ΚΑΤΑΡΑ
Η ευχή, απειλή ή εξαγγελία για την επέλευση κακού σε πρόσωπο ή πράγμα· επομένως, το αντίθετο της ευλογίας. Αυτή είναι η βασική έννοια αρκετών λέξεων του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου της Αγίας Γραφής οι οποίες μεταφράζονται με τη λέξη «κατάρα» ή παρόμοιες εκφράσεις.
Λογικά, η πρώτη κατάρα διατυπώθηκε την εποχή του εδεμικού στασιασμού και απευθύνθηκε από τον Θεό στον υποκινητή του στασιασμού διαμέσου του οργάνου που χρησιμοποίησε αυτός, δηλαδή του φιδιού. (Γε 3:14, 15) Αυτή η κατάρα επρόκειτο να τερματιστεί με την καταστροφή εκείνου του υποκινητή. Συγχρόνως, απευθύνθηκε κατάρα προς τη γη εξαιτίας του Αδάμ, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να παράγει αυτή αγκάθια και τριβόλια, αλλά όχι να καταστραφεί. (Γε 3:17, 18· 5:29) Η κατάρα που έθεσε ο Ιεχωβά πάνω στον Κάιν τον καταδίκασε να ζει ως φυγάς.—Γε 4:11, 12.
Μετά τον Κατακλυσμό, η πρώτη κατάρα που εξαγγέλθηκε από άνθρωπο ήταν η κατάρα που απηύθυνε ο Νώε στον Χαναάν, γιο του Χαμ, καταδικάζοντάς τον να είναι δούλος του Σημ και του Ιάφεθ, κατάρα που εκπληρώθηκε ως επί το πλείστον περίπου οχτώ αιώνες αργότερα με την κατάκτηση της Χαναάν από το σημιτικό έθνος του Ισραήλ. (Γε 9:25-27) Γι’ αυτό, ο Ιησούς του Ναυή είπε στους Γαβαωνίτες—απογόνους του Χαναάν—ότι ήταν «καταραμένοι άνθρωποι», και ως εκ τούτου ορίστηκε να έχουν θέση δούλου.—Ιη 9:23.
Επομένως, αυτού του είδους η κατάρα δεν πρέπει να συγχέεται με τη χυδαιολογία ούτε υποδηλώνει κατ’ ανάγκην βίαιο θυμό, όπως καταδεικνύεται από την περίπτωση των Γαβαωνιτών. Στις παραπάνω περικοπές χρησιμοποιείται η λέξη ’αράρ του εβραϊκού κειμένου. Η λέξη αυτή εμφανίζεται 18 φορές στις επίσημες εξαγγελίες που περιέχονται στα εδάφια Δευτερονόμιο 27:15-26· 28:16-19, καθώς και σε ιερές εξαγγελίες, όπως αυτές των εδαφίων Έξοδος 22:28· Ιερεμίας 11:3· 17:5 και 48:10. Το συγγενικό ουσιαστικό με’εράχ παρουσιάζεται πέντε φορές. (Δευ 28:20· Παρ 3:33· 28:27· Μαλ 2:2· 3:9) Η Βιβλική χρήση αυτών των λέξεων υποδεικνύει ιερή εξαγγελία ή πρόρρηση κακού η οποία, όταν γίνεται από τον Θεό ή κάποιο εξουσιοδοτημένο άτομο, έχει προφητική αξία και ισχύ. Η κατάρα που εξήγγειλε ο Ιησούς του Ναυή εναντίον οποιουδήποτε ξανάχτιζε στο μέλλον την ερημωμένη Ιεριχώ εκπληρώθηκε πολλούς αιώνες αργότερα.—Ιη 6:26· 1Βα 16:34.
Η λέξη ’αλάχ, μια άλλη λέξη του εβραϊκού κειμένου η οποία αποδίδεται «όρκος» και «κατάρα», υποδηλώνει όρκο που συνεπάγεται ως τιμωρία κάποια κατάρα, είτε επειδή αυτός παραβιάστηκε είτε επειδή αποδείχτηκε ψεύτικος.—Γε 24:41, υποσ.· Αρ 5:21, 23, 27· Δευ 29:19-21· 2Χρ 34:24· 1Βα 8:31, 32· βλέπε ΟΡΚΟΣ.
Η λέξη κελαλάχ του εβραϊκού κειμένου αναφέρεται βασικά σε κατάρα και αντιδιαστέλλεται με την «ευλογία» σε αρκετές περικοπές. (Γε 27:12, 13· Δευ 11:26-29· Ζαχ 8:13) Παράγεται από τη ρίζα καλάλ, ένα ρήμα που σημαίνει κατά κυριολεξία «είμαι ελαφρύς», αλλά όταν χρησιμοποιείται μεταφορικά, σημαίνει «καταριέμαι», «συμπεριφέρομαι περιφρονητικά». (Εξ 18:22· Λευ 20:9· 2Σα 19:43) Αυτή τη λέξη χρησιμοποίησε ο Δαβίδ όταν είπε στη Μιχάλ πως θα “έριχνε την υπόληψή του” ακόμη περισσότερο από όσο τον είχε κατηγορήσει εκείνη ότι είχε κάνει. (2Σα 6:20-22) Ο Ιεχωβά Θεός χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη μετά τον Κατακλυσμό λέγοντας ότι ποτέ ξανά δεν θα “καταριόταν τη γη εξαιτίας του ανθρώπου”.—Γε 8:21.
Στις Ελληνικές Γραφές οι δύο βασικές λέξεις που μεταφράζονται «κατάρα» είναι οι λέξεις ἀρά και ἀνάθεμα, καθώς και κάποιες συγγενικές λέξεις όπως κατάρα, ἐπικατάρατος, καταράομαι, κατάθεμα και καταθεματίζω.
Η λέξη ἀρά έχει την έννοια της κατάρας ή της προσευχής προς κάποια θεϊκή πηγή για την επέλευση κακού. Ο Ιωάννης χρησιμοποιεί τη συγγενική λέξη ἐπάρατος σημειώνοντας ότι οι Φαρισαίοι θεωρούσαν τον κοινό λαό που άκουγε τον Ιησού “καταραμένους ανθρώπους” οι οποίοι δεν γνώριζαν το Νόμο. (Ιωα 7:49) Αντίθετα, ο Παύλος έδειξε ότι όλοι οι Ιουδαίοι χρειαζόταν να απολυτρωθούν από την κατάρα της διαθήκης του Νόμου, πράγμα που κατέστη δυνατό εφόσον ο Χριστός έγινε κατάρα για αυτούς μέσω του θανάτου του στο ξύλο του βασανισμού. (Γα 3:10, 13) Στο εδάφιο Γαλάτες 3:10 ο Παύλος χρησιμοποίησε τη λέξη ἐπικατάρατος για να μεταφράσει τη λέξη ’αράρ του εβραϊκού κειμένου (την πρώτη λέξη που εξετάζεται σε αυτό το λήμμα), η οποία εμφανίζεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 27:26. Στο εδάφιο 13 χρησιμοποίησε την ίδια λέξη για να μεταφράσει τη λέξη κελαλάχ του εβραϊκού κειμένου (κάτι καταραμένο· κατάρα) η οποία εμφανίζεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 21:23.
Μετοχές του ρήματος καταράομαι χρησιμοποιούνται στην κατάρα που απηύθυνε ο Ιησούς προς την τάξη των “κατσικιών” (Ματ 25:41) και επίσης στην οδηγία που έδωσε προς τους ακολούθους του να “ευλογούν εκείνους που τους καταριούνται”. (Λου 6:28) Ο Παύλος και ο Ιάκωβος χρησιμοποίησαν τύπους του ίδιου ρήματος δίνοντας παρόμοια συμβουλή στα εδάφια Ρωμαίους 12:14 και Ιακώβου 3:9. Ο Παύλος χρησιμοποίησε τη λέξη κατάρα όταν παρομοίασε όσους Χριστιανούς πέφτουν αφού πρώτα έχουν γίνει μέτοχοι αγίου πνεύματος με το «έδαφος» που δεν ανταποκρίνεται στη βροχή και παράγει μόνο αγκάθια και τριβόλια (Εβρ 6:7, 8), ο δε Πέτρος χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για να χαρακτηρίσει “καταραμένους” αυτούς που είναι άπληστοι, που «έχουν μάτια γεμάτα μοιχεία» και δελεάζουν ασταθείς ψυχές.—2Πε 2:14.
Η λέξη ἀνάθεμα σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτό που τοποθετείται πάνω» και εφαρμοζόταν αρχικά στις αναθηματικές προσφορές που τοποθετούνταν ή ξεχωρίζονταν ως ιερές στους ναούς. (Βλέπε Λου 21:5, όπου χρησιμοποιείται η συγγενική λέξη ἀναθήματα.) Στις Ελληνικές Γραφές, οι Βιβλικοί συγγραφείς χρησιμοποιούν τη λέξη ἀνάθεμα με την έννοια αυτού που είναι καταραμένο ή υπόκειται σε κατάρα και, επομένως, είναι ξεχωρισμένο ως κακό ή βδελυρό. Ως εκ τούτου, ο Παύλος έγραψε στους Γαλάτες (1:8) ότι έπρεπε να θεωρούν “καταραμένο” οποιονδήποτε (ακόμη και άγγελο) τους διακήρυττε ως καλά νέα κάτι που αντέβαινε στα όσα είχαν δεχτεί. Όσοι δεν ένιωθαν «στοργή για τον Κύριο» θα θεωρούνταν και εκείνοι “καταραμένοι”. (1Κο 16:22) Ο Παύλος, εκφράζοντας την οδύνη του για τους ομοεθνείς του που δεν είχαν δεχτεί τον Χριστό, είπε ότι θα ευχόταν μάλιστα να ήταν ο ίδιος «αποχωρισμένος από τον Χριστό ως ο καταραμένος» για χάρη τους. (Ρω 9:3) Σε άλλες περιπτώσεις το ἀνάθεμα αναφέρεται προφανώς στην εξαγγελία ενός όρκου ο οποίος, αν δεν εκπληρωνόταν ή αν αποδεικνυόταν ψεύτικος, θα κατέληγε σε κατάρα, όπως στην περίπτωση των 40 αντρών που έκαναν συνωμοσία παίρνοντας όρκο να σκοτώσουν τον Παύλο. (Πρ 23:12-15, 21) Τα ρήματα καταθεματίζω και ἀναθεματίζω χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ο Πέτρος αρνήθηκε τον Χριστό. (Ματ 26:74· Μαρ 14:71) Στην ουσία, ο Πέτρος έλεγε εδώ ότι θα ευχόταν “να είναι καταραμένος ή ξεχωρισμένος ως κακός αν γνώριζε αυτόν τον άνθρωπο”.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 22:3 δίνεται σχετικά με τη Νέα Ιερουσαλήμ η υπόσχεση ότι «δεν θα υπάρξει πια καμιά κατάρα [κατάθεμα]». Αυτό φαίνεται να δείχνει την αντίθεση με την επίγεια Ιερουσαλήμ, η οποία υπέστη όντως την κατάρα του Θεού. Παρόμοια, βρίσκεται σε οξεία αντίθεση με την καταραμένη κατάσταση στην οποία καταλήγει η συμβολική πόλη Βαβυλώνα η Μεγάλη ως αποτέλεσμα της δικαστικής απόφασης του Θεού εναντίον της. Το «ανάθεμα» που εξαγγέλλεται εναντίον της γίνεται φανερό από την προσταγή που δίνεται στα εδάφια Αποκάλυψη 18:4-8.—Βλέπε επίσης 2Κο 6:17.
Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα οι μεταφραστές χρησιμοποίησαν γενικά τη λέξη ἀνάθεμα για να αποδώσουν την εβραϊκή λέξη χέρεμ.—Βλέπε ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΠΡΑΓΜΑ.
Τι Εξυπηρετούν οι Θεϊκές Κατάρες. Αφενός, οι θεϊκές κατάρες διασαφηνίζουν ποιοι είναι και ποιοι δεν είναι επιδοκιμασμένοι υπηρέτες του Θεού, δεδομένου ότι φανερώνουν την αποδοκιμασία του Θεού, όπως οι ευλογίες του φανερώνουν την επιδοκιμασία του. Γι’ αυτό, όταν ο Ιεχωβά υποσχέθηκε στον Αβραάμ την ευλογία του, δήλωσε επίσης: «Εκείνον που σε καταριέται [μετοχή του καλάλ] θα τον καταραστώ». (Γε 12:3) Όταν ο αποδέκτης της κατάρας παραμένει ανώνυμος, όπως εδώ, η κατάρα αποτελεί επίσης προειδοποιητικό οδηγό και προστασία για όσους θέλουν να κερδίσουν ή να διατηρήσουν την εύνοια του Θεού. Ο Μωσαϊκός Νόμος καθόριζε πολλές ευλογίες και κατάρες οι οποίες θα προέκυπταν από την εφαρμογή των νομοθετημάτων και των διατάξεων του Νόμου. (Δευ 28:1, 2, 15) Πριν από την είσοδο στην Υποσχεμένη Γη, ο Μωυσής τόνισε ότι το έθνος, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην ευλογία και στην κατάρα, πράγμα που θα έκαναν μέσω υπακοής ή ανυπακοής. (Δευ 30:19, 20) Ο Ιησούς του Ναυή επανέλαβε ουσιαστικά αυτή την προστατευτική παραίνεση και προειδοποίηση μέσα στην Υποσχεμένη Γη. (Παράβαλε Ιη 8:32-35· 24:14, 15.) Ο καθένας, λοιπόν, μπορούσε να καταβάλει προσπάθειες ώστε να μην υποστεί τις εξαγγελθείσες κατάρες.
Αφετέρου, η κατάρα πιστοποιεί ότι δεν μπορεί κάποιος να παίρνει στα ελαφρά ή να αψηφά τις αρχές και τους εξαγγελθέντες σκοπούς του Θεού. Ο Αρχιερέας Ηλεί έγινε αποδέκτης συγκεκριμένης κατάρας επειδή, εκδηλώνοντας αδυναμία, δεν επέπληξε τους γιους του, παρότι αυτοί “καταριούνταν τον Θεό”. (1Σα 3:13) Ο Ιεχωβά τού εξέθεσε τον κανόνα: «Εκείνους που με τιμούν θα τους τιμήσω, και εκείνοι που με καταφρονούν θα γίνουν ασήμαντοι [από τη ρίζα καλάλ]». (1Σα 2:30) Επομένως, η κατάρα του Θεού συνοδεύεται από δίκαιη ανταπόδοση για την αδικοπραγία. Η ανταπόδοση μπορεί να επέλθει αμέσως, όπως συνέβη με τα χλευαστικά, κακοήθη παιδιά τα οποία καταράστηκε ο Ελισαιέ στο όνομα του Ιεχωβά (2Βα 2:24), ή μπορεί να κρατηθεί για αργότερα, όπως όταν ο Θεός πληροφόρησε τον Βασιλιά Ιωσία για τη συμφορά που επρόκειτο να έρθει στον Ιούδα. (2Βα 22:19, 20) Ο Ιεχωβά προειδοποίησε το έθνος του Ισραήλ ότι η παραβίαση των νόμων του θα επέφερε αναπόφευκτες δυσκολίες, λέγοντας: «Όλες αυτές οι κατάρες θα έρθουν πάνω σου και θα σε καταδιώξουν και θα σε καταφθάσουν, μέχρι να αφανιστείς· επειδή δεν άκουσες τη φωνή του Ιεχωβά του Θεού σου τηρώντας τις εντολές του και τα νομοθετήματά του, τα οποία σε διέταξε». (Δευ 28:45) Μολονότι εκείνος τους προειδοποίησε ξεκάθαρα ότι θα ερημώνονταν και θα εξορίζονταν, αυτοί αρνήθηκαν να δώσουν προσοχή, με αποτέλεσμα να γίνει η Ιερουσαλήμ «κατάρα σε όλα τα έθνη της γης».—Ιερ 26:6· 24:9· Δευ 29:27.
Πώς Ακυρώνονται οι Κατάρες. Ο Ιεχωβά είναι σε θέση να ακυρώσει μια κατάρα, αλλά μόνο αν ικανοποιηθούν κατάλληλα οι δίκαιες απαιτήσεις του. Αυτό φαίνεται να συνέβη με την αρχική κατάρα εναντίον της γης, την οποία προφανώς τερμάτισε ο Κατακλυσμός που καθάρισε την υδρόγειο από την πονηρία. (Γε 8:21) Η μη τήρηση της διαθήκης του Νόμου επέφερε κατάρα σε όλο το έθνος του Ισραήλ, ακόμη και σε εκείνους που προσπαθούσαν ευσυνείδητα (πλην ατελώς) να τηρήσουν τους όρους της. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι γι’ αυτόν το λόγο πέθανε έτσι όπως πέθανε ο Χριστός Ιησούς—πάνω σε ξύλο βασανισμού. (Γα 3:10-13) Με αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς, μολονότι ο ίδιος είχε τηρήσει τέλεια το Νόμο, επωμίστηκε την κατάρα του Νόμου που βάραινε όλους όσους ήταν υπό το Νόμο. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 21:23 δηλώνει: «Επειδή ο κρεμασμένος [σε ξύλο] είναι κάτι καταραμένο από τον Θεό». Ο Ιησούς, με το να καρφωθεί στο ξύλο ως εγκληματίας, καταδικασμένος (έστω και άδικα) από το Ιουδαϊκό ιερατικό δικαστήριο, έγινε στην ουσία «κατάρα». Στη συνέχεια, όταν παρουσίασε την αξία της θυσίας του στον ουρανό, ο Θεός ακύρωσε το Νόμο. Αποδεχόμενος τη θυσία, ο Θεός κάρφωσε μεταφορικά το Νόμο στο ξύλο και η κατάρα που συνόδευε αυτόν το Νόμο αφαιρέθηκε νομικά. (Κολ 2:14) Επειδή το σώμα του Ιησού θεωρούνταν κατάρα, αλλά και για να εφαρμοστεί η απαίτηση του Νόμου ώστε να μη βεβηλωθεί το Σάββατο, οι Ιουδαίοι αγωνιούσαν να απομακρυνθούν τα πτώματα του Ιησού και των κακοποιών από τα ξύλα προτού τελειώσει η ημέρα.—Δευ 21:23· Ιωα 19:31.
Τι καθορίζει την ισχύ μιας κατάρας;
Μολονότι κάποια άτομα μπορεί να εξαγγέλλουν κατάρες, η εγκυρότητά τους εξαρτάται απόλυτα από τον Θεό, τις αρχές του και τους σκοπούς του. Μάταια «καταράστηκε [ο Γολιάθ] τον Δαβίδ επικαλούμενος τους [ψεύτικους] θεούς του». (1Σα 17:43) Τα αιτήματα που υπέβαλε ο Βασιλιάς Βαλάκ προς τον Βαλαάμ προκειμένου να καταραστεί τον Ισραήλ έτυχαν της αποδοκιμασίας του Ιεχωβά, ο οποίος μετέβαλε σε ευλογίες τις κατάρες που σκόπευε να πει ο Βαλαάμ. (Αρ 22:6–24:25· Δευ 23:4, 5· Ιη 24:9, 10· βλέπε ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ.) Επειδή ο Δαβίδ αναγνώριζε ότι μόνο ο Ιεχωβά μπορεί να δώσει ισχύ σε κάποια κατάρα, απέρριψε το οργισμένο αίτημα του Αβισαί να του επιτραπεί να πάει να “κόψει το κεφάλι” του Σιμεΐ, ο οποίος καταριόταν τον Δαβίδ με υβριστικά λόγια. Ο Δαβίδ είπε: «Αφήστε τον να καταριέται, γιατί ο Ιεχωβά τού το είπε! Ίσως ο Ιεχωβά δει με τα μάτια του και αποκαταστήσει ο Ιεχωβά σε εμένα αγαθότητα αντί της κατάρας που μου δίνει αυτός σήμερα». (2Σα 16:5-12· παράβαλε Ψλ 109:17, 18, 28.) Ο Λόγος του Θεού καταδικάζει συγκεκριμένα το να καταραστεί κανείς τους γονείς του (Εξ 21:17· Λευ 20:9· Παρ 20:20), τον Θεό (Εξ 22:28· Λευ 24:11, 14, 15, 23) ή το βασιλιά (Εκ 10:20), και στηλιτεύει όσους ευλογούν με το στόμα τους ενώ «από μέσα τους καταριούνται».—Ψλ 62:4.
Ως εκπρόσωπος του Θεού, ο Χριστός Ιησούς, ενόσω βρισκόταν στη γη, εξήγγειλε στην ουσία κατάρες εναντίον των θρησκευτικών καθοδηγητών και των Φαρισαίων επειδή εναντιώνονταν εσκεμμένα στο σκοπό του Θεού. (Ματ 23:13-33) Ο απόστολος Πέτρος “καταράστηκε” προφανώς τον Ανανία και τη Σαπφείρα επειδή φέρθηκαν απατηλά στον Θεό, κάτι που κατέληξε στον ακαριαίο θάνατό τους. (Πρ 5:1-11) Ο απόστολος Παύλος ενήργησε κάπως παρόμοια στην περίπτωση του ψευδοπροφήτη Ελύμα, του μάγου, τον οποίο αποκάλεσε “γιο του Διαβόλου” και “εχθρό κάθε δίκαιου πράγματος” και ο οποίος κατόπιν τυφλώθηκε προσωρινά. (Πρ 13:6-12) Αυτές οι πράξεις ωφέλησαν όσους παρέστησαν μάρτυρές τους. Εντούτοις, το γεγονός ότι οι απόστολοι διέθεταν τέτοιες δυνάμεις δεν δίνει σε άλλους την εξουσία ή το ελεύθερο να εξαγγέλλουν κατάρες. Ο Ιάκωβος προειδοποιεί ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να χρησιμοποιούν ακατάλληλα τη γλώσσα για να καταριούνται ανθρώπους.—Ιακ 3:9-12· παράβαλε Ψλ 109:17, 18 με Κολ 3:8-10.
Μολονότι η ιστορία αναφέρει πως, στους μεταποστολικούς χρόνους και στους αιώνες που ακολούθησαν, διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις εξέδωσαν πολλά «αναθέματα» και «αφορισμούς» εναντίον ατόμων, πόλεων και εθνών, δείχνει επίσης ότι το μέσο που χρησιμοποιήθηκε σε κάθε περίπτωση για να ισχύσει μια τέτοια κατάρα δεν ήταν η δύναμη του Θεού, αλλά η επίγεια δύναμη κάποιας εκκλησίας ή του κοσμικού Κράτους. Αντίθετα, στα εδάφια Ψαλμός 37:3-9, 22 μας δίνεται η συμβουλή να προσμένουμε τον Ιεχωβά, εφόσον «όσοι ευλογούνται από αυτόν θα γίνουν κάτοχοι της γης, αλλά εκείνοι τους οποίους αυτός καταριέται θα εκκοπούν». Τέτοιου είδους «εκκοπή» περιλαμβάνεται στην κατάρα που εξαγγέλλει ο Ιησούς εναντίον της καταραμένης τάξης των “κατσικιών”, στην προφητική παραβολή του η οποία εμφανίζεται στα εδάφια Ματθαίος 25:31-46. Σε σχέση με “τους νέους ουρανούς και τη νέα γη”, προφητεύεται επίσης ότι οι αμαρτωλοί θα είναι επικατάρατοι.—Ησ 65:17, 20.