ΤΣΕΚΟΥΡΙ, ΠΕΛΕΚΥΣ
Εργαλείο αποτελούμενο από κεφαλή με λεπίδα προσαρμοσμένη σε στειλεό και χρησιμοποιούμενο στην υλοτομία ή στη λιθοκοπία, αλλά και ως όπλο.
Αρκετές λέξεις του εβραϊκού και του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται σε αυτό το εργαλείο. Η εβραϊκή λέξη γκαρζέν, που εμφανίζεται στην Αγία Γραφή και χρησιμοποιείται για το τσεκούρι με το οποίο έκοβαν ξύλα, εμφανίζεται επίσης στην επιγραφή του Σιλωάμ αναφερόμενη στο τσεκούρι με το οποίο έσκαβαν την πέτρα. (Δευ 19:5· Ησ 10:15) Σύμφωνα με το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] Λέιντεν, 1958, σ. 650) των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, η εβραϊκή λέξη σαγάρ στο εδάφιο Ψαλμός 35:3 δηλώνει το «διπλό πέλεκυ». Και στα εδάφια 2 Βασιλέων 6:5, 6, η εβραϊκή λέξη μπαρζέλ, που σημαίνει κατά κυριολεξία «σίδερο», έχει την έννοια «κεφαλή του τσεκουριού».
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 20:4 γίνεται λόγος για τους κληρονόμους της ουράνιας βασιλείας οι οποίοι «εκτελέστηκαν με τον πέλεκυ λόγω της μαρτυρίας που έδιναν για τον Ιησού και επειδή μιλούσαν για τον Θεό». Εφόσον ο πέλεκυς χρησιμοποιούνταν ενίοτε από το πολιτικό κράτος ως όργανο εκτέλεσης, αυτή η έκφραση πρέπει να σημαίνει ότι οι ανθρώπινες κυβερνήσεις έκριναν τους εν λόγω όσιους υπηρέτες του Θεού ανάξιους να ζουν.