Μόδα—Αρχαίο Ελληνικό Στιλ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΓΙΑΤΙ χρειάστηκε να δώσουν οι Χριστιανοί συγγραφείς Παύλος και Πέτρος συγκεκριμένες συμβουλές σχετικά με τη γυναικεία ενδυμασία τον πρώτο αιώνα; Για παράδειγμα, ο Παύλος έγραψε: «Θέλω οι γυναίκες να στολίζονται με εύτακτη ενδυμασία, με μετριοφροσύνη και σωφροσύνη, όχι με πλεξίματα των μαλλιών και χρυσάφι ή μαργαριτάρια ή πολύ ακριβά ρούχα». (1 Τιμόθεο 2:9) Παρόμοια, ο Πέτρος το θεώρησε απαραίτητο να μιλήσει για «το εξωτερικό πλέξιμο των μαλλιών», ‘την τοποθέτηση χρυσών κοσμημάτων’ και «το ντύσιμο με εξωτερικά ενδύματα».—1 Πέτρου 3:3.
Αυτοί έγραφαν σε Χριστιανούς που ζούσαν υπό την επιρροή του ελληνιστικού πολιτισμού, ο οποίος προερχόταν απευθείας από τον αρχαίο κλασικό ελληνικό πολιτισμό. Υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα η ιδέα της μόδας; Όταν πολλοί άνθρωποι σκέφτονται κάποιο χαρακτηριστικό αρχαίο Έλληνα, μπορεί πιθανότατα να τον φανταστούν να φοράει τον ευρέως διαδεδομένο χιτώνα—ένα ρούχο που έμοιαζε με μανδύα—άσχετα με την υπό εξέταση χρονική περίοδο ή το φύλο του ατόμου καθώς και το μέρος από το οποίο καταγόταν.a Είναι αυτή η εικόνα σωστή; Όχι!
Κατασκευή και Χρήση του Εσωτερικού Ενδύματος
Μια προσεκτική εξέταση των αγαλμάτων, των κεραμικών παραστάσεων και των κλασικών συγγραμμάτων αποκαλύπτει ότι η αρχαία ελληνική ενδυμασία δεν αποτελούνταν απλώς από μακριά άσπρα φορέματα σε ριχτή γραμμή. Υπήρχε μεγάλη ποικιλία στα είδη, στα υφάσματα, στα χρώματα και στα σχέδια, καθώς επίσης και στα αξεσουάρ. Ιδιαίτερα οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν πάρα πολλά ευφυή τεχνάσματα για να βελτιώσουν την εμφάνισή τους.
Όσοι έχουν διαβάσει την Οδύσσεια, το έπος του Ομήρου, η οποία περιγράφει τη δεκαετή περιπλάνηση του μυθικού ήρωα Οδυσσέα, ίσως θυμούνται ότι ενώ η Πηνελόπη, η σύζυγος του ήρωα, τον περίμενε να επιστρέψει στο σπίτι συνέχιζε να υφαίνει και να ξηλώνει το ίδιο κομμάτι ύφασμα όλα αυτά τα χρόνια. Ο Όμηρος κάνει μερικές ακόμα αναφορές στην ενδυμασία, υπονοώντας ότι η κατασκευή ρούχων ήταν μια από τις κύριες ασχολίες των γυναικών στο σπίτι από αρχαιοτάτων χρόνων.
Αφού ύφαιναν το ύφασμα, το έκοβαν για να φτιάξουν το χιτώνα—ένα λινό, και αργότερα επίσης μάλλινο, είδος ενδύματος που έμοιαζε με πουκαμίσα—ο οποίος αποτελούσε τη βάση τόσο του αντρικού όσο και του γυναικείου ντυσίματος. Στην αρχαϊκή περίοδο (περίπου 630 ως 480 Π.Κ.Χ.), ο γυναικείος χιτών (τότε ονομαζόταν εσθής) αποτελούνταν από ένα απλό κομμάτι ύφασμα που είχε μήκος περίπου όσο το ύψος της γυναίκας και πλάτος δύο φορές το άνοιγμα των χεριών της. (Παράβαλε Ιωάννης 19:23· Πράξεις 10:30, Κείμενο). Το χιτώνα τον στερέωναν με πόρπες, τις οποίες αρχικά τις κατασκεύαζαν από τα κόκαλα των ποδιών μικρών ζώων και αργότερα από μέταλλο. Ο χιτών ήταν ανοιχτός στις δύο πλευρές και τον ένωναν στη μέση με μια ζώνη, και έτσι έμοιαζε με δύο ξεχωριστά ρούχα.
Αργότερα, στις αρχές του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ., ο ιωνικός χιτών έμοιαζε περισσότερο με φόρεμα παρά με μανδύα, ήταν ραμμένος στα πλάγια και δεν τον δίπλωναν στο πάνω μέρος· συνεπώς, ήταν πιο οικονομικός επειδή απαιτούσε λιγότερο ύφασμα. Αντί να είναι ομοιόμορφα λευκό, το ύφασμα μερικές φορές είχε μακριές λεπτές ρίγες διαφόρων χρωμάτων ή του πρόσθεταν κρόσσια. Στα χρώματα που προτιμούσαν να χρησιμοποιούν περιλαμβανόταν το βαθυκίτρινο και το κόκκινο. Στην ελληνιστική περίοδο, η ασιατική επίδραση έφερε νέα φωτεινά χρώματα, όπως είναι το ροζ, το γαλάζιο, το βιολετί και το κίτρινο. Η χρήση άλλων υφασμάτων, τα οποία ήταν διακοσμημένα με χρυσές κλωστές ή είχαν κεντημένα λουλούδια, αρχικά περιοριζόταν στα αγάλματα των θεών και στους ηθοποιούς που τους υποδύονταν.
Τι Άλλο Φορούσε μια Αθηναία;
Καμιά Αθηναία η οποία σεβόταν τον εαυτό της δεν θα έφευγε από το σπίτι της χωρίς να φορέσει το ιμάτιόν της. Αυτό το ορθογώνιο κομμάτι ύφασμα μπορούσαν να το φορέσουν με διάφορους τρόπους—να το ρίξουν στους ώμους σαν σάλι, να τυλίξουν με αυτό το δεξί ώμο, ώστε να σχηματίζει πτυχές, και να το περάσουν κάτω από το αριστερό χέρι, ή να καλύψουν με αυτό το κεφάλι τους για να προστατευτούν από τον ήλιο. Τα ιμάτια υπήρχαν επίσης σε διάφορα μεγέθη, και τα μεγαλύτερα που προορίζονταν για τον κρύο καιρό έμοιαζαν περισσότερο με πανωφόρι. Το ιμάτιον συχνά είχε διακοσμητικά τελειώματα, και πρέπει να απαιτούσε μεγάλη επιδεξιότητα ο τρόπος που το δίπλωναν και έπεφτε πάνω στο σώμα ώστε οι πτυχώσεις του να σχηματίζουν πιέτες.
Μερικές φορές αντί για το ιμάτιον φορούσαν την κυπασσίδα, ένα είδος κοντού χιτώνα που κούμπωνε μπροστά. Οι γυναίκες δεν φορούσαν καπέλα όπως τα ξέρουμε σήμερα, αν και σε κάποια ιδιαίτερα ζεστή μέρα, μπορεί να βαστούσαν ένα σκιάδιον, δηλαδή ομπρέλα για τον ήλιο. Οι εύπορες Ελληνίδες συνήθως φορούσαν τον πέπλο, ή μάλλινο ένδυμα. Στις Ελληνικές Γραφές επίσης γίνεται μια αναφορά στο «κάλυμμα του κεφαλιού» (περιβόλαιον, Κείμενο) στα γραπτά του Παύλου.—1 Κορινθίους 11:15.
Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθως δεν φορούσαν παπούτσια μέσα στο σπίτι, και ορισμένες φορές δεν φορούσαν ούτε έξω από το σπίτι. Σύμφωνα με τον ποιητή Ησίοδο, οι αγρότες φορούσαν σανδάλια κατασκευασμένα από δέρμα βοδιού τα οποία ήταν επενδυμένα με τσόχα. Οι κοντές γυναίκες μερικές φορές φορούσαν παπούτσια με χοντρό πάτο από φελλό για να φαίνονται ψηλότερες.
Τοποθέτηση Χρυσών Κοσμημάτων
Τα κοσμήματα που κατασκευάζονταν από φύλλα χρυσού και διακοσμούνταν με ανάγλυφες παραστάσεις, κυρίως ζώων και φυτών, ήταν πολύ συνηθισμένα. Άλλα δημοφιλή κοσμήματα ήταν οι σκαραβαίοι και οι πολύτιμοι λίθοι σε σχήμα σκαραβαίου, οι οποίοι συνήθως τοποθετούνταν σε δαχτυλίδια με περιστρεφόμενη κεφαλή. Τα βραχιόλια—που μερικές φορές ονομάζονταν όφις ή δράκον—αποτελούσαν αγαπημένα στολίδια.
Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως διαδήματα, περίαπτα, περιδέραια, μενταγιόν, δαχτυλίδια και άλλα κοσμήματα. Αυτά τα αντικείμενα για ατομικό στολισμό τα έφτιαχναν συνήθως από χρυσάφι, σίδηρο και χαλκό και σπανιότερα από ασήμι, ενώ οι χάντρες ήταν από γυαλί ή ημιπολύτιμους λίθους.
Τα σκουλαρίκια ήταν επίσης δημοφιλή. Μερικές φορές αποτελούσαν εξωτερικό στοιχείο αξιοπρέπειας, σημάδι εξουσίας και φανταχτερή επίδειξη οικονομικής ευμάρειας. Κανονικά τα κορίτσια τρυπούσαν τα αφτιά τους σε μικρή ηλικία.
Πλεξίματα των Μαλλιών
Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν πολλά και ποικίλα χτενίσματα. Ένα από τα πιο συνηθισμένα ήταν η χωρίστρα στη μέση, ενώ τα μαλλιά δένονταν πίσω με μια χρωματιστή κορδέλα. Ορισμένες γυναίκες είχαν τα μαλλιά τους μαζεμένα κότσο στο πάνω μέρος του κεφαλιού τους. Άλλες είχαν κοντή ίσια φράντζα που σκέπαζε το μέτωπο. Μερικές φορές έδεναν κορδέλες γύρω από το μέτωπο και τις κοσμούσαν με ένα μικρό μεταλλικό κουμπί στο μπροστινό μέρος. Χρησιμοποιούσαν σιδερένιες λαβίδες για να φτιάξουν τεχνητές μπούκλες. Είναι επίσης σαφές ότι στην κλασική Αθήνα πολλές γυναίκες έβαφαν τα μαλλιά τους. Ο Λουκιανός, δάσκαλος της ρητορικής, επέκρινε την επιπολαιότητα των γυναικών που χρησιμοποιούσαν «μηχανήματα» για να κάνουν μπούκλες, και οι οποίες κατασπαταλούσαν τις περιουσίες των συζύγων τους για να αγοράζουν αραβικές βαφές μαλλιών.
Τα δημοφιλή χτενίσματα που έκαναν οι πλούσιες αρχαίες Ελληνίδες ήταν υπερβολικά περίτεχνα και πολύ χρονοβόρα. Αυτά τα χτενίσματα απαιτούσαν πολύωρη προετοιμασία από καλλωπιστή και μεγάλα έξοδα, ενώ ταυτόχρονα ήταν πολύ επιδεικτικά, και έλκυαν την προσοχή στη συγκεκριμένη γυναίκα.
Γυναίκες οι Οποίες Στολίζονται
Η χρήση καλλυντικών για το πρόσωπο ήταν άλλη μια ανατολίτικη συνήθεια που έφεραν στην Ελλάδα οι έμποροι και οι ταξιδιώτες. Τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ. οι Αθηναίες χρησιμοποιούσαν μόλυβδο για να λευκαίνουν το πρόσωπό τους. Έβαφαν τα χείλια τους κόκκινα και χρησιμοποιούσαν ρουζ που ήταν φτιαγμένο είτε από φύκια είτε από τις ρίζες ορισμένων φυτών. Τόνιζαν τα φρύδια με καπνιά και σκούραιναν τα βλέφαρα με κοχόλ (όπως είναι το θειούχο αντιμόνιο σε σκόνη), ενώ έφτιαχναν μάσκαρα από κοπριά αγελάδων ή από ένα μείγμα που περιλάμβανε ασπράδι αβγού και γόμα.
Αρχαιολογικές έρευνες σε ελληνικά ανάκτορα, νεκροταφεία και οικισμούς έχουν φέρει στο φως πλήθος αντικειμένων που σχετίζονται με τον καλλωπισμό των γυναικών. Η μεγάλη ποικιλία σε σύνεργα και σκεύη περιλαμβάνει καθρέφτες, χτένες, αγκιστροειδείς περόνες, μικρά κομψά μαχαίρια, φουρκέτες, ξυράφια και μικροσκοπικά αγγεία για αρώματα, κρέμες και χρώματα.
Η Αληθινή Ομορφιά
Σε γενικές γραμμές, παρά τα σκωπτικά σχόλια των αρχαίων Ελλήνων σατιρικών συγγραφέων, η κομψότητα αποτελούσε ιδιαίτερα αξιοζήλευτη ιδιότητα σε μια γυναίκα· ιδιότητα για την οποία οι αρχαίες Ελληνίδες αφιέρωναν πολύ χρόνο, προσπάθεια, φροντίδα και προσοχή.
Για τη Χριστιανή γυναίκα, αυτό θα μπορούσε εύκολα να επισκιάσει την έμφαση που έπρεπε να δίνεται στις πνευματικές ιδιότητες. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Πέτρος δικαιολογημένα τονίζει ότι τα πιο όμορφα και σπουδαία ρούχα που μπορεί να φορέσει μια γυναίκα είναι «το κρυφό άτομο της καρδιάς με την άφθαρτη ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος, το οποίο έχει μεγάλη αξία στα μάτια του Θεού». (1 Πέτρου 3:3, 4) Όποια γυναίκα φοράει αυτό το είδος του προσωπικού εσωτερικού στολισμού, σε συνδυασμό με καθαρά, σεμνά ρούχα, θα είναι πάντοτε όμορφα ντυμένη, με τρόπο άψογο και διαχρονικό. Ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο: «Θέλω οι γυναίκες να στολίζονται με εύτακτη ενδυμασία, με μετριοφροσύνη και σωφροσύνη, όχι με πλεξίματα των μαλλιών και χρυσάφι ή μαργαριτάρια ή πολύ ακριβά ρούχα, αλλά με τον τρόπο που αρμόζει σε γυναίκες οι οποίες ισχυρίζονται ότι έχουν ευλάβεια για τον Θεό, δηλαδή, μέσω καλών έργων».—1 Τιμόθεο 2:9, 10.
[Υποσημειώσεις]
a Η λέξη χιτών αναφέρεται 11 φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές και αποδίδεται «εσωτερικό ένδυμα» στις Χριστιανικές Γραφές—Απόδοση από τη Μετάφραση Νέου Κόσμου. Βλέπε Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Καινής Διαθήκης (Expository Dictionary of New Testament Words) του Γ. Ε. Βάιν, Τόμος 1, σελίδα 198, κάτω από το λήμμα «Ενδυμασία».
[Πλαίσιο στη σελίδα 24]
Κοσμήματα και Θρησκεία
Πολύ συχνά οι παραστάσεις που βρίσκονται σε αρχαία ελληνικά κοσμήματα είναι θρησκευτικής φύσης. Μερικά ήταν περίαπτα που απεικόνιζαν διάφορους θεούς και θεές, όπως είναι η Άρτεμις, και ημίθεους, όπως είναι ο Ηρακλής. Τα κοσμήματα με σκηνές από θρησκευτικές τελετουργίες αποτελούσαν πολύ συνηθισμένα αφιερώματα στα ιερά που υπήρχαν σε όλη την Ελλάδα. Πολλά κοσμήματα τοποθετούνταν στους χώρους ταφής μαζί με το νεκρό, πράγμα που αντανακλά την ειδωλολατρική πεποίθηση ότι η ανθρώπινη ψυχή επιζεί μετά το θάνατο του σώματος.
[Εικόνες στη σελίδα 23]
Αριστερά: Ο Παρθενών, ναός αφιερωμένος στη θεά Αθηνά
Επάνω: Χρυσό περίαπτο με τη μορφή της Αρτέμιδος
Δεξιά: Κόρη με «ιμάτιον»
Κάτω δεξιά: Χρυσό διάδημα
Άκρη αριστερά: Θεά ντυμένη με «χιτώνα» και «ιμάτιον»
Αριστερά: Χρυσά βραχιόλια που καταλήγουν σε κεφάλια φιδιών
[Ευχαριστίες]
Επάνω δεξιά: Μουσείο Ακρόπολης, Αθήνα
Όλες οι άλλες φωτογραφίες: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα
[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 22]
Ακρόπολη, Αθήνα