:10· Δευ 5:9· 6:13) Παρόμοια, η λατρεία ή η προσκύνηση του «θηρίου» και της “εικόνας” του συνδέεται με υπηρεσία, επειδή οι λάτρεις προσδιορίζονται ως υποστηρικτές του «θηρίου» και της “εικόνας” του από ένα σημάδι που έχουν είτε στο χέρι (με το οποίο κάποιος υπηρετεί) είτε στο μέτωπο (για να το βλέπουν όλοι). Εφόσον ο Διάβολος δίνει στο θηρίο την εξουσία του, το να λατρεύει κάποιος το θηρίο σημαίνει, στην πραγματικότητα, ότι λατρεύει ή υπηρετεί τον Διάβολο.—Απ 13:4, 15-17· 14:9-11.
Άλλες λέξεις του ελληνικού κειμένου που συσχετίζονται με τη λατρεία παράγονται από τα ρήματα εὐσεβέω, θρησκεύω και σέβομαι. Η λέξη εὐσεβέω σημαίνει «αποδίδω θεοσεβή αφοσίωση σε» ή «δείχνω ευλάβεια». (Βλέπε ΘΕΟΣΕΒΗΣ ΑΦΟΣΙΩΣΗ.) Στο εδάφιο Πράξεις 17:23 αυτός ο όρος χρησιμοποιείται αναφορικά με τη θεοσεβή αφοσίωση ή την ευλάβεια που έδειχναν οι Αθηναίοι προς έναν «Άγνωστο Θεό». Από το ρήμα θρησκεύω παράγεται το ουσιαστικό θρησκεία, το οποίο μπορεί να προσδιορίζει είτε την αληθινή θρησκεία είτε κάποια ψεύτικη. (Πρ 26:5· Κολ 2:18) Η αληθινή θρησκεία που ασκούσαν οι Χριστιανοί χαρακτηριζόταν από γνήσιο ενδιαφέρον για τους φτωχούς και πλήρη αποχωρισμό από τον ασεβή κόσμο. (Ιακ 1:26, 27) Η λέξη σέβομαι (Ματ 15:9· Μαρ 7:7· Πρ 18:7· 19:27) και ο συγγενικός όρος σεβάζομαι (Ρω 1:25) σημαίνουν «τιμώ· δείχνω ευλάβεια· λατρεύω». Τα αντικείμενα λατρείας ή αφοσίωσης προσδιορίζονται από το ουσιαστικό σέβασμα. (Πρ 17:23· 2Θε 2:4) Δύο ακόμη όροι σχηματίζονται από το ίδιο ρήμα και τη λέξη Θεός. Πρόκειται για τις λέξεις θεοσεβής, που σημαίνει «αυτός που ευλαβείται τον Θεό» (Ιωα 9:31), και θεοσέβεια, που υποδηλώνει την «ευλάβεια για τον Θεό».—1Τι 2:10.
Λατρεία Αποδεκτή από τον Θεό. Ο Ιεχωβά Θεός δέχεται μόνο τη λατρεία εκείνων που ευθυγραμμίζονται με το θέλημά του. (Ματ 15:9· Μαρ 7:7) Ο Χριστός Ιησούς είπε σε μια Σαμαρείτισσα: «Έρχεται η ώρα που ούτε σε αυτό το βουνό [το Γαριζίν] ούτε στην Ιερουσαλήμ θα λατρεύετε τον Πατέρα. Εσείς λατρεύετε αυτό που δεν γνωρίζετε· εμείς λατρεύουμε αυτό που γνωρίζουμε . . . Παρ’ όλα αυτά, έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι αληθινοί λάτρεις θα λατρεύουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, γιατί ο Πατέρας τέτοιους ανθρώπους αναζητάει για να τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι Πνεύμα, και εκείνοι που τον λατρεύουν πρέπει να λατρεύουν με πνεύμα και αλήθεια».—Ιωα 4:21-24.
Τα λόγια του Ιησού έδειξαν ξεκάθαρα ότι η αληθινή λατρεία δεν θα εξαρτόταν από την παρουσία ή τη χρήση ορατών μέσων και γεωγραφικών τοποθεσιών. Αντί να βασίζεται στην όραση ή στην αφή, ο αληθινός λάτρης ασκεί πίστη και, ανεξάρτητα από το πού βρίσκεται ή τι υπάρχει γύρω του, διατηρεί λατρευτική διάθεση. Με αυτόν τον τρόπο λατρεύει, όχι με τη βοήθεια κάποιου ορατού ή απτού μέσου, αλλά με πνεύμα. Εφόσον έχει την αλήθεια όπως αυτή αποκαλύφτηκε από τον Θεό, η λατρεία του βρίσκεται σε αρμονία με την αλήθεια. Έχοντας γνωρίσει τον Θεό μέσα από την Αγία Γραφή και μέσα από τις αποδείξεις της επενέργειας του πνεύματος του Θεού στη ζωή του, το άτομο το οποίο λατρεύει με πνεύμα και αλήθεια οπωσδήποτε “γνωρίζει αυτό που λατρεύει”.