ΚΟΣΜΟΣ
Η λέξη κόσμος υπάρχει στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο και διατηρείται αυτούσια στη σύγχρονη απόδοσή του, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται, με εξαίρεση το εδάφιο 1 Πέτρου 3:3 όπου αποδίδεται «στολισμός». Η λέξη «κόσμος» μπορεί να σημαίνει (1) το ανθρώπινο γένος συνολικά, ανεξάρτητα από την ηθική του κατάσταση ή την πορεία της ζωής του, (2) το πλαίσιο των ανθρώπινων συνθηκών μέσα στο οποίο γεννιέται και ζει κάποιος (με αυτή δε την έννοια είναι σε κάποιες περιπτώσεις πολύ παρόμοια με τη λέξη αἰών του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία αποδίδεται «σύστημα πραγμάτων») ή (3) τη μάζα της ανθρωπότητας που διαχωρίζεται από τους επιδοκιμασμένους υπηρέτες του Ιεχωβά.
Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αποδίδει σε ορισμένες περιπτώσεις με τη λέξη «κόσμος» τρεις ακόμη λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (γῆ, αἰών, οἰκουμένη) και πέντε διαφορετικές εβραϊκές λέξεις (’έρετς· χέδελ· χέλεδ· ‛ωλάμ· τεβέλ). Αυτό έχει περιπλέξει τις έννοιες προκαλώντας ασάφεια ή σύγχυση, η οποία δυσχεραίνει την ορθή κατανόηση των σχετικών εδαφίων. Μεταγενέστερες μεταφράσεις έχουν ξεδιαλύνει σε μεγάλο βαθμό αυτή τη σύγχυση.
Η λέξη ’έρετς του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη γῆ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (από την οποία προέρχονται λέξεις όπως «γεωγραφία» και «γεωλογία») αναφέρονται στον πλανήτη γη, στο έδαφος, στο χώμα ή σε κάποια χώρα ή περιοχή (Γε 6:4· Αρ 1:1· Ματ 2:6· 5:5· 10:29· 13:5), παρ’ όλο που σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να αναφέρονται συμβολικά στους ανθρώπους της γης, όπως στα εδάφια Ψαλμός 66:4 και Αποκάλυψη 13:3. Τόσο η εβραϊκή λέξη ‛ωλάμ όσο και η λέξη αἰών σχετίζονται βασικά με μια χρονική περίοδο ακαθόριστης διάρκειας. (Γε 6:3· 17:13· Λου 1:70) Η λέξη αἰών μπορεί επίσης να υποδηλώνει το «σύστημα πραγμάτων» που χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη περίοδο ή εποχή. (Γα 1:4) Η εβραϊκή λέξη χέλεδ έχει κάπως παρόμοια έννοια και μπορεί να αποδοθεί με όρους όπως “διάρκεια ζωής” και “σύστημα πραγμάτων”. (Ιωβ 11:17· Ψλ 17:14) Η λέξη οἰκουμένη σημαίνει την «κατοικημένη γη» (Λου 21:26), και η εβραϊκή λέξη τεβέλ μπορεί να αποδοθεί “παραγωγική γη”. (2Σα 22:16) Η εβραϊκή λέξη χέδελ εμφανίζεται μόνο στο εδάφιο Ησαΐας 38:11, και στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου (βλέπε επίσης ΒΑΜ) αποδίδεται «κόσμος» στη φράση «κατοίκους του κόσμου». Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 4, σ. 874) υποδεικνύει την απόδοση «κατοίκους (του κόσμου) της κατάπαυσης», ενώ τονίζει ότι οι περισσότεροι λόγιοι κλίνουν υπέρ του κειμένου κάποιων εβραϊκών χειρογράφων που έχουν τη λέξη χέλεδ αντί της λέξης χέδελ. Η Μετάφραση Νέου Κόσμου έχει την απόδοση «κατοίκους της γης της κατάπαυσης».—Βλέπε ΑΙΩΝΑΣ· ΓΗ· ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ.
Η Λέξη «Κόσμος» και οι Διάφορες Έννοιές Της. Η βασική έννοια της λέξης κόσμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι «τάξη» ή «διευθέτηση». Εφόσον η έννοια της ομορφιάς συνδέεται ως έναν βαθμό με την τάξη και τη συμμετρία, η λέξη κόσμος μεταδίδει και αυτή την έννοια, και γι’ αυτό χρησιμοποιούνταν συχνά από τους Έλληνες με την έννοια του «στολισμού», ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Ανάλογη χρήση της λέξης έχουμε και στο εδάφιο 1 Πέτρου 3:3. Από την ίδια ρίζα προέρχεται και η λέξη «κόσμημα». Το συγγενικό ρήμα κοσμέω έχει την έννοια “τακτοποιώ” στο εδάφιο Ματθαίος 25:7 και την έννοια του “στολισμού” σε άλλα σημεία. (Ματ 12:44· 23:29· Λου 11:25· 21:5· 1Τι 2:9· Τιτ 2:10· 1Πε 3:5· Απ 21:2, 19) Το επίθετο κόσμιος στα εδάφια 1 Τιμόθεο 2:9 και 3:2 περιγράφει κάτι το οποίο είναι “εύτακτο”.
Προφανώς λόγω της τάξης που χαρακτηρίζει το σύμπαν, οι Έλληνες φιλόσοφοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη κόσμος σε μερικές περιπτώσεις για ολόκληρη την ορατή δημιουργία. Ωστόσο, οι απόψεις τους στην πραγματικότητα διίσταντο, καθώς μερικοί περιόριζαν την έννοια της λέξης μόνο στα ουράνια σώματα, ενώ άλλοι τη χρησιμοποιούσαν για ολόκληρο το σύμπαν. Η χρήση της λέξης κόσμος για την περιγραφή της υλικής δημιουργίας στο σύνολό της εμφανίζεται σε ορισμένα απόκρυφα συγγράμματα (παράβαλε Σοφία Σολομώντος 9:9· 11:17) που γράφτηκαν την περίοδο κατά την οποία η ελληνική φιλοσοφία κέρδιζε έδαφος σε πολλές Ιουδαϊκές περιοχές. Ωστόσο, στα θεόπνευστα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών αυτή η έννοια ουσιαστικά απουσιάζει, ίσως εντελώς. Σε μερικά εδάφια πιθανόν να φαίνεται ότι η λέξη κόσμος χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια, όπως στην αφήγηση για την ομιλία του αποστόλου Παύλου προς τους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο. Εκεί ο Παύλος είπε: «Ο Θεός που έκανε τον κόσμο και όλα όσα υπάρχουν σε αυτόν, καθώς Αυτός είναι Κύριος ουρανού και γης, δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς». (Πρ 17:22-24) Εφόσον η χρήση της λέξης κόσμος με την έννοια του σύμπαντος ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στους Έλληνες, ο Παύλος μπορεί να τη χρησιμοποίησε με αυτή την έννοια. Ακόμη και εδώ, όμως, είναι απολύτως πιθανό να τη χρησιμοποίησε με έναν από τους τρόπους που θα εξεταστούν στο υπόλοιπο λήμμα.
Σχετίζεται με την Ανθρωπότητα. Το σύγγραμμα Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης ([Synonyms of the New Testament] Λονδίνο, 1961, σ. 201, 202) του Ρίτσαρντ Σ. Τρεντς, αφού παρουσιάζει τη φιλοσοφική χρήση της λέξης κόσμος για το σύμπαν, δηλώνει: «Από αυτή τη σημασία της αναφερόμενης στο υλικό σύμπαν λέξης κόσμος, . . . προέκυψε η σημασία του κόσμου ως του εξωτερικού πλαισίου των πραγμάτων μέσα στο οποίο ζει και κινείται ο άνθρωπος—ενός πλαισίου που υπάρχει για αυτόν και του οποίου ο άνθρωπος αποτελεί το ηθικό κέντρο (Ιωάν. 16:21· 1 Κορ. 14:10· 1 Ιωάν. 3:17)· . . . και στη συνέχεια η σημασία που αναφέρεται στους ίδιους τους ανθρώπους, στο σύνολο των ανθρώπων που ζουν στον κόσμο (Ιωάν. 1:29· 4:42· 2 Κορ. 5:19)· επιπρόσθετα δε, και από ηθικής πλευράς, σε όλους όσους δεν ανήκουν στην ἐκκλησία, οι οποίοι είναι αποξενωμένοι από τη ζωή του Θεού και είναι μέσω των πονηρών τους έργων εχθροί Του (1 Κορ. 1:20, 21· 2 Κορ. 7:10· Ιακ. 4:4)».
Παρόμοια, το βιβλίο Μελέτες στο Λεξιλόγιο της Ελληνικής Καινής Διαθήκης ([Studies in the Vocabulary of the Greek New Testament] 1946, σ. 57), του Κ. Σ. Γιούεστ, παραθέτει την εξής δήλωση του Κρέμερ, λογίου της ελληνικής: «Εφόσον κόσμος θεωρείται η τάξη πραγμάτων της οποίας κέντρο είναι ο άνθρωπος, η προσοχή στρέφεται κατά κύριο λόγο στον άνθρωπο, και ο κόσμος υποδηλώνει το ανθρώπινο γένος μέσα σε αυτή την τάξη πραγμάτων, την ανθρωπότητα όπως φανερώνεται μέσα σε αυτή την τάξη και μέσω αυτής (Ματθ. 18:7)».
Όλη η ανθρωπότητα. Ως εκ τούτου ο κόσμος σχετίζεται στενά με την ανθρωπότητα, είναι αλληλένδετος με αυτήν. Αυτό ισχύει στη μη Βιβλική ελληνική γραμματεία, αλλά κυρίως ισχύει στις Γραφές. Όταν ο Ιησούς είπε ότι ο άνθρωπος που περπατάει στο φως της ημέρας «βλέπει το φως αυτού του κόσμου» (Ιωα 11:9), θα μπορούσε να σχηματίσει κάποιος την εντύπωση ότι η λέξη «κόσμος» είχε απλώς την έννοια του πλανήτη Γη που την ημέρα φωτίζεται από τον ήλιο. Τα επόμενα λόγια του Ιησού, όμως, μιλούν για κάποιον που περπατάει τη νύχτα και σκοντάφτει «επειδή το φως δεν είναι σε αυτόν». (Ιωα 11:10) Ο Θεός έδωσε τον ήλιο και τα άλλα ουράνια σώματα πρωτίστως για την ανθρωπότητα. (Παράβαλε Γε 1:14· Ψλ 8:3-8· Ματ 5:45.) Παρόμοια, χρησιμοποιώντας το φως με πνευματική έννοια, ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του ότι θα ήταν «το φως του κόσμου» (Ματ 5:14), και σίγουρα δεν εννοούσε ότι θα φώτιζαν τον πλανήτη, διότι στη συνέχεια έδειξε ότι το φως τους θα ήταν για την ανθρωπότητα, «μπροστά στους ανθρώπους». (Ματ 5:16· παράβαλε Ιωα 3:19· 8:12· 9:5· 12:46· Φλπ 2:15.) Το κήρυγμα των καλών νέων «σε όλο τον κόσμο» (Ματ 26:13) σημαίνει και αυτό κήρυγμα στην ανθρωπότητα ως σύνολο, πράγμα που ισχύει σε μερικές γλώσσες στις οποίες η έκφραση «όλος ο κόσμος» είναι ο κοινός τρόπος για να πει κανείς «όλοι οι άνθρωποι».—Παράβαλε Ιωα 8:26· 18:20· Ρω 1:8· Κολ 1:5, 6.
Κατά μία βασική έννοια, λοιπόν, η λέξη κόσμος αναφέρεται σε όλη την ανθρωπότητα. Ως εκ τούτου, η Γραφή περιγράφει τον κόσμο ως ένοχο αμαρτιών (Ιωα 1:29· Ρω 3:19· 5:12, 13) που έχει την ανάγκη ενός σωτήρα για να του δώσει ζωή (Ιωα 4:42· 6:33, 51· 12:47· 1Ιω 4:14)—πράγματα που εφαρμόζονται μόνο στην ανθρωπότητα, και όχι στην άψυχη δημιουργία ή στα ζώα. Αυτός είναι ο κόσμος που ο Θεός αγάπησε τόσο πολύ ώστε «έδωσε τον μονογενή του Γιο, για να μην καταστραφεί όποιος ασκεί πίστη σε αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή». (Ιωα 3:16, 17· παράβαλε 2Κο 5:19· 1Τι 1:15· 1Ιω 2:2.) Αυτός ο κόσμος της ανθρωπότητας είναι ο αγρός στον οποίο ο Ιησούς Χριστός έσπειρε τον καλό σπόρο, τους “γιους της βασιλείας”.—Ματ 13:24, 37, 38.
Όταν ο Παύλος λέει ότι «οι αόρατες ιδιότητες [του Θεού] . . . βλέπονται καθαρά από τη δημιουργία του κόσμου και έπειτα, επειδή γίνονται αντιληπτές μέσω των πραγμάτων που έχουν φτιαχτεί», πρέπει να εννοεί από τη δημιουργία της ανθρωπότητας και μετά, διότι μόνο αφότου εμφανίστηκε η ανθρωπότητα υπάρχουν στη γη διάνοιες ικανές να “αντιληφθούν” αυτές τις αόρατες ιδιότητες μέσω της ορατής δημιουργίας.—Ρω 1:20.
Παρόμοια, το εδάφιο Ιωάννης 1:10 λέει για τον Ιησού ότι «ο κόσμος ήρθε σε ύπαρξη μέσω αυτού». Αν και είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς συμμετείχε στη δημιουργία όλων των πραγμάτων, περιλαμβανομένου του ουρανού και του πλανήτη Γη και όλων όσων υπάρχουν σε αυτόν, η λέξη κόσμος εδώ εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο στο ανθρώπινο γένος, στη δημιουργία του οποίου επίσης συμμετείχε ο Ιησούς. (Παράβαλε Ιωα 1:3· Κολ 1:15-17· Γε 1:26.) Γι’ αυτό λοιπόν, η συνέχεια του εδαφίου αναφέρει: «Αλλά ο κόσμος [δηλαδή ο κόσμος της ανθρωπότητας] δεν τον γνώρισε».
Η «θεμελίωση του κόσμου». Αυτή η σαφής συσχέτιση της λέξης κόσμος με τον κόσμο της ανθρωπότητας μας βοηθάει επίσης να κατανοήσουμε τι σημαίνει η φράση η «θεμελίωση του κόσμου» που αναφέρεται σε αρκετά εδάφια. Αυτά τα εδάφια δείχνουν ότι ορισμένα πράγματα συμβαίνουν “από τη θεμελίωση του κόσμου”. Μερικά από αυτά τα πράγματα είναι η “έκχυση του αίματος των προφητών” από την εποχή του Άβελ και έπειτα, “η ετοιμασία μιας βασιλείας” και “η καταγραφή ονομάτων στο ρόλο της ζωής”. (Λου 11:50, 51· Ματ 25:34· Απ 13:8· 17:8· παράβαλε Ματ 13:35· Εβρ 9:26.) Αυτά τα πράγματα σχετίζονται με την ανθρώπινη ζωή και δραστηριότητα, και επομένως η «θεμελίωση του κόσμου» πρέπει να συνδέεται με την αρχή της ανθρωπότητας, όχι της άψυχης δημιουργίας ή της ζωικής δημιουργίας. Το εδάφιο Εβραίους 4:3 δείχνει ότι τα δημιουργικά έργα του Θεού «είχαν τελειώσει από τη θεμελίωση του κόσμου», και ότι δεν άρχισαν τότε. Δεδομένου ότι η Εύα ήταν προφανώς το τελευταίο από τα επίγεια δημιουργικά έργα του Ιεχωβά, η θεμελίωση του κόσμου δεν μπορεί να έλαβε χώρα πριν από τη δημιουργία της.
Όπως φαίνεται στα λήμματα ΑΒΕΛ (Αρ. 1) και ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ (Προορισμός του Μεσσία), η λέξη καταβολή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «θεμελίωση» μπορεί να αναφέρεται στη σύλληψη ανθρώπινου σπέρματος. Καταβολή σημαίνει κατά κυριολεξία «το καταγής ρίξιμο» και στο εδάφιο Εβραίους 11:11 μπορεί να αποδοθεί “συλλαμβάνω” (RS, ΜΝΚ, ΚΔΤΚ, ΦΙΛ). Η χρήση της λέξης αυτής εκεί αναφέρεται προφανώς στην καταβολή ανθρώπινου σπέρματος από μέρους του Αβραάμ ώστε να γεννηθεί ένας γιος και στο γεγονός ότι η Σάρρα έλαβε αυτό το σπέρμα προς γονιμοποίηση.
Επομένως, η «θεμελίωση του κόσμου» δεν είναι απαραίτητο να εκλαμβάνεται ως η αρχή της δημιουργίας του υλικού σύμπαντος, ούτε και η φράση «πριν από τη θεμελίωση του κόσμου» (Ιωα 17:5, 24· Εφ 1:4· 1Πε 1:20) αναφέρεται σε κάποιο χρονικό σημείο πριν από τη δημιουργία του υλικού σύμπαντος. Απεναντίας, οι εν λόγω φράσεις προφανώς συνδέονται με τον καιρό κατά τον οποίο η ανθρώπινη φυλή “θεμελιώθηκε” μέσω του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού, του Αδάμ και της Εύας, που έξω από την Εδέμ άρχισε να συλλαμβάνει σπέρμα το οποίο θα μπορούσε να ωφεληθεί από τις προμήθειες του Θεού για απελευθέρωση από την κληρονομημένη αμαρτία.—Γε 3:20-24· 4:1, 2.
«Θέαμα στον κόσμο, τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους». Μερικοί θεωρούν ότι η χρήση της λέξης κόσμος στο εδάφιο 1 Κορινθίους 4:9 περιλαμβάνει τόσο τα αόρατα πνευματικά πλάσματα όσο και τα ορατά ανθρώπινα πλάσματα, λόγω της ακόλουθης απόδοσης: «Γινόμαστε θέαμα στον κόσμο, τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους». (AS) Ωστόσο, η υποσημείωση δίνει μια εναλλακτική απόδοση, λέγοντας: «Ή, και σε αγγέλους και σε ανθρώπους». Αυτή η δεύτερη απόδοση συμπίπτει με τον τρόπο με τον οποίο έχουν αποδώσει άλλες μεταφράσεις το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο σε αυτό το σημείο. (KJ· La· Mo· Vg· CC· Murdock· ΒΑΜ) Η μετάφραση του Γιανγκ λέει: «Θέαμα γίναμε στον κόσμο και σε αγγελιοφόρους και σε ανθρώπους». Ακριβώς πριν από αυτό, στα εδάφια 1 Κορινθίους 1:20, 21, 27, 28· 2:12· 3:19, 22 ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη λέξη κόσμος με την έννοια της ανθρωπότητας, οπότε προφανώς δεν αποκλίνει από αυτή την έννοια αμέσως μετά, στα εδάφια 1 Κορινθίους 4:9, 13. Επομένως, αν δεχτούμε την απόδοση «τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους», τότε η έκφραση αυτή είναι απλώς επιτατική και δεν χρησιμοποιείται για να διευρύνει τη σημασία της λέξης κόσμος, αλλά για να διευρύνει το φάσμα των θεατών, δείχνοντας ότι επεκτείνεται πέρα από τον κόσμο της ανθρωπότητας ώστε να περιλάβει και «αγγέλους» εκτός από «ανθρώπους».—Παράβαλε Ro.
Η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής και το πλαίσιό της. Αυτό δεν σημαίνει ότι η λέξη κόσμος χάνει εντελώς την αρχική της σημασία της «τάξης» και της «διευθέτησης» και γίνεται απλώς συνώνυμη της λέξης «ανθρωπότητα». Αυτή καθαυτή η ανθρωπότητα αντανακλά μια ορισμένη τάξη, καθώς αποτελείται από οικογένειες και φυλές, και έχει αναπτυχθεί κατά έθνη και γλωσσικούς ομίλους (1Κο 14:10· Απ 7:9· 14:6), που διακρίνονται σε πλούσιες και φτωχές τάξεις και σε άλλες ομάδες. (Ιακ 2:5, 6) Εδώ στη γη έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο πραγμάτων που περιβάλλουν και επηρεάζουν την ανθρωπότητα καθώς αυτή αυξάνεται αριθμητικά αλλά και πληθαίνουν τα έτη ύπαρξής της. Όταν ο Ιησούς είπε ότι ένας άνθρωπος “κερδίζει όλο τον κόσμο αλλά ζημιώνεται την ψυχή του” προφανώς εννοούσε ότι αυτός κερδίζει όλα όσα μπορεί να προσφέρει η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής και η ανθρώπινη κοινωνία συνολικά. (Ματ 16:26· παράβαλε 6:25-32.) Παρόμοια έννοια είχαν τα λόγια του Παύλου σχετικά με εκείνους που «χρησιμοποιούν τον κόσμο» και σχετικά με την “ανησυχία για τα πράγματα του κόσμου” που διακατέχει τους έγγαμους (1Κο 7:31-34), καθώς και η αναφορά που κάνει ο Ιωάννης στα «μέσα αυτού του κόσμου για τη συντήρηση της ζωής».—1Ιω 3:17· παράβαλε 1Κο 3:22.
Όταν η λέξη κόσμος εννοείται ως το πλαίσιο, η τάξη ή η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, έχει παρόμοια σημασία με τη λέξη αἰών. Σε μερικές περιπτώσεις, οι δύο αυτές λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν σχεδόν εναλλακτικά. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι ο Δημάς εγκατέλειψε τον απόστολο Παύλο επειδή «αγάπησε το παρόν σύστημα πραγμάτων [αἰῶνα]», ενώ ο απόστολος Ιωάννης προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να “αγαπάμε τον κόσμο” και τον τρόπο ζωής του κόσμου που ασκεί έλξη στην αμαρτωλή σάρκα. (2Τι 4:10· 1Ιω 2:15-17) Επίσης, αυτός που περιγράφεται στο εδάφιο Ιωάννης 12:31 ως «ο άρχοντας αυτού του κόσμου» προσδιορίζεται στο εδάφιο 2 Κορινθίους 4:4 ως «ο θεός αυτού του συστήματος πραγμάτων [αἰῶνος]».
Ο απόστολος Ιωάννης λέει στο τέλος του Ευαγγελίου του ότι, αν όλα τα πράγματα που έκανε ο Ιησούς γράφονταν με κάθε λεπτομέρεια, τότε κατά τη γνώμη του «ο κόσμος ο ίδιος . . . δεν θα μπορούσε να χωρέσει τους ρόλους που θα γράφονταν». (Ιωα 21:25) Ο Ιωάννης δεν χρησιμοποίησε τη λέξη γῆ ή τη λέξη οἰκουμένη (που σημαίνει την κατοικημένη γη), λέγοντας έτσι ότι ο πλανήτης δεν θα χωρούσε τους ρόλους, αλλά χρησιμοποίησε τη λέξη κόσμος, εννοώντας προφανώς ότι η ανθρώπινη κοινωνία (με το χώρο που διέθετε τότε στις βιβλιοθήκες της) δεν θα ήταν σε θέση να φιλοξενήσει τα ογκώδη συγγράμματα (με τη μορφή των βιβλίων εκείνης της εποχής) που θα συνεπαγόταν κάτι τέτοιο. Παράβαλε επίσης εδάφια όπως Ιωάννης 7:4· 12:19 για παρόμοιες χρήσεις της λέξης κόσμος.
Οι φράσεις “έρχομαι στον κόσμο” ή “αποστέλλομαι στον κόσμο”. Όταν κάποιος “γεννιέται σε αυτόν τον κόσμο”, δεν γεννιέται απλώς ως μέρος της ανθρωπότητας, αλλά εισέρχεται επίσης στο πλαίσιο των συνθηκών υπό τις οποίες ζουν οι άνθρωποι. (Ιωα 16:21· 1Τι 6:7) Εντούτοις, ενώ οι δηλώσεις σχετικά με το ότι κάποιος έρχεται στον κόσμο μπορεί να αναφέρονται στη γέννησή του εντός της σφαίρας της ανθρώπινης ζωής, αυτό δεν ισχύει πάντοτε. Για παράδειγμα, ο Ιησούς, προσευχόμενος στον Θεό, είπε: «Όπως απέστειλες εμένα στον κόσμο, έτσι και εγώ απέστειλα αυτούς [τους μαθητές του] στον κόσμο». (Ιωα 17:18) Τους απέστειλε στον κόσμο ως ενήλικους άντρες, όχι ως νεογέννητα βρέφη. Ο Ιωάννης μιλάει για ψευδοπροφήτες και απατεώνες που έχουν «βγει στον κόσμο».—1Ιω 4:1· 2Ιω 7.
Οι πολλές περιπτώσεις στις οποίες λέγεται ότι ο Ιησούς “ήρθε ή στάλθηκε στον κόσμο” προφανώς δεν αναφέρονται πρωτίστως—αν αναφέρονται καν—στην ανθρώπινη γέννησή του, αλλά είναι πιο λογικό να αφορούν το ότι εκείνος εξήλθε στην ανθρωπότητα, επιτελώντας δημόσια τη διακονία που του ανατέθηκε αφότου βαφτίστηκε και χρίστηκε, ως φωτοδότης για τον κόσμο της ανθρωπότητας. (Παράβαλε Ιωα 1:9· 3:17, 19· 6:14· 9:39· 10:36· 11:27· 12:46· 1Ιω 4:9.) Η ανθρώπινη γέννησή του δεν ήταν παρά ένα αναγκαίο μέσο για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού. (Ιωα 18:37) Σε επιβεβαίωση αυτού, ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους παρουσιάζει τον Ιησού να λέει τα λόγια των εδαφίων Ψαλμός 40:6-8 «όταν . . . έρχεται στον κόσμο», και ο Ιησούς λογικά δεν το έκανε αυτό ως νεογέννητο βρέφος.—Εβρ 10:5-10.
Όταν η δημόσια διακονία του στην ανθρωπότητα έφτασε στο τέλος της, ο Ιησούς γνώριζε ότι «είχε έρθει η ώρα του να αποχωρήσει από αυτόν τον κόσμο και να πάει στον Πατέρα». Θα πέθαινε ως άνθρωπος και θα ανασταινόταν σε ζωή στο πνευματικό βασίλειο από το οποίο είχε έρθει.—Ιωα 13:1· 16:28· 17:11· παράβαλε Ιωα 8:23.
«Τα στοιχειώδη πράγματα του κόσμου». Στα εδάφια Γαλάτες 4:1-3, ο Παύλος, αφού δείχνει ότι ένα παιδί είναι σαν δούλος με την έννοια ότι είναι υπό την επίβλεψη άλλων μέχρι να ενηλικιωθεί, δηλώνει: «Παρόμοια και εμείς, όταν ήμασταν νήπια, παραμέναμε υποδουλωμένοι από τα στοιχειώδη πράγματα [στοιχεῖα] του κόσμου». Στη συνέχεια δείχνει ότι ο Γιος του Θεού ήρθε στο «πλήρωμα του χρόνου» και απάλλαξε από το Νόμο αυτούς που έγιναν μαθητές του, ώστε να λάβουν την υιοθεσία. (Γα 4:4-7) Ανάλογα, στα εδάφια Κολοσσαείς 2:8, 9, 20 ο Παύλος προειδοποιεί τους Χριστιανούς στις Κολοσσές να μην αφήσουν να τους αρπάξουν «μέσω της φιλοσοφίας και της κενής απάτης σύμφωνα με την παράδοση των ανθρώπων, σύμφωνα με τα στοιχειώδη πράγματα [στοιχεῖα] του κόσμου και όχι σύμφωνα με τον Χριστό· επειδή σε αυτόν κατοικεί σωματικά όλη η πληρότητα της θεϊκής ιδιότητας», τονίζοντας ότι αυτοί είχαν “πεθάνει μαζί με τον Χριστό ως προς τα στοιχειώδη πράγματα του κόσμου”.
Σχετικά με τη λέξη στοιχεῖα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, την οποία χρησιμοποίησε ο Παύλος, Το Σχολιολόγιο του Άμβωνα ([The Pulpit Commentary] Γαλάτες, σ. 181) λέει: «Από την αρχική έννοια, αυτή των “στοιχισμένων πασσάλων”, . . . ο όρος [στοιχεῖα] εφαρμόστηκε στις σειρές των γραμμάτων της αλφαβήτου, και από εκεί στα πρωταρχικά συστατικά της ομιλίας· έπειτα στα πρωταρχικά συστατικά όλων των αντικειμένων της φύσης, όπως για παράδειγμα στα τέσσερα “στοιχεία” (βλέπε 2 Πέτρ. 3:10, 12)· επίσης, στις “βασικές αρχές” ή στα “στοιχειώδη” οποιουδήποτε κλάδου γνώσης. Με αυτή την τελευταία έννοια εμφανίζεται στο εδ. Εβρ. 5:12». (Επιμέλεια Κ. Σπενς, Λονδίνο, 1885) Το συγγενικό ρήμα στοιχέω αποδίδεται «περπατώ εύτακτα».—Γα 6:16.
Είναι φανερό ότι ο Παύλος, στις επιστολές του προς τους Γαλάτες και τους Κολοσσαείς, δεν αναφέρεται στα βασικά ή στα συστατικά μέρη της υλικής δημιουργίας αλλά, όπως παρατηρεί το Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο της Επιστολής προς τους Γαλάτες ([Kritisch exegetisches Handbuch über den Brief an die Galater] 1870, σ. 201), του Γερμανού λογίου Χάινριχ Α. Β. Μάγιερ, στα «στοιχεία της μη Χριστιανικής ανθρωπότητας», δηλαδή στις θεμελιώδεις ή βασικές της αρχές. Τα συγγράμματα του Παύλου δείχνουν ότι αυτό θα περιλάμβανε φιλοσοφίες και απατηλές διδασκαλίες που βασίζονταν μόνο σε ανθρώπινα κριτήρια, αντιλήψεις, συλλογισμούς και μυθολογίες, σαν αυτές στις οποίες εντρυφούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και άλλοι ειδωλολατρικοί λαοί. (Κολ 2:8) Ωστόσο, είναι σαφές ότι χρησιμοποιούσε επίσης τον όρο για να περιλάβει πράγματα Ιουδαϊκής φύσης, όχι μόνο μη Βιβλικές Ιουδαϊκές διδασκαλίες που επέβαλλαν τον ασκητισμό ή τη «θρησκεία των αγγέλων», αλλά και τη διδασκαλία ότι οι Χριστιανοί θα έπρεπε να θέτουν τον εαυτό τους υπό την υποχρέωση να τηρεί το Μωσαϊκό Νόμο.—Κολ 2:16-18· Γα 4:4, 5, 21.
Ασφαλώς, ο Μωσαϊκός Νόμος είχε θεϊκή προέλευση. Ωστόσο, είχε πλέον εκπληρωθεί στο πρόσωπο του Χριστού Ιησού, ο οποίος είναι η «πραγματικότητα» που υποδείκνυαν οι σκιές του Νόμου, και γι’ αυτό είχε πλέον παλιώσει. (Κολ 2:13-17) Επιπλέον, η σκηνή της μαρτυρίας (και αργότερα ο ναός) ήταν “κοσμική” ή ανθρώπινης κατασκευής, και άρα “επίγεια” (κοσμικόν, Κείμενο· Εβρ 9:1), δηλαδή ανήκε στην ανθρώπινη σφαίρα, όχι στην ουράνια ή στην πνευματική, και οι συναφείς με αυτήν απαιτήσεις ήταν «νομικές απαιτήσεις που είχαν σχέση με τη σάρκα και επιβλήθηκαν μέχρι τον προσδιορισμένο καιρό που θα τακτοποιούνταν τα ζητήματα». Ο Χριστός Ιησούς είχε πλέον μπει στη “μεγαλύτερη και τελειότερη σκηνή η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια, δηλαδή δεν είναι από αυτή τη δημιουργία”, στον ίδιο τον ουρανό. (Εβρ 9:8-14, 23, 24) Ο ίδιος είχε πει σε μια Σαμαρείτισσα ότι θα ερχόταν ο καιρός κατά τον οποίο ο ναός στην Ιερουσαλήμ δεν θα χρησιμοποιούνταν πλέον ως βασικό στοιχείο της αληθινής λατρείας, αλλά οι αληθινοί λάτρεις θα “λάτρευαν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια”. (Ιωα 4:21-24) Ως εκ τούτου, η ανάγκη για τη χρήση πραγμάτων που ήταν απλώς «συμβολικές απεικονίσεις» (Εβρ 9:23) μέσα στην ανθρώπινη σφαίρα, και οι οποίες εξεικόνιζαν μεγαλύτερα πράγματα ουράνιας φύσης, είχε πάψει να υφίσταται με το θάνατο του Χριστού Ιησού, την ανάστασή του και την ανάληψή του στον ουρανό.
Επομένως οι Γαλάτες και οι Κολοσσαείς Χριστιανοί μπορούσαν τώρα να αποδίδουν λατρεία σύμφωνα με την ανώτερη οδό, η οποία ήταν βασισμένη στον Χριστό Ιησού. Αυτός—και όχι οι άνθρωποι και οι αρχές τους ή οι διδασκαλίες τους, ούτε ακόμη και οι «νομικές απαιτήσεις [της διαθήκης του Νόμου] που είχαν σχέση με τη σάρκα»—θα έπρεπε να αναγνωρίζεται ως το προσδιορισμένο πρότυπο και το πλήρες μέτρο με βάση το οποίο θα καθόριζαν το κατά πόσον ήταν αληθινή μια διδασκαλία ή ένας τρόπος ζωής. (Κολ 2:9) Οι Χριστιανοί δεν έπρεπε να είναι σαν παιδιά με το να θέτουν εκούσια τον εαυτό τους κάτω από εκείνο που παρομοιάστηκε με παιδαγωγό, δηλαδή κάτω από το Μωσαϊκό Νόμο (Γα 3:23-26), αλλά έπρεπε η σχέση τους με τον Θεό να είναι όμοια με αυτήν ενός ενήλικου γιου και του πατέρα του. Ο νόμος ήταν στοιχειώδης, «το αλφαβητάριο της θρησκείας», συγκρινόμενος με τη Χριστιανική διδαχή. (Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο των Επιστολών του Παύλου προς τους Φιλιππησίους, τους Κολοσσαείς και τον Φιλήμονα ([Kritisch exegetisches Handbuch über die Briefe Pauli an die Philipper, Kolosser und an Philemon] 1874, σ. 311, του Χ. Μάγιερ) Οι χρισμένοι Χριστιανοί, λόγω του ότι είχαν αναγεννηθεί για ουράνια ζωή, είχαν ουσιαστικά πεθάνει και είχαν κρεμαστεί στο ξύλο σε σχέση με τον κόσμο ο οποίος αναφέρεται στη σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, και στον οποίο είχαν ισχύσει διατάξεις όπως αυτή της σαρκικής περιτομής· είχαν γίνει «νέα δημιουργία». (2Κο 5:17· Κολ 2:11, 12, 20-23· παράβαλε Γα 6:12-15· Ιωα 8:23.) Γνώριζαν ότι η Βασιλεία του Ιησού δεν είχε ανθρώπινη προέλευση. (Ιωα 18:36) Ασφαλώς δεν έπρεπε να επιστρέψουν ξανά «στα αδύναμα και πενιχρά στοιχειώδη πράγματα» της ανθρώπινης σφαίρας (Γα 4:9) και έτσι να παροδηγηθούν και να εγκαταλείψουν «τον πλούτο της πλήρους βεβαιότητας της κατανόησής τους» και την «ακριβή γνώση του ιερού μυστικού του Θεού, το οποίο είναι ο Χριστός», στον οποίο Χριστό είναι αποκρυμμένοι «όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης».—Κολ 2:1-4.
Ο κόσμος που είναι αποξενωμένος από τον Θεό. Μια έννοια της λέξης κόσμος που συναντάται αποκλειστικά στις Γραφές είναι αυτή του κόσμου της ανθρωπότητας ο οποίος διαχωρίζεται από τους υπηρέτες του Θεού. Ο Πέτρος γράφει ότι ο Θεός έφερε τον Κατακλυσμό «σε έναν κόσμο ασεβών ανθρώπων», ενώ διαφύλαξε τον Νώε και την οικογένειά του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο «ο κόσμος εκείνου του καιρού υπέστη καταστροφή όταν κατακλύστηκε με νερό». (2Πε 2:5· 3:6) Ας σημειωθεί και πάλι ότι αυτό το σχόλιο δεν αφορά την καταστροφή του πλανήτη ή των ουράνιων σωμάτων του σύμπαντος, αλλά περιορίζεται στην ανθρώπινη σφαίρα και, στην προκειμένη περίπτωση, στην άδικη ανθρώπινη κοινωνία. Αυτόν τον «κόσμο» καταδίκασε ο Νώε με την πιστή του πορεία.—Εβρ 11:7.
Ο άδικος προκατακλυσμιαίος κόσμος, δηλαδή η ανθρώπινη κοινωνία, έλαβε τέλος, όχι όμως και το ίδιο το ανθρώπινο γένος, εφόσον διαφυλάχτηκε ο Νώε και η οικογένειά του. Μετά τον Κατακλυσμό, η πλειονότητα της ανθρωπότητας παρέκκλινε και πάλι από τη δικαιοσύνη, με αποτέλεσμα να έρθει σε ύπαρξη άλλη μια πονηρή ανθρώπινη κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, υπήρχαν κάποιοι που ακολουθούσαν διαφορετική πορεία, προσκολλούμενοι στη δικαιοσύνη. Αργότερα, ο Θεός προσδιόρισε τον Ισραήλ ως τον εκλεγμένο λαό του και σύναψε μαζί του σχέση διαθήκης. Επειδή αυτό επέφερε το διαχωρισμό των Ισραηλιτών από τον κόσμο γενικά, ο Παύλος μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη λέξη κόσμος ως αντίστοιχο των μη Ισραηλιτών, των “Εθνικών”, στα εδάφια Ρωμαίους 11:12-15. (KJ· ΜΝΚ) Εκεί τόνισε ότι η αποστασία του Ισραήλ οδήγησε στο να καταργήσει ο Θεός τη σχέση διαθήκης που είχε συνάψει μαζί τους και ότι άνοιξε στους Εθνικούς το δρόμο ώστε να εισέλθουν σε αυτή τη σχέση και στα πλούτη της μέσω συμφιλίωσης με τον Θεό. (Παράβαλε Εφ 2:11-13.) Η λέξη κόσμος τότε, κατά τη μετακατακλυσμιαία και προχριστιανική περίοδο, αναφερόταν και πάλι σε ολόκληρη την ανθρωπότητα εκτός των επιδοκιμασμένων υπηρετών του Θεού, και ιδιαίτερα σε όσους δεν ανήκαν στον Ισραήλ την περίοδο που ο Ιεχωβά είχε σχέση διαθήκης μαζί του.—Παράβαλε Εβρ 11:38.
Με παρόμοιο τρόπο και με μεγάλη συχνότητα, η λέξη κόσμος χρησιμοποιείται με την έννοια ολόκληρης της μη Χριστιανικής ανθρώπινης κοινωνίας, ανεξαρτήτως φυλής. Αυτός είναι ο κόσμος ο οποίος μισούσε τον Ιησού και τους ακολούθους του λόγω της μαρτυρίας που έδιναν για την αδικία του κόσμου και λόγω του ότι παρέμεναν αποχωρισμένοι από αυτόν. Κατά συνέπεια εκδήλωσε μίσος για τον ίδιο τον Ιεχωβά Θεό και δεν τον γνώρισε. (Ιωα 7:7· 15:17-25· 16:19, 20· 17:14, 25· 1Ιω 3:1, 13) Σε αυτόν τον κόσμο της άδικης ανθρώπινης κοινωνίας και στα βασίλειά του ασκεί εξουσία ο Αντίδικος του Θεού, ο Σατανάς ο Διάβολος, ο οποίος μάλιστα έχει καταστήσει τον εαυτό του “θεό” του εν λόγω κόσμου. (Ματ 4:8, 9· Ιωα 12:31· 14:30· 16:11· παράβαλε 2Κο 4:4.) Αυτόν τον άδικο κόσμο δεν τον παρήγαγε ο Θεός. Η εμφάνισή του οφείλεται στον κυριότερο Εναντιούμενο του Θεού, στην εξουσία του οποίου “βρίσκεται ολόκληρος ο κόσμος”. (1Ιω 4:4, 5· 5:18, 19) Ο Σατανάς και οι “πονηρές πνευματικές δυνάμεις του στους ουράνιους τόπους” δρουν ως οι αόρατοι «κοσμοκράτορες», δηλαδή άρχοντες του κόσμου που είναι αποξενωμένος από τον Θεό.—Εφ 6:11, 12.
Σε αυτά τα εδάφια δεν εννοείται απλώς η ανθρωπότητα, της οποίας μέρος ήταν και οι μαθητές του Ιησού, αλλά ολόκληρη η οργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία που υφίσταται έξω από την αληθινή Χριστιανική εκκλησία. Αλλιώς, οι Χριστιανοί δεν θα μπορούσαν να πάψουν να είναι «μέρος του κόσμου» παρά μόνο αν πέθαιναν και έπαυαν να υπάρχουν κατά σάρκα. (Ιωα 17:6· 15:19) Αν και αναγκάζονται να ζουν σε μια κοινωνία κοσμικών ατόμων, της οποίας μέρος είναι άτομα που επιδίδονται σε πορνεία, ειδωλολατρία, αρπαγή και παρόμοιες πράξεις (1Κο 5:9-13), αυτοί οι Χριστιανοί πρέπει να κρατούν τον εαυτό τους καθαρό και ακηλίδωτο από τη διαφθορά και τα μολύσματα αυτού του κόσμου, μη έχοντας φιλικές σχέσεις με αυτόν για να μην καταδικαστούν μαζί του. (1Κο 11:32· Ιακ 1:27· 4:4· 2Πε 1:4· 2:20· παράβαλε 1Πε 4:3-6.) Δεν μπορούν να καθοδηγούνται από την κοσμική σοφία, η οποία είναι ανοησία στα μάτια του Θεού, ούτε μπορούν να “εισπνέουν” το «πνεύμα του κόσμου», δηλαδή την ιδιοτελή και αμαρτωλή υποκινούσα δύναμή του. (1Κο 1:21· 2:12· 3:19· 2Κο 1:12· Τιτ 2:12· παράβαλε Ιωα 14:16, 17· Εφ 2:1, 2· 1Ιω 2:15-17· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ [Υποκινούσα Διανοητική Τάση].) Ως εκ τούτου, μέσω της πίστης τους, “νικούν τον κόσμο” της άδικης ανθρώπινης κοινωνίας, όπως έκανε και ο Γιος του Θεού. (Ιωα 16:33· 1Ιω 4:4· 5:4, 5) Αυτή η άδικη ανθρώπινη κοινωνία πρόκειται να παρέλθει μέσω θεϊκής καταστροφής (1Ιω 2:17), όπως αφανίστηκε ο ασεβής προκατακλυσμιαίος κόσμος.—2Πε 3:6.
Ο ασεβής κόσμος τερματίζεται· το ανθρώπινο γένος διαφυλάττεται. Επομένως, ο κόσμος για τον οποίο πέθανε ο Ιησούς πρέπει να είναι απλώς η ανθρώπινη οικογένεια, κάθε ανθρώπινη σάρκα. (Ιωα 3:16, 17) Όσον αφορά τον κόσμο με την έννοια της ανθρώπινης κοινωνίας που είναι αποξενωμένη από τον Θεό και που βρίσκεται σε πραγματική έχθρα με τον Θεό, ο Ιησούς δεν προσευχήθηκε για χάρη αυτού του κόσμου, αλλά μόνο για όσους εξέρχονταν από αυτόν τον κόσμο και έθεταν πίστη σε εκείνον. (Ιωα 17:8, 9) Ο Ιησούς έδειξε ότι όπως επέζησε ανθρώπινη σάρκα από την καταστροφή της ασεβούς ανθρώπινης κοινωνίας, δηλαδή του κόσμου, στον Κατακλυσμό, έτσι θα επιβιώσει ανθρώπινη σάρκα από τη μεγάλη θλίψη την οποία παρομοίασε με εκείνον τον Κατακλυσμό. (Ματ 24:21, 22, 36-39· παράβαλε Απ 7:9-17.) Σύμφωνα δε με σχετική υπόσχεση, «η βασιλεία του κόσμου» (προφανώς, με την έννοια της ανθρωπότητας) θα γινόταν η «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του» και αυτοί που θα βασίλευαν με τον Χριστό στην ουράνια Βασιλεία του επρόκειτο να “κυβερνήσουν ως βασιλιάδες τη γη”, και ως εκ τούτου την ανθρωπότητα, εξαιρουμένης της εξουσιαζόμενης από τον Σατανά ασεβούς ανθρώπινης κοινωνίας η οποία θα είχε εκλείψει.—Απ 11:15· 5:9, 10.