Η Συριακή Πεσίτα—Παράθυρο στον Κόσμο των Αρχαίων Βιβλικών Μεταφράσεων
Το 1892, οι δίδυμες αδελφές Άγκνες Σμιθ Λιούις και Μάργκαρετ Ντάνλοπ Γκίμπσον ταξίδευαν στην έρημο επί εννιά μέρες με καμήλες έχοντας προορισμό τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στους πρόποδες του Όρους Σινά. Γιατί αποτόλμησαν κάτι τέτοιο αυτές οι σχεδόν 50χρονες γυναίκες τότε που τα ταξίδια στην Ανατολή ήταν τόσο επικίνδυνα; Η απάντηση μπορεί να ενισχύσει την πίστη σας στην ακρίβεια της Αγίας Γραφής.
Ο ΙΗΣΟΥΣ, λίγο προτού επιστρέψει στον ουρανό, ανέθεσε στους μαθητές του να δώσουν μαρτυρία για αυτόν «τόσο στην Ιερουσαλήμ όσο και σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης». (Πράξεις 1:8) Οι μαθητές το έκαναν αυτό με ζήλο και θάρρος. Ωστόσο, η διακονία τους στην Ιερουσαλήμ προκάλεσε γρήγορα σφοδρή εναντίωση, με αποτέλεσμα το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου. Πολλοί κατέφυγαν στην Αντιόχεια της Συρίας, μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, περίπου 550 χιλιόμετρα βόρεια της Ιερουσαλήμ.—Πράξεις 11:19.
Στην Αντιόχεια, οι μαθητές συνέχισαν να κηρύττουν «τα καλά νέα» για τον Ιησού, και πολλοί μη Ιουδαίοι έγιναν πιστοί. (Πράξεις 11:20, 21) Παρότι εντός των τειχών της κοινή γλώσσα ήταν η ελληνική, έξω από τις πύλες της και στην επαρχία η γλώσσα του λαού ήταν η συριακή.
ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑΚΗ
Το δεύτερο αιώνα, καθώς αυξάνονταν οι Χριστιανοί που μιλούσαν τη συριακή, προέκυψε η ανάγκη να μεταφραστούν τα καλά νέα στη γλώσσα τους. Όπως φαίνεται, λοιπόν, η πρώτη καθομιλουμένη στην οποία μεταφράστηκαν τμήματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών ήταν η συριακή, όχι η λατινική.
Γύρω στο 170 Κ.Χ., ο Τατιανός, ένας συγγραφέας από τη Συρία (περ. 120-173 Κ.Χ.), συνδύασε τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια και εκπόνησε, στην ελληνική ή στη συριακή, το έργο που ονομάζεται συνήθως Διατεσσάρων. Μεταγενέστερα, ο Εφραίμ ο Σύρος (περ. 310-373 Κ.Χ.) συνέταξε ένα σχολιολόγιο για το Διατεσσάρων, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι Χριστιανοί της Συρίας το χρησιμοποιούσαν εκτεταμένα.
Το Διατεσσάρων παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για εμάς σήμερα. Γιατί; Το 19ο αιώνα, μερικοί λόγιοι ισχυρίζονταν ότι τα Ευαγγέλια είχαν γραφτεί αργότερα, ακόμη και το δεύτερο αιώνα, μεταξύ του 130 Κ.Χ. και του 170 Κ.Χ. Επομένως, δεν μπορούσαν να είναι αυθεντικές αφηγήσεις της ζωής του Ιησού. Εντούτοις, αρχαία χειρόγραφα του Διατεσσάρων που ήρθαν έκτοτε στο φως αποδεικνύουν ότι τα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη κυκλοφορούσαν ήδη ευρέως στα μέσα του δεύτερου αιώνα. Άρα, πρέπει να είχαν γραφτεί νωρίτερα. Επιπλέον, όταν ο Τατιανός συνέταξε το Διατεσσάρων, δεν χρησιμοποίησε κανένα από τα λεγόμενα απόκρυφα ευαγγέλια όπως έκανε με τα τέσσερα αποδεκτά Ευαγγέλια. Αυτό φανερώνει ότι τα απόκρυφα δεν θεωρούνταν αξιόπιστα ή κανονικά.
Με το ξεκίνημα του πέμπτου αιώνα, άρχισε να χρησιμοποιείται εκτεταμένα στη βόρεια Μεσοποταμία μια μετάφραση της Γραφής στη συριακή. Η μετάφραση αυτή, που ίσως έγινε το δεύτερο ή τον τρίτο αιώνα Κ.Χ., περιλάμβανε ολόκληρη τη Γραφή εκτός από τα βιβλία 2 Πέτρου, 2 και 3 Ιωάννη, Ιούδα και Αποκάλυψη. Είναι γνωστή ως Πεσίτα, δηλαδή «Απλή» ή «Σαφής». Η Πεσίτα αποτελεί ένα από τα παλαιότερα και σημαντικότερα τεκμήρια της μετάδοσης του Βιβλικού κειμένου κατά τους πρώτους αιώνες.
Σημειωτέον ότι ένα χειρόγραφο της Πεσίτα φέρει γραπτή χρονολογία αντίστοιχη του 459/460 Κ.Χ., γεγονός που το καθιστά το παλαιότερο Βιβλικό χειρόγραφο με συγκεκριμένη χρονολογία. Γύρω στο 508 Κ.Χ., έγινε αναθεώρηση της Πεσίτα στην οποία περιλήφθηκαν τα πέντε βιβλία που έλειπαν. Αυτή έγινε γνωστή ως η Φιλοξένια Μετάφραση.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΥΡΙΑΚΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
Μέχρι το 19ο αιώνα, σχεδόν όλα τα γνωστά ελληνικά αντίγραφα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών ανάγονταν στον πέμπτο αιώνα ή πολύ μεταγενέστερα. Γι’ αυτό, οι Βιβλικοί λόγιοι ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για αρχαίες μεταφράσεις όπως η λατινική Βουλγάτα και η συριακή Πεσίτα. Ορισμένοι πίστευαν τότε ότι η Πεσίτα προέκυψε από την αναθεώρηση παλαιότερης συριακής μετάφρασης, αλλά κανένα τέτοιο κείμενο δεν ήταν γνωστό. Εφόσον η συριακή Γραφή είχε τις ρίζες της στο δεύτερο αιώνα, μια τέτοια μετάφραση θα άνοιγε ένα παράθυρο στο πώς ήταν το Βιβλικό κείμενο σε αρχικό στάδιο και ασφαλώς θα ήταν ανεκτίμητη για τους Βιβλικούς λογίους! Υπήρχε όντως κάποια παλαιά συριακή μετάφραση; Θα την έβρισκαν ποτέ;
Ναι, υπήρχε! Μάλιστα, βρέθηκαν δύο τέτοια πολύτιμα συριακά χειρόγραφα. Το πρώτο χρονολογείται από τον πέμπτο αιώνα και συγκαταλέγεται στα πολλά συριακά χειρόγραφα που απέκτησε το Βρετανικό Μουσείο το 1842 από μια μονή στην έρημο της Νιτρίας στην Αίγυπτο. Ονομάστηκε Κουρετόνιο Συριακό επειδή το ανακάλυψε και το δημοσίευσε ο Γουίλιαμ Κούρτον, βοηθός έφορος χειρογράφων του μουσείου. Αυτό το πολύτιμο έγγραφο περιέχει τα τέσσερα Ευαγγέλια με τη σειρά Ματθαίος, Μάρκος, Ιωάννης και Λουκάς.
Το δεύτερο σωζόμενο χειρόγραφο είναι το Σιναϊτικό Συριακό. Η ανακάλυψή του συνδέεται με τις δίδυμες αδελφές που διψούσαν για περιπέτεια και αναφέρονται στην αρχή του άρθρου. Παρότι η Άγκνες δεν είχε κάποιο πανεπιστημιακό πτυχίο, ήξερε οχτώ ξένες γλώσσες, ανάμεσά τους και τη συριακή. Το 1892, ανακάλυψε κάτι σπουδαίο στη μονή της Αγίας Αικατερίνης στην Αίγυπτο.
Εκεί, μέσα σε μια σκοτεινή ντουλάπα, βρήκε ένα συριακό χειρόγραφο. Όπως περιέγραψε η ίδια, «είχε φρικτή όψη, καθώς ήταν πολύ βρώμικο και οι σελίδες του ήταν σχεδόν όλες κολλημένες εφόσον δεν το είχε ξεφυλλίσει κανείς» επί αιώνες. Επρόκειτο για παλίμψηστοa από το οποίο είχε σβηστεί το αρχικό κείμενο και στις σελίδες του είχε ξαναγραφτεί ένα συριακό κείμενο σχετικά με αγίες. Εντούτοις, η Άγκνες διέκρινε ότι κάτι ήταν γραμμένο από κάτω, καθώς και τις λέξεις «του Ματθαίου», «του Μάρκου» ή «του Λουκά» στην κορυφή. Είχε στα χέρια της έναν σχεδόν πλήρη συριακό κώδικα των τεσσάρων Ευαγγελίων! Οι λόγιοι πιστεύουν τώρα ότι γράφτηκε στα τέλη του τέταρτου αιώνα.
Το Σιναϊτικό Συριακό χειρόγραφο θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά Βιβλικά χειρόγραφα που έχουν ανακαλυφτεί, εφάμιλλο ελληνικών χειρογράφων όπως ο Σιναϊτικός Κώδικας και ο Βατικανός Κώδικας. Τώρα είναι γενικά αποδεκτό ότι τόσο το Κουρετόνιο όσο και το Σιναϊτικό χειρόγραφο είναι σωζόμενα αντίγραφα των παλαιών Συριακών Ευαγγελίων που ανάγονται στα τέλη του δεύτερου ή στις αρχές του τρίτου αιώνα.
“Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΑΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ”
Χρησιμεύουν αυτά τα χειρόγραφα στους σπουδαστές της Γραφής σήμερα; Ασφαλώς! Πάρτε για παράδειγμα το λεγόμενο μεγάλο επίλογο του Ευαγγελίου του Μάρκου, ο οποίος υπάρχει σε μερικές Γραφές μετά το εδάφιο Μάρκος 16:8. Εμφανίζεται στον ελληνικό Αλεξανδρινό Κώδικα του πέμπτου αιώνα, στη λατινική Βουλγάτα και αλλού. Ωστόσο, και τα δύο έγκυρα ελληνικά χειρόγραφα του τέταρτου αιώνα—ο Σιναϊτικός Κώδικας και ο Βατικανός Κώδικας—τελειώνουν στο εδάφιο Μάρκος 16:8. Ούτε το Σιναϊτικό Συριακό χειρόγραφο έχει το μεγάλο επίλογο, μια επιπλέον απόδειξη ότι είναι μεταγενέστερη προσθήκη και αρχικά δεν αποτελούσε μέρος του Ευαγγελίου του Μάρκου.
Εξετάστε ένα άλλο παράδειγμα. Το 19ο αιώνα, σχεδόν όλες οι Βιβλικές μεταφράσεις περιείχαν μια νόθα τριαδιστική προσθήκη στο εδάφιο 1 Ιωάννη 5:7. Αυτή, όμως, δεν εμφανίζεται στα παλαιότερα ελληνικά χειρόγραφα. Δεν εμφανίζεται ούτε στην Πεσίτα, κάτι που αποδεικνύει ότι η προσθήκη στο εδάφιο 1 Ιωάννη 5:7 συνιστά όντως αλλοίωση του Βιβλικού κειμένου.
Είναι σαφές ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει διατηρήσει τον Άγιο Λόγο του, όπως υποσχέθηκε. Σε αυτόν βρίσκουμε τη διαβεβαίωση: «Το χλωρό χορτάρι ξεράθηκε, το άνθος μαράθηκε· ο λόγος όμως του Θεού μας θα παραμείνει στον αιώνα». (Ησαΐας 40:8· 1 Πέτρου 1:25) Η μετάφραση που είναι γνωστή ως Πεσίτα παίζει μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην ακριβή μετάδοση του Βιβλικού αγγέλματος σε όλη την ανθρωπότητα.
a Η λέξη παλίμψηστος σημαίνει «ξαναξυσμένος».