ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΦΙΕΡΩΣΗΣ
Η Γιορτή της Αφιέρωσης (εβρ., χανουκκάχ) τηρείται σε ανάμνηση της ανάκτησης της Ιουδαϊκής ανεξαρτησίας από τη συροελληνική κυριαρχία και της επαναφιέρωσης του ναού της Ιερουσαλήμ στον Ιεχωβά, ο οποίος ναός είχε βεβηλωθεί από τον Αντίοχο Δ΄ τον Επιφανή, τον αυτοαποκαλούμενο «Θεό Επιφανή». Αυτός ανήγειρε έναν βωμό πάνω στο μεγάλο θυσιαστήριο στο οποίο προσφερόταν προηγουμένως το καθημερινό ολοκαύτωμα. (Α΄ Μακκαβαίων 1:54-59) Σε αυτή την περίπτωση (25 Χισλέβ του 168 Π.Κ.Χ.), ο Αντίοχος, για να δείξει το μίσος και την περιφρόνησή του για τον Ιεχωβά, τον Θεό των Ιουδαίων, και για να μιάνει το ναό Του στο μέγιστο βαθμό, θυσίασε ένα γουρούνι στο θυσιαστήριο και έβαλε να ραντίσουν με το ζωμό που έφτιαξε από το κρέας του όλο το ναό. Επίσης, έκαψε τις πύλες του ναού, γκρέμισε τα δωμάτια των ιερέων και απομάκρυνε το χρυσό θυσιαστήριο, καθώς και το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και το χρυσό λυχνοστάτη. Ο ναός του Ζοροβάβελ επαναφιερώθηκε στον ειδωλολατρικό θεό Ολύμπιο Δία.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Ιούδας Μακκαβαίος ανακατέλαβε την πόλη και το ναό. Το αγιαστήριο ήταν ερημωμένο και στις αυλές του ναού φύτρωναν αγριόχορτα. Ο Ιούδας κατεδάφισε το παλιό, μιασμένο θυσιαστήριο και έχτισε καινούριο με απελέκητες πέτρες. Επίσης, διέταξε να κατασκευαστούν για το ναό σκεύη και έφερε το θυσιαστήριο του θυμιάματος, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και το λυχνοστάτη μέσα στο ναό. Αφού ο ναός εξαγνίστηκε από το μίασμα, επαναφιερώθηκε στις 25 Χισλέβ του 165 Π.Κ.Χ., ακριβώς τρία χρόνια μετά την ημέρα κατά την οποία ο Αντίοχος είχε κάνει τη θυσία του στο θυσιαστήριο αποδίδοντας λατρεία στον ειδωλολατρικό θεό. Άρχισαν και πάλι να προσφέρονται τα καθημερινά ή μόνιμα ολοκαυτώματα.—Α΄ Μακκαβαίων 4:36-54· Β΄ Μακκαβαίων 10:1-9.
Εορταστικά Έθιμα. Η ίδια η φύση της γιορτής την καθιστούσε περίοδο μεγάλης χαράς. Ως προς το τελετουργικό έμοιαζε κάπως με τη Γιορτή των Σκηνών. Οι εορταστικές εκδηλώσεις διαρκούσαν οχτώ ημέρες, από τις 25 Χισλέβ και έπειτα. (Α΄ Μακκαβαίων 4:59) Στις αυλές του ναού υπήρχε μεγάλη φωταγώγηση, και όλα τα σπίτια φωτίζονταν με διακοσμητικά λυχνάρια. Το Ταλμούδ ονομάζει αυτή τη γιορτή «Γιορτή του Φωτισμού». Μεταγενέστερα, μερικοί συνήθιζαν να ανάβουν οχτώ λυχνάρια την πρώτη νύχτα και να μειώνουν τον αριθμό τους κατά ένα κάθε βράδυ, ενώ άλλοι άρχιζαν με ένα λυχνάρι και τα αύξαναν σε οχτώ. Τα λυχνάρια τοποθετούνταν κοντά σε εξώπορτες, όχι μόνο για να φωτίζουν το σπίτι, αλλά και για να βλέπουν το φως όλοι όσοι βρίσκονταν έξω. Το άναμμα των λυχναριών συνοδευόταν από υμνωδία που δόξαζε τον Θεό, τον Απελευθερωτή του Ισραήλ. Ο Ιώσηπος λέει σχετικά με την εγκαινίαση της γιορτής: «Ήταν τόση η ευχαρίστηση που πήραν με την αναβίωση των εθίμων τους και με την αναπάντεχη ανάκτηση του δικαιώματος να ασκούν τη θρησκεία τους έπειτα από τόσον καιρό, ώστε έθεσαν νόμο να εορτάζουν οι απόγονοί τους την αποκατάσταση της λειτουργίας του ναού επί οχτώ ημέρες. Από τότε διατηρούμε τούτη τη γιορτή μέχρι τώρα, ονομάζοντάς την “φώτα”, δίνοντάς της αυτή την ονομασία, νομίζω, εκ του ότι μας εμφανίστηκε ανέλπιστα τούτο το δικαίωμα». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΒ΄, 324, 325 [vii, 7]) Οι κοπιαστικές εργασίες επιτρέπονταν, καθώς η γιορτή δεν θεωρούνταν σάββατο.
Οι δύο προηγούμενες αφιερώσεις—η αφιέρωση του πρώτου ναού, που χτίστηκε από τον Σολομώντα, και η αφιέρωση του δεύτερου, που χτίστηκε από τον Ζοροβάβελ—είχαν τελεστεί επίσημα μετά την ολοκλήρωση της οικοδόμησης. Δεν καθιερώθηκε, όμως, αναμνηστικός εορτασμός αυτών των αφιερώσεων, όπως καθιερώθηκε για την επαναφιέρωση του δεύτερου ναού από τον Ιούδα Μακκαβαίο. Ανόμοια με τις τρεις μεγάλες γιορτές στις οποίες υποχρεούνταν να παρευρίσκονται στην Ιερουσαλήμ όλοι οι άρρενες, η Γιορτή της Αφιέρωσης μπορούσε να τηρείται στις πόλεις τους, όπως και η Γιορτή των Πουρίμ. (Εξ 23:14-17· Εσθ 9:18-32) Σε ολόκληρη τη χώρα συναθροίζονταν στις συναγωγές τους υμνολογώντας και αγαλλόμενοι και κρατώντας κλαδιά δέντρων, ενώ οι συναγωγές και τα σπίτια ήταν κατάφωτα. Οι Εβραίοι τηρούν αυτή τη γιορτή μέχρι σήμερα.
Σημασία για τους Χριστιανούς. Ο Ιησούς επισκέφτηκε το ναό κατά τη Γιορτή της Αφιέρωσης, τον τελευταίο χειμώνα της διακονίας του, το 32 Κ.Χ. Η αφήγηση αναφέρει: «Εκείνον τον καιρό έγινε η γιορτή της αφιέρωσης στην Ιερουσαλήμ. Ήταν χειμώνας, και ο Ιησούς περπατούσε στο ναό, στη στοά του Σολομώντα». (Ιωα 10:22, 23) Ο Χισλέβ, ο ένατος μήνας, αντιστοιχεί με μέρος της περιόδου Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου. Φυσικά, όλοι οι Ιουδαίοι γνώριζαν ότι αυτή η γιορτή λάβαινε χώρα το χειμώνα. Συνεπώς, η αναφορά στο χειμώνα ίσως γίνεται εδώ για να υποδειχτεί η κατάσταση του καιρού, και όχι η εποχή, ως ο λόγος για τον οποίο ο Ιησούς επέλεξε για τη διδασκαλία του ένα προφυλαγμένο μέρος, τη «στοά του Σολομώντα». Αυτή η σκεπαστή στοά βρισκόταν στην ανατολική πλευρά της εξωτερικής αυλής των Εθνικών, όπου συγκεντρώνονταν πολλά άτομα.—Πρ 3:11· 5:12.
Στις θεόπνευστες Γραφές δεν δηλώνεται άμεσα ότι ο Ιεχωβά χάρισε τη νίκη στον Ιούδα Μακκαβαίο και τον κατηύθυνε στην επισκευή του ναού, στον εκ νέου εξοπλισμό του, στην κατασκευή των σκευών και τελικά στην επαναφιέρωσή του. Εντούτοις, για να μπορούν να εκπληρωθούν οι προφητείες σχετικά με τον Ιησού και τη διακονία του και να συνεχιστούν οι Λευιτικές θυσίες μέχρις ότου επιτελούνταν η μεγάλη θυσία του Γιου του Θεού, ο ναός έπρεπε να εξακολουθεί να υπάρχει και οι υπηρεσίες του να λειτουργούν την εποχή που θα εμφανιζόταν ο Μεσσίας. (Ιωα 2:17· Δα 9:27) Ο Ιεχωβά είχε χρησιμοποιήσει ανθρώπους από ξένα έθνη, όπως τον Κύρο, για να φέρουν σε πέρας ορισμένους σκοπούς σχετικά με τη λατρεία Του. (Ησ 45:1) Πολύ περισσότερο, λοιπόν, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει έναν άνθρωπο από τον αφιερωμένο λαό του, τους Ιουδαίους.
Η ουσία είναι ότι οι υπηρεσίες του ναού λειτουργούσαν στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού Χριστού. Ο ναός του Ζοροβάβελ είχε ανοικοδομηθεί (αντικατασταθεί) από τον Ηρώδη και είχε γίνει πιο περίτεχνος. Γι’ αυτόν το λόγο και εξαιτίας της αντιπάθειάς τους για τον Ηρώδη, οι Ιουδαίοι κάνουν συνήθως λόγο μόνο για δύο ναούς—του Σολομώντα και του Ζοροβάβελ. Ούτε στα λόγια του Ιησού ούτε σε οποιοδήποτε από τα συγγράμματα των μαθητών του βρίσκουμε κάποια επίκριση για τη Γιορτή της Αφιέρωσης. Ωστόσο, η τήρησή της δεν αποτελεί απαίτηση για τους Χριστιανούς σύμφωνα με τη νέα διαθήκη.—Κολ 2:16· Γα 4:10, 11· Εβρ 8:6.