ΙΩΑΝΝΗΣ
(Ιωάννης) [ελληνική απόδοση του Ιεχωανάν, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Ιεχωβά Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος»].
1. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο πρόδρομος του Ιησού. Και οι δύο γονείς του Ιωάννη κατάγονταν από τον ιερατικό οίκο του Ααρών. Ο Ζαχαρίας ήταν ιερέας από την υποδιαίρεση του Αβιά.—Λου 1:5, 6.
Θαυματουργική Γέννηση. Το 3 Π.Κ.Χ., την περίοδο κατά την οποία ήταν διορισμένη να υπηρετεί η υποδιαίρεση του Αβιά, ήρθε η σειρά του Ζαχαρία να απολαύσει το σπάνιο προνόμιο του να προσφέρει θυμίαμα στο αγιαστήριο. Καθώς στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο του θυμιάματος, εμφανίστηκε ο άγγελος Γαβριήλ και του ανήγγειλε ότι θα αποκτούσε γιο ο οποίος επρόκειτο να ονομαστεί Ιωάννης. Αυτός ο γιος θα ήταν Ναζηραίος εφ’ όρου ζωής, όπως ο Σαμψών. Θα ήταν «μεγάλος ενώπιον του Ιεχωβά» και θα πήγαινε μπροστά από Αυτόν «για να ετοιμάσει για τον Ιεχωβά λαό προπαρασκευασμένο». Η γέννηση του Ιωάννη επρόκειτο να είναι ένα θαύμα από τον Θεό, εφόσον και ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ βρίσκονταν σε προχωρημένη ηλικία.—Λου 1:7-17.
Όταν η Ελισάβετ ήταν έξι μηνών έγκυος, την επισκέφτηκε η Μαρία, που ήταν συγγενής της και η οποία ήταν τότε έγκυος μέσω αγίου πνεύματος. Μόλις άκουσε η Ελισάβετ το χαιρετισμό της συγγενούς της, το αγέννητο βρέφος σκίρτησε στην κοιλιά της, και η ίδια, έχοντας γεμίσει άγιο πνεύμα, αναγνώρισε ότι το παιδί που θα γεννούσε η Μαρία θα ήταν ο “Κύριός” της.—Λου 1:26, 36, 39-45.
Όταν γεννήθηκε το παιδί της Ελισάβετ, οι γείτονες και οι συγγενείς ήθελαν να του δώσουν το όνομα του πατέρα του, αλλά εκείνη είπε: «Όχι! Θα ονομαστεί Ιωάννης». Κατόπιν ρωτήθηκε ο πατέρας του παιδιού πώς ήθελε να το ονομάσουν. Όπως είχε πει ο άγγελος, ο Ζαχαρίας δεν μπορούσε να μιλήσει από τότε που άκουσε την αναγγελία του Γαβριήλ, γι’ αυτό και έγραψε σε μια πλάκα: «Ιωάννης είναι το όνομά του». Τότε το στόμα του Ζαχαρία ανοίχτηκε και εκείνος άρχισε να μιλάει. Από αυτό όλοι αναγνώρισαν ότι το χέρι του Ιεχωβά ήταν με το παιδί.—Λου 1:18-20, 57-66.
Έναρξη της Διακονίας Του. Ο Ιωάννης πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στη λοφώδη περιοχή της Ιουδαίας, όπου ζούσαν οι γονείς του. «Μεγάλωνε και δυνάμωνε στο πνεύμα, και παρέμενε στις ερήμους μέχρι την ημέρα της δημόσιας εμφάνισής του στον Ισραήλ». (Λου 1:39, 80) Σύμφωνα με τον Λουκά, ο Ιωάννης άρχισε τη διακονία του το 15ο έτος της διακυβέρνησης του Τιβέριου Καίσαρα. Ο Ιωάννης θα πρέπει να ήταν τότε 30 χρονών περίπου. Μολονότι δεν αναφέρεται πουθενά ότι ιεράτευσε ποτέ στο ναό, αυτή ήταν η ηλικία κατά την οποία οι ιερείς αναλάμβαναν πλήρως τα καθήκοντά τους. (Αρ 4:2, 3) Ο Αύγουστος πέθανε στις 17 Αυγούστου 14 Κ.Χ. και η Ρωμαϊκή Σύγκλητος αναγόρευσε τον Τιβέριο αυτοκράτορα στις 15 Σεπτεμβρίου. Άρα, το 15ο έτος του Τιβέριου διήρκεσε από το τελευταίο τμήμα του 28 Κ.Χ. ως τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 29 Κ.Χ. Εφόσον ο Ιησούς (επίσης σε ηλικία 30 περίπου χρονών) παρουσιάστηκε για να βαφτιστεί το φθινόπωρο, ο Ιωάννης που ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος πρέπει να άρχισε τη διακονία του την άνοιξη του 29 Κ.Χ.—Λου 3:1-3, 23.
Ο Ιωάννης άρχισε το κήρυγμά του στην έρημο της Ιουδαίας, λέγοντας: «Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει». (Ματ 3:1, 2) Φορούσε ένδυμα από τρίχες καμήλας και μια δερμάτινη ζώνη γύρω από την οσφύ του—ενδυμασία παρόμοια με του προφήτη Ηλία. Η τροφή του αποτελούνταν από ακρίδες και άγριο μέλι. (2Βα 1:8· Ματ 3:4· Μαρ 1:6) Εφόσον δίδασκε, αποκαλούνταν «Ραββί» από τους μαθητές του.—Ιωα 3:26.
Ο Σκοπός του Έργου Του. Ο Ιωάννης κήρυττε βάφτισμα για τη συγχώρηση των αμαρτιών όσων μετανοούσαν, περιορίζοντας το βάφτισμά του σε Ιουδαίους και σε προσήλυτους της Ιουδαϊκής θρησκείας. (Μαρ 1:1-5· Πρ 13:24) Η αποστολή του Ιωάννη αποτελούσε εκδήλωση της στοργικής καλοσύνης του Θεού προς τους Ιουδαίους, οι οποίοι είχαν μεν σχέση διαθήκης με τον Ιεχωβά, αλλά ήταν ένοχοι για αμαρτίες που είχαν διαπράξει ενάντια στη διαθήκη του Νόμου. Ο Ιωάννης εφιστούσε την προσοχή τους στο γεγονός ότι είχαν παραβεί τη διαθήκη και παρότρυνε αυτούς που είχαν ειλικρινή καρδιά να μετανοήσουν. Το βάφτισμά τους στο νερό συμβόλιζε αυτή τη μετάνοια. Έτσι έμπαιναν στο σωστό δρόμο για να αναγνωρίσουν τον Μεσσία. (Πρ 19:4) Στον Ιωάννη έρχονταν κάθε είδους άνθρωποι για να βαφτιστούν, μεταξύ των οποίων πόρνες και εισπράκτορες φόρων. (Ματ 21:32) Στο βάφτισμα ήρθαν επίσης Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι, στους οποίους ο Ιωάννης απηύθυνε ένα καυστικό, καταδικαστικό άγγελμα και τους μίλησε για την επικείμενη κρίση. Δεν δίστασε να τους εκθέσει, αλλά τους αποκάλεσε «γεννήματα οχιάς» και επισήμανε ότι ήταν ανώφελο να στηρίζονται στην κατά σάρκα καταγωγή τους από τον Αβραάμ.—Ματ 3:7-12.
Ο Ιωάννης δίδασκε σε εκείνους που έρχονταν σε αυτόν να μοιράζονται τα υπάρχοντά τους και να μην είναι άρπαγες, να είναι ικανοποιημένοι με τις προμήθειές τους και να μην ταλαιπωρούν κανέναν. (Λου 3:10-14) Δίδαξε επίσης τους βαφτισμένους ακολούθους του πώς να προσεύχονται στον Θεό. (Λου 11:1) Εκείνον τον καιρό «ο λαός βρισκόταν σε αναμονή και όλοι διαλογίζονταν μέσα στις καρδιές τους σχετικά με τον Ιωάννη: “Μήπως είναι αυτός ο Χριστός;”» Ο Ιωάννης το αρνήθηκε αυτό και δήλωσε ότι Εκείνος που θα ερχόταν έπειτα από αυτόν θα ήταν πολύ μεγαλύτερος. (Λου 3:15-17) Όταν ήρθαν σε αυτόν ιερείς και Λευίτες στη Βηθανία στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη, τον ρώτησαν αν ήταν ο Ηλίας ή αν ήταν «Ο Προφήτης», και αυτός ομολόγησε ότι δεν ήταν.—Ιωα 1:19-28.
Ο Ιωάννης δεν εκτέλεσε θαύματα όπως ο Ηλίας (Ιωα 10:40-42), αλλά ενεργούσε με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία. Το ότι “επέστρεψε τις καρδιές των πατέρων στα παιδιά και τους ανυπάκουους στην πρακτική σοφία των δικαίων” ήταν ένα δυναμικό έργο. Εκπλήρωσε το σκοπό για τον οποίο είχε σταλεί, «να ετοιμάσει για τον Ιεχωβά λαό προπαρασκευασμένο». Πράγματι, “πολλούς από τους γιους του Ισραήλ τούς επέστρεψε στον Ιεχωβά τον Θεό τους”. (Λου 1:16, 17) Πορεύτηκε μπροστά από τον εκπρόσωπο του Ιεχωβά, τον Ιησού Χριστό.
Ο Ιωάννης Παρουσιάζει «το Αρνί του Θεού». Το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ., ο Ιησούς πήγε στον Ιωάννη για να βαφτιστεί. Στην αρχή ο Ιωάννης πρόβαλε αντιρρήσεις, γνωρίζοντας πως ο ίδιος ήταν αμαρτωλός ενώ ο Ιησούς δίκαιος. Ο Ιησούς όμως επέμεινε. Ο Θεός είχε υποσχεθεί στον Ιωάννη ότι θα του έδινε ένα σημείο για να αναγνωρίσει τον Γιο του Θεού. (Ματ 3:13· Μαρ 1:9· Λου 3:21· Ιωα 1:33) Όταν βαφτίστηκε ο Ιησούς, το σημείο εκπληρώθηκε: Ο Ιωάννης είδε το πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει πάνω στον Ιησού και άκουσε τη φωνή του ίδιου του Θεού να δηλώνει ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος Του. Προφανώς δεν υπήρχαν άλλοι παρόντες κατά το βάφτισμα του Ιησού.—Ματ 3:16, 17· Μαρ 1:9-11· Ιωα 1:32-34· 5:31, 37.
Επί 40 περίπου ημέρες μετά το βάφτισμά του, ο Ιησούς έμεινε στην έρημο. Όταν επέστρεψε, ο Ιωάννης έδειξε τον Ιησού στους μαθητές του αποκαλώντας τον «το Αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία του κόσμου». (Ιωα 1:29) Την επόμενη ημέρα παρουσίασε τον Γιο του Θεού στον Ανδρέα και σε κάποιον άλλον μαθητή, πιθανότατα τον Ιωάννη, το γιο του Ζεβεδαίου. (Ιωα 1:35-40) Έτσι λοιπόν, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, ως πιστός «θυρωρός» της μάντρας των προβάτων του Ισραήλ, άρχισε να παραδίδει τους μαθητές του στον “καλό ποιμένα”.—Ιωα 10:1-3, 11.
Ενώ οι μαθητές του Ιησού βάφτιζαν στην περιοχή της Ιουδαίας, βάφτιζε και ο Ιωάννης επίσης στην Αινών κοντά στο Σαλείμ. (Ιωα 3:22-24) Όταν αναφέρθηκε στον Ιωάννη ότι ο Ιησούς έκανε πολλούς μαθητές, ο Ιωάννης δεν ζήλεψε αλλά αποκρίθηκε: «Η χαρά η δική μου έχει γίνει πλήρης. Εκείνος πρέπει να αυξάνει, ενώ εγώ πρέπει να ελαττώνομαι».—Ιωα 3:26-30.
Οι Τελευταίες Ημέρες της Διακονίας Του. Αυτή η δήλωση του Ιωάννη αποδείχτηκε αληθινή. Έπειτα από έναν χρόνο, ή και περισσότερο, δραστήριας διακονίας, ο Ιωάννης απομακρύνθηκε βίαια από το προσκήνιο. Τον έριξε στη φυλακή ο Ηρώδης Αντίπας, επειδή ο Ιωάννης τον είχε ελέγξει για το μοιχικό γάμο του με την Ηρωδιάδα, την οποία είχε πάρει από τον αδελφό του τον Φίλιππο. Ο Αντίπας, που κατ’ όνομα ήταν προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό και άρα υπόλογος απέναντι στο Νόμο, φοβόταν τον Ιωάννη, γνωρίζοντας ότι ήταν δίκαιος άνθρωπος.—Μαρ 6:17-20· Λου 3:19, 20.
Ενόσω ο Ιωάννης βρισκόταν στη φυλακή, άκουσε ότι ο Ιησούς εκτελούσε δυναμικά έργα—μεταξύ άλλων και ότι ανέστησε το γιο μιας χήρας στη Ναΐν. Θέλοντας να λάβει επιβεβαίωση από τον ίδιο τον Ιησού, έστειλε δύο μαθητές του να τον ρωτήσουν: «Εσύ είσαι ο Ερχόμενος ή να περιμένουμε κάποιον άλλον;» Ο Ιησούς δεν έδωσε άμεση απάντηση, αλλά μπροστά στους μαθητές του Ιωάννη θεράπευσε πολλούς, εκβάλλοντας ακόμη και δαίμονες. Ύστερα είπε στους μαθητές να αναφέρουν ότι οι τυφλοί, οι κουφοί και οι κουτσοί θεραπεύονταν και ότι τα καλά νέα κηρύττονταν. Έτσι λοιπόν, όχι απλώς με λόγια, αλλά με τη μαρτυρία που παρείχαν τα έργα του Ιησού, ο Ιωάννης έλαβε την καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι ο Ιησούς ήταν στ’ αλήθεια ο Μεσσίας (Χριστός). (Ματ 11:2-6· Λου 7:18-23) Αφού έφυγαν οι αγγελιοφόροι του Ιωάννη, ο Ιησούς αποκάλυψε στα πλήθη ότι ο Ιωάννης δεν ήταν απλώς ένας προφήτης—ήταν στην πραγματικότητα εκείνος για τον οποίο είχε γράψει ο προφήτης του Ιεχωβά Μαλαχίας. Εφάρμοσε επίσης την προφητεία του εδαφίου Ησαΐας 40:3 στον Ιωάννη, όπως είχε κάνει στο παρελθόν και ο πατέρας του Ιωάννη, ο Ζαχαρίας.—Μαλ 3:1· Ματ 11:7-10· Λου 1:67, 76· 7:24-27.
Ο Ιησούς Χριστός εξήγησε επίσης στους μαθητές του ότι ο ερχομός του Ιωάννη αποτελούσε εκπλήρωση της προφητείας των εδαφίων Μαλαχίας 4:5, 6, όπου αναφέρεται ότι ο Θεός θα έστελνε τον Ηλία τον προφήτη πριν από την έλευση της μεγάλης και φοβερής ημέρας του Ιεχωβά. Εντούτοις, όσο μεγάλος και αν ήταν ο Ιωάννης («Μεταξύ αυτών που γεννήθηκαν από γυναίκες δεν έχει εγερθεί μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Βαφτιστή»), δεν θα ανήκε στην τάξη “της νύφης”, τα μέλη της οποίας θα συμμετάσχουν με τον Χριστό στη διακυβέρνηση της ουράνιας Βασιλείας του (Απ 21:9-11· 22:3-5), διότι, όπως είπε ο Ιησούς, «ένας μικρότερος στη βασιλεία των ουρανών είναι μεγαλύτερος από αυτόν». (Ματ 11:11-15· 17:10-13· Λου 7:28-30) Με έμμεσο τρόπο, ο Ιησούς υπερασπίστηκε επίσης τον Ιωάννη αποκρούοντας την κατηγορία που του προσήπταν ότι είχε δαίμονα.—Ματ 11:16-19· Λου 7:31-35.
Κάποιο διάστημα έπειτα από αυτό το περιστατικό, η Ηρωδιάδα εκδήλωσε τη μνησικακία που έτρεφε εναντίον του Ιωάννη. Στη διάρκεια της γιορτής των γενεθλίων του Ηρώδη, η κόρη της Ηρωδιάδας ενθουσίασε τόσο πολύ τον Ηρώδη με το χορό της ώστε εκείνος της ορκίστηκε ότι θα της έδινε οτιδήποτε του ζητούσε. Υπό την επιρροή της μητέρας της, αυτή ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη. Λαβαίνοντας υπόψη τον όρκο του και τους παρόντες στη γιορτή, ο Ηρώδης ικανοποίησε το αίτημά της. Ο Ιωάννης αποκεφαλίστηκε στη φυλακή και το κεφάλι του παραδόθηκε στην κοπέλα πάνω σε έναν δίσκο, κατόπιν δε η κοπέλα το έφερε στη μητέρα της. Αργότερα ήρθαν οι μαθητές του Ιωάννη, πήραν το σώμα του και το έθαψαν, αναφέροντας το ζήτημα στον Ιησού.—Ματ 14:1-12· Μαρ 6:21-29.
Μετά το θάνατο του Ιωάννη, ο Ηρώδης άκουσε για τη διακονία κηρύγματος του Ιησού, καθώς και για το ότι ο Ιησούς εκτελούσε θεραπείες και εξέβαλλε δαίμονες. Αυτό τον τρομοκράτησε, επειδή φοβόταν ότι ο Ιησούς ήταν στην πραγματικότητα ο Ιωάννης που είχε εγερθεί από τους νεκρούς. Έκτοτε ήθελε πολύ να δει τον Ιησού, όχι για να ακούσει το κήρυγμά του, αλλά επειδή δεν ήταν σίγουρος αν το συμπέρασμά του ήταν σωστό.—Ματ 14:1, 2· Μαρ 6:14-16· Λου 9:7-9.
Το Βάφτισμα του Ιωάννη Τερματίζεται. Το βάφτισμα του Ιωάννη συνεχίστηκε μέχρι την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., κατά την οποία εκχύθηκε το άγιο πνεύμα. Από τότε και μετά, οι μαθητές κήρυτταν το βάφτισμα «στο όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος». (Ματ 28:19· Πρ 2:21, 38) Στο εξής, όσοι βαφτίζονταν στο βάφτισμα του Ιωάννη έπρεπε να ξαναβαφτιστούν στο όνομα του Κυρίου Ιησού για να λάβουν το άγιο πνεύμα.—Πρ 19:1-7.
2. Πατέρας του αποστόλου Σίμωνα Πέτρου. Στα εδάφια Ιωάννης 1:42 και 21:15-17 αποκαλείται Ιωάννης, σύμφωνα με το Σιναϊτικό Χειρόγραφο και τις αποδόσεις της «Παλαιάς Λατινικής». Μερικά χειρόγραφα και μερικές μεταφράσεις τον αναφέρουν ως Ιωνά. Ο Ιησούς τον αποκαλεί Ιωνά στο εδάφιο Ματθαίος 16:17.
3. Ο απόστολος Ιωάννης, γιος του Ζεβεδαίου και, από ό,τι φαίνεται, της Σαλώμης (παράβαλε Ματ 27:55, 56· Μαρ 15:40) και αδελφός του αποστόλου Ιακώβου—πιθανώς νεότερος αδελφός του Ιακώβου, δεδομένου ότι ο Ιάκωβος συνήθως κατονομάζεται πρώτος όταν αναφέρονται και οι δύο μαζί. (Ματ 10:2· Μαρ 1:19, 29· 3:17· 10:35, 41· Λου 6:14· 8:51· 9:28· Πρ 1:13) Ο Ζεβεδαίος παντρεύτηκε τη Σαλώμη από τον οίκο του Δαβίδ, η οποία ενδέχεται να ήταν σαρκική αδελφή της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού.
Το Παρελθόν Του. Η οικογένεια του Ιωάννη φαίνεται ότι ήταν ευκατάστατη. Η αλιευτική επιχείρηση που είχαν ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να περιλαμβάνει συνεταίρους και μισθωτούς. (Μαρ 1:19, 20· Λου 5:9, 10) Η σύζυγος του Ζεβεδαίου, η Σαλώμη, ήταν μια από τις γυναίκες που συνόδευαν και διακονούσαν τον Ιησού όταν ήταν στη Γαλιλαία (παράβαλε Ματ 27:55, 56· Μαρ 15:40, 41), και μαζί με άλλες έφερε μυρωδικά για να ετοιμάσει το σώμα του Ιησού για την ταφή. (Μαρ 16:1) Ο Ιωάννης προφανώς είχε δικό του σπίτι.—Ιωα 19:26, 27.
Ο Ζεβεδαίος και η Σαλώμη ήταν πιστοί Εβραίοι, και τα διαθέσιμα στοιχεία που έχουμε υποδηλώνουν ότι ανέθρεψαν τον Ιωάννη σύμφωνα με τη διδασκαλία των Γραφών. Γενικά, θεωρείται ότι αυτός ήταν ο μαθητής του Ιωάννη του Βαφτιστή που βρισκόταν μαζί με τον Ανδρέα όταν ο Ιωάννης τούς ανακοίνωσε: «Να το Αρνί του Θεού!» Το γεγονός ότι δέχτηκε αμέσως τον Ιησού ως τον Χριστό αποκαλύπτει ότι είχε γνώση των Εβραϊκών Γραφών. (Ιωα 1:35, 36, 40-42) Αν και δεν αναφέρεται ποτέ ότι ο Ζεβεδαίος έγινε μαθητής είτε του Ιωάννη του Βαφτιστή είτε του Χριστού, φαίνεται ότι δεν αντέδρασε στο να γίνουν οι δύο γιοι του ολοχρόνιοι κήρυκες μαζί με τον Ιησού.
Όταν ο Ιωάννης και ο Πέτρος φέρθηκαν ενώπιον των Ιουδαίων αρχόντων, θεωρήθηκαν «αγράμματοι και συνηθισμένοι». Αυτό, όμως, δεν σήμαινε ότι δεν είχαν καθόλου μόρφωση ή ότι δεν ήταν σε θέση να διαβάζουν και να γράφουν, αλλά ότι η εκπαίδευσή τους δεν προερχόταν από τις ραβινικές σχολές. Στην ουσία, αυτό που αναφέρεται είναι πως «άρχισαν να τους αναγνωρίζουν ότι ήταν με τον Ιησού».—Πρ 4:13.
Γίνεται Μαθητής του Χριστού. Όταν του υποδείχτηκε ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός, το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ., ο Ιωάννης αναμφίβολα ακολούθησε τον Ιησού στη Γαλιλαία και ήταν αυτόπτης μάρτυρας του πρώτου θαύματος που εκτέλεσε Εκείνος στην Κανά. (Ιωα 2:1-11) Ίσως συνόδευσε τον Ιησού από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ, καθώς και κατά την επιστροφή του στη Γαλιλαία μέσω της Σαμάρειας, διότι η παραστατικότητα της αφήγησής του φαίνεται να υποδηλώνει ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που περιγράφονται. Το υπόμνημα, όμως, δεν το διευκρινίζει αυτό. (Ιωα 2-5) Ωστόσο, ο Ιωάννης συνέχισε να εργάζεται στην αλιευτική του επιχείρηση για κάποιο διάστημα. Τον επόμενο χρόνο, καθώς ο Ιησούς περπατούσε δίπλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ήταν στο πλοιάριο μαζί με τον πατέρα τους τον Ζεβεδαίο επιδιορθώνοντας τα δίχτυα τους. Ο Ιησούς τούς κάλεσε στο ολοχρόνιο έργο τού να είναι «ψαράδες ανθρώπων», και η αφήγηση του Λουκά μάς πληροφορεί: «Έβγαλαν, λοιπόν, τα πλοιάρια στη στεριά και εγκατέλειψαν τα πάντα και τον ακολούθησαν». (Ματ 4:18-22· Λου 5:10, 11· Μαρ 1:19, 20) Αργότερα, ο Κύριος Ιησούς Χριστός τούς εξέλεξε ως αποστόλους του.—Ματ 10:2-4.
Ο Ιωάννης ήταν ένας από τους τρεις στενότερους συντρόφους του Ιησού. Ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ανέβηκαν στο όρος της μεταμόρφωσης. (Ματ 17:1, 2· Μαρ 9:2· Λου 9:28, 29) Σε αυτούς μόνο από τους αποστόλους επιτράπηκε να μπουν στο σπίτι του Ιαείρου μαζί με τον Ιησού. (Μαρ 5:37· Λου 8:51) Είχαν το προνόμιο να είναι αυτοί τους οποίους πήρε ο Ιησούς πιο πέρα από τους άλλους στον κήπο της Γεθσημανή τη νύχτα της προδοσίας του, παρότι ούτε αυτοί αντιλαμβάνονταν τότε στο πλήρες τη σπουδαιότητα της περίστασης, δεδομένου ότι τρεις φορές αποκοιμήθηκαν και τους ξύπνησε ο Ιησούς. (Ματ 26:37, 40-45· Μαρ 14:33, 37-41) Ο Ιωάννης καθόταν ακριβώς δίπλα στον Ιησού κατά τον εορτασμό του τελευταίου του Πάσχα και τη θέσπιση του Δείπνου του Κυρίου. (Ιωα 13:23) Ήταν ο μαθητής που, όταν πέθαινε ο Ιησούς, έλαβε την ξεχωριστή τιμή να του ανατεθεί η φροντίδα της μητέρας του Ιησού.—Ιωα 21:7, 20· 19:26, 27.
Προσδιορισμός της Ταυτότητας του Ιωάννη στο Ευαγγέλιό Του. Στο Ευαγγέλιό του, ο Ιωάννης δεν αναφέρεται ποτέ στον εαυτό του ονομαστικά. Περιγράφεται είτε ως ένας από τους γιους του Ζεβεδαίου είτε ως ο μαθητής τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς. Όταν αναφέρεται στον Ιωάννη τον Βαφτιστή, τον αποκαλεί απλώς «Ιωάννη», ανόμοια με ό,τι κάνουν οι υπόλοιποι Ευαγγελιστές. Αυτή η τακτική θα ήταν πιο φυσιολογική από μέρους κάποιου ο οποίος ήταν συνονόματος, εφόσον κανείς δεν θα παρανοούσε ποιος ήταν αυτός για τον οποίο μιλούσε. Οι άλλοι θα έπρεπε να χρησιμοποιούν κάποια επονομασία ή κάποιον τίτλο ή άλλους περιγραφικούς όρους για να ξεχωρίζουν ποιον εννοούσαν, όπως κάνει και ο ίδιος ο Ιωάννης όταν μιλάει για κάποια από τις Μαρίες.—Ιωα 11:1, 2· 19:25· 20:1.
Προσεγγίζοντας τα συγγράμματα του Ιωάννη με αυτό το σκεπτικό, διακρίνουμε καθαρά ότι αυτός ήταν ο ανώνυμος σύντροφος του Ανδρέα στον οποίο παρουσίασε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής τον Ιησού Χριστό. (Ιωα 1:35-40) Μετά την ανάσταση του Ιησού, ο Ιωάννης ήταν αυτός που πέρασε τον Πέτρο καθώς έτρεχαν προς τον τάφο για να διερευνήσουν την είδηση ότι ο Ιησούς είχε εγερθεί. (Ιωα 20:2-8) Είχε το προνόμιο να δει τον αναστημένο Ιησού εκείνο το βράδυ (Ιωα 20:19· Λου 24:36) και ξανά την επόμενη εβδομάδα. (Ιωα 20:26) Ήταν ο ένας από τους εφτά που επέστρεψαν στο ψάρεμα και στους οποίους εμφανίστηκε ο Ιησούς. (Ιωα 21:1-14) Ο Ιωάννης ήταν επίσης στη συνάντηση που έγινε σε κάποιο βουνό της Γαλιλαίας μετά την έγερση του Ιησού από τους νεκρούς, και άκουσε προσωπικά την εντολή: «Κάντε μαθητές από όλα τα έθνη».—Ματ 28:16-20.
Τα Μετέπειτα Χρόνια του Ιωάννη. Μετά την ανάληψη του Ιησού, ο Ιωάννης βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ, στη σύναξη των 120 περίπου μαθητών, κατά την οποία εκλέχθηκε με κλήρο ο Ματθίας και συγκαταλέχθηκε με τους 11 υπόλοιπους αποστόλους. (Πρ 1:12-26) Ήταν παρών κατά την έκχυση του πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής και είδε να προστίθενται στην εκκλησία εκείνη την ημέρα 3.000 άτομα. (Πρ 2:1-13, 41) Ο ίδιος, μαζί με τον Πέτρο, διατύπωσε ενώπιον των Ιουδαίων αρχόντων την αρχή που ακολουθεί η εκκλησία του λαού του Θεού: «Αν είναι δίκαιο στα μάτια του Θεού να ακούμε εσάς μάλλον παρά τον Θεό, κρίνετέ το μόνοι σας. Εμείς, όμως, δεν μπορούμε να σταματήσουμε να μιλάμε για αυτά που είδαμε και ακούσαμε». (Πρ 4:19, 20) Σε άλλη μια περίπτωση, μαζί με τους υπόλοιπους αποστόλους είπε στο Σάνχεδριν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους».—Πρ 5:27-32.
Μετά το θάνατο που υπέστη ο Στέφανος στα χέρια εξαγριωμένων Ιουδαίων, ξέσπασε μεγάλος διωγμός εναντίον της εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ, και οι μαθητές διασκορπίστηκαν. Ωστόσο, ο Ιωάννης παρέμεινε μαζί με τους υπόλοιπους αποστόλους στην Ιερουσαλήμ. Όταν το κήρυγμα του Φιλίππου του ευαγγελιστή υποκίνησε πολλούς στη Σαμάρεια να δεχτούν το λόγο του Θεού, το κυβερνών σώμα απέστειλε τον Πέτρο και τον Ιωάννη να βοηθήσουν αυτούς τους καινούριους μαθητές ώστε να λάβουν το άγιο πνεύμα. (Πρ 8:1-5, 14-17) Ο Παύλος αργότερα είπε ότι ο Ιωάννης ήταν ένας από τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ «που φαίνονταν ότι είναι στύλοι» της εκκλησίας. Ο Ιωάννης, ως μέλος του κυβερνώντος σώματος, έδωσε στον Παύλο και στον Βαρνάβα «το δεξί χέρι της από κοινού συμμετοχής» όταν αυτοί έλαβαν την αποστολή να κηρύξουν στα έθνη (στους Εθνικούς). (Γα 2:9) Γύρω στο 49 Κ.Χ., ο Ιωάννης ήταν παρών στη συνεδρίαση του κυβερνώντος σώματος που εξέτασε το ζήτημα της περιτομής για τους Εθνικούς που είχαν μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη.—Πρ 15:5, 6, 28, 29.
Ενώ ο Ιησούς Χριστός ήταν ακόμη εδώ στη γη, είχε υπαινιχθεί ότι ο Ιωάννης θα βρισκόταν εν ζωή όταν οι άλλοι απόστολοι θα είχαν πεθάνει. (Ιωα 21:20-22) Και πράγματι, ο Ιωάννης υπηρέτησε πιστά τον Ιεχωβά επί 70 χρόνια περίπου. Προς το τέλος της ζωής του εξορίστηκε στην Πάτμο, όπου βρέθηκε “επειδή μιλούσε για τον Θεό και έδινε μαρτυρία για τον Ιησού”. (Απ 1:9) Αυτό αποδεικνύει ότι ήταν ενεργά δραστήριος στο κήρυγμα των καλών νέων ακόμη και σε πολύ προχωρημένη ηλικία (περίπου το 96 Κ.Χ.).
Ενόσω βρισκόταν στην Πάτμο, ο Ιωάννης ευλογήθηκε με το θαυμαστό όραμα της Αποκάλυψης το οποίο κατέγραψε πιστά. (Απ 1:1, 2) Η επικρατούσα άποψη είναι ότι εξορίστηκε από τον Αυτοκράτορα Δομιτιανό και ελευθερώθηκε από το διάδοχο του Δομιτιανού, τον Αυτοκράτορα Νέρβα (96-98 Κ.Χ.). Σύμφωνα με την παράδοση, πήγε στην Έφεσο, όπου έγραψε το Ευαγγέλιό του και τις τρεις επιστολές του, που επιγράφονται Πρώτη, Δεύτερη και Τρίτη του Ιωάννη, περίπου το 98 Κ.Χ. Κατά παράδοση, ο θάνατός του τοποθετείται στην Έφεσο γύρω στο 100 Κ.Χ., επί Αυτοκράτορα Τραϊανού.
Προσωπικότητα. Οι λόγιοι γενικά συμπεραίνουν ότι ο Ιωάννης ήταν ένα παθητικό άτομο, συναισθηματικό και εσωστρεφές. Σύμφωνα με έναν σχολιαστή: «Ο Ιωάννης, με τον βαθυστόχαστο, ευγενή και ιδεαλιστικό τρόπο σκέψης του, πέρασε από τη ζωή σαν άγγελος». (Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών [Commentary on the Holy Scriptures], του Λάνγκε, μετάφραση [στην αγγλική] και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976, Τόμ. 9, σ. 6) Αυτή την άποψή τους για την προσωπικότητα του Ιωάννη τη βασίζουν στο γεγονός ότι ο Ιωάννης μιλάει ιδιαίτερα για την αγάπη, καθώς και στο ότι στις Πράξεις των Αποστόλων δεν εμφανίζεται όσο ο Πέτρος και ο Παύλος. Επιπλέον, επισημαίνουν ότι, όπως φαίνεται, ο Ιωάννης άφηνε τον Πέτρο να μιλάει περισσότερο όταν ήταν μαζί.
Είναι αλήθεια πως, όταν ο Πέτρος και ο Ιωάννης ήταν μαζί, ο Πέτρος πάντοτε ξεχώριζε περισσότερο ως αυτός που έπαιρνε το λόγο. Αλλά οι αφηγήσεις δεν λένε ότι ο Ιωάννης σιωπούσε. Απεναντίας, όταν βρέθηκαν ενώπιον των αρχόντων και των πρεσβυτέρων, τόσο ο Πέτρος όσο και ο Ιωάννης μίλησαν άφοβα. (Πρ 4:13, 19) Παρόμοια, ο Ιωάννης μίλησε με τόλμη ενώπιον του Σάνχεδριν, όπως και οι άλλοι απόστολοι, αν και ο Πέτρος μνημονεύεται συγκεκριμένα. (Πρ 5:29) Όσο για το αν ήταν δραστήριος και ενεργητικός τύπος, δεν ήταν αυτός που γεμάτος αγωνία προσπέρασε τον Πέτρο και έφτασε πρώτος στον τάφο του Ιησού;—Ιωα 20:2-8.
Όταν ο Ιωάννης και ο αδελφός του ο Ιάκωβος άρχισαν τη διακονία τους ως απόστολοι, ο Ιησούς τούς έδωσε την επονομασία Βοανεργές (που σημαίνει «Γιοι Βροντής»). (Μαρ 3:17) Αυτός ο τίτλος ασφαλώς δεν υποδηλώνει αδύναμο συναισθηματισμό ούτε έλλειψη ζωτικότητας, αλλά αντίθετα υποδηλώνει δυναμική προσωπικότητα. Όταν ένα χωριό Σαμαρειτών αρνήθηκε να δεχτεί τον Ιησού, αυτοί οι «Γιοι Βροντής» ήταν έτοιμοι να ζητήσουν να πέσει φωτιά από τον ουρανό για να αφανίσει τους κατοίκους του. Πρωτύτερα, ο Ιωάννης είχε προσπαθήσει να εμποδίσει έναν άνθρωπο να εκβάλει δαίμονες στο όνομα του Ιησού. Ο Ιησούς τον έλεγξε και τον διόρθωσε και τις δύο αυτές φορές.—Λου 9:49-56.
Σε αυτές τις περιπτώσεις τα δύο αδέλφια εκδήλωσαν κακή κρίση και, σε μεγάλο βαθμό, έλλειψη τόσο της ισορροπίας όσο και του στοργικού, ελεήμονος πνεύματος που ανέπτυξαν αργότερα. Ωστόσο, στις δύο αυτές περιπτώσεις τα αδέλφια επέδειξαν πνεύμα οσιότητας, καθώς και μια αποφασιστική, έντονη προσωπικότητα η οποία, όταν στράφηκε προς τη σωστή κατεύθυνση, τους έκανε δυνατούς, δραστήριους και πιστούς μάρτυρες. Ο Ιάκωβος υπέστη μαρτυρικό θάνατο στα χέρια του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ (Πρ 12:1, 2) και ο Ιωάννης εγκαρτέρησε σαν στύλος «στη θλίψη και στη βασιλεία και στην υπομονή μαζί με τον Ιησού», ως ο τελευταίος εν ζωή απόστολος.—Απ 1:9.
Όταν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης προφανώς έβαλαν τη μητέρα τους να ζητήσει να καθήσουν δίπλα στον Χριστό στη Βασιλεία του, επέδειξαν φιλόδοξο πνεύμα που έκανε τους άλλους αποστόλους να αγανακτήσουν. Αλλά αυτό έδωσε στον Ιησού μια θαυμάσια ευκαιρία για να εξηγήσει ότι μεγάλος μεταξύ τους θα ήταν όποιος υπηρετούσε τους άλλους. Έπειτα τόνισε ότι ακόμη και ο Ίδιος ήρθε για να διακονήσει και να δώσει τη ζωή του λύτρο για πολλούς. (Ματ 20:20-28· Μαρ 10:35-45) Όσο και αν ήταν ιδιοτελής η επιθυμία τους αυτή, το περιστατικό αποκαλύπτει πόσο πολύ πίστευαν ότι η Βασιλεία ήταν πραγματική.
Οπωσδήποτε, αν η προσωπικότητα του Ιωάννη ήταν όπως τη σκιαγραφούν οι θρησκευτικοί σχολιαστές—αδύναμη, μη πρακτική, υποτονική, εσωστρεφής—ο Ιησούς Χριστός πιθανότατα δεν θα τον είχε χρησιμοποιήσει για τη συγγραφή του υποκινητικού, δυναμικού βιβλίου της Αποκάλυψης, στο οποίο ο Χριστός ενθαρρύνει επανειλημμένα τους Χριστιανούς να νικήσουν τον κόσμο, λέει να κηρυχτούν παγκόσμια τα καλά νέα και εξαγγέλλει τις βροντερές κρίσεις του Θεού.
Είναι αλήθεια ότι ο Ιωάννης μιλάει για την αγάπη περισσότερο από ό,τι οι άλλοι Ευαγγελιστές. Αυτό δεν αποτελεί ένδειξη αδύναμου συναισθηματισμού. Αντίθετα, η αγάπη είναι μια δυνατή ιδιότητα. Ολόκληρος ο Νόμος και οι Προφήτες βασίζονταν στην αγάπη. (Ματ 22:36-40) «Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται». (1Κο 13:8) Η αγάπη «είναι τέλειος δεσμός ενότητας». (Κολ 3:14) Το είδος της αγάπης την οποία συνιστά ο Ιωάννης προσκολλάται σε αρχές και είναι σε θέση να παράσχει ισχυρό έλεγχο, διόρθωση και διαπαιδαγώγηση, καθώς και να δείξει καλοσύνη και έλεος.
Όπου εμφανίζεται στις αφηγήσεις των τριών συνοπτικών Ευαγγελίων, καθώς και σε όλα τα δικά του συγγράμματα, ο Ιωάννης πάντοτε εκφράζει την ίδια ισχυρή αγάπη και οσιότητα απέναντι στον Ιησού Χριστό και στον Πατέρα του τον Ιεχωβά. Η οσιότητα και το μίσος για το κακό εκδηλώνονται μέσω του τρόπου με τον οποίο επισημαίνει τα άσχημα κίνητρα ή χαρακτηριστικά στις ενέργειες των άλλων. Μόνο ο Ιωάννης μάς αναφέρει ότι ο Ιούδας ήταν αυτός που δυσανασχέτησε όταν η Μαρία χρησιμοποίησε ακριβό μύρο για να αλείψει τα πόδια του Ιησού, καθώς και ότι ο λόγος για το παράπονο του Ιούδα ήταν πως αυτός είχε το κουτί με τα χρήματα και πως ήταν κλέφτης. (Ιωα 12:4-6) Αυτός παρατηρεί ότι ο Νικόδημος πήγε στον Ιησού “υπό το πέπλο της νύχτας”. (Ιωα 3:2) Επισημαίνει ένα σοβαρό ψεγάδι στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία—ότι ήταν «μαθητής του Ιησού αλλά κρυφός εξαιτίας του φόβου που είχε για τους Ιουδαίους». (Ιωα 19:38) Ο Ιωάννης δεν μπορούσε να αποδεχτεί το γεγονός ότι ήταν δυνατόν να δηλώνει κάποιος μαθητής του Κυρίου του και εντούτοις να ντρέπεται για αυτό.
Ο Ιωάννης είχε καλλιεργήσει τους καρπούς του πνεύματος σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό όταν έγραψε το Ευαγγέλιό του και τις επιστολές του από όσο όταν ήταν νέος, λίγο καιρό συνδεδεμένος με τον Ιησού. Ασφαλώς δεν εκδήλωνε πλέον το χαρακτηριστικό που είχε επιδείξει όταν ζήτησε μια ιδιαίτερη θέση στη Βασιλεία. Μάλιστα στα συγγράμματά του μπορούμε να βρούμε τρόπους με τους οποίους εκφράζεται η ωριμότητά του, καθώς και έξοχες συμβουλές που μας βοηθούν να μιμούμαστε την πιστή, όσια, δυναμική πορεία του.
4. Ιωάννης Μάρκος. Ένας από τους μαθητές του Ιησού και συγγραφέας του Ευαγγελίου Κατά τον Μάρκο. Συχνά αποκαλείται Μάρκος ο Ευαγγελιστής. Μάρκος ήταν η επονομασία του. Το σπίτι της μητέρας του Μαρίας στην Ιερουσαλήμ ήταν τόπος συνάθροισης για τους μαθητές. (Πρ 12:12) Συνόδευσε τον Παύλο και τον Βαρνάβα στην πρώτη ιεραποστολική περιοδεία του Παύλου (Πρ 12:25· 13:5), αλλά τους εγκατέλειψε στην Πέργη της Παμφυλίας και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 13:13) Αυτός ήταν ο λόγος που αργότερα ο Παύλος αρνήθηκε να πάρει τον Μάρκο μαζί στην επόμενη περιοδεία του, με αποτέλεσμα να φύγει ο Βαρνάβας προς διαφορετική κατεύθυνση, παίρνοντας μαζί του τον Μάρκο. (Πρ 15:36-41) Παρ’ όλα αυτά, προφανώς ο Μάρκος απέδειξε αργότερα ότι ήταν αξιόπιστος και επιμελής εργάτης, δεδομένου ότι ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο από τη Ρώμη, όπου είχε φυλακιστεί: «Πάρε τον Μάρκο και φέρε τον μαζί σου, γιατί μου είναι χρήσιμος για τη διακονία».—2Τι 4:11· βλέπε ΜΑΡΚΟΣ.
5. Ιουδαίος άρχοντας (ενδεχομένως συγγενής του πρωθιερέα Άννα) ο οποίος συνεργάστηκε με τον Άννα και τον Καϊάφα προκειμένου να συλλάβουν τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη και να τους φέρουν ενώπιόν τους. Αν και είχαν αποδείξεις για το θαύμα που εκτέλεσε ο Πέτρος θεραπεύοντας έναν κουτσό, διέταξαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη να σταματήσουν να κηρύττουν και μάλιστα τους απείλησαν. Αλλά μη έχοντας καμιά βάση για να πάρουν μέτρα εναντίον των αποστόλων και φοβούμενοι το λαό, τους άφησαν ελεύθερους.—Πρ 3:1-8· 4:5-22.