ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ
(Ανδρόνικος) [Νικητής Αντρών].
Πιστός Ιουδαίος Χριστιανός από την εκκλησία της Ρώμης στον οποίο έστειλε ο Παύλος χαιρετισμούς. Ο Παύλος αποκαλεί τον Ανδρόνικο και τον Ιουνία «συγγενείς» του. Αν και η λέξη συγγενεῖς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, στην ευρύτερη έννοιά της, είναι δυνατόν να σημαίνει «συμπατριώτες», η πρωταρχική σημασία της είναι «άτομα από το ίδιο γένος που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς αίματος». Τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Ανδρόνικος πιθανώς είχε τέτοια σχέση με τον Παύλο. Όπως ο Παύλος, έτσι και ο Ανδρόνικος είχε υποστεί φυλάκιση, ήταν τότε “διακεκριμένος” ανάμεσα στους αποστόλους και είχε γίνει Χριστιανός πριν από τον Παύλο.—Ρω 16:7.