ΚΑΡΠΟΣ
(Κάρπος) [από τη λέξη «καρπός»].
Κάποιος Χριστιανός που κατοικούσε στην Τρωάδα, στον οποίο ο Παύλος είχε αφήσει το μανδύα του. Πιθανώς ο Κάρπος φιλοξένησε τον Παύλο όταν ο απόστολος επισκέφτηκε εκείνη την πόλη.—2Τι 4:13.
Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.
Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.
ΚΑΡΠΟΣ
(Κάρπος) [από τη λέξη «καρπός»].
Κάποιος Χριστιανός που κατοικούσε στην Τρωάδα, στον οποίο ο Παύλος είχε αφήσει το μανδύα του. Πιθανώς ο Κάρπος φιλοξένησε τον Παύλο όταν ο απόστολος επισκέφτηκε εκείνη την πόλη.—2Τι 4:13.