Ωφέλεια από την Ιστορία
ΣΥΜΦΩΝΑ μ’ έναν ορισμό, ιστορία είναι μια αναγραφή των γεγονότων του παρελθόντος του ανθρώπου. Υπάρχουν, βέβαια, πολλοί τρόποι για να δη κανείς αυτή την ιστορία. Από το ένα μέρος, λέγουν ότι εκείνοι που αρνούνται να διδαχθούν από το παρελθόν είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν. Από το άλλο μέρος, πολλοί τώρα βεβαιώνουν ότι η ‘ιστορία είναι παραμύθια.’
Κάποιο μέτρο αληθείας βρίσκεται και στις δύο απόψεις. Αν ένα άτομο μπορή να μάθη από το παρελθόν για ν’ αποφύγη τα λάθη και να κατευθύνη τη ζωή του μ’ ένα συνετό τρόπο, η ιστορία εχρησίμευσε προς όφελός του. Εν τούτοις, η ιστορία μπορεί να χρησιμοποιηθή και για να παροδηγήση κάποιον. Πριν από μια γενεά οι Ναζισταί χρησιμοποίησαν μια διαστρεβλωμένη ερμηνεία της «ιστορίας» για να προσπαθήσουν να ενισχύσουν τον μύθο τους για μια Γερμανική «ανώτερη φυλή.» Αυτό συνέβαλε στον όλεθρο και τον θάνατο εκατομμυρίων.
Για να ωφεληθή κανείς από την ιστορία θα πρέπει να έχη την κατάλληλη άποψι για το παρελθόν. Πώς αποκτάται αυτή;
Πηγές Ιστορίας
Πρωτίστως με το να εξετάση κανείς την αληθινή πηγή της πληροφορίας που διαβάζει. Γιατί το λέμε αυτό; Διότι αυτά που είναι γραμμένα σ’ ένα σύγχρονο βιβλίο ιστορίας είναι συνήθως πράγματα που συνέβησαν πολύ πριν γεννηθή ο συγγραφεύς αυτού του βιβλίου. Πρέπει να βασίζεται σε πληροφορία που του μετεδόθη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από το παρελθόν. Μπορεί να μάθη λίγα πράγματα από την αρχαιολογία ή τη γεωλογία. Αλλά η ιδεώδης πηγή πληροφορίας είναι συνήθως η γραπτή ιστορία, και κατά προτίμησι, μια ιστορία που συγκεντρώθηκε από έναν αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων τα οποία διηγείται.
Επί παραδείγματι, αν ένας σύγχρονος ιστορικός αναφέρεται στη ζωή ενός ωρισμένου Ρωμαίου Καίσαρος, θα μπορούσατε να διερωτηθήτε, Από που έλαβε τις πληροφορίες του; Ίσως να τις πήρε από τον Ρωμαίο βιογράφο Σουητώνιο του δευτέρου αιώνος. Ο Σουητώνιος έζησε στην εποχή των Καισάρων και φαίνεται ότι μπορούσε να συμβουλεύεται ελεύθερα τα Αυτοκρατορικά και Συγκλητικά αρχεία, καθώς και άλλα σύγχρονα έγγραφα. Ένας που διαβάζει τα έργα του Σουητωνίου, μαθαίνει τι πραγματικά είπε εκείνος ο αρχαίος συγγραφεύς. Έτσι θα έφθανε κανείς πιθανώς στην πλησιέστερη διαθέσιμη πηγή ιστορίας για πολλούς Καίσαρες.
Αλλά οι περισσότερες εξιστορήσεις σχετικά με ανθρώπους και γεγονότα του μακρυνού παρελθόντος είναι λιγοστές. Επομένως, για να κάμη κανείς μια συναρμολογημένη αφήγησι από τις διαθέσιμες πληροφορίες θα πρέπει να συμπληρώση τα κενά και να συνδέση ολόκληρο το σώμα του υλικού σε κάποια μορφή. Από που παίρνει ο σύγχρονος συγγραφεύς αυτά που χρειάζεται για να ‘συμπληρώση τα κενά’;
Αν είναι ειδικός στο θέμα του, ίσως μπορέση να κάμη μελετημένες υποθέσεις για το πώς φαινομενικά απομονωμένα κομμάτια πληροφορίας θα πρέπει να συναρμολογηθούν σ’ ένα συνδεδεμένο σύνολο. Είναι αυτό εσφαλμένο; Όχι κατ’ ανάγκην. Αυτό κάνει τα βιβλία της ιστορίας πιο ευκολονόητα για τον μέσο άνθρωπο, προσφέροντας ομαλή ροή και συνοχή σκέψεως. Εφ’ όσον ο ιστορικός πληροφορεί σαφώς τους αναγνώστες του ότι το τάδε γεγονός «ίσως» ή «δυνατόν» ή «πιθανόν» να συνέβη με τον τάδε τρόπο, είναι έντιμος και, με κάποια έννοια, υποβοηθητικός.
Μερικοί συγγραφείς, όμως, απλώς δέχονται την ερμηνεία κάποιου άλλου για το τι συνέβη στο παρελθόν και την ενσωματώνουν στο δικό τους υλικό σαν πραγματικό γεγονός. Παραλείπουν να ελέγξουν παλαιότερες, από πρώτο χέρι πηγές. Παρεξηγήσεις για το παρελθόν και αναλήθειες μεταβιβάζονται επί δεκαετίες μ’ αυτόν τον τρόπο και φθάνουν να γίνωνται δεκτές σαν γεγονότα, επειδή απλώς τόσο λίγοι άνθρωποι διέθεσαν χρόνο ή ενδιαφέρθηκαν αρκετά για να εξετάσουν την αυθεντικότητα των δηλώσεων.
Εξετάστε ένα παράδειγμα. Οι αρχαίοι Βαβυλώνιοι των δέκα και πλέον αιώνων προ Χριστού μερικές φορές εκθειάζονται ότι κατείχαν μεγάλες αστρονομικές ικανότητες. Συχνά τους παρουσιάζουν σαν να είχαν λεπτομερή γνώσι των πλανητικών κινήσεων λόγω των παρατηρήσεων που έκαμαν στους ουρανούς. Το αποτέλεσμα είναι να κάνουν να φαίνεται ολόκληρος ο Βαβυλωνιακός πολιτισμός σαν πολύ προωδευμένος και καλλιεργημένος. Τους γύρω λαούς, αντιθέτως, τους παρουσιάζουν καθυστερημένους και διαβεβαιώνουν ότι προώδευσαν μόνον όταν ήρθαν σε επαφή με τους Βαβυλώνιους. Αλλά επιβεβαιώνουν οι αρχικές πηγές αυτή την άποψι;
Δεν υπάρχει αμφιβολία, βέβαια, ότι οι αρχαίοι Βαβυλώνιοι είχαν κάποια γνώσι πάνω στο θέμα της αστρονομίας. Η αστρολογική άποψις της Βαβυλωνιακής θρησκείας το αποδεικνύει αυτό σαφώς. Εν τούτοις, το διαθέσιμο πραγματικό υλικό σχετικά με τη Βαβυλωνιακή αστρονομία βρίσκεται σε πήλινες πινακίδες. Τι αποκαλύπτουν αυτές οι πινακίδες; Ένας επιστήμων, ο Ο. Νοιγκεμπάουερ, που στο επάγγελμα του ασχολείται όχι μ’ αυτά που οι άλλοι βεβαιώνουν για τα αρχαία πήλινα έγγραφα, αλλά με τα ίδια τα υπάρχοντα έγγραφα, λέγει στο βιβλίο Δη Εξάκτ Σάιενσις ιν Αντίκουητυ:
«Ίσως σε κανένα άλλο κεφάλαιο στην ιστορία της επιστήμης δεν υπάρχει ένα τόσο βαθύ χάσμα μεταξύ της γενικά παραδεδεγμένης περιγραφής μιας περιόδου και των αποτελεσμάτων που προέκυψαν βαθμιαίως από μια λεπτομερή έρευνα του αρχικού υλικού. . . . Η αρχαία Μεσοποταμιακή αστρονομία φαίνεται ότι ήταν πρωτόγονη . . . πολύ όμοια με τη σύγχρονη της Αιγυπτιακή αστρονομία.»
Οι αποδείξεις δείχνουν ότι η Βαβυλωνιακή αστρονομία δεν ανεπτύχθη επιμελώς σε επιστήμη παρά μόνον λίγες εκατοντάδες χρόνια π.Χ.
Όταν οι Βαβυλώνιοι απογυμνωθούν από τις γοητευτικές ψεύτικες γαρνιτούρες με τις οποίες πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς τους κάνουν δημοφιλείς, τότε γίνονται φανερά τα πραγματικά γεγονότα. Οι αρχαίοι Βαβυλώνιοι, ενώ φαίνονται ακόμη να είναι πολιτισμένοι, χάνουν λίγο από το υποτιθέμενο πολιτιστικό τους λούστρο στα μάτια των συγχρόνων αναγνωστών της ιστορίας.
Η ίδια μέθοδος γαρνιρίσματος του παρελθόντος διαστρέφει επίσης αρχαία γεγονότα και βιογραφικές αφηγήσεις. Μόνο αν προστρέξη κανείς στις πρώτες πηγές της αρχαίας ιστορίας μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα βρη τα καλύτερα διαθέσιμα γεγονότα για το παρελθόν. Αλλά για να ωφεληθούμε από το παρελθόν χρειάζονται περισσότερα από το να βρούμε απλώς αρχαίες αναγραφές.
Είναι η Πηγή Ορθή;
Ακόμη κι αν ένας συγγραφεύς σήμερα μπορή να φθάση σε αρχαίες πηγές και να τις μετάφραση κατάλληλα, η όψις της ιστορίας που παρουσιάζει ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί ακόμη να είναι λίγο επιτηδευμένη. Γιατί; Διότι οι αρχαίες πηγές στις οποίες βασίζεται μπορεί κι αυτές οι ίδιες να σφάλλουν.
Μη ξεχνάτε ότι εκείνοι οι αρχαίοι συγγραφείς πιθανόν να έζησαν σε μια πολύ μεταγενέστερη εποχή από εκείνη που συνέβησαν τα γεγονότα που περιγράφουν. Ή ίσως να έζησαν σ’ ένα εντελώς διαφορετικό μέρος του κόσμου. Έτσι, όπως οι συγγραφείς σήμερα, κι εκείνοι, επίσης, ήσαν υποχρεωμένοι να δέχωνται πληροφορίες από άλλους ανθρώπους, από τους οποίους κανείς δεν ήταν τέλειος.
Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθή ότι οι αρχαίοι συγγραφείς είχαν τις εθνικιστικές προκαταλήψεις, τις πεποιθήσεις και τα θρησκευτικά αισθήματα που είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους. Κι αυτά, επίσης, ασφαλώς επηρέασαν ό,τι εγράφη.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και ο Τάκιτος, που θεωρείται σαν ένας από τους πιο ακριβείς αρχαίους ανθρώπους των γραμμάτων. Η καλλιεργημένη Ρωμαϊκή άποψίς του δείχνει σαφώς ισχυρές προκαταλήψεις. Το αποτέλεσμα είναι ότι μερικές από τις πληροφορίες που παρουσιάζει ο Τάκιτος είναι παροδηγητικές.
Έτσι, για τους Ιουδαίους γράφει τα εξής στο σύγγραμμα του Οι Ιστορίες (Βιβλίο Εʹ):
«Μερικοί λέγουν ότι οι Ιουδαίοι ήσαν φυγάδες από το νησί της Κρήτης, που εγκατεστάθησαν στις πλησιέστερες ακτές της Αφρικής γύρω στον καιρό που ο Κρόνος εκδιώχθηκε από το θρόνο του με τη δύναμι του Διός. Απόδειξις τούτου βρίσκεται στο όνομα. Υπάρχει ένα φημισμένο βουνό στην Κρήτη που λέγεται Ίδη· η γειτονική φυλή, Ιδαίοι, έφθασε να λέγωνται Ιουδαίοι λόγω βαρβαρικής επιμηκύνσεως του εθνικού ονόματος.»
Αποδεικτικά γραπτά στοιχεία από τους ίδιους τους Ιουδαίους, που σαφώς απεκάλυπταν το αντίθετο, ήσαν διαθέσιμα όταν ο Τάκιτος έγραψε στον πρώτο αιώνα μ.Χ. Και όμως ούτε καν τα έλαβε υπ’ όψιν του σ’ αυτή την πραγματεία.
Το πώς οι προκαταλήψεις των αρχαίων συγγραφέων υπεισήρχοντο στα συγγράμματα τους μπορεί να δειχθή, επίσης, από την αντιλογία για μια αφήγησι του Ιωσήπου. Αυτός ο Ιουδαίος συγγραφεύς του πρώτου αιώνος μ.Χ. λέγει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήλθε στην Ιερουσαλήμ μετά την κατάκτησι των πόλεων της Τύρου και Γάζας. Τον προϋπάντησαν με μεγάλη πομπή και του έδειξαν τις προφητείες του Δανιήλ για ‘έναν Έλληνα που θα κατέστρεφε την αυτοκρατορία των Περσών.’ Λέγεται ότι ο Αλέξανδρος εφήρμοσε την προφητεία στον εαυτό του. Γι’ αυτούς τους λόγους, όπως δείχνει ο Ιώσηπος, η πόλις της Ιερουσαλήμ σώθηκε από την καταστροφή από τις Ελληνικές στρατιές. Αλλά ο Αρριανός, ο πιο φημισμένος βιογράφος του Αλεξάνδρου, δεν αναφέρει ένα τέτοιο γεγονός. Γιατί αυτή η ασυνέπεια μεταξύ των δύο συγγραφέων;
Πιθανόν, ισχυρίζονται μερικοί, λόγω των δυνατών αντιιουδαϊκών αισθημάτων του Αρριανού. Η παράλειψίς του, φυσικά ν’ αναφέρη την επίσκεψι του Αλεξάνδρου στην Ιερουσαλήμ (αν πράγματι συνέβη) δεν κάνει τον Αρριανό ανακριβή· μια παράλειψις δεν είναι κατ’ ανάγκην λάθος.
Αλλά πρέπει, επίσης, να μη ξεχνούμε ότι ο Ιώσηπος ήταν γνωστός για τη μεγαλοποίησι της αληθείας για να δοξάση το δικό του Ιουδαϊκό έθνος. Αφού και οι δυο τους, ο Ιώσηπος και ο Αρριανός, θεωρούνται κάπως προκατειλημμένοι, δεν μπορούμε να πούμε σήμερα με βεβαιότητα αν ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε ή όχι την Ιερουσαλήμ.
Λόγω της αβεβαιότητος για μερική από την ύλη που παρουσιάζουν οι αρχαίοι συγγραφείς, μερικά άτομα σήμερα ίσως τους αποκαλούν όλους αυτούς φανατικούς και εντελώς άχρηστους, χωρίς καμμιά αξία για τους συγχρόνους μελετητάς. Αλλ’ αυτό δεν θα ήταν μια εντελώς ορθή ανάλυσις.
Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύωμε ότι το ελατήριο τους στο να γράψουν ήταν κατ’ ανάγκην κακό. Χωρίς αμφιβολία συχνά έγραψαν ακριβώς αυτά που είχαν μάθει, χωρίς πρόθεσι να παραποιήσουν εσκεμμένως τις εκθέσεις τους. Αλλ’ ακόμη και όταν τα αρχαία συγγράμματα είναι παραγεμισμένα με προκαταλήψεις και προσωπικές πεποιθήσεις, ωρισμένες περιγραφές και περιστατικές αποδείξεις μπορεί να είναι ορθές και αρκετά πολύτιμες.
Αντί να αγνοούμε την ιστορία και να την απορρίπτωμε όλη σαν άχρηστη, θα πρέπει μάλλον να αναπτύξωμε αυτή τη σπουδαία ιδιότητα—τη διάκρισι.
Διακρίνοντας την Ωφέλιμη Ιστορία
Κατ’ ανάγκην, οι περισσότεροι σύγχρονοι αναγνώσται πρέπει να εμπιστεύωνται σ’ αυτά που οι άλλοι έχουν μάθει από το διάβασμα αρχαίων ιστορικών πηγών. Ο μέσος άνθρωπος δεν έχει χρόνο για να ερευνήση όλες τις πήγες και να τις συγκρίνη τη μια με την άλλη, για να εξακριβώση την αλήθεια για κάποιο ζήτημα. Εν τούτοις θέλει να ωφεληθή από την ιστορία. Επομένως, ένα άτομο με διάκρισι, όταν διαβάζη ιστορικά έργα, θα έχη υπ’ όψι του ερωτήσεις σαν τις επόμενες:
Πώς χρησιμοποιούνται από τον συγγραφέα τα γεγονότα (που ίσως να είναι ορθά); Μήπως τα χρησιμοποιεί για να εξυπηρετήση δικά του συμφέροντα; Μήπως ζητεί να πιστέψετε κάτι που, από το αίσθημα δικαιοσύνης που έχετε, γνωρίζετε ότι είναι εσφαλμένο; Ή, μήπως σας λέγει να δεχθήτε ως αληθινά ζητήματα, που γνωρίζετε από πείρα ότι αντιβαίνουν στην ανθρώπινη φύσι; Χρησιμοποιεί ο συγγραφεύς το παρελθόν με τέτοιο τρόπο ώστε να δοξάζη ένα σύστημα θρησκείας ή πολιτικής ή ένα τρόπο ζωής που έχει ήδη αποδειχθή ανίκανος να υπερνικήση τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότης; Μήπως υπάρχει διάθεσις να δοξάση αδικαιολόγητα ένα έθνος ή μια φυλή ή να υποτιμήση κάποιο άλλο; Αν συμβαίνη αυτό, ένα άτομο με διάκρισι γνωρίζει ότι χρειάζεται οπωσδήποτε προσοχή όταν διαβάζη τέτοιες ιστορίες.
Υπάρχει, όμως, μια πηγή αρχαίας ιστορίας στην οποία μπορεί κανείς να στραφή με πλήρη εμπιστοσύνη.
Η Βίβλος ως Ιστορία
Αυτή η ειλικρινής ιστορία βρίσκεται στη Γραφή. Όσο πιο εντατικά μελετά ένα θεοφοβούμενο άτομο την ιστορία τόσο περισσότερο εκτιμά την αξία των ιστορικών αφηγήσεων της Γραφής. Είναι η αρχαιότερη συνεχόμενη ιστορία προσιτή στον άνθρωπο. Ο ιστορικός Χ. Ε. Μπαρνς παραδέχεται: «Η τιμή για την παραγωγή μιας αληθινής ιστορικής αφηγήσεως με αξιόλογη έκτασι. . . πρέπει ν’ αποδοθή στους Εβραίους της αρχαίας Παλαιστίνης,» που χρησιμοποιήθηκαν για τη συναρμολόγησι της Γραφής.
Αλλά μερικοί ρωτούν, πώς μπορούμε να πούμε ότι η ιστορία της Γραφής υπερέχει τόσο πολύ; Δεν δοξάζει ένα έθνος, το Ισραήλ; Δεν μάς ζητά να πιστέψωμε το απίστευτο, ακόμη και το θαυματουργικό;
Είναι αλήθεια ότι μεγάλο μέρος της Γραφής αφορά την ιστορία του Ισραήλ. Αλλά ποιος μπορεί να πη ότι η παρουσίασις του Ισραήλ στη Γραφή δεν είναι ειλικρινής; Τα κακά χαρακτηριστικά του Ισραήλ, και όχι μόνο τα καλά, αναγνωρίζονται με ειλικρίνεια. Το έθνος και ο λαός του χρησιμοποιούνται για να εξεικονίσουν τις τιμωρίες που θα έρθουν σε οποιονδήποτε που αρνείται να ζήση με τους υψηλούς κανόνες του Θεού. Η Βιβλική ιστορία δείχνει πώς ο Θεός ετιμώρησε αυστηρά τον Ισραήλ, και πως τελικά απέβαλε ολόκληρο το έθνος από του να είναι ο ειδικός υπό διαθήκην λαός του.
Η ιστορία της Γραφής δεν εξυμνεί κανένα επίγειο έθνος η φυλή. Μάλλον, διακηρύττει σαφώς: «Εν παντι έθνει όστις φοβήται αυτόν, [τον Θεόν] και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν.»—Πράξ. 10:35.
Είναι αλήθεια, επίσης, ότι υπάρχουν θαυματουργικά στοιχεία στην ιστορία της. Αλλά πριν την απορρίψη κανείς γι’ αυτόν το λόγο, θα πρέπει να θυμηθή ότι το πλαίσιο στο οποίο βρίσκονται αυτά τα θαύματα είναι σαφώς ιστορικό και πιστευτό. Με ποιον τρόπο; Με το ότι καθορίζονται ο χρόνος και ο τόπος.
Αυτό μπορεί να δειχθή με την ιστορική αφήγησι της Γραφής για το άνοιγμα της Ερυθράς Θαλάσσης ώστε να μπορέση το έθνος Ισραήλ να εγκαταλείψη την Αίγυπτο. Μερικά άτομα βρίσκουν δύσκολο να πιστέψουν αυτή την αφήγησι που γράφθηκε από έναν αυτόπτη μάρτυρα, τον Μωυσή. Συχνά τα άτομα που την απορρίπτουν στην πραγματικότητα δεν διάβασαν ποτέ οι ίδιοι την αφήγησι προσεκτικά.
Ένας, όμως που εξετάζει με περίσκεψι αυτό το υλικό (που βρίσκεται στην Έξοδο κεφάλαια 12ο έως 15ο) θα παρατηρήση ότι αναγράφονται ονόματα ατόμων και τοποθεσιών—Παραβάλετε Αριθμούς 33:1-8.
Καθορίζεται επίσης ο χρόνος όταν η παραμονή του Ισραήλ στην Αίγυπτο πλησίαζε στο τέλος: «Ο καιρός της παροικίας των υιών Ισραήλ, οίτινες παρώκησαν εν Αιγύπτω ήτο τετρακόσια και τριάκοντα έτη. Και μετά τα τετρακόσια και τριάκοντα έτη, την αυτήν ταύτην ημέραν εξήλθον πάντα τα τάγματα του Ιεχωβά εκ γης Αιγύπτου.»—Έξοδ. 12:40, 41 ΜΝΚ· παραβάλετε 1 Βασ. 6:1.
Έτσι, στην ιστορία της Γραφής περιλαμβάνεται ένα εντελώς πιστευτό πλαίσιο χρόνου και τόπου για το περιστατικό της Ερυθράς Θαλάσσης. Τι άλλο θα μπορούσε δυνατόν να προσθέση στην αφήγησί του οποιοσδήποτε ιστορικός, που έζησε σε οποιοδήποτε καιρό και σε οποιοδήποτε τόπο, για ν’ αποδείξη ότι κατέγραψε αυτά που πραγματικά είδε; Τίποτα άλλο. Με ποια δικαιολογία, τότε, μπορεί ν’ απορριφθή αυτή η Βιβλική αφήγησις ως μη ιστορική; Με καμμιά!
Οι ιστορικές αφηγήσεις της Γραφής είναι αξιοπιστίας. Τονίζουν με ακρίβεια, όσο καμμιά άλλη ιστορία, τη βεβαιότητα της προφητείας του Λόγου του Θεού, την υπεροχή των ηθικών του νόμων και το συνεχές του ενδιαφέρον για τη δημιουργία του. Τα μεγαλύτερα οφέλη έρχονται στους ανθρώπους εκείνους που μαθαίνουν την πολιτεία του Θεού της ιστορίας, που βρίσκεται στη Γραφή.—Ρωμ. 15:4.
[Εικόνα στη σελίδα 22]
Σουητώνιος
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Τάκιτος
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Ιώσηπος