ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΣ
Σύμφωνα με τη Βιβλική χρήση της λέξης, ο επίσημος εκπρόσωπος τον οποίο έστελνε κάποιος άρχοντας σε ειδική περίσταση και για συγκεκριμένο σκοπό. Συνήθως υπηρετούσαν με αυτή την ιδιότητα γεροντότεροι, ώριμοι άντρες. Γι’ αυτό και οι λέξεις πρεσβεύω («ενεργώ ως πρεσβευτής» [Εφ 6:20]· «είμαι πρεσβευτής» [2Κο 5:20]) και πρεσβεία («σώμα πρεσβευτών» [Λου 14:32]) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι και οι δύο συγγενικές με τη λέξη πρεσβύτερος, που σημαίνει «γεροντότερος· πρεσβύτερος».—1Τι 5:1· Απ 4:4.
Ο Ιησούς Χριστός ήρθε ως “απόστολος”, δηλαδή “απεσταλμένος”, του Ιεχωβά Θεού. Αυτός είναι που «έχει ρίξει φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων».—Εβρ 3:1· 2Τι 1:10.
Αφότου ο Χριστός αναστήθηκε στους ουρανούς και έπαψε πλέον να βρίσκεται ο ίδιος στη γη, οι πιστοί του ακόλουθοι διορίστηκαν να πάρουν τη θέση του, “αναπληρώνοντας τον Χριστό” ως πρεσβευτές του Θεού. Ο Παύλος αναφέρεται συγκεκριμένα στην ιδιότητα που κατείχε ως πρεσβευτής. (2Κο 5:18-20) Αυτός, όπως και όλοι οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, στάλθηκε σε έθνη και ανθρώπους αποξενωμένους από τον Ιεχωβά Θεό, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο—ήταν πρεσβευτές σε έναν κόσμο που δεν βρισκόταν σε ειρήνη με τον Θεό. (Ιωα 14:30· 15:18, 19· Ιακ 4:4) Ως πρεσβευτής, ο Παύλος μετέφερε άγγελμα συμφιλίωσης με τον Θεό μέσω του Χριστού και γι’ αυτό χαρακτήρισε τον εαυτό του, ενόσω βρισκόταν στη φυλακή, “πρεσβευτή αλυσοδεμένο”. (Εφ 6:20) Το γεγονός ότι ήταν αλυσοδεμένος αποτελεί απόδειξη της εχθρικής στάσης που διακρατεί αυτός ο κόσμος προς τον Θεό, τον Χριστό και την κυβέρνηση της Μεσσιανικής Βασιλείας, διότι οι πρεσβευτές θεωρούνταν από αμνημονεύτων χρόνων πρόσωπα που έχουν ασυλία. Συνιστούσε ενέργεια μέγιστης εχθρότητας και βαρύτατη προσβολή από μέρους των εθνών το ότι δεν σεβάστηκαν τους πρεσβευτές που είχαν σταλεί ως εκπρόσωποι της Βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό.
Καθώς εκπλήρωνε το ρόλο του ως πρεσβευτή, ο Παύλος σεβόταν τους νόμους της χώρας, αλλά παρέμενε αυστηρά ουδέτερος ως προς τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες του κόσμου. Αυτό εναρμονιζόταν με την αρχή ότι οι πρεσβευτές των κοσμικών κυβερνήσεων πρέπει να υπακούν στο νόμο αλλά απαλλάσσονται από υποταγή στη χώρα στην οποία έχουν σταλεί.
Όπως ο απόστολος Παύλος, έτσι και όλοι οι πιστοί, χρισμένοι, γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού, οι οποίοι έχουν ουράνια υπηκοότητα, είναι “πρεσβευτές που αναπληρώνουν τον Χριστό”.—2Κο 5:20· Φλπ 3:20.
Ο τρόπος με τον οποίο δέχεται κάποιος αυτούς τους πρεσβευτές του Θεού καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο θα πολιτευτεί μαζί του ο Θεός. Ο Ιησούς Χριστός εξέθεσε αυτή την αρχή στην παραβολή του για τον άνθρωπο που είχε ένα αμπέλι και έστειλε ως εκπροσώπους του αρχικά τους δούλους του και κατόπιν το γιο του. Οι καλλιεργητές του αμπελιού μεταχειρίστηκαν βάναυσα τους δούλους και σκότωσαν το γιο του ιδιοκτήτη. Γι’ αυτό, ο ιδιοκτήτης του αμπελιού έφερε καταστροφή στους εχθρικούς καλλιεργητές. (Ματ 21:33-41) Ο Ιησούς είπε μια ακόμη παραβολή για κάποιον βασιλιά του οποίου οι δούλοι φονεύτηκαν ενώ ενεργούσαν ως αγγελιοφόροι καλώντας ορισμένους ανθρώπους σε ένα γαμήλιο συμπόσιο. Όσοι μεταχειρίστηκαν τους εκπροσώπους του βασιλιά κατ’ αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκαν εχθροί του. (Ματ 22:2-7) Ο Ιησούς δήλωσε ξεκάθαρα αυτή την αρχή όταν είπε: «Αυτός που δέχεται όποιον στείλω, δέχεται και εμένα. Και αυτός που δέχεται εμένα, δέχεται και εκείνον που με έστειλε».—Ιωα 13:20· βλέπε επίσης Ματ 23:34, 35· 25:34-46.
Ο Ιησούς, επίσης, χρησιμοποίησε το ειρηνευτικό έργο ενός πρεσβευτή για να καταδείξει την ανάγκη που υπάρχει να επιδιώξει ο καθένας μας ειρήνη με τον Ιεχωβά Θεό και να εγκαταλείψει τα πάντα για να ακολουθήσει τα ίχνη του Γιου του ώστε να αποκτήσει την εύνοια του Θεού και αιώνια ζωή. (Λου 14:31-33) Από την άλλη πλευρά, κατέδειξε πόσο ανόητο είναι να συνταυτίζεται κανείς με όσους στέλνουν πρεσβευτές για να μιλήσουν εναντίον εκείνου στον οποίο ο Θεός χορηγεί βασιλική εξουσία. (Λου 19:12-14, 27) Οι Γαβαωνίτες αποτελούν καλό παράδειγμα ατόμων που ανέλαβαν διακριτική, επιτυχή δράση για την επίτευξη ειρήνης.—Ιη 9:3-15, 22-27.
Απεσταλμένοι στην Προχριστιανική Εποχή. Στην προχριστιανική εποχή δεν υπήρχε επίσημο κυβερνητικό αξίωμα που να αντιστοιχεί ακριβώς σε αυτό του σύγχρονου πρεσβευτή. Δεν υπήρχε μόνιμα εγκατεστημένος αξιωματούχος ο οποίος εκπροσωπούσε επίσημα κάποια ξένη κυβέρνηση. Γι’ αυτό, οι όροι «αγγελιοφόρος» (εβρ., μαλ’άχ) και «απεσταλμένος» (εβρ., τσιρ) περιγράφουν ακριβέστερα τα καθήκοντα αυτών των ατόμων κατά τους Βιβλικούς χρόνους. Ωστόσο, η θέση τους και η ιδιότητά τους ήταν παρόμοιες με των πρεσβευτών από πολλές απόψεις, μερικές από τις οποίες θα εξεταστούν σε αυτό το λήμμα. Αυτού του είδους οι άνθρωποι ήταν επίσημοι εκπρόσωποι που μετέφεραν μηνύματα μεταξύ κυβερνήσεων και μεμονωμένων αρχόντων.
Ανόμοια με τους σύγχρονους πρεσβευτές, οι αρχαίοι απεσταλμένοι ή αγγελιοφόροι δεν κατοικούσαν σε ξένες πρωτεύουσες, αλλά αποστέλλονταν μόνο σε ειδικές περιστάσεις και για συγκεκριμένους σκοπούς. Συνήθως ήταν υψηλόβαθμα άτομα (2Βα 18:17, 18) και το αξίωμά τους έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Συνεπώς, όταν επισκέπτονταν άλλους άρχοντες, τους χορηγούνταν ασυλία.
Η μεταχείριση που είχαν οι αγγελιοφόροι, ή αλλιώς απεσταλμένοι, ενός άρχοντα θεωρούνταν ότι είχε ως αποδέκτη τον ίδιο τον άρχοντα και την κυβέρνησή του. Για παράδειγμα, όταν η Ραάβ έδειξε εύνοια στους αγγελιοφόρους που είχε στείλει ο Ιησούς του Ναυή ως κατασκόπους στην Ιεριχώ, ουσιαστικά ενήργησε έτσι επειδή αναγνώριζε ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός και Βασιλιάς του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά, μέσω του Ιησού του Ναυή, της έδειξε την ανάλογη εύνοια. (Ιη 6:17· Εβρ 11:31) Κατάφωρη παραβίαση του άγραφου διεθνούς πρωτοκόλλου σχετικά με το σεβασμό προς τους απεσταλμένους αποτέλεσε η πράξη του Ανούν, βασιλιά του Αμμών, προς τον οποίο ο Βασιλιάς Δαβίδ έστειλε μερικούς υπηρέτες σε ένδειξη φιλίας. Ο βασιλιάς του Αμμών άκουσε τους άρχοντές του, οι οποίοι κατηγόρησαν ψευδώς τους αγγελιοφόρους για κατασκοπεία, και τους ταπείνωσε δημόσια, καθιστώντας σαφές ότι δεν σεβόταν τον Δαβίδ και την κυβέρνησή του. Αυτή η επαίσχυντη πράξη οδήγησε σε πόλεμο.—2Σα 10:2–11:1· 12:26-31.
Στην αρχαιότητα, αντί να ανακαλούν έναν πρεσβευτή, όπως κάνουν τα σύγχρονα κράτη όταν διακόπτουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, αντάλλασσαν αγγελιοφόρους, ή αλλιώς απεσταλμένους, ως εκπροσώπους σε περιόδους έντασης προσπαθώντας να αποκαταστήσουν τις ειρηνικές σχέσεις. Ο Ησαΐας μιλάει για τέτοιους “αγγελιοφόρους ειρήνης”. (Ησ 33:7) Ο Εζεκίας απηύθυνε έκκληση για ειρήνη στον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας. Μολονότι ο Σενναχειρείμ απειλούσε τις οχυρωμένες πόλεις του Ιούδα, οι Ασσύριοι παραχώρησαν στους αγγελιοφόρους ελευθερία διέλευσης, επειδή ενεργούσαν ως απεσταλμένοι του Εζεκία. (2Βα 18:13-15) Άλλο σχετικό παράδειγμα βρίσκουμε στην αφήγηση για τον Ιεφθάε, έναν κριτή του Ισραήλ. Μέσω αγγελιοφόρων, αυτός έστειλε επιστολή στο βασιλιά των Αμμωνιτών διαμαρτυρόμενος για κάποια εσφαλμένη ενέργειά του και επιχειρώντας να επιλύσει μια διαμάχη γύρω από εδαφικές διεκδικήσεις. Αν ο Ιεφθάε είχε τη δυνατότητα, θα είχε τακτοποιήσει το ζήτημα μέσω των απεσταλμένων του, χωρίς πόλεμο. Αυτοί οι αγγελιοφόροι είχαν την άδεια να πηγαινοέρχονται ανάμεσα στα στρατεύματα ανεμπόδιστα.—Κρ 11:12-28· βλέπε ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ.