Κεφάλαιο 28
Δοκιμασίες και Κοσκίνισμα από Μέσα
ΣΤΗΝ εξέλιξη και στην ανάπτυξη της σύγχρονης οργάνωσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά περιλαμβάνονται πολλές καταστάσεις που δοκίμασαν σοβαρά την πίστη ορισμένων ατόμων. Όπως το αλώνισμα και το λίχνισμα χωρίζουν το σιτάρι από το άχυρο, έτσι και αυτές οι καταστάσεις οδήγησαν στο να προσδιοριστεί η ταυτότητα των αληθινών Χριστιανών. (Παράβαλε Λουκάς 3:17). Άτομα που ήταν συνταυτισμένα με την οργάνωση αναγκάστηκαν να φανερώσουν τι υπήρχε μέσα στην καρδιά τους. Μήπως υπηρετούσαν μόνο και μόνο για προσωπικό όφελος; Μήπως ήταν απλώς οπαδοί κάποιου ατελούς ανθρώπου; Ή ήταν ταπεινοί, πρόθυμοι να μάθουν και να εκτελέσουν το θέλημα του Θεού, ολοκληρωτικά αφοσιωμένοι στον Ιεχωβά;—Παράβαλε 2 Χρονικών 16:9.
Παρόμοια, και οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού τον πρώτο αιώνα αντιμετώπισαν δοκιμασίες της πίστης τους. Ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του ότι, αν έμεναν πιστοί, θα συμμετείχαν μαζί με αυτόν στη Βασιλεία του. (Ματθ. 5:3, 10· 7:21· 18:3· 19:28) Αλλά δεν τους είπε πότε θα έπαιρναν αυτό το βραβείο. Όταν θα αντιμετώπιζαν την απάθεια του κόσμου, ακόμα και την εχθρότητά του, απέναντι στο κήρυγμά τους, θα συνέχιζαν όσια να έχουν ως πρώτο μέλημα στη ζωή τους τα συμφέροντα εκείνης της Βασιλείας; Δεν ενήργησαν όλοι έτσι.—2 Τιμ. 4:10.
Ο τρόπος με τον οποίο δίδασκε ο ίδιος ο Ιησούς αποτέλεσε δοκιμασία για μερικούς. Οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν όταν απέρριψε απερίφραστα τις παραδόσεις τους. (Ματθ. 15:1-14) Ακόμα και πολλοί που ομολογούσαν ότι ήταν μαθητές του Ιησού ενοχλήθηκαν από τον τρόπο της διδασκαλίας του. Σε μια περίπτωση, όπου μιλούσε σχετικά με το πόσο σημαντικό είναι να ασκεί κάποιος πίστη στην αξία της σάρκας και του αίματός του που θα προσφέρονταν ως θυσία, πολλοί μαθητές του σοκαρίστηκαν με τη συμβολική γλώσσα που χρησιμοποίησε. Χωρίς να περιμένουν περαιτέρω εξηγήσεις, αυτοί «γύρισαν στα πράγματα που βρίσκονταν πίσω και δεν περπατούσαν πια μαζί του».—Ιωάν. 6:48-66.
Αλλά δεν έφυγαν όλοι. Όπως εξήγησε ο Σίμων Πέτρος: «Κύριε, σε ποιον να πάμε; Εσύ έχεις λόγια αιώνιας ζωής· και εμείς έχουμε πιστέψει και έχουμε γνωρίσει ότι εσύ είσαι ο Άγιος του Θεού». (Ιωάν. 6:67-69) Εκείνοι είχαν δει και ακούσει πράγματα που αρκούσαν για να πειστούν ότι ο Ιησούς ήταν αυτός μέσω του οποίου ο Θεός φανέρωνε την αλήθεια σχετικά με τον εαυτό του και το σκοπό του. (Ιωάν. 1:14· 14:6) Ωστόσο, οι δοκιμασίες της πίστης συνεχίστηκαν.
Μετά το θάνατο και την ανάστασή του, ο Ιησούς χρησιμοποιούσε τους αποστόλους και ορισμένους άλλους ως ποιμένες της εκκλησίας. Αυτοί ήταν ατελείς άνθρωποι, και κατά καιρούς οι ατέλειές τους αποτελούσαν δοκιμασία για τους γύρω τους. (Παράβαλε Πράξεις 15:36-41· Γαλάτες 2:11-14). Εξάλλου, υπήρχαν κάποιοι οι οποίοι έχασαν την ισορροπία τους και έδειχναν υπέρμετρο θαυμασμό για επιφανείς Χριστιανούς και οι οποίοι έλεγαν «Εγώ ανήκω στον Παύλο», ενώ άλλοι έλεγαν «Εγώ στον Απολλώ». (1 Κορ. 3:4) Όλοι τους έπρεπε να προσέχουν μην τυχόν ξεχάσουν τι σημαίνει να είναι κανείς ακόλουθος του Ιησού Χριστού.
Ο απόστολος Παύλος προείπε άλλα σοβαρά προβλήματα, εξηγώντας ότι ακόμα και μέσα στη Χριστιανική εκκλησία «θα σηκωθούν άντρες και θα λένε διεστραμμένα πράγματα για να αποσπούν τους μαθητές πίσω τους». (Πράξ. 20:29, 30) Και ο απόστολος Πέτρος προειδοποίησε ότι ψευδοδιδάσκαλοι μέσα από τους δούλους του Θεού θα επιδίωκαν να εκμεταλλευτούν άλλους «με πλαστά λόγια». (2 Πέτρ. 2:1-3) Ήταν ολοφάνερο ότι θα έρχονταν και άλλες δοκιμασίες της πίστης και της οσιότητας, δοκιμασίες που θα διερευνούσαν την καρδιά.
Άρα λοιπόν, οι δοκιμασίες και το κοσκίνισμα που είναι μέρος της σύγχρονης ιστορίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά δεν προξενούν έκπληξη. Αλλά πολλοί έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν ποιοι σκανδαλίστηκαν και γιατί.
Εκτιμούσαν Αληθινά το Λύτρο;
Στις αρχές της δεκαετίας του 1870, ο αδελφός Ρώσσελ και οι σύντροφοί του απέκτησαν αυξημένη γνώση και εκτίμηση για το σκοπό του Θεού. Ήταν καιρός πνευματικής αναζωογόνησης για αυτούς. Αλλά κατόπιν, το 1878, αντιμετώπισαν μια μεγάλη δοκιμασία της πίστης τους και της οσιότητάς τους στο Λόγο του Θεού. Το αμφιλεγόμενο ζήτημα ήταν η αξία που είχε η θυσία της σάρκας και του αίματος του Ιησού—η ίδια διδασκαλία λόγω της οποίας είχαν σκανδαλιστεί πολλοί μαθητές του Ιησού τον πρώτο αιώνα.
Μόλις δυο χρόνια πριν από αυτό, το 1876, ο Κ. Τ. Ρώσσελ είχε αρχίσει να συνεργάζεται με τον Ν. Χ. Μπάρμπουρ από το Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης. Επίσης, άρχισαν να συνεργάζονται και οι όμιλοι μελέτης που είχαν συνταυτιστεί με αυτούς τους δυο άντρες. Ο Ρώσσελ είχε διαθέσει κεφάλαια για να ξαναρχίσει να τυπώνεται το περιοδικό του Μπάρμπουρ Ο Κήρυξ της Πρωίας (Herald of the Morning), στο οποίο ο Μπάρμπουρ ήταν εκδότης και ο Ρώσσελ βοηθός εκδότη. Επίσης, είχαν εκδώσει μαζί ένα βιβλίο με τίτλο Τρεις Κόσμοι και η Σοδειά Αυτού του Κόσμου (Three Worlds, and the Harvest of This World).
Τότε έπεσε κεραυνός εν αιθρία! Στο τεύχος του Αυγούστου 1878 του Κήρυκος της Πρωίας, ο Μπάρμπουρ έγραψε ένα άρθρο με το οποίο έθετε στο περιθώριο εδάφια όπως τα 1 Πέτρου 3:18, Ησαΐας 53:5, 6 και Εβραίους 9:22, και δήλωνε ότι η όλη ιδέα σύμφωνα με την οποία ο Χριστός πέθανε για να εξιλεώσει τις αμαρτίες μας είναι προσβλητική. Ο Ρώσσελ έγραψε αργότερα: «Προς οδυνηρή μας έκπληξη, ο κ. Μπάρμπουρ . . . έγραψε ένα άρθρο για τον Κήρυκα όπου απαρνιέται τη δοξασία του εξιλασμού—απαρνιέται ότι ο θάνατος του Χριστού ήταν το λυτρωτικό τίμημα για τον Αδάμ και την ανθρώπινη φυλή, λέγοντας ότι ο θάνατος του Χριστού ως διευθέτηση της τιμωρίας για τις αμαρτίες του ανθρώπου είχε τόση αξία όση αξία θα θεωρούσε ένας επίγειος γονέας ότι έχει το τρύπημα με μια καρφίτσα, ο βασανισμός και ο θάνατος μιας μύγας ως δίκαιη διευθέτηση για κάποια παράβαση του παιδιού του».a
Το θέμα ήταν κρίσιμο. Θα ενέμενε όσια ο αδελφός Ρώσσελ στα όσα έλεγε σαφώς η Αγία Γραφή σχετικά με την προμήθεια του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους; Ή θα έπεφτε θύμα της ανθρώπινης φιλοσοφίας; Αν και ο Ρώσσελ ήταν μόνο 26 ετών εκείνον τον καιρό και ο Μπάρμπουρ ήταν πολύ μεγαλύτερος, ο Ρώσσελ έγραψε με θάρρος ένα άρθρο για το αμέσως επόμενο τεύχος του Κήρυκος, με το οποίο υπερασπιζόταν δυναμικά το γεγονός ότι η αξία του αίματος του Χριστού εξιλεώνει αμαρτίες, ζήτημα το οποίο χαρακτήρισε ως «μια από τις πιο σημαντικές διδασκαλίες του λόγου του Θεού».
Στη συνέχεια, ζήτησε από τον Τζ. Χ. Πάτον, τον άλλο βοηθό εκδότη του Κήρυκος, να γράψει και εκείνος ένα άρθρο που να υποστηρίζει την πίστη στο αίμα του Χριστού ως τη βάση για την εξιλέωση των αμαρτιών. Ο Πάτον έγραψε πράγματι αυτό το άρθρο, το οποίο και δημοσιεύτηκε στο τεύχος του Δεκεμβρίου. Ο Ρώσσελ, έπειτα από επανειλημμένες αλλά ανεπιτυχείς προσπάθειες που έκανε για να λογικέψει τον Μπάρμπουρ ως προς αυτό το θέμα, με βάση τις Γραφές, διέκοψε κάθε σχέση με αυτόν και σταμάτησε να υποστηρίζει οικονομικά το περιοδικό του. Τον Ιούλιο του 1879, ο Ρώσσελ άρχισε να εκδίδει ένα καινούριο περιοδικό—Η Σκοπιά της Σιών και Κήρυξ της του Χριστού Παρουσίας—το οποίο εξαρχής προάσπιζε ιδιαίτερα το λύτρο. Αλλά τα προβλήματα δεν τελείωσαν εκεί.
Δυο χρόνια αργότερα, ο Πάτον, ο οποίος υπηρετούσε τότε ως περιοδεύων εκπρόσωπος της Σκοπιάς, άρχισε και αυτός να παίρνει άλλο δρόμο, και κατόπιν εξέδωσε ένα βιβλίο (το δεύτερο βιβλίο του, με τίτλο Αυγή της Ημέρας [Day Dawn]), στο οποίο απέρριπτε την πίστη στην πτώση του Αδάμ στην αμαρτία και, κατά συνέπεια, την ανάγκη για ένα λυτρωτή. Υποστήριζε ότι ο Κύριος ήταν και ο ίδιος ατελής άνθρωπος ο οποίος με τη ζωή του απλώς έδειξε στους άλλους πώς να «σταυρώσουν» τις αμαρτωλές τους τάσεις. Το 1881, ο Α. Ντ. Τζόουνς, κάποιος άλλος συνεργάτης, άρχισε να εκδίδει ένα έντυπο (Ορθρινός Αστέρας της Σιών [Zion’s Day Star]) παρόμοιο με τη Σκοπιά αλλά με τη σκέψη να αναλύονται μέσω αυτού απλούστερες πτυχές του σκοπού του Θεού. Στην αρχή όλα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά. Εντούτοις, μέσα σε ένα χρόνο, το έντυπο του Τζόουνς είχε απαρνηθεί την εξιλεωτική θυσία του Χριστού και, ύστερα από έναν ακόμα χρόνο, είχε απορρίψει και όλη την υπόλοιπη Αγία Γραφή. Τι είχαν πάθει αυτοί οι άνθρωποι; Είχαν αφήσει διάφορες προσωπικές θεωρίες και το θαυμασμό τους για δημοφιλείς φιλοσοφίες ανθρώπων να τους απομακρύνουν από το Λόγο του Θεού. (Παράβαλε Κολοσσαείς 2:8). Το έντυπο που εξέδιδε ο Α. Ντ. Τζόουνς συνέχισε να κυκλοφορεί λίγο μόνο καιρό και μετά σταμάτησε. Ο Τζ. Χ. Πάτον αποφάσισε να εκδώσει ένα περιοδικό στο οποίο να εκθέτει το ευαγγέλιο όπως το έβλεπε εκείνος, αλλά η κυκλοφορία του ήταν πολύ περιορισμένη.
Τον αδελφό Ρώσσελ τον απασχολούσε έντονα η επίδραση που είχαν όλα αυτά στους αναγνώστες της Σκοπιάς. Αντιλαμβανόταν ότι αυτά έθεταν την πίστη του καθενός σε δοκιμασία. Ήξερε καλά ότι μερικοί θεωρούσαν πως η κριτική που έκανε για τις αντιγραφικές διδασκαλίες υποκινούνταν από πνεύμα ανταγωνισμού. Αλλά ο αδελφός Ρώσσελ δεν προσπαθούσε να κερδίσει οπαδούς για τον εαυτό του. Σχετικά με τα όσα λάβαιναν χώρα, ο ίδιος έγραψε: «Ο σκοπός αυτής της δοκιμασίας και του κοσκινίσματος είναι καταφανώς να επιλεγούν όλοι εκείνοι που έχουν ανιδιοτελείς επιθυμίες καρδιάς, που είναι πλήρως και ανεπιφύλακτα καθιερωμένοι στον Κύριο, που τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα η εκτέλεση του θελήματος του Κυρίου, και που έχουν τόσο μεγάλη πεποίθηση στη σοφία του, στην οδό του και στο Λόγο του, ώστε αρνούνται να οδηγηθούν μακριά από το Λόγο του Κυρίου είτε με τις σοφιστείες άλλων είτε με σχέδια και ιδέες δικές τους».
Χρησιμοποιούσε ο Θεός Κάποιον Ορατό Αγωγό;
Υπάρχουν, φυσικά, πολλές θρησκευτικές οργανώσεις, και αρκετοί δάσκαλοι χρησιμοποιούν σε κάποιο βαθμό την Αγία Γραφή. Χρησιμοποιούσε ο Θεός ειδικά τον Κάρολο Τέηζ Ρώσσελ; Αν ναι, έπαψε ο Θεός να έχει κάποιον ορατό αγωγό όταν πέθανε ο αδελφός Ρώσσελ; Αυτά τα ζητήματα έγιναν κρίσιμα, έγιναν ζητήματα που οδήγησαν σε περαιτέρω δοκιμασίες και κοσκίνισμα.
Σίγουρα δεν θα αναμενόταν να χρησιμοποιήσει ο Θεός τον Κ. Τ. Ρώσσελ αν αυτός δεν προσκολλιόταν όσια στο Λόγο του Θεού. (Ιερ. 23:28· 2 Τιμ. 3:16, 17) Ο Θεός δεν θα χρησιμοποιούσε ένα άτομο που από φόβο θα απέφευγε να κηρύξει τα όσα έβλεπε καθαρά γραμμένα στις Γραφές. (Ιεζ. 2:6-8) Ούτε θα χρησιμοποιούσε ο Θεός κάποιον που θα εκμεταλλευόταν τη γνώση των Γραφών την οποία κατείχε για να δοξαστεί ο ίδιος. (Ιωάν. 5:44) Οπότε, τι δείχνουν τα γεγονότα;
Καθώς οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα ανασκοπούν το έργο που έκανε εκείνος, τα όσα δίδαξε, τους λόγους για τους οποίους τα δίδαξε και το αποτέλεσμα που προέκυψε, δεν έχουν καμιά αμφιβολία για το ότι ο Θεός χρησιμοποίησε όντως τον Κάρολο Τέηζ Ρώσσελ με έναν ειδικό τρόπο και σε μια σημαντική περίοδο χρόνου.
Αυτή η άποψη δεν βασίζεται αποκλειστικά στη σταθερή στάση που πήρε ο αδελφός Ρώσσελ όσον αφορά το λύτρο. Λαβαίνει επίσης υπόψη της το γεγονός ότι εκείνος απέρριψε με αφοβιά σύμβολα πίστης που περιείχαν μερικές από τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις του Χριστιανικού κόσμου, επειδή αυτά συγκρούονταν με τις θεόπνευστες Γραφές. Σε εκείνες τις πεποιθήσεις συγκαταλεγόταν το δόγμα της Τριάδας (το οποίο έχει τις ρίζες του στην αρχαία Βαβυλώνα και υιοθετήθηκε από τους λεγόμενους Χριστιανούς πολύ μετά την ολοκλήρωση της συγγραφής της Αγίας Γραφής), καθώς και η διδασκαλία ότι οι ανθρώπινες ψυχές είναι εκ φύσεως αθάνατες (η οποία υιοθετήθηκε από ανθρώπους καταγοητευμένους από τη φιλοσοφία του Πλάτωνα και άνοιξε το δρόμο για να δεχτούν ιδέες όπως ο αιώνιος βασανισμός των ψυχών σε μια πύρινη κόλαση). Πολλοί λόγιοι του Χριστιανικού κόσμου γνωρίζουν και οι ίδιοι ότι αυτές τις δοξασίες δεν τις διδάσκει η Αγία Γραφή,b αλλά συνήθως αυτό δεν το λένε οι κήρυκές τους από τους άμβωνες. Αντίθετα, ο αδελφός Ρώσσελ ξεκίνησε μια εντατική εκστρατεία για να μεταδώσει τα πραγματικά λόγια της Αγίας Γραφής σε κάθε άτομο που ήταν πρόθυμο να ακούσει.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο το τι έκανε ο αδελφός Ρώσσελ σχετικά με άλλες σπουδαιότατες αλήθειες που έμαθε από το Λόγο του Θεού. Διέκρινε ότι ο Χριστός θα επέστρεφε ως ένδοξο πνευματικό πρόσωπο, αόρατο στα ανθρώπινα μάτια. Από το 1876 κιόλας, αναγνώριζε ότι το έτος 1914 θα σήμαινε το τέλος των Καιρών των Εθνών. (Λουκ. 21:24) Και άλλοι Βιβλικοί λόγιοι είχαν κατανοήσει μερικά από αυτά τα πράγματα και τα είχαν υποστηρίξει. Αλλά ο αδελφός Ρώσσελ χρησιμοποίησε όλους τους πόρους του για να δοθεί σε αυτά διεθνής δημοσιότητα, σε βαθμό που δεν είχε επιτευχθεί τότε από κανένα άλλο άτομο ή ομάδα.
Ο αδελφός Ρώσσελ πρότρεπε τους άλλους να ελέγχουν τα συγγράμματά του παραβάλλοντάς τα προσεκτικά με τον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού, ώστε να είναι πεπεισμένοι πως τα όσα μάθαιναν βρίσκονταν σε πλήρη αρμονία με αυτόν το Λόγο. Σε κάποιον ο οποίος τον ρώτησε σχετικά, σε μια επιστολή που του έγραψε, απάντησε τα εξής: «Εφόσον ήταν σωστό να βεβαιώνονται οι πρώτοι Χριστιανοί για την εγκυρότητα αυτών που λάβαιναν από τους αποστόλους, οι οποίοι αξίωναν ότι ήταν και ήταν θεόπνευστοι, πόσο πιο σπουδαίο είναι να είστε εσείς απόλυτα πεπεισμένος ότι αυτές οι διδασκαλίες συμβαδίζουν με τις καταγραμμένες οδηγίες των αποστόλων και με εκείνες του Κυρίου μας—εφόσον ο συγγραφέας τους δεν αξιώνει ότι έχει θεοπνευστία αλλά απλώς και μόνο την καθοδηγία του Κυρίου, ως κάποιος τον οποίο χρησιμοποιεί εκείνος για να δώσει τροφή στο ποίμνιό του».
Ο αδελφός Ρώσσελ δεν ισχυριζόταν ότι είχε κάποια υπερφυσική δύναμη ούτε κάποια θεϊκή αποκάλυψη. Δεν αξίωνε τιμή για τα όσα δίδασκε. Ήταν εξαιρετικός μελετητής της Αγίας Γραφής. Αλλά ο ίδιος εξηγούσε πως η αξιοσημείωτη κατανόησή του για τις Γραφές οφειλόταν στο ‘απλούστατο γεγονός ότι είχε έρθει ο ορισμένος καιρός του Θεού’. Είπε: «Αν δεν μιλούσα εγώ και δεν μπορούσε να βρεθεί άλλος για να χρησιμοποιηθεί, τότε θα φώναζαν οι ίδιες οι πέτρες». Έλεγε ότι αυτός ήταν απλώς και μόνο σαν το δείκτη ενός χεριού που δείχνει ό,τι αναφέρει ο Λόγος του Θεού.
Ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ δεν ήθελε δόξα από ανθρώπους. Για να διορθώσει τον τρόπο σκέψης όποιων τυχόν είχαν την τάση να του αποδίδουν υπερβολική τιμή, ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε, το 1896: «Εφόσον, με τη χάρη του Θεού, έχουμε χρησιμοποιηθεί σε κάποιο βαθμό στη διακονία του ευαγγελίου, δεν θα ήταν άτοπο να πούμε εδώ αυτό που έχουμε πει πολλές φορές σε ιδιωτικό κύκλο και, προγενέστερα, μέσα από αυτές τις στήλες—ότι δηλαδή, ενώ εκτιμούμε την αγάπη, τη συμπάθεια, την εμπιστοσύνη και τα συντροφικά αισθήματα των συνδούλων μας και ολόκληρου του οίκου της πίστης, δεν επιθυμούμε καθόλου απόδοση τιμής ή λατρευτικού σεβασμού για το άτομό μας ή για τα συγγράμματά μας· ούτε επιθυμούμε να μας αποκαλούν Αιδεσιμότατο ή Ραβί. Ούτε επιθυμούμε να υιοθετήσουν κάποιοι το όνομά μας».
Όταν πλησίαζε ο θάνατός του, δεν είχε την άποψη ότι δεν υπήρχε τίποτα άλλο να μάθει κανείς, ότι δεν υπήρχε πια έργο να γίνει. Πολλές φορές είχε μιλήσει για τη σύνταξη του έβδομου τόμου των Γραφικών Μελετών. Όταν ρωτήθηκε για αυτόν τον τόμο πριν πεθάνει, είπε στον Μέντα Στέρτζον, ο οποίος τον συνόδευε στο ταξίδι του: «Θα τον γράψει κάποιος άλλος». Στη διαθήκη του εξέφρασε την επιθυμία να συνεχίσει να εκδίδεται η Σκοπιά υπό την εποπτεία μιας επιτροπής αντρών πλήρως αφοσιωμένων στον Κύριο. Δήλωσε ότι εκείνοι που θα υπηρετούσαν σε αυτήν έπρεπε να είναι άνθρωποι «ολοκληρωτικά όσιοι στις δοξασίες των Γραφών—και ειδικά στη δοξασία του Λύτρου—δοξασίες που λένε ότι δεν γίνεται κανείς αποδεκτός από τον Θεό ούτε υπάρχει σωτηρία για αιώνια ζωή παρά μόνο μέσω πίστης στον Χριστό και υπακοής στο Λόγο Του και στο πνεύμα αυτού του Λόγου».
Ο αδελφός Ρώσσελ αντιλαμβανόταν ότι υπήρχε πολύ έργο που έπρεπε να γίνει στο μέλλον όσον αφορά το κήρυγμα των καλών νέων. Σε ένα πρόγραμμα με ερωτήσεις και απαντήσεις, στο Βανκούβερ της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά, το 1915, τον ρώτησαν πότε οι χρισμένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού που ζούσαν τότε μπορούσαν να αναμένουν να λάβουν την ουράνια ανταμοιβή τους. Εκείνος απάντησε: «Δεν γνωρίζω, αλλά υπάρχει ένα μεγάλο έργο που πρέπει να γίνει. Και για να γίνει αυτό θα χρειαστούν χιλιάδες αδελφοί και εκατομμύρια χρήματα. Πού θα βρεθούν δεν γνωρίζω—ο Κύριος γνωρίζει τα πράγματα που τον αφορούν». Αργότερα, το 1916, λίγο πριν αρχίσει την περιοδεία ομιλιών στη διάρκεια της οποίας πέθανε, κάλεσε στο γραφείο του τον Α. Χ. Μακμίλαν, ένα διοικητικό βοηθό. Σε εκείνη την περίπτωση είπε: «Εγώ δεν μπορώ πια να συνεχίσω το έργο, εντούτοις υπάρχει πολύ έργο που πρέπει να γίνει ακόμα». Επί τρεις ώρες περιέγραφε στον αδελφό Μακμίλαν το εκτεταμένο έργο κηρύγματος που έβλεπε για το μέλλον, βάσει των Γραφών. Όταν ο αδελφός Μακμίλαν εξέφρασε κάποιες αμφιβολίες, του απάντησε: «Αυτό δεν είναι έργο ανθρώπου».
Η Αλλαγή στη Διοίκηση Φέρνει Δοκιμασίες
Πολλοί σύντροφοι του αδελφού Ρώσσελ ήταν ακλόνητα πεπεισμένοι ότι ο Κύριος είχε τον πλήρη έλεγχο των πραγμάτων. Στην κηδεία του αδελφού Ρώσσελ, ο Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ δήλωσε: «Ο Θεός χρησιμοποίησε πολλούς δούλους του στο παρελθόν και, αναμφίβολα, θα χρησιμοποιήσει πολλούς και στο μέλλον. Η καθιέρωσή μας δεν έγινε σε κάποιον άνθρωπο ή στο έργο ενός ανθρώπου, αλλά στην επιτέλεση του θελήματος του Θεού, με τον τρόπο που Εκείνος θα μας το αποκαλύψει μέσα από το Λόγο Του και τις θεόσταλτες κατευθύνσεις. Ο Θεός βρίσκεται ακόμα στο πηδάλιο». Ο αδελφός Βαν Άμπουργκ ποτέ δεν κλονίστηκε από αυτή την πεποίθηση ως το θάνατό του.
Το λυπηρό είναι, όμως, ότι μερικοί που διατείνονταν πως θαύμαζαν τον Ρώσσελ εκδήλωσαν διαφορετικό πνεύμα. Ως αποτέλεσμα, οι αλλαγμένες καταστάσεις μετά το θάνατο του Ρώσσελ επέφεραν δοκιμασίες και κοσκίνισμα. Αποσπάστηκαν αποστατικές ομάδες όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στο Μπέλφαστ της Ιρλανδίας, στην Κοπεγχάγη της Δανίας, στο Βανκούβερ και στη Βικτόρια της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά, καθώς και σε άλλα μέρη. Στο Ελσίνκι της Φινλανδίας, μερικοί υιοθέτησαν την άποψη ότι μετά το θάνατο του Ρώσσελ δεν υπήρχε αγωγός για περαιτέρω πνευματικό φως. Κατόπιν παροτρύνσεων από ορισμένα εξέχοντα πρόσωπα, 164 άτομα εκεί έφυγαν από την οργάνωση. Είχε αυτό την ευλογία του Θεού; Επί κάποιο χρονικό διάστημα αυτοί εξέδιδαν δικό τους περιοδικό και διεξήγαν δικές τους συναθροίσεις. Με τον καιρό, ωστόσο, η ομάδα διαιρέθηκε, συρρικνώθηκε και έπαψε να υπάρχει· και πολλοί από αυτούς γύρισαν με χαρά στις συναθροίσεις των Σπουδαστών της Γραφής. Αλλά δεν γύρισαν όλοι.
Ο θάνατος του αδελφού Ρώσσελ, σε συνδυασμό με τις επακόλουθες εξελίξεις, αποτέλεσε επίσης δοκιμασία για τον Ρ. Ε. Μπ. Νίκολσον, το γραμματέα στο τμήμα της Αυστραλίας, και έγινε αιτία ώστε να φανερώσει αυτός τι υπήρχε μέσα στην καρδιά του. Μετά το θάνατο του Ρώσσελ ο Νίκολσον έγραψε: «Επί ένα τέταρτο του αιώνα και περισσότερο τον αγαπούσα, όχι μόνο λόγω των έργων του, αλλά και για τον υπέροχο χαρακτήρα του, χαιρόμουν με τις αλήθειες που μετέδιδε ως ‘τροφή στον κατάλληλο καιρό’ και με τις συμβουλές του, θαύμαζα τη συμπονετική, καλοσυνάτη και στοργική φύση του που ήταν τόσο θαυμάσια συνυφασμένη με το σθένος και την ισχυρή αποφασιστικότητα να κάνει και να τολμήσει τα πάντα προκειμένου να επιτελέσει αυτό που πίστευε ότι ήταν το Θεϊκό θέλημα ή η αποκάλυψη του Λόγου Του. . . . Νιώθει κανείς ένα αίσθημα μοναξιάς όταν συνειδητοποιεί ότι αυτό το δυνατό στήριγμα δεν είναι πλέον εν ζωή».
Ο Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, ο καινούριος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, δεν ήταν το είδος του ανθρώπου που, κατά τη γνώμη του Νίκολσον, θα έπρεπε να βρίσκεται στη θέση επίβλεψης που κατείχε ο αδελφός Ρώσσελ. Ο Νίκολσον άρχισε να επικρίνει ανοιχτά τον απερίφραστο τρόπο με τον οποίο η καινούρια Γραφική ύλη μελέτης κατηγορούσε την ψεύτικη θρησκεία. Δεν πέρασε πολύς καιρός και έφυγε από την οργάνωση, παίρνοντας μαζί του αρκετή από την περιουσία της Εταιρίας (την οποία είχε στο δικό του όνομα), καθώς και τα άτομα στη Μελβούρνη τα οποία, από την πλευρά τους, είχαν την τάση να αποβλέπουν σε εκείνον. Γιατί συνέβη αυτό; Καταφανώς ο Νίκολσον είχε αφήσει τον εαυτό του να γίνει οπαδός ενός ανθρώπου· συνεπώς, όταν αυτός ο άνθρωπος χάθηκε, έσβησε η εντιμότητα και ο ζήλος του Νίκολσον για την υπηρεσία του Κυρίου. Κανένας από αυτούς που αποσπάστηκαν τότε δεν ευημέρησε πνευματικά. Είναι αξιοσημείωτο, όμως, ότι η Τζέιν Νίκολσον, αν και ήταν σωματικά αδύναμη, δεν αποσκίρτησε μαζί με το σύζυγό της. Αυτή ήταν αφοσιωμένη πάνω από όλα στον Ιεχωβά Θεό και εξακολούθησε να τον υπηρετεί ολοχρόνια ωσότου πέθανε το 1951.
Πολλοί διέκριναν ότι τα όσα λάβαιναν χώρα στα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατο του αδελφού Ρώσσελ επιτελούσαν το θέλημα του Κυρίου. Ένας δούλος του Ιεχωβά στον Καναδά έγραψε σχετικά με αυτό στον αδελφό Ρόδερφορντ τα εξής:
«Αγαπητέ αδελφέ, μη με παρεξηγήσετε τώρα επειδή σας γράφω αυτά τα λόγια. Η ιδιοσυγκρασία σας και αυτή του αγαπημένου μας αδελφού Ρώσσελ είναι τόσο ανόμοιες όσο η μέρα με τη νύχτα. Πολλοί, δυστυχώς πάρα πολλοί, αγαπούσαν τον αδελφό Ρώσσελ λόγω της προσωπικότητάς του, της ιδιοσυγκρασίας του, κτλ.· και πάρα πολύ λίγοι του αντιτάχθηκαν. Πολλοί δέχτηκαν την αλήθεια μόνο και μόνο επειδή το είπε ο αδελφός Ρώσσελ. Μετά, πολλοί έφτασαν στο σημείο να λατρεύουν αυτόν τον άνθρωπο . . . Θα θυμάστε την περίπτωση όπου ο αδελφός Ρώσσελ σε κάποια συνέλευση έκανε μια εκ βαθέων ομιλία σχετικά με αυτή την αστοχία πολλών καλοπροαίρετων αδελφών, βασίζοντας την ομιλία του στον Ιωάννη και τον άγγελο. (Αποκάλυψη 22:8, 9) Όταν απεβίωσε, όλοι ξέρουμε τι συνέβη.
»Αλλά εσείς, αδελφέ Ρόδερφορντ, έχετε μια ιδιοσυγκρασία που δεν συγκρίνεται με εκείνη του αδελφού Ρώσσελ. Ακόμα και η εμφάνισή σας διαφέρει. Δεν είναι δικό σας σφάλμα. Με αυτήν γεννηθήκατε και δεν μπορούσατε να την αποβάλετε. . . . Από τότε που έχετε τεθεί επικεφαλής των υποθέσεων της ΕΤΑΙΡΙΑΣ, έχετε γίνει αντικείμενο άδικων επικρίσεων και συκοφαντιών του χειρίστου είδους, και όλα αυτά προέρχονται από τους αδελφούς. Και όμως, εσείς παρ’ όλα αυτά παραμένετε όσιος και αφοσιωμένος στον αγαπητό Κύριο και στην αποστολή του, όπως αυτή αναγράφεται στα εδάφια Ησαΐας 61:1-3. Ήξερε ο Κύριος τι έκανε όταν έθετε εσάς επικεφαλής των υποθέσεων αυτών; Και βέβαια ήξερε. Στο παρελθόν όλοι μας είχαμε την τάση να λατρεύουμε το πλάσμα μάλλον παρά τον Πλάστη. Ο Κύριος το ήξερε αυτό. Γι’ αυτό και έθεσε ένα διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας πλάσμα επικεφαλής των υποθέσεων αυτών ή, πρέπει μάλλον να πω, στην επίβλεψη του έργου, του έργου του θερισμού. Εσείς δεν επιθυμείτε να σας λατρεύει κανένας. Το γνωρίζω αυτό, αλλά επιθυμείτε όντως όλοι όσοι έχουν την ίδια πολύτιμη πίστη να χαίρονται το φως που φέγγει τώρα στην οδό του δικαίου, όπως ο Κύριος θεωρεί κατάλληλο να φέγγει. Και ακριβώς αυτό επιθυμεί ο Κύριος να γίνεται».
Διασαφήνιση της Ταυτότητας του ‘Πιστού και Φρόνιμου Δούλου’
Πολλοί που κοσκινίστηκαν και έπεσαν εκείνον τον καιρό ενέμεναν στην άποψη ότι ένα μόνο άτομο, ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ, ήταν ο «πιστός και φρόνιμος δούλος» για τον οποίο προείπε ο Ιησούς στα εδάφια Ματθαίος 24:45-47 και ο οποίος θα διένεμε πνευματική τροφή στον οίκο της πίστης. Ιδιαίτερα μετά το θάνατό του, η ίδια η Σκοπιά παρουσίαζε αυτή την άποψη επί αρκετά χρόνια. Λαμβανομένου υπόψη του εξέχοντα ρόλου που είχε παίξει ο αδελφός Ρώσσελ, οι Σπουδαστές της Γραφής εκείνον τον καιρό νόμιζαν ότι έτσι είχαν τα πράγματα. Ο ίδιος προσωπικά δεν προωθούσε αυτή την εντύπωση, αλλά αναγνώριζε την προφανή λογική που είχαν τα επιχειρήματα εκείνων οι οποίοι την υποστήριζαν.c Όμως, τόνιζε επίσης ότι όποιος και αν χρησιμοποιούνταν από τον Κύριο σε έναν τέτοιο ρόλο έπρεπε να είναι ταπεινός και ζηλωτής στην ενδόξαση του Κυρίου και ότι, αν αυτός που θα επέλεγε ο Κύριος αποτύγχανε, θα τοποθετούνταν κάποιος άλλος στη θέση του.
Ωστόσο, καθώς το φως της αλήθειας έφεγγε προοδευτικά ολοένα και πιο λαμπρά μετά το θάνατο του αδελφού Ρώσσελ και καθώς το κήρυγμα που είχε προείπει ο Ιησούς γινόταν όλο και πιο εκτεταμένο, έγινε φανερό ότι ο «πιστός και φρόνιμος δούλος» δεν είχε εκλείψει όταν πέθανε ο αδελφός Ρώσσελ. Το 1881, ο ίδιος ο αδελφός Ρώσσελ είχε εκφράσει την άποψη ότι εκείνος ο «δούλος» αποτελούνταν από όλο το σώμα των πιστών Χριστιανών που ήταν χρισμένοι από το πνεύμα. Τον θεωρούσε συλλογικό δούλο, μια τάξη ανθρώπων ενωμένων στην εκτέλεση του θελήματος του Θεού. (Παράβαλε Ησαΐας 43:10). Αυτή την κατανόηση επαναβεβαίωσαν οι Σπουδαστές της Γραφής το 1927. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα αναγνωρίζουν ότι το περιοδικό Σκοπιά και τα συγγενικά του έντυπα είναι αυτά που χρησιμοποιεί ο πιστός και φρόνιμος δούλος για να διανέμει την πνευματική τροφή. Δεν ισχυρίζονται ότι αυτή η τάξη του δούλου είναι αλάθητη, αλλά θεωρούν ότι είναι ο ένας αγωγός που χρησιμοποιεί ο Κύριος στις τελευταίες μέρες αυτού του συστήματος πραγμάτων.
Όταν Έμπαινε στη Μέση η Υπερηφάνεια
Υπήρχαν περιπτώσεις, όμως, όπου άτομα σε υπεύθυνες θέσεις έφτασαν στο σημείο να θεωρούν τον εαυτό τους ως τον αγωγό του πνευματικού φωτός και συνεπώς αντιδρούσαν στα όσα παρείχε η οργάνωση. Άλλοι απλώς ενέδωσαν στην επιθυμία για άσκηση μεγαλύτερης προσωπικής επιρροής. Αυτοί επιδίωξαν να κερδίσουν οπαδούς ή, όπως το έθεσε ο απόστολος Παύλος, ‘να αποσπάσουν τους μαθητές πίσω τους’. (Πράξ. 20:29, 30) Φυσικά, αυτό έθεσε σε δοκιμασία τα κίνητρα και την πνευματική σταθερότητα εκείνων τους οποίους προσπάθησαν να δελεάσουν. Εξετάστε μερικά παραδείγματα:
Ειδικές επιστολές που στάλθηκαν στους Σπουδαστές της Γραφής στο Αλεγκένι της Πενσυλβανίας τούς προσκαλούσαν σε μια συνάντηση στις 5 Απριλίου 1894. Ο αδελφός και η αδελφή Ρώσσελ δεν προσκλήθηκαν και ούτε παρευρέθηκαν, αλλά πήγαν περίπου 40 άλλοι. Η επιστολή, την οποία υπέγραφαν οι Ε. Μπράιαν, Σ. Ντ. Ρότζερς, Τζ. Μπ. Άνταμσον και Ο. φον Ζεκ, έλεγε ότι η συνάντηση θα είχε να κάνει με πράγματα που αφορούσαν την «ύψιστη ευημερία» τους. Αποδείχτηκε ότι επρόκειτο για μια κακόβουλη προσπάθεια που έκαναν εκείνοι οι συνωμότες με σκοπό να δηλητηριάσουν το μυαλό των άλλων αποκαλύπτοντας τις, κατά τις εικασίες τους, παρατυπίες στις επαγγελματικές υποθέσεις του αδελφού Ρώσσελ (παρ’ όλο που τα γεγονότα τις διέψευδαν), διατεινόμενοι ότι ο αδελφός Ρώσσελ κατείχε υπερβολικά μεγάλη εξουσία (την οποία αυτοί ήθελαν για τον εαυτό τους) και παραπονούμενοι επειδή εκείνος προτιμούσε να γίνεται χρήση της έντυπης ύλης προκειμένου να διαδίδεται το ευαγγέλιο και να διεξάγονται συναθροίσεις Βιβλικών τάξεων, αντί απλώς και μόνο να εκφωνούνται ομιλίες (στις οποίες αυτοί ίσως να ανέπτυσσαν πιο εύκολα προσωπικές απόψεις). Η εκκλησία αναστατώθηκε πολύ από τα όσα συνέβησαν και πολλοί σκανδαλίστηκαν. Αλλά εκείνοι που έφυγαν δεν έγιναν τελικά πιο πνευματικοί άνθρωποι ούτε πιο ζηλωτές στο έργο του Κυρίου.
Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, πριν πεθάνει, ο αδελφός Ρώσσελ εξέφρασε την πρόθεσή του να στείλει στη Βρετανία τον Πολ Σ. Λ. Τζόνσον, έναν πολύ ικανό ομιλητή, για να ενισχύσει τους εκεί Σπουδαστές της Γραφής. Σεβόμενη την επιθυμία του αδελφού Ρώσσελ, η Εταιρία έστειλε τον Τζόνσον στη Βρετανία το Νοέμβριο του 1916. Αλλά, μόλις έφτασε ο Τζόνσον στη Βρετανία, απάλλαξε από τα καθήκοντά τους δυο από τους διευθυντές της Εταιρίας. Θεωρώντας τον εαυτό του σπουδαία προσωπικότητα, ανέπτυσσε επιχειρήματα σε διαλέξεις και επιστολές με τα οποία υποστήριζε ότι οι ενέργειές του είχαν προσκιαστεί στις Γραφές από τον Έσδρα, τον Νεεμία και τον Μαροδοχαίο. Ισχυριζόταν ότι ήταν ο επιστάτης τον οποίο ανέφερε ο Ιησούς στην παραβολή του που αναγράφεται στο εδάφιο Ματθαίος 20:8. Επιχείρησε να θέσει υπό τον έλεγχό του χρήματα της Εταιρίας και κατέθεσε αγωγή στο Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου για να πετύχει τους σκοπούς του.
Όταν οι προσπάθειές του απέτυχαν, επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Εκεί επιδίωξε να αποσπάσει την υποστήριξη ορισμένων ατόμων που υπηρετούσαν στο διοικητικό συμβούλιο της Εταιρίας. Όσοι πείστηκαν να πάνε με το μέρος του επιχείρησαν να πετύχουν τους σκοπούς τους προσπαθώντας να υιοθετηθεί μια απόφαση η οποία θα καταργούσε τους κανονισμούς της Εταιρίας που εξουσιοδοτούσαν τον πρόεδρο να διαχειρίζεται τις υποθέσεις της. Ήθελαν να έχουν αυτοί την εξουσιοδότηση για όλες τις αποφάσεις. Ο αδελφός Ρόδερφορντ κατέφυγε σε νομικές ενέργειες για να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Εταιρίας, και από αυτούς που επιδίωκαν να αποδιοργανώσουν το έργο της ζητήθηκε να φύγουν από τον Οίκο Μπέθελ. Στην ετήσια συνάθροιση των μετόχων της Εταιρίας, που έγινε στις αρχές του επόμενου έτους, οπότε και εκλέχτηκε το διοικητικό συμβούλιο και οι υπεύθυνοί του για το έτος που είχε μπει, εκείνοι που είχαν προκαλέσει την αναστάτωση απορρίφτηκαν παντελώς. Ίσως μερικοί από αυτούς να νόμιζαν ότι είχαν το δίκιο με το μέρος τους, αλλά η συντριπτική πλειονότητα των πνευματικών τους αδελφών έδειξε ξεκάθαρα ότι δεν συμφωνούσε. Θα δέχονταν αυτόν τον έλεγχο;
Ύστερα από όλα αυτά, ο Π. Σ. Λ. Τζόνσον εμφανιζόταν στις συναθροίσεις των Σπουδαστών της Γραφής και έδειχνε ότι συμφωνούσε με τις πεποιθήσεις τους και το έργο τους. Αλλά, μόλις κέρδιζε την εμπιστοσύνη μερικών, άρχιζε να σπέρνει σπόρους αμφιβολίας. Αν κάποιος πρότεινε να αποσπαστούν από την Εταιρία, αυτός υποκριτικά το αποθάρρυνε αυτό—ώσπου να υπονομευτεί εντελώς η οσιότητα του ομίλου. Με επιστολές, ακόμα και με προσωπικά ταξίδια, προσπαθούσε να επηρεάσει τους αδελφούς όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στον Καναδά, στην Τζαμάικα, στην Ευρώπη και στην Αυστραλία. Είχε επιτυχία;
Ίσως να φαινόταν ότι αυτό συνέβαινε όταν η πλειονότητα κάποιας εκκλησίας ψήφιζε υπέρ της διακοπής των σχέσεων με την Εταιρία. Αλλά αυτοί ήταν σαν κλαδί που κόβεται από ένα δέντρο—μένει πράσινο για λίγο, μετά ξεραίνεται και πεθαίνει. Όταν οι αντιφρονούντες διεξήγαγαν μια συνέλευση το 1918, ανέκυψαν διαφορές, και αυτοί διαιρέθηκαν. Στη συνέχεια διασπάστηκαν ακόμα περισσότερο. Μερικοί λειτούργησαν επί κάποιο διάστημα ως μικρά δόγματα με έναν ηγέτη που θαύμαζαν. Κανένας τους δεν αφοσιώθηκε στο έργο της επίδοσης δημόσιας μαρτυρίας σε όλη την κατοικημένη γη σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού, στο έργο δηλαδή το οποίο ανέθεσε ο Ιησούς στους ακολούθους του.
Όταν λάβαιναν χώρα αυτά τα πράγματα, οι αδελφοί θύμιζαν στον εαυτό τους τα λόγια που είναι καταγραμμένα στο εδάφιο 1 Πέτρου 4:12: «Αγαπητοί, μην παραξενεύεστε για τη φωτιά που καίει ανάμεσά σας, η οποία γίνεται σε εσάς για δοκιμασία, σαν να σας έβρισκε κάτι παράξενο».
Αυτοί που αναφέρονται παραπάνω δεν ήταν οι μόνοι που επέτρεψαν στην υπερηφάνεια να υποσκάψει την πίστη τους. Και άλλοι το έκαναν αυτό, μεταξύ των οποίων ο Αλεξάντρ Φρέιτακ, ο διευθύνων του γραφείου της Εταιρίας στη Γενεύη της Ελβετίας. Σε αυτόν άρεσε να προσελκύει την προσοχή στον εαυτό του, πρόσθετε τις δικές του ιδέες όταν μετέφραζε τα έντυπα της Εταιρίας στη γαλλική και χρησιμοποιούσε μάλιστα τις εγκαταστάσεις της Εταιρίας για να εκδίδει δική του ύλη. Στον Καναδά, ήταν ο Γ. Φ. Σάλτερ, ένας διευθύνων του τμήματος της Εταιρίας, ο οποίος άρχισε να διαφωνεί με τα έντυπα της Εταιρίας, έκανε γνωστό ότι ανέμενε να γίνει ο επόμενος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά και, όταν απαλλάχτηκε από τα καθήκοντά του, χρησιμοποίησε δόλια τα επιστολόχαρτα της Εταιρίας για να δώσει την οδηγία σε εκκλησίες του Καναδά και του εξωτερικού να μελετούν ύλη την οποία είχε γράψει ο ίδιος. Στη Νιγηρία, ήταν, μεταξύ άλλων, ο Γκ. Μ. Ουκόλι, ο οποίος έδειξε στην αρχή ζήλο για την αλήθεια αλλά κατόπιν άρχισε να τη βλέπει ως μέσο για υλικά κέρδη και προσωπική προβολή. Ύστερα, όταν ματαιώθηκαν οι σκοποί του, άρχισε να επικρίνει πιστούς αδελφούς στον Τύπο. Υπήρξαν και άλλοι τέτοιοι.
Ακόμα και στα πρόσφατα χρόνια, επέδειξαν παρόμοιο πνεύμα μερικά άτομα που κατείχαν επιφανείς θέσεις επίβλεψης.
Φυσικά, αυτοί οι άνθρωποι ήταν βέβαια ελεύθεροι να πιστεύουν ό,τι ήθελαν. Αλλά οποιοσδήποτε δημόσια ή κατ’ ιδίαν υποστηρίζει απόψεις που αποκλίνουν από τα όσα εμφανίζονται στα έντυπα μιας οργάνωσης, και το κάνει αυτό ενώ παράλληλα ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί εκείνη την οργάνωση, προκαλεί διχασμό. Πώς αντιμετώπισαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αυτές τις καταστάσεις;
Δεν εξαπέλυσαν εκστρατεία καταδίωξης αυτών των ατόμων (αν και εκείνοι που αποσκιρτούσαν συνήθως μιλούσαν άσχημα για τους πρώην πνευματικούς τους αδελφούς) ούτε επιδίωξαν να τους κάνουν κακό σωματικά (όπως έκανε η Καθολική Εκκλησία μέσω της Ιεράς Εξέτασης). Αντίθετα, ακολούθησαν τη θεόπνευστη συμβουλή του αποστόλου Παύλου, ο οποίος έγραψε: «Να προσέχετε εκείνους που προξενούν διαιρέσεις και περιστάσεις για σκάνδαλο σε αντίθεση με τη διδασκαλία που έχετε μάθει, και να τους αποφεύγετε. Διότι τέτοιου είδους άνθρωποι είναι δούλοι, όχι του Κυρίου μας του Χριστού . . . Με γλυκόλογα και φιλοφρονήσεις παραπλανούν τις καρδιές των άκακων ανθρώπων».—Ρωμ. 16:17, 18.
Καθώς οι άλλοι παρατηρούσαν τα όσα λάβαιναν χώρα, δινόταν και σε αυτούς η ευκαιρία να δείξουν τι υπήρχε μέσα στην καρδιά τους.
Δογματικές Απόψεις που Χρειάστηκαν Εκλέπτυνση
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παραδέχονται ανοιχτά ότι η κατανόησή τους για το σκοπό του Θεού έχει υποστεί πολλές προσαρμογές στο πέρασμα των ετών. Το γεγονός ότι η γνώση για το σκοπό του Θεού είναι προοδευτική σημαίνει πως πρέπει να γίνονται αλλαγές. Δεν αλλάζει ο σκοπός του Θεού, αλλά η διαφώτιση που παρέχει εκείνος συνεχώς στους δούλους του απαιτεί να γίνονται προσαρμογές στις απόψεις τους.
Μέσα από την Αγία Γραφή, οι Μάρτυρες δείχνουν ότι αυτό συνέβαινε και στους πιστούς δούλους του Θεού στο παρελθόν. Ο Αβραάμ είχε στενή σχέση με τον Ιεχωβά· αλλά όταν έφυγε από την Ουρ, εκείνος ο πιστός άνθρωπος δεν ήξερε σε ποια γη τον οδηγούσε ο Θεός και επί πολλά χρόνια δεν ήταν καθόλου σίγουρος για το πώς θα εκπλήρωνε ο Θεός την υπόσχεσή του να δημιουργήσει ένα μεγάλο έθνος από αυτόν. (Γέν. 12:1-3· 15:3· 17:15-21· Εβρ. 11:8) Ο Θεός αποκάλυψε πολλές αλήθειες στους προφήτες, αλλά υπήρχαν άλλα πράγματα τα οποία εκείνοι δεν καταλάβαιναν τότε. (Δαν. 12:8, 9· 1 Πέτρ. 1:10-12) Παρόμοια, ο Ιησούς εξήγησε πολλά πράγματα στους αποστόλους του, αλλά, ακόμα και στο τέλος της επίγειας ζωής του, τους είπε ότι είχαν να μάθουν και άλλα πολλά. (Ιωάν. 16:12) Μερικά από αυτά τα πράγματα, λόγου χάρη ο σκοπός του Θεού να φέρει Εθνικούς στην εκκλησία, δεν έγιναν κατανοητά παρά μόνο όταν οι απόστολοι είδαν τα γεγονότα που εκπλήρωναν προφητείες.—Πράξ. 11:1-18.
Όπως θα ανέμενε κανείς, όταν οι αλλαγές απαιτούσαν την απόρριψη πρώην προσφιλών απόψεων, αυτό αποτελούσε δοκιμασία για μερικούς. Επιπλέον, δεν έγιναν όλες οι προσαρμογές στην κατανόηση έτσι απλά, με μια κίνηση. Εξαιτίας της ατέλειας, υπάρχει κατά καιρούς η τάση να πηγαίνει ο άνθρωπος στο ένα ή στο άλλο άκρο προτού διακρίνει τη σωστή θέση. Αυτό μπορεί να πάρει χρόνο. Μερικοί που έχουν την τάση να είναι επικριτικοί σκανδαλίστηκαν με αυτό. Δείτε ένα παράδειγμα:
Από το 1880 κιόλας, τα έντυπα της Σκοπιάς εξέταζαν διάφορες λεπτομέρειες σχετικά με την Αβραμιαία διαθήκη, τη διαθήκη του Νόμου και τη νέα διαθήκη. Ο Χριστιανικός κόσμος είχε ξεχάσει εντελώς την υπόσχεση του Θεού σύμφωνα με την οποία θα ευλογούνταν οπωσδήποτε όλες οι οικογένειες της γης μέσω του σπέρματος του Αβραάμ. (Γέν. 22:18) Αλλά τον αδελφό Ρώσσελ τον ενδιέφερε πολύ να κατανοήσει πώς θα το έκανε αυτό ο Θεός. Είχε τη γνώμη ότι στη Βιβλική περιγραφή για την Ιουδαϊκή Μέρα του Εξιλασμού διέκρινε ενδείξεις για το πώς θα γινόταν αυτό σε σχέση με τη νέα διαθήκη. Το 1907, όταν εξετάστηκαν ξανά οι ίδιες αυτές διαθήκες και δόθηκε ειδική έμφαση στο ρόλο που θα έπαιζαν οι συγκληρονόμοι του Χριστού στο να υλοποιηθούν για το ανθρώπινο γένος οι ευλογίες οι οποίες προειπώθηκαν στην Αβραμιαία διαθήκη, μερικοί Σπουδαστές της Γραφής πρόβαλαν έντονες αντιρρήσεις.
Εκείνον τον καιρό υπήρχαν ορισμένα εμπόδια για τη σαφή κατανόηση αυτών των θεμάτων. Οι Σπουδαστές της Γραφής δεν έβλεπαν ακόμα σωστά τη θέση που κατείχε τότε ο φυσικός Ισραήλ σε σχέση με το σκοπό του Θεού. Αυτό το εμπόδιο παραμερίστηκε μόνο όταν έγινε πασιφανές ότι τους Εβραίους ως λαό δεν τους ενδιαφέρει να τους χρησιμοποιήσει ο Θεός στην εκπλήρωση του προφητικού του λόγου. Ένα άλλο εμπόδιο ήταν ότι οι Σπουδαστές της Γραφής δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν σωστά την ταυτότητα του ‘μεγάλου πλήθους’ των εδαφίων Αποκάλυψη 7:9, 10. Αυτή η ταυτότητα έγινε σαφής μόνο όταν άρχισε όντως να εμφανίζεται το μεγάλο πλήθος εκπληρώνοντας την προφητεία. Ούτε και αυτοί που επέκριναν δριμύτατα τον αδελφό Ρώσσελ κατανοούσαν αυτά τα θέματα.
Όμως, μερικοί που ισχυρίζονταν ότι ήταν Χριστιανοί αδελφοί κατηγόρησαν ψευδώς τη Σκοπιά ότι είχε αρνηθεί πως ο Ιησούς είναι ο Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ότι είχε απορρίψει το λύτρο και ότι είχε αρνηθεί την αναγκαιότητα και το γεγονός της εξιλέωσης. Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν αλήθεια. Αλλά μερικοί που τα είπαν αυτά ήταν επιφανή άτομα και πήραν και άλλους μαζί τους ως μαθητές. Μπορεί να είχαν δίκιο όσον αφορά μερικές λεπτομέρειες που δίδασκαν σχετικά με τη νέα διαθήκη, αλλά ευλόγησε ο Κύριος τις ενέργειές τους; Επί κάποιο διάστημα μερικοί από αυτούς διεξήγαν συναθροίσεις, αλλά οι ομάδες τους τελικά έπαψαν να υπάρχουν.
Αντίθετα, οι Σπουδαστές της Γραφής συνέχισαν να συμμετέχουν στο κήρυγμα των καλών νέων, όπως είχε προστάξει ο Ιησούς τους μαθητές του. Ταυτόχρονα συνέχισαν να μελετούν το Λόγο του Θεού και να προσέχουν να διακρίνουν εξελίξεις που θα έριχναν φως στο νόημά του. Τελικά, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, απομακρύνθηκαν τα κύρια εμπόδια για τη σαφή κατανόηση των διαθηκών και εμφανίστηκαν διορθωμένες δηλώσεις για αυτό το θέμα στη Σκοπιά και σε συναφή έντυπα.d Πόσο χάρηκαν με αυτό εκείνοι που περίμεναν υπομονετικά!
Ήταν Σωστές οι Προσδοκίες Τους;
Σε ορισμένες περιόδους οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν ελπίδες και προσδοκίες τις οποίες έχουν γελοιοποιήσει οι επικριτές. Εντούτοις, όλες αυτές οι ελπίδες και οι προσδοκίες είχαν τις ρίζες τους στην έντονη επιθυμία που είχαν να δουν την εκπλήρωση των πραγμάτων τα οποία εκείνοι οι ζηλωτές Χριστιανοί αναγνώριζαν ότι είναι οι βέβαιες υποσχέσεις του Θεού.
Από τη μελέτη που έκαναν στις θεόπνευστες Γραφές, έμαθαν ότι ο Ιεχωβά είχε υποσχεθεί ευλογίες για όλα τα έθνη της γης μέσω του σπέρματος του Αβραάμ. (Γέν. 12:1-3· 22:15-18) Είδαν στο Λόγο του Θεού την υπόσχεση που έλεγε ότι ο Γιος του ανθρώπου θα κυβερνούσε ως ουράνιος Βασιλιάς επί όλης της γης, ότι ένα μικρό ποίμνιο πιστών θα λαμβανόταν από τη γη για να συμμετάσχει με εκείνον στη Βασιλεία του και ότι αυτοί θα κυβερνούσαν ως βασιλιάδες επί χίλια χρόνια. (Δαν. 7:13, 14· Λουκ. 12:32· Αποκ. 5:9, 10· 14:1-5· 20:6) Έμαθαν την υπόσχεση που έδωσε ο Ιησούς ότι θα επιστρέψει και θα πάρει μαζί του αυτούς για τους οποίους είχε ετοιμάσει τόπο στον ουρανό. (Ιωάν. 14:1-3) Έμαθαν την υπόσχεση που έλεγε ότι ο Μεσσίας θα επέλεγε επίσης μερικούς από τους πιστούς προπάτορές του για να γίνουν άρχοντες επί όλης της γης. (Ψαλμ. 45:16) Αναγνώρισαν ότι οι Γραφές προέλεγαν το τέλος του πονηρού παλιού συστήματος πραγμάτων και συνειδητοποίησαν ότι αυτό σχετιζόταν με τον πόλεμο της μεγάλης μέρας του Θεού του Παντοδύναμου στον Αρμαγεδδώνα. (Ματθ. 24:3· Αποκ. 16:14, 16) Τους εντυπωσίασαν βαθιά τα εδάφια που δείχνουν ότι η γη δημιουργήθηκε για να κατοικείται παντοτινά, ότι εκείνοι που ζούσαν σε αυτήν επρόκειτο να έχουν αληθινή ειρήνη και ότι όλοι όσοι θα ασκούσαν πίστη στην τέλεια ανθρώπινη θυσία του Ιησού θα μπορούσαν να απολαύσουν αιώνια ζωή στον Παράδεισο.—Ησ. 2:4· 45:18· Λουκ. 23:42, 43· Ιωάν. 3:16.
Ήταν απολύτως φυσικό να αναρωτιούνται πότε και πώς θα γίνονταν αυτά τα πράγματα. Παρείχαν άραγε κάποιες ενδείξεις οι θεόπνευστες Γραφές;
Χρησιμοποιώντας τη Βιβλική χρονολόγηση που είχε αναπτύξει πρώτος ο Κρίστοφερ Μπόουεν από την Αγγλία, νόμιζαν ότι τα 6.000 χρόνια της ανθρώπινης ιστορίας είχαν τελειώσει το 1873, ότι έκτοτε διένυαν την έβδομη χιλιετή περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας και ότι είχαν σίγουρα πλησιάσει στην αυγή της προειπωμένης Χιλιετίας. Η σειρά βιβλίων που ήταν γνωστή ως Χαραυγή της Χιλιετηρίδος (και ονομάστηκε αργότερα Γραφικαί Μελέται), η οποία ήταν γραμμένη από τον Κ. Τ. Ρώσσελ, έστρεφε την προσοχή στα πράγματα που συνεπαγόταν αυτό, με βάση τα όσα κατανοούσαν από τη Βίβλο οι Σπουδαστές της Γραφής.
Κάτι άλλο που τους φαινόταν ως πιθανή χρονική ένδειξη αφορούσε μια διευθέτηση που είχε θεσπίσει ο Θεός στον αρχαίο Ισραήλ, σύμφωνα με την οποία υπήρχε ένα Ιωβηλαίο, ένα έτος απελευθέρωσης, κάθε 50ό έτος. Αυτό ερχόταν ύστερα από μια σειρά εφτά 7χρονων περιόδων, καθεμιά από τις οποίες τελείωνε με ένα σαββατιαίο έτος. Στη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους, οι Εβραίοι δούλοι αποκτούσαν την ελευθερία τους και τα κομμάτια της κληρονομικής γης που είχαν πουληθεί επιστρέφονταν. (Λευιτ. 25:8-10) Υπολογισμοί που βασίστηκαν σε αυτόν τον κύκλο ετών οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ίσως το φθινόπωρο του 1874 να είχε αρχίσει ένα μεγαλύτερο Ιωβηλαίο για όλη τη γη, ότι πιθανώς να είχε επιστρέψει ο Κύριος εκείνο το έτος και να ήταν αόρατα παρών, καθώς και ότι είχαν έρθει ‘οι καιροί της αποκατάστασης όλων των πραγμάτων’.—Πράξ. 3:19-21.
Βασιζόμενοι στο συλλογισμό ότι γεγονότα του πρώτου αιώνα μπορεί να αντιστοιχούσαν με παράλληλα συναφών γεγονότων μεταγενέστερης περιόδου, συμπέραναν επίσης ότι, αν το βάφτισμα και το χρίσμα του Ιησού το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ. είχαν το παράλληλό τους στην έναρξη μιας αόρατης παρουσίας το 1874, τότε η είσοδός του στην Ιερουσαλήμ ως Βασιλιά την άνοιξη του 33 Κ.Χ. θα προσδιόριζε την άνοιξη του 1878 ως τον καιρό κατά τον οποίο θα αναλάμβανε εξουσία ως ουράνιος Βασιλιάς.e Νόμιζαν επίσης ότι εκείνον τον καιρό θα λάβαιναν την ουράνια ανταμοιβή τους. Όταν δεν συνέβη αυτό, σκέφτηκαν πως, εφόσον οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού επρόκειτο να συμμετέχουν με αυτόν στη Βασιλεία, άρχισε τότε η ανάσταση σε πνευματική ζωή όσων κοιμούνταν ήδη τον ύπνο του θανάτου. Έκαναν επίσης το συλλογισμό ότι το τέλος της ειδικής εύνοιας που έδειχνε ο Θεός στον φυσικό Ισραήλ ως το 36 Κ.Χ. μπορεί να προσδιόριζε το 1881 ως τον καιρό κατά τον οποίο θα σταματούσε η ειδική ευκαιρία να γίνει κανείς μέλος του πνευματικού Ισραήλ.f
Στη διάλεξη «Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα Δεν θα Πεθάνουν Ποτέ», την οποία εκφώνησε ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ στις 21 Μαρτίου 1920, στο Χάιποντρομ της Πόλης της Νέας Υόρκης, στράφηκε η προσοχή στο έτος 1925. Με βάση ποιο συλλογισμό δημιουργήθηκε η άποψη ότι αυτό το έτος είχε σημασία; Σε ένα βιβλιάριο που είχε εκδοθεί το ίδιο έτος, το 1920, αναφερόταν ότι, αν υπολόγιζαν τα 70 πλήρη Ιωβηλαία έτη από την ημερομηνία κατά την οποία, σύμφωνα με την κατανόηση που υπήρχε τότε, ο Ισραήλ είχε εισέλθει στη Γη της Επαγγελίας (αντί να αρχίζουν μετά το τελευταίο τυπικό Ιωβηλαίο πριν από τη Βαβυλωνιακή εξορία και κατόπιν να μετρούν ως την αρχή του Ιωβηλαίου έτους στο τέλος του 50ού κύκλου), αυτό θα οδηγούσε στο έτος 1925. Με βάση τα όσα λέγονταν εκεί, πολλοί ήλπιζαν ότι ίσως όσοι απέμεναν από το μικρό ποίμνιο να λάβαιναν την ουράνια ανταμοιβή τους το 1925. Επιπλέον, αυτό το έτος συσχετίστηκε με τις προσδοκίες που υπήρχαν ότι θα ανασταίνονταν πιστοί δούλοι του Θεού, οι οποίοι έζησαν την προχριστιανική εποχή, προκειμένου να υπηρετήσουν στη γη ως αρχοντικοί εκπρόσωποι της ουράνιας Βασιλείας. Αν αυτό συνέβαινε πράγματι, θα σήμαινε ότι το ανθρώπινο γένος είχε μπει σε μια εποχή κατά την οποία ο θάνατος θα έπαυε να κυριαρχεί και εκατομμύρια άνθρωποι που θα ζούσαν τότε θα μπορούσαν να έχουν την ελπίδα να ζήσουν στη γη χωρίς να πεθάνουν ποτέ. Τι χαρωπή προοπτική! Αν και είχαν κάνει λάθος, εκείνοι μετέδιδαν με ζήλο αυτή την προοπτική σε άλλους.
Αργότερα, από το 1935 ως το 1944, μια επανεξέταση της γενικής διάταξης της Βιβλικής χρονολόγησης αποκάλυψε ότι η κακή μετάφραση των εδαφίων Πράξεις 13:19, 20 στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου,g σε συνδυασμό με ορισμένους άλλους παράγοντες, είχε προκαλέσει λάθος ενός και πλέον αιώνα στη χρονολόγηση.h Αυτό οδήγησε αργότερα στη σκέψη—που άλλοτε αναφερόταν ως πιθανότητα και άλλοτε πιο κατηγορηματικά—ότι, εφόσον η έβδομη χιλιετία της ανθρώπινης ιστορίας θα άρχιζε το 1975, τα γεγονότα που σχετίζονται με την έναρξη της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού μπορεί να άρχιζαν να λαβαίνουν χώρα τότε.
Αποδείχτηκαν σωστές οι πεποιθήσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά για αυτά τα θέματα; Σίγουρα δεν έσφαλλαν που πίστευαν πως ο Θεός θα εκπλήρωνε οπωσδήποτε ό,τι είχε υποσχεθεί. Αλλά μερικοί χρονικοί υπολογισμοί τους και οι προσδοκίες που συνέδεσαν με αυτούς τους υπολογισμούς προξένησαν σοβαρές απογοητεύσεις.
Μετά το 1925, ο αριθμός των παρόντων στις συναθροίσεις έπεσε ραγδαία σε μερικές εκκλησίες της Γαλλίας και της Ελβετίας. Και πάλι, το 1975, υπήρξε απογοήτευση όταν δεν πραγματοποιήθηκαν οι προσδοκίες οι σχετικές με την έναρξη της Χιλιετίας. Ως αποτέλεσμα, μερικοί εγκατέλειψαν την οργάνωση. Άλλοι αποκόπηκαν επειδή προσπαθούσαν να υπονομεύσουν την πίστη συνδούλων τους. Αναμφίβολα ένας παράγοντας υπήρξε η απογοήτευση για τη χρονολογία, αλλά σε μερικές περιπτώσεις οι ρίζες ήταν βαθύτερες. Μερικά άτομα υποστήριζαν επίσης ότι δεν χρειαζόταν η συμμετοχή στη διακονία από σπίτι σε σπίτι. Ορισμένοι δεν ακολούθησαν απλώς το δικό τους δρόμο· έγιναν επιθετικά ενάντιοι στην οργάνωση με την οποία υπήρξαν συνταυτισμένοι και χρησιμοποίησαν τον Τύπο και την τηλεόραση για να εκφράσουν τις απόψεις τους. Εντούτοις, ο αριθμός εκείνων που αποσκίρτησαν ήταν σχετικά μικρός.
Μολονότι αυτές οι δοκιμασίες κατέληξαν σε κοσκίνισμα και μερικούς τους πήρε ο άνεμος όπως παίρνει το άχυρο στο λίχνισμα του σιταριού, οι άλλοι παρέμειναν σταθεροί. Γιατί; Σχετικά με τα όσα έζησε ο ίδιος καθώς και άλλοι το 1925, ο Τζούλιος Φέλερ εξήγησε: «Εκείνοι που είχαν θέσει την εμπιστοσύνη τους στον Ιεχωβά παρέμειναν σταθεροί και συνέχισαν τη δράση τους στο κήρυγμα». Αυτοί αναγνώριζαν ότι είχε γίνει ένα λάθος αλλά ότι δεν είχε σφάλει σε κανέναν τομέα ο Λόγος του Θεού, και συνεπώς δεν υπήρχε λόγος ούτε να αφήσουν να ξεθωριάσει η δική τους ελπίδα ούτε να επιβραδύνουν το ρυθμό τους στο έργο μέσω του οποίου τόνιζαν στους ανθρώπους ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η μόνη ελπίδα του ανθρώπινου γένους.
Μερικές προσδοκίες δεν είχαν πραγματοποιηθεί, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι η Βιβλική χρονολόγηση δεν έχει αξία. Η προφητεία που κατέγραψε ο Δανιήλ και έλεγε ότι η εμφάνιση του Μεσσία θα γινόταν 69 εβδομάδες ετών «από της εξελεύσεως της προσταγής τού να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ» εκπληρώθηκε ακριβώς στον καιρό που έπρεπε, το 29 Κ.Χ.i (Δαν. 9:24-27) Οι Βιβλικές προφητείες έστρεφαν την προσοχή και στο έτος 1914.
1914—Προσδοκίες και Πραγματικότητα
Το 1876, ο Κ. Τ. Ρώσσελ έγραψε το πρώτο από τα πολλά άρθρα στο οποίο δήλωνε ότι το έτος 1914 θα ήταν το τέλος των Καιρών των Εθνών τους οποίους ανέφερε ο Ιησούς Χριστός. (Λουκ. 21:24) Στο δεύτερο τόμο της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος, που εκδόθηκε το 1889, ο αδελφός Ρώσσελ παρουσίασε με λογικό τρόπο λεπτομέρειες που θα έδιναν τη δυνατότητα στους αναγνώστες να δουν τη Γραφική βάση των λεγομένων και να τα ελέγξουν οι ίδιοι. Τις σχεδόν τέσσερις δεκαετίες που ακολούθησαν ως το 1914, οι Σπουδαστές της Γραφής διένειμαν εκατομμύρια αντίτυπα εντύπων που επικέντρωναν την προσοχή στο τέλος των Καιρών των Εθνών. Μερικά άλλα θρησκευτικά έντυπα σχολίασαν τη Βιβλική χρονολόγηση που έστρεφε την προσοχή στο έτος 1914, αλλά ποια ομάδα, εκτός από τους Σπουδαστές της Γραφής, έδωσε σε αυτό το έτος συνεχή διεθνή δημοσιότητα, και ποιας άλλης ομάδας τα μέλη έζησαν με τρόπο που να δείχνει ότι πίστευαν πως θα τελείωναν οι Καιροί των Εθνών εκείνο το έτος;
Καθώς πλησίαζε το 1914, οι προσδοκίες μεγάλωναν. Τι θα σήμαινε αυτό το έτος; Στη Μηνιαία Έκδοση των Σπουδαστών της Γραφής (The Bible Students Monthly, Τόμος VI, Αρ. 1, που εκδόθηκε στις αρχές του 1914), ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε: «Αν έχουμε την ορθή χρονολογία και χρονολόγηση, οι Καιροί των Εθνών θα τελειώσουν αυτό το έτος—το 1914. Τι σημαίνει αυτό; Δεν ξέρουμε με βεβαιότητα. Προσδοκούμε να αρχίσει η ενεργός διακυβέρνηση του Μεσσία τον καιρό περίπου που θα πάψει η παραχώρηση ισχύος στους Εθνικούς. Προσδοκούμε, σωστά ή λάθος, να γίνουν θαυμαστές εκδηλώσεις των Θεϊκών κρίσεων εναντίον κάθε αδικίας και ότι αυτό θα σημάνει την κατάλυση πολλών θεσμών του παρόντος καιρού, αν όχι όλων». Τόνισε ότι δεν ανέμενε το «τέλος του κόσμου» το 1914 και ότι η γη μένει για πάντα, αλλά ότι η παρούσα τάξη πραγμάτων, της οποίας άρχοντας είναι ο Σατανάς, πρόκειται να παρέλθει.
Στο τεύχος της 15ης Οκτωβρίου 1913 (στην αγγλική), η Σκοπιά είχε δηλώσει: «Με βάση τον καλύτερο χρονολογικό υπολογισμό τον οποίο έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε, είναι περίπου εκείνος ο καιρός—είτε ο Οκτώβριος του 1914 είτε αργότερα. Χωρίς να είμαστε απόλυτοι, αναμένουμε συγκεκριμένα γεγονότα: (1) Τον τερματισμό των Καιρών των Εθνών—της υπεροχής των Εθνικών στον κόσμο—και (2) Την έναρξη της Μεσσιανικής Βασιλείας στον κόσμο».
Πώς θα γίνονταν όλα αυτά; Φαινόταν λογικό στους Σπουδαστές της Γραφής τότε να περικλείεται σε αυτά τα γεγονότα και η ενδόξαση όλων εκείνων που είχε εκλέξει ο Θεός για να συμμετάσχουν στην ουράνια Βασιλεία με τον Χριστό και οι οποίοι βρίσκονταν ακόμα στη γη. Αλλά πώς ένιωσαν όταν δεν συνέβη κάτι τέτοιο το 1914; Η Σκοπιά 15 Απριλίου 1916 (στην αγγλική) δήλωσε: «Πιστεύουμε ότι οι χρονολογίες έχουν αποδειχτεί απολύτως ορθές. Πιστεύουμε ότι οι Καιροί των Εθνών έχουν λήξει». Όμως, πρόσθεσε με ειλικρίνεια: «Ο Κύριος δεν είπε ότι η Εκκλησία θα δοξαζόταν όλη το 1914. Απλώς εμείς το υποθέσαμε αυτό και προφανώς κάναμε λάθος».
Σε αυτό θύμιζαν τους αποστόλους του Ιησού. Οι απόστολοι γνώριζαν και νόμιζαν πως πίστευαν τις προφητείες αναφορικά με τη Βασιλεία του Θεού. Αλλά σε διάφορες περιπτώσεις είχαν εσφαλμένες προσδοκίες ως προς το πώς και το πότε θα εκπληρώνονταν εκείνες οι προφητείες. Αυτό οδήγησε μερικούς σε απογοήτευση.—Λουκ. 19:11· 24:19-24· Πράξ. 1:6.
Όταν πέρασε ο Οκτώβριος του 1914 χωρίς να λάβει χώρα η αναμενόμενη μεταλλαγή σε ουράνια ζωή, ο αδελφός Ρώσσελ κατάλαβε ότι θα επερχόταν σοβαρή διερεύνηση καρδιών. Στη Σκοπιά 1 Νοεμβρίου 1914 (στην αγγλική), έγραψε: «Ας θυμόμαστε ότι βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας. Οι Απόστολοι πέρασαν έναν παρόμοιο καιρό στο διάστημα που μεσολάβησε από το θάνατο του Κυρίου μας ως την Πεντηκοστή. Αφού αναστήθηκε ο Κύριός μας, εμφανίστηκε λίγες φορές στους μαθητές Του και μετά δεν Τον ξαναείδαν επί πολλές μέρες. Τότε αποθαρρύνθηκαν και είπαν: ‘Δεν έχει νόημα να περιμένουμε’· ‘Εγώ πάω για ψάρεμα’, είπε ένας. Δυο άλλοι είπαν: ‘Θα έρθουμε και εμείς μαζί σου’. Ήταν έτοιμοι να ασχοληθούν με το επαγγελματικό ψάρεμα και να αφήσουν το έργο ψαρέματος ανθρώπων. Αυτός ήταν καιρός δοκιμασίας για τους μαθητές. Έτσι και τώρα. Αν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που θα έκανε κάποιον να φύγει μακριά από τον Κύριο και την Αλήθεια Του και να πάψει να θυσιάζεται για την Υπόθεση του Κυρίου, τότε δεν είναι απλώς και μόνο η αγάπη του Θεού στην καρδιά εκείνο που του ενέπνευσε ενδιαφέρον για τον Κύριο, αλλά κάτι άλλο· πιθανώς η ελπίδα ότι ο καιρός ήταν σύντομος· η καθιέρωση ήταν μόνο για ορισμένο χρονικό διάστημα».
Αυτό προφανώς αλήθευε στην περίπτωση μερικών. Οι σκέψεις τους και οι επιθυμίες τους είχαν προσηλωθεί κυρίως στην προοπτική να μεταλλαχτούν σε αιώνια ζωή. Όταν αυτό δεν συνέβη τον καιρό που περίμεναν, έπαψαν να αντιλαμβάνονται τη σημασία των εκπληκτικών πραγμάτων που όντως έλαβαν χώρα το 1914. Παρέβλεψαν όλες τις πολύτιμες αλήθειες που είχαν μάθει από το Λόγο του Θεού και άρχισαν να χλευάζουν τους ανθρώπους που τους είχαν βοηθήσει να τις μάθουν.
Ταπεινά, οι Σπουδαστές της Γραφής εξέτασαν πάλι τις Γραφές, για να αφήσουν το Λόγο του Θεού να διορθώσει την άποψή τους. Η πεποίθησή τους ότι οι Καιροί των Εθνών είχαν λήξει το 1914 δεν άλλαξε. Σταδιακά άρχισαν να κατανοούν σαφέστερα τον τρόπο έναρξης της Μεσσιανικής Βασιλείας—ότι εγκαθιδρύθηκε στον ουρανό όταν ο Ιεχωβά έδωσε εξουσία στον Ιησού Χριστό, τον Γιο του· επίσης, ότι αυτό δεν χρειαζόταν να περιμένει μέχρι να αναστηθούν σε ουράνια ζωή οι συγκληρονόμοι του Ιησού, αλλά ότι εκείνοι θα δοξάζονταν μαζί του αργότερα. Επιπρόσθετα, κατανόησαν ότι η επέκταση της επιρροής της Βασιλείας δεν απαιτούσε να αναστηθούν πρώτα οι πιστοί προφήτες της παλιάς εποχής, αλλά ότι ο Βασιλιάς θα χρησιμοποιούσε όσιους Χριστιανούς που ζουν τώρα ως εκπροσώπους του οι οποίοι θα πρόσφεραν στους ανθρώπους όλων των εθνών την ευκαιρία να ζήσουν για πάντα ως επίγειοι υπήκοοι της Βασιλείας.
Καθώς αυτή η μεγαλειώδης εικόνα σχηματιζόταν μπροστά στα μάτια τους, προέκυψαν και άλλες δοκιμασίες και κοσκίνισμα. Αλλά εκείνοι οι οποίοι αγαπούσαν αληθινά τον Ιεχωβά και χαίρονταν να τον υπηρετούν ήταν πολύ ευγνώμονες για τα προνόμια υπηρεσίας που ανοίγονταν σε αυτούς.—Αποκ. 3:7, 8.
Ένας από αυτούς ήταν ο Α. Χ. Μακμίλαν. Ο ίδιος έγραψε αργότερα: «Μολονότι οι προσδοκίες που είχαμε να πάμε στον ουρανό δεν εκπληρώθηκαν το 1914, το έτος εκείνο είδε όντως το τέλος των Καιρών των Εθνών . . . Δεν στενοχωρηθήκαμε ιδιαίτερα για το ότι δεν συνέβησαν όλα όπως ακριβώς αναμέναμε, επειδή ήμασταν πολύ απασχολημένοι με το έργο το σχετικό με το Φωτόδραμα και με τα προβλήματα που προξένησε ο πόλεμος». Ο ίδιος συνέχισε να είναι δραστήριος στην υπηρεσία του Ιεχωβά και είχε τη μεγάλη χαρά να δει τον αριθμό των διαγγελέων της Βασιλείας να αυξάνει ξεπερνώντας κατά πολύ το ένα εκατομμύριο στη διάρκεια της ζωής του.
Αναλογιζόμενος τις εμπειρίες που είχε κατά τη διάρκεια των 66 ετών της συνταύτισής του με την οργάνωση, είπε: «Έχω δει να επέρχονται πολλές σοβαρές δοκιμασίες πάνω στην οργάνωση και δοκιμές της πίστης εκείνων που ήταν σε αυτήν. Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, αυτή επέζησε και εξακολούθησε να ανθεί». Όσον αφορά τις αλλαγές που έγιναν στην κατανόηση με το πέρασμα του καιρού, ο ίδιος πρόσθεσε: «Οι θεμελιώδεις αλήθειες που μάθαμε από τις Γραφές παρέμεναν οι ίδιες. Έμαθα λοιπόν ότι πρέπει να αναγνωρίζουμε τα λάθη μας και να συνεχίζουμε να ερευνούμε το Λόγο του Θεού για περισσότερη διαφώτιση. Οποιεσδήποτε προσαρμογές και αν χρειάζεται να κάνουμε στις απόψεις μας από καιρό σε καιρό, αυτό δεν αλλάζει τη φιλάγαθη προμήθεια του λύτρου και την υπόσχεση του Θεού για αιώνια ζωή».
Στη διάρκεια της ζωής του, ο αδελφός Μακμίλαν είδε ότι, από τα ζητήματα που κατέληγαν σε δοκιμασίες της πίστης, η προθυμία για επίδοση μαρτυρίας και η εκτίμηση για τη θεοκρατική οργάνωση ήταν δυο ζητήματα που αποκάλυπταν τι υπήρχε πραγματικά μέσα στην καρδιά των ατόμων. Πώς;
Η Υπηρεσία Αγρού και η Οργάνωση Γίνονται Αμφιλεγόμενα Ζητήματα
Από το πρώτο της τεύχος, και με ολοένα μεγαλύτερη έμφαση από εκεί και έπειτα, η Σκοπιά της Σιών πρότρεπε τον κάθε αληθινό Χριστιανό να μεταδίδει την αλήθεια στους άλλους. Έκτοτε, στους αναγνώστες της Σκοπιάς δινόταν συχνά η παρότρυνση να εκτιμούν το προνόμιο και την ευθύνη που είχαν να διακηρύττουν τα καλά νέα στους άλλους. Πολλοί το έκαναν κάπως αυτό, αλλά σχετικά λίγοι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του έργου, κάνοντας επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι ώστε να δοθεί σε όλους η ευκαιρία να ακούσουν το άγγελμα της Βασιλείας.
Αλλά, από το έτος 1919, η συμμετοχή στην υπηρεσία αγρού άρχισε να έρχεται πιο έντονα στο προσκήνιο. Ο αδελφός Ρόδερφορντ έδωσε δυναμικά έμφαση σε αυτήν σε μια ομιλία που εκφώνησε στο Σίνταρ Πόιντ του Οχάιο, εκείνο το έτος. Σε κάθε εκκλησία που ζητούσε από την Εταιρία να την οργανώσει για την υπηρεσία, γίνονταν διευθετήσεις να επιμελείται το έργο ένας διευθυντής υπηρεσίας διορισμένος από την Εταιρία. Θα αναλάμβανε ο ίδιος την ηγεσία και θα φρόντιζε να έχει η εκκλησία τα αναγκαία εφόδια.
Το 1922, η Σκοπιά δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Η Υπηρεσία Ουσιώδης». Αυτό τόνιζε την επιτακτική ανάγκη που υπήρχε να ακούσουν οι άνθρωποι τα καλά νέα για τη Βασιλεία, κατηύθυνε την προσοχή στην προφητική εντολή του Ιησού που αναγράφεται στο εδάφιο Ματθαίος 24:14 και δήλωνε στους πρεσβυτέρους των εκκλησιών: ‘Ας μη νομίζει κάποιος ότι, επειδή είναι πρεσβύτερος τάξης, όλη η υπηρεσία του θα πρέπει να συνίσταται στις ομιλίες από βήματος. Αν του προσφέρονται ευκαιρίες να πάει στους ανθρώπους και να τους δώσει το έντυπο άγγελμα, αυτό είναι μεγάλο προνόμιο και είναι διακήρυξη του ευαγγελίου, πολλές φορές δε αποτελεσματικότερη από κάθε άλλον τρόπο διακήρυξής του’. Το άρθρο ρωτούσε στη συνέχεια: ‘Μπορεί κάποιος που είναι αληθινά καθιερωμένος στον Κύριο να δικαιολογήσει τον εαυτό του για το ότι στον παρόντα καιρό είναι οκνηρός;’
Μερικοί έδειξαν απροθυμία. Έφερναν όλων των ειδών τις αντιρρήσεις. Δεν το θεωρούσαν σωστό να «πουλούν βιβλία», παρά το ότι το έργο δεν ήταν κερδοσκοπικό και παρά το ότι μέσω αυτών ακριβώς των εντύπων είχαν μάθει οι ίδιοι την αλήθεια σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. Όταν δόθηκε η παρότρυνση να γίνεται τις Κυριακές μαρτυρία από σπίτι σε σπίτι με τα βιβλία, αρχής γενομένης το 1926, μερικοί διαφώνησαν, μολονότι η Κυριακή ήταν η μέρα που πολλοί αφιέρωναν κατά παράδοση στη λατρεία. Το βασικό πρόβλημα ήταν πως αυτά τα άτομα πίστευαν ότι δεν άρμοζε στην αξιοπρέπειά τους να κηρύττουν από σπίτι σε σπίτι. Αλλά η Αγία Γραφή λέει καθαρά ότι ο Ιησούς έστειλε τους μαθητές του να κηρύξουν στα σπίτια των ανθρώπων, και ο απόστολος Παύλος κήρυξε «δημόσια και από σπίτι σε σπίτι».—Πράξ. 20:20· Ματθ. 10:5-14.
Καθώς αυξανόταν η έμφαση που δινόταν στην υπηρεσία αγρού, εκείνοι των οποίων η καρδιά δεν τους ωθούσε να μιμηθούν τον Ιησού και τους αποστόλους του ως μάρτυρες έφευγαν σιγά-σιγά. Η Εκκλησία Σκίβε στη Δανία έμεινε η μισή περίπου, το ίδιο και μερικές άλλες. Από τους εκατό περίπου που ήταν συνταυτισμένοι με την εκκλησία του Δουβλίνου στην Ιρλανδία, έμειναν μόνο τέσσερις. Παρόμοια δοκιμασία και κοσκίνισμα έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στη Νορβηγία και σε άλλες χώρες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καθαριστούν οι εκκλησίες.
Εκείνοι οι οποίοι ήθελαν αληθινά να είναι μιμητές του Γιου του Θεού ανταποκρίθηκαν θετικά στην προτροπή που δόθηκε μέσα από τις Γραφές. Εντούτοις, η προθυμία τους δεν το έκανε απαραιτήτως εύκολο για αυτούς να αρχίσουν να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι. Μερικοί δυσκολεύτηκαν στην αρχή. Αλλά οι διευθετήσεις για ομαδική μαρτυρία και οι ειδικές υπηρεσιακές συνελεύσεις αποτέλεσαν ενθάρρυνση. Δυο αδελφές στη βόρεια Γιουτλάνδη της Δανίας θυμούνταν πολύ καιρό την πρώτη τους μέρα στην υπηρεσία αγρού. Παρευρέθηκαν στη συνάθροιση της ομάδας, άκουσαν τις οδηγίες, ξεκίνησαν να πάνε στον τομέα τους, αλλά τότε έβαλαν τα κλάματα. Δυο αδελφοί είδαν τι γινόταν και ρώτησαν τις αδελφές αν θα ήθελαν να συνεργαστούν μαζί τους. Σε λίγο οι αδελφές ήταν και πάλι χαρούμενες. Αφού πήραν μια γεύση υπηρεσίας αγρού, οι περισσότεροι ένιωσαν μεγάλη χαρά και με ενθουσιασμό ασχολήθηκαν περισσότερο με αυτήν.
Στη συνέχεια, το 1932, η Σκοπιά περιείχε ένα διμερές άρθρο με τίτλο ‘Η Οργάνωση του Ιεχωβά’. (Τεύχη 15 Σεπτεμβρίου και 1 Οκτωβρίου) Αυτό έδειξε ότι είναι αντιγραφικό να γίνεται κάποιος πρεσβύτερος στην εκκλησία κατόπιν εκλογικής διαδικασίας. Δόθηκε η προτροπή στις εκκλησίες να χρησιμοποιούνται στις υπεύθυνες θέσεις μόνο άντρες δραστήριοι στην υπηρεσία αγρού, άντρες οι οποίοι ζούσαν σύμφωνα με την ευθύνη που υποδηλώνει το όνομα Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτοί θα ενεργούσαν ως επιτροπή υπηρεσίας. Έναν από όλους, τον οποίο πρότεινε η εκκλησία, τον διόριζε η Εταιρία ως διευθυντή υπηρεσίας. Στο Μπέλφαστ της Ιρλανδίας, με αυτό κοσκινίστηκαν και έφυγαν και άλλοι από εκείνους που επιθυμούσαν προσωπική προβολή και όχι ταπεινή υπηρεσία.
Ήδη στις αρχές της δεκαετίας του 1930, στη Γερμανία είχαν φύγει από τις εκκλησίες οι περισσότεροι από εκείνους που προσπαθούσαν να καταστείλουν την υπηρεσία αγρού. Κάποιοι άλλοι έφυγαν φοβισμένοι όταν το έργο απαγορεύτηκε το 1933 σε πολλά κρατίδια της Γερμανίας. Αλλά χιλιάδες παρέμειναν σταθεροί στη διάρκεια αυτών των δοκιμασιών της πίστης και απέδειξαν ότι ήταν πρόθυμοι να κηρύττουν, όποιον κίνδυνο και αν συνεπαγόταν αυτό.
Σε ολόκληρη τη γη η διακήρυξη της Βασιλείας επιταχύνθηκε. Η υπηρεσία αγρού έγινε σπουδαίο μέρος της ζωής όλων των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Στην εκκλησία του Όσλο στη Νορβηγία, για παράδειγμα, νοίκιαζαν πούλμαν τα σαββατοκύριακα για να πηγαίνουν οι ευαγγελιζόμενοι στις κοντινές πόλεις. Συναθροίζονταν νωρίς το πρωί, βρίσκονταν στον τομέα τους γύρω στις εννιά ή δέκα η ώρα, εργάζονταν σκληρά στην υπηρεσία αγρού επί εφτά ή οχτώ ώρες και κατόπιν συγκεντρωνόταν όλη η ομάδα του πούλμαν για το ταξίδι της επιστροφής. Άλλοι πήγαιναν σε αγροτικές περιοχές με ποδήλατο, κουβαλώντας τσάντες γεμάτες βιβλία και χαρτοκιβώτια με επιπλέον αποθέματα. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν ευτυχισμένοι, ζηλωτές και ενωμένοι στην επιτέλεση του θελήματος του Θεού.
Το 1938, όταν δόθηκε ξανά προσοχή στο διορισμό των υπεύθυνων αντρών στις εκκλησίες,j γενικά έγινε ευνοϊκά αποδεκτή η κατάργηση όλων των τοπικών εκλογών για υπηρέτες. Οι εκκλησίες υιοθέτησαν με χαρά αποφάσεις που έδειχναν εκτίμηση για τη θεοκρατική οργάνωση και ζητούσαν από «την Εταιρία» (με την οποία εννοούσαν, σύμφωνα με την κατανόησή τους, το χρισμένο υπόλοιπο, δηλαδή τον πιστό και φρόνιμο δούλο) να οργανώνει την εκκλησία για την υπηρεσία και να διορίζει όλους τους υπηρέτες. Από τότε, το ορατό Κυβερνών Σώμα άρχισε να κάνει τους αναγκαίους διορισμούς και να οργανώνει τις εκκλησίες για ενωμένη και παραγωγική δράση. Μόνο ελάχιστοι όμιλοι δεν το θέλησαν αυτό και αποχώρησαν από την οργάνωση σε εκείνο το σημείο.
Οργάνωση Αφοσιωμένη Αποκλειστικά στη Διάδοση του Αγγέλματος της Βασιλείας
Για να συνεχίσει να έχει η οργάνωση την επιδοκιμασία του Ιεχωβά, πρέπει να είναι αφοσιωμένη αποκλειστικά στο έργο που προστάζει ο Λόγος του για την εποχή μας. Αυτό το έργο είναι το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού. (Ματθ. 24:14) Όμως, υπήρξαν λίγες περιπτώσεις όπου άτομα τα οποία εργάζονταν σκληρά σε συνεργασία με την οργάνωση επιχειρούσαν ταυτόχρονα να τη χρησιμοποιήσουν για να προωθήσουν προσπάθειες που έτειναν να στρέψουν τους συνδούλους τους σε άλλες δραστηριότητες. Όταν ελέγχθηκαν, αυτό αποτέλεσε δοκιμασία για αυτούς, ειδικά αν πίστευαν ότι τα κίνητρά τους υπήρξαν ευγενή.
Αυτό συνέβη στη Φινλανδία το 1915, όταν μερικοί αδελφοί ίδρυσαν ένα συνεταιριστικό σύλλογο που ονομαζόταν Αραράτ και χρησιμοποίησαν τις στήλες της φινλανδικής έκδοσης της Σκοπιάς για να παροτρύνουν τους αναγνώστες της να γίνουν μέλη αυτού του επαγγελματικού συλλόγου. Εκείνος που άρχισε αυτή τη δραστηριότητα στη Φινλανδία ανταποκρίθηκε ταπεινά όταν ο αδελφός Ρώσσελ εξήγησε ότι αυτός και οι συνεργάτες του άφηναν τον εαυτό τους να «οδηγηθεί μακριά από το σπουδαίο έργο του Ευαγγελίου». Όμως, η υπερηφάνεια εμπόδισε έναν άλλον αδελφό, κάποιον που υπηρετούσε ενεργά τον Ιεχωβά επί δέκα και πλέον χρόνια στη Νορβηγία, να δεχτεί την ίδια συμβουλή.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, στις Ηνωμένες Πολιτείες, εγέρθηκε ένα κάπως παρόμοιο πρόβλημα. Αρκετές εκκλησίες εξέδιδαν κάθε μήνα δικά τους υπηρεσιακά φύλλα οδηγιών, τα οποία περιελάμβαναν υπενθυμίσεις από το Δελτίο (Bulletin) της Εταιρίας, καθώς και εμπειρίες και το τοπικό τους πρόγραμμα των διευθετήσεων για την υπηρεσία. Ένα από αυτά, που εκδιδόταν στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ, υποστήριζε ενθουσιωδώς το έργο κηρύγματος αλλά χρησιμοποιούνταν παράλληλα για να προωθούνται ορισμένες επαγγελματικές επιδιώξεις. Αρχικά μερικά από αυτά είχαν τη σιωπηρή έγκριση του αδελφού Ρόδερφορντ. Αλλά, όταν έγινε αντιληπτό τι θα μπορούσε να προκύψει από την ανάμειξη σε τέτοιες επιδιώξεις, η Σκοπιά δήλωσε ότι η Εταιρία δεν τα επιδοκίμαζε. Αυτό αποτέλεσε σοβαρή προσωπική δοκιμασία για τον Άντον Κέρμπερ επειδή πρόθεσή του ήταν να βοηθήσει μέσω αυτών τους αδελφούς του. Με τον καιρό, όμως, αυτός χρησιμοποίησε και πάλι πλήρως τις ικανότητές του στην προώθηση του έργου κηρύγματος που κάνουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Ένα συναφές πρόβλημα ανέκυψε στην Αυστραλία, το οποίο άρχισε το 1938 και κλιμακώθηκε στη διάρκεια της απαγόρευσης που επιβλήθηκε στην Εταιρία (από τον Ιανουάριο του 1941 ως τον Ιούνιο του 1943). Προκειμένου να ληφθεί φροντίδα για πράγματα που τότε φαίνονταν να είναι βάσιμες ανάγκες, το γραφείο τμήματος της Εταιρίας αναμείχτηκε άμεσα σε ποικίλες εμπορικές δραστηριότητες. Έτσι έγινε ένα μεγάλο λάθος. Είχαν πριονιστήρια, 20 και πλέον «αγροκτήματα της Βασιλείας», μια τεχνική εταιρία, ένα αρτοποιείο και διάφορες άλλες επιχειρήσεις. Δυο εμπορικά τυπογραφεία παρείχαν την κάλυψη που χρειαζόταν για να συνεχιστεί η παραγωγή των εντύπων της Εταιρίας στη διάρκεια της απαγόρευσης. Αλλά μερικές από τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες τους έκαναν να αναμειχτούν σε παραβιάσεις της Χριστιανικής ουδετερότητας, με την πρόφαση ότι η εργασία γινόταν για την εξεύρεση χρημάτων και την υποστήριξη των σκαπανέων κατά την απαγόρευση. Όμως, μερικών η συνείδηση ενοχλήθηκε έντονα. Μολονότι η πλειονότητα παρέμεινε στην οργάνωση, επικράτησε μια γενική στασιμότητα στο έργο διακήρυξης της Βασιλείας. Τι εμπόδιζε την ευλογία του Ιεχωβά;
Όταν άρθηκε η απαγόρευση για το έργο, τον Ιούνιο του 1943, οι αδελφοί που ήταν τότε στο γραφείο τμήματος έκριναν ότι έπρεπε να απαλλαγούν από αυτές τις επιχειρήσεις για να συγκεντρωθούν στο σπουδαιότατο κήρυγμα της Βασιλείας. Μέσα σε τρία χρόνια αυτό έγινε, και η οικογένεια Μπέθελ ελαττώθηκε ώσπου έφτασε σε κανονικό μέγεθος. Αλλά ήταν ακόμα αναγκαίο να διευκρινιστούν τα πράγματα και να αποκατασταθεί έτσι η πλήρης εμπιστοσύνη στην οργάνωση.
Ο Νάθαν Ο. Νορ, ο πρόεδρος της Εταιρίας, και ο γραμματέας του Μ. Τζ. Χένσελ επισκέφτηκαν την Αυστραλία, το 1947, ειδικά για να χειριστούν αυτή την κατάσταση. Αναφερόμενη στο θέμα, η Σκοπιά 1 Ιουνίου 1947 (στην αγγλική) είπε για την εμπορική δραστηριότητα που είχε αναπτυχτεί: «Δεν επρόκειτο για μια συνηθισμένη κοσμική εργασία που έκαναν οι αδελφοί για να βγάζουν τα προς το ζην, αλλά για το γεγονός ότι το γραφείο Τμήματος της Εταιρίας είχε στην κατοχή του διάφορα είδη βιομηχανιών και καλούσε ευαγγελιζομένους από όλα τα μέρη της χώρας, ειδικά σκαπανείς, για να εργαστούν σε αυτές τις βιομηχανίες αντί να κηρύττουν το ευαγγέλιο». Αυτό είχε οδηγήσει ακόμα και σε έμμεση ανάμειξη στην πολεμική προσπάθεια. Στις συνελεύσεις στην πρωτεύουσα της κάθε πολιτείας, ο αδελφός Νορ μίλησε ξεκάθαρα στους αδελφούς για την κατάσταση. Σε κάθε συνέλευση υιοθετήθηκε μια απόφαση με την οποία οι Αυστραλοί αδελφοί αναγνώριζαν το σφάλμα τους και ζητούσαν το έλεος και τη συγχώρηση του Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού. Άρα λοιπόν, έχει απαιτηθεί επαγρύπνηση και έχουν αντιμετωπιστεί δοκιμασίες προκειμένου να συνεχίσει η οργάνωση να είναι αφοσιωμένη αποκλειστικά στη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας του Θεού.
Όταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ανασκοπούν τη σύγχρονη ιστορία τους, βλέπουν αποδείξεις για το ότι ο Ιεχωβά καθαρίζει πραγματικά το λαό του. (Μαλ. 3:1-3) Εσφαλμένες αντιλήψεις, πεποιθήσεις και συνήθειες έχουν σταδιακά απομακρυνθεί, και όποιοι προτιμούν να εμμένουν σε αυτές φεύγουν μαζί τους. Εκείνοι που μένουν δεν είναι άνθρωποι πρόθυμοι να συμβιβάσουν τη Βιβλική αλήθεια προκειμένου να ταιριάζει με την ανθρώπινη φιλοσοφία. Δεν είναι οπαδοί ανθρώπων αλλά αφοσιωμένοι δούλοι του Ιεχωβά Θεού. Ακολουθούν με χαρά την κατεύθυνση της οργάνωσης επειδή βλέπουν αλάνθαστες αποδείξεις για το ότι αυτή ανήκει στον Ιεχωβά. Τους φέρνει ευφροσύνη το αυξανόμενο φως της αλήθειας. (Παρ. 4:18) Ο καθένας προσωπικά το θεωρεί μεγαλειώδες προνόμιο να είναι ενεργός Μάρτυρας του Ιεχωβά, διαγγελέας της Βασιλείας του Θεού.
[Υποσημειώσεις]
a Σκοπιά της Σιών και Κήρυξ της του Χριστού Παρουσίας, Έκτακτη Έκδοση, 25 Απριλίου 1894, σ. 102-104 (στην αγγλική).
b Σχετικά με την Τριάδα, βλέπε Νέα Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (New Catholic Encyclopedia), Τόμος XIV, 1967, σελίδα 299· Λεξικό της Βίβλου (Dictionary of the Bible) του Ιησουίτη Τζ. Λ. Μακ Κένζι, 1965, σελίδα 899· Το Νέο Διεθνές Λεξικό της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης (The New International Dictionary of New Testament Theology), Τόμος 2, 1976, σελίδα 84. Σχετικά με την ψυχή, βλέπε Νέα Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος XIII, 1967, σελίδες 449, 450, 452, 454· Το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής του Γουεστμίνστερ (The New Westminster Dictionary of the Bible), επιμέλεια Χ. Σ. Γκέιμαν, 1970, σελίδα 901· Η Βίβλος του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Bible), Τόμος Ι, 1952, σελίδα 230· Βιβλικό Σχολιολόγιο του Πικ (Peake’s Commentary on the Bible), επιμέλεια Μ. Μπλακ και Χ. Χ. Ρόουλι, 1962, σελίδα 416.
c Κατά τον αδελφό Ρώσσελ, η σύζυγός του, η οποία αργότερα τον εγκατέλειψε, ήταν η πρώτη που εφάρμοσε τα εδάφια Ματθαίος 24:45-47 σε αυτόν. Βλέπε Σκοπιά τεύχη 15 Ιουλίου 1906, σελίδα 215· 1 Μαρτίου 1896, σελίδα 47· και 15 Ιουνίου 1896, σελίδες 139, 140 (όλα στην αγγλική).
d Διεκδίκησις, Βιβλίο Δεύτερο, σ. 258, 259, 268, 269· Σκοπιά 1 Μαΐου 1934, σ. 131-139· 15 Μαΐου 1934, σ. 147-154· 1 Σεπτεμβρίου 1935, σ. 259-269.
e Η άποψη ότι το 1878 ήταν έτος που είχε σημασία φαινόταν να ενισχύεται από την αναφορά στο εδάφιο Ιερεμίας 16:18 (‘διπλό του Ιακώβ’) σε συνδυασμό με υπολογισμούς που έδειχναν ότι προφανώς είχαν μεσολαβήσει 1.845 έτη από το θάνατο του Ιακώβ ως το 33 Κ.Χ., οπότε απορρίφτηκε ο φυσικός Ισραήλ, και ότι το διπλό ή διπλάσιο αυτού θα εκτεινόταν από το 33 Κ.Χ. ως το 1878.
f Επεκτείνοντας τα παράλληλα ακόμα πιο πολύ, έγινε η δήλωση ότι η ερήμωση της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. (37 έτη αφότου ο Ιησούς χαιρετίστηκε ως βασιλιάς από τους μαθητές του όταν μπήκε στην Ιερουσαλήμ) μπορεί να προσδιόριζε το 1915 (37 έτη μετά το 1878) για το αποκορύφωμα της αναρχικής αναταραχής που νόμιζαν ότι θα επέτρεπε ο Θεός ως μέσο για την κατάλυση υπαρχόντων θεσμών του κόσμου. Αυτή η χρονολογία εμφανίστηκε σε ανατυπώσεις των Γραφικών Μελετών (στην αγγλική). (Βλέπε Τόμος Β΄, σελίδες 99-101, 171, 221, 232, 246, 247· παράβαλε την ανατύπωση του 1914 με προγενέστερες εκδόσεις, όπως την εκτύπωση του 1902 της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος). Τους φαινόταν ότι αυτό εναρμονιζόταν με τα όσα είχαν δημοσιεύσει σχετικά με το έτος 1914, ότι δηλαδή αυτό θα σημείωνε το τέλος των Καιρών των Εθνών.
g Παράβαλε την απόδοση στην Εμφατική Βίβλο (The Emphasised Bible), που μετέφρασε ο Ι. Μπ. Ρόδερχαμ· βλέπε επίσης υποσημείωση του εδαφίου Πράξεις 13:20 στη Μετάφραση Νέου Κόσμου των Αγίων Γραφών με Παραπομπές.
h Βλέπε «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς», κεφάλαιο 11· «Η Βασιλεία Είναι Κοντά» (“The Kingdom Is at Hand”), σελίδες 171-175· επίσης Ο Χρυσούς Αιών, 27 Μαρτίου 1935, σελίδες 391, 412 (στην αγγλική). Με αυτούς τους διορθωμένους πίνακες της Βιβλικής χρονολόγησης, φάνηκε ότι η προγενέστερη χρήση των χρονολογιών 1873 και 1878, καθώς και συναφείς χρονολογίες που εξάγονταν από αυτά τα δύο έτη, βάσει παραλλήλων που υπήρχαν με γεγονότα του πρώτου αιώνα, στηρίζονταν σε παρανοήσεις.
i Βλέπε Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2, σελίδες 899-904 (στην αγγλική).
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 619]
Οι δοκιμασίες και το κοσκίνισμα δεν προξενούν έκπληξη
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 621]
«Αρνούνται να οδηγηθούν μακριά από το Λόγο του Κυρίου»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 623]
«Δεν επιθυμούμε καθόλου απόδοση τιμής ή λατρευτικού σεβασμού για το άτομό μας ή για τα συγγράμματά μας»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 624]
«Ο Θεός βρίσκεται ακόμα στο πηδάλιο»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 626]
Ο «πιστός και φρόνιμος δούλος» δεν είχε εκλείψει όταν πέθανε ο αδελφός Ρώσσελ
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 627]
Κακόβουλη προσπάθεια με σκοπό να δηλητηριάσουν το μυαλό των άλλων
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 628]
Μερικοί επέτρεψαν στην υπερηφάνεια να υποσκάψει την πίστη τους
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 629]
«Να προσέχετε εκείνους που προξενούν διαιρέσεις . . . και να τους αποφεύγετε»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 630]
Μερικοί κατηγόρησαν ψευδώς τη «Σκοπιά» ότι είχε απορρίψει το λύτρο
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 635]
«Απλώς εμείς το υποθέσαμε αυτό και προφανώς κάναμε λάθος»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 636]
Εκείνοι οι οποίοι αγαπούσαν αληθινά τον Ιεχωβά ήταν ευγνώμονες για τα προνόμια υπηρεσίας που ανοίγονταν σε αυτούς
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 638]
‘Μπορεί κάποιος που είναι αληθινά καθιερωμένος στον Κύριο να δικαιολογήσει τον εαυτό του για το ότι στον παρόντα καιρό είναι οκνηρός;’
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 641]
Εσφαλμένες αντιλήψεις, πεποιθήσεις και συνήθειες έχουν σταδιακά απομακρυνθεί
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 622]
Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ
Το 1916, ο Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ δήλωσε: «Το μεγάλο αυτό παγκόσμιο έργο δεν είναι έργο ενός ατόμου. . . . Είναι έργο του Θεού». Μολονότι είδε άλλους να φεύγουν, εκείνος παρέμεινε σταθερός σε αυτή την πεποίθηση ωσότου πέθανε το 1947, σε ηλικία 83 ετών.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 633]
Τζούλιος Φέλερ
Όταν ήταν νέος, ο Τζούλιος Φέλερ είδε να ανακύπτουν σοβαρές δοκιμασίες της πίστης. Μερικές εκκλησίες στην Ελβετία έχασαν τα μισά ή και περισσότερα από τα μέλη τους. Αλλά ο ίδιος έγραψε αργότερα: «Εκείνοι που είχαν θέσει την εμπιστοσύνη τους στον Ιεχωβά παρέμειναν σταθεροί και συνέχισαν τη δράση τους στο κήρυγμα». Ο αδελφός Φέλερ αποφάσισε να κάνει το ίδιο και, γι’ αυτό, ως το 1992 είχε απολαύσει 68 χρόνια υπηρεσίας στο Μπέθελ.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 634]
Κ. Τζ. Γούντγουορθ
Σε κάποιον που εγκατέλειψε την υπηρεσία του Ιεχωβά επειδή οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού δεν πήγαν στον ουρανό το 1914, ο Κ. Τζ. Γούντγουορθ έγραψε τα εξής:
«Πριν από είκοσι χρόνια εσύ και εγώ πιστεύαμε στο νηπιοβαφτισμό· στο Θεϊκό δικαίωμα του κλήρου να κάνει αυτό το βάφτισμα· ότι το βάφτισμα είναι απαραίτητο για να αποφύγει κανείς τα αιώνια βάσανα· ότι ο Θεός είναι αγάπη· ότι ο Θεός δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί δισεκατομμύρια υπάρξεις καθ’ ομοίωσή Του οι οποίες θα περάσουν τους ατελεύτητους αιώνες της αιωνιότητας μέσα σε αποπνικτικούς ατμούς από καιόμενο θειάφι, εκλιπαρώντας μάταια να τους δοθεί μια στάλα νερό για να απαλύνει το βάσανό τους . . .
»Πιστεύαμε ότι μετά το θάνατό του ο άνθρωπος ζει· πιστεύαμε ότι ο Ιησούς Χριστός δεν πέθανε ποτέ· ότι δεν ήταν δυνατόν να πεθάνει· ότι δεν καταβλήθηκε ποτέ κάποιο Λύτρο ούτε και πρόκειται να καταβληθεί ποτέ· ότι ο Ιεχωβά Θεός και ο Χριστός Ιησούς ο Γιος Του είναι ένα και το αυτό πρόσωπο· ότι ο Χριστός ήταν ο Πατέρας του εαυτού Του· ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος του εαυτού Του· ότι το Άγιο Πνεύμα είναι πρόσωπο· ότι ένα συν ένα συν ένα κάνουν ένα· ότι όταν ο Ιησούς ήταν πάνω στο σταυρό και είπε ‘Θεέ Μου, Θεέ Μου, γιατί Με Εγκατέλειψες’ απλώς μιλούσε στον εαυτό Του· . . . ότι τα παρόντα βασίλεια είναι μέρος της Βασιλείας του Χριστού· ότι ο Διάβολος είναι κάπου πολύ μακριά σε μια ανεξιχνίαστη Κόλαση, και όχι ότι ασκεί εξουσία επί των βασιλείων αυτής εδώ της γης . . .
»Αινώ τον Θεό για τη μέρα που έφερε την Παρούσα Αλήθεια στην πόρτα μου. Ήταν τόσο εξυγιαντική, τόσο αναζωογονητική για τη διάνοια και την καρδιά, ώστε άφησα αμέσως τα παχιά και κούφια λόγια του παρελθόντος και χρησιμοποιήθηκα από τον Θεό για να ανοίξω και τα δικά σου τυφλωμένα μάτια. Μαζί βρήκαμε χαρά στην Αλήθεια, εργαστήκαμε ώμο προς ώμο επί δεκαπέντε χρόνια. Ο Κύριος σε τίμησε πολύ χρησιμοποιώντας σε για να μιλάς για λογαριασμό του· ποτέ μου δεν γνώρισα κάποιον άλλον που να μπορεί να κάνει τις ανοησίες της Βαβυλώνας να φαίνονται τόσο γελοίες. Στην επιστολή σου ρωτάς: ‘Τι θα γίνει στη συνέχεια;’ Αχ, εδώ είναι το λυπηρό! Αυτό που έγινε στη συνέχεια είναι ότι επέτρεψες στην καρδιά σου να πικραθεί με εκείνον του οποίου οι κόποι αγάπης και του οποίου η Άνωθεν ευλογία έφεραν την Αλήθεια τόσο στη δική σου όσο και στη δική μου καρδιά. Έφυγες και πήρες αρκετά από τα πρόβατα μαζί σου. . . .
»Ίσως να σου φαίνομαι γελοίος επειδή δεν πήγα στον Ουρανό την 1η Οκτωβρίου 1914, αλλά εσύ δεν φαίνεσαι γελοίος σε εμένα—σίγουρα όχι!
»Τώρα που δέκα από τα μεγαλύτερα κράτη της γης πνέουν τα λοίσθια, μου φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα άκαιρη στιγμή να θέλεις να γελοιοποιείς αυτόν τον άνθρωπο, τον μόνο που επί σαράντα χρόνια δίδασκε ότι οι Καιροί των Εθνών θα τελείωναν το 1914».
Η πίστη του αδελφού Γούντγουορθ δεν κλονίστηκε όταν τα γεγονότα του 1914 δεν εξελίχτηκαν όπως αναμενόταν. Συνειδητοποίησε απλώς ότι υπήρχαν πολλά πράγματα που έπρεπε να μάθουν ακόμα. Επειδή είχε εμπιστοσύνη στο σκοπό του Θεού, έμεινε εννιά μήνες στη φυλακή το έτος 1918-1919. Αργότερα υπηρέτησε ως εκδότης των περιοδικών «Ο Χρυσούς Αιών» και «Παρηγορία». Έμεινε σταθερός στην πίστη και όσιος στην οργάνωση του Ιεχωβά ωσότου πέθανε το 1951, σε ηλικία 81 ετών.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 637]
Α. Χ. Μακμίλαν
«Έχω δει πόσο σοφό είναι να αναμένουμε υπομονετικά να διευκρινίσει ο Ιεχωβά την κατανόησή μας για Γραφικά πράγματα, αντί να μας αναστατώνει μια καινούρια σκέψη. Μερικές φορές οι προσδοκίες μας για μια συγκεκριμένη χρονολογία υπερέβαιναν αυτά που δικαιολογούσαν οι Γραφές. Όταν εκείνες οι προσδοκίες δεν εκπληρώνονταν, αυτό δεν μετέβαλλε τους σκοπούς του Θεού».
[Εικόνα στη σελίδα 620]
Μια μεγάλη δοκιμασία της πίστης είχε να κάνει με την αναγνώριση του γεγονότος ότι η αξία της θυσίας του Ιησού εξιλεώνει αμαρτίες
[Εικόνες στη σελίδα 625]
Μερικοί που θαύμαζαν τον Ρώσσελ διαπίστωσαν ότι η αντίδρασή τους στην ιδιοσυγκρασία του Ρόδερφορντ αποκάλυψε ποιον υπηρετούσαν στην πραγματικότητα
[Εικόνες στη σελίδα 639]
Όταν δόθηκε περισσότερη έμφαση στην υπηρεσία αγρού, πολλοί αποχώρησαν· άλλοι εκδήλωσαν αυξημένο ζήλο
«Σκοπιά» 15 Αυγούστου 1922
«Σκοπιά» 1 Απριλίου 1928
«Σκοπιά» 15 Ιουνίου 1927
[Εικόνα στη σελίδα 640]
Καθώς η θεοκρατική οργάνωση ερχόταν στο προσκήνιο, εκείνοι που επιδίωκαν προσωπική προβολή κοσκινίστηκαν και έπεσαν