Αδάμ και Εύα
Ορισμός: Ο Αδάμ ήταν το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα. Ο εβραϊκός όρος ’αδάμ αποδίδεται επίσης κατάλληλα ως «άνθρωπος», «χωματένιος άνθρωπος» και «ανθρωπότητα». Η Εύα, η πρώτη γυναίκα, ήταν η σύζυγος του Αδάμ.
Ήταν ο Αδάμ και η Εύα απλώς αλληγορικά (φανταστικά) πρόσωπα;
Είναι παράλογο να πιστεύουμε ότι όλοι μας προήλθαμε από τους ίδιους αρχικούς γονείς;
«Η επιστήμη επιβεβαιώνει τώρα αυτό που οι περισσότερες μεγάλες θρησκείες δίδαξαν από πολύ παλιά: Οι άνθρωποι όλων των φυλών . . . είναι απόγονοι του ίδιου πρώτου ανθρώπου».—Ανθρώπινη Κληρονομικότητα ([Heredity in Humans] Φιλαδέλφεια και Νέα Υόρκη, 1972), του Άμραμ Σάινφελντ, σ. 238.
«Η Βιβλική ιστορία του Αδάμ και της Εύας, του πατέρα και της μητέρας ολόκληρης της ανθρώπινης φυλής, είπε πριν από αιώνες την ίδια αλήθεια που έδειξε και η επιστήμη σήμερα: ότι όλοι οι άνθρωποι της γης είναι μια οικογένεια και έχουν κοινή αρχή».—Οι Φυλές του Ανθρωπίνου Γένους ([The Races of Mankind] Νέα Υόρκη, 1978), των Ρουθ Μπένεντικτ και Τζιν Γουέλτφις, σ. 3.
Πράξ. 17:26: «[Ο Θεός] έκανε από έναν άνθρωπο κάθε έθνος ανθρώπων για να κατοικούν σε ολόκληρη την επιφάνεια της γης».
Παρουσιάζει η Αγία Γραφή τον Αδάμ απλώς σαν έναν αλληγορικό χαρακτήρα που αντιπροσωπεύει όλους τους πρώτους ανθρώπους γενικά;
Ιούδα 14: «Ο έβδομος στη σειρά από τον Αδάμ, ο Ενώχ, προφήτευσε». (Ο Ενώχ δεν ήταν ο έβδομος στη σειρά από όλους τους πρώτους ανθρώπους γενικά.)
Λουκ. 3:23-38: «Όταν ο Ιησούς άρχισε το έργο του, ήταν περίπου τριάντα χρονών, γιος . . . του Δαβίδ, . . . γιου του Αβραάμ, . . . γιου του Αδάμ». (Ο Δαβίδ και ο Αβραάμ είναι πολύ γνωστά ιστορικά πρόσωπα. Δεν είναι επομένως λογικό να συμπεράνουμε ότι και ο Αδάμ ήταν πραγματικό πρόσωπο;)
Γέν. 5:3: «Ο Αδάμ έζησε εκατόν τριάντα χρόνια και έγινε πατέρας ενός γιου που ήταν κατά την ομοίωσή του, κατά την εικόνα του, και κάλεσε το όνομά του Σηθ». (Σίγουρα ο Σηθ δεν ήταν ο γιος όλων των πρώτων ανθρώπων γενικά ούτε και όλοι αυτοί οι πρώτοι άνθρωποι έκαναν γιους όταν έγιναν 130 ετών.)
Μήπως η δήλωση ότι ένα φίδι μίλησε στην Εύα προϋποθέτει πως η αφήγηση είναι αλληγορική;
Γέν. 3:1-4: «Το φίδι ήταν το πιο προσεκτικό από όλα τα θηρία του αγρού που είχε κάνει ο Ιεχωβά Θεός. Αυτό άρχισε, λοιπόν, να λέει στη γυναίκα: “Είπε πράγματι ο Θεός ότι δεν πρέπει να τρώτε από κάθε δέντρο του κήπου;” Τότε η γυναίκα είπε στο φίδι: “. . . Ο Θεός είπε: «Δεν πρέπει να φάτε από αυτό ούτε και να το αγγίξετε για να μην πεθάνετε»”. Τότε το φίδι είπε στη γυναίκα: “Οπωσδήποτε δεν θα πεθάνετε”».
Ιωάν. 8:44: “[Ο Ιησούς είπε:] Ο Διάβολος . . . είναι ψεύτης και ο πατέρας του ψέματος”. (Επομένως, ο Διάβολος ήταν η πηγή του πρώτου ψέματος που ειπώθηκε στην Εδέμ. Χρησιμοποίησε το φίδι ως ορατό φερέφωνο. Η αφήγηση της Γένεσης δεν χρησιμοποιεί φανταστικά πλάσματα για να διδάξει. Βλέπε επίσης Αποκάλυψη 12:9.)
Παράδειγμα: Δεν είναι ασυνήθιστο για έναν εγγαστρίμυθο να κάνει τη φωνή του να φαίνεται ότι βγαίνει από κάπου αλλού. Παράβαλε Αριθμοί 22:26-31, όπου αναφέρεται ότι ο Ιεχωβά έκανε το γαϊδούρι του Βαλαάμ να μιλήσει.
Αν «ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ» ήταν απλώς αλληγορικό πρόσωπο, τι θα λεχθεί για τον “τελευταίο Αδάμ”, τον Ιησού Χριστό;
1 Κορ. 15:45, 47: «Έτσι είναι μάλιστα γραμμένο: “Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ έγινε ζωντανή ψυχή”. Ο τελευταίος Αδάμ έγινε πνεύμα που δίνει ζωή. Ο πρώτος άνθρωπος είναι από τη γη και φτιάχτηκε από χώμα· ο δεύτερος άνθρωπος είναι από τον ουρανό». (Συνεπώς, αν δεν δεχτούμε ότι ο Αδάμ ήταν πραγματικό πρόσωπο που αμάρτησε εναντίον του Θεού, τότε αυτό θα υπονοούσε ότι έχουμε αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του Ιησού Χριστού. Αυτή η άρνηση θα μας κάνει να απορρίψουμε το λόγο για τον οποίο ήταν απαραίτητο να δώσει ο Ιησούς τη ζωή του για το ανθρώπινο γένος. Και απορρίπτοντας το λόγο αυτόν, αποκηρύττουμε τη Χριστιανική πίστη.)
Πώς θεωρούσε ο Ιησούς την αφήγηση της Γένεσης;
Ματθ. 19:4, 5: «[Ο Ιησούς] είπε: “Δεν διαβάσατε [στα εδάφια Γένεση 1:27· 2:24] ότι αυτός που τους δημιούργησε [τον Αδάμ και την Εύα] από την αρχή τούς έκανε αρσενικό και θηλυκό και είπε: «Γι’ αυτόν το λόγο ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του, και οι δύο θα είναι μία σάρκα»;”» (Αφού ο Ιησούς πίστευε ότι η αφήγηση της Γένεσης ήταν αληθινή, δεν πρέπει και εμείς επίσης να την πιστεύουμε;)
Αν Κάποιος Πει—
“Το αμάρτημα του Αδάμ ήταν θέλημα του Θεού, σχέδιο του Θεού”.
Θα μπορούσατε να απαντήσετε: “Πολλοί άνθρωποι το λένε αυτό. Αλλά αν έκανα κάτι που εσείς θα θέλατε να κάνω, θα με καταδικάζατε για αυτό; . . . Αν, λοιπόν, το αμάρτημα του Αδάμ ήταν θέλημα του Θεού, γιατί εκδιώχθηκε ο Αδάμ από την Εδέμ ως αμαρτωλός; (Γέν. 3:17-19, 23, 24)”
Ή θα μπορούσατε να πείτε: “Αυτό είναι ενδιαφέρον σημείο, και η απάντηση έχει να κάνει στην πραγματικότητα με το τι είδους πρόσωπο είναι ο Θεός. Θα ήταν δίκαιο ή στοργικό να καταδικάσετε ένα άτομο επειδή έκανε κάτι που εσείς ο ίδιος σχεδιάσατε να κάνει;” Μετά μπορείτε να προσθέσετε: (1) “Ο Ιεχωβά είναι Θεός αγάπης. (1 Ιωάν. 4:8) Ό,τι κάνει είναι δίκαιο. (Ψαλμ. 37:28· Δευτ. 32:4) Δεν ήταν θέλημα του Θεού να αμαρτήσει ο Αδάμ. Αντιθέτως, εκείνος προειδοποίησε τον Αδάμ για αυτό. (Γέν. 2:17)” (2) “Ο Θεός έδωσε στον Αδάμ, όπως δίνει και σε εμάς, το ελεύθερο να διαλέξει τι θα έκανε. Η τελειότητα δεν του απέκλεισε το δικαίωμα να ασκήσει την ελεύθερη βούλησή του και να παρακούσει. Ο Αδάμ διάλεξε να στασιάσει εναντίον του Θεού, παρά την προειδοποίηση ότι το αποτέλεσμα θα ήταν θάνατος”. (Βλέπε επίσης σελίδες 370, 371.)