Κριτές
18 Εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχε βασιλιάς στον Ισραήλ.+ Η φυλή των Δανιτών+ αναζητούσε κληρονομιά στην οποία να κατοικήσει, επειδή μέχρι τότε δεν είχαν λάβει κληρονομιά ανάμεσα στις φυλές του Ισραήλ.+
2 Οι Δανίτες έστειλαν πέντε άντρες από την οικογένειά τους, ικανούς άντρες από τη Ζορά και την Εσθαόλ,+ για να κατασκοπεύσουν τον τόπο και να τον εξερευνήσουν. Τους είπαν: «Πηγαίνετε, εξερευνήστε τον τόπο». Όταν εκείνοι έφτασαν στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ, στο σπίτι του Μιχαία,+ διανυκτέρευσαν εκεί. 3 Ενώ βρίσκονταν κοντά στο σπίτι του Μιχαία, αναγνώρισαν τη φωνή* του νεαρού Λευίτη. Γι’ αυτό, τον πλησίασαν και τον ρώτησαν: «Ποιος σε έφερε εδώ; Τι κάνεις σε αυτόν τον τόπο; Τι σε κρατάει εδώ;» 4 Εκείνος τους απάντησε: «Έτσι και έτσι έκανε ο Μιχαίας για εμένα, και με μίσθωσε ώστε να υπηρετώ ως ιερέας για αυτόν».+ 5 Τότε του είπαν: «Ρώτησε, σε παρακαλούμε, τον Θεό αν θα έχουμε επιτυχία στο ταξίδι μας». 6 Ο ιερέας τούς είπε: «Πηγαίνετε με ειρήνη. Ο Ιεχωβά είναι μαζί σας στο ταξίδι σας».
7 Οι πέντε άντρες λοιπόν προχώρησαν και έφτασαν στη Λαΐς.+ Είδαν ότι ο λαός εκεί ζούσε όπως οι Σιδώνιοι, χωρίς να εξαρτάται από άλλους. Ήταν ήσυχοι και ξένοιαστοι,+ και δεν τους ταλαιπωρούσε κανένας δυνάστης κατακτητής σε εκείνον τον τόπο. Βρίσκονταν μακριά από τους Σιδωνίους και δεν είχαν δοσοληψίες με κανέναν άλλον.
8 Όταν επέστρεψαν στους αδελφούς τους στη Ζορά και στην Εσθαόλ,+ οι αδελφοί τους τούς ρώτησαν: «Πώς τα πήγατε;» 9 Εκείνοι απάντησαν: «Ας ανεβούμε εναντίον τους, επειδή είδαμε ότι ο τόπος είναι πολύ καλός. Γιατί διστάζετε; Μην καθυστερείτε! Πηγαίνετε και πάρτε στην κατοχή σας τον τόπο. 10 Όταν φτάσετε, θα βρείτε έναν ξένοιαστο λαό,+ και ο τόπος είναι ευρύχωρος. Ο Θεός έδωσε στο χέρι σας αυτό το μέρος, από το οποίο δεν λείπει τίποτα απολύτως».+
11 Τότε 600 άντρες από την οικογένεια των Δανιτών οπλισμένοι για μάχη ξεκίνησαν από τη Ζορά και την Εσθαόλ.+ 12 Ανέβηκαν και στρατοπέδευσαν στην Κιριάθ-ιαρίμ+ του Ιούδα. Γι’ αυτό εκείνος ο τόπος, ο οποίος βρίσκεται δυτικά της Κιριάθ-ιαρίμ, ονομάζεται Μαχανέ-δαν*+ μέχρι αυτή την ημέρα. 13 Από εκεί πήγαν στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ και έφτασαν στο σπίτι του Μιχαία.+
14 Τότε οι πέντε άντρες που είχαν πάει να κατασκοπεύσουν τη γη της Λαΐς+ είπαν στους αδελφούς τους: «Το ξέρετε ότι σε αυτά τα σπίτια υπάρχουν ένα εφόδ, θεραφίμ,* μια γλυπτή εικόνα και ένα χυτό άγαλμα;*+ Σκεφτείτε τι πρέπει να κάνετε». 15 Σταμάτησαν λοιπόν εκεί και πήγαν στο σπίτι του νεαρού Λευίτη,+ στο σπίτι του Μιχαία, και τον ρωτούσαν πώς περνούσε. 16 Στο μεταξύ οι 600 άντρες από τον Δαν,+ οι οποίοι ήταν οπλισμένοι για μάχη, στέκονταν στην είσοδο της πύλης. 17 Οι πέντε άντρες που είχαν πάει να κατασκοπεύσουν τον τόπο+ μπήκαν μέσα για να πάρουν τη γλυπτή εικόνα, το εφόδ,+ τα θεραφίμ*+ και τη χυτή εικόνα.*+ (Ο ιερέας+ στεκόταν στην είσοδο της πύλης με τους 600 άντρες που ήταν οπλισμένοι για μάχη.) 18 Μπήκαν στο σπίτι του Μιχαία και πήραν τη γλυπτή εικόνα, το εφόδ, τα θεραφίμ* και τη χυτή εικόνα.* Ο ιερέας τούς ρώτησε: «Τι κάνετε εκεί;» 19 Εκείνοι όμως του είπαν: «Σώπα. Μη λες τίποτα* και έλα μαζί μας ώστε να είσαι πατέρας* και ιερέας για εμάς. Τι είναι καλύτερο—να είσαι ιερέας για τον οίκο ενός ανθρώπου+ ή να γίνεις ιερέας για μια φυλή και οικογένεια στον Ισραήλ;»+ 20 Ο ιερέας ικανοποιήθηκε και πήρε το εφόδ, τα θεραφίμ* και τη γλυπτή εικόνα+ και έφυγε με τον λαό.
21 Κατόπιν ξεκίνησαν να φύγουν, βάζοντας τα παιδιά, τα ζωντανά και τα πολύτιμα πράγματα μπροστά τους. 22 Αφού είχαν απομακρυνθεί κάπως από το σπίτι του Μιχαία, οι άντρες που ζούσαν στα κοντινά σπίτια συγκεντρώθηκαν και πρόφτασαν τους Δανίτες. 23 Όταν φώναξαν στους Δανίτες, εκείνοι γύρισαν προς το μέρος τους και είπαν στον Μιχαία: «Τι συμβαίνει; Γιατί συγκεντρωθήκατε;» 24 Εκείνος είπε: «Πήρατε τους θεούς μου που έφτιαξα, και φύγατε παίρνοντας και τον ιερέα. Και εμένα τι μου απέμεινε; Πώς με ρωτάτε λοιπόν: “Τι σου συμβαίνει;”» 25 Οι Δανίτες απάντησαν: «Μην υψώνεις τη φωνή σου σε εμάς, για να μη σας επιτεθούν οργισμένοι άνθρωποι* και χάσεις τη ζωή* σου εσύ και το σπιτικό σου». 26 Οι Δανίτες λοιπόν συνέχισαν τον δρόμο τους· και ο Μιχαίας, βλέποντας ότι ήταν ισχυρότεροι από αυτόν, στράφηκε πίσω και γύρισε στο σπίτι του.
27 Αφού εκείνοι πήραν αυτά που είχε φτιάξει ο Μιχαίας, καθώς και τον ιερέα του, πήγαν στη Λαΐς,+ σε έναν λαό ήσυχο και ξένοιαστο.+ Τους σκότωσαν με το σπαθί, και έκαψαν την πόλη με φωτιά. 28 Δεν υπήρχε κανείς για να τη σώσει, γιατί ήταν μακριά από τη Σιδώνα, και αυτοί δεν είχαν δοσοληψίες με κανέναν άλλον. Η πόλη βρισκόταν στην κοιλάδα που ανήκε στη Βαιθ-ρεώβ.+ Κατόπιν εκείνοι την ξανάχτισαν και εγκαταστάθηκαν σε αυτήν. 29 Επιπλέον, ονόμασαν την πόλη Δαν,+ από το όνομα του πατέρα τους, του Δαν, γιου του Ισραήλ.+ Αλλά το προηγούμενο όνομά της ήταν Λαΐς.+ 30 Έπειτα οι Δανίτες έστησαν για τον εαυτό τους τη γλυπτή εικόνα,+ και ο Ιωνάθαν,+ ο γιος του Γηρσώμ,+ γιου του Μωυσή, καθώς και οι γιοι του έγιναν ιερείς για τη φυλή των Δανιτών μέχρι την ημέρα που οι κάτοικοι του τόπου πήγαν εξορία. 31 Και έστησαν τη γλυπτή εικόνα την οποία είχε φτιάξει ο Μιχαίας, και αυτή παρέμεινε εκεί όλες τις ημέρες που ο οίκος του αληθινού Θεού βρισκόταν στη Σηλώ.+