ΤΙΜΟΘΕΟΣ
(Τιμόθεος) [Αυτός που Τιμάει τον Θεό].
Γιος μιας Ιουδαίας, της Ευνίκης, και ενός Έλληνα (ο οποίος δεν κατονομάζεται στις Γραφές). Ενόσω ήταν ακόμη πολύ μικρός, ο Τιμόθεος διδάχτηκε «τα άγια συγγράμματα» από τη μητέρα του και, πιθανότατα, από τη γιαγιά του τη Λωίδα. (Πρ 16:1· 2Τι 1:5· 3:15) Δεν είναι γνωστό το πότε ακριβώς ο Τιμόθεος ασπάστηκε τη Χριστιανοσύνη. Ωστόσο, ίσως στα τέλη του 49 ή στις αρχές του 50 Κ.Χ., όταν ο απόστολος Παύλος έφτασε στα Λύστρα (προφανώς την ιδιαίτερη πατρίδα του Τιμόθεου) στη διάρκεια του δεύτερου ιεραποστολικού του ταξιδιού, ο μαθητής Τιμόθεος (ο οποίος ίσως βρισκόταν στα τελευταία χρόνια της εφηβείας ή ήταν λίγο μεγαλύτερος από 20 χρονών) «είχε καλή φήμη μεταξύ των αδελφών στα Λύστρα και στο Ικόνιο».—Πρ 16:2.
Ίσως να ήταν εκείνον τον καιρό που διατυπώθηκαν κάποιες προφητείες ή προρρήσεις σχετικά με τον Τιμόθεο, ως αποτέλεσμα της επενέργειας του πνεύματος του Θεού. Εφόσον το άγιο πνεύμα υπέδειξε με αυτόν τον τρόπο το μέλλον του Τιμόθεου, οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας έθεσαν μαζί με τον απόστολο Παύλο τα χέρια τους πάνω του, ξεχωρίζοντάς τον έτσι για ειδική υπηρεσία στη Χριστιανική εκκλησία. (1Τι 1:18· 4:14· 2Τι 1:6· παράβαλε Πρ 13:3.) Ο Παύλος επέλεξε τον Τιμόθεο ως σύντροφο στα ταξίδια του και, για να μη δώσει στους Ιουδαίους αιτία για πρόσκομμα, του έκανε περιτομή.—Πρ 16:3.
Ταξιδεύει με τον Παύλο. Μαζί με τον Παύλο, ο Τιμόθεος συμμετείχε σε Χριστιανικές δραστηριότητες στους Φιλίππους, στη Θεσσαλονίκη και στη Βέροια. (Πρ 16:11–17:10) Όταν η εναντίωση που ξεσήκωσαν φανατικοί Ιουδαίοι ανάγκασε τον Παύλο να φύγει από τη Βέροια, ο απόστολος άφησε πίσω τον Σίλα και τον Τιμόθεο για να φροντίσουν τη νέα ομάδα πιστών που είχε σχηματιστεί εκεί. (Πρ 17:13-15) Φαίνεται ότι κατόπιν ο Παύλος ειδοποίησε τον Τιμόθεο στη Βέροια να επισκεφτεί τους αδελφούς στη Θεσσαλονίκη και να τους ενθαρρύνει να παραμείνουν πιστοί παρά τη θλίψη. (1Θε 3:1-3· βλέπε ΑΘΗΝΑ [Η Δράση του Παύλου στην Αθήνα].) Ο Τιμόθεος προφανώς συναντήθηκε και πάλι με τον Παύλο στην Κόρινθο και έφερε καλά νέα σχετικά με την πιστότητα και την αγάπη των Θεσσαλονικέων Χριστιανών. (Πρ 18:5· 1Θε 3:6) Στην επιστολή που έστειλε τότε ο Παύλος προς τους Θεσσαλονικείς, περιέλαβε στο χαιρετισμό τα ονόματα του Σιλουανού (Σίλα) και του Τιμόθεου, όπως έκανε και στη δεύτερη επιστολή του προς αυτούς.—1Θε 1:1· 2Θε 1:1.
Στη διάρκεια του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του Παύλου (περ. 52-56 Κ.Χ.), ο Τιμόθεος ταξίδεψε και πάλι με τον απόστολο. (Παράβαλε Πρ 20:4.) Όταν ο Παύλος βρισκόταν στην Έφεσο (1Κο 16:8), έγραψε στην πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους: «Σας στέλνω τον Τιμόθεο, ο οποίος είναι αγαπητό και πιστό παιδί μου όσον αφορά τον Κύριο· και αυτός θα σας θυμίσει τις μεθόδους μου σχετικά με τον Χριστό Ιησού, όπως διδάσκω παντού σε κάθε εκκλησία». (1Κο 4:17) Προς το τέλος αυτής της επιστολής, όμως, ο Παύλος άφησε να εννοηθεί ότι ο Τιμόθεος μπορεί και να μην πήγαινε στην Κόρινθο: «Αν έρθει ο Τιμόθεος, φροντίστε να μην έχει φόβο ανάμεσά σας, γιατί εκτελεί το έργο του Ιεχωβά, όπως και εγώ». (1Κο 16:10) Αν τελικά ο Τιμόθεος επισκέφτηκε την Κόρινθο, αυτό πρέπει να έγινε προτού φύγει από την Έφεσο με τον Έραστο για τη Μακεδονία, εφόσον ο Τιμόθεος βρισκόταν μαζί με τον Παύλο στη Μακεδονία όταν γράφτηκε η δεύτερη επιστολή προς τους Κορινθίους (η οποία βασίστηκε στην αναφορά του Τίτου, όχι του Τιμόθεου). (Πρ 19:22· 2Κο 1:1· 2:13· 7:5-7) Ίσως η επίσκεψη που σκόπευε να κάνει ο Τιμόθεος να μην πραγματοποιήθηκε. Αυτό υπονοείται από το ότι, στη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους, ο Παύλος δεν αναφέρει πουθενά ότι ο Τιμόθεος είχε πάει εκεί και κάποια άλλη φορά εκτός από τότε που ήταν μαζί του. (2Κο 1:19) Μετέπειτα, όταν ο Παύλος έστειλε επιστολή προς τους Ρωμαίους—προφανώς από την Κόρινθο (την ιδιαίτερη πατρίδα του Γάιου)—ο Τιμόθεος βρισκόταν κοντά του.—Παράβαλε Ρω 16:21, 23· 1Κο 1:14.
Το όνομα του Τιμόθεου περιλαμβάνεται στους χαιρετισμούς των επιστολών που έγραψε ο Παύλος προς τους Φιλιππησίους (1:1), τους Κολοσσαείς (1:1) και τον Φιλήμονα (εδ. 1) κατά τη διάρκεια της πρώτης φυλάκισης του αποστόλου στη Ρώμη. Φαίνεται ότι και ο ίδιος ο Τιμόθεος φυλακίστηκε στη Ρώμη για κάποια περίοδο, κατά το διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στη συγγραφή της επιστολής προς τους Φιλιππησίους και στη συγγραφή της επιστολής προς τους Εβραίους.—Φλπ 2:19· Εβρ 13:23.
Ευθύνες και Προσόντα. Έπειτα από την αποφυλάκιση του Παύλου, ο Τιμόθεος συμμετείχε και πάλι με τον απόστολο στη διακονία, παραμένοντας στην Έφεσο με δική του υπόδειξη. (1Τι 1:1-3) Τότε (περ. 61-64 Κ.Χ.) ο Τιμόθεος ίσως ήταν πάνω από 30 χρονών και είχε την εξουσία να διορίζει επισκόπους και διακονικούς υπηρέτες στην εκκλησία. (1Τι 5:22) Ήταν απόλυτα ικανός να χειρίζεται τέτοιες βαρυσήμαντες ευθύνες, εφόσον είχε αποδείξει ποιος ήταν κοπιάζοντας σε στενή συνεργασία με τον απόστολο Παύλο επί 11 τουλάχιστον χρόνια. Σχετικά με αυτόν, ο Παύλος μπορούσε να πει: «Δεν έχω κανέναν άλλον με διάθεση σαν τη δική του, ο οποίος θα ενδιαφερθεί γνήσια για αυτά που σας αφορούν. . . . Εσείς . . . γνωρίζετε την απόδειξη που έδωσε για τον εαυτό του, ότι όπως ένα παιδί με τον πατέρα του υπηρέτησε ως δούλος μαζί μου στην επέκταση των καλών νέων». (Φλπ 2:20-22) Και προς τον Τιμόθεο, ο ίδιος έγραψε: «Ποτέ δεν παύω να σε θυμάμαι στις δεήσεις μου, νύχτα και ημέρα λαχταρώντας να σε δω, καθώς θυμάμαι τα δάκρυά σου, ώστε να γεμίσω χαρά. Διότι ανακαλώ στη μνήμη μου την ανυπόκριτη πίστη που είναι μέσα σου».—2Τι 1:3-5.
Μολονότι ο Τιμόθεος ήταν αναγκασμένος να αντιμετωπίζει συχνές αρρώστιες εξαιτίας στομαχικών διαταραχών (1Τι 5:23), δαπανούσε πρόθυμα τον εαυτό του για χάρη των άλλων. Οι θαυμάσιες ιδιότητές του τον έκαναν αγαπητό στον απόστολο Παύλο, ο οποίος επιθυμούσε πάρα πολύ τη συντροφιά του Τιμόθεου λίγο πριν από τον επικείμενο θάνατό του. (2Τι 4:6-9) Επειδή ήταν σχετικά νέος, ο Τιμόθεος μπορεί να είχε κάποιους ενδοιασμούς και να δίσταζε να επιβάλλει την εξουσία του. (Παράβαλε 1Τι 4:11-14· 2Τι 1:6, 7· 2:1.) Αυτό δείχνει ότι δεν ήταν υπερήφανος άνθρωπος, αλλά είχε συναίσθηση των περιορισμών του.